Κυριακή 31 Μαρτίου 2024

 

Του.Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου


– Γέροντα, ὅταν μοῦ ἔρχωνται ἐπανωτὲς δυσκολίες στὸν ἀγώνα μου, γογγύζω καὶ μὲ πιάνει λύπη.
– Ἔ, στὴν δύσκολη στιγμὴ φαίνεται ἡ δύναμη τοῦ ἀνθρώπου. Μὴ φοβᾶσαι,μὴν πανικοβάλλεσαι, ὅταν συναντᾶς κάποια δυσκολία. Νὰ ζητᾶς ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ σοῦ δίνη πνευματικὸ ἀνδρισμό, γιὰ νὰ ἀντιμετωπίζης τὶς δυσκολίες στὴν πνευματική σου πορεία μὲ θάρρος καὶ νὰ ἀγωνίζεσαι μὲ λεβεντιά.
– Γέροντα, ἡ λύπη ποὺ νιώθω αὐτὸν τὸν καιρὸ γιὰ τὴν ἄσχημη πνευματική μου κατάσταση μὲ παραλύει πνευματικά.
Πάντως ἐκεῖ ποὺ ἤσουν, δὲν εἶσαι – δόξα τῷ Θεῷ –, ἀλλὰ καὶ ἐκεῖ ποὺ ἔπρεπε νὰ βρίσκεσαι, δὲν βρίσκεσαι. Πιστεύω ὅμως σύντομα νὰ δείξης τὴν παλληκαριά σου καὶ νὰ ξεγαντζωθῆς ἀπὸ τὰ ὑπόλοιπα σχοινιὰ τῆς κακομοιριᾶς, τὰ ὁποῖα μπορεῖς νὰ κόψης μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅπως τὸ λιοντάρι κόβει τὴν κλωστὴ τῆς ἀράχνης. Διῶξε τὴν κακομοιριὰ μὲ τὴν πνευματικὴ λεβεντιά. Περιμένω, εὔχομαι καὶ ἐλπίζω νὰ δῶ τὴν πρόοδό σου καὶ νὰ χαρῶ πολύ.
– Γέροντα, ὅταν παραλείπω τὰ πνευματικά μου καθήκοντα, μὲ πιάνει λύπη.
– Ἡ λύπη γιὰ ὅ,τι παραλείψαμε νὰ κάνουμε ἢ ἡ χαρὰ γιὰ ὅ,τι κάναμε, εἶναι κάτι φυσικό, ἀλλὰ μπορεῖ νὰ μπαίνη μέσα καὶ ὁ ἐγωισμός· γι ̓ αὐτὸ νὰ προσέχης. Νὰ βάλης τώρα μιὰ καλὴ ἀρχὴ καὶ ἕνα πρόγραμμα στὸν ἀγώνα σου καὶ σιγὰ‐σιγὰ θὰ προχωρᾶς. Ἔτσι θὰ σταθεροποιήσης κατάσταση καὶ θὰ σταματήσουν τὰ ἀνεβοκατεβάσματα ποὺ σοῦ προκαλεῖ ὁ καμουφλαρισμένος ἐχθρός. Ἐὰν ἀξιοποιήσης τὶς δυνάμεις σου μὲ πνευματικὴ λεβεντιὰ στὴν καλογερική, θὰ κάνης πολλὴ προκοπή.Ἐὰν ὅμως ἀφήσης τὸν ἑαυτό σου στὴν κακομοιριά, ἐσὺ θὰ μοιρολογᾶς καὶ τὸ ταγκαλάκι θὰ χτυπάη παλαμάκια.
– Γέροντα, ἡ βία μοῦ λείπει;
– Ἐπίθεση χρειάζεται, βρὲ παιδί!
– Ἡ ἐπίθεση πῶς γίνεται;
– Μὲ λεβεντιά! Ἐγὼ δὲν θέλω κακομοῖρες ἀδελφές, ἀλλὰ Σουλιώτισσες πνευματικές, νὰ πολεμοῦν τὸ ταγκαλάκι μὲ λεβεντιὰ πνευματική, δοξολογώντας τὸν Θεό.εὐγνωμοσύνη μὲ τὸ ταπεινὸ φρόνημα καὶ μὲ τὸν φιλότιμο ἀγώνα τραβάει συνέχεια οὐράνιες δυνάμεις καὶ εὐλογίες θεϊκές.
– Καὶ ὅταν, Γέροντα, ξέρω ὅτι θὰ ξαναπέσω;–
Δὲν ξέρεις· ἀπὸ φοβία σκέφτεσαι ἔτσι. Μὴν ἔχετε φοβία μήπως ξανακάνετε τὸ ἴδιο σφάλμα, γιατὶ ἔτσι κλονίζεται ἡ πίστη σας στὸν Θεό. Μὴν τὰ σκαλίζετε τόσο πολύ. Ὅταν σᾶς λέη ὁ λογισμὸς ὅτι δὲν πρόκειται νὰ διορθωθῆτε καὶ διαλύεσθε ἀπὸ τὴν λύπη, χρειάζεται νὰ δώσετε ἕνα ψεύτικο κουράγιο στὸν ἑαυτό σας.«Δόξα σοι ὁ Θεός, νὰ πῆτε, σήμερα εἶμαι καλύτερα ἀπὸ χθές. Δόξα σοι ὁ Θεὸς χίλιες φορές...». Ἂν καὶ φαίνεται ψεύτικο αὐτὸ τὸ κουράγιο, μέσα του ὅμως κρύβει μιὰ μεγάλη δύναμη,τὴν ἐλπίδα στὸν Θεό. Ἡ ἐλπίδα στὸν Θεὸ εἶναι ὁ μοχλὸς ποὺ ἀναποδογυρίζει τὴν ἀπελπισία, ἐλευθερώνει τὴν ψυχὴ ἀπὸ τὴν λύπη καὶ τὸ ἄγχος καὶ τονώνει σιγὰ‐σιγὰ τὶς πνευματικὲς δυνάμεις μὲ τὴν θεία ζωντάνια ποὺ δίνει.– Γέροντα, στενοχωριέμαι γιατὶ ἔχω πολλὰ προβλήματα ὑγείας.– Ὅλα νὰ τὰ δέχεσαι σὰν μεγάλα δῶρα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι ἄδικος.Στὸν Οὐρανὸ θὰ ἔχης πολλὰ νὰ ἀπολαύσης· θὰ ἔχης σύνταξη μεγάλη, ἐὰν δὲν τὴν μειώσης μόνη σου μὲ τὸν γογγυσμό.– Πῶς, Γέροντα, ἀφοῦ τώρα δὲν νιώθω μέσα μου τὸν Οὐρανό;– Δὲν νιώθεις τὸν Οὐρανό, γιατὶ δὲν δοξολογεῖς τὸν Θεό. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος κινῆται στὸν χῶρο τῆς δοξολογίας, χαίρεται μὲ ὅλα. Ὑπάρχουν κοσμικοὶ ἄνθρωποι ποὺ θὰ μᾶς κρίνουν ἐμᾶς τοὺς μοναχούς. Νὰ δῆτε οἱ Βεδουΐνοι τί ταλαιπωρία περνοῦν, ἀλλὰ εὐχαριστοῦν τὸν Θεὸ καὶ εἶναι χαρούμενοι7. Τὸ σιτάρι δὲν τὸ καθαρίζουν, γιὰ νὰ βγάλουν τὴν πέτρα, ἀλλὰ τὸ ἀλέθουν ὅπως εἶναι, καὶ τὸ ψωμί τους εἶναι ὅλο πέτρα! Καὶ οἱ τροφές τους, φαίνεται, δὲν ἔχουν τὰ ἀπαραίτητα συστατικά, ἀσβέστιο κ.λπ., ὁπότε τὰ δόντια τους καταστρέφονται τελείως. Καὶ βλέπεις Βεδουΐνους νὰ ἔχουν μόνον ἕνα δόντι καὶ νὰ χαίρωνται σὰν νὰ εἶναι τὸ δόντι μαργαριταρένιο. Καὶ ἄλλος τοῦ λείπει ἕνα δόντι καὶ αἰσθάνεται μειονεκτικά. Μὲ ὅλα αὐτὰ ποὺ ἀκοῦτε, νὰ κινῆσθε συνέχεια στὴν δοξολογία· νὰ δοξάζετε μέρα–νύχτα τὸν Θεὸ γιὰ τὶς εὐεργεσίες Του.Μοῦ ἔλεγε κάποιος ἐπίσκοπος ὅτι σὲ ἕναν ναό, τὴν ὥρα ποὺ ὁ διάκος διάβαζε τὸ Εὐαγγέλιο τῆς θεραπείας τῶν δαιμονισμένων τῶν Γεργεσηνῶν8, ἕνας ἄνθρωπος πολὺ ἁπλὸς στεκόταν πίσω ἀπὸ τὸ δεσποτικὸ καὶ ἔλεγε συνέχεια «δόξα σοι ὁ Θεός».Ἀρχίζει ὁ διάκος:«Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ ἐλθόντι τῷ Ἰησοῦ εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν»,«δόξα σοι ὁ Θεός», λέει ἐκεῖνος,«ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι»,«δόξα σοι ὁ Θεός»· «χαλεποὶ λίαν»,«δόξα σοι ὁ Θεός»· «καὶ ἰδοὺ ὥρμησε πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων...εἰς τὴν θάλασσαν»,«δόξα σοι ὁ Θεός».«Κατάλαβα, μοῦ εἶπε ὕστερα ὁ ἐπίσκοπος, ὅτι εἶχε δίκαιο αὐτὸς ὁ ἁπλὸς ἄνθρωπος ποὺ ἔλεγε ʺδόξα σοι ὁ Θεόςʺ, γιατὶ τὸ ʺδόξα σοι ὁ Θεὸςʺ ρίχνει τοὺς δαίμονες στὴν θάλασσα». Κι ἐσεῖς πάντα νὰ λέτε «δόξα σοι ὁ Θεός,δόξα σοι ὁ Θεός», μέχρι νὰ ὁρμήση ἡ ἀγέλη στὴν θάλασσα...Ἡ δοξολογία ἁγιάζει τὰ πάντα. Μὲ τὴν δοξολογία διαλύεται ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ εὐγνωμοσύνη, παλαβώνει μὲ τὴν καλὴ ἔννοια, πανηγυρίζει τὰ πάντα. Καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος εὐχαριστῆ τὸν Θεὸ ἀκόμη καὶ γιὰ τὰ λίγα, ἔρχεται μετὰ τόσο πλούσια ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ τὴν ἀντέξη· καὶ τότε ὁ διάβολος δὲν μπορεῖ πιὰ νὰ σταθῆ καὶ φεύγει.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’«Πάθη καὶ Ἀρετὲς» ‐ 78 ‐

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου