Δευτέρα 31 Μαρτίου 2014

Όταν", λέει, “θα ακούσεις την τηλεόραση να γίνεται θέμα για τα μίλια, για την επέκταση των μιλίων (της αιγιαλίτιδας ζώνης) από 6 σε 12 μίλια, τότε από πίσω έρχεται ο πόλεμος..Οι Τούρκοι ΤΟ ΠΟΛΥ ΚΑΝΑ 2 ΝΗΣΙΑ ΝΑ ΜΑΣ ΠΕΙΡΑΞΟΥΝ

ΓΙΑ ΝΑ ΕΠΙΤΕΘΟΥΝ ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΙ:
ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΜΙΛΙΩΝ ΑΠΟ 6 ΣΕ 12(ΑΟΖ,ΤΟΥΡΚΙΑ)
ΑΚΥΒΕΡΝΗΣΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΘΕΜΑ
                 ΑΙΤΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ(ΑΓΙΟΥ ΙΩΣΗΦ ΒΑΤΟΠΕΔΙΝΟΥ) 

 Πηγή:http://constantinople-is-greek.blogspot.gr/                  

ΟΤΑΝ ΘΑ ΤΑ ΛΕΝΕ ΟΙ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΙ ΣΤΗΝ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ ΕΜΕΙΣ ΘΑ ΤΑ ΞΕΡΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ



























Καθώς η καταγωγή μας είναι απ' την Καππαδοκία και η μία γιαγιά μας κατάγεται απ' το χωριό του Γέροντα, απ' τα Φάρασα, ενώ η άλλη απ' την Καισάρεια, έχουμε κοινές ρίζες με το Γέροντα, και επειδή εκείνα τα μέρη μας πονάνε ιδιαίτερα τώρα που είναι σε ξένα χέρια, ρωτούσα συνέχεια το Γέροντα για την Τουρκία, τι θα γίνει με τον Ελληνισμό και άλλα σχετικά.

Κάποτε, είχα πάει στο Γέροντα με ένα φίλο μου και εκεί συναντήσαμε μία παρέα από πέντε παιδιά. Τότε, ρώτησα το Γέροντα ποιές προέβλεπε να είναι οι εξελίξεις σχετικά με την Τουρκία.
"Γέροντα, του λέω, "απ' την Αλεξανδρούπολη είμαστε. Μήπως μας πιάσει η μπόρα κατά κει;"
Μου απαντά:
"Κοίταξε να δεις. Οι Τούρκοι δε θα μπουν στην Αλεξανδρούπολη. Θα κάνουν μόνο μία πρόκληση στην Ελλάδα, που θα έχει σχέση με την αιγιαλίτιδα ζώνη. Και εμάς θα μας πιάσει πείνα. Θα πεινάσει η Ελλάδα.
Και επειδή θα κρατήσει αυτή η μπόρα κάποιο διάστημα, μήνες θα είναι, "θα πούμε το ψωμί ψωμάκι".
Μετά ρωτάω:
"Γέροντα, πως θα καταλάβω εγώ ότι θα είμαστε κοντά στον πόλεμο;" "Όταν", λέει, “θα ακούσεις την τηλεόραση να γίνεται θέμα για τα μίλια, για την επέκταση των μιλίων (της αιγιαλίτιδας ζώνης) από 6 σε 12 μίλια, τότε από πίσω έρχεται ο πόλεμος...
(ΤΟ ΠΟΛΥ ΚΑΝΑ 2 ΝΗΣΙΑ ΝΑ ΜΑΣ ΠΕΙΡΑΞΟΥΝ ΕΙΠΕ)
τού λέγω: "Και ποια κράτη θα συμμετέχουν;"
"Κοίταξε, μετά την πρόκληση των Τούρκων, θα κατεβούν οι Ρώσοι στα Στενά. Όχι για να βοηθήσουν εμάς. Αυτοί θα έχουν άλλα συμφέροντα. Αλλά, χωρίς να το θέλουν, θα βοηθάνε εμάς. Τότε, οι Τούρκοι για να υπερασπισθούν τα Στενά, που είναι στρατηγικής σημασίας, θα συγκεντρώσουν εκεί και άλλα στρατεύματα. Παράλληλα δε, θα αποσύρουν δυνάμεις από καταληφθέντα εδάφη.
Όμως, θα δουν τότε τα άλλα κράτη της Ευρώπης, συγκεκριμένα η Αγγλία, η Γαλλία, η Ιταλία και άλλα έξι-εφτά κράτη της ΕΟΚ, ότι η Ρωσία θα αρπάξει μέρη, οπότε θα πουν: "Δεν πάμε κι εμείς εκεί πέρα, μήπως πάρουμε κανένα κομμάτι;" Όλοι, όμως, θα κυνηγούν τη μερίδα του λέοντος. Έτσι, θα μπουν και οι Ευρωπαίοι στον πόλεμο".

Σ' αυτό το σημείο ρωτάω:
"Εμείς, τι θα κάνουμε; Ο ελληνικός στρατός θα πάρει μέρος σ' αυτόν τον πόλεμο;"
"Όχι" λέει. "Θα βγάλει η κυβέρνηση απόφαση να μη στείλει στρατό. Θα κρατήσει στρατό μόνο στα σύνορα. Και θα είναι μεγάλη ευλογία που δε θα πάρει μέρος. Γιατί, όποιος πάρει μέρος σ' αυτόν τον πόλεμο, χάθηκε...
Τότε, επειδή στην Ελλάδα ο κόσμος θα φοβηθεί, πολλοί θα στραφούν προς την Εκκλησία, προς το Θεό, και θα μετανοήσουν. Γι' αυτό, επειδή θα υπάρξει μετάνοια, δε θα πάθουμε κακό οι Έλληνες. Ο Θεός θα λυπηθεί την Ελλάδα, επειδή ο κόσμος θα στραφεί προς την Εκκλησία, προς το μοναχισμό και θα αρχίσουν να προσεύχονται. Και θα βαπτισθούν πολλοί Τούρκοι.
Τότε, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος θα συμβάλει ως μεσάζοντας, να δοθεί η Πόλη στην Ελλάδα. Είναι ευλαβής, είναι καλός".
“Γέροντα”, τον ρωτάω μετά, "την Πόλη θα την δώσουν σ' εμάς;"
"Θα την δώσουν σε μας, όχι επειδή θα το θέλουν, αλλά επειδή αυτή η λύση θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα των ξένων. Τότε θα το καταλάβουν αυτό.
Αυτά που σου λέω, μην τα πεις σε κανένα. Θα σε βγάλουν τρελό. Γιατί δεν είναι ώριμες οι συγκυρίες ακόμα. Τότε θα το καταλάβεις."
Αυτή η συζήτηση με το Γέροντα έγινε το 1991, όταν υπηρετούσα στο στρατό.

'Αλλη φορά, ο Γέροντας είπε:
"Η διοίκηση της Πόλης, από μας, θα είναι και στρατιωτική και πολιτική".
Γνώρισα και τρεις αξιωματικούς που είχαν πάει στο Γέροντα. Απ' τους τρεις αξιωματικούς ο ένας έλεγε: "Μόνο σε μένα ο Γέροντας είπε πως θα είμαι διοικητής στρατιωτικού τμήματος στην Πόλη. Στους άλλους δεν ανέφερε τίποτε".

Κάποια άλλη παρέα είχε πάει στο Γέροντα. Ένας απ' αυτούς σπούδαζε πολιτικός μηχανικός στο Πολυτεχνείο της Ξάνθης. Σε μια στιγμή, γυρίζει ο Γέροντας, τον δείχνει με το δάκτυλο (αυτός, σημειωτέον πήγαινε στο Γέροντα για πρώτη φορά ), και του λέει:
"Εσύ, σαν πολιτικός μηχανικός, θα συμβάλεις στην ανοικοδόμηση της Πόλης, γιατί η Πόλη θα ανοικοδομηθή απ' την αρχή". Γύρισε και τον έδειξε με το δάκτυλο μπροστά σε όλους. Το παιδί, τότε, ήταν φοιτητής.
Μετά, ο Γέροντας γυρίζει σε μένα και λέει: "Κι εσύ, Ανέστη, θα πας στην Πόλη. Κι εσείς οι δύο-έδειξε εμένα και τον φίλο μου-θα πάτε στην Πόλη, αλλά για άλλο σκοπό". Δε μου τον φανέρωσε το σκοπό. Μετά απ’ αυτό, μου μπήκε η επιθυμία να μάθω τουρκικά.

Μια άλλη φορά που είχε πάει στο κελί του Γέροντα, έτυχε να είναι μέσα ένας πρώην μουσουλμάνος από τη Θράκη. Τον πιάνω και του λέω:
"Εσύ πως συνέβη και ήλθες εδώ, στο Γέροντα;" Σταύρο τον έλεγαν.
"Άσε", λέει, "κάτσε να σου πω...
Ο Γέροντας, μας έκανε ένα πολύ μεγάλο θαύμα και πίστεψε όλη η οικογένειά μου. Μετά ήλθε στο χωριό και φρόντισε να βαπτισθούμε".

Και σε άλλη επίσκεψη μας στην Παναγούδα, ήταν παρών και ο μουσουλμάνος που βαφτίσθηκε, ο Σταύρος. Τότε, πάλι μας ανέφερε ο Γέροντας για τα γεγονότα, πως θα εξελιχθούν με την Κωνσταντινούπολη. Και όταν έφθασε στο σημείο που θα πονέσει η Ελλάδα και είπε ότι, εμάς, θα μας αγγίξει η πείνα, λέει ο κύριος Σταύρος:
"Γέροντα, να κρατήσω ένα σακί αλεύρι για να μπορέσω ν' αντιμετωπίσω εκείνη την περίοδο και να μην πεινάσουν τα παιδιά;" "Όχι", του λέει, "μην παίρνεις, γιατί ο γείτονάς σου θα έχει αλεύρι και θα σου δώσει"!
Δηλαδή, προείδε ο Γέροντας ποιός θα βοηθήσει τον κύριο Σταύρο στην περίοδο της πείνας. Εκείνος φυσικά θα ζει σε χωριό. Τώρα, εμείς που ζούμε στις πόλεις, θα πούμε το ψωμί ψωμάκι. Γι' αυτό, άλλη φορά, ο Γέροντας έλεγε:
"Να έχετε ένα κτηματάκι και λίγο να το καλλιεργείτε. Κοντά σε σας, θα βοηθήσετε και κάποιον που δεν θα έχει".

Πηγή:http://constantinople-is-greek.blogspot.gr/

Να μην τρέχουμε στο Θεό οριζόντια αλλά κάθετα


  (Παρατήρηση του Γέροντα σε γνωστό του που ασχολιόταν πολύ με το τρέξιμο).
Να μην τρέχουμε οριζόντια, αλλά κάθετα προς το Θεό!

Γέροντας Παΐσιος: Μήν ἀνησυχεῖτε. Πολλά διατάγματα δέ θά προλάβουν κάν νά δακτυλογραφηθοῦν



Εἶπε ὁ γέροντας Παΐσιος: Θά κανονίσει ὁ Χριστός τίς ὑποθέσεις τοῦ Ἔθνους. Ἄν ἔμενε σ' ἐμᾶς αὐτή ἡ δουλειά, τό τινάζαμε στόν ἀέρα τό Ἔθνος. 
-Τί θά γίνει μέ τή σημερινή κατάσταση;
Μήν ἀνησυχεῖτε. Πολλά διατάγματα δέ θά προλάβουν καν νά δακτυλογραφηθοῦν.
- Μέ τό γένος μᾶς τί θά γίνει;
Τό Γένος μας θά μεγαλώσει, ἄν καί οἱ ὑποτιθέμενοι φίλοι μας θά ἤθελαν νά τό τσαλακώσουν καί θά τούς ἦταν πολύ εὐχάριστο. Ἀλλά ὁ Θεός δέ θά ἐπιτρέψει. Ἡ Τουρκία θά καταστραφεῖ. Ἔρχεται μεγάλη μπόρα σύντομα. Θά μᾶς ἀγγίξει, ἀλλά δέ θά μᾶς καταστρέψει. 
Μετά ἀπ' αὐτή τήν μπόρα, θά ἐπέμβη ἡ Χάρη τοῦ Χριστοῦ. Ὅλοι ἀνεξαιρέτως θά πιστέψουν. Δέ θά ὑπάρχει οὔτε ἕνας ἄνθρωπος ἄπιστος. Ὡστόσο, δέ θά ἔχουν τό μισθό τῶν σημερινῶν Χριστιανῶν. Μήν τά λέτε αὐτά στούς....
 κοσμικούς, γιατί θά τό ρίξουν ἔξω.
- Ὑπάρχουν, πάτερ, πιστοί στίς μέρες μας;
Ὑπάρχει μία μερίδα Χριστιανῶν, ὅπου ὁ Θεός ἀναπαύεται.

(Μαρτυρία ἀπό τό Β' τόμο τοῦ βιβλίου «Μαρτυρίες Προσκυνητῶν»)

Προφητείες Πατρός Παϊσίου για τα εθνικά θέματα


Μετά 
την μπόρα την 
δαιμονική θα 'ρθει η λιακάδα η θεϊκή

Είναι κρίμα , γιατί σήμερα κατόρθωσε ο
 διάβολος
 κι
 αιχμαλώτισε τις ηγεσίες. Κλαίω την Ελλάδα . 
Δεν έχει
 μείνει τίποτα όρθιο σήμερα . Η Ελλάδα για
 να 
σωθεί ,
 πρέπει όλοι οι ηγέτες της όπου και αν
 βρίσκονται ,
 να
 πάνε εξορία .Να φύγουν , γιατί παρόντες 
μολύνουν .
Αργότερα, επισκέφθηκα τον Γέροντα μαζί με έναν φίλο μου σμήναρχο, γύρω στα τέλη 
Οκτωβρίου
1993 και του εξέφρασα τηνανησυχία μου γι’ αυτά που συμβαίνουν από τους κυβερνώντες 
στην 
πατρίδα
 μας. Ο Γέροντας απάντησε : -Μη φοβάσαι. Ο Θεός δεν θα επιτρέψει να γίνει κακό , αλλά 
θα
 γίνουν
 όμως πράματα και θάματα που δεν θα εξηγούνται με τη λογική. Ο κόσμος θα τους σιχαθεί 
και θα
 τους κυνηγήσει. Όπως ένα μπαλόνι φουσκώνει και ξαφνικά σκάει, έτσι θα σκάσουν 
κι
 αυτοί!
 Δεν μπορώ να σου πω πιο πολλά
(Μαρτυρίες προσκυνητών , Ζουρνατζόγλου, 2006, σελ. 425-426)


Είδατε τί έπαθε ο Τσαουσέσκου στην Ρουμανία ; Τους μωραίνει ο Θεός κι αφού 
γίνουν 
ρεζίλι,
 μετά
 παίρνουν τον δρόμο τους. Το ίδιο συνέβη και με την Αλβανία , το ίδιο και με τους
 δικούς μας εδώ.
 Τους αφήνει πρώτα να ρεζιλευτούν.
( Σκεύος εκλογής, Ιερομόναχου Χριστοδούλου Αγιορείτου, 1998,Άγιον Όρος)

Για το κατάντημα της νεολαίας με τις καταλήψεις κλπ
Αλλά σκοπός τους τώρα είναι
 νά 
απομακρύνουν τά παιδιά από τήν 'Εκκλησία. Τά δηλητηριάζουν, τά μολύνουν μέ διάφορε
 θεωρίες, κλονίζουν τήν πίστη τους. Τά έμποδίζουν άπό τό καλό, για νά τά αχρηστέψουν. 
Τά καταστρέφουν άπό μικρά. Καί τά παιδάκια, φυσικά, από άρνάκια γίνονται κατσικάκια.
 Άρχίζουν
 μετα νά χτυπούν άσχημα καί τούς γονείς τους καί τούς δασκάλους καί αύτούς πού τά 
κυβερνούν.
 Τά κάνουν όλο άνω-κάτω: συλλαλητήρια, καταλήψεις, άποχή από τά μαθήματα. Καί 
τελικά
 όταν 
θα φθάσουν νά ξεκοιλιάσουν αύτούς πού τά κυβερνούν, τότε θα βάλουν καί αυτοί
 μυαλό
(Λόγοι Γ. Παϊσίου, τ. Α, Σουρωτή, 1999, 299-301)

Γέροντα, τά μικρά παιδιά πού μεγαλώνουν τώρα χωρίς πειθαρχία, τί θα γίνουν;- 'Έχουν 

λίγα 
έλαφρυντικά. Οί γονείς πού δέν καταλάβαιναν τήν πειθαρχία άφηνουν τώρα τά παιδιά 
τους
 μέ
μιά
έλευθερία καί τά κάνουν τελείως άλητάκια. Μιά κουβέντα λές, πέντε σού λένε, καί μέ 
μιά
 άναίδεια!
 Αύτά μπορεί νά γίνουν έγκληματίες. Σήμερα τα ξεβιδώνουν τελείως τά παιδιά. 
 'Ελευθερία! 
«Μήν τά
 έγγίζετε τά Παιδιά!» Καί τά παιδιά λένε: «Πού θά βρούμε άλλού τέτοιο καθεστώς;» 
Έπιδιώκουν,
 δηλαδή, νά τά κάνουν άνταρτάκια, νά μή θέλουν τούς γονείς, νά μή θέλουν τούς
 δασκάλους, 
νά 
μή θέλουν τίποτε, νά μήν ακούν κανέναν. Αύτό τούς διευκολύνει στόν σκοπό τους. "Αν 
δέν
 τά 
κάνουν άνταρτάκια, πως μετά τά παιδιά θά τά κάνουν όλα κομμάτια; Καί βλέπεις, τά 
καημένα 
είναι
 σχεδόν δαιμονισμένα.
(Λόγοι Γ. Παϊσίου, τ. Α, Σουρωτή, 1999, 247π.)

ΤΙ ΘΑ ΠΑΘΟΥΝ ΟΙ ΕΒΡΑΙΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ;

Οι Ρώσοι θα καταλάβουν την Τουρκία , η δε Τουρκία θα εξαφανιστεί από τον χάρτη , γιατί το 1/3 των Τούρκων θα γίνουν χριστιανοί , το 1/3 θα αφανιστούν και το 1/3 θα τραβηχτεί προς την Μεσοποταμία.

Η Μέση Ανατολή θα γίνει γήπεδο πολέμων , στους οποίους θα λάβουν μέρος οι Ρώσοι . Θα χυθεί πολύ αίμα και μάλιστα οι Κινέζοι θα περάσουν τον Ευφράτη ποταμό έχοντας 200.000.000 στρατό και θα βαδίζουν προς τα Ιεροσόλυμα.
Χαρακτηριστικό σημάδι ότι πλησιάζουν τα γεγονότα αυτά θα είναι το γκρέμισμα του τεμένους του Ομάρ , αφού το γκρέμισμα του θα σημάνει την έναρξη των εργασιών για την ανοικοδόμηση του ναού του Σολομώντος , ο οποίος παλιά ήταν κτισμένος σε εκείνο ακριβώς το μέρος .

Στην Κωνσταντινούπολη θα γίνει μεγάλος πόλεμος μεταξύ των Ρώσων και των Ευρωπαίων και θα χυθεί πολύ αίμα . Η Ελλάδα δεν θα έχει πρωτεύοντα ρόλο σ΄αυτόν τον πόλεμο , αλλά θα της δοθεί η Κωνσταντινούπολη, όχι επειδή θα μας ευλαβούνται οι Ρώσοι αλλά επειδή δεν θα βρίσκουν καλύτερη λύση και θα καταλήξουν σε αυτήν την συμφωνία με την Ελλάδα , μια και θα τους πιέζουν οι δύσκολες τότε περιστάσεις . Ο στρατός ο Ελληνικός ούτε καν που θα προλάβει να πάει εκεί και η Πόλη θα του έχει δοθεί . Οι Εβραίοι , επειδή θα έχουν δύναμη και βοήθεια από τον Ευρωπαίο…….ηγέτη , θα αποθρασυνθούν και θα επιδεικνύονται με αναίδεια και υπερηφάνεια και θα προσπαθήσουν να κυβερνήσουν την Ευρώπη . Τότε τα 2/3 των Εβραίων θα γίνουν χριστιανοί……

Σκεύος Εκλογής , Σελ: 206
Τον ρωτήσαμε αν θα γίνει πόλεμος με την Τουρκία,και ο Γέροντας είπε:Ναι θα γίνει πόλεμος και θα χτυπηθεί η Τουρκία από τον βορρά. Θα πάθει τεράστια καταστροφή, αλλά ρουθούνι
ελληνικό  δεν  θα ματώσει.
  Όσον αφορά την Πόλη, θα διοικείται  από  Ρώσους Έλληνες  και  Ευρωπαίους. 
Η  καταιγίδα  αυτή   θα φτάσει μέχρι  το Ισραήλ  και  τότε  οι  Εβραίοι  θα  καταλάβουν  τα σφάλματα τους.
Μαρτυρίες προσκυνητών Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης 1924-1994 ,τόμος1,
Σελ278-279

Γέροντας Παϊσιος και η Αγία Ευφημία

Εκτύπωση
Γέροντας Παΐσιος
Πηγή: Ιερομονάχου Ισαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου, σελίδες: 224-228
Εκδοσις Καλύβης Αναστάσεως, Καψάλα, Άγιον Όρος

Ήταν στην αυλή της Καλύβης του ο  Γέροντας (Παΐσιος), όταν τον επισκέφθηκε κάποιο πνευματικό του τέκνο. Επανελάμβανε συνεχώς από την καρδιά του: «Δόξα σοι ο Θεός», πάλιν και πολλάκις. Σε μια στιγμή ο Γέροντας του είπε: «Αχρηστεύεται κανείς με την καλή έννοια»;
-Ποιός, Γέροντα;
-Ήσυχα καθόμουν στο Κελλί μου, ήρθε και με παλάβωσε. Ωραία περνούν επάνω.
-Τι συμβαίνει, Γέροντα;
-Θα σου πω, αλλά μην το πεις σε κανέναν.
            Του διηγήθηκε τότε το έξης: «Είχα γυρίσει από τον κόσμο, όπου είχα βγει για ένα εκκλησιαστικό θέμα. (Με το μακαρίτη Τρίτση).
Την Τρίτη, κατά η ώρα 10 το πρωί, ήμουν μέσα στο Κελί μου και έκανα τις Ώρες. Ακούω χτύπημα στην πόρτα και μια γυναικεία φωνή να λέει: «Δι' ευχών των αγίων Πατέρων ημών…». Σκέφθηκα:
«Πώς βρέθηκε γυναίκα μέσα στο Όρος;». Εν τούτοις ένιωσα μια θεία γλυκύτητα μέσα μου και ρώτησα:
-Ποιος είναι;
-Η Ευφημία! (απαντά).
-Σκεφτόμουν, «ποια Ευφημία; Μήπως καμιά γυναίκα έκανε καμιά τρέλα και ήρθε με ανδρικά στο Όρος; Τώρα τι να κάνω;». Ξαναχτυπά. Ρωτάω: «Ποιος είναι;». «Η Ευφημία», άπαντα και πάλι. Σκέφτομαι και δεν ανοίγω. Στην τρίτη φορά που χτύπησε, άνοιξε μόνη της η πόρτα, που είχε σύρτη από μέσα. Άκουσα βήματα στον διάδρομο. Πετάχτηκα από το Κελί μου και βλέπω μια γυναίκα με μανδήλα. Την συνόδευε κάποιος, που έμοιαζε με τον Ευαγγελιστή Λουκά, ο οποίος εξαφανίσθηκε. Παρ’ όλο πού ήμουν σίγουρος ότι δεν είναι του πειρασμού, γιατί λαμποκοπούσε, την ρώτησα ποια είναι·
-Η μάρτυς Ευφημία, (απαντά).
-Αν είσαι η μάρτυς Ευφημία, έλα να προσκυνήσουμε την Αγία Τριάδα. Ό,τι κάνω εγώ να κάνης και συ.
Μπήκα στην Εκκλησία, κάνω μια μετάνοια λέγοντας: «Εις το όνομα του Πατρός». Το επανέλαβε με μετάνοια. «Και του Υιού». «-Και του Υιού», είπε με ψιλή φωνή.
-Πιο δυνατά, ν’ ακούω, είπα και επανέλαβε δυνατότερα.
-Ενώ ήταν ακόμα στο διάδρομο έκανε μετάνοιες, όχι προς την Εκκλησία, αλλά προς το Κελί μου. Στην αρχή παραξενεύτηκα, αλλά μετά θυμήθηκα ότι είχα μια μικρή χάρτινη εικονίτσα της Αγίας Τριάδος, κολλημένη σε ξύλο, πάνω από την πόρτα του Κελιού μου. Αφού προσκυνήσαμε και για τρίτη φορά.
-«Και του Αγίου Πνεύματος»
Μετά είπα: «Τώρα, να σε προσκυνήσω και εγώ». Την προσκύνησα και ασπάστηκα τα πόδια της και την άκρη της μύτης της. Στο πρόσωπο το θεώρησα αναίδεια να την ασπασθώ.
-Ύστερα κάθισε η Αγία στο σκαμνάκι και εγώ στο μπαουλάκι και μου έλυσε την απορία που είχα (στο εκκλησιαστικό θέμα).
-Μετά μου διηγήθηκε την ζωή της. Ήξερα ότι υπάρχει μια αγία Ευφημία, αλλά τον βίο της δεν τον ήξερα. Όταν μου διηγείτο τα μαρτύρια της, όχι απλώς τα άκουγα, αλλά σαν να τα έβλεπα· τα ζούσα. Έφριξα! Πα, πα, πα!
-Πώς άντεξες τέτοια μαρτύρια; ρώτησα.
-Αν ήξερα τι δόξα έχουν οι Άγιοι, θα έκανα ό,τι μπορούσα να περάσω πιο μεγάλα μαρτύρια.
-Μετά απ’ αυτό το γεγονός για τρεις μέρες δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Σκιρτούσα και συνεχώς δόξαζα τον Θεό. Ούτε να φάω, ούτε τίποτα… συνεχώς δοξολογία».
Σε επιστολή του αναφέρει: «Σ’ όλη μου τη ζωή δεν θα μπορέσω να εξοφλήσω την μεγάλη μου υποχρέωση στην αγία Ευφημία, η οποία ενώ ήταν άγνωστη μου και χωρίς να είχε καμιά υποχρέωση, μου έκανε αυτή την μεγάλη τιμή…».
Διηγούμενος το γεγονός πρόσθεσε με ταπείνωση ότι παρουσιάστηκε η αγία Ευφημία, «όχι γιατί το αξίζω, αλλά επειδή με απασχολούσε εκείνο τον καιρό ένα θέμα που είχε σχέση με την κατάσταση της Εκκλησίας γενικά, και για δύο άλλους λόγους».
Εντύπωση έκανε στον Γέροντα «πώς αυτή η μικροκαμωμένη και αδύνατη άντεξε τόσα μαρτύρια; Να πεις ήταν καμία… (εννοούσε σωματώδης και δυνατή). Μια σταλιά ήταν».
Μέσα σε αυτήν την παραδεισένια κατάσταση συνέθεσε προς τιμήν της Αγίας ένα στιχηρό προσόμοιο: «Ποίοις ευφημιών άσμασιν ευφημήσωμεν την Ευφημίαν, την καταδεχθείσαν από άνωθεν και επισκεφθείσασαν κάτοικον μοναχόν ελεεινόν εν τη Καψάλα. Εκ τρίτου την θύραν πάλιν του έκρουσε τετάρτη ηνοίχθη μόνη εκ θαύματος και εισελθούσα με ουράνιον δόξαν, του Χριστού η Μάρτυς, προσκυνούντες ομού Τριάδα την Αγίαν».
Και ένα εξαποστειλάριο κατά το «Τοις μαθηταίς συνέλθωμεν…», που άρχιζε: «Μεγαλομάρτυς ένδοξε του Χρίστου Ευφημία, σ’ αγαπώ πολύ-πολύ μετά την Παναγία…». (Φυσικά αυτά δεν τα είχε για λειτουργική χρήση, ούτε τα έψαλλε δημοσίως).
Παρά την συνήθειά του βγήκε πάλι στην Σουρωτή και έκανε τις αδελφές μετόχους αυτής της ουράνιας χαράς. Με την βοήθειά του και τις οδηγίες του αγιογράφησαν την Αγία, όπως του εμφανίσθηκε.
Ο Γέροντας φιλοτέχνησε το αρνητικό της εικόνος της Αγίας σε μήτρα ατσάλινη με την οποία έκανε πρεσσαριστά εικονάκια και τα μοίραζε ευλογία στους προσκυνητές εις τιμήν της αγίας Ευφημίας. Κατά το σκάλισμα δυσκολεύτηκε να κάνη τα δάχτυλα του αριστερού της χεριού. Είπε: «Παιδεύτηκα να κάνω το χέρι της, αλλά μετά έβαλα έναν καλό λογισμό: «Ίσως επειδή και εγώ την παίδεψα την καημένη».

ΤΟ ΚΑΛΑΘΙ ΤΟΥ ΑΓΓΕΛΟΥ


Μια μέρα ο Γέροντας Παΐσιος ησύχαζε στο κελί των Αγίων Αρχαγγέλων, στη σκήτη των Ιβήρων.
Ήταν Αύγουστος μήνας και είχαν περάσει οι οχτώ πρώτες μέρες του.
Ό Γέροντας τηρούσε αυστηρή νηστεία. Δεν είχε φάει μέχρι τότε τίποτα και οι σωματικές του δυνάμεις είχαν ελαττωθεί. Ωστόσο, το φρόνημα του ήταν ακμαίο και ή προθυμία του να βοηθάει τους αδελφούς της σκήτης, ιδίως αυτούς, πού ήταν μεγάλης ηλικίας, παρέμενε αμείωτη.
Γύρω στις δέκα το πρωί, χτύπησε την πόρτα του ό γέρο — Μάξιμος, ένας σεβάσμιος μοναχός, πού είχε πάρει απόφαση να κατεβεί στο μοναστήρι, για να περάσει εκεί τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του.

-Δι' ευχών των αγίων, Γέροντα, ακούστηκε ή ψιλή φωνή του γέρο-Μάξιμου.
-Αμήν. Έλα μέσα, ευλογημένε, του απάντησε ό Γέροντας με χαμόγελο και του άνοιξε την πόρτα.

Οι δύο μοναχοί έδωσαν τον εν Χριστώ ασπασμό και κάθισαν σ' ένα καναπέ. Ό γέρο-Μάξιμος ήταν πάνω από ογδόντα ετών, είχε δηλαδή τα διπλάσια χρόνια του π. Παϊσίου. Τελευταία αντιμετώπιζε πολλά προβλήματα υγείας και στη σκήτη δεν μπορούσε να έχει κάποια ουσιαστική βοήθεια, μια κι έμενε μόνος στο κελί. Ό Γέροντας Παΐσιος του ετοίμασε τον καφέ και τον ρώτησε πότε θέλει να κατεβεί στο μοναστήρι. Εκείνος με λυπημένο ύφος τού είπε:
-Παΐσιε αδελφέ μου, σήμερα λέω να κατεβώ και γι' αυτό θέλω να με βοηθήσεις. Έχω μαζεμένα τα πράγματα σε δυο τσουβάλια και τρία χαρτοκιβώτια Μου έδωσε και ό παπα-Ιάκωβος το μουλάρι, για να τα φορτώσουμε.
—Να 'ναι ευλογημένο, γέρο-Μάξιμε. Το μεσημέρι θα κατέβουμε στο μοναστήρι.
-Ξέρεις, Παΐσιε, πονάει ή καρδιά μου, πού φεύγω απ' εδώ, άλλα δεν μπορώ να μείνω άλλο. Κι εσύ δεν μπορείς κάθε μέρα να έρχεσαι να με βοηθάς και να μου δίνεις ευλογία.
-Καλά, Γέροντα Όπως θέλεις, τον καθησύχασε ό π. Παΐσιος.

Κουβέντιασαν λίγη ώρα ακόμα και μετά σηκώθηκαν, για να πάνε να φορτώσουν τα πράγματα. Στο μονοπάτι πρώτος βάδιζε ό γέρο-Μάξιμος, πού παρ' όλα τα γεράματα του προσπαθούσε να έχει γοργό βήμα και ακολουθούσε ό Γέροντας. Σε δεκαπέντε λεπτά είχαν φτάσει. Ό Γέροντας άρχισε να φορτώνει στο μουλάρι όλο το νοικοκυριό του αδελφού, ρίχνοντας και μερικές ματιές στο πρόσωπο του. Όταν όλα ήταν έτοιμα ό γέρο-Μάξιμος ανέβηκε να προσκυνήσει για τελευταία φορά στο εκκλησάκι και γρήγορα κατέβηκε τα λίγα σκαλοπάτια έχοντας τα μάτια του γεμάτα δάκρυα.

Ό Γέροντας κρατούσε το καπίστρι του μουλαριού και προχωρούσε σιγά - σιγά για να προλαβαίνει και ο γέρο—Μάξιμος από πίσω. Στο δρόμο έλεγε την Παράκληση της Παναγίας ψιθυριστά. Μετά από μισή ώρα, έφτασαν στην Πορταΐτισσα. Ξεφόρτωσαν το μουλάρι και με τη βοήθεια των άλλων δυο μοναχών μετέφεραν τα πράγματα σ' ένα ευρύχωρο κελί, οπού θα έμενε ό γέρο-Μάξιμος. Το μοναστήρι ήταν ιδιόρρυθμο κι έπρεπε ο καθένας μοναχός να έχει τα αναγκαία πράγματα, για να ζήσει.
Χωρίς καθυστέρηση, ο Γέροντας άνοιξε τα τσουβάλια και τα κουτιά, τακτοποίησε τα πράγματα και προέτρεψε τον αδελφό να ξεκουραστεί. Εκείνος, συγκινημένος απ' την αγάπη του Γέροντα, είπε:

Σε ευχαριστώ Παΐσιε. Ο Θεός να σου ανταποδώσει όλα όσα προσέφερες και , τον αγκάλιασε με τα τρεμάμενα γεροντικά του χέρια.

Ή συγκίνηση του γέρο-Μάξιμου ήταν μεγάλη. Ό Γέροντας του έπιασε το χέρι με σεβασμό, του το φίλησε και τού υποσχέθηκε ότι θα περνάει να τον βλέπει. Ή αποστολή του Γέροντα είχε τελειώσει. Χαιρέτησε και δυο τρεις άλλους μοναχούς, πού πέρασαν από μπροστά του και πήγε προς την έξοδο. Τότε τον πλησίασαν δυο δόκιμοι μοναχοί, οί οποίοι τον παρακάλεσαν να τους πει λόγο αγαθό. 'Ο Γέροντας τους είπε ότι βιάζεται και δεν θα καθίσει. Τους έδωσε την ευχή του κι έφυγε. Καθώς γύριζε στη σκήτη, το ανηφορικό μονοπάτι τον κούραζε πολύ. Δεν περπατούσε, όπως άλλες φορές. Ή νηστεία τον είχε εξαντλήσει. Μετά από τριακόσια περίπου μέτρα, όταν πια ήταν μέσα στο δάσος, άρχισε να ζαλίζεται. Κάθισε στη ρίζα κάποιας καστανιάς κι έκανε τρεις φορές τον σταυρό του. Πολύ λίγο φως έβλεπε. Άλλο απ' τη ζαλάδα άλλο απ' τη σκιά των δέντρων, ό Γέροντας βρισκόταν στο ημίφως. Ψιθύριζε, όμως, την ευχή, ακολουθώντας τον αργό ρυθμό της αναπνοής του.

Μετά από λίγη ώρα, όταν κάπως συνήλθε, είδε μπροστά του έναν νεαρό, πού είχε λαμπρό πρόσωπο και φορούσε λευκά ρούχα Στο χέρι του κρατούσε ένα μικρό καλαθάκι, το οποίο ήταν περίτεχνα φτιαγμένο. Ο νεαρός πήγε πολύ κοντά του, του πρόσφερε το καλαθάκι και τον προέτρεψε να φάει απ' το περιεχόμενό του.

Ό Γέροντας άκουσε το νεαρό, τον ευχαρίστησε και άπλωσε το χέρι ίου στους καρπούς, πού είχε το καλαθάκι. Πήρε πέντε κεράσια και άρχισε να τα τρώει. Θέλησε να ευχαριστήσει και για δεύτερη φορά τον νεαρό, άλλα δεν τον έβλεπε. Άρχισε να παραξενεύεται για το τι είχε συμβεί. Ξανάκανε το σταυρό του, άπλωσε εκ νέου το χέρι του στο καλάθι και δοκίμασε ένα μήλο.
Αμέσως, όμως του ήρθε λογισμός: «Αύγουστος μήνας κι εγώ τρώω κεράσια και μήλα;». Κοίταξε όλους τους καρπούς του καλαθιού και διαπίστωσε ότι οι περισσότεροι δεν ήταν της εποχής. «Άγγελος Κυρίου ήταν», μονολόγησε ό Γέροντας.

Κάθισε λίγη ώρα ακόμα γιατί ήθελε να κατανοήσει την εμφάνιση του Αγγέλου και να ευχαριστήσει τον Κύριο. Έφαγε το μήλο και μετά κρατώντας το καλαθάκι, συνέχισε τον ανήφορο. Περπατούσε κάπως ξεκούραστα. Αργά το απόγευμα, έφτασε στο κελί του και πήγε κατ' ευθείαν στο εκκλησάκι. Σταυροκοπήθηκε και γονάτισε. Ήθελε να ευχαριστήσει τον Κύριο, αλλά και να του παραπονεθεί:

«Κύριε, σ' ευχαριστώ για τα φρούτα πού μου έστειλες με τον Άγγελό σου. Όμως, εγώ χάλασα τη νηστεία! Δεν μπόρεσα να νηστέψω μέχρι της Παναγίας. Συγχώρεσέ με!».

Μετά σηκώθηκε, μπήκε στο κελί του και ξάπλωσε στο ξύλινο κρεβάτι του, για να ξεκουραστεί.
Ο κάματος της νηστείας και της μέρας ήταν πολύ μεγάλος.

Πρεσβύτερος  Διονύσιος Τάτσης
Εφημερίδα Ορθόδοξος Τύπος.

ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ! 40 ΜΕΡΕΣ ΕΚΑΝΕ ΝΗΣΤΕΙΑ Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΪΣΙΟΣ ΟΤΑΝ ΕΙΧΕ ΚΑΡΚΙΝΟ, ΓΙΑ «ΤΑ ΕΠΕΡΧΟΜΕΝΑ ΔΕΙΝΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ»!!!

Μια άλλη μαρτυρία καταγράφει ο γέροντας Χριστόδουλος, ηγούμενος της Ι. Μονής Κουτλουμουσίου στο βιβλιαράκι «Η παρουσία του Μοναχισμού στον σύγχρονο κόσμο»:

Ο γέροντας συνήθιζε να έρχεται στις αγρυπνίες της Μονής μας όπου καθόταν στο στασίδι απέναντι από την εφέστιο εικόνα μας, τη Φοβερά Προστασία. Οι αδελφοί επίσης τον επισκέπτονταν συχνά, καθώς βέβαια και πλήθος προσκυνητών, που φιλοξενούνταν στη Μονή μας. Όμως κάποια περίοδο -ήταν η χρονιά που είχε τα πρώτα συμπτώματα του καρκίνου- πέρασαν σαράντα ημέρες χωρίς να φανεί, χωρίς να ανοίγει την πόρτα της καλύβης, χωρίς να δώσει κανένα σημείο ζωής, γεγονός που μας δημιούργησε ανησυχία. Κάποια μέρα αποφάσισα και κατέβηκα μόνος μου στο καλύβι του. Κτύπησα την πόρτα, αλλά επειδή δεν έλαβα απάντηση, κατάφερα και την παραβίασα. Παρότι ήμουν ανήσυχος, από τη στιγμή της εισόδου μου παραδόξως με κατέλαβε μια απροσδιόριστη και ανεξήγητη ηρεμία.

Μόλις έφθασα στο μικρό του δωμάτιο, τον είδα να κάθεται σε μαξιλάρι κατάχαμα, με τα χέρια ακουμπισμένα πάνω στο σοφρά.

Στο πρόσωπό του είχε εμφανή σημεία εξαντλήσεως. Μπροστά του βρισκόταν ένα τσαμπί σταφύλι κι ένα αρτίδιο. Πρόσεξα ότι ο χώρος ανέδιδε μιαν άρρητη και πρωτόγνωρη ευωδία, και ότι υπήρχε διάχυτη γαλήνη. Πήρα πρώτος τον λόγο, και του ζήτησα συγνώμη και του εξήγησα πόσο είχαμε ανησυχήσει. Εκείνος με ηρεμία και απλότητα, με φωνή που μόλις έβγαινε από τα πνευμόνια του, είπε: Έκανα όλες αυτές τις μέρες νηστεία και προσευχή για τον κόσμο, και για τα επερχόμενα δεινά... Εξαντλήθηκα... Η Παναγία ήρθε και μου έδωσε αυτό το σταφύλι και τον άρτο... Δοκίμασε! Πήρα λίγο σταφύλι. Είχε το χρώμα του ροδίτη, με μια ιδιαίτερη γεύση και άρωμα που δεν είχα ξανασυναντήσει. Πώς ήταν γέροντα η Παναγία; τον ρώτησα. Τότε υποβασταζόμενος σηκώθηκε με δυσκολία, και μου έφερε μια μικρή εικόνα σε κορνίζα. Ήταν η Παναγία η Ιεροσολυμίτισσα. Πάντοτε παρουσιάζεται σαν την Ιεροσολυμίτισσα μου είπε. Μιλήσαμε λίγο ακόμη και τον άφησα στην ησυχία του, γιατί έκρινα πως σε τέτοιες στιγμές δεν πρέπει να είναι κανείς αδιάκριτος».
Βλέπει κανείς την αγωνία και την αυτοθυσία του γέροντα να προλάβει να δώσει και τις τελευταίες του δυνάμεις για το καλό του κόσμου ώστε να αμβλυνθεί η ένταση των επερχόμενων δεινών.
Την ευχή του νά 'χουμε...!

ΔΙΔΑΧΕΣ ΓΕΡΟΝΤΑ ΠΑ'Ι'ΣΙΟΥ

Ο Αχάριστος είναι πάντα λυπημένος

Ο Αχάριστος είναι πάντα λυπημένος
Γέροντα, γιατί πολλοί άνθρωποι , ενώ τα έχουν όλα ,νιώθουν άγχος και στενοχώρια;
-Όταν βλέπετε έναν άνθρωπο να έχη μεγάλο άγχος, στενοχώρια και λύπη, ενώ τίποτε δεν του λείπει, να ξέρετε ότι του
λείπει ο Θεός.
Όποιος τα έχει όλα, και υλικά αγαθά και υγεία, και, αντί να ευγνωμονή τον Θεό , έχει παράλογες απαιτήσεις και γκρινιάζει, είναι για την κόλαση με τα παπούτσια. Ο άνθρωπος, όταν έχη ευγνωμοσύνη, με όλα είναι ευχαριστημένος. Σκέφτεται τί του δίνει ο Θεός κάθε μέρα και χαίρεται τα πάντα.
Όταν όμως είναι αχάριστος, με τίποτε δεν είναι ευχαριστημένος γκρινιάζει και βασανίζεται με όλα. Αν, ας πούμε, δεν εκτιμάη την λιακάδα και γκρινιάζει, έρχεται ο Βαρδάρης και τον παγώνει …; Δεν θέλει την λιακάδα θέλει το τουρτούρισμα που προκαλεί ο Βαρδάρης.
-Γέροντα, τί θέλετε να πήτε μ’ αυτό;
-Θέλω να πω ότι, αν δεν αναγνωρίζουμε τις ευλογίες που μας δίνει ο Θεός και γκρινιάζουμε, έρχονται οι δοκιμασίες και μαζευόμαστε κουβάρι. Όχι, αλήθεια σας λέω, όποιος έχει αυτό το τυπικό , την συνήθεια της γκρίνιας, να ξέρη ότι θα του έρθη σκαμπιλάκι από τον Θεό, για να ξοφλήση τουλάχιστον λίγο σ’ αυτήν την ζωή. Και αν δεν του έρθη σκαμπιλάκι , αυτό θα είναι χειρότερο, γιατί τότε θα τα πληρώση όλα μια και καλή στην άλλη ζωή.
-Δηλαδή , Γέροντα, η γκρίνια μπορεί να είναι συνήθεια;
-Γίνεται συνήθεια, γιατί η γκρίνια φέρνει γκρίνια και η κακομοιριά φέρνει κακομοιριά. Όποιος σπέρνει κακομοιριά, θερίζει κακομοιριά και αποθηκεύει άγχος. Ενώ , όποιος σπέρνει δοξολογία, δέχεται την θεϊκή χαρά και την αιώνια ευλογία. Ο γκρινιάρης, όσες ευλογίες κι αν του δώση ο Θεός, δεν τις αναγνωρίζει. Γι’ αυτό απομακρύνεται η Χάρις του Θεού και τον πλησιάζει ο πειρασμός τον κυνηγάει συνέχεια ο πειρασμός και του φέρνει όλο αναποδιές, ενώ τον ευγνώμονα τον κυνηγάει ο Θεός με τις ευλογίες Του.
Η αχαριστία είναι μεγάλη αμαρτία, την οποία ήλεγξε ο Χριστός. «Ουχ οι δέκα εκαθαρίσθησαν; οι δε εννέα πού», είπε στον λεπρό που επέτρεψε να Τον ευχαριστήση.
Ο Χριστός ζήτησε την ευγνωμοσύνη από τους δέκα λεπρούς όχι για τον εαυτό Του αλλά για τους ίδιους, γιατί η ευγνωμοσύνη εκείνους θα ωφελούσε.

Πηγή:agioritikovima.gr

Δυσπιστία και ολιγοπιστία


Γέροντας Παΐσιος
-         Γέροντα, γιατί ο Μωυσής για ένα παραμικρό σφάλμα στερήθηκε την Γη της Επαγγελίας;
-         Δεν ήταν παραμικρό σφάλμα∙ ήταν δυσπιστία. Ο Θεός είχε περάσει τους Ισραηλίτες από την Ερυθρά Θάλασσα, τους είχε  βγάλει νερό στο Σινά, τους έτρεφε με το μάννα, τόσα θαυμαστά γεγονότα τους είχε δείξει και αυτοί, όταν τους έλειψε πάλι το νερό, γόγγυσαν. Και ο Μωυσής, όταν του είπε ο Θεός να χτυπήση τον βράχο, για να βγη νερό, δυσπίστησε. «Μήπως μπορεί να βγη απ’ αυτόν τον βράχο νερό;», είπε. Γι’ αυτό μετά ο Θεός του έβαλε εκείνον τον κανόνα: «Για τιμωρία ,του είπε, μόνον από μακριά θα δη την Γη της Επαγγελίας». Αν ο Θεός δεν τους είχε βγάλει κι άλλη φορά νερό με θαυμαστό τρόπο, θα είχε ο Μωυσής κάποια ελαφρυντικά∙ τώρα όμως ήταν αδικαιολόγητος για την δυσπιστία του, γι’ αυτό ο Θεός δεν επέτρεψε να μπη στην Γη της Επαγγελίας.
-         Γέροντα, νομίζω ότι μόνο με τη δική μου προσπάθεια θα διορθωθώ και γι’ αυτό δεν προχωράω.
-         Τι μπορείς να κάνης εσύ μόνη σου;  Όσο είναι κανείς γαντζωμένος στον εαυτό του, εμποδίζει το έλεος του Θεού και μένει πίσω, δεν προχωράει. Εάν είχες λίγη πίστη, θα άλλαζαν σχεδόν όλα και, αν είχες και λίγη ταπείνωση, θα είχες Χάρη Θεού. Όλα οφείλονται στο ότι χωλαίνεις στην πίστη και στην ταπείνωση. Έτσι, «δένεται» ο Θεός και δεν μπορεί να σε βοηθήση, γιατί σέβεται το αυτεξούσιο. Να ζητάς πίστη από τον Χριστό- «πρόσθες ημίν πίστιν»- και να καλλιεργής την ταπείνωση. Γιατί, ακόμα και όταν πιστεύη κανείς, αν έχω υπερηφάνεια, πάλι δεν ενεργεί η πίστη.
Είδατε ο εκατόνταρχος, που αναφέρει το Ευαγγέλιο; Δεν είχε καθόλου υπερήφανο λογισμό, αλλά και τι πίστη είχε! «Δεν είμαι άξιος ,είπε στον Χριστό, να μπης στο σπίτι μου∙ πες μόνον έναν λόγο και θα γίνη καλά ο δούλος μου», και δεν Τον άφησε να πλησιάση στο σπίτι του. Γι’ αυτό ο Χριστός είπε: «Ουδέ εν τω Ισραήλ τοσαύτην πίστιν εύρον».

Από το βιβλίο: «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Ε΄
ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ»
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
2007

Ιερομοναχος Μακάριος Αγιορείτης

Κυριακή 30 Μαρτίου 2014

Περί της καύσεως τών νεκρών


Γέροντας Παΐσιος
Πηγή: "Ο Πατήρ Παϊσιος μου είπε" Αθανασίου Ρακοβαλή. Έκδοση 10η. Θεσσαλονίκη.

Ήρθε εδώ κάποιος, καθηγητής Πανεπιστημίου, και μού λέει ότι σκέφτονται στα σοβαρά να καίνε τα οστά των νεκρών, γιατί δεν υπάρχει χώρος.
—Βρε, τού λέω, τι δεν υπάρχει χώρος; Τόσα ρουμάνια έχει η Θεσσαλονίκη!! Ολόκληρος Χορτιάτης! Γέμισε ένα νεκροταφείο, μετά 3-4 χρόνια, φτιάχνεις άλλο ένα πιο πέρα. Τι γέμισαν τα βουνά παντού με πολυκατοικίες;
—Μού λέει και εξ απόψεως υγιεινής! Τι εξ απόψεως υγιεινής, που έχετε βρωμίσει όλο τον κόσμο, που βρωμίσατε τη θάλασσα στη Θεσσαλονίκη και άλλου, ενώ τα οστά είναι πλυμένα, καθαρισμένα! Λίγο σεβασμό. Αλλά αυτοί πάνε να εξευτελίσουν τον άνθρωπο, να τον κάνουν να μην αξίζει τίποτα. Να τον ξεκόψουν από τη ρίζα του, από τους προγόνους του, από την παράδοση του, να τον αφήσουν μόνο και έρημο, να καταστρέψουν τη μνήμη του, τη σύνδεση του με τους προηγούμενους, με τις αξίες και τη ζωή των προγόνων, για να τον κάνουν μετά ό,τι θέλουν με διάφορες θεωρίες να τον τραβάν από δω και από κει. Πάνε να σκορπίσουν την αθεΐα. Πέθανε; πάει χάθηκε ο άνθρωπος!
Να μην μπορεί να πάει στο κοιμητήριο, να φέρει στη μνήμη του το νεκρό, να αποδώσει κάποιο σεβασμό, κάποια τιμή. Να σκεφτεί σοβαρά πάνω στη ζωή, να καταλάβει ότι είμαστε περαστικοί απ’ αυτόν τον κόσμο, ότι έχει αξία η δικαιοσύνη και η τιμημένη ζωή. Λυτοί θέλουν να κρατούν το νου τού ανθρώπου σ’ αυτή τη ζωή συνέχεια, χωμένο μέσα στην ύλη.
Μετά μέσα σ' αυτά τα οστά υπάρχουν και τόσοι Άγιοι, που δεν τους γνωρίζουμε. Όταν είχα πάει ένα ταξίδι στο Σινά, στη Ραϊθώ, πήγα στο νεκροταφείο τού Αγίου Γεωργίου και βρήκα τα οστά ενός μικρού παιδιού που είχαν πολλή χάρη… Ήταν σαν Άγια λείψανα, είχε περάσει η μπουλντόζα και τα είχε ξεθάψει - μάζεψα ό,τι μπόρεσα. Μετά από τόσα χρόνια!!! Τι αισθάνθηκα τότε!!! ενώ αν δεν υπήρχε το κοιμητήριο; Τίποτα, θα ήταν χαμένα.
Παλιά είχαν τόσο σεβασμό στους νεκρούς, αφού δεν έπαιρναν τίποτα από νεκρό. Μια φορά στον πόλεμο, μας είπε ο ταγματάρχης: οποίος έχει παλιά παπούτσια, άμα θέλει μπορεί να πάρει από τους νεκρούς. Κανείς δεν πήρε. Τώρα τους καίνε στη Δύση και θέλουν και εδώ να κάνουν τέτοια.

Με την κατάκριση φεύγει η Χάρις του Θεού


Γέροντας Παΐσιος
-         Όταν, Γέροντα, μου περνάη ένας λογισμός εις βάρος ενός άλλου, είναι πάντοτε κατάκριση;
-         Δεν το καταλαβαίνεις εκείνη την ώρα;
-         Μερικές φορές αργώ να το καταλάβω.
-         Κοίταξε να καταλαβαίνης το συντομώτερο την πτώση σου και να ζητάς συγχώρεση και από την αδελφή την οποία κατέκρινες και από τον Θεό, γιατί αυτό γίνεται εμπόδιο στην προσευχή. Με την κατάκριση φεύγει αυτομάτως η Χάρις του Θεού και δημιουργείται αμέσως ψυχρότητα στην επικοινωνία σου με τον Θεό. Πώς να κάνης μετά προσευχή; Η καρδιά σου γίνεται πάγος, μάρμαρο.
Η κατάκριση και η καταλαλιά είναι οι μεγαλύτερες αμαρτίες και απομακρύνουν την Χάρη του Θεού περισσότερο από κάθε άλλο αμάρτημα. «Όπως το νερό σβήνει την φωτιά, λέει ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, έτσι και η κατάκριση σβήνει την Χάρη του Θεού».
-         Γέροντα, νυστάζω πολύ στην πρωινή Ακολουθία.
-         Μήπως κατέκρινες καμμιά αδελφή; Εσύ βλέπεις εξωτερικά τα πράγματα και κατακρίνεις, γι’ αυτό νυστάζεις μετά στην Ακολουθία. Από την στιγμή δηλαδή που κατακρίνει κανείς και δεν αντιμετωπίζει τα πράγματα πνευματικά, μαζεύονται δέκατα πνευματικά και αποδυναμώνεται. Και όταν αποδυναμωθή, ή νυστάζει, ή έχει αϋπνία.
-         Γέροντα, συχνά πέφτω και στην γαστριμαργία.
-         Κοίταξε, εκείνο που τώρα πρέπει να προσέξης πολύ είναι η κατάκριση. Αν δεν κόψης την κατάκριση, ούτε από την γαστριμαργία θα μπορέσης να απαλλαγής. Ο άνθρωπος που κατακρίνει, επειδή διώχνει την Χάρη του Θεού, μένει αβοήθητος και δεν μπορεί να κόψη τα ελαττώματά του. Και αν δεν καταλάβη το σφάλμα του, για να ταπεινωθή, θα έχη συνέχεια πτώσεις. Αν όμως το καταλάβη και ζητήση την βοήθεια του Θεού, τότε ξαναέρχεται η Χάρις του Θεού.


Από το βιβλίο: «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Ε΄
ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ»
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
2007
 

ΓΟΝΕΙΣ-ΤΕΚΝΑ





            Ο Γέροντας έλεγε ότι καλό είναι ο άνθρωπος να παντρεύεται σε μικρή ηλικία, γιατί είναι πιο εύκολο να προσαρμοστεί. Στην μεγάλη ηλικία υπάρχει η λογική αλλά και η δυσκολία του χαρακτήρα. “Όταν φτάσει κανείς τα τριάντα, για να παντρευτεί κανείς πρέπει να τον σπρώχνουν τριάντα. Όταν φτάσει τα σαράντα, χρειάζεται να τον σπρώχνουν εξήντα” [Ρακοβαλή, Παΐσιος, σελ. 18].

            Είπε ο Γέροντας: “Τα ανδρόγυνα πρέπει να έχουν το ίδιο Πνευματικό. Όχι άλλον Πνευματικό ο άντρας και άλλον η γυναίκα. Δύο ξύλα, αν τα πελεκίσουν δύο μαραγκοί, όπως νομίζει ο καθένας, δεν θα μπορέσουν ποτέ να εφαρμόσουν. Ενώ, όταν έχουν τον ίδιο Πνευματικό, ο Πνευματικός πελεκάει τα εξογκώματα-τα ελαττώματα-του ενός, πελεκάει και τα εξογκώματα του άλλου, κι έτσι εξομαλύνονται οι δυσκολίες” [Λόγοι Γ', σελ. 253].

            Είπε ο Γέροντας: “Όπως το τσαμπί, αν το κόψεις από το κλήμα, σαπίζει, δεν ωριμάζει, έτσι και ο έρωτας, αν τον χωρίσεις από το μυστήριο του γάμου, από όπου τρέφεται με την θεία χάρη του Θεού, αργά ή γρήγορα θα χαλάσει, θα καταστραφεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο” [Λυσίκατου, Διδαχές, σε. 49].

            Οι χριστιανοί πολλές φορές, χωρίς να το αισθάνονται, είναι σκληροί με τα παιδιά τους, από τα οποία επιμόνως ζητούν να είναι πειθαρχικά στις συμβουλές τους. Συνήθως το αποτέλεσμα δεν είναι τι προσδοκώμενο. Ο Γέροντας ήταν μετριοπαθής στο θέμα αυτό. Έλεγε: “Μην πιέζετε τα παιδιά σας χωρίς διάκριση. Εγώ τις ντοματιές μου τις δένω με πανί. Αν τις έδενα με σύρμα, θα κόβονταν. Χρειάζεται προσοχή. Τα παιδιά σήμερα έχουν γερή μηχανή, αλλά οι ρόδες τους είναι τετράγωνες. Γι' αυτό θέλουν βοήθεια για να ξεκινήσουν” [Λυσίκατου, Διδαχές, σελ. 14].

            Είπε ο Γέροντας: “Και μέσα στον γάμο πρέπει κανείς να συγκρατεί τον εαυτό του και να μην τον αφήνει αχαλίνωτο στην ηδονή” [Ρακοβαλή, Παΐσιος, σελ. 20].

            Ο Γέροντας συμβούλευε τους γονείς να καλλιεργούν στα παιδιά τους θρησκευτικά ενδιαφέροντα και να είναι συνδεδεμένα με τον Θεό. Ιδιαίτερα ανησυχούσε για την επίδραση που ασκεί η τηλεόραση. Έλεγε: “Μην αφήνετε τα παιδιά σας να βλέπουν τηλεόραση. Η τηλεόραση φτάνει μόνο μέχρι το φεγγάρι. Η πνευματική τηλεόραση φτάνει ακόμα και μέχρι τον Θεό” [Ισαάκ, Βίος, σελ. 329]

            Ο Γέροντας συμβούλευε τις μητέρες να μην ζορίζουν τα παιδιά τους, αλλά να ζορίζονται οι ίδιες στην προσευχή.

            Πολλοί είναι εκέινοι που αποδίδουν τα προβλήματά τους στην έγγαμη ζωή τους, στην ασυμφωνία των χαρακτήρων. Ο Γέροντας, όμως, οι διαφορετικοί χαρακτήρες μπορούν να συμβάλλουν στην λύση των προβλημάτων που εμφανίζονται, αλλά και στην κάλυψη των ελλείψεων  που έχουν μεταξύ τους οι σύζυγοι. Κανένας δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι δύο σύζυγοι με τον ίδιο χαρακτήρα, μπορούν να αποφεύγουν ή να λύνουν τα προβλήματα του έγγαμου βίου. Αντίθετα, θα έλεγα, ότι δημιουργούν περισσότερα. Ο πολύπειρος Γέροντας τόνιζε ότι δύο θυμώδεις σύζυγοι γκρεμίζουν το σπίτι τους, δύο ήπιοι κοιμούνται όρθιοι, δύο τσιγγούνηδες θα πάνε στην κόλαση, δύο σπάταλοι δεν μπορούν να κρατήσουν σπίτι και δύο διεστραμμένοι θα σκοτωθούν σύντομα. Και συμπλήρωνε: “Μέσα στην διαφορά των χαρακτήρων κρύβεται η αρμονία του Θεού. Οι διαφορετικοί χαρακτήρες δημιουργούν αρμονία” [Λόγοι Δ', σελ. 40 και 39].

            Πολλοί γονείς θέλουν να είναι δίκαιοι απέναντι στα παιδιά τουςκαι τους μοιράζουν ισομερώς την περιουσία τους. Η τακτική, όμως, αυτή δεν είναι πάντα δίκαιη, γιατί αγνοεί τα αδύναμα παιδιά, τα οποία δεν έχουν χαρίσματα και οι ανάγκες τους είναι αυξημένες. Ο Γέροντας έλεγε ότι οι γονείς πρέπει να προσέχουν “το πιο αδύναμο παιδί, να το ενισχύουν περισσότερο υλικά, και ακόμη περισσότερο ηθικά, για να μην το πάρει σβάρνα ο πανικός της αποτυχίας. Με διάκριση και αγάπη πρέπει να τακτοποιούν και τα άλλα τους παιδιά, για να μην ψυχρανθούν μεταξύ τους” [Λόγοι Δ', σελ. 115].

            Για τους αγωνιστές της πολυτεκνίας ο Γέροντας έλεγε: “Τα ζευγάρια να κάνουν όσα παιδιά τους δώσει ο καλός Θεός. Οι πολύτεκνοι έχουν πλούσια καρδιά και πλούσια την βοήθεια του Θεού. Γαι τους πολύτεκνους υπάρχει ιδιαίτερη εύνοια της θείας πρόνοιας” [Μακαρίου , Λόγοι, σςλ. 33].

Είπε ο Γέροντας: “Η γυναίκα είναι η αρχόντισσα του σπιτιού, αλλά και η μεγάλη υπηρέτρια. Ο άνδρας είναι ο κυβερνήτης του σπιτιού, αλλά και ο χαμάλης” [Λόγοι Δ', σελ. 43].

            Η χριστιανική ανατροφή είναι ο πολυτιμότερος θησαυρός που μπορούν να δώσουν οι γονείς στα παιδιά τους. Όλα τα υλικά αγαθά και οι περιουσίες έχουν σχετική αξία, ενώ η κατά Θεόν ανατροφή είναι το μεγάλο εφόδιο της ζωής. Ο Γέροντας έλεγε: “Όταν το παιδί από μικρό γεμίσει με Χριστό, πηγαίνει στην εκκλησία με τους γονείς, κοινωνεί, ψάλλει, προσεύχεται, αργότερα όταν μεγαλώσει και φύγει μακριά από τους γονείς και βρεθεί ακόμα και σε άσχημο περιβάλλον δεν έχει ανάγκη. Είναι σαν το ξύλο που όταν έχει ποτιστεί με λινέλαιο, μετά δεν έχει ανάγκη από την βροχή, επειδή είναι ποτισμένο με το λάδι, δεν δέχεται τα νερά, τα πετάει έξω” [Ρακοβαλή, Παΐσιος, σελ. 39].

            Ο Γέροντας συνήθιζε να χαιρετάει τα μικρά παιδιά φιλώντας τους το χέρι. Με τον τρόπο αυτό εκδήλωνε την αγάπη του προς τα αγγελούδια του Θεού.

            Είπε ο Γέροντας: “Τα παιδιά που έχουν ποτιστεί από μικρά στην ευσέβεια, μην τα φοβάσαι. Και να ξεφύγουν λίγο λόγω ηλικίας, λόγω πειρασμών, θα επανέλθουν. Είναι σαν τα κουφώματα που τα περνάμε με λάδι και δεν τα πιάνει η σαπίλα” [Λυσίκατου, Διδαχές, σελ. 13].

            Ο Γέροντας προσπαθούσε να πείσει τον συνομιλιτή του και όχι να τον εκφοβίσει. Σεβόταν πάντα την ελευθερία του. Έλεγε: “Αν ένας υποτακτικός μου κάνει από φόβο ό,τι του λέω, τότε ο Θεός δεν θα τον αμείψει, διότι τα αγαθά έργα δεν είναι δικά του. Και τους μαθητές μας να μην τους καταπιέζουμε. Να τους διαφωτίζουμε μόνο. Να σεβόμαστε το αυτεξούσιό τους. Αν τους πιέζουμε, θα υποκριθούν και θα το πράξουν. Όταν, όμως, ξεφύγουν από την διακαιοδοσία μας, θα ξεσπάσουν και θα κάνουν τα χειρότερα” [Χριστοφόρου, Γνωριμία].

            Ο Γέροντας έλεγε: “Οι νέοι σήμερα μοιάζουν με καινούριες μηχανές, που τα λάδια τους είναι παγωμένα. Πρέπει να ζεσταθούν τα λάδια, για να πάρουν μπρος οι μηχανές” [Λόγοι Α'. σελ. 239].

            Έλεγε ο Γέροντας: “Η σημερινή νεολαία μοιάζει με το μοσχαράκι που είναι δεμένο στο λιβάδι και κλωτσάει, τραβάει συνέχεια το σχοινί, βγάζει τον πάσσαλο και αρχίζει να τρέχει, αλλά σκαλώνει κάπου και περδικλώνεται άσχημα και στο τέλος το κατασπαράζουν τα άγρια θηρία” [Λόγοι Α'. σελ. 250].

            Ο Γέροντας έλεγε στους γονείς να είναι προσεκτικοί απέναντι στα παιδιά τους, για να μην δημιυργείται χάσμα μεταξύ τους. Ζητούσε να κάνουν λεπτούς χειρισμούς και να κάνουν διάκριση, ακολουθώντας το παράδειγμα του κηπουρού, ο οποίος φυτεύει το δενδράκι, το περιποιειται, το δένει με σχοινί στον πάσσαλο, για να μην τραυματιστεί και στραβώσει, του βάζει φράχτη, το ποτίζει και το φροντίζει, μέχρι να μεγαλώσει και να δώσει καρπούς.

            Όταν νομοθετήθηκε ο πολιτικός γάμος, η Εκκλησία αντιδρώντας απεφάσισε να μην βαπτίζονται τα παιδιά που θα γεννιούνται. Προκλήθηκε συγχυση, αλλά γρήγορα η απόφαση της Ιεράς Συνόδου ατόνησε και στην πράξη καταργήθηκε. Ο Γέροντας, όταν ρωτήθηκε για το θέμα αυτό, είπε: “Τι φταίνει τα καημένα τα παιδάκια; Το ότι θέλουν οι γονείς να βαπτίσουν τα παιδιά τους, δείχνει πως κάτι έχουν μέσα τους. Δεν είναι τελείως αδιάφοροι. Φαίνεται, κάπου θα μπερδεύτηκαν. Αν θέλει κανείς να τους βοηθήσει, πρώτα πρέπει να δουν για ποιόν λόγο δεν έκαναν θρησκευτικό γάμο και ύστερα για ποιόν λόγο θέλουν να βαπτίσουν τα παιδιά τους” [Λόγοι Δ'. σελ. 124].

            Έλεγε ο Γέροντας: “Τα παιδιά είναι άδειες κασέτες. Αν γεμίσουν Χριστό, θα είναι κοντά του πάντα. Αν όχι, είναι πιο εύκολο, όταν μεγαλώσουν, να παραστρατήσουν” [Λόγοι Α'. σελ. 259-260].

            Πολλά παιδιά επισκέπτονταν τον Γέροντα στην Παναγούδα, χωρίς να έχουν στοιχειώδεις γνώσεις για την θρησκεία και τον μοναχισμό. Πήγαιναν από περιέργεια, κάθονταν στα κούτσουρα και περίμεναν να τους κεράσει ο Γέροντας, όπως συμβαίνει στα κοσμικά εστιατόρια και καφενεία που έρχεται το γκαρσόν. Ο Γέροντας κουβαλούσε το νερό, τα κύπελλα, τα λουκούμια και ό,τι άλλο είχει και τον ενοχλούσε η απροθυμία των παιδιών να τον βοηθήσουν. Η έλλειψη σεβασμού ήταν προκλητική. Μερικές φορές πήγαινε με τα κύπελλα γεμάτα νερό και τα άδειζε μπροστά στα πόδια τους, λέγοντάς τους ότι δεν τους οφελεί να τους προσφέρει νερό και αυτοί να κάθονται χωρίς να αισθάνονται την ανάγκη να τον βοηθήσουν.

            Στην εποχή μας έχει δημιουργηθεί μεγάλο χάσμα ανάμεσα στους γονείς και τα παιδιά και δεν υπάρχει συνεννόηση. “Για να εξαλειφθεί το χάσμα πρέπει οι γονείς να έρθουν στην θεση των παιδιών και τα παιδιά στην θέση των γονέων” [Λόγοι Α'. σελ. 275].

            Την παράξενη εμφάνιση των νέων ο Γέροντας την αντιμετώπιζε αποτελεσματικά, αλλά και με αστείο τρόπο. Μιλούσε για κουρές, για φύτευμα των μαλλιών που έκοβε σε φαλακρούς που τα ήθελαν και ότι μαλλιά αφήνουν οι αφιερωμένοι και οι αφηρημένοι.

            Ο Γέροντας πρόσεχε ιδιαίτερα τα μικρά παιδιά, που πήγαιναν στο κελί του συνοδευόμενα από τους γονείς τους. Τα χάιδευε, αστειευόταν μαζί τους, τους έδινε εκτός από την ευχή του, και κάποιο «εργόχειρο», συνήθως ξηρούς καρπούς, για να χαίρονται και συνάμα να απασχολούνται, προκειμένου να μιλήσει με τους γονείς τους. Πάντα κάτι το ιδιαίτερο είχε για τα παιδιά. Συνήθιζε να τους δίνει και καραμέλες με έναν πρωτότυπο και παιγνιώδη τρόπο: «Στο καλύβι, έλεγε, όταν έρχεται η άνοιξη και ανθίζουν τα δέντρα, βάζω καραμέλες πάνω στα πουρνάρια, που είναι κοντά στην πόρτα του φράχτη και λέω στα μικρά παιδιά που έρχονται εκεί: ‘’Πηγαίνετε, παιδιά, να κόψετε καραμέλες από τα πουρνάρια, γιατί, αν πιάσει βροχή, θα λιώσουν και θα πάνε χαμένες!’’» [Λόγοι Δ’, σελ. 120].

            Κάποτε επισκέφτηκε τον Γέροντα ένας νέος με μαλλιά, γένεια και ένα σκουλαρίκι στο αυτί. Του μίλησε με καλοσύνη και του υπέδειξε να βγάλει το σκουλαρίκι. Εκείνος το έβγαλε και θέλησε να το δώσει στον Γέροντα, γιατί ήταν χρυσό. Ο Γέροντας, όμως, του είπε να το πάει σε έναν χρυσοχόο και να το κάνει σταυρό.

            Τους νέους πρέπει να τους πλησιάζουμε με απλότητα, χωρίς υποκρισία και ψεύτικο ενδιαφέρον. Πρέπει να πειστούν ότι πραγματικά νοιαζόμαστε γι’ αυτούς. Ο Γέροντας έλεγε: «Ένας αλήτης είναι καλύτερος από έναν υποκριτή χριστιανό. Γι’ αυτό όχι υποκριτικό γέλιο αγάπης αλλά φυσιολογική συμπεριφορά. Ούτε κακία, ούτε υποκρισία, αλλά αγάπη και ειλικρίνεια» [Λόγοι Α’, σελ. 285].

            Ο Γέροντας είχε δει ένα όραμα για το έγκλημα των εκτρώσεων, το οποίο τα τελευταία χρόνια έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις. Το όραμα ο π. Παΐσιος το είχε πει σε πολλούς επισκέπτες του. Είναι φοβερό και αποκαλυπτικό. Είπε, λοιπόν, ο Γέροντας: «Ενώ είχα ανάψει δύο κεράκια, όπως συνήθως, και όταν κοιμάμαι ακόμα, για όσους πάσχουν ψυχικά και σωματικά, που συμπεριλαμβάνονται και οι κεκοιμημένοι, βλέπω ένα φοβερό όραμα! Έναν κάμπο από σιτάρι, αλλά το σιτάρι δεν είχε ξεσταχυάσει ακόμη, μόλις άρχιζε να καλαμιάζει. Εγώ βρισκόμουν έξω από την μάνδρα του χωραφιού και κολλούσα κεριά απ’ έξω στον τοίχο για τους κεκοιμημένους. Αριστερά ήταν ένας τόπος ανώμαλος, κρημνώδης και χέρσος, ο οποίος σειόταν από μία δυνατή βοή, από χιλιάδες φωνές σπαρακτικές, που έκαναν να ραγίζει και η πιο σκληρή καρδιά. Ενώ υπέφερα από το άκουσμα των σπαρακτικών εκείνων φωνών και δεν μπορούσα να εξηγήσω το όραμα, άκουσα μία φωνή να μου λέει: ‘’Ο μεν καρπός με το σπαρμένο σιτάρι, που δεν έχει ξεσταχυάσει, είναι το κοιμητήρι με τις ψυχές των νεκρών που θ’ αναστηθούν. Ο δε τόπος εκείνος, που σείεται από τις σπαρακτικές φωνές, είναι ο τόπος που βρίσκονται οι ψυχές των παιδιών από τις εκτρώσεις’’».
            “Ενώ, λοιπόν, συνήλθα από το όραμα, δεν μπορούσα, όμως, να συνέλθω από τον πόνο που ένιωσα και δεν μπορούσα να πλαγιάσω, για να ξεκουραστώ λίγο, παρ' όλο που ήμουν κατάκοπος από την οδοιπορία και ορθοστασία της προηγούμενης ημέρας!” [Ισαάκ, Βίος, σελ. 295-296].
            Στην δύσκολη εποχή μας ακόμη και οι λεγόμενοι συνειδητοί χριστιανοί, που για τους άλλους έχουν εύκολες τις συμβουλές, επιλέγουν να αναθέτουν την φροντίδα των γερασμένων γονέων τους σε κάποιο ίδρυμα ή σε κάποια αλλοδαπή γυναίκα, η οποία βρίσκεται στην χώρα μας για να εξασφαλίσει το ψωμί των πεινασμένων παιδιών της, προφασιζόμενοι ότι οι ίδιοι δεν μπορούν να τους περιποιηθούν. Ο Γέροντας σε κάποιον που δεν μπορούσε να ανεχθεί τις γκρίνιες και παραξενιές των ηλικιωμένων γονέων του και ήθελε να τους βάλει σε κάποιο γηροκομείο, είπε: “Όχι, παιδί μου. Θα φροντίσετε τους γονείς σας, όπως και εκείνοι σας φρόντισαν με όλες τις δυσκολίες και σας μεγάλωσαν με όλα τα προβλήματα της παιδικής ηλικίας. Αλλιώς, το ίδιο θα κάνουν και τα παιδιά σας και σε σας τους ίδιους” [Ζουρνατζόγλου, Μαρτυρίες Β', σελ. 115