Του.Αγίου Παϊσίου ΑγιορείτουΠῶς γίνεται, Γέροντα, ἡ σωστὴ πνευματικὴ ἐργασία στὸν ἑαυτό μας;–Μυστικὰ καὶ σιωπηλά.
Ἡ πνευματικὴ ἐργασία εἶναι πολὺ λεπτὴ καὶ χρειάζεται πολλὴ προσοχὴ στὴν κάθε μας ἐνέργεια.
Ἡ πνευματικὴ ζωὴ εἶναι «ἐπιστήμη ἐπιστημῶν»3, λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Τί ἐγρήγορση χρειάζεται!
Τὸ ἀνέβασμα στὴν πνευματικὴ ζωὴ εἶναι σὰν τὸ ἀνέβασμα σὲ μιὰ κυκλικὴ
σκάλα ποὺ δὲν ἔχει κάγκελα. Ἂν ἀνεβαίνη κανεὶς χωρὶς νὰ βλέπη ποῦ πατοῦν
τὰ πόδια του καὶ λέη: «ὤ, πόσο ψηλὰ ἀνέβηκα! καὶ ποῦ θὰ φθάσω ἀκόμη!», παραπατάει καὶ πέφτει κάτω.
–Γιατί, Γέροντα, δὲν ἔχει κάγκελα ἡ σκάλα;
–Γιατὶ εἶναι ἐλεύθερος ὁ ἄνθρωπος καὶ πρέπει νὰ χρησιμοποιῆ τὸ μυαλὸ
ποὺ τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός. Ἂν δὲν τὸ χρησιμοποιῆ σωστά, τί νὰ τὸν κάνη ὁ
Θεός;
–Γέροντα, μπορεῖ μιὰ κατάσταση πνευματικῆς ξηρασίας νὰ ἔχη αἰτία τὴν ὑπερηφάνεια;
–Ναί, ἂν ὑπάρχη ὑπερηφάνεια, ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει νὰ μένη ὁ ἄνθρωπος σὲ μιὰ
κατάσταση ὀκνηρίας, ἀκηδίας καὶ ψυχρότητος, γιατί, ἂν τὸν βοηθήση καὶ
γευθῆ κάτι οὐράνιο, τότε ἕνα κι ἕνα θὰ τὸ πάρη ἐπάνω του, θὰ νομίζη ὅτι
αὐτὸ ὀφείλεται στὸν ἀγώνα ποὺ ἔκανε καὶ θὰ ὑπερηφανεύεται:
«Ἀγωνισθῆτε! θὰ λέη μετὰ καὶ στοὺς ἄλλους. Ἐγὼ ἀγωνίσθηκα καὶ τί ἀξιώθηκα νὰ ζήσω!», καὶ ἔτσι θὰ πληγώνη ψυχές.
Γι ̓ αὐτὸ ὁ Θεὸς τὸν ἀφήνει νὰ χτυπηθῆ, ὅσο χρειάζεται, γιὰ νὰ πεθάνη ἡ
ἰδέα ποὺ ἔχει γιὰ τὸν ἑαυτό του, νὰ ἀπελπισθῆ μὲ τὴν καλὴ ἔννοια ἀπὸ
τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ νιώση τὸ «χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν»4.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -
3Βλ. Ἡσυχίου Πρεσβυτέρου, Πρὸς Θεόδουλον Λόγος ψυχωφελὴς καὶ σωτήριος περὶ νήψεως καὶ ἀρετῆς κεφαλαιώδης, ρκα’, Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν, ἐκδ. «Ἀστήρ», Ἀθῆναι 1974, τόμος Α’, σ. 159.
4Ἰω. 15, 5.
Απομακρύνουν τα παιδιά από την Εκκλησία
Μικρό παιδάκι, πόσο με βοηθούσε που πήγαινα στην Εκκλησία! Είχαμε καλό
δάσκαλο στο Δημοτικό και μας βοηθούσε και αυτός. Μας μάθαινε εθνικά
άσματα και εκκλησιαστικούς ύμνους. Στην Εκκλησία τις Κυριακές ψάλλαμε
την Δοξολογία, «Ταις πρεσβείαις....», «Άγιος ο Θεός», το Χερουβικό.
- Και τα κοριτσάκια ψάλλανε;
- Ναι, όλα μαζί τα παιδιά. Παλιά, η Εκκλησία ήταν δίπλα στο σχολείο και
παίζαμε γύρω από την Εκκλησία, στην αυλή της. Μας πήγαιναν στην
Εκκλησία οι δάσκαλοι στις γιορτές, και ας χάναμε κανένα μάθημα.
Προτιμούσε ο δάσκαλος να χάση μια ώρα, για να λειτουργηθούν τα παιδιά.
Έτσι τα παιδιά διδάσκονταν, αγιάζονταν, γίνονταν αρνάκια. Είχαμε και
έναν δάσκαλο Εβραίο, αλλά θρησκευτικά δεν μας δίδασκε· ερχόταν μια
δασκάλα και μας έκανε θρησκευτικά. Παρ’ όλο όμως που ήταν Εβραίος, μας
πήγαινε μέχρι την Εκκλησία. Και στην Εκκλησία όλα τα παιδιά στεκόμασταν
όρθια, ήσυχα.
Και βλέπω σήμερα που απομακρύνουν τα παιδιά από την
Εκκλησία, πως έχουν αγριέψει! Ενώ στην Εκκλησία το παιδάκι θα ηρεμήση,
θα γίνη καλό παιδί, γιατί δέχεται την ευλογία του Θεού, αγιάζεται. Δεν
τα αφήνουν να πηγαίνουν στην Εκκλησία, για να μην επηρεασθούν από τα
πνευματικά! Από τις άλλες ανοησίες όχι μόνον δεν τα απομακρύνουν, αλλά
τους τις διδάσκουν κιόλας! Μα δεν καταλαβαίνουν ότι τα παιδάκια, αν
επηρεασθούν, ας υποθέσουμε, από την Εκκλησία, από την θρησκεία, στο
κάτω-κάτω δεν θα κάνουν αταξίες, θα είναι φρόνιμα, θα έχουν επιμέλεια
στα μαθήματά τους, δεν θα είναι ζαλισμένα όπως τώρα. Μέχρι να
μεγαλώσουν, και στα θέματα τα εθνικά θα είναι σωστά τοποθετημένα, δεν θα
μπλέξουν με παρέες, με ναρκωτικά, να αχρηστευθούν. Όλα αυτά δεν θα
είναι μια προϋπόθεση να γίνουν καλοί άνθρωποι; Αυτό τουλάχιστον δεν το
αναγνωρίζουν; Δεν το σέβονται;
Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου.
–Γέροντα, τί ἔχει μέσα ἡ ζήλεια;
–Καὶ τί δὲν ἔχει!...
Ὑπερηφάνεια ἔχει, ἐγωισμὸ ἔχει, φιλαυτία ἔχει... Δὲν ἔχει ἀγάπη οὔτε φυσικὰ καὶ ταπείνωση.
–Δηλαδή, Γέροντα, ἂν κανεὶς ζηλεύη, ἀποκλείεται νὰ ἔχη ἀγάπη;–
Καὶ βέβαια ἀποκλείεται! Δὲν εἶναι δυνατὸν ἕνας ἄνθρωπος νὰ ἔχη
συγχρόνως ζήλεια καὶ ἀγάπη. Κι ἂν ἀκόμη ἔχη λίγη ἀγάπη, ἡ ἀγάπη του δὲν
εἶναι καθαρή, γιατὶ μέσα στὴν ἀγάπη του εἶναι ὁ ἑαυτός του.
Ἡ ζήλεια μουρνταρεύει τὴν ἀγάπη καὶ τὴν καλωσύνη, ὅπως τὸ ψόφιο ποντίκι μουρνταρεύει ὅλο τὸ λάδι, ὅταν πέση μέσα στὸ πιθάρι.
Γέροντα, ἐγὼ νομίζω ὅτι ζηλεύω, ἐπειδὴ μέσα μου δὲν νιώθω γεμάτη.
–Πῶς νὰ νιώθης γεμάτη, ὅταν τὰ θέληςὅλα δικά σου;–Ὅταν ὅμως ἐπιθυμῶ
κάτι ποὺ δίνεται σὲ μιὰ ἄλλη ἀδελφή;–Ἀφοῦ ὁ Θεὸς εἶπε: «οὐκ ἐπιθυμήσεις
ὅσα τῷ πλησίον σού ἐστι»1, πῶς νὰ ἐπιθυμήσουμε κάτι ποὺ ἔχει ὁ ἄλλος;
Οὔτε τὶς βασικὲς ἐντολὲς νὰ μὴν τηρήσουμε;
Μετὰ ἡ ζωή μας γίνεται κόλαση. «Ἕκαστος πειράζεται ὑπὸ τῆς ἰδίας
ἐπιθυμίας»2, λέει ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος. Αὐτὲς οἱ ἐπιθυμίες θὰ
βασανίζουν τὶς ψυχὲς καὶ στὴν κόλαση. Κι ἂν μᾶς πάρη ὁ Θεὸς στὸν
Παράδεισο, χωρὶς νὰ ἔχουμε ἀπαλλαγῆ ἀπὸ τὴν ζήλεια, καὶ ἐκεῖ δὲν θὰ
βροῦμε ἀνάπαυση, γιατὶθὰ ἔχουμε τὶς ἴδιες παράλογες ἐπιθυμίες.
Γέροντα, ζηλεύω μιὰ ἀδελφή.
–Ξέρω ποιά ἀδελφὴ ζηλεύεις...
Ἔμαθα ὅμως ὅτι κι ἐκείνη ζηλεύει ἐσένα! Ἐγὼ θὰ εὔχωμαι καὶ οἱ δυό σας
νὰ ζηλεύετε τὸν ζηλωτὴ Ἠλία καὶ ἐκεῖνος νὰ σᾶς διώξη τὴν ζήλεια καὶ νὰ
σᾶς δώση ἀπὸ τὸν δικό του θεῖο ζῆλο.
Ἀμήν.
–Ὅταν, Γέροντα, ζηλεύω, προσπαθῶ νὰ τοποθετηθῶ λογικά.
–Ἂν ἐξ ἀρχῆς προσπαθήσης νὰ μὴ ζηλέψης, δὲν εἶναι πιὸ καλά;
Ἡ ζήλεια εἶναι γελοῖο πράγμα.
Λίγη σκέψη χρειάζεται, γιὰ νὰ ξεπεράση τὴν ζήλεια κανείς· δὲν
χρειάζεται νὰ κάνη μεγάλους ἀγῶνες καὶ πολλὴ ἄσκηση, γιατὶ εἶναι ψυχικὸ
πάθος.
Πρόσεξε, μὴν ἀφήσης ποτὲ τὸ πάθος τῆς ζήλειας νὰ σὲ κυριέψη, γιατὶ εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα πάθη.
Ξέρεις ἀπὸ τὴν ζήλεια ποῦ μπορεῖ νὰ φθάση ὁ ἄνθρωπος;
Στὸν φθόνο καὶ στὴν διαβολή.
Καὶ οἱ διαβολὲς κάνουν πολὺ μεγαλύτερο κακὸ ἀπὸ τὸν φθόνο.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -
1Βλ. Ἔξ. 20, 17· Δευτ. 5, 21.
2 Ἰακ. 1, 14.
Ἡ ὑπερηφάνεια μᾶς ἀπομονώνει ἀπὸ τὸν Θεὸ.
–Γέροντα, βλέπω ὅτι δὲν πάω καλά.
–Βρῆκες τὴν αἰτία;
Τὴν προηγούμενη φορὰ ποὺ εἶχα ἔρθει, εἶδα ὅτι, ἐπειδὴ σκεφτόσουν σωστὰ
καὶ ἐνεργοῦσες μὲ σύνεση, σὲ βοηθοῦσε καὶ ὁ Χριστός. Μήπως τώρα
ὑπερηφανεύθηκες γι ̓ αὐτό, ὁπότε πῆρε τὴν Χάρη Του ὁ Χριστός;
–Ναί, Γέροντα, ἔτσι εἶναι.
–Ὅταν δὲν καταλαβαίνουμε ὅτι προοδεύουμε μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ καὶ
νομίζουμε ὅτι τὰ καταφέρνουμε μόνοι μας καὶ ὑπερηφανευώμαστε, παίρνει ὁ
Θεὸς τὴν Χάρη Του, γιὰ νὰ καταλάβουμε ὅτι μόνον ἡ θέληση καὶ ἡ
προσπάθεια εἶναι δικά μας· ἡ δύναμη καὶ τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι τοῦ Θεοῦ.
Μόλις ἀναγνωρίσουμε ὅτι ὁ Θεὸς μᾶς βοηθοῦσε καὶ γι ̓ αὐτὸ προοδεύαμε,
ἀνοίγουν τὰ μάτια μας, ταπεινωνόμαστε, κλαῖμε γιὰ τὴν πτώση μας, μᾶς
λυπᾶται ὁ Θεός, μᾶς ξαναδίνει τὴν Χάρη Του καὶ προχωροῦμε.
–Γέροντα, ὅταν ἕνας ἄνθρωπος ὑπερηφανευθῆ, ἡ θεία Χάρις φεύγει ἀμέσως;
–Φυσικά!
Τί νομίζεις, χρειάσθηκαν ὧρες γιὰ νὰ γίνη ὁ Ἑωσφόρος ἀπὸ
Ἄγγελος διάβολος; Μέσα σὲ δευτερόλεπτα ἔγινε. Λίγο ἕνας λογισμὸς ἂν
περάση στὸν ἄνθρωπο ὅτι κάτι εἶναι, ἀμέσως φεύγει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ.
Γιατὶ τί δουλειὰ ἔχει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν ὑπερηφάνεια; Ὁ Θεὸς εἶναι
ταπείνωση.Καὶ ὅταν φύγη ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ
ζαλίζει τὸν ἄνθρωπο. Μπορεῖ μετὰ νὰ δεχθῆ ὁ ἄνθρωπος μιὰ
ἐπίδραση δαιμονικὴ ἐξωτερικὴ καὶ νὰ ἔχη μέσα του σκοτάδι
πνευματικό. Ὁ ὑπερήφανος δὲν ἔχει Χάρη Θεοῦ, γι ̓ αὐτὸ ὑπάρχει κίνδυνος
νὰ πάρη
–Θεὸςφυλάξοι!
–τὸν μεγάλο κατήφορο.
Εἶναι
χωρισμένος ἀπὸ τὸν Θεό, γιατὶ ἡ ὑπερηφάνεια εἶναι κακὸς ἀγωγός,
μονωτικό, ποὺ δὲν ἀφήνει τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ περάση καὶ μᾶς ἀπομονώνει
ἀπὸ τὸν Θεό.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -45-
Ὅποιος κατακρίνει τοὺς ἄλλους, πέφτει στὰ ἴδια σφάλματα
–Γέροντα, πῶς συμβαίνει, ὅταν κατακρίνω μιὰ ἀδελφὴ γιὰ κάποιο σφάλμα της, σὲ λίγο νὰ κάνω κι ἐγὼ τὸ ἴδιο σφάλμα;
–Ἂν κατακρίνη κανεὶς τὸν ἄλλον γιὰ ἕνα σφάλμα του καὶ δὲν καταλάβη τὴν
πτώση του, ὥστε νὰ μετανοήση, συνήθως πέφτει στὸ ἴδιο σφάλμα,
γιὰ νὰ τὸ καταλάβη. Ὁ Θεὸς δηλαδὴ ἀπὸ ἀγάπη ἐπιτρέπει νὰ ἀντιγράφη ὁ
ἄνθρωπος τὴν
κατάσταση αὐτοῦ τὸν ὁποῖο κατέκρινε. Ἂν πῆς λ.χ. ὅτι κάποιος εἶναι πλεονέκτης καὶ δὲ...
Γέροντα, πῶς θὰ βοηθηθῆ κάποιος ποὺ ζηλεύει νὰ ξεπεράση τὴν ζήλεια;
–Ἂν γνωρίση τὰ χαρίσματα μὲ τὰ ὁποῖα τὸν ἔχει προικίσει ὁ Θεὸς καὶ τὰ
ἀξιοποιήση, τότε δὲν θὰ ζηλεύη καὶ ἡ ζωή του θὰ εἶναι Παράδεισος.
Πολλοὶ δὲν βλέπουν τὰ δικά τους χαρίσματα· βλέπουν μόνον τὰ χαρίσματα
τῶν ἄλλων καὶ τοὺς πιάνει ἡ ζήλεια. Θεωροῦν τὸν ἑαυτό τους ἀδικημένο,
μειωμένο, κι ἔτσι βασανίζονται καὶ κάνουν τὴν ζωή τους μαύρη. «Γιατί
αὐτὸς νὰ ἔχη αὐτὰ τὰ χαρίσματα κι ἐγὼ νὰ μὴν τὰ ἔχω;», λένε. Μὰ ἐσὺ
ἔχεις ἄλλα χαρίσματα, ἐκεῖνος ἄλλα. Θυμᾶστε τὸν Κάιν καὶ τὸν Ἄβελ; Δὲν
ἔψαξε ὁ Κάιν νὰ βρῆ τὰ δικά του χαρίσματα, ἀλλὰ κοιτοῦσε τὰ χαρίσματα
τοῦ Ἄβελ· ὁπότε καλλιέργησε τὸν φθόνο πρὸς τὸν ἀδελφό του, μετὰ τὰ ἔβαλε
καὶ μὲ τὸν Θεὸ καὶ τελικὰ ἀπὸ τὸν φθόνο ἔφθασε στὸν φόνο6. Καὶ μπορεῖ
αὐτὸςνὰ εἶχε περισσότερα καὶ μεγαλύτερα χαρίσματα ἀπὸ τὸν Ἄβελ.
–Γέροντα, πῶς μπορεῖ κανείς, ὅταν βλέπη τὰ χαρίσματα τῶν ἄλλων, νὰ μὴ ζηλεύη, ἀλλὰ νὰ χαίρεται;
–Ἂν ἀξιοποιῆ τὰ δικά του χαρίσματα καὶ δὲν τὰ θάβη, τότε θὰ χαίρεται μὲ
τὰ χαρίσματα τῶν ἄλλων. Χρόνια τώρα βλέπω ἐδῶ μιὰ ἀδελφὴ τί φωνὴ ἔχει,
τί εὐλάβεια, καὶ ὅμως δὲν πάει νὰ ψάλη. Καὶ ἐπειδὴ τὸ δικό της χάρισμα
τὸ θάβει καὶ δὲν ψάλλει, μαραζώνει, ὅταν ἀκούη τὴν ἄλλη ποὺ δὲν ἔχει καὶ
τόσο καλὴ φωνὴ νὰ ψάλλη. Δὲν σκέφτεται ὅτι σ ̓ αὐτὴν ἔδωσε ὁ Θεὸς
καλύτερη φωνή, ἀλλὰ δὲν τὴν καλλιεργεῖ. Γι ̓ αὐτό, λέω, ὁ καθένας νὰ
ψάξη νὰ δῆ μήπως τὸ χάρισμα ποὺ βλέπει στὸν ἄλλον καὶ τὸ ζηλεύει τὸ ἔχει
καὶ αὐτός, ἀλλὰ δὲν τὸ καλλιεργεῖ, ἢ μήπως ὁ Θεὸς τοῦ ἔδωσε ἄλλο
χάρισμα. Γιατὶ ὁ Θεὸς δὲν ἀδικεῖ κανέναν· στὸν καθέναν ἔχει δώσει ἕνα
διαφορετικὸ χάρισμα ποὺ θὰ τὸν βοηθήση στὴν πνευματική του πρόοδο.Ὅπως ὁ
ἕνας ἄνθρωπος δὲν μοιάζει μὲ τὸν ἄλλο, ἔτσι καὶ τὸ χάρισμα τοῦ ἑνὸς δὲν
μοιάζει μὲ τοῦ ἄλλου. Προσέξατε καμμιὰ φορὰ τὰ ἀγριομπίζελα ποὺ ἔχετε
ἐκεῖ κάτω στὸν φράχτη; Ὅλα εἶναι ἀπὸ μία ρίζα, ἀλλὰ ἔχουν διαφορετικὰ
χρώματα καὶ τὸ ἕνα εἶναι πιὸ ὄμορφο ἀπὸ τὸ ἄλλο. Καὶ ὅμως τὸ ἕνα δὲν
ζηλεύει τὸ ἄλλο... Τὸ καθένα χαίρεται μὲ τὸ χρῶμα ποὺ ἔχει. Βλέπετε καὶ
τὰ πουλιά; Τὸ καθένα ἔχει τὴν χάρη του, τὸ δικό του κελάηδημα.
Ἂς
βρῆ λοιπὸν ὁ καθένας τὰ χαρίσματα ποὺ τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός, ἂς δοξάζη τὸν
Καλὸ Θεό, ὄχι ἐγωιστικά, φαρισαϊκά, ἀλλὰ ταπεινά, ἀναγνωρίζοντας ὅτι δὲν
ἔχει ἀνταποκριθῆ στὶς δωρεὲς τοῦ Θεοῦ, καὶ ἂς τὰ ἀξιοποιήση στὸ ἑξῆς.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -65-
Γέροντα, πολλὲς φορὲς μὲ πιάνει ἕνα παράπονο.
–Τί παράπονο ἔχεις;
Νά, λέω: «Γιατί δὲν ἀναγνώρισαν τὸν κόπο μου καὶ μοῦ συμπεριφέρθηκαν ἔτσι;».
–Ὅταν κάποιος κάνη κάτι ταπεινὰ καὶ μὲ ἀγάπη, καὶ δὲν βρῆ ἀναγνώριση,
μπορεῖ νὰ τοῦ ἔρθη καὶ ἕνα παράπονο. Αὐτὸ εἶναι ἀνθρώπινο
–ὄχι φυσικὰ ὅτι καὶ αὐτὸ εἶναι σωστό, ἀλλὰ τότε ἔχει κανεὶς κάποια ἐλαφρυντικά....
Γέροντα, πῶς θὰ ξεπεράσω τὸν θυμό;
–Σκοπὸς εἶναι νὰ προλαβαίνης νὰ μὴ φθάνης στὸν θυμό. Καὶ τὸ γάλα, ἂν
δὲν προλάβης νὰ τὸ κατεβάσης ἀπὸ τὴν φωτιά, μόλις φουσκώση, χύνεται.
–Πῶς θὰ προλαβαίνω νὰ μὴ θυμώνω;
–Χρειάζεται ἐπαγρύπνηση. Νὰ παρακολουθῆς τὸν ἑαυτό σου καὶ νὰ συγκρατῆς
τὸν θυμό σου, γιὰ νὰ μὴ ριζώση μέσα σου τὸ πάθος, γιατὶ μετά, καὶ νὰ
θελήσης νὰ τὸ κόψης μὲ τὸ τσεκούρι, θὰ πετάη συνέχεια «λαίμαργα»7.
Νὰ θυμᾶσαι αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Δαβίδ: «Ἡτοιμάσθην καὶ οὐκ ἐταράχθην»8.
Εἶδες ἐκεῖνος ὁ μοναχὸς τί ἔκανε;
Μόλις ἔβγαινε ἀπὸ τὸ κελλί του, ἔκανε τὸν σταυρό του καὶ ἔλεγε: «Θεέ
μου, φύλαξέ με ἀπὸ τοὺς πειρασμοὺς» καὶ ἦταν ἕτοιμος νὰ ἀντιμετωπίση
πειρασμό. Ἦταν σὰν νὰ κρατοῦσε σκοπιά. Κοιτοῦσε ἀπὸ ποῦ θὰ τοῦ ἔρθη ὁ
πειρασμός, γιὰ νὰ ἀμυνθῆ. Ἂν λοιπὸν κάποιος ἀδελφὸς τοῦ φερόταν ἄσχημα,
αὐτὸς ἦταν ἕτοιμος καὶ τὸν ἀντιμετώπιζε μὲ πραότητα καὶ ταπείνωση. Ἔτσι
νὰ κάνης κι ἐσύ.
–Γέροντα, μερικὲς φορὲς σὲ ἕναν πειρασμὸ λέω ἀπὸ μέσα μου: «δὲν θὰ μιλήσω», ἀλλὰ στὸ τέλος ξεσπάω.
–Τί θὰ πῆ ξεσπᾶς;
Τὰ σπασμένα τί γίνονται μετά; Καίγονται; Δὲν ἔχεις, φαίνεται, πολλὴ
ὑπομονή, γι ̓ αὐτὸ φθάνεις μέχρις ἑνὸς σημείου καὶ ὕστεραξεσπᾶς.
Χρειάζεσαι λίγη ἀκόμη... Πρὶν μιλήσης, νὰ λὲς δυὸ-τρεῖς φορὲς τὴν εὐχή,
γιὰ νὰ πάρης
λίγο φῶς.
Μιὰ γυναίκα, ὅταν θύμωνε, ἔλεγε τὸ
«Πιστεύω» καὶ ὕστερα μιλοῦσε. Κοσμικοὶ ἄνθρωποι καὶ βλέπεις τί ἀγώνα
κάνουν!–Γέροντα, ὅταν ἀντιδρῶ μὲ τὴν συμπεριφορὰ μιᾶς ἀδελφῆς, τί νὰ
κάνω;
–Νὰ βλέπης τὴν ἀδελφὴ μὲ καλωσύνη. Νὰ προσπαθῆς νὰ τὴν
δικαιολογῆς μὲ ἀγάπη. Αὐτὸ θὰ σὲ βοηθήση νὰ ἀποκτήσης φυσιολογικὰ μιὰ
σταθερή, καλὴ πνευματικὴ κατάσταση καί, ὅταν θὰ ἔρχεται τὸ πάθος τοῦ
θυμοῦ, θὰ βρίσκη κατειλημμένη τὴν θέση τῆς καρδιᾶς σου ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ
δὲν θὰ μπορῆ πλέον νὰ σταθῆ· θὰ φεύγη.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -65-
7.Λαίμαργα: Τὰ κλαδιὰ ποὺ ἀπομυζώντας τὸν χυμὸ τοῦ δένδρου ἀναπτύσσονται ὑπερβολικά, ἀλλὰ δὲν δίνουν καρπό
8.Ψαλμ. 118, 60.
Ἕνας ἄλλος πῆγε στρατιώτης καὶ ἔφυγε.
Ἦρθε μετά στὸ Καλύβι καὶ μοῦ λέει: «Θέλω νὰ γίνω μοναχός». «Νὰ πᾶς νὰ
ὑπηρετήσης τὴν θητεία σου!».τοῦ λέω. «Στὸν στρατό δὲν εἶναι ὅπως στὸ
σπίτι μου»,
μοῦ λέει. «Καλά ποὺ μου τόπες, παλληκάρι, δὲν τόξερα,
γιὰ νὰ τὸ λέω καὶ στούς ἄλλους!».Ἐν τῷ μεταξύ νὰ τὸν ψάχνουν οἱ δικοί
του. Μετά ἀπὸ λίγες μέρες ξαναπέρασε πρωί-πρωί. Ἦταν Κυριακή τοῦ Θωμᾶ.
«Σὲ θέλω», μοῦ λέει. «Τί θέλεις; τοῦ λέω. Ποῦ ἐκκλησιάστηκες;».
«Πουθενά», μοῦ λέει. «Σήμερα, ...
Γέροντα, πῶς δίνει κανεὶς τόπο στὴν ὀργή;
–Μὲ τὴν ταπείνωση καὶ τὴν σιωπὴ δίνουμε τόπο στὴν ὀργή. Γιατί λέμε ὅτι
τὸ φίδι εἶναι φρόνιμο; Παρόλο ποὺ ἔχει ὅπλο δυνατό, τὸ δηλητήριο, καὶ
μπορεῖ νὰ μᾶς κάνη κακό, λίγο θόρυβο ἂν ἀκούση, ἀμέσως φεύγει· δὲν πάει
κόντρα, δίνει τόπο στὴν ὀργή. Ἔτσι κι ἐσύ, ἂν κανεὶς σοῦ πῆ κανέναν λόγο
καὶ σὲ πειράξη, μὴν ἀπαντᾶς. Ἂν σιωπήσης, ἀφοπλίζεις τὸν ἄλλον. Μιὰ
φορὰ στὸ Καλύβι ὁ Ντίκας, ὁ μεγάλος γάτος, πῆγε νὰ χτυπήση ἕνα
βατραχάκι. Ἐκεῖνο δὲν κουνήθηκε καθόλου, ὁπότε ὁ Ντίκας τὸ ἄφησε καὶ ἔφυγε. Τὸ βατραχάκι μὲ τὴν σιωπή του καὶ μὲ τήν... ταπείνωσή του τὸν νίκησε.
Ἂν κουνιόταν λίγο, θὰ τὸτίναζε ὁ Ντίκας ἐπάνω καὶ θὰ τὸ χτυποῦσε σὰν τὸ ντέφι.
–Γέροντα, ὅταν διαφωνοῦμε μὲ κάποια ἀδελφὴ καὶ ἐπιμένη ἡ καθεμιὰ στὴν γνώμη της, φθάνουμε σὲ ἀδιέξοδο καὶ τελικὰ νευριάζω.
–Κοίταξε, πρέπει ἡ μιὰ ἀπὸ τὶς δυό σας νὰ ταπεινωθῆ καὶ νὰ ὑποχωρήση·
ἀλλιῶς δὲν γίνεται. Ἂν δύο ἄνθρωποι θέλουν νὰ περάσουν ἕνα μακρὺ ξύλο
ἀπὸ μιὰ μικρὴ πόρτα, πρέπει ὁ ἕνας νὰ κάνη πίσω, γιὰ νὰ μπῆ πρῶτα ὁ
ἄλλος· διαφορετικὰ δὲν θὰ μπορέσουν νὰ περάσουν. Ὅταν ὁ καθένας ἐπιμένη
στὴν γνώμη του, εἶναι σὰν νὰ χτυπάη ὁ πυριόβολος στὴν
στουρναρόπετρα καὶ πετιοῦνται φωτιές!... Οἱ Φαρασιῶτες, ὅταν κάποιος
ἐπέμενε στὸ δικό του, ἔλεγαν: «Ἂς εἶναι τὸ δικό σου κατσίκι θηλυκὸ καὶ
τὸ δικό μου ἀρσενικό», κι ἔτσι ἀπέφευγαν τὸν καβγᾶ. Πάντως, ὅποιος
ὑποχωρεῖ, κέρδος ἔχει, γιατὶ στερεῖται κάτι, κάνει μιὰ θυσία, καὶ αὐτὸ
τοῦ δίνει τὴν χαρὰ καὶ τὴν εἰρήνη.
–Καὶ ὅταν κανεὶς ἐξωτερικὰ φέρεται σωστὰ καὶ ὑποχωρῆ, ἀλλὰ μέσα του ἀντιδρᾶ;
–Αὐτὸ σημαίνει ὅτι μέσα του ζῆ ἀκόμη ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος καὶ παλεύει μὲ αὐτόν.
–Γιατί ὅμως, Γέροντα, ἂν καὶ φέρεται σωστά, δὲν ἔχει εἰρήνη μέσα του;
–Πῶς νὰ ἔχη εἰρήνη!
Γιὰ νὰ ἔχη ὁ ἄνθρωπος εἰρήνη, πρέπει καὶ ἐσωτερικὰ νὰ εἶναι
τοποθετημένος σωστά. Τότε φεύγει ὁ θυμός, ἡ ἀνησυχία καὶ
ἔρχεται στὸν ἄνθρωπο ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅταν ἔρθη ἡ ψυχικὴ ἠρεμία
μέσα του, ἀφανίζει τὸν
καπνὸ τοῦ θυμοῦ, καθαρίζουν τὰ μάτια τῆς ψυχῆς καὶ βλέπει καθαρά.
Γι ̓ αὐτὸ ὁ Χριστὸς μόνον γιὰ τοὺς «εἰρηνοποιοὺς» λέει ὅτι «υἱοὶ Θεοῦ κληθήσονται»
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -71
Ο χειρισμὸς τῆς ψυχῆς εἶναι λεπτὸς
Γέροντα,μερικοὶ χαρακτῆρες ποὺ εἶναι δύσκολοι, στριμμένοι, πῶς θὰ βοηθηθοῦν;
– Ἐγὼ σὰν μαραγκὸς δούλευα καὶ στριμμένα ξύλα. Χρειαζόταν ὅμως
ὑπομονή, γιατὶ τὰ στριφτὰ ξύλα τὰ πλανίζεις ἀπὸ ̓δῶ, σηκώνουν
ἀντιξυλιά, τὰ πλανίζεις ἀπὸ ̓κεῖ, σηκώνουν πάλι ἀντιξυλιά. Τὰ ἔτριβα
λοιπὸν μὲ τὸ διπλὸ λεπίδι λίγο ἀπὸ τὴν μιὰ μεριὰ κόντρα, λίγο ἀπὸ τὴν
ἄλλη, καὶ ἔτσι τὰ ἔφερνα σὲ λογαριασμό. Γίνονταν μάλιστα πολὺ
ὄμορφα, ἐπειδὴ καὶ ὡραῖα νερὰ ἔχουν καὶ
δὲν σπάζουν εὔκολα· ἔχουν πολλὴ ἀντοχή. Ἂν δὲν τὸ ἤξερες αὐτό, μπορεῖ νὰ
τὰ ἔβλεπες ἔτσι καὶ νὰ τὰ πετοῦσες. Θέλω νὰ πῶ, καὶ οἱ ἄνθρωποι ποὺ
ἔχουν δύσκολο χαρακτήρα, ἔχουν μέσα τους δυνάμεις καί, ἂν ἀφεθοῦν νὰ
τοὺς δουλέψης, μποροῦν νὰ κάνουν ἅλματα στὴν πνευματικὴ ζωή, ἀλλὰ
χρειάζεται νὰ διαθέσης ἀρκετὸ χρόνο.Ὕστερα, ποτὲ δὲν χρησιμοποιοῦσα
μεγάλες πρόκες, γιὰ νὰ σφίξω δυὸ στραβὲς σανίδες, ἀλλὰ πρῶτα τὶς
πλάνιζα, τὶς ἔφερνα σὲ λογαριασμό, καὶ τὶς ἕνωνα μὲ ἕνα καρφάκι.
Δὲν τὶς ζόριζα, γιὰ νὰ σφίξουν, γιατί, ὅταν τὶς στραβὲς σανίδες
προσπαθοῦμε νὰ τὶς κάνουμε νὰ ἐφαρμόσουν μὲ μεγάλες πρόκες, θὰ σχισθοῦν
καὶ πάλι θὰ βγοῦν ἀπὸ τὴν ζορισμένη ἐφαρμογή τους, ὁπότε τί
καταλάβαμε;Χρειάζεται διάκριση καὶ ξανὰ διάκριση, ὅταν ἔχη κανεὶς νὰ
κάνη μὲ ψυχές.Στὴν πνευματικὴ ζωὴ δὲν ὑπάρχει μία συνταγή, ἕνας κανόνας.
Ἡ κάθε ψυχὴ ἔχει τὴν δική της ποιότητα καὶ χωρητικότητα. Ὑπάρχουν
δοχεῖα μὲ μεγάλη χωρητικότητα καὶ δοχεῖα μὲ μικρὴ χωρητικότητα. Ἄλλα
εἶναι πλαστικὰ καὶ δὲν ἀντέχουν πολὺ καὶ ἄλλα εἶναι μεταλλικὰ καὶ
ἀντέχουν. Ὅταν ὁ πνευματικὸς γνωρίση τὴν ποιότητα καὶ τὴν χωρητικότητα
τῆς ψυχῆς, θὰ ἐνεργῆ ἀνάλογα μὲ τὶς δυνατότητες καὶ μὲ τὴν
κληρονομικότητα ποὺ ἔχει, καὶ μὲ τὴν πρόοδο ποὺ ἔχει κάνει.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Γ’«Πνευματικὸς Ἀγώνας» ‐ 159
Ὅταν φέρνουμε ὑπερήφανο λογισμό, τὰ κάνουμε θάλασσα.
–Γέροντα, εἶμαι πολὺ ἀπρόσεκτη· ὅλο ζημιὲς κάνω.
–Φαίνεται, θὰ ὑπάρχη μέσα σου κρυφὴ ὑπερηφάνεια.
Ἐπειδὴ ὁ Θεὸς σὲ ἀγαπάει, λειτουργοῦν οἱ πνευματικοὶ νόμοι1· κάνεις μιὰ ζημιὰ καὶ ταπεινώνεσαι.
«Ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται»2.
–Γέροντα, φοβᾶμαι νὰ ξανασιδερώσω, γιατὶ ἔκαψα ἕνα ξένο ράσο.
–Νὰ κάνης τὸν σταυρό σου καὶ νὰ σιδερώνης
.–Μήπως ἦταν τοῦ πειρασμοῦ;
Σπάνια μιὰ ζημιὰ εἶναι ἀπὸ φθόνο τοῦ διαβόλου· συνήθως εἶναι ἀπὸ ὑπερήφανο λογισμό.
Ὅταν φέρνουμε ὑπερήφανο λογισμό, τὰ κάνουμε θάλασσα. Κι ἐσύ, φαίνεται, ἔφερες ὑπερήφανο λογισμό.
–Γιατί κάηκε τὸ ράσο καὶ δὲν ἔπαθα ἐγὼ ζημιά;–Γιατὶ τὸ ράσο πῆγε στὸν
ἄλλον, ἔγινε γνωστὴ ἡ ζημιά, ὁπότε ἔτσι ρεζιλεύτηκες καὶ ταπεινώθηκες.
Ἐνῶ, ἂν πάθαινες ἐσὺ κάτι, δὲν θὰ ρεζιλευόσουν. Γιατί ἐξομολογεῖται
κανείς; Γιὰ νὰ θεατρινισθῆ ἡ ἁμαρτία· ἔτσι σκάζει ὁ διάβολος.–
Ὅταν,
Γέροντα, πάη κάποιος νὰ κάνη μιὰ δουλειὰ καὶ τελικὰ γίνεται ζημιά, τί
συμβαίνει; Δὲν δούλεψε σωστά; δὲν εἶχε καθαρὴ διάθεση;
–Εἶναι πολλὲς περιπτώσεις. Πρέπει νὰ ἐξετάση ἀπὸ ποῦ ξεκίνησε.
–Γέροντα,πῶς θὰ διώξω τοὺς λογισμοὺς κενοδοξίας;
–Νὰ χαίρεσαι μὲ τὰ ἀντίθετα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ἐπιδιώκουν οἱ κοσμικοί.
Μόνο μὲ τὰ ἀντίθετα τῶν κοσμικῶν ἐπιδιώξεων θὰ μπορέσης νὰ κινηθῆς στὸν
πνευματικὸ χῶρο. Στοργὴ θέλεις; Νὰ χαίρεσαι, ὅταν δὲν σοῦ δίνουν
σημασία.
Ζητᾶς θρόνο; Κάθισε τὸν ἑαυτό σου στὸ σκαμνί. Ζητᾶς
ἐπαίνους; Ἀγάπησε τὴν περιφρόνηση, γιὰ νὰ νιώσης τὴν ἀγάπη τοῦ
Περιφρονημένου Ἰησοῦ.
Ζητᾶς δόξα;
Ζήτα ἀτιμία 9, γιὰ νὰ νιώσης
τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅταν νιώσης τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ, θὰ νιώθης τὸν
ἑαυτό σου εὐτυχισμένο καὶ θὰ ἔχης μέσα σου τὴν μεγαλύτερη χαρὰ ἀπὸ ὅλες
τὶς χαρὲς ὅλου τοῦ κόσμου.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -45-
2.Λουκ. 14, 11.
9.Ἀτιμία: Ἀδοξία, ἔλλειψη τιμῆς καὶ δόξας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου