Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου 2024

 


«Οι δοκιμασίες είναι μερικές φορές η αντιβίωση που δίνει ο Θεός για τις αρρώστιες της ψυχής»
Οι δοκιμασίες που μας έρχονται είναι μερικές φορές η αντιβίωση που δίνει ο Θεός για τις αρρώστιες της ψυχής μας και πολύ μας βοηθούν πνευματικά. Τρώει ο άνθρωπος ένα μαλακό σκαμπίλι και μαλακώνει η καρδιά του. Ο Θεός ξέρει φυσικά σε τι κατάσταση βρίσκεται ο καθένας μας, αλλά, επειδή εμείς δεν ξέρουμε, επιτρέπει να δοκιμασθούμε, για να γνωρίσουμε τον εαυτό μας, να βρούμε τα πάθη που υπάρχουν κρυμμένα μέσα μας και να μην έχουμε παράλογες απαιτήσεις την ημέρα της Κρίσεως. Γιατί, και να παρέβλεπε τα πάθη μας και να μας έπαιρνε όπως είμαστε στον Παράδεισο, και εκεί πάλι θα δημιουργούσαμε προβλήματα. Γι’ αυτό ο Θεός επιτρέπει στον διάβολο να δημιουργή εδώ πειρασμούς, για να μας ξεσκονίζουν, ώστε να ταπεινωθή και να εξαγνισθή η ψυχή μας με τις θλίψεις, οπότε μετά μας χαριτώνει. Η πραγματική χαρά γεννιέται από την πίκρα που γεύεται κανείς με χαρά για τον Χριστό που πικράθηκε, για να μας σώση. Ο Χριστιανός πρέπει να χαίρεται ιδιαίτερα, όταν τον βρίσκη κάποια δοκιμασία, χωρίς να έχη δώσει ο ίδιος αφορμή.
Λέμε καμμιά φορά στον Θεό: «Θεέ μου, δεν ξέρω τι θα κάνης, εν λευκώ σου παραδίδω τον εαυτό μου, για να τον κάνης άνθρωπο». Οπότε και ο Θεός πάει να με κάνη όχι μόνον άνθρωπο αλλά υπεράνθρωπο και αφήνει τον διάβολο να ‘ρθή να με πειράξη και να με ταλαιπωρήση.
Τώρα με τον καρκίνο βλέπω τα τερτίπια του και γελάω. Βρε τον διάβολο! Εσείς ξέρετε με τι σαπούνι πλένει ο διάβολος τον άνθρωπο, όταν ο Θεός επιτρέπη να τον πειράξη, για να δοκιμασθή; Με τους αφρούς της κακίας του. Έχει καλό … σαπούνι! Όπως η γκαμήλα βγάζει αφρούς, όταν θυμώνη, έτσι κάνει και ο διάβολος σε τέτοιες περιπτώσεις. Και μετά τρίβει τον άνθρωπο, όχι για να φύγουν οι λεκέδες του και να εξαγνισθή, αλλά από κακία. Και ο Θεός όμως αφήνει τον διάβολο να τρίβη τον άνθρωπο, ίσα-ίσα μέχρι να φύγουν οι λεκέδες και να καθαρίση. Αν άφηνε να τον τρίψη όπως τρίβουν τα ρούχα, θα τον ξέσχιζε. Γέροντα, μπορούμε να λέμε για τους διάφορους πειρασμούς που συμβαίνουν στην ζωή μας ότι αυτό ήταν το θέλημα του Θεού;
– Όχι, να μην μπερδεύουμε το θέλημα του Θεού με τον πειρασμό και με όσα φέρνει ο πειρασμός. Ο Θεός αφήνει τον διάβολο ελεύθερο μέχρις ενός σημείου να πειράξη τον άνθρωπο, και τον άνθρωπο τον αφήνει ελεύθερο να κάνη το καλό ή το κακό. Δεν φταίει όμως ο Θεός για το κακό που θα κάνη ο άνθρωπος. Ο Ιούδας λ.χ. ήταν μαθητής του Χριστού. Μπορούμε να πούμε ότι ήταν θέλημα Θεού να γίνη προδότης; Όχι, αλλά ο ίδιος ο Ιούδας επέτρεψε στον διάβολο να μπη μέσα του. Κάποιος είπε σε έναν ιερέα: «Πάτερ, σε παρακαλώ, κάνε ένα Τρισάγιο για τον Ιούδα». Ήταν δηλαδή σαν να έλεγε: «Εσύ, Χριστέ, είσαι άδικος· έτσι ήταν θέλημά Σου, να Σε προδώση ο Ιούδας· γι’ αυτό τώρα βοήθησέ τον».
Μετρημένες είναι οι περιπτώσεις που επιτρέπει ο Θεός να δοκιμασθούν μερικοί ευλαβείς, για να έρθη σε συναίσθηση κάποιος που έχει άσχημη ζωή και να μετανοήση. Αυτοί οι άνθρωποι έχουν διπλό μισθό. Δίνει δηλαδή ο Θεός την δυνατότητα σε μερικούς οι οποίοι με τις δοκιμασίες που περνούν εξοφλούν σ’ αυτήν την ζωή αμαρτίες και γκρινιάζουν παράλογα, να βοηθηθούν από την υπομονή αυτών που, ενώ δεν έσφαλαν, ταλαιπωρούνται, αλλά δεν γογγύζουν. Ας υποθέσουμε ότι ένας πολύ καλός, πολύ ευλαβής, οικογενειάρχης βρίσκεται στο σπίτι του με την οικογένειά του και ξαφνικά γίνεται σεισμός και πέφτει το σπίτι, πλακώνει όλη την οικογένεια και μετά από φοβερή ταλαιπωρία πεθαίνουν όλοι. Γιατί το επέτρεψε αυτό ο Θεός; Για να μη γογγύζουν οι άλλοι που φταίνε και τιμωρούνται. Γι’ αυτό, όσοι σκέφτονται τους μεγάλους σταυρούς των δικαίων, ποτέ δεν στεναχωριούνται για τις δικές τους μικρές δοκιμασίες. Βλέπουν ότι, ενώ έσφαλαν στην ζωή τους, εν τούτοις υποφέρουν λιγώτερο από τους δικαίους, γι’ αυτό λένε σαν τον καλό ληστή: «Αυτοί δεν έκαναν τίποτε και υπέφεραν τόσο· εμείς τι πρέπει να πάθουμε;».
(ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ – ΛΟΓΟΙ Δ΄ – ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΖΩΗ)
 
 
Ἡ καραμέλα τοῦ ἐπαίνου .
– Γέροντα, ἄκουσα κάτι ἐπαίνους καί...
– Ἔ, καὶ τί ἔγινε; Τελείως κούφιο εἶσαι, βρὲ παιδί; Ἐμᾶς τί πρέπει νὰ μᾶς ἐνδιαφέρη; Πῶς μᾶς βλέπουν οἱ ἄλλοι ἢ πῶς μᾶς βλέπει ὁ Χριστός; Οἱ ἄλλοι θὰ εἶναι γιὰ μᾶς ἡ κινητήρια δύναμη ἢ ὁ Χριστός; Ἐσὺ ἔχεις σοβαρότητα· μὴ γίνεσαι ἐλαφρούτσικη. Ἐμένα πολλὲς φορές, ἀκόμη καὶ σοβαροὶ ἄνθρωποι, μοῦ λένε κάτι ἐπαινετικὸ καὶ μοῦ ἔρχεται νὰ κάνω ἐμετό. Γελῶ ἀπὸ μέσα μου καὶ τὸ πετῶ πέρα. Κι ἐσὺ κάτι τέτοια νὰ τὰ πετᾶς ἀμέσως. Εἶναι χαμένα πράγματα! Τί κερδίζουμε, ἂν μᾶς καμαρώνουν οἱ ἄλλοι; Γιὰ νὰ μᾶς καμαρώνουν μεθαύριο τὰ ταγκαλάκια; Ὅποιος χαίρεται, ὅταν τὸν καμαρώνουν οἱ ἄνθρωποι, κοροϊδεύεται ἀπὸ τοὺς δαίμονες.Οἱ ἔπαινοι, εἴτε κοσμικοὶ εἶναι εἴτε πνευματικοί, εἴτε στὸ σῶμα ἀναφέρονται εἴτε στὴν ψυχή, βλάπτουν, ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι βλαμμένος, ὅταν δηλαδὴ ἔχη ὑπερηφάνεια ἢ προδιάθεση ὑπερηφανείας. Γι ̓ αὐτὸ νὰ προσέχουμε νὰ μὴν ἐπαινοῦμε εὔκολα τὸν ἄλλον, γιατί, ἂν τυχὸν εἶναι φιλάσθενος πνευματικά, παθαίνει ζημιά· μπορεῖ νὰ καταστραφῆ.Οἱ ἔπαινοι εἶναι σὰν τὰ ναρκωτικά. Κάποιος, ἂς ὑποθέσουμε, ποὺ ξεκινᾶ νὰ κάνη κηρύγματα, μπορεῖ τὴν πρώτη φορὰ νὰ ρωτήση ἂν τὸ κήρυγμα ἦταν καλό, ἂν πρέπη κάτι νὰ προσέξη, γιὰ νὰ μὴν κάνη κακὸ στὸν κόσμο. Ὁπότε καὶ ὁ ἄλλος, γιὰ νὰ τὸν ἐνθαρρύνη, τοῦ λέει:«Καλὰ τὰ εἶπες· μόνο σ ̓ ἐκεῖνο τὸ σημεῖο ἤθελε λίγο νὰ προσέξης». Ὕστερα ὅμως, ἂν ἔχη λίγη προδιάθεση ὑπερηφανείας, μπορεῖ νὰ φθάση νὰ ρωτάη ἂν ἦταν καλὸ τὸ κήρυγμα, μόνον καὶ μόνο γιὰ νὰ ἀκούση ὅτι ἦταν καλὸ καὶ νὰ αἰσθανθῆ ἱκανοποίηση. Κι ἂν τοῦ ποῦν:«πολὺ καλὸ ἦταν», χαίρεται.«Ἄ, λένε καλὰ λόγια γιὰ μένα!», σκέφτεται καὶ φουσκώνει. Ἂν ὅμως τοῦ ποῦν:«δὲν ἦταν καλό», στενοχωριέται. Βλέπετε πῶς μὲ μιὰ καραμέλα ἐπαίνου τὸν ξεγελάει τὸ ταγκαλάκι;
Στὴν ἀρχὴ ρωτάει μὲ καλὸ λογισμό, γιὰ νὰ διορθωθῆ, καὶ μετὰ ρωτάει,γιὰ νὰ ἀκούη ἐπαίνους καὶ νὰ χαίρεται!Ἂν χαίρεσθε καὶ νιώθετε ἱκανοποίηση, ὅταν σᾶς ἐπαινοῦν, καὶ στενοχωριέσθε καὶ κατεβάζετε τὰ μοῦτρα, ὅταν σᾶς κάνουν καμμιὰ παρατήρηση ἢ σᾶς ποῦν ὅτι μιὰ δουλειὰ δὲν τὴν κάνατε καλά, νὰ ξέρετε ὅτι αὐτὸ εἶναι μιὰ κοσμικὴ κατάσταση. Καὶ ἡ στενοχώρια εἶναι κοσμικὴ καὶ ἡ χαρὰ εἶναι κοσμική. Ἕνας ποὺ ἔχει πνευματικὴ ὑγεία,καὶ νὰ τοῦ πῆς:«αὐτὸ δὲν τὸ ἔκανες καλό», χαίρεται, γιατὶ τὸν βοήθησες νὰ δῆ τὸ λάθος του. Πιστεύει ὅτι δὲν τὸ ἔκανε καλό, γι ̓ αὐτὸ τὸν φωτίζει ὁ Θεὸς καὶ τὴν ἑπόμενη φορὰ τὸ κάνει πολὺ καλό. Ἀλλὰ καὶ πάλι αὐτὸ τὸ ἀποδίδει στὸν Θεό.«Τί θὰ ἔκανα ἐγὼ μόνος μου; λέει. Ἂν δὲν μὲ βοηθοῦσε ὁ Θεός, μπανταλομάρες θὰ ἔκανα».Ὅλα δηλαδὴ τὰ τοποθετεῖ σωστά.– Πῶς θὰ μπορέσουμε, Γέροντα, νὰ αἰσθανώμαστε τὸ ἴδιο, καὶ ὅταν μᾶς ἐπαινοῦν καὶ ὅταν μᾶς προσβάλλουν;
– Ἂν μισήσετε τὴν κοσμικὴ προβολή, τότε θὰ δέχεσθε μὲ τὴν ἴδια διάθεση καὶ τὸν ἔπαινο καὶ τὴν προσβολή.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’«Πάθη καὶ Ἀρετὲς» ‐ 39 ‐

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου