Του.Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου
–Γέροντα, γιατί οἱ Πατέρες λένε ὅτι ἡ ἀρετὴ τῆς διακρίσεως εἶναι «μείζων πασῶν τῶν ἀρετῶν»;
–Ἡ διάκριση δὲν εἶναι ἁπλῶς μιὰ ἀρετή· εἶναι ἡ κορώνα, τὸ στεφάνι, τῶν ἀρετῶν. Ἀνάλογη μὲ τὴν πνευματική μας κατάσταση, ἀνάλογη μὲ τὴν ποιότητα τῶν ἀρετῶν μας, εἶναι καὶ ἡ διάκρισή μας. Ἂν οἱ ἀρετές μας εἶναι χάρτινες, χάρτινο θὰ εἶναι καὶ τὸστεφάνι τους, ἡ διάκριση δηλαδὴ ποὺ θὰ ἔχουμε. Ἂν οἱ ἀρετές μας εἶναι ἀπὸ μπροῦντζο, μπρούντζινο θὰ εἶναι καὶ τὸ στεφάνι τους. Ἂν εἶναι ἀπὸ χρυσό, χρυσὸ θὰ εἶναι καὶ τὸ στεφάνι τους. Ἂν οἱ ἀρετές μας ἔχουν διαμαντόπετρες, διαμαντόπετρες θὰ ἔχη καὶ τὸ στεφάνι τους, ἡ διάκριση.–Γέροντα, τί εἶναι διάκριση;–Διάκριση εἶναι ἡ πνευματικὴ ὅραση. Καὶ πνευματικὴ ὅραση ἔχει ἐκεῖνος ποὺ ἔχει ἐξαγνισμένο νοῦ· γι ̓ αὐτὸ ἔχει καὶ πνευματικὴ διαύγεια καὶ θεῖο φωτισμό.–Γέροντα, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος λέει: «Μὲ τὰ δύο μάτια βλέπουμε σωματικὰ καὶ μὲ τὴν διάκριση βλέπουμε πνευματικά»2. –Ἔτσι εἶναι. Βλέπεις, ἂν τὰ μάτια μας εἶναι γερά, βλέπουμε καλά, ἐνῶ, ἂν ἔχουμε μιὰ πάθηση στὰ μάτια, δὲν βλέπουμε καλά. Τὸ φῶς μας εἶναι ἀνάλογο μὲ τὴν ὑγεία τῶν ματιῶν μας. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ στὴν πνευματικὴ ζωή. Ἀνάλογη μὲ τὴν πνευματική μας ὑγεία εἶναι καὶ ἡ πνευματική μας ὅραση, ἡ διάκρισή μας. –Γέροντα, πῶς ἀνοίγουν τὰ μάτια τῆς ψυχῆς;–
Μὲ λάσπη δὲν ἄνοιξε ὁ Χριστὸς τὰ μάτια τοῦ τυφλοῦ3; Ἀλλά, γιὰ νὰ ἀνοίξουν τὰ μάτια τῆςψυχῆς μας, πρέπει νὰ πετάξουμε ἀπὸ πάνω μας τὴν λάσπη τῆς ἁμαρτίας. «Ἰλὺν γὰρ ἐκτινάξας ὄμματος νόου», δὲν λέει; Ἂν δὲν πετάξουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ δὲν ἐλευθερωθοῦμε ἀπὸ τὸν παλαιό μας ἄνθρωπο, ἀλλὰ ὑπάρχη μέσα μας φιλαυτία, ἐγωισμός, ἀνθρωπαρέσκεια, δὲνμποροῦμε νὰ ἔχουμε διαύγεια πνευματική.Ὅσο προχωρεῖ ὁ ἄνθρωπος στὴν πνευματικὴ ζωή, τόσο περισσότερο ἀνοίγουν τὰ μάτια τῆς ψυχῆς του. Ὁ νοῦς του λαμπικάρεται, διακρίνει καλύτερα τὰ σφάλματά του καὶ τὶς πολλὲς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, ταπεινώνεται, συντρίβεται ἐσωτερικὰ καὶ ἔρχεται φυσιολογικὰ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, ὁ θεῖος φωτισμός, καὶ ἀποκτᾶ διάκριση. Τότε σὲ κάθε περίπτωση βλέπει καθαρὰ ποιό εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν σκοντάφτει στὴν πνευματική του πορεία. Γιατὶ ἡ διάκριση εἶναι τὸ τιμόνι ποὺ ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο μὲ ἀσφάλεια, ὥστε νὰ μὴν ξεφεύγη ἀπὸ τὸν ἴσιο δρόμο καὶ νὰ μὴν πέφτη οὔτε ἀπὸ δεξιὰ οὔτε ἀπὸ ἀριστερά.
–Ὅταν, Γέροντα, ξεκινάη κανεὶς ἀπὸ καλὴ διάθεση νὰ κάνη κάτι καλὸ καὶ τελικὰ φθάνη στὰ ἄκρα καὶ γίνεται κακό, λείπει ἡ διάκριση;
–Μπορεῖ νὰ ξεκινάη καλά, ἀλλά, ἂν δὲν προσέξη, μπαίνει ὁ ἐγωισμὸς μέσα καὶ ξεφεύγει. Ὅταν μπαίνη ὁ ἑαυτός μας, τὸ ἐγώ μας, στὶς ἐνέργειές μας, δημιουργοῦνται ἐμπάθειες καὶ μετὰ ἁλωνίζει ὁ διάβολος.
Γι ̓ αὐτὸ νὰ προσπαθῆτε νὰ ζῆτε ἐσωτερικά, ταπεινά, νὰ ἐργάζεσθε στὴν ἀφάνεια, γιὰ νὰ ἔχετε τὸν θεῖο φωτισμό. Ὅποιος ζῆ ἐσωτερικά, ταπεινά, ξεπερνάει τὶς ἀνθρώπινες μικρότητες, τοὺς φανατισμοὺς κ.λπ., καὶ γίνεται ζηλωτὴς μὲ τὴν καλὴ ἔννοια.
–Γέροντα, δυσκολεύομαι νὰ διακρίνω ποιό εἶναι τὸ σωστὸ σὲ κάθε περίπτωση.
–Ἔχεις ἀνάγκη ἀπὸ ἐξαγνισμό, γιὰ νὰ ἔλθη ἡ διαύγεια ἡ πνευματική. Νὰ διαβάζης Λαυσαϊκό, Λειμωνάριο, Φιλόθεο Ἱστορία καὶ τὸν Ἀββᾶ Βαρσανούφιο καὶ νὰ καθρεφτίζης σ ̓ αὐτὰ τὸν ἑαυτό σου, γιὰ νὰ ἀποκτήσης πνευματικὸ αἰσθητήριο. Τότε θὰ μπορῆς νὰ ξεχωρίζης τὸ χρυσὸ ἀπὸ τὸ μπακίρι καὶ θὰ γίνης χρυσοχόος πνευματικός.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -160-
Γέροντα, ἡ διάκριση ἔχει ἕνα ὁρισμένο μέτρο;
–Ὄχι, ἡ διάκριση δὲν ἔχει ὁρισμένο μέτρο· δὲν ἔχει ὅρια καὶ κανόνες. Ἔχει καὶ τὸ «ὄχι», ἔχει καὶ τὸ «ναί»· ἔχει καὶ τὸ λίγο, ἔχει καὶ τὸ πολύ. Σὲ μιὰ ἀδελφὴ ποὺ ἔχει διάκριση δὲν χρειάζεται νὰ τῆς πῆς τί νὰ κάνη ἢ πῶς νὰ μιλήση. Κινεῖται πάντοτε σωστά, γιατὶ πάντοτε σκέφτεται πνευματικά.
Ἔχει θεῖο φωτισμὸ καὶ αἰσθητήριο πνευματικό.
–Γέροντα, κάποια φορὰ μοῦ εἴπατε ὅτι ἔχω στενοκεφαλιά. Τί ἀκριβῶς ἐννοούσατε;
–Βλέπεις στενὰ τὰ πράγματα· κοιτᾶς μόνον τί πρέπει νὰ γίνη καὶ ἀδιαφορεῖς γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Στὴν Ἀκολουθία λ.χ. λές: «Ἡ τάδε ἀδελφὴ πρέπει νὰ σταθῆ ἐκεῖ καὶ νὰ ψάλη αὐτό». Δὲν ἐξετάζεις ἂν ἔχη κουράγιο νὰ σταθῆ κι ἂν μπορῆ νὰ τὸ ψάλη αὐτό. Νὰ βλέπης πρῶτα πότε καὶ πῶς πρέπει νὰ ἐφαρμοσθῆ τὸ «πρέπει» καὶ ὕστερα νὰ ζητᾶς τὴν ἐφαρμογή. Δὲν ἔχεις διάκριση, καὶ γι ̓ αὐτὸ τὰ ἀντιμετωπίζεις ὅλα ξερά, τυπικά. Γιὰ νὰ ἐφαρμόση κανεὶς σωστὰ τοὺς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ ὠφελήση τοὺς ἀνθρώπους, πρέπει νὰ ἔχη πνευματικὴ κατάσταση, γιὰ νὰ ἔχη καὶ πνευματικὴ διάκριση. Γιατὶ ἀλλιῶς μένει στὸ γράμμα τοῦ νόμου· τὸ γράμμα τοῦ νόμου ὅμως «ἀποκτείνει»
. Σοῦ λέει ὁ ἄλλος: «Τὸ Πηδάλιο ἔτσι γράφει» καί, ὅπως τὰ βρίσκει γραμμένα, τὰ ἐφαρμόζει κατὰ γράμμα· ἐνῶ θὰ ἔπρεπε νὰ ἐξετάζη τὴν κάθε περίπτωση ξεχωριστά. Ὅπως ἔχω δεῖ, σὲ μιὰ περίπτωση μπορεῖ νὰ κρύβωνται καὶ ἄλλες χίλιες περιπτώσεις. Τὸ ἐπιτίμιο λ.χ. πρέπει νὰ εἶναι ἀνάλογο μὲ τὸν ἄνθρωπο, μὲ τὴν κατάσταση στὴν ὁποία βρίσκεται, μὲ τὸ σφάλμα ποὺ ἔκανε, μὲ τὴν μετάνοια ποὺ ἔδειξε καὶ τόσα ἄλλα· δὲν ὑπάρχει μία συνταγή, ἕνας κανόνας.Ἡ διάκριση, ὁ θεῖος φωτισμός, εἶναι τὸ πᾶν σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις. Γι ̓ αὐτὸ πάντα εὔχομαι, φώτιση-φώτιση νὰ δίνη ὁ Θεὸς στὸν κόσμο. «Χριστέ μου, λέω, ἔχουμε χάσει καὶ τὸ σπίτι μας καὶ τὸν δρόμο ποὺ πάει σ ̓ αὐτό. Φώτισέ μας νὰ βροῦμε τὸ σπίτι μας, τὸν Πατέρα μας. Δῶσε μας τὴν θεία γνώση».
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -162-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου