Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2022

Κάθε πρωὶ καὶ κάθε βράδυ κάναμε προσευχὴ μπροστὰ στὸ εἰκονοστάσι ὅλοι μαζί, ὁ πατέρας, ἡ μητέρα καὶ τὰ παιδιά, καὶ στὸ τέλος βάζαμε μετάνοια στὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ.
Ὅταν πάλι εἴχαμε κάποιο πρόβλημα στὴν οἰκογένεια, κάναμε προσευχή, γιὰ νὰ τακτοποιηθῆ.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Δ’ «Οἰκογενειακή Ζωή» -85-
Ἡ προσευχὴ ἔχει μεγάλη δύναμη μέσα στὴν οἰκογένεια.
Γνωρίζω δύο ἀδέλφια ποὺ κατάφεραν μὲ τὴν προσευχή τους ὄχι μόνο νὰ μὴ χωρίσουν οἱ γονεῖς τους, ποὺ εἶχαν πρόβλημα μεταξύ τους, ἀλλὰ νὰ τοὺς κάνουν καὶ πιὸ ἀγαπημένους. Ἐμᾶς ὁ πατέρας μου μᾶς ἔλεγε: «Δὲν ξέρω τί θὰ κάνετε, δυὸ φορὲς τὴν ἡμέρα θὰ πρέπη νὰ δίνετε τὸ παρὸν στὸν Θεό, γιὰ νὰ ξέρη ποῦ βρίσκεστε». Κάθε πρωὶ καὶ κάθε βράδυ κάναμε προσευχὴ μπροστὰ στὸ εἰκονοστάσι ὅλοι μαζί, ὁ πατέρας, ἡ μητέρα καὶ τὰ παιδιά, καὶ στὸ τέλος βάζαμε μετάνοια στὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν πάλι εἴχαμε κάποιο πρόβλημα στὴν οἰκογένεια, κάναμε προσευχή, γιὰ νὰ τακτοποιηθῆ. Θυμᾶμαι, μιὰ φορὰ ποὺ ἀρρώστησε ὁ μικρότερος ἀδελφός μας, εἶπε ὁ πατέρας μου: «Ἐλᾶτε νὰ παρακαλέσουμε τὸν Θεὸ ἢ νὰ τὸν κάνη καλὰ ἢ νὰ τὸν πάρη, γιὰ νὰ μὴν ὑποφέρη».
Προσευχηθήκαμε ὅλοι καὶ ἔγινε καλά. Ἀλλὰ καὶ στὸ τραπέζι καθόμασταν ὅλοι μαζί. Κάναμε πρῶτα προσευχὴ καὶ ὕστερα ἀρχίζαμε νὰ τρῶμε.
Ἂν ἄρχιζε κανεὶς νὰ τρώη, πρὶν εὐλογηθῆ τὸ τραπέζι, λέγαμε: «αὐτὸς ἐπόρνευσε». Τὴν ἔλλειψη ἐγκρατείας τὴν θεωρούσαμε πορνεία. Εἶναι διάλυση τῆς οἰκογενείας νὰ ἔρχεται ὁ καθένας στὸ σπίτι, ὅποια ὥρα θέλει, καὶ νὰ τρώη μόνος του χωρὶς νὰ ὑπάρχη λόγος.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Δ’ «Οἰκογενειακή Ζωή» -85-

Ἡ ὑπομονὴ στοὺς πόνους.
Ὅταν μᾶς βρίσκη μιὰ ἀρρώστια, καλὰ εἶναι νὰ ἀφηνώμαστε στὸν Χριστὸ ἐν λευκῷ. Νὰ σκεφτώμαστε ὅτι ἡ ψυχή μας ἔχει μεγαλύτερη ἀνάγκη ἀπὸ ὑπομονὴ καὶ δοξολογία στοὺς πόνους παρὰ ἀπὸ ἀτσαλένιο σῶμα μὲ τὸ ὁποῖο μποροῦμε νὰ κάνουμε μεγάλους σωματικοὺς ἀγῶνες, οἱ ὁποῖοι ὅμως ἴσως μᾶς κάνουν νὰ καυχηθοῦμε, χωρὶς νὰ τὸ καταλάβουμε, γιατὶ θὰ νομίσουμε ὅτι μὲ τὸ σπαθί μας θὰ κερδίσουμε τὸν Παράδεισο. Ξέρετε πόσα χρόνια ἔχω ἄλλοτε ὑποφερτὸ πόνο καὶ ἄλλοτε ἀνυπόφορο; Ὁ ὑποφερτὸς εἶναι μιὰ μόνιμη κατάσταση. Πόσα τράβηξα πρῶτα ἀπὸ τὴν βρογχεκτασία καὶ ἔπειτα μὲ τὴν ἐγχείρηση ποὺ ἔκανα! Ἔπειτα ἄρχισαν ἱστορίες μὲ τὰ ἔντερα. Ὕστερα, μισὴ χρονιὰ τὴν πέρασα μὲ τὴν δισκοπάθεια· πονοῦσα πολύ. Δὲν μποροῦσα νὰ κάνω οὔτε τὶς μετάνοιες ποὺ ἔκανα, ἀλλὰ δυσκολευόμουν καὶ νὰ ἐξυπηρετηθῶ, ἐνῶ χρειαζόταν νὰ ὑπηρετήσω καὶ τὸν κόσμο ποὺ ἐρχόταν. Στὴν συνέχεια μοῦ παρουσιάστηκε κάτι σκληρὸ στὴν κοιλιά· μοῦ εἶπαν ὅτι ἦταν κήλη. Ὅταν κουραζόμουν, πονοῦσε καὶ πρηζόταν πολύ. Μιὰ μέρα, παραμονὴ τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος, ἦταν πρησμένο καὶ πονοῦσα. Ἔπρεπε ὅμως νὰ πάω στὴν Σκήτη, στὴν ὁλονυκτία. Εἶπα: «θὰ πάω καὶ ὅ,τι θέλει ἂς γίνη», γιατὶ ἔπρεπε νὰ πάω. Στὴν διάρκεια τῆς ἀγρυπνίας σκέφθηκα νὰ καθήσω λίγο, ἀλλὰ εἶπα «ἂν κατεβάσω ἐγὼ τὸ στασίδι, γιὰ νὰ καθήσω, θὰ τὸ κατεβάσουν ὅλοι», ὁπότε προτίμησα νὰ μὴν καθήσω καθόλου. Μετὰ ἀπὸ δώδεκα ὧρες ποὺ κράτησε ἡ ἀγρυπνία ὑπέθεσα ὅτι θὰ χειροτερέψη πολύ. Ὅταν ἐπέστρεψα στὸ Κελλί μου, δὲν πρόλαβα καλὰ-καλὰ νὰ μπῶ μέσα, χτύπησε τὸ καμπανάκι. «Ἔ, Πάτερ, ἄνοιξε!», ἀκούω κάποιον νὰ φωνάζη. Ἔβαλα τὰ γέλια. «Ἐντάξει, εἶπα, τώρα θὰ πᾶμε συνέχεια». Καὶ πράγματι σὲ λίγο ἦρθαν καὶ ἄλλοι καὶ ἄλλοι. Τὸ βράδυ ποὺ τελείωσα μὲ τὸν κόσμο, εἶδα ὅτι εἶχε ἐξαφανισθῆ τελείως! Τὴν ἄλλη ἡμέρα, ἐνῶ εἶχα ξεκουραστῆ, πάλι παρουσιάστηκε! Ἔπειτα μὲ ἐμπόδιζε καὶ μὲ πονοῦσε, ἀλλὰ καὶ τὸ καμάρωνα κιόλας. Ἀφοῦ ὁ Χριστὸς τὸ ἤξερε, ἤξερε καὶ ὅτι μὲ βοηθάει, γι ̓ αὐτὸ τὸ ἄφηνε. Πέντε χρόνια κράτησε αὐτό. Ξέρεις τί δυσκολία; –Καὶ τότε, Γέροντα, ποὺ εἴχατε πρόβλημα μὲ τὰ πόδια σας;
–Ἐκεῖνοἦταν ἄλλο. Δὲν μποροῦσα νὰ σταθῶ ὄρθιος. Ὅταν ἐρχόταν κόσμος, ζοριζόμουν. Πέρασε ἐκεῖνο, μετὰ ἄρχισε ἡ αἱμορραγία. «Ἑλκώδη κολίτιδα», μοῦ εἶπαν. Ἄλλη ἱστορία... Πᾶνε ἑπτὰ χρόνια μὲ αἱμορραγίες, μὲ πόνους... Ἀλλὰ μὴ στενοχωριέσθε· μόνο νὰ εὔχεσθε γιὰ τὴν ὑγεία τῆς ψυχῆς μου. Ἐγὼ χαίρομαι ποὺ μὲ τίμησε ὁ Θεὸς καὶ μοῦ ἔδωσε αὐτὸ τὸ δῶρο καὶ δὲν θέλω νὰ μοῦ τὸ στερήση. Δόξα τῷ Θεῷ· ὁ Θεὸς τὸ ἐπιτρέπει, γιὰ νὰ βοηθηθῶ κατ ̓ αὐτὸν τὸν τρόπο. Ἔτσι δίνουμε ἐξετάσεις στὴν ὑπομονή. Τώρα αὐτό, ὕστερα τὸ ἄλλο... «Ὑπομονῆς χρείαν ἔχομεν». Γιατί, ἂν ἐμεῖς ποὺ ἔχουμε λίγο φόβο Θεοῦ, δὲν κάνουμε ὑπομονή, τί θὰ κάνουν οἱ κοσμικοί; Ἂν καὶ βλέπω ὅτι πολλοὶ λαϊκοὶ μᾶς ξεπερνοῦν στὴν ἀρετή. Μοῦ ἔλεγαν οἱ γονεῖς μου ὅτι οἱ Φαρασιῶτες, ὅταν ἀρρώσταιναν, δὲν ἔτρεχαν ἀμέσως στὸν ατζεφεντῆ5νὰ τοὺς θεραπεύση. Ὑπέμεναν πρῶτα τοὺς πόνους, ὅσο μποροῦσαν, ἀνάλογα μὲ τὸ φιλότιμο καὶ τὴν ὑπομονή τους, διότι θεωροῦσαν εὐλογία νὰ ὑποφέρουν. «Ἂς βασανίσω κι ἐγώ, ἔλεγαν, λίγο τὴν ψυχή μου γιὰ τὸν Χριστό, ἀφοῦ ὁ Χριστὸς βασανίστηκε πολύ, γιὰ νὰ μὲ σώση». Καί, ὅταν πιὰ ἔβλεπαν ὅτι πήγαιναν πίσω οἱ δουλειές τους καὶ ταλαιπωροῦνταν ἡ οἰκογένειά τους, τότε πήγαιναν στὸν Χατζεφεντῆ νὰ τοὺς θεραπεύση. Βλέπεις τί φιλότιμο εἶχαν! Ὅταν ἐκεῖνοι, ποὺ ἦταν λαϊκοί, σκέφτονταν ἔτσι καὶ ἔκαναν ὑπομονή, ἐγὼ σὰν καλόγερος πῶς πρέπει νὰ σκέφτωμαι; Ὁ Χριστὸς εἶπε: «Ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθε τὰς ψυχὰς ὑμῶν». Βλέπετε, ὁ Θεὸς δὲν εὐχαριστήθηκε τόσο ἀπὸ τὶς ἐλεημοσύνες τοῦ Ἰώβ, ὅταν εἶχε ὅλα τὰ ἀγαθά, ὅσο ἀπὸ τὴν ὑπομονή του τὸν καιρὸ τῆς δοκιμασίας.
–Γέροντα, ὅταν λέτε ὅτι ἕνας ἄρρωστος κάνει ὑπομονὴ στοὺς πόνους, ἐννοεῖτε ὅτι δὲν δείχνει καθόλου ὅτι πονάει;–Στὴν ἐσχάτη ἀνάγκη μπορεῖ νὰ ἀφήση νὰ γίνη στοὺς ἄλλους λίγο ἀντιληπτό. Μπορεῖ νὰ πῆ ὅτι πονάει, ἀλλὰ ὄχι σὲ τί βαθμό. Γιατί, ἂν δὲν τὸ κάνη καθόλου γνωστὸ στοὺς ἄλλους, οἱ ἄλλοι μπορεῖ νὰ σκανδαλίζωνται ἀπὸ κάποια συμπεριφορά του. Ἂν λ.χ. ἕνας μοναχὸς ὑποφέρη ἀπὸ κάτι καὶ δὲν μπορῆ νὰ πάη στὴν Ἀκολουθία, ἴσως νὰ βλαφτῆ κάποιος ποὺ δὲν ἔχει καλοὺς λογισμούς.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Δ’ «Οἰκογενειακή Ζωή» -115-


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου