Γιὰ νὰ γίνη σωστὸς ἀγώνας, πρέπει νὰ γυρίζουμε τὴν ρόδα ἀντίθετα ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ τὴν γυρίζει ὁ διάβολος.
Ἂν μᾶς λέη ὅτι εἴμαστε κάτι, νὰ καλλιεργοῦμε τὴν αὐτομεμψία. Ἂν μᾶς λέη ὅτι δὲν εἴμαστε τίποτε, νὰ λέμε: «Ὁ Θεὸς θὰ μὲ ἐλεήση».
Ἔτσι ἁπλὰ ἂν κινῆται ὁ ἄνθρωπος, μὲ ἐμπιστοσύνη καὶ ἐλπίδα στὸν Θεό, μπαίνει στὴν ζωή του ἡ μετάνοια, ἡ ταπείνωση, καὶ ἀνεβαίνει σὲ πνευματικὰ ὕψη.–Δηλαδή, Γέροντα, ἡ αὐτομεμψία δὲν βοηθάει στὸν πνευματικὸ ἀγώνα;
–Βοηθάει, ἀλλὰ θέλει διάκριση. Μπορεῖ π.χ. νὰ λέη κανεὶς στὸν ἑαυτό του: «Εἶσαι ἀνόητος...». Νὰ τὸ λέη ὅμως μὲ ταπείνωση, γιὰ νὰ κοροϊδέψη τὸν διάβολο, ἀλλὰ καὶ μὲ λεβεντιά, ὄχι μὲ κακομοιριά. Αὐτομεμψία, ὄχι ἀπελπισία.
Σημεῖο πνευματικῆς ὡριμότητος εἶναι νὰ πιστέψω ὅτι δὲν κάνω τίποτε, νὰ ἀπογοητευθῶ μὲ τὴν καλὴ ἔννοια ἀπὸ τὸν ἑαυτό μου, ἀπὸ τὸ ἐγώ μου· νὰ νιώθω πὼς μὲ ὅ,τι κάνω προσθέτω συνέχεια μηδενικὰ καὶ νὰ συνεχίζω τὸν ἀγώνα μου ἐλπίζοντας στὸν Θεό. Τότε ὁ Καλὸς Θεός, ὅταν δῆ τὰ μηδενικὰ τῆς ἀγαθῆς μου προαιρέσεως, θὰ μὲ λυπηθῆ, θὰ προσθέση στὴν ἀρχὴ τὴν μονάδα καὶ θὰ πάρουν ἀξία τὰ μηδενικά μου καὶ θὰ πλουτίσω πνευματικά. Μέσα στὴν ταπεινὴ κατάσταση τῆς ἀπογοητεύσεως ἀπὸ τὸν ἑαυτό μου κρύβεται ἡ καλὴ πνευματικὴ κατάσταση.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Γ’ «Πνευματικὸς Ἀγώνας»-90-
Προσευχή, ὀρθὴ ζωή.
– Γέροντα, ποιά εἶναι ἡ σωστὴ θέση ποὺ πρέπει νὰ πάρη ὁ μοναχὸς στὴν
σημερινὴ δύσκολη κατάσταση;
– Κατ᾿ ἀρχάς, προσευχή, ὀρθὴ ζωή, παράδειγμα, καὶ ὅταν χρειασθῆ καὶ ὅπου
χρειασθῆ, νὰ μιλήση.
– Δηλαδή, πρέπει ὁ μοναχὸς νὰ μιλήση, ὅταν δοθῆ ἀφορμή; – Μά, φυσικά! Ἂν δὲν μιλήση ὁ μοναχός, ποιός θὰ μιλήση; Ὁ μοναχὸς δὲν ἔχει τί νὰ φοβηθῆ. Οἱ ἄλλοι φοβοῦνται, μήπως τοὺς πετάξουν ἀπὸ τὶς θέσεις τους. Ἐμεῖς οἱ ἀφιερωμένοι στὸν Θεό, ἂν δὲν τραβήξουμε μπροστά, ποιός θὰ τραβήξη; Ὁ λογισμὸς μοῦ λέει πὼς δὲν θὰ ἀφήση ὁ Θεός· δὲν θὰ ἀφήση! Θὰ ξεκαθαρίση αὐτὴ ἡ κατάσταση. Τώρα εἶναι σὰν νὰ ὑπάρχη ἕνα μεγάλο δίχτυ ποὺ ἔχει κλείσει μέσα τὰ ψάρια καὶ εἶναι σάπιο.
Πάει μιὰ ἀπὸ ἐδῶ-μιὰ ἀπὸ ἐκεῖ καὶ θὰ σπάση στὸ τέλος. Καὶ δὲν θὰ σπάση, γιατὶ τὰ ψάρια εἶναι μεγάλα, ἀλλὰ γιατὶ ἔχει σαπίσει τὸ δίχτυ.
– Γέροντα, τὰ ψάρια εἶναι οἱ Χριστιανοί;
– Ναί, οἱ Χριστιανοί, καὶ οἱ ἄλλοι εἶναι τὰ χέλια, τὰ φίδια. Ἀλλὰ καὶ ἐμεῖς θὰ δώσουμε λόγο στὸν Θεὸ γι' αὐτὴν τὴν κατάσταση. Ἐγὼ τώρα τὰ λέω ἔξω ἀπὸ τὰ δόντια· δὲν κρατιέμαι ἄλλο!
– Δηλαδή, Γέροντα, τί πρέπει νὰ κάνουμε;
– Πρῶτα νὰ κάνουμε δουλειὰ στὸν ἑαυτό μας.
Γιατὶ ὡς μοναχὸς σκοπὸ ἔχω νὰ διαλύσω τὸ ἀνθρώπινο δικό μου πνεῦμα, νὰ φτιάξω πρῶτα τὸν ἑαυτό μου, γιὰ νὰ γίνω ἄνθρωπος πνευματικός, γιατὶ ἀλλιῶς δὲν ἔχει νόημα ἡ ζωή μου ὡς μοναχοῦ. Ὕστερα νὰ μιλήσουμε μὲ τρόπο, ὅταν χρειάζεται, καὶ ὁ Θεὸς θὰ βοηθήση νὰ φέρουμε θετικὰ ἀποτελέσματα.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Β’ «Πνευματικὴ Ἀφύπνιση» - 187 -
Ἡ ὑπερηφάνεια εἰσχωρεῖ παντοῦ
–Γέροντα, πιὸ πολὺ μὲ βοηθάει νὰ ἔχω λίγη δυσκολία, ὅταν κάνω τὰ πνευματικά μου καθήκοντα. Μπορεῖ ὅμως νὰ ἔχη καὶ αὐτὸ ὑπερηφάνεια;
–Ἔ, ἂν δὲν προσέξη κανείς, καὶ ξαπλωμένος νὰ εἶναι καὶ νὰ μὴν κάνη τίποτε, πάλι μπορεῖ νὰ ὑπερηφανεύεται. Τὸ τραῖνο ἐκτροχιάζεται καὶ ἀπὸ τὰ ἀριστερὰ καὶ ἀπὸ τὰ δεξιά.
Ὁ διάβολος καὶ ἀπὸ ̓δῶ καὶ ἀπὸ ̓κεῖ μᾶς πιάνει. Μὲ ρωτοῦν μερικοί: «Τίνὰ προσέξω, γιὰ νὰ μὴν πέφτω στὴν ὑπερηφάνεια;». Εἶναι σὰν νὰ λένε: «Ἀπὸ ποῦ κινδυνεύω νὰ πέσω; ἀπὸ ̓δῶ ἢ ἀπὸ ̓κεῖ;». Καὶ ἀπὸ ̓δῶ καὶ ἀπὸ ̓κεῖ μπορεῖ νὰ πέσης, καὶ ἀπὸ ἀριστερὰ καὶ ἀπὸ δεξιά, καὶ ἀπὸ τὴν σκάλα καὶ ἀπὸ τὴν καρέκλα καὶ ἀπὸ τὸ σκαμνί. Κάθε στιγμὴ καὶ σὲ κάθε περίπτωση χρειάζεται προσοχή, γιατὶ ἡ ὑπερηφάνεια εἰσχωρεῖ παντοῦ.–Μπορεῖ, Γέροντα, κάποιος νὰ μὴν ἔχη τίποτε καὶ νὰ ὑπερηφανεύεται;–Καμμιὰ φορὰ αὐτὸς μπορεῖ νὰ ἔχη περισσότερη ὑπερηφάνεια. Ὅταν ἤμουν στὴν Μονὴ Στομίου1, στὴν Ἤπειρο, εἶχα μάθει γιὰ ἕναν γέρο τσομπάνο ὅτι ἦταν τελείως ἐγκαταλελειμμένος. Δὲν εἶχε κάνει οἰκογένεια καὶ γύριζε ἐδῶ κι ἐκεῖ. Τελικὰ τὸν συμμάζεψε ἕνας ἄλλος τσομπάνος καὶ τὸν ἔβαλε σὲ μιὰ καλύβα, ὅπου εἶχε τὰ κλαδιὰ γιὰ τὶς κατσίκες. Δὲν τὸν ἄφηνε νὰ ἀνάβη οὔτεφωτιά, γιὰ νὰ ζεσταθῆ, γιατὶ φοβόταν μὴν πιάσουν φωτιὰ τὰ κλαδιά. Ἐκεῖ μέσα στὸ κρύο, σὲ μιὰ γωνιὰ εἶχε δύο σανίδες γιὰ κρεββάτι κι ἕνα στρῶμα. Ὅταν τὸ ἔμαθα, πῆγα νὰ τὸν δῶ. Ἦταν χάλια. Εἶπα μετὰ σὲ μιὰ φτωχὴ γυναίκα: «Πόσα θέλεις, γιὰ νὰ τὸν πλένης λίγο;». «Τίποτε, μοῦ λέει, μόνον τὸ σαπούνι νὰ μοῦ δίνης».
Μιὰ μέρα ποὺ εἶχα πάει, ἦταν μεσημέρι καὶ ἔτρωγε. Μόλις τέλειωσε τὸ φαγητό, μὲ κοιτάζει, γυρίζει τὸ πιάτο ἀνάποδα καὶ λέει μὲ μιὰ ἱκανοποίηση: «Αὐτὸ θὰ πῆ μελό2, καλόγερε, αὐτὸ θὰ πῆ μελό! Ἔχει σκυλιά,γατιὰ ἐδῶ». Δηλαδὴ τὸ ὅτι γύρισε ἀνάποδα τὸ πιάτο, γιὰ νὰ μὴν τὸ γλείφουν τὰ γατιὰ καὶ τὰ σκυλιά, τὸ θεώρησε κατόρθωμα. Λὲς καὶ ἀνέβηκε στὸ διάστημα.
Νά, ὑπερηφάνεια! Τὰ χάλια του εἶχε, καὶ ὅμως τί ὑπερηφάνεια εἶχε!
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -33
1Ὁ Γέροντας μόνασε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Στομίου Κονίτσης ἀπὸ τὸ 1958 μέχρι τὸ 1962.
2Μελό: Μυαλό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου