Η ΤΣΙΓΚΟΥΝΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΡΕΤΗ
Μερικοί, Γέροντα, από την τσιγκουνιά τους μένουν νηστικοί.
-
Μόνον νηστικοί; Ήταν ένας έμπορος πλούσιος που είχε ένα μεγάλο εμπορικό
και έκοβε με τον σουγιά στα τρία εκείνα τα σπίρτα τα πλακέ!
Μια άλλη πολύ πλούσια είχε ένα θειαφοκέρι. Κρατούσε κάρβουνα και έπαιρνε με το θειαφοκέρι από τα κάρβουνα να ανάψει την φωτιά, για να μην ξοδέψει κανένα σπίρτο. Και είχε σπίτια, κτήματα, μεγάλη περιουσία.
Δεν λέω να είναι κανείς σπάταλος, αλλά τουλάχιστον, όταν κάποιος είναι σπάταλος, αν του ζήτησεις κάτι, εύκολα θα σου το δώσει. Αν είναι τσιγκούνης, θα λυπάται να σου το δώσει.
Ήταν μια φορά δυο νοικοκυρές και συζητούσαν στην γειτονιά για σαλάτες, για ξίδια και πάνω στην συζήτηση είπε η μία: «Έχω πολύ καλό ξίδι».
Μια φορά χρειάσθηκε η άλλη η φουκαριάρα λίγο ξίδι και πήγε να της ζητήσει. «Άκου εδώ, της λέει εκείνη, εγώ, αν το έδινα, δεν θα είχα ξίδι επτά χρόνων!».
Καλά είναι και να κάνει οικονομία κανείς και να δίνει.
Οικονόμος δεν θα πει τσιγκούνης.
Ο πατέρας μου χρήματα δεν κρατούσε. Στα Φάρασα δεν είχαν ξενοδοχείο - το σπίτι μας ήταν σαν ξενοδοχείο. Όποιος ερχόταν στο χωριό, στον πρόεδρο θα πήγαινε να μείνει. Θα έτρωγε, θα του έπλεναν τα πόδια, θα του έδιναν και κάλτσες καθαρές.
Τώρα, βλέπω ότι και σε μερικά προσκυνήματα έχουν αποθήκες ολόκληρες με κανδήλια και δεν λένε: «Έχουμε, μη μας δίνετε άλλα».
Αυτά ούτε μπορούν να τα χρησιμοποιήσουν ούτε να τα πουλήσουν, αλλά ούτε και τα δίνουν.
Μια άλλη πολύ πλούσια είχε ένα θειαφοκέρι. Κρατούσε κάρβουνα και έπαιρνε με το θειαφοκέρι από τα κάρβουνα να ανάψει την φωτιά, για να μην ξοδέψει κανένα σπίρτο. Και είχε σπίτια, κτήματα, μεγάλη περιουσία.
Δεν λέω να είναι κανείς σπάταλος, αλλά τουλάχιστον, όταν κάποιος είναι σπάταλος, αν του ζήτησεις κάτι, εύκολα θα σου το δώσει. Αν είναι τσιγκούνης, θα λυπάται να σου το δώσει.
Ήταν μια φορά δυο νοικοκυρές και συζητούσαν στην γειτονιά για σαλάτες, για ξίδια και πάνω στην συζήτηση είπε η μία: «Έχω πολύ καλό ξίδι».
Μια φορά χρειάσθηκε η άλλη η φουκαριάρα λίγο ξίδι και πήγε να της ζητήσει. «Άκου εδώ, της λέει εκείνη, εγώ, αν το έδινα, δεν θα είχα ξίδι επτά χρόνων!».
Καλά είναι και να κάνει οικονομία κανείς και να δίνει.
Οικονόμος δεν θα πει τσιγκούνης.
Ο πατέρας μου χρήματα δεν κρατούσε. Στα Φάρασα δεν είχαν ξενοδοχείο - το σπίτι μας ήταν σαν ξενοδοχείο. Όποιος ερχόταν στο χωριό, στον πρόεδρο θα πήγαινε να μείνει. Θα έτρωγε, θα του έπλεναν τα πόδια, θα του έδιναν και κάλτσες καθαρές.
Τώρα, βλέπω ότι και σε μερικά προσκυνήματα έχουν αποθήκες ολόκληρες με κανδήλια και δεν λένε: «Έχουμε, μη μας δίνετε άλλα».
Αυτά ούτε μπορούν να τα χρησιμοποιήσουν ούτε να τα πουλήσουν, αλλά ούτε και τα δίνουν.
Όταν
αρχίσει να μαζεύει κανείς, δένεται και δεν μπορεί να δώσει. Αν όμως
αρχίσει να μη μαζεύει πράγματα και τα δίνει, τότε θα μαζευτεί η καρδιά
στον Χριστό, χωρίς να το καταλάβει.
Μια χήρα να μην έχει χρήματα να αγοράσει έναν πήχη ύφασμα να ντύσει τα παιδιά της, και εγώ να μαζεύω! Πώς να το ανεχθώ αυτό;
Στο Καλύβι δεν έχω ούτε πιάτα ούτε κατσαρόλια, τενεκεδάκια έχω.
Προτιμώ ένα πεντακοσάρικο να το δώσω σε έναν φοιτητή, να πάει από το ένα μοναστήρι στο άλλο, παρά να πάρω κάτι για μένα.
Αν δεν μαζεύεις, έχεις ευλογία από τον Θεό.
Μια χήρα να μην έχει χρήματα να αγοράσει έναν πήχη ύφασμα να ντύσει τα παιδιά της, και εγώ να μαζεύω! Πώς να το ανεχθώ αυτό;
Στο Καλύβι δεν έχω ούτε πιάτα ούτε κατσαρόλια, τενεκεδάκια έχω.
Προτιμώ ένα πεντακοσάρικο να το δώσω σε έναν φοιτητή, να πάει από το ένα μοναστήρι στο άλλο, παρά να πάρω κάτι για μένα.
Αν δεν μαζεύεις, έχεις ευλογία από τον Θεό.
Όταν δίνεις κάτι για ευλογία, παίρνεις ευλογία.
Η ευλογία γεννάει ευλογία!
Πηγή:ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, ΛΟΓΟΙ Β
Πηγή:ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, ΛΟΓΟΙ Β
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου