Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2020




Γέροντα, διάβασα σὲ σχόλια κάποιου πατερικοῦ βιβλίου ὅτι ὁ ἄνθρωπος, ὅταν κάνη κάποια ἁμαρτία, πρέπει νὰ τιμωρηθῆ, γιὰ νὰ πληρώση γιὰ τὸ κακὸ ποὺ ἔκανε.
–Ὄχι, δὲν εἶναι ἔτσι.
Ὁ ἄνθρωπος, ἂν μετανοιώση, δὲν τιμωρεῖται· τὸν ἐλεεῖ ὁ Χριστός. Χρειάζεται πολλὴ προσοχὴ στὰ σχόλια, γιατὶ μπορεῖ ἕνας σχολιαστὴς νὰ εἶναι ἀρκετὰ καλός, ἀλλὰ καμμιὰ φορὰ νὰ κάνη λανθασμένες ἑρμηνεῖες. Ἂν κανεὶς δὲν εἶναι σίγουρος ὅτι ὁ σχολιαστὴς εἶναι καλός, καλύτερα ἂς διαβάση μόνον τὸ κείμενο. Καὶ σ ̓ ἐμένα εἶπε κάποιος ὅτι τὸν Προφήτη Ἠσαΐα τὸν πριόνισαν, γιατὶ ἔπρεπε νὰ πριονισθῆ γιὰ τὶς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου.
Ἐνῶ ὁ ἴδιος παρακάλεσε τὸν Θεὸ νὰ πριονισθῆ γιὰ τὶς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου καὶ ὁ Θεὸς ὑπέκυψε στὴν πολλὴ ἀγάπη ποὺ εἶχε γιὰ τὸν λαό.
Ἀλλὰ γιὰ κάθε πριονιὰ ὁ Θεὸς θὰ τοῦ δώση καὶ ἕνα στεφάνι. Εἶναι ἀπαραίτητο νὰ ξέρη κανεὶς μερικὰ πράγματα, γιὰ νὰ καταλάβη κάποια ἄλλα. Ὁ ἀββᾶς Ποιμήν, γιὰ τὸν ὁποῖο ἀνέφερα προηγουμένως, μποροῦσε νὰ καταλάβη τὸν Προφήτη Ἠσαΐα –ἂν καὶ ἡ περίπτωση τοῦ ἑνὸς διέφερε ἀπὸ τοῦ ἄλλου, γιατὶ στὴν περίπτωση τοῦ Προφήτη Ἠσαΐα ὑπῆρχε ἡ θυσία γιὰ τὸν κόσμο.
–Ἔχουμε, Γέροντα, καὶ στὴν ἐποχή μας τέτοια περιστατικά;
–Ναί, βέβαια.
Θυμᾶμαι κάποιο γεγονὸς ποὺ συνέβη, ὅταν ἤμουν στὴν Μονὴ Φιλοθέου. Κάποιος μοναχός, ὅταν ἦταν στὸν κόσμο, εἶχε κάψει ἕναν Τοῦρκο στὸν φοῦρνο, ἐπειδὴ εἶχε σφάξει τὸν πατέρατου.
Μετὰ μετανόησε, ἦρθε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἔγινε μοναχὸς καὶ εἶχε βάλει μιὰ καλὴ σειρά. Μέρα-νύχτα ὅμως παρακαλοῦσε τὸν Θεὸ νὰ ἐπιτρέψη νὰ καῆ καὶ ὁ ἴδιος.
Μιὰ φορὰ ἔπιασε πυρκαγιὰ στὸ Μοναστήρι. Ἐγὼ τότε ἤμουν δοχειάρης.
Ἑτοίμασα δοχεῖα μὲ νερὸ καὶ τρέξαμε ὅλοι καὶ σβήσαμε τὴν φωτιά. Τελικὰ αὐτὸν τὸν μοναχὸ τὸν βρήκαμε καμένο. Θὰ μοῦ μείνη ἀλησμόνητη ἡ σκηνή...
Τί εἶχε γίνει;
Αὐτὸς τότε ἦταν ὀγδόντα πέντε χρονῶν καὶ τὸν διακονοῦσε ἕνας μοναχὸς ποὺ ἦταν ἑβδομῆντα πέντε. Ἐκείνη τὴν ἡμέρα, γιὰ νὰ τὸν ἀνακουφίση λίγο ἀπὸ τοὺς πόνους τῶν ρευματισμῶν, τοῦ ἔτριψε τὰ πόδια του μὲ πετρέλαιο καὶ τὸν κουκούλωσε κοντὰ στὸ τζάκι. Πετάχθηκε ὅμως μιὰ σκανδαλήθρα ἀπὸ τὰ ξύλα τῆς καστανιᾶς, πῆρε φωτιά, κάηκε ἐκεῖνος καὶ ἔπιασε φωτιὰ καὶ ὅλο τὸ μοναστήρι. Ἐγὼ στενοχωρήθηκα πολὺ γιὰ τὸ γεγονός· δὲν μποροῦσα νὰ ἡσυχάσω! Ὕστερα μοῦ εἶπε ὁ Πνευματικός: «Μὴ στενοχωριέσαι· αὐτὸς ζητοῦσε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ καῆ, γιὰ νὰ ἐξιλεωθῆ· αὐτὸ ἦταν δῶρο Θεοῦ»
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Δ’ «Οἰκογενειακή Ζωή» -132-


Νὰ σκέφτεσθε ὅτι δὲν ἔχουμε τίποτε δικό μας. Ὅλα ὁ Θεὸς μᾶς τὰ ἔχει δώσει.
Ὅλα ὅσα ἔχουμε εἶναι τοῦ Θεοῦ. Μόνον οἱ ἁμαρτίες εἶναι δικές μας. Ἂν δὲν ταπεινωνώμαστε, θὰ λειτουργοῦν σ ̓ ἐμᾶς συνεχῶς οἱ πνευματικοὶ νόμοι, μέχρις ὅτου καμφθῆ ὁ ἐγωισμός μας. Ὁ Θεὸς νὰ δώση νὰ γίνη αὐτό, πρὶν μᾶς βρῆ ὁ θάνατος.
–Μπορεῖ, Γέροντα, ὁ ἄνθρωπος νὰ μὴν καταλάβη ὅτι ἔχουν λειτουργήσει οἱ πνευματικοὶ νόμοι;
–Ἂν δὲν παρακολουθῆ κανεὶς τὸν ἑαυτό του, τίποτε δὲν καταλαβαίνει καὶ ἀπὸ τίποτε δὲν βοηθιέται, οὔτε ὠφελεῖται. –Δηλαδή,
Γέροντα, οἱ πνευματικοὶ νόμοι παύουν νὰ λειτουργοῦν, μόνον ὅταν ταπεινωθῆ ὁ ἄνθρωπος;
–Ναί, κυρίως μὲ τὴν ταπείνωση ἤ, ὅταν ἔχη κανεὶς τὸ ἀκαταλόγιστο. Νὰ σοῦ πῶ ἕνα παράδειγμα: Μιὰ γυναίκα ἔδερνε συνέχεια τὸν ἄνδρα τηςκαὶ αὐτὸς δὲν μιλοῦσε, γιὰ νὰ μὴ χάση τὴν ἀξιοπρέπειά του, γιατὶ ἦταν καὶ δάσκαλος. Λειτουργοῦσαν ὅμως σ ̓ αὐτὸν οἱ πνευματικοὶ νόμοι. Εἶχε ὀρφανέψει μικρὸς ἀπὸ πατέρα καὶ ἡ χήρα μάνα του μὲ μιὰ σύνταξη προσπαθοῦσε νὰ τὸν σπουδάση, νὰ τὸν κάνη δάσκαλο, καὶαὐτὸς τὴν ἔδερνε!
Τί εἶχε τραβήξει ἡ φουκαριάρα ἡ μάνα του! Ὁπότε ἐπέτρεψε ὁ Θεὸς νὰ τὸν δέρνη ἡ γυναίκα του, γιὰ νὰ ἐξοφλήση. Ὕστερα τί γίνεται;
Πεθαίνει αὐτός, καὶ ὁ γιός του ἔδερνε τὴν μάνα του. Ξόφλησε ἔτσι καὶ αὐτή. Παντρεύεται ὁ γιὸς καὶ παίρνει μιὰἐλαφρούτσικη, ποὺ τὸν ἔδερνε καὶ ἔψελνε τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη»!
Πῶς οἰκονόμησε ὁ Θεός, γιὰ νὰ ἐξοφλήση καὶ αὐτός! Ἐδῶ ὅμως σταμάτησαν νὰ λειτουργοῦν οἱ πνευματικοὶ νόμοι, γιατὶ αὐτὴ εἶχε τὸ ἀκαταλόγιστο.
Ἡ ταλαιπωρία σ ̓ αὐτὴν τὴν ζωὴ τρώει τὴν κόλαση, λέει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ7.
Δηλαδή, ὅταν λειτουργοῦν σὲ κάποιον οἱ πνευματικοὶ νόμοι, ἀφαιρεῖται ἕνα μέρος ἀπὸ τὰβάσανα τῆς κολάσεως.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Δ’ «Οἰκογενειακή Ζωή» -134-
7.Ἀββᾶ Ἰσαὰκ τοῦ Σύρου, Οἱ Ἀσκητικοὶ Λόγοι, Λόγος ΝΕ´, ἔκδ. «Ἀστήρ», Ἀθῆναι 1961, σ. 193.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου