Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2020



Τὰ σημεῖα τῶν καιρῶν1.
Ὁ Ἀντίχριστος
Γέροντα, πέστε μας κάτι γιὰ τὸν Ἀντίχριστο.
– Ἂς ποῦμε μιὰ φορὰ γιὰ τὸν Χριστό...
Ὅσο μποροῦμε νὰ εἴμαστε κοντὰ στὸν Χριστό. Ἂν εἴμαστε μὲ τὸν Χριστό, τὸν Ἀντίχριστο θὰ φοβηθοῦμε; Μήπως τὸ ἀντίχριστο πνεῦμα δὲν ὑπάρχει τώρα; Τὸ κακὸ οὕτως ἢ ἄλλως τὸ κάνει τὸ ἀντίχριστο πνεῦμα. Καὶ ἂν γεννηθῆ καὶ ἕνα ἀντίχριστο τέρας καὶ κάνη μερικὰ μπανταλά, θὰ γελοιοποιηθῆ στὸ τέλος. Θὰ συμβοῦν ὅμως γεγονότα πολλά. Ἴσως προλάβετε νὰ ζήσετε καὶ ἐσεῖς πολλὰ ἀπὸ τὰ σημεῖα ποὺ γράφει ἡ Ἀποκάλυψη. Σιγὰ‐σιγὰ ἀρκετὰ ἀρχίζουν νὰ βγαίνουν. Φωνάζω ὁ ταλαίπωρος πρὶν ἀπὸ πόσα χρόνια! Εἶναι φοβερή,ἐξωφρενικὴ ἡ κατάσταση! Ἡ παλαβομάρα ἔχει ξεπεράσει τὰ ὅρια. Ἦρθε ἡ ἀποστασία καὶ μένει τώρα νὰ ἔρθη «ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας». Θὰ γίνη τρελλοκομεῖο. Μέσα στὴν ἀναμπουμπούλα ποὺ θὰ ἐπικρατῆ, θὰ ξεσηκωθῆ κάθε κράτος νὰ κάνη ὅ,τι τοῦ λέει ὁ λογισμός. Ὁ Θεὸς νὰ βάλη τὸ χέρι Του, τὰ συμφέροντα τῶν μεγάλων νὰ εἶναι τέτοια,ποὺ νὰ μᾶς βοηθήσουν. Κάθε λίγο θὰ ἀκοῦμε κάτι καινούργιο. Θὰ βλέπουμε νὰ γίνωνται τὰ πιὸ ἀπίθανα, τὰ πιὸ παράλογα πράγματα. Μόνον ποὺ τὰ γεγονότα θὰ περνᾶνε τάκα‐τάκα.Οἰκουμενισμός, κοινὴ ἀγορά, ἕνα κράτος μεγάλο, μιὰ θρησκεία στὰ μέτρα τους.Αὐτὰ εἶναι σχέδια διαβόλων. Οἱ Σιωνιστὲς ἑτοιμάζουν κάποιον γιὰ Μεσσία. Γιʹ αὐτοὺς ὁ Μεσσίας εἶναι βασιλιάς, δηλαδὴ θὰ κυβερνήση ἐδῶ στὴν γῆ. Οἱ Ἰεχωβάδες καὶ αὐτοὶ ἀποβλέπουν σὲ ἕναν βασιλιὰ ἐπίγειο. Θὰ παρουσιάσουν οἱ Σιωνιστὲς ἕναν, καὶ οἱ Ἰεχωβάδες θὰ τὸν δεχθοῦν. Θὰ ποῦν «αὐτὸς εἶναι». Θὰ γίνη μεγάλη σύγχυση. Μέσα στὴν σύγχυση αὐτὴ ὅλοι θὰ ζητοῦν ἕναν Μεσσία, γιὰ νὰ τοὺς σώση. Καὶ τότε θὰ παρουσιάσουν κάποιον ποὺ θὰ πῆ:«Ἐγὼ εἶμαι ὁ Ἰμάμης, ἐγὼ εἶμαι ὁ πέμπτος Βούδδας, ἐγὼ εἶμαι ὁ Χριστὸς ποὺ περιμένουν οἱ Χριστιανοί, ἐγὼ εἶμαι αὐτὸς ποὺ περιμένουν οἱ Ἰεχωβάδες, ἐγὼ εἶμαι ὁ Μεσσίας τῶν Ἑβραίων». Πέντε «ἐγὼ» θὰ ἔχη!...Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, ὅταν λέη στὴν πρώτη ἐπιστολὴ «Παιδία,...ὅτι ὁ ἀντίχριστος ἔρχεται, καὶ νῦν ἀντίχριστοι πολλοὶ γεγόνασιν...», δὲν ἐννοεῖ ὅτι καὶ ὁ ἀναμενόμενος Ἀντίχριστος θὰ εἶναι σὰν τοὺς διῶκτες Μαξιμιανοὺς καὶ Διοκλητιανούς, ἀλλὰ ὅτι ὁ Ἀντίχριστος θὰ εἶναι ὁ ἀναμενόμενος κατὰ κάποιον τρόπο ἐνσαρκωμένος διάβολος, ποὺ θὰ παρουσιασθῆ στὸν ἰσραηλιτικὸ λαὸ ὡς Μεσσίας καὶ θὰ πλανήση τὸν κόσμο. Ἔρχονται δύσκολα χρόνια· θὰ ἔχουμε δοκιμασίες μεγάλες.Θὰ ἔχουν μεγάλο διωγμὸ οἱ Χριστιανοί. Καὶ βλέπεις, οἱ ἄνθρωποι οὔτε κἂν καταλαβαίνουν ὅτι ζοῦμε στὰ σημεῖα τῶν καιρῶν, ὅτι προχωρεῖ τὸ σφράγισμα. Εἶναι σὰν νὰ μὴ συμβαίνη τίποτε. Γι ̓ αὐτὸ λέει ἡ Γραφὴ ὅτι θὰ πλανηθοῦν καὶ οἱ ἐκλεκτοί4.Ὅσοι δὲν θὰ ἔχουν καλὴ διάθεση, δὲν θὰ φωτισθοῦν καὶ θὰ πλανηθοῦν στὰ χρόνια τῆς ἀποστασίας. Γιατί, ὅποιος δὲν ἔχει τὴν θεία Χάρη, δὲν ἔχει πνευματικὴ διαύγεια,ὅπως καὶ ὁ διάβολο.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Β’«Πνευματικὴ Ἀφύπνιση» ‐ 99 ‐
1Ὅσα ἀναφέρονται σ ̓ αὐτὸ τὸ κεφάλαιο ἔχουν εἰπωθῆ ἢ γραφῆ στὴν διάρκεια τῶν ἐτῶν 1981‐1994.


Γέροντα, δηλαδὴ πόσο πρέπει νὰ δίνη κανείς;
– Νὰ δίνη τόσο, ποὺ νὰ μὴν τὸν πειράζη ἡ συνείδησή του. Χρειάζεται διάκριση.Νὰ μὴ δίνη ἑκατὸ καὶ μετὰ στενοχωριέται ποὺ δὲν ἔδωσε πενῆντα. Πολλὴ προσοχὴ χρειάζεται, ὅταν κανεὶς ἔχη ἀγάπη μὲ πολὺ ἐνθουσιασμό. Καλὸ εἶναι νὰ φρενάρη τότε λίγο τὴν ἀγάπη του καὶ τὸν ἐνθουσιασμό του, γιὰ νὰ μὴ μετανοῆ ποὺ ἔδωσε πολλὰ σὲ ἕναν δυστυχισμένο, ἐνῶ ἔπρεπε λιγώτερα, καὶ ἔμεινε μὲ ἄδεια χέρια ὁ ἴδιος.Σιγὰ‐σιγὰ θὰ ἀποκτήση πεῖρα καὶ θὰ δίνη ἀνάλογα μὲ τὴν αὐταπάρνηση ποὺ ἔχει.
– Γέροντα, ὅταν ὁ ἄλλος ζητᾶ πράγματα παράλογα, νὰ τοῦ τὰ δίνουμε;
Ἐκεῖ χρειάζεται διάκριση καὶ ξανὰ διάκριση. Ὅταν ἕνας σοῦ ζητᾶ πράγματα,γιὰ νὰ τὰ καμαρώνη, δῶσ ̓ τα. Βλέπεις, ὁ Χριστὸς δὲν εἶπε στὸν Ἰούδα «τί Ἀπόστολος εἶσαι σύ; κόψε τὴν φιλαργυρία σου», ἀλλὰ τοῦ ἔδωσε καὶ τὸ ταμεῖο. Ἐὰν ὅμως ἕνας σοῦ ζητᾶ π.χ. ἕνα κουτὶ μαρμελάδα ποὺ ἔχεις, καὶ ἐσὺ ξέρης ὅτι αὐτὸς ἔχει ἕνα κιούπι γεμάτο, ἐνῶ κάποιος ἄλλος δὲν ἔχει καθόλου καὶ ἔχει ἀνάγκη, τότε πὲς σ ̓ αὐτὸν ποὺ ἔχει καὶ ζητάει καὶ ἄλλο:«Ἂν θέλης, ἀδελφέ, δῶσε καὶ ἐσὺ λίγο ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ἔχεις στὸν τάδε». Ἂν δὲν ὑπάρχη κάποιος ποὺ νὰ μὴν ἔχη, τότε δῶσ ̓ το, χωρὶς νὰ τοῦ πῆς τίποτε, μιὰ ποὺ σοῦ τὸ ζήτησε. Μπορεῖ ἀπὸ αὐτὸ τὸ δόσιμο, ἂν ὑπάρχη μιὰ χορδὴ εὐαισθησίας μέσα του, νὰ συγκινηθῆ καὶ νὰ διορθωθῆ.
Σʹ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις δηλαδὴ συμβαίνει αὐτὸ ποὺ ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος:
«Ὅταν ὁ ἐχθρός σου σοῦ κάνη κακὸ καὶ ἐσὺ τοῦ κάνης καλωσύνη, κάρβουνα ἀναμμένα συσσωρεύεις στὸ κεφάλι του». Αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι τὸν καῖς, ἀλλά, ὅταν τοῦ κάνης καλωσύνη, τότε ἀρχίζει νὰ δουλεύη μέσα του ἡ ἀγάπη ποὺ εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ ἐνεργεῖ ἡ θεία Χάρις. Μετὰ ἀλλοιώνεται ὁ ἄνθρωπος, γιατὶ τὸν πειράζει ἡ συνείδηση, καίγεται δηλαδὴ ἀπὸ τὴν συνείδησή του. Δὲν εἶναι ὅμως σωστὸ νὰ κάνης τὸ καλό, γιὰ νὰ ἐλεγχθῆ ὁ ἄλλος καὶ νὰ συνετισθῆ, γιατὶ καὶ αὐτὸ ἀποδυναμώνει τὸ καλό, ἀλλὰ νὰ τὸ κάνης μὲ ἀγάπη.
Ὅταν τὸν ἐκδικῆσαι μὲ τὸ καλό, ἀλλοιώνεται μὲ τὴν καλὴ ἔννοια καὶ διορθώνεται.Ἦταν ἕνας μέθυσος στὴν Κόνιτσα, ποὺ εἶχε καὶ οἰκογένεια, καὶ τοῦ ἔδινα κάτι.
Εἶχαν μάθει μερικοὶ ὅτι τὸν βοηθοῦσα τὸν καημένο, γιατὶ καὶ ὁ ἴδιος τὸ ἔλεγε, καὶ μοῦ εἶπαν:«Μὴν τοῦ δίνης· αὐτὸς πίνει». Ἐκεῖνος μοῦ ἔλεγε «δῶσʹ μου γιὰ τὰ παιδιά μου»,καὶ ἐγώ, ὅταν τοῦ ἔδινα, τοῦ ἔλεγα:«Πάρε αὐτὰ γιὰ τὰ παιδιά σου». Ἤξερα ὅτι πίνει,ἀλλὰ ἤξερα ὅτι αὐτὸς ὁ λόγος θὰ τὸν βοηθήση λίγο· θὰ πηγαίνη νὰ πίνη, ἀλλὰ θὰ σκέφτεται καὶ λίγο τὰ παιδιά του. Ἂν δὲν τοῦ ἔδινα, θὰ βασάνιζε τὴν γυναίκα του,γιατὶ θὰ τῆς ἔπαιρνε ἀπὸ τὰ χρήματα ποὺ ἔβγαζε ἐκείνη – πήγαινε ἡ καημένη καὶ ξενοδούλευε – καὶ θὰ ἔπινε, καὶ τὰ παιδιά του θὰ δυστυχοῦσαν πιὸ πολύ. Ὅταν ὅμως τοῦ ἔλεγα «πάρε γιὰ τὰ παιδιά σου», θυμόταν καὶ λίγο τὰ παιδιά του. Κατάλαβες; Τὸν πονοῦσα, καὶ αὐτὸ ἦταν πολὺ αἰσθητό· δούλευε μέσα του. Πολλοὶ ἔχουν βοηθηθῆ ἔτσι. Μερικοί, ἐπειδὴ τοὺς πείραζε ὕστερα ἡ συνείδηση, ἔστελναν τὰ χρήματα πίσω.Ἐμεῖς μὲ τὴν λογική μας δὲν ἀφήνουμε τὸν Χριστὸ νὰ δουλέψη. Μάθετε τὸ σωστὸ Εὐαγγέλιο τώρα, ἂν θέλετε νὰ γίνετε ἄνθρωποι «Εὐαγγελικοί», ὄχι Προτεστάντες!

Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Β’«Πνευματικὴ Ἀφύπνιση» ‐ 96 ‐


Ἡ εὐχή: «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησόν με»
Τὸ φοβερὸ ὅπλο κατὰ τοῦ διαβόλου
–Γέροντα, αἰσθάνομαι ἀδύναμη νὰ ἀντιμετωπίσω ὁποιονδήποτε πειρασμὸ καὶ δυσκολία.
–Δὲν λὲς τὴν εὐχή; Ὅπως τὰ καράβια ποὺ κινδυνεύουν ἐκπέμπουν S.Ο.S., ἔτσι κι ἐσὺ νὰ λὲς συνεχῶς: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με», καὶ θὰ λαμβάνης βοήθεια. Ἐμένα, μιὰ φορά, ὁ πειρασμὸς θὰ μὲ ἔρριχνε στὸν γκρεμό, ἂν δὲν ἔλεγα τὴν εὐχή· ἡ εὐχὴ μὲ ἔσωσε.
Ὅταν ἤμουν στὴν Ἱερὰ Μονὴ Στομίου, ἕνα βράδυ εἶχα πάει σὲ μιὰ σπηλιὰ ποὺ βρισκόταν σὲ ἕνα ἐπικίνδυνο καὶ ἀπότομο μέρος. Ἦταν πολὺ μικρή· μόλις ποὺ χωροῦσα καθιστός. Εἶχα βάλει μερικὲς πέτρες ἔξω ἀπὸ τὸ ἄνοιγμά της, γιατὶ κάτω ἦταν γκρεμός. Ὅλη τὴν νύχτα ἔλεγα τὴν εὐχή «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησόν με» .
Τὰ χαράματα, μέσα στὴν ἡσυχία, ἀκούστηκε ξαφνικὰ ἕνα τρομακτικὸ «κικιρίκου» καὶ ἕνα δυνατὸ χτύπημα φτερῶν ἀκριβῶς δίπλα μου. Ξαφνιάστηκα. «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ», φώναξα καὶ πετάχτηκα ἔξω. Λίγο ἔλειψε νὰ πέσω στὸν γκρεμό. Ἀμέσως ὅμως κατάλαβα ὅτι ἦταν ὁ πειρασμὸς καὶ συνέχισα τὴν εὐχή, ἐνῶ τὰ αὐτιά μου βούιζαν ἀπὸ τὸν θόρυβο.
–Γέροντα, ὅταν κανεὶς λέη τὴν εὐχὴ «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησόν με»
μόνο μὲ τὸ στόμα, χωρὶς νὰ συμμετέχη ὁ νοῦς, αὐτὸ βοηθάει;
–Βοηθάει καὶ αὐτό.
Δὲν διώχνει βέβαια τὸν ἐχθρό, ἀλλά, μὲ τὶς ριπὲς ποὺ τοῦ ρίχνει, τὸν καθηλώνει ἐκεῖ ποὺ βρίσκεται. Ἡ εὐχὴ ἔχει μεγάλη δύναμη· εἶναι φοβερὸ ὅπλο κατὰ τοῦ διαβόλου. Εἶναι σὰν νὰ πυροβολῆς τὸν διάβολο μὲ σφαῖρες πνευματικὲς καὶ δὲν μπορεῖ νὰ πλησιάση. Μιὰ φορὰ ἕνας δόκιμος μοναχός112, ποὺ ἔμενε στὴν Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης, ἔλεγε τὴν εὐχή, καὶ ὁ διάβολος τὸν κορόιδευε καὶ τοῦ ἔκανε συνέχεια «μμμ...». Ὕστερα ἄκουσε τὸν διάβολο νὰ φωνάζη: «Στὴν Σκήτη τῆς Γριᾶς113δὲν μ’ ἀφήνουν οἱ καλόγεροι νὰ πλησιάσω».

Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ ΣΤ’ «Περί Προσευχής» -82-
112.Πρόκειται γιὰ τὸν ἴδιο τὸν Γέροντα Παΐσιο.
113.Ἐννοεῖ τὴν Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης.


Γιὰ τὴν κάθαρση τῆς καρδιᾶς χρειάζεται εὐχὴ «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησόν με» καὶ ἀγώνας.
–Γέροντα, πῶς καθαρίζει ἡ καρδιά;
–Μὲ τὴν ταπείνωση, τὴν ἀνεξικακία, τὴν θυσία, τὴν ἀνιδιοτέλεια, τὴν ἐξαγόρευση, τὴν ἄσκηση, τὴν προσευχή, καὶ προπαντὸς μὲ τὴν εὐχή, καθαρίζει ἡ καρδιά.
Ἡ εὐχὴ πετάει ὅλη τὴν σαβούρα ποὺ ἔχει ἡ καρδιά
.–Μπορεῖ, Γέροντα, μόνο μὲ τὴν εὐχὴ νὰ καθαρίση ἡ καρδιά;
–Ὄχι, δὲν γίνεται ἡ κάθαρση μόνο μὲ τὴν εὐχή, ἂν παράλληλα δὲν ὑπάρχη ταπείνωση καὶ δὲν γίνεται ὁ ἀνάλογος ἀγώνας. Ἂν προσεύχεσαι καὶ δὲν προσπαθῆς νὰ τηρήσης καὶ τὰ ἄλλα ποὺ εἶπα, τότε χαμένος κόπος.
Ἤ, ἂν τηρῆς ἐκεῖνα καὶ παραμελῆς τὴν προσευχή, πάλι χαμένος κόπος.
Ἀγωνίζεσαι καὶ συγχρόνως .

Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ ΣΤ’ «Περί Προσευχής» -82-


Γέροντα, ποιά είναι η πνευματική υγεία;
- Υγεία πνευματική ίσον αγνοί λογισμοί, φωτισμένος νους και εξαγνισμένη καρδιά που φιλοξενεί συνέχεια τον Χριστό και την Παναγία. Η πολλή προσοχή με την παρακολούθηση του εαυτού μας και την προσευχή βοηθούν πολύ θετικά να αποκτήσουμε την υγεία της ψυχής.
Η προσευχή είναι απαραίτητη για τον εξαγνισμό της ψυχής και η σύνεση για την διατήρηση της καλής πνευματικής καταστάσεως.
Η ζωή βέβαια δεν είναι κατασκήνωση∙ έχει χαρές , έχει όμως και λύπες. Πριν από την Ανάσταση προηγείται η Σταύρωση. Τα χτυπήματα των δοκιμασιών είναι απαραίτητα για την σωτηρία της ψυχής μας ,γιατί αυτά λαμπικάρουν την ψυχή. Όπως συμβαίνει και με τα ρούχα∙ όσο τα τρίβουμε , όταν τα πλένουμε, τόσο καλύτερα καθαρίζουν.
Το ίδιο και με το χταπόδι∙ όσο το χτυπάμε, τόσο περισσότερο αυτό καθαρίζει και μεγαλώνει. Και το ψάρι φαίνεται ωραίο, όταν πλέη στη θάλασσα και είναι ζωντανό, ακόμη και όταν είναι στη αγορά με τα λέπια και τα εντόσθιά του, αλλά γίνεται χρήσιμο ,μόνο όταν καθαρισθή – ασχημήνη εξωτερικά- και μετά ψηθή.
Έτσι και ο άνθρωπος ,όταν αποβάλη καθετί κοσμικό, ενώ εξωτερικά φαίνεται ότι χάνει την ζωή, την κοσμική ζωντάνια- τα λέπια- , αδειάζει ό,τι άχρηστο έχει μέσα του, «ψήνεται» και τότε γίνεται χρήσιμος.

Γέροντος Παϊσίου, Αγιορείτου .


Ἡ ἐλεημοσύνη πολὺ βοηθάει τοὺς κεκοιμημένους.
Ὁ πλοῦτος φέρνει τὴν καταστροφὴ στὸν ἄνθρωπο, ὅταν δὲν διανέμεται στοὺς φτωχοὺς γιὰ τὴν ψυχή μας καὶ γιὰ τὶς ψυχὲς τῶν πεθαμένων μας. Ἡ ἐλεημοσύνη στοὺς πονεμένους, χῆρες, ὀρφανὰ κ.λπ. πάρα πολὺ βοηθάει καὶ γιὰ τὴν ἀνάπαυση τῶν κεκοιμημένων. Γιατί, ὅταν δίνη κανεὶς ἐλεημοσύνη γιὰ ἕναν κεκοιμημένο, οἱ ἄλλοι λένε
:«Θεὸς σχωρέσ ̓ τον. Νὰ ἁγιάσουν τὰ κόκκαλά του».
Ἂν τύχη κάποιος νὰ ἔχη ἀρρώστιες, νὰ μὴν μπορῆ νὰ δουλέψη, νὰ ἔχη χρέη, καὶ σὲ μιὰ τέτοια δύσκολη περίσταση τὸν βοηθήσης καὶ πῆς «πάρ ̓ τα γιὰ τὴν ψυχὴ τοῦ τάδε», θὰ πῆ καὶ αὐτός:«Θεὸς σχωρέσ ̓ τον, νὰ ἁγιάσουν τὰ κόκκαλά του!». Κάνουν δηλαδὴ καρδιακὴ προσευχὴ καὶ αὐτὸ εἶναι ποὺ βοηθάει πολὺ τοὺς κεκοιμημένους.
– Ὅταν κάποιας ὁ ἄνδρας πεθάνη ἀκοινώνητος, ἀνεξομολόγητος ἢ σκοτωθῆ τὸ παιδί της, τί ἄλλο μπορεῖ νὰ κάνη, γιὰ νὰ βοηθήση τὶς ψυχές τους;
– Ὅσο μπορεῖ, νὰ γίνη ἡ ἴδια καλύτερη. Αὐτὸ φυσικὰ θὰ βοηθήση καὶ τὴν ἴδια,ἀλλὰ θὰ βοηθήση καὶ τὸν ἄνδρα της, γιατί, ἀφοῦ στεφανώθηκαν, ἔχει μερίδιο καὶ ἐκεῖνος ποὺ πέθανε. Αὐτὸ εἶναι τὸ κυριώτερο ἀπὸ ὅλα· νὰ γίνη καλύτερη. Ἀλλιῶς,μπορεῖ νὰ κάνη καὶ μιὰ καλωσύνη, ἀλλὰ νὰ ἔχη καὶ τὸν χαβᾶ της. Σοῦ λέει:«Ἔκανα τὰ καθήκοντά μου. Ἄλλο τί θέλεις νὰ κάνω;» καὶ μένει ἀδιόρθωτη ἢ καὶ χειροτερεύει.

Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Β’«Πνευματικὴ Ἀφύπνιση» ‐ 95 ‐

ηλιας Στεφανου χαιντουτη
Ἡ τσιγγουνιὰ εἶναι ἀρρώστια, Γέροντα.
– Πολὺ μεγάλη ἀρρώστια!
Ἅμα κυριέψη τὸν ἄνθρωπο ἡ τσιγγουνιά,μεγαλύτερη ἀρρώστια δὲν ὑπάρχει.
Δὲν ὑπάρχει πιὸ ἀνόητος ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν πλεονέκτη, ποὺ μαζεύει συνέχεια καὶ ζῆ συνέχεια μὲ στέρηση καὶ τελικὰ ἀγοράζει τὴν κόλαση μὲ τὶς συγκεντρωμένες του οἰκονομίες. Τὸ ἔχει τελείως χαμένο, γιατὶ δὲν δίνει καὶ χάνεται μὲ ὑλικὰ πράγματα,ὁπότε χάνει τὸν Χριστό.Τὸν τσιγγούνη τὸν κοροϊδεύουν καὶ οἱ ἄλλοι.
Ἦταν ἕνας πολὺ πλούσιος κτηματίας· εἶχε χωράφια σὲ μιὰ ἐπαρχία, εἶχε καὶ στὴν Ἀθήνα διαμερίσματα, ἀλλὰ ἦταν πολὺ τσιγγούνης. Μιὰ φορὰ ἔφτιαξε μιὰ χύτρα φασολάδα τελείως νερουλή, γιὰ νὰ φᾶνε οἱ ἐργάτες ποὺ δούλευαν στὰ χωράφια του. Παλιὰ δούλευαν οἱ καημένοι ἀπὸ τὸ πρωί, πρὶν βγῆ ὁ ἥλιος, μέχρι νὰ βασιλέψη. Τὸ μεσημέρι ποὺ σταμάτησαν λίγο, γιὰ νὰ ξεκουρασθοῦν, ἄδειασε τὸ ἀφεντικὸ μέσα σὲ ἕναν ταβᾶ τὴν φασολάδα καὶ φώναξε τοὺς ἐργάτες νὰ φᾶνε. Κάθησαν γύρω‐γύρω οἱ καημένοι οἱ ἐργάτες καὶ ἄρχισαν νὰ τρῶνε· πότε ἔπιαναν μὲ τὸ κουτάλι ἀπὸ κανένα φασόλι, πότε μόνον ζουμί! Ἕνας ἐργάτης ἦταν πολὺ πειραχτήρι. Ἀφήνει τὸ κουτάλι του καὶ πάει παραπέρα. Βγάζει τὶς ἀρβύλες του, τὶς κάλτσες του καὶ προχωράει νὰ μπῆ μέσα στὸν ταβᾶ.«Τί κάνεις;», τοῦ λένε οἱ ἄλλοι.«Λέω νὰ μπῶ μέσα, μήπως πιάσω κανένα φασόλι!», τοὺς λέει. Τόσο τσιγγούνης ἦταν ἐκεῖνος ὁ ταλαίπωρος. Γι ̓ αὐτό, χίλιες φορὲς νὰ τὸν κυριέψη ἡ σπατάλη τὸν ἄνθρωπο παρὰ ἡ τσιγγουνιά.

Ἡ οἰκονομία καλὴ εἶναι, ἀλλὰ νὰ προσέξη κανεὶς νὰ μὴν τὸν κυριέψη σιγὰ‐σιγὰ ὁ πειρασμὸς μὲ τὴν τσιγγουνιά.– Μερικοί, Γέροντα, ἀπὸ τὴν τσιγγουνιὰ μένουν νηστικοί.
– Μόνον νηστικοί; Ἦταν ἕνας ἔμπορος πλούσιος ποὺ εἶχε ἕνα μεγάλο ἐμπορικὸ καὶ ἔκοβε μὲ τὸν σουγιὰ στὰ τρία ἐκεῖνα τὰ σπίρτα τὰ πλακέ! Μιὰ ἄλλη πολὺ πλούσια εἶχε ἕνα θειαφοκέρι· κρατοῦσε κάρβουνα καὶ ἔπαιρνε μὲ τὸ θειαφοκέρι ἀπὸ τὰ κάρβουνα νὰ ἀνάψη τὴν φωτιά, γιὰ νὰ μὴν ξοδέψη κανένα σπίρτο. Καὶ εἶχε σπίτια, κτήματα, μεγάλη περιουσία.Δὲν λέω νὰ εἶναι κανεὶς σπάταλος, ἀλλὰ τοὐλάχιστον, ὅταν κάποιος εἶναι σπάταλος, ἂν τοῦ ζητήσης κάτι, εὔκολα θὰ σοῦ τὸ δώση. Ἂν εἶναι τσιγγούνης, θὰ λυπᾶται νὰ σοῦ τὸ δώση. Ἦταν μιὰ φορὰ δυὸ νοικοκυρὲς καὶ συζητοῦσαν στὴν γειτονιὰ γιὰ σαλάτες, γιὰ ξίδια καὶ πάνω στὴν συζήτηση εἶπε ἡ μία:«Ἔχω πολὺ καλὸ ξίδι». Μιὰ φορὰ χρειάσθηκε ἡ ἄλλη ἡ φουκαριάρα λίγο ξίδι καὶ πῆγε νὰ τῆς ζητήση.«Ἄκου ἐδῶ, τῆς λέει ἐκείνη, ἐγώ, ἂν τὸ ἔδινα, δὲν θὰ εἶχα ξίδι ἑπτὰ χρόνων!». Καλὰ εἶναι νὰ κάνη οἰκονομία κανεὶς καὶ νὰ δίνη. Οἰκονόμος δὲν θὰ πῆ τσιγγούνης. Ὁ πατέρας μου χρήματα δὲν κρατοῦσε. Στὰ Φάρασα δὲν εἶχαν ξενοδοχεῖο· τὸ σπίτι μας ἦταν σὰν ξενοδοχεῖο. Ὅποιος ἐρχόταν στὸ χωριό, στὸν πρόεδρο θὰ πήγαινε νὰ μείνη.Θὰ ἔτρωγε, θὰ τοῦ ἔπλεναν τὰ πόδια, θὰ τοῦ ἔδιναν καὶ κάλτσες καθαρές.Τώρα, βλέπω ὅτι καὶ σὲ μερικὰ προσκυνήματα ἔχουν ἀποθῆκες ὁλόκληρες μὲ κανδήλια καὶ δὲν λένε:«Ἔχουμε, μὴ μᾶς δίνετε ἄλλα». Αὐτὰ οὔτε μποροῦν νὰ τὰ χρησιμοποιήσουν οὔτε νὰ τὰ πουλήσουν, ἀλλὰ οὔτε καὶ τὰ δίνουν.
Ὅταν ἀρχίση νὰ μαζεύη κανείς, δένεται καὶ δὲν μπορεῖ νὰ δώση. Ἂν ὅμως ἀρχίση νὰ μὴ μαζεύη πράγματα καὶ τὰ δίνη, τότε θὰ μαζευτῆ ἡ καρδιὰ στὸν Χριστό,χωρὶς νὰ τὸ καταλάβη.Μιὰ χήρα νὰ μὴν ἔχη χρήματα νὰ ἀγοράση ἕναν πήχυ ὕφασμα νὰ ντύση τὰ παιδιά της, καὶ ἐγὼ νὰ μαζεύω! Πῶς νὰ τὸ ἀνεχθῶ αὐτό; Στὸ Καλύβι δὲν ἔχω οὔτε πιάτα οὔτε κατσαρόλια· τενεκεδάκια ἔχω. Προτιμῶ ἕνα πεντακοσάρικο νὰ τὸ δώσω σὲ ἕναν φοιτη
τή, νὰ πάη ἀπὸ τὸ ἕνα μοναστήρι στὸ ἄλλο, παρὰ νὰ πάρω κάτι γιὰ μένα. Ἂν δὲν μαζεύης, ἔχεις εὐλογία ἀπὸ τὸν Θεό. Ὅταν δίνης εὐλογία, παίρνεις εὐλογία. Ἡ εὐλογία γεννάει εὐλογία.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Β’«Πνευματικὴ Ἀφύπνιση» ‐ 91 ‐

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου