Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2020

Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.





Όπου επικρατεί
«το δικό μου» και «το δικό σου»,
εκεί κάθε γνώμη γίνεται αφορμή διαμάχης και φιλονικίας. Όπου όμως δεν υπάρχει αυτό, βασιλεύει η ομόνοια και η ειρήνη.

Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος:



Ὅλα νὰ μᾶς ἀνεβάζουν στὸν Θεὸ.
–Γέροντα, μᾶς ἔχετε πεῖ ὅλα νὰ μᾶς ἀνεβάζουν πρὸς τὰ πάνω, πρὸς τὸν Θεό.
Πῶς θὰ τὸ πετύχουμε αὐτό;
–Ὅταν τὰ ἀξιοποιῆτε ὅλα πρὸς τὸ καλό. Ὅλα ἂν τὰ στρέψη στὰ πνευματικὰ κανείς, ξέρετε τί πνευματικὸ κέρδος βγάζει καὶ τί πνευματικὴ πεῖρα ἀποκτάει; Πιάνεις λ.χ. τὸ τσιμέντο, μπορεῖς νὰ βρῆς τὸν Θεό!
Πιάνεις τὸ τοῦβλο, μπορεῖς νὰ πιάσης τὸν Θεό! Πιάνεις αὐτό, νὰ πιάσηςτὸν Θεό!
Πιάνεις ἐκεῖνο, νὰ πιάσης τὸν Θεό! Πιάνεις τὸ ἄλλο, νὰ πιάσης τὸν Θεό! Ναί, μὲ ὅλα νὰ πιάνετε τὸν Θεό! Ἂν δὲν δουλεύη κανεὶς ἔτσι, ἂν μέσα ἀπὸ ὅλα δὲν βλέπη τὸν Θεό, βάλ ̓ τον μέσα στὴν Ἐκκλησία, θὰ εἶναι μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Δῶσ ̓ του ψαλτικὰ νὰ ψάλη, θὰ εἶναι μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Δῶσ ̓ του βιβλίο πνευματικὸ νὰ διαβάση, πάλι θὰ εἶναι μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Ὅ,τι πνευματικὸ κι ἂν τοῦ δώσης νὰ κάνη, δὲν τὸν πάει στὸν Θεό.Καθένας, ὁτιδήποτε βλέπει, ὁτιδήποτε φτιάχνει, εἴτε ράβει εἴτε κεντάει, ὅλα νὰ τὰ ἀξιοποιῆ πνευματικά.
Λουλούδια βλέπει;
Εἶδε τὸν Θεό. Γουρούνια βλέπει; Ναί, βρὲ παιδί, πάλι εἶδε τὸν Θεό! Θὰ πῆς: «Ἀπὸ τὸ γουρούνι μπορῶ νὰ δῶ τὸν Θεό;». Ναί, ἀπὸ τὸ γουρούνι. Βλέπεις πῶς τὸ ἔχει κάνει ὁ Καλὸς Θεός! Τοῦ ἔχει δώσει ἕνα ρύγχος, νὰ σκάβη στὸ χῶμακαὶ νὰ βρίσκη τοὺς βολβοὺς μέσα στὴν γῆ, χωρὶς νὰ βλέπη. Ἡμύτη του νὰ εἶναι ἔτσι, ποὺ νὰ μὴν κόβεται, ὅταν συναντάη ξυράφια, γυαλιά, ἀγκάθια κ.λπ.!
Ὄχι μόνον ὅταν βλέπη κανεὶς ἕνα ὄμορφο καὶ εὐωδιαστὸ λουλούδι, νὰ λέη «μὲ τί σοφία τὸ δημιούργησε ὁ Θεός!», ἀλλὰ καὶ ὅταν βλέπη τὸ γουρούνι, καὶ ἐκεῖ νὰ βλέπη τὸν Θεό! Καὶ ἂν σκεφθῶ ὅτι ὁ Θεὸς μποροῦσε νὰ μὲ κάνη γουρούνι καὶ μὲ ἔκανε ἄνθρωπο!
Σᾶς φαίνεται παράξενο; Δὲν μποροῦσε νὰ μᾶς εἶχε κάνει γουρούνια ὁ Θεός; Οἱ κυνηγοὶ τραυματίζουν τὸ ἀγριογούρουνο καὶ πολλὲς φορὲς δὲν τὸ βρίσκουν. Πᾶνε μετὰ τὰ ἀγρίμια καὶ τὸ τρῶνε τὸ καημένο ζωντανό! Ἰατρικὴ περίθαλψη δὲν ἔχει καὶ βασανίζεται, παρόλο ποὺ τὸν Δημιουργό του δὲν Τὸν ἔχει πληγώσει. Ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος καὶ τὸν Δημιουργό του Τὸν ἔχει πληγώσει καὶ Τὸν πληγώνει συνέχεια καὶ ἔχει καὶ ἀχαριστία πολλὲς φορές.
Γι' αὐτὸ λέω νὰ δουλεύετε σωστά. Πόσο καλὰ τὰ ἔκανε ὅλα ὁ Θεός!
Τί δύναμη δίνει ὁ Θεὸς καὶ στὰ ζῶα! Λέει ὁ γιατρός: «Γιὰ νὰ ἔχης γεροὺς μῦς, νὰ τρῶς κρέας». Καὶ βλέπεις, οἱ ταῦροι χόρτο τρῶνε, οἱ καημένοι, καὶ ὅμως ἔχουν κάτι... μπράτσα! Ἐκεῖ δὲν βλέπεις τὸν Θεό; Μόνο μὲ χόρτο δηλαδὴ ποὺ τρῶνε τοὺς δυναμώνει ὁ Θεός. Πόσο μᾶλλον τὸν ἄνθρωπο! Τὸ καταλάβατε;Ὅταν κανεὶς δουλεύη μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, φθάνει σὲ μιὰ κατάσταση νὰ βοηθιέται ὄχι μόνον ἀπὸ τοὺς Ἁγίους ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τοὺς ἁμαρτωλούς. Ὁ Ἅγιος μᾶς ἐνισχύει μὲ τὸ ἅγιο παράδειγμά του. Ὁ ἁμαρτωλὸς μᾶς συγκρατεῖ μὲ τὴν πτώση του, μᾶς βάζει χαλινό· μᾶς φρενάρει, ὄχι γιὰ νὰ μὴν ξεπέσουμε στὰ μάτια τῶν ἄλλων, ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴ λυπήσουμε τὸν Θεό.

Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Β’ «Πνευματικὴ Ἀφύπνιση» -150-


Η εικόνα ίσως περιέχει: ένα ή περισσότερα άτομα, κείμενο που λέει "ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΒΛΕΠΕΙΣ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ" 


 















Ὁ φιλότιμος ἄνθρωπος, ὅπου κι ἂν βρεθῆ, θὰ κάνη προκοπή, γιατὶ θὰ ἐργασθῆ φιλότιμα.
Ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν καλλιεργεῖ τὸ φιλότιμο ποὺ τοῦ χάρισε ὁ Θεός, ὅ,τι κι ἂν κάνη, ἀνεπρόκοπος θὰ εἶναι.

Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -135-




–Γέροντα, ποιά εἶναι ἡ φυσικὴ ἁπλότητα;
–Ἡ φυσικὴ ἁπλότητα εἶναι ἡ ἁπλότητα ποὺ ἔχει ἕνα μικρὸ παιδί. Τὸ παιδί, ὅταν κάνη μιὰ ἀταξία, τὸ μαλώνεις καὶ κλαίει. Ἂν μετὰ τοῦ δώσης ἕνα αὐτοκινητάκι, πάει, τὰ ξεχνάει ὅλα. Δὲν ἐξετάζειγιατί προηγουμένως τὸ μάλωσες καὶ ὕστερα τοῦ ἔδωσες τὸ αὐτοκινητάκι, ἐπειδὴ ὁ μικρὸς δουλεύει μὲ τὴν καρδιά, ἐνῶ ὁ μεγάλος δουλεύει μὲ τὴν λογική.
–Γέροντα, ὑπάρχουν καὶ μεγάλοι ποὺ ἔχουν στὴν φύση τους μιὰ ἁπλότητα. Αὐτὸ εἶναι ἀρετή;–
Ναί, ἀλλὰ ἡ φυσικὴ ἁπλότητα
–ὅπως καὶ ὅλες οἱ φυσικὲς ἀρετὲς –χρειάζεται λαμπικάρισμα. Ὁ φύσει ἁπλὸς ἄνθρωπος ἔχει ἀκακία, καλωσύνη κ.λπ., ἔχει ὅμως καὶ τὶς παιδικὲς πονηρίες. Μπορεῖ λ.χ. νὰ μὴ σκεφθῆ κακὸ γιὰ τὸν διπλανό του, ἀλλά, ἂν πρέπη νὰ διαλέξη ἀνάμεσα σὲ δυὸ πράγματα, θὰ πάρη τὸ καλύτερο γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ θὰ ἀφήση τὸ χειρότερο στὸν ἄλλον. Εἶναι σὰν ἕνα κομμάτι χρυσὸς ποὺ ἔχει σὲ μικρὸ ποσοστὸ καὶ ἄλλα μείγματα καὶ χρειάζεται νὰ περάση ἀπὸ τὸ χωνευτήρι, γιὰ νὰ μείνη χρυσὸς καθαρός. Πρέπει δηλαδὴ νὰ καθαρισθῆ ἡκαρδιά του ἀπὸ κάθε πονηρία, ἰδιοτέλεια κ.λπ., καὶ τότε θὰ φθάση στὴν κατάσταση τῆς τελείας ἁπλότητος.Μέσα στὴν ἀληθινὴ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, στὴν κατάσταση ἐκείνη τῆς ἁπλότητος καὶ καθαρότητος, ἀναπτύσσεται ἡ καλὴ παιδικότητα, τὴν ὁποία ζητᾶ ὁ Χριστὸς νὰ ἀποκτήσουμε –«γίνεσθε ὡς τὰ παιδία», λέει. Στὴν ἐποχή μας ὅμως, ὅσο προχωράει ἡ κοσμικὴ εὐγένεια, τόσο χάνεται ἡ ἁπλότητα, ἡ ἀληθινὴ χαρὰ καὶ τὸ φυσικὸ χαμόγελο. Θυμᾶμαι ἕνα γεροντάκι ἀπὸ τὴν Σκήτη τῶν Ἰβήρων, τὸν Γερο-Παχώμιο. Ὅσο μεγάλη στενοχώρια κι ἂν εἶχες, μόνον νὰ τὸν ἔβλεπες, ἔφευγε ἡ στενοχώρια ἀπὸ μόνη της. Καὶ ἂν πήγαινες μὲ σκοπὸ νὰ τοῦ πῆς πολλά, τὰ ξεχνοῦσες ὅλα, περνοῦσαν ὅλα. Εἶχε κάτι κόκκινα μάγουλα καὶ γελοῦσε σὰν παιδάκι! Ἦταν γέρος μὲ ὄψη μικροῦ παιδιοῦ. Νὰ χαλοῦσε ὁ κόσμος, γελοῦσε.
Πανηγύρι! Οὔτε γράμματα ἤξερε, οὔτε καὶ ἀπὸ ψαλτικὰ ἤξερε, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη», ποὺ ἔψαλλε τὸ Πάσχα. Ὅταν ἐρχόταν στὸ Κυριακὸ τῆς Σκήτης, γιὰ νὰ ἐκκλησιασθῆ στὶς γιορτές, ποτὲ δὲν καθόταν στὸ στασίδι, ἀλλὰ στεκόταν πάντα ὄρθιος, ἀκόμη καὶ στὶς ὁλονυκτίες, καὶ ἔλεγε τὴν εὐχή. Εἶχε ἀγωνιστικὸ πνεῦμα καὶ πολὺ φιλότιμο. Ἂν τὸν ρωτοῦσες: «Γερο-Παχώμιε, ποῦ βρίσκεται ἡ Ἀκολουθία», ἀπαντοῦσε: «Ψαλτήρια-ψαλτήρια λένε οἱ Πατέρες». Ὅλα ψαλτήρια τὰ ἔλεγε. Ἦταν πολὺ ἁπλὸ τὸ γεροντάκι αὐτὸ καὶ πολὺ χαριτωμένο.
Εἶχε ἀπαλλαγῆ ἀπὸ τὰ πάθη, γι ̓ αὐτὸ ἦταν σὰν ἄκακο παιδί.
Ἐνῶ, ὅταν ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀποβάλη ἀπὸ μικρὸς τὸν παιδικὸ ἐγωισμό, τὴν παιδικὴ ὑπερηφάνεια, τὸ παιδικὸ πεῖσμα καὶ παραμείνη σὲ μιὰ νηπιώδη κατάσταση, φθάνει στὰ γεράματα νὰ ἔχη ἀπαιτήσεις μικροῦ παιδιοῦ. Γι ̓ αὐτὸ λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Μὴ παιδία γίνεσθε ταῖς φρεσίν, ἀλλὰ τῇ κακίᾳ νηπιάζετε»

Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -138-




Οἱ φιλότιμοι ἔχουν λεπτὴ συνείδηση καὶ βοηθιοῦνται ἀπὸ τὸν Θεὸ.
–Γέροντα,ὅποιος ἔχει φιλότιμο τὸ καταλαβαίνει ὁ ἴδιος;
–Ἐσὺ ἔχεις;
Αὐτὸ φαίνεται, εὐλογημένη! Λίγο-πολὺ καταλαβαίνει κανεὶς τὸν ἑαυτό του, πληροφορεῖται, γιατὶ ἔχει ἐσωτερικὴ ἀνάπαυση καὶ εἰρήνη. Ἀλλὰ καὶ ὅποιος ἔχει φιλότιμο δὲν καυχᾶται, δὲν λέει «ἐγὼ ἔχω φιλότιμο», γιατὶ πάντα σκέφτεται: «Πρέπει νὰ κινοῦμαι μὲ περισσότερο φιλότιμο».Ὁ φιλότιμος ἄνθρωπος ἔχει εἰλικρίνεια, δὲν ὑπολογίζει τὸν ἑαυτό του, εἶναι ἁπλός, ἔχει ταπείνωση.
Ὅλα αὐτὰ δίνουν ἀνάπαυση καὶ στὸν ἴδιο, ἀλλὰ εἶναι αἰσθητὰ καὶ στὸν ἄλλον· ἔχει καὶἐπικοινωνία ἐσωτερικὴ μὲ τὸν ἄλλον καὶ τὸν καταλαβαίνει. Καὶ νὰ τοῦ λές, ἐνῶ πονᾶς, «εἶμαι πολὺ καλά», γιὰ νὰ μὴ στενοχωρεθῆ, ἐκεῖνος καταλαβαίνει ὅτι πονᾶς καὶ προσπαθεῖ νὰ μὴ σὲ κουράση. Καὶ ἄλλος, ἐνῶ σὲ βλέπει νὰ μὴν ἔχης κουράγιο, νὰ ζαλίζεσαι, ἐπειδὴ θέλει νὰ σὲ ἀπασχολήση, σοῦ λέει: «Σὲ βλέπω, Γέροντα, πιὸ καλὰ ἀπὸ κάθε ἄλλη φορά, σὲ βλέπω ὑγιέστατο!».
Καὶ νὰ εἶχε τοὐ λάχιστον κανένα σοβαρὸ πρόβλημα, θὰ ἦταν κάπως δικαιολογημένος. Ἀντιθέτως ὁ φιλότιμος, καὶ νὰ ἔχη ἀνάγκη, λέει:
«Γέροντα, μόνον τὴν εὐχή σου νὰ μοῦ δώσης, νὰ μὴ σὲ ἀπασχολῶ».
Τὸν κρατῶ καὶ βουρκώνουν τὰ μάτια του. «Νὰ φύγω, Γέροντα, λέει, νὰ φύγω, κουρασμένο σὲ βλέπω».
Ἔ, αὐτὸς πῶς νὰ μὴ δεχθῆ θεία βοήθεια;
Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ ἀπὸ τὸ φιλότιμο ποὺ ἔχουν ἀμέσως καταλαβαίνουν τί βοηθάει καὶ τί εὐχαριστεῖ τὸν ἄλλον, μὲ τὴν καλὴ ἔννοια, γιατὶ σκέφτονται συνέχεια τὸν ἄλλον καὶ ὄχι τὸν ἑαυτό τους.
Μερικοί, ἐνῶ δὲν μὲ γνωρίζουν, καταλαβαίνουν ἀπὸ τί ἔχω ἀνάγκη· μοῦ στέλνουν κανένα δεματάκι καὶ ἔχουν μέσα ἀκριβῶς ὅ,τι μοῦ χρειάζεται. Τὸ δέμα τους σοῦ δίνει νὰ καταλάβης ὅλον τὸν ἐσωτερικό τους κόσμο. Βλέπεις τὴν λεπτή τους συνείδηση νὰ εἶναι ἁπλωμένη στὸ κάθε πράγμα.
Αλλο ἁπλότητα καὶ ἄλλο ἀναίδεια
–Γέροντα, μερικὲς φορὲς νομίζω ὅτι κινοῦμαι μὲ ἁπλότητα, ἀλλὰ μοῦ λένε ὅτι κινήθηκα μὲ ἀναίδεια.
Πῶς θὰ ξεχωρίσω τὴν ἁπλότητα ἀπὸ τὴν ἀναίδεια;
–Ἄλλο ἁπλότητα καὶ ἄλλο ἀναίδεια.
Ἡ ἀναίδεια ἀναπαύει τὸν ἄνθρωπο κοσμικά. Φέρεται κανεὶς μὲ ἀναίδεια καὶ ἱκανοποιεῖ τὸν ἐγωισμό του. Σοῦ λέει: «Τὸν ἔβαλα τὸν ἄλλον στὴν θέση του». Αὐτὸ δίνει μιὰ ἱκανοποίηση κοσμική, ποὺ δὲν ἀναπαύει τὸν ἄνθρωπο πραγματικά. Ἐνῶ ἡ ἁπλότητα ἀναπαύει πνευματικά· ἀφήνει στὴν καρδιὰ μιὰἁπαλάδα.
–Γέροντα, μοῦ λένε ὅτι φέρομαι μὲ ἐπιπολαιότητα, ἐγὼ ὅμως νομίζω ὅτι κινοῦμαι ἁπλά.
–Κοίταξε· ὅταν λέμε «ἁπλότητα», δὲν ἐννοοῦμε νὰ φέρεται κανεὶς ἀνόητα.
Ἐσὺ τὰ μπερδεύεις.
Μιλᾶς χωρὶς νὰ σκέφτεσαι καὶ νομίζεις ὅτι κινεῖσαι ἁπλά. Ἔχεις λίγη φυσικὴ ἁπλότητα, σοῦ λείπει ὅμως ἡ σύνεση καί, ἐνῶ στὰ μυαλὰ δὲν εἶσαι παιδί, φέρεσαι σὰν παιδί.
Εὐτυχῶς ποὺ οἱ ἀδελφὲς σὲ γνωρίζουν καὶ δὲν σὲ παρεξηγοῦν. –Μπορεῖ, Γέροντα, ἕνας ἄνθρωπος νὰ εἶναι πραγματικὰ ἁπλὸς καὶ ὅμως ἡ συμπεριφορά του νὰ πειράζη τοὺςἄλλους;
–Ἂν κάποιος λέη ἢ κάνη κάτι μὲ πραγματικὴ ἁπλότητα, καὶ παρεξηγήσιμο νὰ εἶναι, δὲν παρεξηγεῖται ὁ ἄλλος, γιατὶ ὁ ἁπλὸς ἔχει Χάρη Θεοῦ καὶ δὲν προκαλεῖ.
Ἐνῶ κάποιος ποὺ δὲν ἔχει ἁπλότητα καὶ σοῦ μιλάει μὲ εὐγένεια κοσμική, σοῦ σπάζει τὰ κόκκαλα.

Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -138-




«Πρόσθες ἡμῖν πίστιν»
–Γέροντα, ἡ πίστη πῶς δυναμώνει;
–Μὲ τὴν προσευχὴ δυναμώνει ἡ πίστη.
Ἕνας ἄνθρωπος ποὺδὲν καλλιέργησε τὴν πίστη του ἀπὸ μικρός, ἀλλὰ ἔχει διάθεση, μπορεῖ νὰ τὴν καλλιεργήση μὲ τὴν προσευχή, ζητώντας ἀπὸ τὸν Χριστὸ νὰ τοῦ προσθέση πίστη. Νὰ παρακαλοῦμε τὸν Χριστὸ νὰ μᾶς προσθέση πίστη καὶ νὰ μᾶς τὴν αὐξήση.
Στὸν Χριστὸ τί εἶπαν οἱ Ἀπόστολοι; «Πρόσθες ἡμῖν πίστιν» δὲν εἶπαν; Ὅταν λὲς «πρόσθες», σημαίνει ὅτι ἐμπιστεύεσαι τὸν ἑαυτό σου στὸν Θεό. Γιατί, ἂν δὲν ἐμπιστεύεται κανεὶς τὸν ἑαυτό του στὸν Θεό, τί νὰ τοῦ προσθέση ὁ Θεός;
Ζητᾶμε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ μᾶς προσθέση πίστη, ὄχι γιὰ νὰ κάνουμε θαύματα, ἀλλὰ γιὰ νὰ Τὸν ἀγαπήσουμε περισσότερο.
Γιὰ νὰ αὐξηθῆ ἡπίστη στὸν Θεό, ὅλα βοηθοῦν· καὶ τὰ λουλούδια καὶ οἱ ἀκρίδες καὶ τὰ ἀστέρια καὶ οἱ κεραυνοὶ ἀκόμη. Ὅλοι τὰ βλέπουμε αὐτά, ἀλλὰ ὅλοι δὲν βοηθιόμαστε, γιατὶ δεχόμαστε τὰ «τηλεγραφήματα», τοὺς λογισμοὺς ποὺμᾶς φέρνει ὁ ἐχθρός. Π.χ. ἂν δὲν ὑπῆρχε τὸ ἁλάτι, θὰ βρωμοῦσε ἡθάλασσα. Ὅποιος ὅμως τὸ ἐξετάζει στὸ ἐργαστήρι του, χωρὶς πίστη, δὲν βοηθιέται, γιατὶ δὲν καθάρισε τὴν καρδιά του ἀπὸ τὰ ἅλατα. Ἂν ἐργασθῆ κανεὶς μὲ φιλότιμο, μὲ καλὸ λογισμό, ἀκόμη καὶ τὰ πιὸ ἀνάποδα τὰ βλέπει μὲ ἄλλο μάτι, μὲ θεῖο φωτισμό, καὶ δοξάζει τὸν Θεό.
–Γέροντα,
τί διέκρινε μερικοὺς Ἁγίους, παλαιοὺς καὶ νέους, καὶ ἤξεραν πότε θὰ πεθάνουν, πότε θὰ γίνη τὸ τάδε γεγονὸς κ.λπ.
;–Τὸ πολὺ φιλότιμο, ἡμεγάλη ἁπλότητα, ἡταπείνωση καὶ ἡπίστη. Δὲν ἔβαζαν στὴν ζωή τους τὴν λογικὴ ποὺκλονίζει τὴν πίστη. Μεγάλο πράγμα ἡπίστη! Βλέπετε, καὶ ὁ Ἀπόστολος Πέτρος μὲ τὴν πίστη βάδισε πάνω στὰ κύματα. Μόλις ὅμως μπῆκε ἡλογική, ἄρχισε νὰ βουλιάζη.
Σᾶς ἔχω πεῖ γιὰ τὸν πατέρα Χαράλαμπο9ποὺζοῦσε πρὶν ἀπὸ λίγα χρόνια στὴν Μονὴ Κουτλουμουσίου; Ἦταν πολὺἁπλός, ἐργατικὸς καὶ πνευματικὸς μοναχός. Ὅταν γέρασε, μιὰ βαρειὰ γρίππη τὸν ἔρριξε στὸ κρεββάτι καὶ ὁ γιατρὸς εἶπε στοὺς Πατέρες νὰμὴν ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ κοντά του, γιατὶ σὲ λίγη ὥρα θὰ τελειώση ἡζωή του.
Ὁ πατὴρ Χαράλαμπος, ὅταν τὸ ἄκουσε κάτω ἀπὸ τὶς κουβέρτες, ἀπάντησε: «Τί λές; Ἐγὼ δὲν πεθαίνω, ἐὰν δὲν ἔρθη τὸ Πάσχα νὰ πῶ τὸ "Χριστὸς Ἀνέστη"». Πράγματι, πέρασαν δύο μῆνες σχεδόν, ἦρθε τὸ Πάσχα, εἶπε τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη», κοινώνησε καὶ μετὰ ἀναπαύθηκε. Τὸ φιλότιμο αὐτὸ ἁπλὸ γεροντάκι εἶχε γίνει πραγματικὸ παιδὶ τοῦ Θεοῦ καὶ μαζὶ μὲ τὸν Θεὸ καθόρισε τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου του!

Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Β’ «Πνευματικὴ Ἀφύπνιση» -149-


“Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”
Ἐφόσον ὅλοι εἴμαστε ἁμαρτωλοί καί κανένας δέν μπορεῖ νά ξεφύγει τούς πειρασμούς, ἄρα καμιά ἀπό τίς ἀρετές δέν εἶναι σπουδαιότερη ἀπό τή μετάνοια.
“Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”

Ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος.

Πιστεύετε στο «μάτι»;
Η εκκλησία μας πάντως το αποδέχεται.

Διαβάστε την ιστορία που περιέγραψε ο Γέροντας Πορφύριος.
«Θα σας διηγηθώ ένα περιστατικό και θα θαυμάσετε. Δεν είναι της φαντασίας μου. Ότι σας λέγω είναι αληθινό. Ακούστε. Κάποτε κάποια κυρία επισκέφτηκε ένα απόγευμα μια φίλη της. Στο σαλόνι διέκρινε ένα ωραίο βάζο γιαπωνέζικο, αξίας, γεμάτο λουλούδια.
-Τι ωραίο βάζο! Πότε το αγόρασες;
-Μου το έφερε ο άνδρας μου, είπε εκείνη.
Την άλλη μέρα, το πρωί στις οχτώ, η κυρία που είχε κάνει την επίσκεψη, ενώ έπινε καφέ με τον άνδρα της, θυμήθηκε το βάζο. Της είχε κάνει πολλή εντύπωση.
Λέει, λοιπόν, στον άνδρα της με θαυμασμό:
-Τι να σου πω για την φίλη μου! Της έφερε ο άνδρας της ένα πολύ ωραίο βάζο γιαπωνέζικο, πολύχρωμο, με ωραίες παραστάσεις και στόλιζε όλο το σαλόνι.
Την ίδια μέρα ξαναπήγε στην φίλη της για κάποια δουλειά. Κοιτάζει, το βάζο έλειπε. Της λέει:
-Τι το έκανες το βάζο;
-Τι να σου πω, της απάντησε. Σήμερα πρωί-πρωί, στις οχτώ η ώρα, όπως ήμουνα στο δωμάτιο ήσυχα, ακούω ένα δυνατό «κράκ»! Και το ανθοδοχείο έγινε κομμάτια.
Έτσι μόνο του, χωρίς να το πειράξει κανείς, χωρίς να φυσήξει αέρας, χωρίς κανείς να το κουνήσει!
Εκείνη δεν μίλησε καθόλου στην αρχή. Μετά της λέει:
-Τι να σου πω... Στις οχτώ πίναμε με τον άνδρα μου καφέ και με θαυμασμό και χαρά του περιέγραψα το βάζο σου. Με πολλή λαχτάρα έκανα την περιγραφή. Τι να πω, λες καμιά κακή δύναμη να ενήργησε; Αυτό θα συνέβαινε, μόνο αν δεν σ' αγαπούσα.
Κι όμως, αυτό ήτανε. Δεν κατάλαβε ότι μέσα της είχε κακία. Αυτό ήταν φθόνος, ζήλεια, βασκανία. Η κακή δύναμη μεταδίδεται, όσο μακριά κι αν βρισκόμαστε. Αυτό είναι μυστήριο.
Δεν υπάρχει απόσταση. Γι' αυτό έσπασε το ανθοδοχείο.»

πηγη Αγιορείτικο Βήμα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου