Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2018

Φίλοι Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου
Έχω μείνει σε πολυτελή σπίτια και ξενοδοχεία. Σαν το καλυβάκι του Γερο- Παΐσιου δεν βρήκα. Ήταν τόσο ευλογημένος ο τόπος. Δεν είχε τίποτε μέσα ούτε μία καρέκλα. Είχε μόνο μία σπόντα στον τοίχο στην οποία κρεμόταν μία πετσέτα, που είχε να πλυθεί από τότε που την πήρε. Ήταν ένας άνθρωπος που δεν είχε ούτε ένα σουρωτήρι να φτιάξει τσάι.
Όταν μάλιστα του πήρε κάποιος για το τσάι του ένα σουρωτήρι, τότε είπε πως αυτό θα θέλει μία σπόντα για να το κρεμάσει και ακόμη ένα εργαλείο για να τοποθετήσει τη σπόντα, όπως επίσης θα χρειάζεται και να το πλένει. Στο τέλος το έδωσε κι αυτό. Τα τσάγια του ήταν κάτι ξύλα. Αν και το δάσος ήταν γεμάτο από τσάγια ωραία, εντούτοις έβραζε κάποια ξύλα για τσάι.
Για ψωμί είχε κάτι ξεροκόμματα. Δεν έχω δει ωραιότερη τράπεζα από την τράπεζά του. Ήταν πάνω σε έναν βράχο. Εκεί με έβαλε μία φορά και μου είπε: «Διάκο, να κάνουμε προσευχή για να φάμε». Τι θα τρώγαμε; Δυο κρεμμύδια και ένα μαρούλι και ξεροκόμματα που τα είχε σε ένα σακούλι. Εμένα μου έδωσε μία κονσέρβα καλαμαράκια, που του άφησε κάποιος. Δεν είχε κλειδί για να την ανοίξει, έπιασε ένα σκεπάρνι με το οποίο πελεκούσε τα ξύλα του και μου την άνοιξε.
Είμαστε μέσα στο δάσος. Άνοιξε μια πλαστική σακκούλα, την έβαλε κάτω στη γη, άνοιξε τα χέρια του και ξεκίνησε να λέει το: «Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς». Τι να σας πω! Δεν ξανάκουσα ούτε ξαναείδα άνθρωπο να προσεύχεται έτσι. Νόμιζα ότι θα άνοιγε ο ουρανός και θα ευλογούσε ο Θεός το φαγητό μας. Καμιά φορά που του έφερναν κάποιοι φαγητό έβαζε μόνο μία δυο κουταλιές.
Όλη νύχτα προσευχόταν και αγρυπνούσε και όλη μέρα νήστευε. Βέβαια, δεν ήταν τόσο η άσκηση η επιτυχία του, αλλά το μεγάλο του κλειδί ήταν η ταπείνωση που είχε. Μεγάλη ταπείνωση από την οποία γεννήθηκε η μεγάλη αγάπη που είχε για τον Χριστό και για κάθε άνθρωπο. Συμπονούσε τον κόσμο όλο. Δεν μπορούσε να ακούσει πράγματα πονεμένα. Αμέσως τον έβλεπες ότι συνέπασχε με τους ανθρώπους. Όταν του διηγούμαστε κάποιο θλιβερό γεγονός δεν το άκουγε έτσι απλά, αλλά συνέπασχε με το γεγονός εκείνο. Τα διάφορα γράμματα που του έστελλαν και του περιέγραφαν τα προβλήματα τον συντάρασσαν και συνέπασχε με τον κόσμο αυτό. Αφιέρωνε τη νύχτα και τη μέρα του και την προσευχή του στους πονεμένους ανθρώπους. Όλη μέρα δεχόταν τον κόσμο και όλη νύχτα προσευχόταν γι’ αυτούς. Μία μέρα ήρθε εκεί ένας δαιμονισμένος που του επιτέθηκε. Τον άρπαξε, τον ταρακουνούσε και τον ύβριζε. Τότε ο Γέροντας του είπε: «Καλά, καλά! Θα σε τακτοποιήσω απόψε εσένα» και εννοούσε τον διάβολο. Πράγματι όλη νύχτα προσευχόταν.
απο ομιλια του Μητροπολιτη Λεμεσου κ.Αθανασιου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου