Σοφία Κανλή
Μια Φαρασιώτισσα από τις νεώτερες στο Μοσχάτο μου είπε: «Είναι αλήθεια ότι ο Χατζεφεντής (Πατήρ Αρσένιος) έκανε πολλά θαύματα στα Φάρασα, που τα έβλεπα μικρή και πολλά άκουγα από τους γονείς μου. Μη μου πήτε όμως ότι ήταν και Άγιος, διότι στην Κέρκυρα, στο Νοσοκομείο, δεν άφηνε να του σκοτώσουν τις ψείρες». Έχει συμβή αυτό, αλλά όταν φθάση ο αναγνώστης σ’ αυτό το σημείο της βιογραφίας, θα ιδή πόσο αδικείται στο περιστατικό αυτό ο Άγιος Πατήρ
Μια Φαρασιώτισσα από τις νεώτερες στο Μοσχάτο μου είπε: «Είναι αλήθεια ότι ο Χατζεφεντής (Πατήρ Αρσένιος) έκανε πολλά θαύματα στα Φάρασα, που τα έβλεπα μικρή και πολλά άκουγα από τους γονείς μου. Μη μου πήτε όμως ότι ήταν και Άγιος, διότι στην Κέρκυρα, στο Νοσοκομείο, δεν άφηνε να του σκοτώσουν τις ψείρες». Έχει συμβή αυτό, αλλά όταν φθάση ο αναγνώστης σ’ αυτό το σημείο της βιογραφίας, θα ιδή πόσο αδικείται στο περιστατικό αυτό ο Άγιος Πατήρ
.Άκουσα από νεώτερους Φαρασιώτες να λένε: «Ο Χατζεφεντής ήταν Άγιος,
την ευχή του να έχουμε. Στο χωριό μας γιατρός δεν ήταν· αυτός διάβαζε
τους αρρώστους και γίνονταν καλά. Τα βλέπαμε αυτά [//28]μικροί και
τα θυμόμαστε. Αλλά ο ευλογημένος ήταν και πολύ ιδιότροπος, διότι
δεν άκουγε ούτε τον Νουνό, παρά έδινε αυτός ό,τι όνομα ήθελε· ή θα έδινε
καλογερικό όνομα ή Εβραϊκό. Δεν άφηνε τον Νουνό να δώση όνομα μεγάλου
Αγίου, που γιόρταζε».
Είναι αλήθεια αυτό, αλλ’ όμως έκρυβε μέσα του αυτό πολλές μεγάλες αλήθειες. Ο Πατήρ έδινε μόνος του ονόματα που δεν γιόρταζαν, με σκοπό να κόψη τα πολλά γλέντια που γίνονταν στις «ονομασίες» και τα επεισόδια. Γι’ αυτό προτιμούσε ονόματα που δεν γιορτάζουν, όπως Αβραάμ, Ισαάκ, Ιωσήφ, Αβέρκιο, Ιορδάνη κ.λπ., και με αυτόν τον τρόπο κόπηκαν τα γλέντια στις ονομασίες, που είχαν σαν αποτέλεσμα την μέθη με επεισόδια σοβαρά, λόγω του ότι και οπλοφορούσαν όλοι. έτσι αναγκάζονταν οι Φαρασιώτες να συγκεντρώνωνται ο καθένας στο σπίτι του μετά την Θεία Λειτουργία, στις γιορτές, γιατί δεν είχαν ονομασίες να γυρίζουν. Μετά που ξεκουράζονταν λίγο, οι μεγαλύτεροι συγκεντρώνονταν στο σπίτι του Πατρός Αρσενίου, δίπλα από το κελλί του, ο οποίος και διηγόταν τον βίο του Αγίου της ημέρας, την παραβολή του Ευαγγελίου ή διηγήσεις από την Παλαιά Διαθήκη για τον Αβραάμ, Ισαάκ, Ιακώβ, Ιωσήφ, τις οποίες διηγόταν σαν ιστορίες, και μ’ αυτόν τον τρόπο τυπώνονταν καλύτερα. Όταν έβλεπε μερικά γεροντάκια να ανησυχούν, όσες φορές η διήγηση ήταν μεγάλη, και ήθελαν να καπνίσουν, ο ίδιος σηκωνόταν και τους έφερνε καπνό και τους ανάπαυε σ’ αυτές τιςπεριπτώσεις, και έτσι είχαν διάθεση να καθήσουν και να ακούν [//29]μεπροσοχή, για να τα διηγηθούν και αυτοί ύστερα ο καθένας στο σπίτι του ή στην γειτονιά του, που συγκεντρώνονταν τα βράδια, αντί για παραμύθια. Κατόρθωνε ο καλός Πατέρας μ’ αυτόν τον τρόπο να ωφελούνται οι Χριστιανοί από τις γιορτές και όχι να βλάπτωνται με το να μεθούν κ.λπ.
Αγ. Παϊσίου Αγιορείτου:Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης
Είναι αλήθεια αυτό, αλλ’ όμως έκρυβε μέσα του αυτό πολλές μεγάλες αλήθειες. Ο Πατήρ έδινε μόνος του ονόματα που δεν γιόρταζαν, με σκοπό να κόψη τα πολλά γλέντια που γίνονταν στις «ονομασίες» και τα επεισόδια. Γι’ αυτό προτιμούσε ονόματα που δεν γιορτάζουν, όπως Αβραάμ, Ισαάκ, Ιωσήφ, Αβέρκιο, Ιορδάνη κ.λπ., και με αυτόν τον τρόπο κόπηκαν τα γλέντια στις ονομασίες, που είχαν σαν αποτέλεσμα την μέθη με επεισόδια σοβαρά, λόγω του ότι και οπλοφορούσαν όλοι. έτσι αναγκάζονταν οι Φαρασιώτες να συγκεντρώνωνται ο καθένας στο σπίτι του μετά την Θεία Λειτουργία, στις γιορτές, γιατί δεν είχαν ονομασίες να γυρίζουν. Μετά που ξεκουράζονταν λίγο, οι μεγαλύτεροι συγκεντρώνονταν στο σπίτι του Πατρός Αρσενίου, δίπλα από το κελλί του, ο οποίος και διηγόταν τον βίο του Αγίου της ημέρας, την παραβολή του Ευαγγελίου ή διηγήσεις από την Παλαιά Διαθήκη για τον Αβραάμ, Ισαάκ, Ιακώβ, Ιωσήφ, τις οποίες διηγόταν σαν ιστορίες, και μ’ αυτόν τον τρόπο τυπώνονταν καλύτερα. Όταν έβλεπε μερικά γεροντάκια να ανησυχούν, όσες φορές η διήγηση ήταν μεγάλη, και ήθελαν να καπνίσουν, ο ίδιος σηκωνόταν και τους έφερνε καπνό και τους ανάπαυε σ’ αυτές τιςπεριπτώσεις, και έτσι είχαν διάθεση να καθήσουν και να ακούν [//29]μεπροσοχή, για να τα διηγηθούν και αυτοί ύστερα ο καθένας στο σπίτι του ή στην γειτονιά του, που συγκεντρώνονταν τα βράδια, αντί για παραμύθια. Κατόρθωνε ο καλός Πατέρας μ’ αυτόν τον τρόπο να ωφελούνται οι Χριστιανοί από τις γιορτές και όχι να βλάπτωνται με το να μεθούν κ.λπ.
Αγ. Παϊσίου Αγιορείτου:Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης
Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου
Γέροντα, φοβάμαι, όταν διακονώ μόνη μου στον ξενώνα.
– Να κάνης κομποσχοίνι στον Χατζεφεντή, για να σού πη μετά και
«ευλόγησον» ο κλέφτης70!
– Εγώ, Γέροντα, φοβάμαι τα ταγκαλάκια. – Να παρακαλάς τον Χατζεφεντή να τα κοκκαλώνη. Τί λές, δεν μπορεί;
– Πώς δεν μπορεί, Γέροντα! – Το ξέρεις ότι κοκκάλωσε ένα αυτοκίνητο; Είχε ξεχάσει ο οδηγός τα κλειδιά στην πόρτα του αυτοκινήτου και το έκλεψαν. Μόλις επικαλέσθηκε τον Άγιο,
κοκκάλωσε το αυτοκίνητο στην μέση του δρόμου, κι έτσι αναγκάστηκαν οι κλέφτες να το παρατήσουν και να το βάλουν στα πόδια.
– Γέροντα, οι γιατροί είπαν ότι πρέπει να κάνω εγχείρηση στο κεφάλι.
– Πήγαινε να χτυπήσης το κεφάλι σου στην αγία κάρα του Αγίου Αρσενίου71.
Δεν είδες πώς την βόλεψε την άλλη αδελφή ο Άγιος; Έκανε την επέμβαση χωρίς νυ‐στέρι και χωρίς να το καταλάβη ούτε η ίδια. Δόξα τω Θεώ! Μήν αμφιβάλλης ότι θα βολέψη κι εσένα.
Βοηθάει ο Άγιος Αρσένιος.
Ένας γιατρός με παρακάλεσε να προσευχηθώ για το κοριτσάκι του που είναι άρρωστο. Παρακάλεσα τον Άγιο Αρσένιο και το βοήθησε λίγο.
Να κάνετε κι εσείς κομποσχοίνι, για να αποτελειώση ο Άγιος το θαύμα του και να γνωρίσουν οι επιστήμονες την θεία επιστήμη του Θεού, για να δοξασθή το όνομά Του.
Το θαύμα είναι μυστήριο· μόνο ζήται και δεν εξηγείται· το μυαλό δεν μπορεί να το ερμηνεύση.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ ΣΤ’
– Να κάνης κομποσχοίνι στον Χατζεφεντή, για να σού πη μετά και
«ευλόγησον» ο κλέφτης70!
– Εγώ, Γέροντα, φοβάμαι τα ταγκαλάκια. – Να παρακαλάς τον Χατζεφεντή να τα κοκκαλώνη. Τί λές, δεν μπορεί;
– Πώς δεν μπορεί, Γέροντα! – Το ξέρεις ότι κοκκάλωσε ένα αυτοκίνητο; Είχε ξεχάσει ο οδηγός τα κλειδιά στην πόρτα του αυτοκινήτου και το έκλεψαν. Μόλις επικαλέσθηκε τον Άγιο,
κοκκάλωσε το αυτοκίνητο στην μέση του δρόμου, κι έτσι αναγκάστηκαν οι κλέφτες να το παρατήσουν και να το βάλουν στα πόδια.
– Γέροντα, οι γιατροί είπαν ότι πρέπει να κάνω εγχείρηση στο κεφάλι.
– Πήγαινε να χτυπήσης το κεφάλι σου στην αγία κάρα του Αγίου Αρσενίου71.
Δεν είδες πώς την βόλεψε την άλλη αδελφή ο Άγιος; Έκανε την επέμβαση χωρίς νυ‐στέρι και χωρίς να το καταλάβη ούτε η ίδια. Δόξα τω Θεώ! Μήν αμφιβάλλης ότι θα βολέψη κι εσένα.
Βοηθάει ο Άγιος Αρσένιος.
Ένας γιατρός με παρακάλεσε να προσευχηθώ για το κοριτσάκι του που είναι άρρωστο. Παρακάλεσα τον Άγιο Αρσένιο και το βοήθησε λίγο.
Να κάνετε κι εσείς κομποσχοίνι, για να αποτελειώση ο Άγιος το θαύμα του και να γνωρίσουν οι επιστήμονες την θεία επιστήμη του Θεού, για να δοξασθή το όνομά Του.
Το θαύμα είναι μυστήριο· μόνο ζήται και δεν εξηγείται· το μυαλό δεν μπορεί να το ερμηνεύση.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ ΣΤ’
Εδω 71. Με την συμβουλή αυτήν ο Γέροντας Παΐσιος δεν απορρίπτει την
ιατρική βοήθεια, αλλά θέλει να μας παρακινήση να ζητούμε με πίστη την
βοήθεια των Αγίων.
72 Βλ. Ιω. 14, 12.
70 Ο Γέροντας υπαινίσσεται συγκεκριμένα θαύματα που είχε κάνει ο Άγιος Αρσένιος
(Χατζεφεντής), όταν ζούσε, αναγκάζοντας κάποιους κλέφτες όχι μόνο να φύγουν άπρακτοι, αλλά να του ζητήσουν και συγχώρηση. (Βλ. Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης, σ. 96‐97, 102‐103 κ.ά.)
72 Βλ. Ιω. 14, 12.
70 Ο Γέροντας υπαινίσσεται συγκεκριμένα θαύματα που είχε κάνει ο Άγιος Αρσένιος
(Χατζεφεντής), όταν ζούσε, αναγκάζοντας κάποιους κλέφτες όχι μόνο να φύγουν άπρακτοι, αλλά να του ζητήσουν και συγχώρηση. (Βλ. Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης, σ. 96‐97, 102‐103 κ.ά.)
Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου
Ο χειρισμός της ψυχής είναι λεπτός
- Γέροντα, μερικοί χαρακτήρες που είναι δύσκολοι, στριμμένοι, πως θα βοηθηθούν;
- Εγώ σαν μαραγκός δούλευα και στριμμένα ξύλα. Χρειαζόταν όμως υπομονή, γιατί τα στριφτά ξύλα τα πλανίζεις από ‘δώ, σηκώνουν αντιξυλιά, τα πλανίζεις από ‘κεί, σηκώνουν πάλι αντιξυλιά. Τα έτριβα λοιπόν με το διπλό λεπίδι λίγο από τι μια μεριά κόντρα, λίγο από την άλλη, και έτσι τα έφερνα σε λογαριασμό. Γίνονταν μάλιστα πολύ όμορφα, επειδή και ωραία νερά έχουν και δεν σπάζουν εύκολα· έχουν πολλή αντοχή. Αν δεν το ήξερες αυτό, μπορεί να τα έβλεπες έτσι και να τα πετούσες. Θέλω να πω, και οι άνθρωποι που έχουν δύσκολο χαρακτήρα, έχουν μέσα τους δυνάμεις και, να αφεθούν να τους δουλέψης, μπορούν να κάνουν άλματα στην πνευματική ζωή, αλλά χρειάζεται να διαθέσης αρκετό χρόνο.
Ύστερα, ποτέ δεν χρησιμοποιούσα μεγάλες πρόκες, για να σφίξω δυο στραβές σανίδες, αλλά πρώτα τις πλάνιζα, τις έφερνα σε λογαριασμό, και τις ένωνα με ένα καρφάκι. Δεν τις ζόριζα, για να σφίξουν, γιατί, όταν τις στραβές σανίδες προσπαθούμε να τις κάνουμε να εφαρμόσουν με μεγάλες πρόκες, θα σχισθούν και πάλι θα βγουν από την ζορισμένη εφαρμογή τους, οπότε τι καταλάβαμε;
Χρειάζεται διάκριση και ξανά διάκριση, όταν έχη κανείς να κάνη με ψυχές.
Στην πνευματική ζωή δεν υπάρχει μία συνταγή, ένας κανόνας. Η κάθε ψυχή έχει την δική της ποιότητα και χωρητικότητα. Υπάρχουν δοχεία με μεγάλη χωρητικότητα και δοχεία με μικρή χωρητικότητα.
Άλλα είναι πλαστικά και δεν αντέχουν πολύ και άλλα είναι μεταλλικά και αντέχουν. Όταν ο πνευματικός γνωρίση την ποιότητα και την χωρητικότητα της ψυχής, θα ενεργή ανάλογα με τις δυνατότητες και με την κληρονομικότητα που έχει, και με την πρόοδο που έχει κάνει. Η συμπεριφορά του θα είναι ανάλογη με την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο εξομολογούμενος, με την αμαρτία που έκανε, και με ένα σωρό άλλα. Στον αναιδή θα προσέξη να μη δίνη δικαίωμα για αναίδεια. Την ευαίσθητη ψυχή θα κοιτάξη πώς να την βοηθήση να αντιμετωπίση με ανδρισμό τα προβλήματά της.
Επίσης θέλει προσοχή να μη βασίζεται κανείς σ’ αυτό που βλέπει εξωτερικά σ’ έναν άνθρωπο και να μην πιστεύη εύκολα αυτά που του λένε και βγάζει συμπεράσματα, ειδικά αν δεν έχη το χάρισμα να βλέπη βαθύτερα. Μερικές σανίδες, ενώ φαίνονται κατάγερες απ’ έξω, μέσα είναι όλο ίνες. Όταν πλανισθή το χνούδι που έχουν απ’ έξω, τότε δείχνουν τι είναι. Άλλες πάλι, ενώ απ’ έξω φαίνονται άχρηστες, μέσα είναι δαδένιες.
Ο χειρισμός της ψυχής είναι λεπτός. Δεν πρέπει να γίνωνται λάθη στις συνταγές. Ο κάθε οργανισμός, βλέπετε, έχει ανάγκη από την βιταμίνη που του λείπει και η κάθε πάθηση από τα ανάλογα φάρμακα.
- Γέροντα, μερικοί χαρακτήρες που είναι δύσκολοι, στριμμένοι, πως θα βοηθηθούν;
- Εγώ σαν μαραγκός δούλευα και στριμμένα ξύλα. Χρειαζόταν όμως υπομονή, γιατί τα στριφτά ξύλα τα πλανίζεις από ‘δώ, σηκώνουν αντιξυλιά, τα πλανίζεις από ‘κεί, σηκώνουν πάλι αντιξυλιά. Τα έτριβα λοιπόν με το διπλό λεπίδι λίγο από τι μια μεριά κόντρα, λίγο από την άλλη, και έτσι τα έφερνα σε λογαριασμό. Γίνονταν μάλιστα πολύ όμορφα, επειδή και ωραία νερά έχουν και δεν σπάζουν εύκολα· έχουν πολλή αντοχή. Αν δεν το ήξερες αυτό, μπορεί να τα έβλεπες έτσι και να τα πετούσες. Θέλω να πω, και οι άνθρωποι που έχουν δύσκολο χαρακτήρα, έχουν μέσα τους δυνάμεις και, να αφεθούν να τους δουλέψης, μπορούν να κάνουν άλματα στην πνευματική ζωή, αλλά χρειάζεται να διαθέσης αρκετό χρόνο.
Ύστερα, ποτέ δεν χρησιμοποιούσα μεγάλες πρόκες, για να σφίξω δυο στραβές σανίδες, αλλά πρώτα τις πλάνιζα, τις έφερνα σε λογαριασμό, και τις ένωνα με ένα καρφάκι. Δεν τις ζόριζα, για να σφίξουν, γιατί, όταν τις στραβές σανίδες προσπαθούμε να τις κάνουμε να εφαρμόσουν με μεγάλες πρόκες, θα σχισθούν και πάλι θα βγουν από την ζορισμένη εφαρμογή τους, οπότε τι καταλάβαμε;
Χρειάζεται διάκριση και ξανά διάκριση, όταν έχη κανείς να κάνη με ψυχές.
Στην πνευματική ζωή δεν υπάρχει μία συνταγή, ένας κανόνας. Η κάθε ψυχή έχει την δική της ποιότητα και χωρητικότητα. Υπάρχουν δοχεία με μεγάλη χωρητικότητα και δοχεία με μικρή χωρητικότητα.
Άλλα είναι πλαστικά και δεν αντέχουν πολύ και άλλα είναι μεταλλικά και αντέχουν. Όταν ο πνευματικός γνωρίση την ποιότητα και την χωρητικότητα της ψυχής, θα ενεργή ανάλογα με τις δυνατότητες και με την κληρονομικότητα που έχει, και με την πρόοδο που έχει κάνει. Η συμπεριφορά του θα είναι ανάλογη με την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο εξομολογούμενος, με την αμαρτία που έκανε, και με ένα σωρό άλλα. Στον αναιδή θα προσέξη να μη δίνη δικαίωμα για αναίδεια. Την ευαίσθητη ψυχή θα κοιτάξη πώς να την βοηθήση να αντιμετωπίση με ανδρισμό τα προβλήματά της.
Επίσης θέλει προσοχή να μη βασίζεται κανείς σ’ αυτό που βλέπει εξωτερικά σ’ έναν άνθρωπο και να μην πιστεύη εύκολα αυτά που του λένε και βγάζει συμπεράσματα, ειδικά αν δεν έχη το χάρισμα να βλέπη βαθύτερα. Μερικές σανίδες, ενώ φαίνονται κατάγερες απ’ έξω, μέσα είναι όλο ίνες. Όταν πλανισθή το χνούδι που έχουν απ’ έξω, τότε δείχνουν τι είναι. Άλλες πάλι, ενώ απ’ έξω φαίνονται άχρηστες, μέσα είναι δαδένιες.
Ο χειρισμός της ψυχής είναι λεπτός. Δεν πρέπει να γίνωνται λάθη στις συνταγές. Ο κάθε οργανισμός, βλέπετε, έχει ανάγκη από την βιταμίνη που του λείπει και η κάθε πάθηση από τα ανάλογα φάρμακα.
Αγιου Παϊσίου Αγιορείτου .
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ΕΛΕΓΕ Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑ'Ι'ΣΙΟΣ
Μεγάλη υποχρέωση αισθάνομαι στον Πατέρα Αρσένιο, τόσο για τ’ όνομα του που μούδωσε μαζί με τις άγιες του ευχές στην κολυμβήθρα, όσο και αργότερα, μικρός, που θήλαζα στα λίγα του βιβλία, που διέσωζε ο γερο‐Πρόδρομος ο Κορτσινόγλου (του Χατζητσινή).
Έλεγε ο Πατήρ ο ΑΓΙΟς ΑΡΣΕΝΙΟΣ , πριν ακόμη γίνη η Ανταλλαγή:
«Όταν θα πάμε στην Ελλάδα, το χωριό μας θα σπαρή σε πολλά μέρη της, θα γίνη γαρμάν–τσορδάν (φύρδην–μίγδην)»· όπως επίσης έλεγε και για τον εαυτό του: «Εγώ θα ζήσω μόνο σαράντα ημέρες στην Ελλάδα και θα πεθάνω σ’ ένα Νησί». Πράγματι έτσι και έγιναν όλα· και το χωριό μας έκανε τέτοιο σκόρπισμα, που πολλοί συγγενείς ακόμη ούτε γνωρίζονται ούτε και ξέρουν ο ένας για τον άλλον, εάν ζη ή συγχωρέθηκε. Έχοντας λοιπόν όλα αυτά υπ’ όψη μου, αποφάσισα να πάω μόνος μου στην Κέρκυρα, για να κάνω την εκταφή και ανακομιδή του. Δεν γνωρίζω όμως, εάν η ευλάβεια μου ήταν περισσότερη ή η αναίδεια μου. Σε όλο μου το ταξίδι είχα και λογισμούς: «Σε περίπτωση που βρω το Λείψανο του ολόκληρο, τι να κάνω;» ‐ διότι αδύνατο τότε να μ’ αφήσουν οι Κερκυραίοι να το πάρω. Το ότι θα το εύρισκα ήμουν σίγουρος, διότι το 1945 είχαν βρει τον τάφο του Πατρός τα αδέλφια μου και μου έστειλαν χώμα από τον τάφο του, το οποίο ρίξαμε επάνω σ’ ένα συγχωριανό μας, που είχε βγη άλειωτος, και μετά έλειωσε. (Μου είχε πει ο Πρόδρομος να το κάνω αυτό, καθώς και την αιτία, που δεν είχε λειώσει προηγουμένως ο συγχωριανός μας).
Φθάνω λοιπόν στην Κέρκυρα τον Οκτώβριο του 1958, και εκεί συνέχεια βροχές. Ο Ιερεύς του Κοιμητηρίου μου είπε ή να πάω ξανά άλλη εποχή ή να παραμείνω μέχρι να σταματήσουν οι βροχές. Του είπα: «Θα έρθω αύριο το πρωί στο Κοιμητήρι και ο Πατήρ θα βοηθήση». Την επομένη το πρωί ξεκίνησα με κατακλυσμό, αλλά μόλις έφθασα στο Κοιμητήρι, έπαψε αμέσως η δυνατή εκείνη βροχή και βγήκε και ο ήλιος. Έγινε με καλωσύνη η εκταφή του, διάβασε και το Τρισάγιο ο Ιερεύς, και φεύγοντας με τα Λείψανα, άρχισε πάλι η δυνατή βροχή να συνεχίζη.
Ο Ιερεύς τότε μου είπε: «Ο Πατήρ έκανε το θαύμα του». Έφθασα μετά στο ξενοδοχείο. Τοποθέτησα τα Λείψανα στο μαξιλάρι μου και άνοιξα το καπάκι της βαλίτσας, που τα είχα μέσα, για να τα βλέπω, και γονατιστός προσευχόμουν. Όταν είχε νυχτώσει πια, άναψα το φως, για να τα βλέπω και στην συνέχεια της νυκτός και να προσεύχωμαι. Στις εννέα με δέκα η ώρα το βράδυ (ώρα κοσμική), ενώ προσευχόμουν γονατιστός, άκουσα μια φωνή άγρια να μενα μου λέγη: «Τι Λείψανα είναι αυτά»; και μια δύναμη ένιωσα να ορμάη επάνω μου, χωρίς να βλέπω ολόκληρο σώμα· δυο χέρια μαύρα και άγρια να με σφίγγουν γερά, για να με πνίξουν. Εκείνη την στιγμή που κινδύνεψα, δεν ξέρω πώς μου ήρθε, φώναξα δυνατά: «Άγιε Αρσένιε βοήθησε με!». Αμέσως τότε ένιωσα μια άλλη δύναμη, ενός αθλητού, να αρπάζη εκείνα τα φοβερά χέρια και να τα πετάη πέρα και να με ελευθερώνη. Η καρδιά μου πια τότε χτυπούσε γλυκά, και συνέχισα την προσευχή μου με ευλάβεια περισσότερη προς τον Πατέρα Αρσένιο, και την επομένη έφυγα για την Κόνιτσα με τα Λείψανα του. Το γεγονός αυτό το είχα πη τότε μόνο σε δύο άτομα πνευματικά, διότι φοβήθηκα μήπως το μάθουν περισσότεροι και οι γυναίκες από αδιάκριτη ευλάβεια μετά πλέξουν και παραμύθια.
ΕΛΕΓΕ Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑ'Ι'ΣΙΟΣ
Μεγάλη υποχρέωση αισθάνομαι στον Πατέρα Αρσένιο, τόσο για τ’ όνομα του που μούδωσε μαζί με τις άγιες του ευχές στην κολυμβήθρα, όσο και αργότερα, μικρός, που θήλαζα στα λίγα του βιβλία, που διέσωζε ο γερο‐Πρόδρομος ο Κορτσινόγλου (του Χατζητσινή).
Έλεγε ο Πατήρ ο ΑΓΙΟς ΑΡΣΕΝΙΟΣ , πριν ακόμη γίνη η Ανταλλαγή:
«Όταν θα πάμε στην Ελλάδα, το χωριό μας θα σπαρή σε πολλά μέρη της, θα γίνη γαρμάν–τσορδάν (φύρδην–μίγδην)»· όπως επίσης έλεγε και για τον εαυτό του: «Εγώ θα ζήσω μόνο σαράντα ημέρες στην Ελλάδα και θα πεθάνω σ’ ένα Νησί». Πράγματι έτσι και έγιναν όλα· και το χωριό μας έκανε τέτοιο σκόρπισμα, που πολλοί συγγενείς ακόμη ούτε γνωρίζονται ούτε και ξέρουν ο ένας για τον άλλον, εάν ζη ή συγχωρέθηκε. Έχοντας λοιπόν όλα αυτά υπ’ όψη μου, αποφάσισα να πάω μόνος μου στην Κέρκυρα, για να κάνω την εκταφή και ανακομιδή του. Δεν γνωρίζω όμως, εάν η ευλάβεια μου ήταν περισσότερη ή η αναίδεια μου. Σε όλο μου το ταξίδι είχα και λογισμούς: «Σε περίπτωση που βρω το Λείψανο του ολόκληρο, τι να κάνω;» ‐ διότι αδύνατο τότε να μ’ αφήσουν οι Κερκυραίοι να το πάρω. Το ότι θα το εύρισκα ήμουν σίγουρος, διότι το 1945 είχαν βρει τον τάφο του Πατρός τα αδέλφια μου και μου έστειλαν χώμα από τον τάφο του, το οποίο ρίξαμε επάνω σ’ ένα συγχωριανό μας, που είχε βγη άλειωτος, και μετά έλειωσε. (Μου είχε πει ο Πρόδρομος να το κάνω αυτό, καθώς και την αιτία, που δεν είχε λειώσει προηγουμένως ο συγχωριανός μας).
Φθάνω λοιπόν στην Κέρκυρα τον Οκτώβριο του 1958, και εκεί συνέχεια βροχές. Ο Ιερεύς του Κοιμητηρίου μου είπε ή να πάω ξανά άλλη εποχή ή να παραμείνω μέχρι να σταματήσουν οι βροχές. Του είπα: «Θα έρθω αύριο το πρωί στο Κοιμητήρι και ο Πατήρ θα βοηθήση». Την επομένη το πρωί ξεκίνησα με κατακλυσμό, αλλά μόλις έφθασα στο Κοιμητήρι, έπαψε αμέσως η δυνατή εκείνη βροχή και βγήκε και ο ήλιος. Έγινε με καλωσύνη η εκταφή του, διάβασε και το Τρισάγιο ο Ιερεύς, και φεύγοντας με τα Λείψανα, άρχισε πάλι η δυνατή βροχή να συνεχίζη.
Ο Ιερεύς τότε μου είπε: «Ο Πατήρ έκανε το θαύμα του». Έφθασα μετά στο ξενοδοχείο. Τοποθέτησα τα Λείψανα στο μαξιλάρι μου και άνοιξα το καπάκι της βαλίτσας, που τα είχα μέσα, για να τα βλέπω, και γονατιστός προσευχόμουν. Όταν είχε νυχτώσει πια, άναψα το φως, για να τα βλέπω και στην συνέχεια της νυκτός και να προσεύχωμαι. Στις εννέα με δέκα η ώρα το βράδυ (ώρα κοσμική), ενώ προσευχόμουν γονατιστός, άκουσα μια φωνή άγρια να μενα μου λέγη: «Τι Λείψανα είναι αυτά»; και μια δύναμη ένιωσα να ορμάη επάνω μου, χωρίς να βλέπω ολόκληρο σώμα· δυο χέρια μαύρα και άγρια να με σφίγγουν γερά, για να με πνίξουν. Εκείνη την στιγμή που κινδύνεψα, δεν ξέρω πώς μου ήρθε, φώναξα δυνατά: «Άγιε Αρσένιε βοήθησε με!». Αμέσως τότε ένιωσα μια άλλη δύναμη, ενός αθλητού, να αρπάζη εκείνα τα φοβερά χέρια και να τα πετάη πέρα και να με ελευθερώνη. Η καρδιά μου πια τότε χτυπούσε γλυκά, και συνέχισα την προσευχή μου με ευλάβεια περισσότερη προς τον Πατέρα Αρσένιο, και την επομένη έφυγα για την Κόνιτσα με τα Λείψανα του. Το γεγονός αυτό το είχα πη τότε μόνο σε δύο άτομα πνευματικά, διότι φοβήθηκα μήπως το μάθουν περισσότεροι και οι γυναίκες από αδιάκριτη ευλάβεια μετά πλέξουν και παραμύθια.
Απο το βιβλιο Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης.
Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου
Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης ,
Χρήματα φυσικά δεν δεχόταν ποτέ, ούτε και έπιανε στα χέρια του.
Συνήθιζε να λέγη:
«Η πίστη μας δεν πουλιέται»
Παρ’ τα όλα, να είναι δικά σου, γιατί έσωσες το παιδί μου. Ο ΑΓΙΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΣ τον σήκωσε επάνω και του είπε:
‐ Κράτησε τα λεφτά σου· η πίστη μας δεν πουλιέται.
Ούτε δώρα δεχόταν.
Μια φορά που του πήγε ένας Τούρκος δύο ζώα φορτωμένα μπαχτίς (δώρα), γιατί απέκτησε η στείρα γυναίκα του δύο παιδιά με το φυλαχτό που της έστειλε ο Χατζεφεντής, του έκανε αυστηρή παρατήρηση με τα εξής λόγια: «Στο χωριό σου φτωχούς δεν είχες; Τι μου τα κουβάλησες εδώ; για να σου πω το αφερίμ (μπράβο); Εγώ μπαχτσίσια δεν μαζεύω».
Στην Εκκλησία ήταν μία κάμαρα, στην οποία άφηναν μερικοί
προαιρετικώς χρήματα για τους φτωχούς και οι φτωχοί μόνοι τους πήγαιναν και έπαιρναν όσα είχαν ανάγκη.
Περισσότερα φοβόνταν να πάρουν, για να μην τους τιμωρήση ο Θεός.
Χρήματα φυσικά δεν δεχόταν ποτέ, ούτε και έπιανε στα χέρια του.
Συνήθιζε να λέγη:
«Η πίστη μας δεν πουλιέται»
Παρ’ τα όλα, να είναι δικά σου, γιατί έσωσες το παιδί μου. Ο ΑΓΙΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΣ τον σήκωσε επάνω και του είπε:
‐ Κράτησε τα λεφτά σου· η πίστη μας δεν πουλιέται.
Ούτε δώρα δεχόταν.
Μια φορά που του πήγε ένας Τούρκος δύο ζώα φορτωμένα μπαχτίς (δώρα), γιατί απέκτησε η στείρα γυναίκα του δύο παιδιά με το φυλαχτό που της έστειλε ο Χατζεφεντής, του έκανε αυστηρή παρατήρηση με τα εξής λόγια: «Στο χωριό σου φτωχούς δεν είχες; Τι μου τα κουβάλησες εδώ; για να σου πω το αφερίμ (μπράβο); Εγώ μπαχτσίσια δεν μαζεύω».
Στην Εκκλησία ήταν μία κάμαρα, στην οποία άφηναν μερικοί
προαιρετικώς χρήματα για τους φτωχούς και οι φτωχοί μόνοι τους πήγαιναν και έπαιρναν όσα είχαν ανάγκη.
Περισσότερα φοβόνταν να πάρουν, για να μην τους τιμωρήση ο Θεός.
Αγ. Παϊσίου Αγιορείτου: Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης
Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου
Θαύματα του Οσίου Αρσενίου του Καππαδόκη
Αμέτρητα είναι τα θαύματα που οφείλονται στον μεγάλο αυτόν Άγιο, όχι μόνο κατά τη διάρκεια που ήταν εν ζωή, αλλά και μετά την κοίμησή του. Ένα πολύ μικρό δείγμα αυτών αναφέρονται πιο κάτω (τα θαύματα που αναφέρονται στη συνέχεια είναι παρμένα από το βιβλίο «Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης» που έγραψε ο ίδιος ο Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης.
Επάνω σ΄έναν βράχο, μέσα σε μια σπηλιά ήταν ένα Εξωκλήσι της Παναγίας (σό Κάντσι). Οι Φαρασιώτες είχαν προεκτείνει προς τα έξω του βράχου σανιδένιο εξώστη για ευρυχωρία. Για να φθάσουν μέχρι εκεί, έπρεπε να ανεβούν σαράντα σκαλοπάτια σκαλιστά στον βράχο και άλλα εκατό είκοσι που είχαν φτιαγμένα με σανίδες. Σ’ αυτό λοιπόν το Εξωκλήσι είχε πάει να λειτουργήσει ο Πατήρ Αρσένιος και ο Πρόδρομος, ως συνήθως. Όταν τέλειωσε η Θεία Λειτουργία , ο Πατήρ βγήλε λίγο στον εξώστη. Εκεί που ακουμπούσε ξεκαρφώθηκε μια σανίδα και ο Πατήρ έπεσε κάτω στον γκρεμό. Ένας γεωργός που τον είδε από απέναντι να πέφει άφησε τα βόδια του στον ζυγό και έτρεξε, για να συμμαζέψει το σκορπισμένο του κορμί, όπως νόμιζε. Ο πρόδρομος δεν είχε καταλάβει τίποτε, γιατί ήταν μέσα στον Ναό και τον συγύριζε. Όταν λοιπόν έφθασε ο γεωργός εκεί κοντά στον γκρεμό κάτω, είδε το κορμί του του Πατρός Αρσενιίου ολόκληρο αλλά ακίνητο, και πήγε να το πιάσει. Ο Πατήρ όμως είπε στον γεωργό: «Μη μ’ αγγίζεις. Δεν έχω τίποτε».
Είχαν ληστέψει μια φορά πάλι οι Τούρκοι Ιερά Σκεύη της Εκκλησίας. Οι Φαρασιώτες ανησυχούσαν και προσπαθούσαν να βρουν τους κλέφτες. Ο Χατζεφέντης όμως ατάραχος τους λέγει: «Μην ανησυχείτε, θα δείτε τον Αϊ-Γιώργη να τα φέρνει ξωπίσω». Όταν οι ληστές έφθασαν στο Καζάν-Ταγή, ενώ ήταν μέρα και ο ουρανός καθαρός, έπεσε απότομα μια παράξενη μαυρίλα μπροστά τους, που ήταν αδύνατο να προχωρήσουν, ούτε καν τον ποταμό Φεραχτίν ήταν δυνατόν να περάσουν, που είχαν μπροστά τους. Κατάλαβαν τότε οι ληστές ότι ήταν από το Θεό αυτό το παράξενο φαινόμενο, και γύρισαν προς τα Φάρασα, για να επιστρέψουν τα Ιερά Σκεύη. Όταν όμως προχώρησαν λίγο τον δρόμο προς τα Φάρασα και η μαυρίλα είχε φύγει, το θεώρησαν για τυχαίο γεγονός και γύρισαν ξανά με τα φορτωμένα ζώα για το χωριό τους. Με το γύρισμα όμως για το χωριό τους ένιωσαν κάποιον να τους δέρνει αόρατος και να τους φέρνει έτσι καταπόδι μέχρι τα Φάρασα. Έφθασαν με τα κλεμμένα Ιερά Σκεύη στα Φάρασα και φώναζαν τους Φαρασιώτες οι κλέφτες να τα ξεφορτώσουν γρήγορα, γιατί αυτοί με τα χέρια τους προστάτευαν τα κεφάλια τους από τις ξυλιές που ένιωθαν αόρατως να τρώνε.
Η Οσία Καραμουρατίδου, όταν ήταν νεόνυμφη, φορούσε μια μανδήλα παρδαλή Σμυρνιότικη. Ο Πατήρ Αρσένιος επανειλημμένως της έκανε παρατηρήσεις για να την πετάξει και να φοράει και αυτή σεμνά, όπως όλες οι Φαρασσιώτισσες αλλά εκείνη δεν άκουγε. Μια ημέρα που την είδε πάλι να την φοράει, της είπε αυστηρά: «Φράγκικες αρρώστιες στα Φάρασα δε θέλω. Εάν δεν συμμορφωθείς, να το ξέρεις, τα παιδιά που θα γεννάς, αφού θα βαπτίζονται, θα φεύγουν αγγελούδια και συ δεν θα χαρείς κανένα».
Δυστυχώς και πάλι δεν είχε συμμορφωθεί, αλλά μόνον της έφυγαν δυο αγγελούδια, τότε πέταξε τη παρδαλή μανδήλα και πήγε στον Πατέρα Αρσένιο και ζήτησε συγχώρεση. Ο Πατήρ, αφού την συγχώρεσε, της είπε: «Πήγαινε τώρα στην ευχή του Χριστού και το πρώτο παιδί που θα γεννήσεις θα είναι αγόρι και θα το ονομάσουμε Αρσένιο. Το δεύτερο μετά θα είναι κόρη και θα το ονομάσουμε Ειρήνη».
Στην μνήμη του Αγίου Χρυσοστόμου, είχαν καθίσει οι πανηγυριώτες μετά την Θεία Λειτουργία έξω από τον Ναό και έτρωγαν. Εκεί στον Άγιο Χρυσόστομο ήταν ένα Αγίασμα το οποίο έβγαινε άφθονο από μια τρύπα ενός βράχου και έπεφτε σαν καταρράκτης από ψηλά κάτω στον Ζεμαντή ποταμό. Άλλοτε πάλι τραβιόταν πίσω τελείως και χανόταν. Ενώ λοιπόν έτρωγαν οι άνθρωποι, σηκώθηκε μια γυναίκα να πάρει λίγο νερό. Εκείνη τη στιγμή το νερό τραβιόταν πίσω, και η γυναίκα έτρεξε στον Χατζεφεντή (Άγιος Αρσένιος) και του το είπε. Ο Χατζεφεντής πήρε το Ευαγγέλιο και πήγε στην τρύπα του βράχου, γονάτισε και διάβασε λίγο, και το νερό ήρθε αμέσως. Αυτό συνέβαινε πολλές φορές· τραβιόταν το νερό και ερχόταν πάλι μετά από αρκετό διάστημα. Ο Αναστάσιος Λεβίδης λέγει ότι ήταν το φυσικό φαινόμενο παλίρροια και άμπωτις. Ο δούλος όμως του Θεού Χατζεφεντής παρακαλούσε το Αφεντικό του, τον Θεό, και του το έφερνε όποτε ήθελε, χωρίς να περιμένει. ΚΑΙ ΠΟΛΛΑ ΑΛΛΑ
Αμέτρητα είναι τα θαύματα που οφείλονται στον μεγάλο αυτόν Άγιο, όχι μόνο κατά τη διάρκεια που ήταν εν ζωή, αλλά και μετά την κοίμησή του. Ένα πολύ μικρό δείγμα αυτών αναφέρονται πιο κάτω (τα θαύματα που αναφέρονται στη συνέχεια είναι παρμένα από το βιβλίο «Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης» που έγραψε ο ίδιος ο Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης.
Επάνω σ΄έναν βράχο, μέσα σε μια σπηλιά ήταν ένα Εξωκλήσι της Παναγίας (σό Κάντσι). Οι Φαρασιώτες είχαν προεκτείνει προς τα έξω του βράχου σανιδένιο εξώστη για ευρυχωρία. Για να φθάσουν μέχρι εκεί, έπρεπε να ανεβούν σαράντα σκαλοπάτια σκαλιστά στον βράχο και άλλα εκατό είκοσι που είχαν φτιαγμένα με σανίδες. Σ’ αυτό λοιπόν το Εξωκλήσι είχε πάει να λειτουργήσει ο Πατήρ Αρσένιος και ο Πρόδρομος, ως συνήθως. Όταν τέλειωσε η Θεία Λειτουργία , ο Πατήρ βγήλε λίγο στον εξώστη. Εκεί που ακουμπούσε ξεκαρφώθηκε μια σανίδα και ο Πατήρ έπεσε κάτω στον γκρεμό. Ένας γεωργός που τον είδε από απέναντι να πέφει άφησε τα βόδια του στον ζυγό και έτρεξε, για να συμμαζέψει το σκορπισμένο του κορμί, όπως νόμιζε. Ο πρόδρομος δεν είχε καταλάβει τίποτε, γιατί ήταν μέσα στον Ναό και τον συγύριζε. Όταν λοιπόν έφθασε ο γεωργός εκεί κοντά στον γκρεμό κάτω, είδε το κορμί του του Πατρός Αρσενιίου ολόκληρο αλλά ακίνητο, και πήγε να το πιάσει. Ο Πατήρ όμως είπε στον γεωργό: «Μη μ’ αγγίζεις. Δεν έχω τίποτε».
Είχαν ληστέψει μια φορά πάλι οι Τούρκοι Ιερά Σκεύη της Εκκλησίας. Οι Φαρασιώτες ανησυχούσαν και προσπαθούσαν να βρουν τους κλέφτες. Ο Χατζεφέντης όμως ατάραχος τους λέγει: «Μην ανησυχείτε, θα δείτε τον Αϊ-Γιώργη να τα φέρνει ξωπίσω». Όταν οι ληστές έφθασαν στο Καζάν-Ταγή, ενώ ήταν μέρα και ο ουρανός καθαρός, έπεσε απότομα μια παράξενη μαυρίλα μπροστά τους, που ήταν αδύνατο να προχωρήσουν, ούτε καν τον ποταμό Φεραχτίν ήταν δυνατόν να περάσουν, που είχαν μπροστά τους. Κατάλαβαν τότε οι ληστές ότι ήταν από το Θεό αυτό το παράξενο φαινόμενο, και γύρισαν προς τα Φάρασα, για να επιστρέψουν τα Ιερά Σκεύη. Όταν όμως προχώρησαν λίγο τον δρόμο προς τα Φάρασα και η μαυρίλα είχε φύγει, το θεώρησαν για τυχαίο γεγονός και γύρισαν ξανά με τα φορτωμένα ζώα για το χωριό τους. Με το γύρισμα όμως για το χωριό τους ένιωσαν κάποιον να τους δέρνει αόρατος και να τους φέρνει έτσι καταπόδι μέχρι τα Φάρασα. Έφθασαν με τα κλεμμένα Ιερά Σκεύη στα Φάρασα και φώναζαν τους Φαρασιώτες οι κλέφτες να τα ξεφορτώσουν γρήγορα, γιατί αυτοί με τα χέρια τους προστάτευαν τα κεφάλια τους από τις ξυλιές που ένιωθαν αόρατως να τρώνε.
Η Οσία Καραμουρατίδου, όταν ήταν νεόνυμφη, φορούσε μια μανδήλα παρδαλή Σμυρνιότικη. Ο Πατήρ Αρσένιος επανειλημμένως της έκανε παρατηρήσεις για να την πετάξει και να φοράει και αυτή σεμνά, όπως όλες οι Φαρασσιώτισσες αλλά εκείνη δεν άκουγε. Μια ημέρα που την είδε πάλι να την φοράει, της είπε αυστηρά: «Φράγκικες αρρώστιες στα Φάρασα δε θέλω. Εάν δεν συμμορφωθείς, να το ξέρεις, τα παιδιά που θα γεννάς, αφού θα βαπτίζονται, θα φεύγουν αγγελούδια και συ δεν θα χαρείς κανένα».
Δυστυχώς και πάλι δεν είχε συμμορφωθεί, αλλά μόνον της έφυγαν δυο αγγελούδια, τότε πέταξε τη παρδαλή μανδήλα και πήγε στον Πατέρα Αρσένιο και ζήτησε συγχώρεση. Ο Πατήρ, αφού την συγχώρεσε, της είπε: «Πήγαινε τώρα στην ευχή του Χριστού και το πρώτο παιδί που θα γεννήσεις θα είναι αγόρι και θα το ονομάσουμε Αρσένιο. Το δεύτερο μετά θα είναι κόρη και θα το ονομάσουμε Ειρήνη».
Στην μνήμη του Αγίου Χρυσοστόμου, είχαν καθίσει οι πανηγυριώτες μετά την Θεία Λειτουργία έξω από τον Ναό και έτρωγαν. Εκεί στον Άγιο Χρυσόστομο ήταν ένα Αγίασμα το οποίο έβγαινε άφθονο από μια τρύπα ενός βράχου και έπεφτε σαν καταρράκτης από ψηλά κάτω στον Ζεμαντή ποταμό. Άλλοτε πάλι τραβιόταν πίσω τελείως και χανόταν. Ενώ λοιπόν έτρωγαν οι άνθρωποι, σηκώθηκε μια γυναίκα να πάρει λίγο νερό. Εκείνη τη στιγμή το νερό τραβιόταν πίσω, και η γυναίκα έτρεξε στον Χατζεφεντή (Άγιος Αρσένιος) και του το είπε. Ο Χατζεφεντής πήρε το Ευαγγέλιο και πήγε στην τρύπα του βράχου, γονάτισε και διάβασε λίγο, και το νερό ήρθε αμέσως. Αυτό συνέβαινε πολλές φορές· τραβιόταν το νερό και ερχόταν πάλι μετά από αρκετό διάστημα. Ο Αναστάσιος Λεβίδης λέγει ότι ήταν το φυσικό φαινόμενο παλίρροια και άμπωτις. Ο δούλος όμως του Θεού Χατζεφεντής παρακαλούσε το Αφεντικό του, τον Θεό, και του το έφερνε όποτε ήθελε, χωρίς να περιμένει. ΚΑΙ ΠΟΛΛΑ ΑΛΛΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου