Ἡ πνευματικὴ ἀρχοντιὰ εἶναι πνευματικὴ δικαιοσύνη
–Γέροντα, ἡ πνευματικὴ ἀρχοντιὰ εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ τὴν πνευματικὴ δικαιοσύνη;
–Ἡ πνευματικὴ ἀρχοντιὰ ἔχει πνευματικὴ δικαιοσύνη καὶ ἡ
πνευματικὴ δικαιοσύνη ἔχει πνευματικὴ ἀρχοντιὰ ἤ, καλύτερα, ἡ
ἀρχοντιὰ εἶναι πνευματικὴ δικαιοσύνη. Γι ̓ αὐτό, τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔχει
πνευματικὴ ἀρχοντιά, δὲν τὸν πιάνει ὁ νόμος –«δικαίοις νόμος οὐ κεῖται».
Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος προτιμάει νὰ σκοτωθῆ παρὰ νὰ σκοτώση.
–Γέροντα, ὅταν μοῦ ζητοῦν νὰ κάνω μιὰ δουλειά, ἀμέσως σκέφτομαι ὅτι ἔχω καὶ ἄλλες δουλειὲς νὰ κάνω καὶ ἀντιδρῶ.
–Ἂν ἀποκτήση κανεὶς ἀρχοντιά, ὅλα αὐτὰ τὰ ξεπερνάει. Δὲν βάζει τὴν λογική, γιατὶ ἡ ἀρχοντιὰ εἶναι ἔξω τῆς λογικῆς.
Ἐσεῖς πηγαίνετε νὰ τακτοποιήσετε τὰ πράγματα μὲ τὴν ἀνθρώπινη λογική, μὲ τὴν κοσμικὴ δικαιοσύνη. Ποῦ εἶναι ἡ πνευματικὴ δικαιοσύνη; Δὲν ἔχω πεῖ ὅτι, ὅσο πιὸ πνευματικὸς εἶναι ὁ ἄνθρωπος, τόσο λιγώτερα δικαιώματα ἔχει σ ̓ αὐτὴν τὴν ζωή; ὅτι ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος μόνο δίνει καὶ ποτὲ δὲν ζητάει νὰ πάρη;
–Γιατί ὅμως, Γέροντα, στὸ Εὐαγγέλιο λέει: «Ὁ αἰτῶν λαμβάνει καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει»;
–Ἄλλο εἶναι ἐκεῖνο. Ἀλλά, καὶ ὅταν ζητάη κανεὶς ἀπὸ τὸν Θεὸ κάτι γιὰ τὸν ἑαυτό του, τὸ ὁποῖο δὲν ἔχει ἀγάπη γιὰ τοὺς ἄλλους, πάλι γιὰ τὸ βόλεμά του φροντίζει. Ἐνῶ, ὅταν λ.χ. μιὰ μάνα ζητάη ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ γίνη καλὰ τὸ παιδί της ἢ νὰ ἔρθουν βολικὰ τὰ πράγματα στὴν οἰκογένειά της, αὐτὸ δὲν εἶναι γιὰ τὸν ἑαυτό της, ἀλλὰ γιὰ τὸ καλὸ τοῦ σπιτιοῦ. Νά, ἡ Χαναναία ποὺ ἀναφέρει τὸ Εὐαγγέλιο3δὲν ζητοῦσε τίποτε γιὰ τὸν ἑαυτό της. Ἔτρεχε πίσω ἀπὸ τὸν Χριστὸ καὶ Τὸν παρακαλοῦσε νὰ βοηθήση τὴν κόρη της ποὺ εἶχε δαιμόνιο. Πλησίασαν τότε οἱ Ἀπόστολοι τὸν Χριστὸ καὶ Τοῦ εἶπαν: «Κάνε αὐτὸ ποὺ σοῦ ζητάει, γιὰ νὰ μὴν τρέχη ἀπὸ πίσω μας καὶ φωνάζει». Ἀλλὰ Ἐκεῖνος τοὺς ἀπάντησε: «Οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ»4. Ἡ Χαναναία ὅμως συνέχισε νὰ ζητάη βοήθεια, ὁπότε ὁ Χριστὸς γύρισε καὶ τῆς εἶπε: «Οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις»5. Κι ἐκείνη Τοῦ ἀπάντησε: «Ναί, Κύριε,ἀλλὰ καὶ τὰ σκυλάκια τρῶνε ἀπὸ τὰ ψίχουλα ποὺ πέφτουν ἀπὸ τὰ τραπέζια τῶν κυρίων τους». Καὶ τότε ὁ Χριστὸς τῆς εἶπε: «Γιὰ τὸν λόγο σου αὐτὸν ἡ κόρη σου ἔγινε καλά»6. Εἴδατε τί πίστη εἶχε, τί ταπείνωση, τί ἀρχοντιά, τί ἀνωτερότητα! Ἂν εἶχε ἐγωισμό, θὰ ἔλεγε στὸν Χριστό: «Δὲν τὸ περίμενα ἀπὸ σένα νὰ μὲ κάνης καὶ σκυλί! Ἔχασα πᾶσαν ἰδέαν!» καὶ θὰ ἔφευγε μὲ ἀντίδραση! Θὰ εἶχε καὶ ἀναπαυμένο τὸν λογισμό της ὅτι φέρθηκε πολὺ σωστά, πολὺ δίκαια. Μπορεῖ καὶ νὰ ἔλεγε: «Ἀπορῶ πῶς τόσος κόσμος κάθεται καὶ τὸν ἀκούει!»...
–Γέροντα, ἡ πίστη της τὴν βοήθησε;
–Ἡ ἀρχοντιά της τὴν βοήθησε καὶ εἶχε τέτοια πίστη. Δὲν εἶχε καθόλου ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό της οὔτε εἶχε καμμιὰ ἀπαίτηση. Εἶχε καὶ καλὸ λογισμό: «Ἀφοῦ ἔτσι εἶπε ὁ Θεὸς γιὰ τὸν λαὸ τοῦ Ἰσραήλ, κάτι ξέρει. Ἐμεῖς ἀνήκουμε σὲ ἄλλο ἔθνος».
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -131-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου