Γέροντα, πῶς πληροφορεῖται κανεὶς ὅτι εἶναι συμφιλιωμένος μὲ τὸν Θεό;
–Ἡ ἐσωτερικὴ χαρά, ἡ θεία παρηγοριά, ποὺ νιώθει μέσα του εἶναι μιὰ πληροφορία ὅτι εἶναι συμφιλιωμένος μὲ τὸν Θεό.
–Μπορεῖ νὰ αἰσθάνεται κανεὶς συμφιλιωμένος μὲ τὸν Θεὸ καὶ νὰ μὴ νιώθη χαρά, θεία παρηγοριά;
–Δὲν μπορεῖ, κάτι θὰ νιώθη.
Μπορεῖ νὰ ἔνιωσε μιὰ φορὰ δυνατὴ παρηγοριὰ καὶ μετὰ ἡ παρηγοριὰ ποὺ νιώθει νὰ εἶναι λιγώτερη καὶ γι ̓ αὐτὸ νὰ νομίζη ὅτι δὲν νιώθει θεία παρηγοριά.
–Πῶς γίνεται, Γέροντα, μερικὲς φορές, ἐνῶ βρίσκεσαι σὲ μιὰ καλὴ πνευματικὴ κατάσταση καὶ χαίρεσαι, ξαφνικὰ νὰ χάνης αὐτὴν τὴν χαρά;
–Σοῦ στέλνει ὁ Θεὸς πνευματικὲς χαρὲς καὶ χαίρεσαι. Τὶς παίρνει, κι ἐσὺ μετὰ τὶς ἀναζητᾶς καὶ καταβάλλεις περισσότερο ἀγώνα καὶ προχωρᾶς πιὸ πολὺ πνευματικά.
–Γέροντα, τί χαρὰ εἶναι αὐτὴ ποὺ νιώθω; Μήπως δὲν ἔχω συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητός μου;
–Ὄχι, παιδί μου! Σοῦ δίνει ὁ Θεὸς καμμιὰ σοκολάτα, γιὰ νὰ χαίρεσαι. Τώρα σοκολάτες, ἀργότερα κρασί, σὰν κι αὐτὸ ποὺ πίνουν στὸν Παράδεισο. Ξέρεις τί γλυκὸ κρασὶ πίνουν ἐκεῖ; Οὔ! Λίγο φιλότιμο νὰ δῆ ὁ Θεός, λίγη καλὴ διάθεση, καὶ δίνει πλούσια τὴν Χάρη Του καὶ σὲ μεθάει ἀπὸ αὐτὴν τὴν ζωή. Τὴν πνευματικὴ ἀλλοίωση ποὺ δέχεται ὁ ἄνθρωπος καὶ τὴν ἀγαλλίαση ποὺ νιώθει στὴν καρδιά του, ὅταν τὸν ἐπισκέπτεται ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ δὲν μπορεῖ νὰ τὴν δώση οὔτε ὁ ...μεγαλύτερος καρδιολόγος τοῦ κόσμου. Ὅταν νιώθης αὐτὴν τὴν χαρά, προσπάθησε νὰ τὴν κρατήσης, ὅσο μπορεῖς περισσότερο.
–Πρέπει, Γέροντα, νὰ ζητᾶμε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ μᾶς δίνη πνευματικὲς χαρές;
–Εἶναι φθηνὸ νὰ ζητᾶμε πνευματικὲς χαρές· αὐτὲς ἔρχονται μόνες τους, ὅταν ὑπάρχουν οἱ προϋποθέσεις. Ἂν θέλης νὰ εἶσαι συνέχεια χαρούμενη, αὐτὸ ἔχει φιλαυτία. Ὁ Χριστὸς ἦρθε στὸν κόσμο,γιὰ νὰ σταυρωθῆ ἀπὸ ἀγάπη· πρῶτα σταυρώθηκε καὶ μετὰ ἀναστήθηκε.Τὰ παιδιὰ τοῦ Θεοῦ δὲν ἐργάζονται οὔτε γιὰ οὐράνιο μισθό, ἀλλὰ οὔτε καὶ γιὰ πνευματικὲς χαρὲς σ ̓ αὐτὴν τὴν ζωή. Γιατὶ τὰ παιδιὰ δὲν πληρώνονται ἀπὸ τὸν Πατέρα, ἀφοῦ ὅλη ἡ περιουσία τοῦ Πατέρα τους εἶναι δική τους. Ἄλλο τὰ θεῖα δῶρα ποὺ θὰ προσφέρη ὁ Θεὸς σὰν Καλὸς Πατέρας καὶ σ' αὐτὴν τὴν ζωὴ καὶ στὴν αἰώνια.
–Ἡ ἐσωτερικὴ χαρά, ἡ θεία παρηγοριά, ποὺ νιώθει μέσα του εἶναι μιὰ πληροφορία ὅτι εἶναι συμφιλιωμένος μὲ τὸν Θεό.
–Μπορεῖ νὰ αἰσθάνεται κανεὶς συμφιλιωμένος μὲ τὸν Θεὸ καὶ νὰ μὴ νιώθη χαρά, θεία παρηγοριά;
–Δὲν μπορεῖ, κάτι θὰ νιώθη.
Μπορεῖ νὰ ἔνιωσε μιὰ φορὰ δυνατὴ παρηγοριὰ καὶ μετὰ ἡ παρηγοριὰ ποὺ νιώθει νὰ εἶναι λιγώτερη καὶ γι ̓ αὐτὸ νὰ νομίζη ὅτι δὲν νιώθει θεία παρηγοριά.
–Πῶς γίνεται, Γέροντα, μερικὲς φορές, ἐνῶ βρίσκεσαι σὲ μιὰ καλὴ πνευματικὴ κατάσταση καὶ χαίρεσαι, ξαφνικὰ νὰ χάνης αὐτὴν τὴν χαρά;
–Σοῦ στέλνει ὁ Θεὸς πνευματικὲς χαρὲς καὶ χαίρεσαι. Τὶς παίρνει, κι ἐσὺ μετὰ τὶς ἀναζητᾶς καὶ καταβάλλεις περισσότερο ἀγώνα καὶ προχωρᾶς πιὸ πολὺ πνευματικά.
–Γέροντα, τί χαρὰ εἶναι αὐτὴ ποὺ νιώθω; Μήπως δὲν ἔχω συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητός μου;
–Ὄχι, παιδί μου! Σοῦ δίνει ὁ Θεὸς καμμιὰ σοκολάτα, γιὰ νὰ χαίρεσαι. Τώρα σοκολάτες, ἀργότερα κρασί, σὰν κι αὐτὸ ποὺ πίνουν στὸν Παράδεισο. Ξέρεις τί γλυκὸ κρασὶ πίνουν ἐκεῖ; Οὔ! Λίγο φιλότιμο νὰ δῆ ὁ Θεός, λίγη καλὴ διάθεση, καὶ δίνει πλούσια τὴν Χάρη Του καὶ σὲ μεθάει ἀπὸ αὐτὴν τὴν ζωή. Τὴν πνευματικὴ ἀλλοίωση ποὺ δέχεται ὁ ἄνθρωπος καὶ τὴν ἀγαλλίαση ποὺ νιώθει στὴν καρδιά του, ὅταν τὸν ἐπισκέπτεται ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ δὲν μπορεῖ νὰ τὴν δώση οὔτε ὁ ...μεγαλύτερος καρδιολόγος τοῦ κόσμου. Ὅταν νιώθης αὐτὴν τὴν χαρά, προσπάθησε νὰ τὴν κρατήσης, ὅσο μπορεῖς περισσότερο.
–Πρέπει, Γέροντα, νὰ ζητᾶμε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ μᾶς δίνη πνευματικὲς χαρές;
–Εἶναι φθηνὸ νὰ ζητᾶμε πνευματικὲς χαρές· αὐτὲς ἔρχονται μόνες τους, ὅταν ὑπάρχουν οἱ προϋποθέσεις. Ἂν θέλης νὰ εἶσαι συνέχεια χαρούμενη, αὐτὸ ἔχει φιλαυτία. Ὁ Χριστὸς ἦρθε στὸν κόσμο,γιὰ νὰ σταυρωθῆ ἀπὸ ἀγάπη· πρῶτα σταυρώθηκε καὶ μετὰ ἀναστήθηκε.Τὰ παιδιὰ τοῦ Θεοῦ δὲν ἐργάζονται οὔτε γιὰ οὐράνιο μισθό, ἀλλὰ οὔτε καὶ γιὰ πνευματικὲς χαρὲς σ ̓ αὐτὴν τὴν ζωή. Γιατὶ τὰ παιδιὰ δὲν πληρώνονται ἀπὸ τὸν Πατέρα, ἀφοῦ ὅλη ἡ περιουσία τοῦ Πατέρα τους εἶναι δική τους. Ἄλλο τὰ θεῖα δῶρα ποὺ θὰ προσφέρη ὁ Θεὸς σὰν Καλὸς Πατέρας καὶ σ' αὐτὴν τὴν ζωὴ καὶ στὴν αἰώνια.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -158-
Ἡ σταύρωση προηγεῖται πάντοτε τῆς ἀναστάσεως καὶ φέρνει νίκη.
Ὁ σταυρὸς φέρνει δόξα. Ὁ Χριστός, ἀφοῦ ἀνέβηκε πρῶτα στὸν Γολγοθᾶ μὲ τὸν Σταυρὸ καὶ ἀφοῦ σταυρώθηκε, μετὰ ἀπὸ τὸν Σταυρὸ ἀνέβηκε στὸν Πατέρα. Καὶ τώρα ὁ Ἐσταυρωμένος Χριστὸς γλυκαίνει τὶς πίκρες τῶν ἀνθρώπων καὶ ὁ σταυρωμένος ἄνθρωπος μιμεῖται τὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ.
Ὁ Καλός μας Ἰησοῦς πῆρε μαζὶ μὲ ὅλη τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου καὶ ὅλες τὶς πίκρες καὶ μᾶς ἄφησε τὴν χαρὰ καὶ τὴν ἀγαλλίαση, τὴν ὁποία αἰσθάνεται ὅποιος ἔχει ἀπεκδυθῆ τὸν παλαιό του ἄνθρωπο καὶ ζῆ πλέον μέσα του ὁ Χριστός. Τότε ζῆ μέρος τῆς χαρᾶς τοῦ Παραδείσου ἐπὶ τῆς γῆς, καθὼς λέει τὸ Εὐαγγέλιο:
«Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστιν»9.
Εὐχαριστῶ τὸν Θεὸ ποὺ μὲ ἀξίωσε νὰ γνωρίσω πολλοὺς τέτοιους ἀνθρώπους καὶ Τὸν παρακαλῶ νὰ μὲ βοηθήση νὰ μὴν Τὸν λυπήσω, τοὐλάχιστον στὸ ἑξῆς, ἔστω κι ἂν δὲν ἀξιωθῶ τέτοιες καταστάσεις.
Εὔχομαι νὰ ἔχετε πάντοτε τὴν πνευματικὴ χαρὰ σ ̓ αὐτὴν τὴν ζωή, καὶ στὴν ἄλλη,τὴν αἰώνια, νὰ χαίρεσθε μόνιμα πιὰ κοντὰ στὸν Χριστό. Ἀμήν.
Ὁ σταυρὸς φέρνει δόξα. Ὁ Χριστός, ἀφοῦ ἀνέβηκε πρῶτα στὸν Γολγοθᾶ μὲ τὸν Σταυρὸ καὶ ἀφοῦ σταυρώθηκε, μετὰ ἀπὸ τὸν Σταυρὸ ἀνέβηκε στὸν Πατέρα. Καὶ τώρα ὁ Ἐσταυρωμένος Χριστὸς γλυκαίνει τὶς πίκρες τῶν ἀνθρώπων καὶ ὁ σταυρωμένος ἄνθρωπος μιμεῖται τὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ.
Ὁ Καλός μας Ἰησοῦς πῆρε μαζὶ μὲ ὅλη τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου καὶ ὅλες τὶς πίκρες καὶ μᾶς ἄφησε τὴν χαρὰ καὶ τὴν ἀγαλλίαση, τὴν ὁποία αἰσθάνεται ὅποιος ἔχει ἀπεκδυθῆ τὸν παλαιό του ἄνθρωπο καὶ ζῆ πλέον μέσα του ὁ Χριστός. Τότε ζῆ μέρος τῆς χαρᾶς τοῦ Παραδείσου ἐπὶ τῆς γῆς, καθὼς λέει τὸ Εὐαγγέλιο:
«Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστιν»9.
Εὐχαριστῶ τὸν Θεὸ ποὺ μὲ ἀξίωσε νὰ γνωρίσω πολλοὺς τέτοιους ἀνθρώπους καὶ Τὸν παρακαλῶ νὰ μὲ βοηθήση νὰ μὴν Τὸν λυπήσω, τοὐλάχιστον στὸ ἑξῆς, ἔστω κι ἂν δὲν ἀξιωθῶ τέτοιες καταστάσεις.
Εὔχομαι νὰ ἔχετε πάντοτε τὴν πνευματικὴ χαρὰ σ ̓ αὐτὴν τὴν ζωή, καὶ στὴν ἄλλη,τὴν αἰώνια, νὰ χαίρεσθε μόνιμα πιὰ κοντὰ στὸν Χριστό. Ἀμήν.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -158-
Η διάκριση δὲν ἔχει ὅρια καὶ κανόνες
–Γέροντα, ἡ διάκριση ἔχει ἕνα ὁρισμένο μέτρο;
–Ὄχι, ἡ διάκριση δὲν ἔχει ὁρισμένο μέτρο· δὲν ἔχει ὅρια καὶ κανόνες. Ἔχει καὶ τὸ «ὄχι», ἔχει καὶ τὸ «ναί»· ἔχει καὶ τὸ λίγο, ἔχει καὶ τὸ πολύ. Σὲ μιὰ ἀδελφὴ ποὺ ἔχει διάκριση δὲν χρειάζεται νὰ τῆς πῆς τί νὰ κάνη ἢ πῶς νὰ μιλήση. Κινεῖται πάντοτε σωστά, γιατὶ πάντοτε σκέφτεται πνευματικά. Ἔχει θεῖο φωτισμὸ καὶ αἰσθητήριο πνευματικό.
–Γέροντα, κάποια φορὰ μοῦ εἴπατε ὅτι ἔχω στενοκεφαλιά. Τί ἀκριβῶς ἐννοούσατε;
–Βλέπεις στενὰ τὰ πράγματα· κοιτᾶς μόνον τί πρέπει νὰ γίνη καὶ ἀδιαφορεῖς γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Στὴν Ἀκολουθία λ.χ. λές: «Ἡ τάδε ἀδελφὴ πρέπει νὰ σταθῆ ἐκεῖ καὶ νὰ ψάλη αὐτό». Δὲν ἐξετάζεις ἂν ἔχη κουράγιο νὰ σταθῆ κι ἂν μπορῆ νὰ τὸ ψάλη αὐτό. Νὰ βλέπης πρῶτα πότε καὶ πῶς πρέπει νὰ ἐφαρμοσθῆ τὸ «πρέπει» καὶ ὕστερα νὰ ζητᾶς τὴν ἐφαρμογή. Δὲν ἔχεις διάκριση, καὶ γι ̓ αὐτὸ τὰ ἀντιμετωπίζεις ὅλα ξερά, τυπικά.
Γιὰ νὰ ἐφαρμόση κανεὶς σωστὰ τοὺς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ ὠφελήση τοὺς ἀνθρώπους, πρέπει νὰ ἔχη πνευματικὴ κατάσταση, γιὰ νὰ ἔχη καὶ πνευματικὴ διάκριση.
Γιατὶ ἀλλιῶς μένει στὸ γράμμα τοῦ νόμου· τὸ γράμμα τοῦ νόμου ὅμως «ἀποκτείνει»10. Σοῦ λέει ὁ ἄλλος: «Τὸ Πηδάλιο11ἔτσι γράφει» καί, ὅπως τὰ βρίσκει γραμμένα, τὰ ἐφαρμόζει κατὰ γράμμα· ἐνῶ θὰ ἔπρεπε νὰ ἐξετάζη τὴν κάθε περίπτωση ξεχωριστά. Ὅπως ἔχω δεῖ, σὲ μιὰ περίπτωση μπορεῖ νὰ κρύβωνται καὶ ἄλλες χίλιες περιπτώσεις.
Τὸ ἐπιτίμιο λ.χ. πρέπει νὰ εἶναι ἀνάλογο μὲ τὸν ἄνθρωπο, μὲ τὴν κατάσταση στὴν ὁποία βρίσκεται, μὲ τὸ σφάλμα ποὺ ἔκανε, μὲ τὴν μετάνοια ποὺ ἔδειξε καὶ τόσα ἄλλα· δὲν ὑπάρχει μία συνταγή, ἕνας κανόνας.
Ἡ διάκριση, ὁ θεῖος φωτισμός, εἶναι τὸ πᾶν σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις.
Γι ̓ αὐτὸ πάντα εὔχομαι, φώτιση-φώτιση νὰ δίνη ὁ Θεὸς στὸν κόσμο. «Χριστέ μου, λέω, ἔχουμε χάσει καὶ τὸ σπίτι μας καὶ τὸν δρόμο ποὺ πάει σ ̓ αὐτό. Φώτισέ μας νὰ βροῦμε τὸ σπίτι μας, τὸν Πατέρα μας. Δῶσε μας τὴν θεία γνώση».
–Γέροντα, ἡ διάκριση ἔχει ἕνα ὁρισμένο μέτρο;
–Ὄχι, ἡ διάκριση δὲν ἔχει ὁρισμένο μέτρο· δὲν ἔχει ὅρια καὶ κανόνες. Ἔχει καὶ τὸ «ὄχι», ἔχει καὶ τὸ «ναί»· ἔχει καὶ τὸ λίγο, ἔχει καὶ τὸ πολύ. Σὲ μιὰ ἀδελφὴ ποὺ ἔχει διάκριση δὲν χρειάζεται νὰ τῆς πῆς τί νὰ κάνη ἢ πῶς νὰ μιλήση. Κινεῖται πάντοτε σωστά, γιατὶ πάντοτε σκέφτεται πνευματικά. Ἔχει θεῖο φωτισμὸ καὶ αἰσθητήριο πνευματικό.
–Γέροντα, κάποια φορὰ μοῦ εἴπατε ὅτι ἔχω στενοκεφαλιά. Τί ἀκριβῶς ἐννοούσατε;
–Βλέπεις στενὰ τὰ πράγματα· κοιτᾶς μόνον τί πρέπει νὰ γίνη καὶ ἀδιαφορεῖς γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Στὴν Ἀκολουθία λ.χ. λές: «Ἡ τάδε ἀδελφὴ πρέπει νὰ σταθῆ ἐκεῖ καὶ νὰ ψάλη αὐτό». Δὲν ἐξετάζεις ἂν ἔχη κουράγιο νὰ σταθῆ κι ἂν μπορῆ νὰ τὸ ψάλη αὐτό. Νὰ βλέπης πρῶτα πότε καὶ πῶς πρέπει νὰ ἐφαρμοσθῆ τὸ «πρέπει» καὶ ὕστερα νὰ ζητᾶς τὴν ἐφαρμογή. Δὲν ἔχεις διάκριση, καὶ γι ̓ αὐτὸ τὰ ἀντιμετωπίζεις ὅλα ξερά, τυπικά.
Γιὰ νὰ ἐφαρμόση κανεὶς σωστὰ τοὺς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ ὠφελήση τοὺς ἀνθρώπους, πρέπει νὰ ἔχη πνευματικὴ κατάσταση, γιὰ νὰ ἔχη καὶ πνευματικὴ διάκριση.
Γιατὶ ἀλλιῶς μένει στὸ γράμμα τοῦ νόμου· τὸ γράμμα τοῦ νόμου ὅμως «ἀποκτείνει»10. Σοῦ λέει ὁ ἄλλος: «Τὸ Πηδάλιο11ἔτσι γράφει» καί, ὅπως τὰ βρίσκει γραμμένα, τὰ ἐφαρμόζει κατὰ γράμμα· ἐνῶ θὰ ἔπρεπε νὰ ἐξετάζη τὴν κάθε περίπτωση ξεχωριστά. Ὅπως ἔχω δεῖ, σὲ μιὰ περίπτωση μπορεῖ νὰ κρύβωνται καὶ ἄλλες χίλιες περιπτώσεις.
Τὸ ἐπιτίμιο λ.χ. πρέπει νὰ εἶναι ἀνάλογο μὲ τὸν ἄνθρωπο, μὲ τὴν κατάσταση στὴν ὁποία βρίσκεται, μὲ τὸ σφάλμα ποὺ ἔκανε, μὲ τὴν μετάνοια ποὺ ἔδειξε καὶ τόσα ἄλλα· δὲν ὑπάρχει μία συνταγή, ἕνας κανόνας.
Ἡ διάκριση, ὁ θεῖος φωτισμός, εἶναι τὸ πᾶν σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις.
Γι ̓ αὐτὸ πάντα εὔχομαι, φώτιση-φώτιση νὰ δίνη ὁ Θεὸς στὸν κόσμο. «Χριστέ μου, λέω, ἔχουμε χάσει καὶ τὸ σπίτι μας καὶ τὸν δρόμο ποὺ πάει σ ̓ αὐτό. Φώτισέ μας νὰ βροῦμε τὸ σπίτι μας, τὸν Πατέρα μας. Δῶσε μας τὴν θεία γνώση».
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -161-
10.Βλ. Β´ Κορ. 3, 6.
11.Συλλογὴ Κανόνων τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία περιέχει τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τοὺς Ἀποστολικοὺς Κανόνες, καθὼς καὶ τοὺς Κανόνες τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, μὲ σύντομη ἑρμηνεία. Τὴν συνέταξαν κατὰ τὸ 1793 ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης καὶ ὁ μοναχὸς Ἀγάπιος.
10.Βλ. Β´ Κορ. 3, 6.
11.Συλλογὴ Κανόνων τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία περιέχει τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τοὺς Ἀποστολικοὺς Κανόνες, καθὼς καὶ τοὺς Κανόνες τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, μὲ σύντομη ἑρμηνεία. Τὴν συνέταξαν κατὰ τὸ 1793 ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης καὶ ὁ μοναχὸς Ἀγάπιος.
Καὶ ἡ ἀγάπη χρειάζεται διάκριση
–Γέροντα, ὁ Ἀββᾶς Ποιμὴν λέει: «Μάθε τί θέλει ὁ ἀδελφὸς καὶ ἀνάπαυσέ τον»9.
Τί θέλει νὰ πῆ ἀκριβῶς;–Ἐννοεῖ νὰ μάθης τί ἀνάγκη ἔχει ὁ ἀδελφός σου, ὁ πλησίον σου, καὶ ἀνάλογα νὰ τὸν ἀναπαύσης, μὲ τὴν καλὴ ἔννοια. Γιατὶ καὶ ἡ ἀγάπη χρειάζεται διάκριση. Ἂν κάποιος λ.χ. εἶναι γαστρίμαργος, δὲν πρέπει νὰ τοῦ δίνης συνέχεια νόστιμα φαγητά, γιατὶ αὐτὸ θὰ τὸν βλάψη. Θὰ κάνης νόστιμο φαγητὸ γιὰ ἕναν ποὺ ἔχει ἀνορεξία, γιὰ νὰ μπορέση νὰ τὸ φάη. Ἤ, ἂν κάποιος ἔχη ζάχαρο καὶ τοῦ δίνης γλυκά, ἀγάπη εἶναι αὐτή;
–Γέροντα, πῶς γίνεται νὰ ἀγαπάη κανεὶς τὸ ἴδιο ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ τοὺς ἀγαπάη μὲ διάκριση;
–Ἀγαπάει ὅλους τὸ ἴδιο, ἀλλὰ δὲν ἐκδηλώνει τὴν ἀγάπη του σὲ ὅλους τὸ ἴδιο. Ἄλλον τὸν ἀγαπάει ἀπὸ μακριά, γιατὶ χρειάζεται νὰ τὸν κρατήση σὲ ἀπόσταση, ἄλλον ἀπὸ κοντά, ἀνάλογα μὲ τὸ τί ὠφελεῖ τὸν καθένα. Σὲ ἕναν δὲν πρέπει καθόλου νὰ μιλήση, σὲ ἄλλον πρέπει νὰ πῆ δυὸ λόγια, σὲ ἄλλον λίγα παραπάνω. –Μπορεῖ, Γέροντα, ἡ ἐκδήλωση τῆς ἀγάπης μου νὰ βλάψη τὸν ἄλλον; –Ἂν ὁ ἄλλος ἔχη φιλότιμο καὶ ἐσὺ τοῦ δείξης πολλὴ ἀγάπη, τότε ἀλλοιώνεται μὲ τὴν καλὴ ἔννοια καὶ προσπαθεῖ μὲ κάθε τρόπο νὰ σὲ εὐχαριστήση, νὰ μὴ σὲ λυπήση. Ὁ ἀναιδὴς ὅμως, ἂν τοῦ δείξης πολλὴ ἀγάπη, γίνεται ἀκόμη πιὸ ἀναιδής, γιατὶ ἡ πολλὴ ἀγάπη τοὺς μὲν φιλότιμους τοὺς κάνει πιὸ φιλότιμους, τοὺς δὲ ἀναιδεῖς τοὺς κάνει πιὸ ἀναιδεῖς. Ὁπότε, ὅταν δῆς πὼς δὲν βοηθᾶς μὲ τὴν ἀγάπη σου, τὴν λιγοστεύεις μὲ διάκριση· ἀλλὰ καὶ αὐτὸ ἀπὸ ἀγάπη τὸ κάνεις.
–Γέροντα, ὑπάρχει περίπτωση νὰ κάνω μία θυσία μὲ καθαρὰ ἐλατήρια καὶ νὰ φθάσω στὴν ἀγανάκτηση;
–Ναί, γι ̓ αὐτὸ ἡ θυσία πρέπει νὰ γίνεται μὲ διάκριση. Νὰ προσέχης νὰ μὴν ξεπερνᾶς τὴν ἀντοχή σου, γιατὶ καὶ οἱ σωματικὲς δυνάμεις ἔχουν ὅριο. Ὅταν ξεπεράσης τὴν σωματικὴ ἀντοχή σου, τότε, ἂν κάποιος σοῦ πῆ: «τίποτε δὲν ἔκανες ἀπ ̓ τὸ πρωί», μπορεῖ νὰ πῆς μέσα σου: «Βρὲ τὸν ἀχάριστο! Ἐγὼ ἀπ ̓ τὸ πρωὶ σκοτώθηκα στὴν δουλειά, κι αὐτὸς λέει ὅτι δὲν ἔκανα τίποτε!».
Ἔτσι πᾶνε ὅλα χαμένα.
–Ἄν, Γέροντα, πρὸς στιγμὴν μέσα μου ἀγανακτήσω, ἀλλὰ ἀμέσως σκεφθῶ ὅτι συνέβη αὐτό, γιατὶ τὰ ἐλατήριά μου δὲν ἦταν καθαρά, τότε πάλι τὰ χάνω ὅλα;
–Σ ̓ αὐτὴν τὴν περίπτωση σοῦ δίνει μιὰ σπρωξιὰ τὸ ταγκαλάκι κι ἐσὺ τοῦ δίνεις μιὰ σφαλιάρα. Ὁπότε τρώει τὸ ταγκαλάκι τὴν σφαλιάρα καὶ φεύγει.
–Γέροντα, ὁ Ἀββᾶς Ποιμὴν λέει: «Μάθε τί θέλει ὁ ἀδελφὸς καὶ ἀνάπαυσέ τον»9.
Τί θέλει νὰ πῆ ἀκριβῶς;–Ἐννοεῖ νὰ μάθης τί ἀνάγκη ἔχει ὁ ἀδελφός σου, ὁ πλησίον σου, καὶ ἀνάλογα νὰ τὸν ἀναπαύσης, μὲ τὴν καλὴ ἔννοια. Γιατὶ καὶ ἡ ἀγάπη χρειάζεται διάκριση. Ἂν κάποιος λ.χ. εἶναι γαστρίμαργος, δὲν πρέπει νὰ τοῦ δίνης συνέχεια νόστιμα φαγητά, γιατὶ αὐτὸ θὰ τὸν βλάψη. Θὰ κάνης νόστιμο φαγητὸ γιὰ ἕναν ποὺ ἔχει ἀνορεξία, γιὰ νὰ μπορέση νὰ τὸ φάη. Ἤ, ἂν κάποιος ἔχη ζάχαρο καὶ τοῦ δίνης γλυκά, ἀγάπη εἶναι αὐτή;
–Γέροντα, πῶς γίνεται νὰ ἀγαπάη κανεὶς τὸ ἴδιο ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ τοὺς ἀγαπάη μὲ διάκριση;
–Ἀγαπάει ὅλους τὸ ἴδιο, ἀλλὰ δὲν ἐκδηλώνει τὴν ἀγάπη του σὲ ὅλους τὸ ἴδιο. Ἄλλον τὸν ἀγαπάει ἀπὸ μακριά, γιατὶ χρειάζεται νὰ τὸν κρατήση σὲ ἀπόσταση, ἄλλον ἀπὸ κοντά, ἀνάλογα μὲ τὸ τί ὠφελεῖ τὸν καθένα. Σὲ ἕναν δὲν πρέπει καθόλου νὰ μιλήση, σὲ ἄλλον πρέπει νὰ πῆ δυὸ λόγια, σὲ ἄλλον λίγα παραπάνω. –Μπορεῖ, Γέροντα, ἡ ἐκδήλωση τῆς ἀγάπης μου νὰ βλάψη τὸν ἄλλον; –Ἂν ὁ ἄλλος ἔχη φιλότιμο καὶ ἐσὺ τοῦ δείξης πολλὴ ἀγάπη, τότε ἀλλοιώνεται μὲ τὴν καλὴ ἔννοια καὶ προσπαθεῖ μὲ κάθε τρόπο νὰ σὲ εὐχαριστήση, νὰ μὴ σὲ λυπήση. Ὁ ἀναιδὴς ὅμως, ἂν τοῦ δείξης πολλὴ ἀγάπη, γίνεται ἀκόμη πιὸ ἀναιδής, γιατὶ ἡ πολλὴ ἀγάπη τοὺς μὲν φιλότιμους τοὺς κάνει πιὸ φιλότιμους, τοὺς δὲ ἀναιδεῖς τοὺς κάνει πιὸ ἀναιδεῖς. Ὁπότε, ὅταν δῆς πὼς δὲν βοηθᾶς μὲ τὴν ἀγάπη σου, τὴν λιγοστεύεις μὲ διάκριση· ἀλλὰ καὶ αὐτὸ ἀπὸ ἀγάπη τὸ κάνεις.
–Γέροντα, ὑπάρχει περίπτωση νὰ κάνω μία θυσία μὲ καθαρὰ ἐλατήρια καὶ νὰ φθάσω στὴν ἀγανάκτηση;
–Ναί, γι ̓ αὐτὸ ἡ θυσία πρέπει νὰ γίνεται μὲ διάκριση. Νὰ προσέχης νὰ μὴν ξεπερνᾶς τὴν ἀντοχή σου, γιατὶ καὶ οἱ σωματικὲς δυνάμεις ἔχουν ὅριο. Ὅταν ξεπεράσης τὴν σωματικὴ ἀντοχή σου, τότε, ἂν κάποιος σοῦ πῆ: «τίποτε δὲν ἔκανες ἀπ ̓ τὸ πρωί», μπορεῖ νὰ πῆς μέσα σου: «Βρὲ τὸν ἀχάριστο! Ἐγὼ ἀπ ̓ τὸ πρωὶ σκοτώθηκα στὴν δουλειά, κι αὐτὸς λέει ὅτι δὲν ἔκανα τίποτε!».
Ἔτσι πᾶνε ὅλα χαμένα.
–Ἄν, Γέροντα, πρὸς στιγμὴν μέσα μου ἀγανακτήσω, ἀλλὰ ἀμέσως σκεφθῶ ὅτι συνέβη αὐτό, γιατὶ τὰ ἐλατήριά μου δὲν ἦταν καθαρά, τότε πάλι τὰ χάνω ὅλα;
–Σ ̓ αὐτὴν τὴν περίπτωση σοῦ δίνει μιὰ σπρωξιὰ τὸ ταγκαλάκι κι ἐσὺ τοῦ δίνεις μιὰ σφαλιάρα. Ὁπότε τρώει τὸ ταγκαλάκι τὴν σφαλιάρα καὶ φεύγει.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -161-
9Πρβλ. Τὸ Γεροντικόν, Ἀββᾶς Ποιμὴν Ϟβ´, σ. 93.
9Πρβλ. Τὸ Γεροντικόν, Ἀββᾶς Ποιμὴν Ϟβ´, σ. 93.





Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου