Ὅσο ξεχνᾶμε τὸν ἑαυτό μας,τόσο μᾶς θυμᾶται ὁ Θεὸς.
Ὅποιος ἔχει θυσία καὶ πίστη στὸν Θεό, δὲν ὑπολογίζει τὸν ἑαυτό του. Ὁ ἄνθρωπος, ὅταν δὲν καλλιεργήση τὸ πνεῦμα τῆς θυσίας, σκέφτεται μόνον τὸν ἑαυτό του καὶ θέλει ὅλοι νὰ θυσιάζωνται γι ̓ αὐτόν. Ἀλλὰ ὅποιος σκέφτεται μόνον τὸν ἑαυτό του, αὐτὸς ἀπομονώνεται καὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἀπομονώνεται καὶ ἀπὸ τὸν Θεὸ –διπλὴ ἀπομόνωση –, ὁπότε δὲν δέχεται θεία Χάρη. Αὐτὸς εἶναι ἄχρηστος ἄνθρωπος. Καὶ νὰ δῆτε, αὐτὸν ποὺ σκέφτεται συνέχεια τὸν ἑαυτό του, τὶς δυσκολίες του κ.λπ., καὶ ἀνθρωπίνως κανεὶς δὲν θὰ τοῦ συμπαρασταθῆ σὲ μιὰ ἀνάγκη. Καλά, θεϊκὴ συμπαράσταση δὲν θὰ ἔχη, ἀλλὰ δὲν θὰ ἔχη καὶ ἀνθρώπινη. Μετὰ θὰ προσπαθῆ ἀπὸ ἐδῶ-ἀπὸ ἐκεῖ νὰ βοηθηθῆ. Θὰ βασανίζεται δηλαδή, γιὰ νὰ βοηθηθῆ ἀπὸ ἀνθρώπους, ἀλλὰ βοήθεια δὲν θὰ βρίσκη. Ἀντίθετα, ὅποιος δὲν σκέφτεται τὸν ἑαυτό του, ἀλλα σκέφτεται συνέχεια τοὺς ἄλλους, μὲ τὴν καλὴ ἔννοια, αὐτὸν τὸν σκέφτεται συνέχεια ὁ Θεός, καὶ μετὰ τὸν σκέφτονται καὶ οἱ ἄλλοι. Ὅσο ξεχνάει τὸν ἑαυτό του, τόσο τὸν θυμᾶται ὁ Θεός. Νά, μιὰ ψυχὴ φιλότιμη μέσα σὲ ἕνα Κοινόβιο θυσιάζεται, δίνεται κ.λπ. Αὐτό, νομίζετε, δὲν ἔχει πέσει στὴν ἀντίληψη τῶν ἄλλων; Μπορεῖ νὰ μὴν τὴν σκεφθοῦν οἱ ἄλλοι αὐτὴν τὴν ψυχὴ ποὺ δίνεται ὁλόκληρη καὶ δὲν σκέφτεται τὸν ἑαυτό της; Μπορεῖ νὰ μὴν τὴν σκεφθῆ ὁ Θεός; Μεγάλη ὑπόθεση! Ἐδῶ βλέπει κανεὶς τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, πῶς ἐργάζεται ὁ Θεός.Στὶς δυσκολίες δίνει ἐξετάσεις ὁ ἄνθρωπος. Ἐκεῖ φαίνεται ἂν ἔχη πραγματικὴ ἀγάπη, θυσία. Καὶ ὅταν λέμε ὅτι ἕνας ἔχει θυσία, ἐννοοῦμε ὅτι τὴν ὥρα τοῦ κινδύνου δὲν ὑπολογίζει τὸν ἑαυτό του καὶ σκέφτεται τοὺς ἄλλους. Βλέπεις, καὶ ἡπαροιμία λέει «ὁ καλὸς φίλος στὴν ἀνάγκη φαίνεται». Θεὸς φυλάξοι, ἂν λ.χ. τώρα ἔπεφταν βόμβες, θὰ φαινόταν ποιός σκέφτεται τὸν ἄλλον καὶ ποιός σκέφτεται τὸν ἑαυτό του. Ὅποιος ὅμως ἔχει μάθει νὰ σκέφτεται μόνον τὸν ἑαυτό του, σὲ μιὰ δυσκολία πάλι τὸν ἑαυτό του θὰ σκέφτεται, καὶ ὁ Θεὸς δὲν θὰ τὸν σκέφτεται αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο. Ὅταν ἀπὸ τώρα δὲν σκέφτεται κανεὶς τὸν ἑαυτό του ἀλλὰ σκέφτεται τοὺς ἄλλους, καὶ στὸν κίνδυνο τοὺς ἄλλους θὰ σκεφθῆ. Τότε ξεκαθαρίζουν ποιοί ἔχουν πραγματικὰ θυσία καὶ ποιοί εἶναι φίλαυτοι.Ἂν δὲν ἀρχίση κανεὶς νὰ κάνη ἀπὸ τώρα καμμιὰ θυσία, νὰ θυσιάση μιὰ ἐπιθυμία, ἕναν ἐγωισμό, πῶς θὰ φθάση νὰ θυσιάση τὴν ζωή του σὲ μιὰ δύσκολη στιγμή; Ἂν τώρα σκέφτεται τὸν κόπο καὶ κοιτάη νὰ μὴν κοπιάση λίγο παραπάνω ἀπὸ ἕναν ἄλλο σὲ μιὰ δουλειά, πῶς θὰ φθάση στὴν κατάσταση νὰ τρέχη νὰ σκοτωθῆ αὐτός, γιὰ νὰ μὴ σκοτωθῆ ὁ ἄλλος; Ἂν τώρα γιὰ μικρὰ πράγματα σκέφτεται τὸν ἑαυτό του, τότε ποὺ θὰ κινδυνεύη ἡζωή του, πῶς θὰ σκεφθῆ τὸν ἄλλον; Τότε θὰ εἶναι πιὸ δύσκολα. Ἂν ἔρθουν δύσκολα χρόνια καὶ ἔχη λ.χ. ὁ διπλανός του πυρετὸ καὶ τὸν δῆ νὰ πέση στὸν δρόμο, θὰ τὸν ἀφήση καὶ θὰ φύγη. Θὰ πῆ: «Νὰ πάω νὰ ξαπλώσω, μὴν πέσω καὶ ἐγώ».Στὸν πόλεμο παλεύει ἡζωὴ ἡδική σου μὲ τὴν ζωὴ τοῦ ἄλλου. Λεβεντιὰ εἶναι νὰ τρέχη ὁ ἕνας νὰ γλυτώση τὸν ἄλλον. Ὅταν δὲν ὑπάρχη θυσία, ὁ καθένας πάει νὰ γλυτώση τὸν ἑαυτό του. Καὶ εἶναι παρατηρημένο· ὅποιος πάει στὸν πόλεμο νὰ ξεφύγη, τὸν βρίσκει ἐκεῖ ἡὀβίδα. Πάει δῆθεν νὰ γλυτώση καὶ σπάζει τὰ μοῦτρα του. Γι ̓ αὐτὸ νὰ μὴν κοιτάζη κανεὶς νὰ ξεφύγη, καὶ ἰδίως ὅταν αὐτὸ εἶναι εἰς βάρος τῶν ἄλλων. Θυμᾶμαι ἕνα περιστατικὸ ἀπὸ τὸν Ἀλβανικὸ πόλεμο. Ἕνας στρατιώτης εἶχε μιὰ πλάκα, γιὰ νὰ προστατεύη τὸ κεφάλι του. Ἐν τῷμεταξὺ χρειάσθηκε νὰ πάη λίγο πιὸ πέρα καὶ τὴν ἀκούμπησε κάτω. Πάει ἀμέσως ὁ διπλανός του καὶ τὴν παίρνει. Σοῦ λέει: «Εὐκαιρία εἶναι, θὰ τὴν πάρω ἐγὼ τώρα». Τὴν ἴδια στιγμή, τάκ, πέφτει ὁ ὅλμος ἐπάνω του, τὸν διέλυσε. Αὐτὸς ἔβλεπε τὰ πυρὰ ποὺ ἔπεφταν καὶ πῆρε τὴν πλάκα, γιὰ νὰ γλυτώση· δὲν ὑπολόγισε τὸν ἄλλον ποὺ θὰ γύριζε πάλι. Σκέφθηκε μόνον τὸν ἑαυτό του καὶ δικαιολόγησε κάπως καὶ τὴν πράξη του: «Ἀφοῦ πῆγε λίγο πιὸ πέρα ὁ ἄλλος, μπορῶ νὰ τὴν πάρω τὴνπλάκα». Ναί, ἔφυγε, ἀλλὰ ἡπλάκα ἦταν δική του. Ἕνας ἄλλος, ὅσο συνεχιζόταν ὁ πόλεμος, προσπαθοῦσε νὰ γλυτώση. Κανέναν δὲν ὑπολόγιζε. Οἱ ἄλλοι βοηθοῦσαν, αὐτὸς καθόταν στὸ σπίτι του. Κοίταζε μέχρι τὴν τελευταία ὥρα ποὺ δυσκόλεψαν τὰ πράγματα νὰ ξεφύγη. Ἀργότερα, ὅταν εἶχαν ἔρθει οἱ Ἄγγλοι, πῆγε στὸ στρατόπεδο, παρουσιάσθηκε στὸν Ζέρβα καί, ἐπειδὴ εἶχε καὶ ἀμερικανικὴ ὑπηκοότητα, βρῆκε εὐκαιρία καὶ ἔφυγε γιὰ τὴν Ἀμερική. Μόλις ὅμως φθασε ἐκεῖ, πέθανε! Ἡγυναίκα του ἡκαημένη ἔλεγε: «Πῆγε νὰ ξεφύγη ἀπὸ τὸν Θεό!». Αὐτὸς πέθανε, ἐνῶ ἄλλοι ποὺ πῆγαν καὶ στὸν πόλεμο ἔζησαν.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Β’ «Πνευματικὴ Ἀφύπνιση» -114-
Τὰ παιδιά, οἱ χαρὲς καὶ οἱ δυσκολίες τους
Τὰ μικρὰ παιδιὰ.
–Ἔχω παρατηρήσει, Γέροντα, ὅτι τὰ μωρὰ μερικὲς φορὲς τὴν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας χαμογελοῦν.
–Αὐτὸ δὲν τὸ κάνουν μόνο στὴν Θεία Λειτουργία. Τὰ μωρὰ εἶναι σὲ συνεχῆ ἐπαφὴ μὲ τὸν Θεό, ἐπειδὴ δὲν ἔχουν μέριμνες. Τί εἶπε ὁ Χριστὸς γιὰ τὰ μικρὰ παιδιά; «Οἱ Ἄγγελοι αὐτῶν ἐν οὐρανοῖς διὰ παντὸς βλέπουσι τὸ πρόσωπον τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς». Ἔχουν ἐπικοινωνία καὶ μὲ τὸν Θεὸ καὶ μὲ τὸν Φύλακα Ἄγγελό τους, ποὺ εἶναι συνέχεια δίπλα τους. Στὸν ὕπνο τους πότε γελοῦν, πότε κλαῖνε, γιατὶ βλέπουν διάφορα. Ἄλλοτε βλέπουν τὸν Φύλακα Ἄγγελό τους καὶ παίζουν μαζί του –τὰ χαϊδεύει, τὰ πειράζει, κουνάει τὰ χεράκια τους, καὶ αὐτὰ γελοῦν -, ἄλλοτε πάλι βλέπουν καμμιὰ σκηνὴ τοῦ πειρασμοῦ καὶ κλαῖνε. –Ὁ πειρασμὸς γιατί πηγαίνει στὰ νήπια;–Καὶ αὐτὸ τὰ βοηθάει, γιὰ νὰ αἰσθάνωνται τὴν ἀνάγκη νὰ ζητοῦν τὴν μάνα τους. Ἂν δὲν ὑπῆρχε αὐτὸς ὁ φόβος, δὲν θὰ ἀναγκάζονταν νὰ ἀναζητήσουν τὴν ἀγκαλιὰ τῆς μάνας τους. Ὅλα τὰ ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς γιὰ τὸ καλό. –Αὐτὰ ποὺ βλέπουν, ὅταν εἶναι μικρά, τὰ θυμοῦνται, ὅταν μεγαλώσουν; –Ὄχι, τὰ ξεχνοῦν. Ἂν θυμόταν τὸ παιδάκι πόσες φορὲς εἶδε τὸν Ἄγγελό του, θὰ ἔπεφτε στὴν ὑπερηφάνεια. Γι ̓ αὐτό, ὅταν μεγαλώση, τὰ ξεχνάει. Ὁ Θεὸς μὲ σοφία ἐργάζεται.–Μετὰ τὸ Βάπτισμα τὰ βλέπουν αὐτά;–Φυσικά, μετὰ τὸ Βάπτισμα. –Γέροντα, ἕνα ἀβάπτιστο παιδάκι κάνει νὰ προσκυνήση ἅγια Λείψανα; –Γιατί νὰ μὴν κάνη; Μπορεῖ καὶ νὰ τὸ σταυρώση κανεὶς μὲ τὰ ἅγια Λείψανα. Εἶδα σήμερα ἕνα παιδάκι, σὰν ἀγγελουδάκι ἦταν. «Ποῦ εἶναι τὰ φτερά σου;», τὸ ρώτησα. Δὲν ἤξερε νὰ μοῦ πῆ!... Στὸ Καλύβι, ὅταν ἔρχεται ἡ ἄνοιξη καὶ ἀνθίζουν τὰ δένδρα, βάζω καραμέλες πάνω στὰ πουρνάρια, ποὺ εἶναι κοντὰ στὴν πόρτα τοῦ φράχτη, καὶ λέω στὰ μικρὰ παιδιὰ ποὺ ἔρχονται ἐκεῖ: «Πηγαίνετε, παιδιά, νὰ κόψετε καραμέλες ἀπὸ τὰ πουρνάρια, γιατί, ἂν πιάση βροχή, θὰ λειώσουν καὶ θὰ πᾶνε χαμένες!». Μερικὰ ἔξυπνα παιδάκια καταλαβαίνουν ὅτι τὶς ἔβαλα ἐγὼ καὶ γελοῦν, ἄλλα πιστεύουν ὅτι φύτρωσαν, ἄλλα προβληματίζονται. Τὰ μικρὰ θέλουν καὶ λίγο λιακάδα... –Βάζετε πολλὲς καραμέλες, Γέροντα; –Ἔμ, πῶς! Τί νὰ κάνω; Ἐγὼ καλὰ γλυκὰ δὲν δίνω στοὺς μεγάλους· λουκούμια τοὺς δίνω. Ὅταν μοῦ φέρνουν καλὰ γλυκά, τὰ κρατῶ γιὰ τὰ παιδιὰ τῆς Σχολῆς2. Νά, κι ἐδῶ χθὲς βράδυ φύτεψα καραμέλες καὶ σοκολατάκια καὶ σήμερα... ἄνθισαν͵! Τὰ εἴδατε; Ὁ καιρὸς ἦταν καλός, τὸ χῶμα ἦταν ἀφράτο, γιατὶ τὸ εἴχατε σκάψει καλά, καὶἀμέσως ἄνθισαν! Νὰ δῆτε τί ἀνθόκηπο θὰ σᾶς κάνω ἐγώ! Δὲν θὰ χρειάζεται νὰ ἀγοράζουμε καραμέλες καὶ σοκολατάκια γιὰ τὰ παιδιά. Τί; νὰ μὴν ἔχουμε δική μας παραγωγή;
–Γέροντα, κάποιοι προσκυνητὲς εἶδαν τὰ σοκολατάκια ποὺ φυτέψατε στὸν κῆπο, ἐπειδὴ τὸ χαρτάκι τους ἔβγαινε πάνω ἀπὸ τὸ χῶμα. Παραξενεύτηκαν. «Κάποιο παιδάκι, εἶπαν, θὰ τὰ ἔβαλε». –Δὲν τοὺς εἶπες ὅτι τὰ ἔβαλε ἕνα μεγάλο παιδί;
Ὁ Φύλακας Ἄγγελος προστατεύει τὰ παιδάκια.
–Γέροντα, γιατί ὁ Θεὸς δίνει στὸν κάθε ἄνθρωπο ἕναν Φύλακα Ἄγγελο, ἀφοῦ μπορεῖ ὁ ἴδιος νὰ μᾶς προστατεύση;–Αὐτὸ εἶναι ξεχωριστὴ φροντίδα τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸ πλάσμα Του. Ὁ Φύλακας Ἄγγελος εἶναι οἰκονομία Θεοῦ. Εἴμαστε χρεῶστες γι ̓ αὐτό. Οἱ Ἄγγελοι ἰδιαίτερα προστατεύουν τὰ μικρὰ παιδιά. Πῶς τὰ φυλᾶνε! Μιὰ φορὰ δυὸ παιδιὰ ἔπαιζαν ἔξω στὸν δρόμο. Τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ δύο σημάδευε τὸ ἄλλο στὸ κεφάλι, γιὰ νὰ τὸ χτυπήση μὲ μιὰ πέτρα. Ἐκεῖνο δὲν τὸ ἔβλεπε. Τὴν τελευταία στιγμή, φαίνεται, ὁ Ἄγγελός του τὸ ἔκανε νὰ δῆ κάτι, τινάχτηκε πέρα καὶ γλίτωσε. Μιὰ μάνα πάλι εἶχε πάρει στὸ χωράφι καὶ τὸ μωρό της. Τὸ θήλασε, τὸ ἔβαλε στὴν κούνια καὶ πῆγε νὰ δουλέψη. Μετὰ ἀπὸ λίγο, ὅταν πῆγε κοντά του, τί νὰ δῆ! Τὸ παιδάκι κρατοῦσε ἕνα φίδι καὶ τὸ ἔβλεπε! Ὅπως τὸ εἶχε θηλάσει, εἶχε μείνει γάλα γύρω ἀπὸ τὸ στοματάκι του. Πῆγε λοιπὸν τὸ φίδι καὶ ἔγλειφε τὸ γάλα μὲ τὴν γλῶσσα του καὶ τὸ παιδάκι τὸ ἔπιασε μὲ τὸ χέρι του. Βάζει τὶς φωνὲς ἡ μάνα, τρόμαξε τὸ παιδί, ἄνοιξε τὸ χεράκι του καὶ ἔφυγε τὸ φίδι! Φυλάει ὁ Θεὸς τὰ παιδιά.
–Γέροντα, τότε πῶς πολλὰ παιδάκια ὑποφέρουν ἀπὸ ἀρρώστιες κ.λπ.;–Ὁ Θεὸς ξέρει τί θὰ ὠφελήση τὸν καθέναν καὶ δίνει ἀνάλογα. Δὲν δίνει στὸν ἄνθρωπο κάτι ποὺ δὲν θὰ τὸν ὠφελήση. Βλέπει λ.χ. ὅτι περισσότερο θὰ μᾶς ὠφελήση, ἂν μᾶς δώση ἕνα κουσούρι, μιὰ ἀναπηρία, παρὰ ἂν μᾶς προστατεύση νὰ μὴ χτυπήσουμε ἢ νὰ μὴ μείνουμε ἀνάπηροι.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Δ’ «Οἰκογενειακή Ζωή» -66-
2Γιὰ τοὺς μαθητὲς τῆς Ἀθωνιάδος Σχολῆς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου