Τρίτη 26 Απριλίου 2022

ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΑΝ ΚΑΤΑΛΑΒΟΥΜΕ ΤΙ ΘΗΣΑΥΡΟ ΑΠΟΤΑΜΙΕΥΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΝΟ ΤΩΝ ΔΟΚΙΜΑΣΙΩΝ!


Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Αν καταλάβουμε τι θησαυρό αποταμιεύουμε από τον πόνο των δοκιμασιών, δεν θα γογγύζουμε, αλλά θα δοξολογούμε τον Θεό σηκώνοντας το σταυρουδάκι που μας χάρισε, οπότε και σε τούτη την ζωή θα χαιρώμαστε, και στην άλλη θα έχουμε να λάβουμε και σύνταξη και «εφάπαξ».
Ο Θεός μας έχει εξασφαλισμένα κτήματα εκεί στον Ουρανό. Όταν όμως ζητούμε να μας απαλλάξη από μια δοκιμασία, δίνει αυτά τα κτήματα σε άλλους και τα χάνουμε. Ενώ, αν κάνουμε υπομονή, θα μας δώση και τόκο.
 
 

ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΤΟ "ΔΟΞΑ ΣΟΙ Ο ΘΕΟΣ" ΝΑ ΜΗΝ ΛΕΙΠΕΙ ΠΟΤΕ ΑΠΟ ΤΑ ΧΕΙΛΗ ΣΑΣ!


Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Το «δόξα σοι ο Θεός» να μη λείπει ποτέ από τα χείλη σας. Εγώ, όταν πονάω, το «δόξα σοι ο Θεός» έχω για χάπι του πόνου• τίποτε άλλο δεν με πιάνει. Το «δόξα σοι ο Θεός» είναι ανώτερο και από το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με».
Έλεγε ο Πάπα-Τύχων: «Το “Κύριε ελέησον” έχει εκατό δραχμές, το “δόξα σοι ο Θεός” έχει χίλιες δραχμές• είναι δηλαδή πολύ πιο ακριβό». Ήθελε να πη ότι ο άνθρωπος ζητάει το έλεος του Θεού από ανάγκη, ενώ δοξολογεί τον Θεό από φιλότιμο, και αυτό έχει μεγαλύτερη αξία. Συνιστούσε μάλιστα να λέμε το «δόξα σοι ο Θεός», όχι μόνο όταν είμαστε καλά, αλλά και όταν περνάμε δοκιμασίες, γιατί και τις δοκιμασίες τις επιτρέπει ο Θεός για φάρμακα.

Ο ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ ΓΙΑ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ

Τὰ ὄνειρα εἶναι ἀπατηλὰ

 – Γέροντα, μὲ ταλαιπωροῦν κάτι ἄσχημα ὄνειρα...
 – Ὅταν βλέπης ἄσχημο ὄνειρο, ποτὲ νὰ μὴν ἐξετάζης τί εἶδες, πῶς τὸ εἶδες, ἂν εἶσαι ἔνοχη, πόσο φταῖς. Ὁ πονηρός, ἐπειδὴ δὲν μπόρεσε νὰ σὲ πειράξη τὴν ἡμέρα, ἔρχεται τὴν νύχτα. Ἐπιτρέπει καμμιὰ φορὰ καὶ ὁ Θεὸς νὰ μᾶς πειράξη στὸν ὕπνο, γιὰ νὰ δοῦμε ὅτι δὲν πέθανε ἀκόμη ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος. Ἄλλες φορὲς πάλι ὁ ἐχθρὸς πλησιάζει τὸν ἄνθρωπο στὸν ὕπνο του καὶ τοῦ παρουσιάζει διάφορα ὄνειρα, γιὰ νὰ στενοχωρεθῆ, ὅταν ξυπνήση. Γι᾿ αὐτὸ νὰ μὴ δίνης καθόλου σημασία· νὰ κάνης τὸν σταυρό σου, νὰ σταυρώνης τὸ μαξιλάρι, νὰ βάζης καὶ τὸν σταυρὸ καὶ κανα–δυὸ εἰκόνες ἐπάνω στὸ μαξιλάρι καὶ νὰ λὲς τὴν εὐχὴ μέχρι νὰ σὲ πάρη ὁ ὕπνος. Ὅσο δίνεις σημασία, ἄλλο τόσο θὰ ἔρχεται ὁ ἐχθρὸς νὰ σὲ πειράζη. Αὐτὸ δὲν εἶναι κάτι ποὺ συμβαίνει μόνο στοὺς μεγάλους, ἀλλὰ καὶ στοὺς μικρούς. Καὶ στὰ μικρὰ παιδιὰ ἀκόμη, παρόλο ποὺ εἶναι ἀγγελούδια, ὁ ἐχθρὸς πηγαίνει καὶ τὰ φοβερίζει, ὅταν κοιμοῦνται καὶ τινάζονται μὲ ἀγωνία, τρέχουν φοβισμένα καὶ μὲ κλάματα στὴν ἀγκαλιὰ τῆς μητέρας. Ἄλλοτε πάλι τὰ πλησιάζουν οἱ Ἄγγελοι καὶ γελοῦν μέσα στὸν ὕπνο τους ἀπὸ χαρὰ ἢ ξυπνᾶνε ἀπὸ τὴν μεγάλη τους χαρά. Ἑπομένως τὰ ὄνειρα ποὺ φέρνει ὁ πειρασμὸς εἶναι μιὰ ἐξωτερικὴ ἐπίδραση τοῦ ἐχθροῦ στὸν ἄνθρωπο τὴν ὥρα ποὺ κοιμᾶται.
 – Καὶ ὅταν, Γέροντα, νιώθης ἕνα πλάκωμα τὴν ὥρα ποὺ κοιμᾶσαι;
 – Μερικὲς φορὲς αὐτὸ ὀφείλεται σὲ μιὰ ἀγωνιώδη κατάσταση ποὺ ζῆ κανεὶς μέσα στὴν ἡμέρα ἢ σὲ διάφορους φόβους, σὲ διάφορες ὑποψίες κ.λπ. Φυσικὰ ὅλα αὐτὰ μπορεῖ νὰ τὰ χρησιμοποιήση τὸ ταγκαλάκι, νὰ κάνη κάποιον συνδυασμό, γιὰ νὰ ζαλίση τὸν ἄνθρωπο. Πολλὲς φορὲς εἶναι τόσο ἐλαφρὸς ὁ ὕπνος, ποὺ νομίζει κανεὶς ὅτι εἶναι ξυπνητὸς καὶ ὅτι προσεύχεται, γιὰ νὰ φύγη αὐτὸ τὸ πλάκωμα, ἀπὸ τὸ ὁποῖο τοῦ κρατιέται ἀκόμη καὶ ἡ ἀναπνοή.
Καμμιὰ φορὰ μάλιστα ὁ διάβολος μπορεῖ νὰ πάρη τὴν μορφὴ ἑνὸς ἀνθρώπου ἢ ἑνὸς Ἁγίου καὶ νὰ παρουσιασθῆ στὸν ὕπνο κάποιου. Κάποτε παρουσιάσθηκε σὲ ἕναν ἄρρωστο στὸν ὕπνο του μὲ τὴν μορφὴ τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου καὶ τοῦ εἶπε: «Εἶμαι ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος. Ἦρθα νὰ σοῦ πῶ ὅτι θὰ πεθάνης. Τ᾿ ἀκοῦς; Θὰ πεθάνης». Τρόμαξε ὁ ἄνθρωπος. Ποτὲ ἕνας Ἅγιος δὲν μιλάει ἔτσι σὲ ἕναν ἄρρωστο. Καὶ ἂν τυχὸν εἶναι νὰ πεθάνη ὁ ἄρρωστος καὶ παρουσιασθῆ ἕνας Ἅγιος νὰ τὸν πληροφορήση γιὰ τὸν θάνατό του, θὰ τοῦ τὸ πῆ μὲ καλὸν τρόπο: «Ἐπειδὴ εἶδε ὁ Θεὸς ποὺ ταλαιπωρεῖσαι, γι᾿ αὐτὸ θὰ σὲ πάρη ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο. Κοίταξε νὰ ἑτοιμασθῆς». Δὲν θὰ τοῦ πῆ: «Τ᾿ ἀκοῦς; Θὰ πεθάνης»!
 – Καὶ ὅταν, Γέροντα, φωνάζη κανεὶς στὸν ὕπνο του;
 – Καλύτερα, ξυπνάει... Πολλὰ ὄνειρα εἶναι τῆς ἀγωνίας. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχη ἀγωνία ἢ εἶναι κουρασμένος, παλεύουν αὐτὰ μέσα του καὶ τὰ βλέπει σὲ ὄνειρο. Ἐγὼ πολλὲς φορές, ὅταν τὴν ἡμέρα ἀντιμετωπίζω διάφορα προβλήματα τῶν ἀνθρώπων, ἀδικίες ποὺ συμβαίνουν κ.λπ., ὕστερα στὸν ὕπνο μου μαλώνω μὲ τὸν ἄλλον: «βρὲ ἀθεόφοβε, φωνάζω, ἀναίσθητος εἶσαι!» καὶ μὲ τὶς φωνὲς ποὺ βάζω ξυπνάω.
 – Γέροντα, ἀπὸ τὰ ὄνειρα μπορεῖ κανεὶς νὰ προβλέψη κάτι ποὺ θὰ τοῦ συμβῆ;
 – Ὄχι, μὴ δίνετε σημασία στὰ ὄνειρα. Εἴτε εὐχάριστα εἶναι τὰ ὄνειρα εἴτε δυσάρεστα, δὲν πρέπει νὰ τὰ πιστεύη κανείς, γιατὶ ὑπάρχει κίνδυνος πλάνης. Τὰ ἐνενῆντα πέντε τοῖς ἑκατὸ ἀπὸ τὰ ὄνειρα εἶναι ἀπατηλά. Γι᾿ αὐτὸ οἱ Ἅγιοι Πατέρες λένε νὰ μὴν τὰ δίνουμε σημασία. Πολὺ λίγα ὄνειρα εἶναι ἀπὸ τὸν Θεό, ἀλλὰ καὶ αὐτά, γιὰ νὰ τὰ ἑρμηνεύση κανείς, πρέπει νὰ ἔχη καθαρότητα καὶ ἄλλες προϋποθέσεις, ὅπως ὁ Ἰωσὴφ καὶ ὁ Δανιήλ, ποὺ εἶχαν χάρισμα ἀπὸ τὸν Θεό. «Θὰ σοῦ πῶ, εἶπε ὁ Δανιὴλ στὸν Ναβουχοδονόσορα, καὶ τί ὄνειρο εἶδες καὶ τί σημαίνει». Ἀλλὰ σὲ τί κατάσταση εἶχε φθάσει! Ἦταν μέσα στὰ λιοντάρια καὶ τὰ λιοντάρια, παρόλο ποὺ ἦταν νηστικά, δὲν τὸν πείραζαν. Τοῦ πῆγε ὁ Ἀββακοὺμ φαγητό, κι ἐκεῖνος εἶπε: «Μὲ θυμήθηκε ὁ Θεός;». Ἂν δὲν θυμόταν ὁ Θεὸς τὸν Προφήτη Δανιήλ, ποιόν θὰ θυμόταν;
 – Γέροντα, μερικοὶ ἄνθρωποι δὲν βλέπουν ὄνειρα.
 – Καλύτερα ποὺ δὲν βλέπουν! Δὲν ξοδεύουν οὔτε εἰσιτήρια, οὔτε βενζίνη! Στὰ ὄνειρα σὲ ἕνα λεπτὸ βλέπεις κάτι ποὺ στὴν πραγματικότητα θὰ διαρκοῦσε ὧρες, μέρες, γιατὶ καταργεῖται ὁ χρόνος. Νά, ἀπὸ αὐτὸ μπορεῖ νὰ καταλάβη κανεὶς τὸ ψαλμικό: «Χίλια ἔτη ἐν ὀφθαλμοῖς σου, Κύριε, ὡς ἡ ἡμέρα ἡ ἐχθές, ἥτις διῆλθε».

Προσοχὴ στὰ ὁράματα

 – Γέροντα, ὅταν οἱ ἄνθρωποι μᾶς διηγοῦνται ὁράματα ἢ λένε ὅτι εἶδαν ἕναν Ἅγιο κ.λπ., τί νὰ λέμε;
 – Καλύτερα νὰ τοὺς λέτε νὰ εἶναι ἐπιφυλακτικοί. Αὐτὸ εἶναι πιὸ σίγουρο, γιατὶ δὲν μποροῦν ὅλοι νὰ διακρίνουν ἂν ἕνα ὅραμα εἶναι ἀπὸ τὸν Θεὸ ἢ ἀπὸ τὸν διάβολο. Ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ εἶναι ἕνα ὅραμα, πρέπει νὰ μὴν τὸ δέχεται ἐξαρχῆς ὁ ἄνθρωπος. Ὁ Θεὸς ἴσα–ἴσα συγκινεῖται, κατὰ κάποιον τρόπο, ὅταν βλέπη τὸ πλάσμα Του νὰ μὴν τὸ δέχεται, γιατὶ αὐτὸ δείχνει ὅτι ἔχει ταπείνωση. Ἂν πράγματι ἦταν Ἅγιος αὐτὸς ποὺ παρουσιάσθηκε, ὁ Θεὸς ξέρει μετὰ μὲ ἄλλον τρόπο νὰ πληροφορήση τὴν ψυχὴ καὶ νὰ τὴν ὁδηγήση σ᾿ αὐτὸ ποὺ θέλει. Χρειάζεται προσοχή, γιατὶ μπορεῖ νὰ ἔρθη τὸ ταγκαλάκι, νὰ πατήση τὸ κουμπὶ καὶ νὰ ἀρχίση ἡ τηλεόραση...
Ἦταν μιὰ ψυχὴ ποὺ δὲν εἶχε βοηθηθῆ ἀπὸ ἀνθρώπους, καὶ γι᾿ αὐτὸ δικαιοῦτο τὴν θεία βοήθεια. Ὁ Θεὸς τῆς παρουσίασε κάτι, γιὰ νὰ βοηθηθῆ. Ὕστερα ὅμως ὁ διάβολος τῆς ἔβαλε λογισμούς: «Φαίνεται, γιὰ νὰ σὲ ἀξιώση ὁ Θεὸς νὰ δῆς αὐτὸ τὸ ὅραμα – ποιός ξέρει; – σὲ προορίζει γιὰ κάτι ἀνώτερο». Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ πίστεψε κάτι τέτοιο, ὁ διάβολος ἄρχισε νὰ κάνη τὴν δουλειά του καὶ τὴν ἔκανε κουμάντο! Ἀλλὰ τελικὰ ὁ Θεὸς πάλι τὴν λυπήθηκε. Εἶδε ἕνα ὅραμα καὶ ἄκουσε μιὰ φωνὴ νὰ τῆς λέη: «Νὰ γράψης ὅλα τὰ ὁράματα ποὺ εἶδες στὸν πατέρα Παΐσιο». Ἔτσι μοῦ ἔγραψε ἕνα γράμμα μὲ ὅλα τὰ ὁράματα ποὺ εἶδε. Ὁ πειρασμὸς τὴν εἶχε ἁλωνίσει. Πραγματικὰ ὁράματα, ἀλλὰ ὅλα ἦταν τοῦ πειρασμοῦ. Ἀπὸ ὅλα τὰ ὁράματα ποὺ μοῦ ἀνέφερε, μόνον τὸ πρῶτο καὶ τὸ τελευταῖο ἦταν ἀπὸ τὸν Θεό. Τὸ τελευταῖο τὸ ἐπέτρεψε ὁ Θεός, γιὰ νὰ τὴν φέρη σὲ λογαριασμό, νὰ τὴν βοηθήση νὰ ἀπαλλαγῆ ἀπὸ τὴν πλάνη. Τελικὰ ἡ καημένη ἄκουσε τί τῆς εἶπα καὶ ξέμπλεξε.


ΛΟΓΟΙ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ Γ'
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΣΕΛ. 215-219 

ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΕΝΑΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΘΛΙΨΕΙΣ!


Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Ένας πνευματικός άνθρωπος δεν έχει θλίψεις. Όταν η αγάπη αυξηθεί και καεί η καρδιά από τον θείο έρωτα, δεν μπορεί να σταθεί πλέον θλίψη. Η μεγάλη αγάπη προς το Χριστό υπερνικά τους πόνους και τις ταλαιπωρίες που του προξενούν οι άνθρωποι.
 
 
 

ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΜΟΝΟ Ο ΘΕΟΣ ΚΡΙΝΕΙ ΔΙΚΑΙΑ!


Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Μόνο ο Θεός κρίνει δίκαια, γιατί μόνον Αυτός γνωρίζει τις καρδιές των ανθρώπων. Εμείς, επειδή δεν ξέρουμε την δίκαιη κρίση του Θεού, κρίνουμε «κατ’ όψιν», εξωτερικά, και γι’ αυτό πέφτουμε έξω και αδικούμε τον άλλον.
 
 

ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΝΑ ΜΗ ΡΩΤΑΤΕ ΜΟΝΟΝ ΤΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΚΑΝΕΙ Ο ΘΕΟΣ!


Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Να μη ρωτάτε μόνο τι μπορεί να κάνει ο Θεός, αλλά να ρωτάτε και τον εαυτό σας τι μπορείτε να κάνετε κι εσείς. Η τράπεζα του Χριστού δίνει πολύ μεγάλο τόκο. Αλλά, αν δεν κάνουμε κατάθεση στην τράπεζα, πώς θα κάνουμε ανάληψη;

ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΟΤΙ ΔΕ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΣ ΝΑ ΤΟ ΑΝΑΘΕΤΟΥΜΕ ΣΤΟ ΘΕΟ!


Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Ότι δε γίνεται ανθρωπίνως να το αναθέτουμε στο Θεό. Είναι εγωιστικό να επιμένουμε.

ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΕΚΕΙΝΟΣ ΠΟΥ ΖΗΤΑΕΙ ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΘΕΟ!


Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Εκείνος που ζητάει ταπείνωση από το Θεό, αλλά δε δέχεται τον άνθρωπο που του στέλνει ο Θεός, για να τον ταπεινώσει, δεν ξέρει τι ζητάει, διότι οι αρετές δεν αγοράζονται σαν τα ψώνια στον μπακάλη (όσα κιλά θέλουμε), αλλά μας στέλνει ο Θεός ανθρώπους να δοκιμαστούμε, να εργαστούμε,να την αποκτήσουμε και να στεφανωθούμε.
Όποιος σκύβει ταπεινά και δέχεται τα χτυπήματα από τους άλλους, διώχνει τα δικά του εξογκώματα, ομορφαίνει πνευματικά σαν Άγγελος, και έτσι χωράει από τη στενή πύλη του Παραδείσου.   

ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΤΟ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ ΠΑΪΣΙΟΥ!


Γεώργιος Δροσίνης: Τι λοιπόν;
Τι λοιπόν; Της ζωής μας το σύνορο θα το δείχνει ένα ορθό κυπαρίσσι;
Κι απ’ ό,τι είδαμε, ακούσαμε, αγγίξαμε τάφου γη θα μας έχει χωρίσει;

Ό,τι αγγίζουμε, ακούμε και βλέπουμε, τούτο μόνο ζωή μας το λέμε;
Κι αυτό τρέμουμε μήπως το χάσουμε και χαμένο στους τάφους το κλαίμε;

Σε ό,τι αγγίζουμε, ακούμε και βλέπουμε της ζωής μας ο κόσμος τελειώνει;
Τίποτε άλλο; Στερνό μας απόρριμμα το κορμί που σκορπιέται και λιώνει;

Κάτι ανέγγιχτο, ανάκουστο, αθώρητο, μήπως κάτω απ τους τάφους ανθίζει;
Κι ό,τι μέσα μας κρύβεται αγνώριστο μήπως πέρα απ΄ τον θάνατο αρχίζει;

Η ψυχή ταξιδεύτρα μες στο Άπειρο σταλαμίδα νερού μήπως μοιάζει,
που ανεβαίνει στα νέφη απ΄ τα πέλαγα κι απ΄ τα νέφη στους κάμπους σταλάζει;

Μήπως ό,τι θαρρούμε βασίλεμα γλυκοχάραμα αυγής είναι πέρα;
Κι αντί νάρθει μια νύχτα αξημέρωτη, ξημερώνει μια αβράδιαστη μέρα;

Μήπως είναι η αλήθεια στο θάνατο κι η ζωή μήπως κρύβει την πλάνη;
Ό,τι λέμε πως ζει μήπως πέθανε κι είναι αθάνατο ό,τι έχει πεθάνει;  

ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΔΕ ΜΑΣ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΠΕΙ Ο ΘΕΟΣ, ΕΜΕΙΣ ΤΟΝ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΠΟΥΜΕ!


Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Ο Θεός δε μας εγκαταλείπει, εμείς τον εγκαταλείπουμε με την απιστία μας!

ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑ ΕΥΦΗΜΙΑΣ ΣΤΟΝ ΓΕΡΟΝΤΑ ΠΑΪΣΙΟ!

Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΪΣΙΟΣ ΚΑΙ Η ΑΓΙΑ ΕΥΦΗΜΙΑ 

Ήταν στην αυλή της Καλύβης του ο  Γέροντας (Παΐσιος), όταν τον επισκέφθηκε κάποιο πνευματικό του τέκνο. Επανελάμβανε συνεχώς από την καρδιά του: «Δόξα σοι ο Θεός», πάλιν και πολλάκις. Σε μια στιγμή ο Γέροντας του είπε: «Αχρηστεύεται κανείς με την καλή έννοια»; 

-Ποιός, Γέροντα;

-Ήσυχα καθόμουν στο Κελλί μου, ήρθε και με παλάβωσε. Ωραία περνούν επάνω.

-Τι συμβαίνει, Γέροντα;

-Θα σου πω, αλλά μην το πεις σε κανέναν.

Του διηγήθηκε τότε το έξης: «Είχα γυρίσει από τον κόσμο, όπου είχα βγει για ένα εκκλησιαστικό θέμα. Την Τρίτη, κατά η ώρα 10 το πρωί, ήμουν μέσα στο Κελί μου και έκανα τις Ώρες. Ακούω χτύπημα στην πόρτα και μια γυναικεία φωνή να λέει: «Δι' ευχών των αγίων Πατέρων ημών…». Σκέφθηκα: «Πώς βρέθηκε γυναίκα μέσα στο Όρος;». Εν τούτοις ένιωσα μια θεία γλυκύτητα μέσα μου και ρώτησα: 

-Ποιος είναι;

-Η Ευφημία! (απαντά).

-Σκεφτόμουν, «ποια Ευφημία; Μήπως καμιά γυναίκα έκανε καμιά τρέλα και ήρθε με ανδρικά στο Όρος; Τώρα τι να κάνω;». Ξαναχτυπά. Ρωτάω: «Ποιος είναι;». «Η Ευφημία», άπαντα και πάλι. Σκέφτομαι και δεν ανοίγω. Στην τρίτη φορά που χτύπησε, άνοιξε μόνη της η πόρτα, που είχε σύρτη από μέσα. Άκουσα βήματα στον διάδρομο. Πετάχτηκα από το Κελί μου και βλέπω μια γυναίκα με μανδήλα. Την συνόδευε κάποιος, που έμοιαζε με τον Ευαγγελιστή Λουκά, ο οποίος εξαφανίσθηκε. Παρ’ όλο πού ήμουν σίγουρος ότι δεν είναι του πειρασμού, γιατί λαμποκοπούσε, την ρώτησα ποια είναι· 

-Η μάρτυς Ευφημία, (απαντά).

 -Αν είσαι η μάρτυς Ευφημία, έλα να προσκυνήσουμε την Αγία Τριάδα. Ό,τι κάνω εγώ να κάνης και συ.

Μπήκα στην Εκκλησία, κάνω μια μετάνοια λέγοντας: «Εις το όνομα του Πατρός». Το επανέλαβε με μετάνοια. «Και του Υιού».

«-Και του Υιού», είπε με ψιλή φωνή.

-Πιο δυνατά, ν’ ακούω, είπα και επανέλαβε δυνατότερα.

 -Ενώ ήταν ακόμα στο διάδρομο έκανε μετάνοιες, όχι προς την Εκκλησία, αλλά προς το Κελί μου. Στην αρχή παραξενεύτηκα, αλλά μετά θυμήθηκα ότι είχα μια μικρή χάρτινη εικονίτσα της Αγίας Τριάδος, κολλημένη σε ξύλο, πάνω από την πόρτα του Κελιού μου. Αφού προσκυνήσαμε και για τρίτη φορά.

 -«Και του Αγίου Πνεύματος» 

Μετά είπα: «Τώρα, να σε προσκυνήσω και εγώ». Την προσκύνησα και ασπάστηκα τα πόδια της και την άκρη της μύτης της. Στο πρόσωπο το θεώρησα αναίδεια να την ασπασθώ.

 -Ύστερα κάθισε η Αγία στο σκαμνάκι και εγώ στο μπαουλάκι και μου έλυσε την απορία που είχα (στο εκκλησιαστικό θέμα).

 -Μετά μου διηγήθηκε την ζωή της. Ήξερα ότι υπάρχει μια αγία Ευφημία, αλλά τον βίο της δεν τον ήξερα. Όταν μου διηγείτο τα μαρτύρια της, όχι απλώς τα άκουγα, αλλά σαν να τα έβλεπα· τα ζούσα. Έφριξα! Πα, πα, πα!

-Πώς άντεξες τέτοια μαρτύρια; ρώτησα.

 -Αν ήξερα τι δόξα έχουν οι Άγιοι, θα έκανα ό,τι μπορούσα να περάσω πιο μεγάλα μαρτύρια.

 -Μετά απ’ αυτό το γεγονός για τρεις μέρες δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Σκιρτούσα και συνεχώς δόξαζα τον Θεό. Ούτε να φάω, ούτε τίποτα… συνεχώς δοξολογία». 

Σε επιστολή του αναφέρει: «Σ’ όλη μου τη ζωή δεν θα μπορέσω να εξοφλήσω την μεγάλη μου υποχρέωση στην αγία Ευφημία, η οποία ενώ ήταν άγνωστη μου και χωρίς να είχε καμιά υποχρέωση, μου έκανε αυτή την μεγάλη τιμή…».

Διηγούμενος το γεγονός πρόσθεσε με ταπείνωση ότι παρουσιάστηκε η αγία Ευφημία, «όχι γιατί το αξίζω, αλλά επειδή με απασχολούσε εκείνο τον καιρό ένα θέμα που είχε σχέση με την κατάσταση της Εκκλησίας γενικά, και για δύο άλλους λόγους».

Εντύπωση έκανε στον Γέροντα «πώς αυτή η μικροκαμωμένη και αδύνατη άντεξε τόσα μαρτύρια; Να πεις ήταν καμία… (εννοούσε σωματώδης και δυνατή). Μια σταλιά ήταν». 

Μέσα σε αυτήν την παραδεισένια κατάσταση συνέθεσε προς τιμήν της Αγίας ένα στιχηρό προσόμοιο: «Ποίοις ευφημιών άσμασιν ευφημήσωμεν την Ευφημίαν, την καταδεχθείσαν από άνωθεν και επισκεφθείσασαν κάτοικον μοναχόν ελεεινόν εν τη Καψάλα. Εκ τρίτου την θύραν πάλιν του έκρουσε τετάρτη ηνοίχθη μόνη εκ θαύματος και εισελθούσα με ουράνιον δόξαν, του Χριστού η Μάρτυς, προσκυνούντες ομού Τριάδα την Αγίαν». 

Και ένα εξαποστειλάριο κατά το «Τοις μαθηταίς συνέλθωμεν…», που άρχιζε: «Μεγαλομάρτυς ένδοξε του Χρίστου Ευφημία, σ’ αγαπώ πολύ-πολύ μετά την Παναγία…». (Φυσικά αυτά δεν τα είχε για λειτουργική χρήση, ούτε τα έψαλλε δημοσίως). 

Παρά την συνήθειά του βγήκε πάλι στην Σουρωτή και έκανε τις αδελφές μετόχους αυτής της ουράνιας χαράς. Με την βοήθειά του και τις οδηγίες του αγιογράφησαν την Αγία, όπως του εμφανίσθηκε.

Ο Γέροντας φιλοτέχνησε το αρνητικό της εικόνος της Αγίας σε μήτρα ατσάλινη με την οποία έκανε πρεσσαριστά εικονάκια και τα μοίραζε ευλογία στους προσκυνητές εις τιμήν της αγίας Ευφημίας. Κατά το σκάλισμα δυσκολεύτηκε να κάνη τα δάχτυλα του αριστερού της χεριού. Είπε: «Παιδεύτηκα να κάνω το χέρι της, αλλά μετά έβαλα έναν καλό λογισμό: «Ίσως επειδή και εγώ την παίδεψα την καημένη».  

Πηγή: Ιερομονάχου Ισαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου, σελίδες: 224-228 Εκδοσις Καλύβης Αναστάσεως, Καψάλα, Άγιον Όρος

 

 

 

ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΓΙΑ ΤΙΠΟΤΕ ΝΑ ΜΗΝ ΕΧΕΤΕ ΑΓΧΟΣ!


Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Για τίποτε να μην έχετε άγχος!

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΕΑΝ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ "ΠΙΑΣΕΙΣ" ΤΟ ΘΕΟ ΓΙΑ ΝΑ ΣΕ ΑΚΟΥΣΕΙ, ΟΤΑΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗΘΕΙΣ, ΓΥΡΙΣΕ ΤΟ ΚΟΥΜΠΙ ΣΤΗΝ ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ!


Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: «Εάν θέλεις να «πιάσεις» τον Θεό, για να σε ακούσει, όταν προσευχηθείς, γύρισε το κουμπί στη ταπείνωση, γιατί σ’αυτήν την συχνότητα εργάζεται ο Θεός».

ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΕΙΔΕΣ ΠΟΤΕ ΣΑΒΑΝΟ ΜΕ ΤΣΕΠΕΣ;


Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Είδες ποτέ σάβανο με τσέπες; Όλα εδώ μένουν. Μόνο οι αγαθοεργίες πηγαίνουν στον ουρανό.






ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΝΑ ΚΑΝΕΤΕ ΕΡΓΑ ΠΟΥ ΑΝΤΕΧΟΥΝ ΣΤΟ ΦΩΣ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ!


Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης: Να ελέγχετε τις σκέψεις σας, να συγκρατείτε τα λόγια σας, να κυριαρχείτε στα πάθη σας, να κάνετε έργα που αντέχουν στο φως της ημέρας.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου