Πέμπτη 21 Απριλίου 2022

Ὁ ἄνθρωπος ἢ θὰ γίνη ἀρχοντόπουλο ἢ θὰ μείνη κακορρίζικος
– Γέροντα, ζηλεύω, μαλώνω καὶ φέρομαι ἀδιάκριτα.
– Σοῦ λείπει ἡ πατερική, ἡ πνευματική, ἀρχοντιά, καὶ ἑπόμενο εἶναι νὰ μαλώνης. Κοίταξε νὰ ἀποκτήσης πνευματικὴ ἀρχοντιά, γιὰ νὰ ἀποκτήσης καὶ διάκριση. Ἀλλά, γιά πές μου τί λογισμοὶ ἀνέβηκαν καὶ κατέβηκαν, ὅταν δὲν ἔστειλα καὶ σ ̓ ἐσένα μικρὴ εἰκονίτσα ὅπως στὶς ἄλλες ἀδελφὲς καὶ τί σκέφτηκες, ὅταν ἔλαβες τὴν ἄλλη φορὰ τὴν μεγαλύτερη; Κάνε καὶ ἕναν πνευματικὸ λογ...

Συνεχίστε την ανάγνωση
 
 
 

Μὲ τὴν ἀρχοντιὰ ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἐπαφὴ μὲ τὸν Θεὸ .
– Πῶς συγγενεύει, Γέροντα, ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸν Θεό;
–Ὅλη ἡ βάση εἶναι νὰ ἀποκτήση ὁ ἄνθρωπος τὴν πνευματικὴ ἀρχοντιά.
Τότε συγγενεύει μὲ τὸν Θεό.
– Γέροντα, μπορεῖ μιὰ ἀδελφὴ νὰ κάνη στὸ κελλί της πνευματικὰ καὶ ὕστερα νὰ μὴν ἔχη κουράγιο νὰ βοηθήση σὲ μιὰ κοινὴ ἐργασία;...

Συνεχίστε την ανάγνωση
 
 
 

– Γέροντα, πῶς θὰ ἀποκτήσω ἀρχοντιά;
– Νὰ κινῆσαι ταπεινά, μὲ καθαρὸ φιλότιμο καὶ πάντα νὰ θυσιάζεσαι. Νὰ καλλιεργήσης τὴν πνευματικὴ εὐαισθησία. Νὰ δέχεσαι ἤρεμα τὴν ἐνόχληση τοῦ ἄλλου καὶ νὰ χαίρεσαι ποὺ ἐνοχλεῖσαι καὶ δὲν ἐνοχλεῖς. Γιατὶ εἶναι μερικοὶ ποὺ δὲν τοὺς ἀπασχολεῖ ἂν ἐνοχλοῦν· τοὺς ἀπασχολεῖ μόνο νὰ μὴν τοὺς ἐνοχλοῦν. Ἄλλοι δὲν θέλουν οὔτε αὐτοὶ νὰ ἐνοχλοῦν, ἀλλὰ οὔτε καὶ νὰ τοὺς ἐνοχλοῦν. Ἄλλοι πάλι λένε:«Εἶμαι εὐαίσθητος, δὲν μπορῶ οὔτε μιὰ κουβέντα νὰ...

Δείτε περισσότερα
 
 

Ἀρχοντιά, τὸ μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ .
Τί εἶναι ἀρχοντιὰ
– Γέροντα, τί νὰ προσέξουμε περισσότερο τὴν Μεγάλη Σαρακοστή;
– Τὴν ἀρχοντιά, τὴν πνευματικὴ ἀρχοντιά.– Γέροντα, ἡ Μεγάλη Σαρακοστὴ δὲν εἶναι περισσότερο περίοδος μετανοίας;– Ἀρχοντιὰ‐ἀρχοντιά, γιὰ νὰ δικτυωθῆτε μὲ τὸν Χριστό, ἀλλιῶς δὲν γίνεται προκοπή. Ἂν ξέρατε τί δίνει ἡ ἀρχοντιά, θὰ τὴν κυνηγούσατε μέρα‐νύχτα· οὔτε θὰ κοιμόσασταν. Ἂν ἀναλύση κανεὶς τὴν πνευματικὴ ἀρχοντιά, θὰ δῆ ἐκεῖ μέσα κρυμμένο τὸ μεγαλεῖο τοῦ ...

Συνεχίστε την ανάγνωση
 
 

Τὰ ζῶα ζητοῦν βοήθεια ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ,
Τὰ καημένα τὰ ζῶα θεὸ ἔχουν τὸν ἄνθρωπο. Ὅπως ἐμεῖς ζητοῦμε βοήθεια ἀπὸ τὸν Θεό, ἔτσι καὶ αὐτὰ ζητοῦν βοήθεια ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο.Στὸ Ἅγιον Ὄρος ἄκουγα γιὰ τὸν Γερο‐Θεοφύλακτο ἀπὸ τὴν Σκήτη τοῦ Ἁγίου Βασιλείου ὅτι εἶχε μεγάλη φιλία μὲ τὰ ἄγρια ζῶα. Αὐτὰ διαισθάνονταν τὴν ἀγάπη του καὶ πήγαιναν στὴν Καλύβη του, ὅταν εἶχαν καμμιὰ ἀνάγκη. Κάποτε μάλιστα ἕνα ζαρκάδι ποὺ εἶχε σπάσει τὸ πόδι του πῆγε ἔξω ἀπὸ τὸ Κελλί του καὶ βέλαζε θλιμμένα.Βγῆκε...

Συνεχίστε την ανάγνωση
 
 
 

Hλιας Στεφανου Xαιντουτη

Ἡ ἀκριβὴ ἀληθινὴ ἀγάπη .

Κατ ̓ ἐμὲ ἡ ἀγάπη εἶναι τριῶν εἰδῶν: ἡ σαρκικὴ ἀγάπη, ἡ ὁποία εἶναι γεμάτη πνευματικὰ μικρόβια, ἡ κοσμικὴ ἀγάπη, ἡ ὁποία εἶναι φαινομενική, τυπική,ὑποκριτική, δίχως βάθος, καὶ ἡ πνευματικὴ ἀγάπη, ἡ ὁποία εἶναι ἡ ἀληθινή, ἡ ἁγνή, ἡ ἀκριβὴ ἀγάπη. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη εἶναι ἀθάνατη· μένει «εἰς αἰῶνας αἰώνων».– Πῶς θὰ καταλάβω, Γέροντα, ἂν ἔχω ἀληθινὴ ἀγάπη;–
Γιὰ νὰ τὸ καταλάβης, νὰ ἐξετάσης ἂν ἀγαπᾶς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ἐξίσου κι ἂν ὅλους τοὺς ἀνθρώπους τοὺς θεωρεῖς καλύτερους ἀπὸ σένα.
– Γέροντα, ἔχει ψυχρανθῆ ἡ ἀγάπη μου γιὰ τὸν Θεὸ καὶ γιὰ τὸν πλησίον.
– Σπεῖρε τὴν λίγη ἀγάπη ποὺ σοῦ ἔμεινε, γιὰ νὰ φυτρώση ἀγάπη, νὰ μεγαλώση, νὰ καρπίση καὶ νὰ θερίσης ἀγάπη. Μετὰ θὰ σπείρης τὴν περισσότερη ἀγάπη ποὺ θὰ θερίσης, καὶ σιγὰ‐σιγὰ θὰ γεμίση τὸ ἀμπάρι σου καὶ δὲν θὰ ἔχης ποῦ νὰ τὴν βάλης, γιατί, ὅσο σπέρνεις ἀγάπη, τόσο πιὸ πολὺ αὐξάνει. Ἂς ποῦμε, ἕνας γεωργὸς ἔχει ἕνα σακκουλάκι σπόρο καὶ τὸν σπέρνει. Μετὰ μαζεύει τὸν καρπὸ καὶ γεμίζει μία μεγάλη σακκούλα. Ἂν σπείρη ὕστερα τὸν καρπὸ ποὺ ἔχει στὴν σακκούλα,θὰ γεμίση ἕνα σακκί. Καὶ ὅταν μαζέψη πολὺ σπόρο καὶ τὸν σπείρη, θὰ γεμίση ἕνα ἀμπάρι. Ἐνῶ, ἂν κρατήση τὸν σπόρο στὸ σακκουλάκι καὶ δὲν τὸν σπείρη, ὁ σπόρος θὰ σκουληκιάση. Πρέπει νὰ πετάξη τὸν σπόρο στὴν γῆ, γιὰ νὰ φυτρώση, νὰ μεγαλώση καὶ νὰ κάνη καρπό.Ἔτσι, θέλω νὰ πῶ, γίνεται καὶ μὲ τὴν ἀγάπη. Γιὰ νὰ αὐξηθῆ ἡ ἀγάπη, πρέπει νὰ τὴν δώσης. Ὅποιος ὅμως δὲν δίνει ἔστω καὶ τὴν λίγη ἀγάπη ποὺ ἔχει, εἶναι σὰν νὰ ἔχη ἕνα ἁπλόχερο3 σπόρο, ἀλλὰ τὸν κρατάει καὶ δὲν τὸν σπέρνει. Αὐτὸς εἶναι ὁ πονηρὸς δοῦλος ποὺ ἔκρυψε τὸ τάλαντο4.Ἀνάλογα μὲ τὴν ἀγάπη ποὺ θὰ προσφέρης, θὰ ἔχης νὰ λάβης.
Ἂν δὲν δώσης ἀγάπη, δὲν θὰ λάβης ἀγάπη. Βλέπεις, ἡ μάνα δίνει συνέχεια στὰ παιδιά της, ἀλλὰ καὶ συνέχεια παίρνει ἀπὸ τὰ παιδιά της, καὶ συνέχεια αὐξάνει ἡ ἀγάπη της. Ὅταν ὅμως ζητᾶμε τὴν ἀγάπη τῶν ἄλλων ἀποκλειστικὰ γιὰ τὸν ἑαυτό μας καὶ θέλουμε ὅλοι νὰ μᾶς δίνουν καί, ὅταν κάνουμε κάποιο καλό, σκεφτώμαστε τὴν ἀνταπόδοση, δὲν ἔχουμε ἀκριβὴ ἀλλὰ φθηνὴ ἀγάπη. Τότε ἀποξενωνόμαστε ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ δὲν λαμβάνουμε ἀγάπη οὔτε ἀπὸ τὸν Θεὸ οὔτε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους.Ὅσοι ἔχουν κοσμικὴ ἀγάπη μαλώνουν ποιός νὰ ἁρπάξη περισσότερη ἀγάπη γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ὅσοι ὅμως ἔχουν τὴν πνευματική, τὴν ἀκριβή, ἀγάπη, μαλώνουν ποιός νὰ δώση περισσότερη ἀγάπη στὸν ἄλλον. Ἀγαποῦν, χωρὶς νὰ σκέφτωνται ἂν τοὺς ἀγαποῦν ἢ δὲν τοὺς ἀγαποῦν οἱ ἄλλοι, οὔτε ζητοῦν ἀπὸ τοὺς ἄλλους νὰ τοὺς ἀγαποῦν. Θέλουν ὅλο νὰ δίνουν καὶ νὰ δίνωνται, χωρὶς νὰ θέλουν νὰ τοὺς δίνουν καὶ νὰ τοὺς δίνωνται. Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι ἀγαπιοῦνται ἀπ ̓ ὅλους, ἀλλὰ πιὸ πολὺ ἀπὸ τὸν Θεό, μὲ τὸν Ὁποῖο καὶ συγγενεύουν.Ἀγάπη χωρὶς ἀντιπαροχή! Νὰ μὴν κάνουμε καλωσύνες, γιὰ νὰ πάρουμε εὐλογίες. Νὰ καλλιεργήσουμε τὴν ἀρχοντική, τὴν ἀκριβὴ ἀγάπη, τὴν ὁποία ἔχει ὁ Θεός, καὶ ὄχι τὴν φθηνὴ κοσμικὴ ἀγάπη, ἡ ὁποία ἔχει κάθε ἀνθρώπινη ἀδυναμία.
– Γέροντα, δυσκολεύομαι νὰ δώσω τὴν ἀγάπη μου ἐκεῖ ποὺ δὲν θὰ τὴν ἐκτιμήσουν.
– Δὲν ἔχεις πραγματικὴ ἀγάπη, γι ̓ αὐτὸ δυσκολεύεσαι. Ὅποιος ἔχει πραγματικὴ ἀγάπη, δὲν τὸν ἀπασχολεῖ ἂν ἐκτιμήσουν τὴν ἀγάπη του ἢ ὄχι. Τὴν θυσία ποὺ κάνει γιὰ τὸν πλησίον του, ἐπειδὴ τὴν κάνει ἀπὸ καθαρὴ ἀγάπη, οὔτε κἂν τὴν θυμᾶται.– Πῶς μπορῶ, Γέροντα, νὰ ξεχνῶ τὸ καλὸ ποὺ κάνω;– Ρίξ ̓ το στὸ γιαλό... Ἔτσι θὰ τὸ ξεχνᾶς. Ἀλλὰ καὶ τὸ κακὸ ποὺ σοῦ κάνουν, κι αὐτὸ νὰ τὸ ξεχνᾶς. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο θὰ συγκεντρώσης ἕναν πλοῦτο πνευματικό,χωρὶς κἂν νὰ τὸ ἀντιληφθῆς.

Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’«Πάθη καὶ Ἀρετὲς» ‐ 111

3.Ἁπλόχερο: Ὅσο χωράει μία χούφτα.
4 Βλ.Ματθ.25,25.

 


Ἡ ἀγάπη πληροφορεῖ

– Γέροντα, πῶς θὰ δείξω ἀγάπη;
– Νὰ δείξω ἀγάπη; Δὲν τὸ καταλαβαίνω. Αὐτὸ εἶναι κάτι ψεύτικο, ὑποκριτικό.Νὰ ὑπάρχη ἡ ἀγάπη μέσα μας καὶ νὰ μᾶς προδώση, ναί. Ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη πληροφορεῖ τὸν ἄλλον χωρὶς ἐξωτερικὲς ἐκδηλώσεις. Ἀγάπη εἶναι νὰ ἀκούσης μὲ πόνο τὴν στενοχώρια τοῦ ἄλλου. Ἀγάπη εἶναι κι ἕνα βλέμμα πονεμένο κι ἕνας λόγος ποὺ θὰ πῆς μὲ πόνο στὸν ἄλλον, ὅταν ἀντιμετωπίζη κάποια δυσκολία. Ἀγάπη εἶναι νὰ συμμερισθῆς τὴν λύπη του, νὰ τὸν ἀναπαύσης στὴν δυσκολία του. Ἀγάπη εἶναι νὰ σηκώσης ἕναν βαρὺ λόγο ποὺ θὰ σοῦ πῆ. Ὅλα αὐτὰ βοηθοῦν περισσότερο ἀπὸ τὰ πολλὰ λόγια καὶ τὶς ἐξωτερικὲς ἐκδηλώσεις.Ὅταν πονᾶς ἐσωτερικὰ γιὰ τὸν ἄλλον, ὁ Θεὸς τὸν πληροφορεῖ γιὰ τὴν ἀγάπη σου καὶ τὴν καταλαβαίνει χωρὶς ἐξωτερικὲς ἐκδηλώσεις. Ὅπως καὶ ὅταν δὲν ἐκδηλώνεται ἡ κακία μας, ἀλλὰ εἶναι ἐσωτερική, πάλι ὁ ἄλλος τὴν καταλαβαίνει.Βλέπεις, καὶ ὁ διάβολος, ὅταν παρουσιάζεται ὡς «ἄγγελος φωτός»21, φέρνει ταραχή,ἐνῶ ὁ Ἄγγελος ὁ πραγματικὸς φέρνει μιὰ ἁπαλὴ ἀνέκφραστη ἀγαλλίαση.– Τί εἶναι αὐτό, Γέροντα, ποὺ μὲ ἐμποδίζει νὰ πληροφοροῦμαι τὴν ἀγάπη τῶν ἄλλων;– Μήπως δὲν ἔχεις καλλιεργήσει τὴν ἀγάπη; Ὅποιος ἀγαπάει, πληροφορεῖται καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ ἄλλου, ἀλλὰ καὶ πληροφορεῖ τὸν ἄλλον γιὰ τὴν ἀγάπη του.Καταλαβαίνει ὁ ἄλλος ἂν ὑποκρίνεσαι ἢ ἂν τὸν ἀγαπᾶς πραγματικά, γιατὶ πάει σὰν τηλεγράφημα ἡ ἀγάπη. Ἂν κάνουμε λ.χ. μιὰ ἐπίσκεψη σὲ ἕνα ὀρφανοτροφεῖο, τὰ παιδιὰ ἀμέσως θὰ καταλάβουν μὲ τί διάθεση πήγαμε. Εἶχαν ἔρθει μιὰ φορὰ στὸ Καλύβι νὰ ζητήσουν τὴν γνώμη μου κάποιοι ποὺ ἤθελαν νὰ κάνουν ἕνα ἵδρυμα γιὰ ἐγκαταλελειμμένα παιδιά.«Τὸ κυριώτερο ἀπὸ ὅλα, τοὺς εἶπα, εἶναι νὰ πονέσετε τὰ παιδιὰ αὐτὰ σὰν παιδιά σας καὶ ἀκόμη περισσότερο. Αὐτὸ εἶναι ποὺ θὰ πληροφορήση τὰ παιδιὰ γιὰ τὴν ἀγάπη σας. Ἂν δὲν τὰ πονᾶτε, μὴν ξεκινᾶτε νὰ κάνετε τίποτε». Τότε ἕνας γιατρός, πολὺ εὐλαβής, εἶπε:«Ἔχεις δίκαιο, Πάτερ. Κάποτε μιὰ συντροφιὰ εἴχαμε ἐπισκεφθῆ γιὰ πρώτη φορὰ ἕνα ὀρφανοτροφεῖο καὶ τὰ παιδιὰ κατάλαβαν τὴν διάθεση τοῦ καθενός. ʺὉ κύριος τάδε, εἶπαν, εἶναι περαστικός· ὁ κύριος τάδε ἦρθε νὰ περάση τὴν ὥρα του μαζί μας· ὁ κύριος τάδε μᾶς ἀγαπάει πραγματικάʺ». Βλέπετε πῶς πληροφορεῖ ἡ ἀγάπη;
Ἡ ἀγάπη καταργεῖ τὶς ἀποστάσεις

– Γέροντα, πῶς ἐπικοινωνοῦν πνευματικὰ ἀπὸ μακριὰ οἱ ἄνθρωποι;– Γράφουν κανένα γράμμα ἢ μὲ ἀσύρματο ἢ μὲ σήματα μόρς!...– Δηλαδή, Γέροντα;– Γιὰ νὰ ὑπάρξη πνευματικὴ ἐπικοινωνία μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, πρέπει νὰ ἐργάζωνται στὴν ἴδια συχνότητα. Αὐτὸ δὲν μποροῦν νὰ τὸ πιάσουν οἱ ἐπιστήμονες.Θυμᾶσαι ἐκεῖνο τὸ περιστατικὸ ποὺ ἀναφέρω στοὺς «Ἁγιορεῖτες Πατέρες»22; Μιὰ μέρα ἕνας μοναχὸς θὰ πήγαινε νὰ ἐπισκεφθῆ ἕναν Πατέρα στὴν Καψάλα καὶ σκεφτόταν:«Τί νὰ τοῦ πάω γιὰ εὐλογία;». Οἰκονόμησε λοιπὸν δύο ψάρια καὶ τὰ καθάριζε, γιὰ νὰ τοῦ τὰ πάη. Ἐν τῷ μεταξύ, ὁ ἄλλος εἶχε λάβει πληροφορία ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ τὴν ἐπίσκεψη τοῦ ἀδελφοῦ καὶ σκεφτόταν:«Τώρα ποὺ θὰ ̓ρθῆ, τί νὰ τὸν φιλέψω;». Τὴν ὥρα λοιπὸν ποὺ ὁ ἀδελφὸς καθάριζε τὰ ψάρια, ἕνας κόρακας ἦρθε ξαφνικά, τοῦ πῆρε τὸ ἕνα ψάρι καὶ τὸ πῆγε στὸν ἄλλον στὴν Καψάλα – ἀπόσταση πεντέμισι ὧρες. Τὸ καταλαβαίνετε; Ὁ ἕνας σκεφτόταν πῶς νὰ ἀναπαύση τὸν ἄλλον καὶ ὁ κόρακας μετὰ ἔκανε τὸν ἐνδιάμεσο!Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχη τὴν Ἀγάπη, τὸν Χριστό, καὶ βουβὸς νὰ εἶναι, μπορεῖ νὰ συνεννοηθῆ μὲ ὅλα τὰ δισεκατομμύρια τῶν λαῶν καὶ μὲ τὴν κάθε ἡλικία τῶν ἀνθρώπων, ποὺ ἔχει καὶ αὐτὴ τὴν δική της γλῶσσα. Βάλε δύο ἀνθρώπους ποὺ δὲν ἔχουν ἀγάπη μεταξύ τους νὰ καθήσουν ὁ ἕνας δίπλα στὸν ἄλλον καὶ νὰ μὴ μιλοῦν.Βάλε καὶ δύο ἄλλους ποὺ ἔχουν ἀγάπη μεταξύ τους νὰ καθήσουν ὁ ἕνας δίπλα στὸν ἄλλον καὶ νὰ μὴ μιλοῦν καὶ αὐτοί. Πῶς θὰ νιώθουν οἱ μὲν καὶ πῶς θὰ νιώθουν οἱ δέ;Καὶ οἱ πρῶτοι δὲν θὰ μιλοῦν καὶ οἱ δεύτεροι δὲν θὰ μιλοῦν. Ὅμως οἱ δεύτεροι καὶ μὲ τὴν σιωπὴ θὰ «μιλοῦν», γιατὶ θὰ ὑπάρχη ἐπικοινωνία μεταξύ τους. Ἀντίθετα οἱ πρῶτοι δὲν θὰ μποροῦν νὰ ἐπικοινωνήσουν, γιατὶ ἀνάμεσά τους θὰ ὑπάρχη μόνωση.Ὅταν δὲν ὑπάρχη ἀγάπη, μπορεῖ δύο ἄνθρωποι νὰ βρίσκωνται κοντά, ἀλλὰ νὰ εἶναι μακριὰ ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλον.– Γέροντα, στενοχωριέμαι ποὺ ἦρθε ἡ ἡμέρα νὰ φύγετε πάλι ἀπὸ κοντά μας.– Στὴν πνευματικὴ ζωὴ δὲν ὑπάρχει «κοντὰ» καὶ «μακριά». Τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ δὲν τὴν χωρίζουν ἀποστάσεις, γιατὶ ὁ Χριστὸς μὲ τὴν ἀγάπη Του καταργεῖ τὶς ἀποστάσεις. Ἑπομένως, εἴτε κοντὰ εἴτε μακριὰ βρίσκεται κανείς, νιώθει πάντα κοντά,ὅταν εἶναι κοντὰ στὸν Χριστὸ καὶ συνδέεται μὲ τὸν ἄλλον ἀδελφικὰ μὲ ἀγάπη Χριστοῦ.Δοξολογῶ τὸν Θεὸ ποὺ ἡ ἀγάπη μου εἶναι τέτοιου εἴδους, πνευματική,ἀγγελική, ὁπότε οἱ ἀποστάσεις καταργοῦνται καὶ ἡ ἐπαφὴ θὰ ὑπάρχη μαζί σας καὶ σ ̓
αὐτὴν τὴν ζωὴ ἀπὸ μακριὰ καὶ στὴν ἄλλη ποὺ εἶναι ἀκόμη πιὸ μακριά, γιατὶ καὶ ἐκείνη ἡ ἀπόσταση θὰ εἶναι πολὺ κοντινή, ἀφοῦ μᾶς ἑνώνει ἡ Ἀγάπη, ὁ Χριστός.

Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’«Πάθη καὶ Ἀρετὲς» ‐ 120

 
 
 

Τὰ ζῶα ζητοῦν βοήθεια ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ,
Τὰ καημένα τὰ ζῶα θεὸ ἔχουν τὸν ἄνθρωπο. Ὅπως ἐμεῖς ζητοῦμε βοήθεια ἀπὸ τὸν Θεό, ἔτσι καὶ αὐτὰ ζητοῦν βοήθεια ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο.Στὸ Ἅγιον Ὄρος ἄκουγα γιὰ τὸν Γερο‐Θεοφύλακτο ἀπὸ τὴν Σκήτη τοῦ Ἁγίου Βασιλείου ὅτι εἶχε μεγάλη φιλία μὲ τὰ ἄγρια ζῶα. Αὐτὰ διαισθάνονταν τὴν ἀγάπη του καὶ πήγαιναν στὴν Καλύβη του, ὅταν εἶχαν καμμιὰ ἀνάγκη. Κάποτε μάλιστα ἕνα ζαρκάδι ποὺ εἶχε σπάσει τὸ πόδι του πῆγε ἔξω ἀπὸ τὸ Κελλί του καὶ βέλαζε θλιμμένα.Βγῆκε ὁ γέροντας καὶ τὸ εἶδε νὰ τεντώνη τὸ σπασμένο του ποδαράκι σὰν νὰ τοῦ τὸ ἔδειχνε. Ἐκεῖνος τοῦ ἔφερε λίγο παξιμάδι νὰ φάη καὶ πῆρε δύο ξυλάκια, μὲ τὰ ὁποῖα ἔδεσε σταθερὰ τὸ πόδι του. Μετὰ εἶπε στὸ ζαρκαδάκι:«Πήγαινε τώρα στὸ καλὸ καὶ μετὰ ἀπὸ μιὰ ἑβδομάδα νὰ ξαναπεράσης νὰ τὸ δῶ». Ὁ καλὸς Γέροντας συνεννοήθηκε μὲ τὸ ζῶο σὰν γιατρὸς μὲ πονεμένο ἄνθρωπο, ἐπειδὴ εἶχε γίνει ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ!– Γέροντα, μοῦ κάνει ἐντύπωση πῶς ὁ Ὅσιος Γεράσιμος δὲν φοβήθηκε καθόλου τὸ λιοντάρι ποὺ τὸν πλησίασε, γιὰ νὰ τοῦ βγάλη τὸ ἀγκάθι5.– Ἔ, Ἅγιος ἦταν, ἀλλὰ καὶ τὰ ζῶα ποτὲ δὲν κάνουν κακὸ στὸν ἄνθρωπο, ὅταν βρίσκωνται σὲ ἀνάγκη. Μιὰ φορά, τότε ποὺ ἤμουν μὲ τὴν κήλη6, κάποιοι ἐργάτες κουβαλοῦσαν ξύλα μὲ τὰ ζῶα ἐκεῖ στὴν περιοχὴ τοῦ Καλυβιοῦ. Βλέπω σὲ μιὰ στιγμὴ ἕνα ζῶο νὰ πέφτη, τὸ καημένο, κάτω καὶ τὸ σαμάρι μὲ τὰ ξύλα νὰ πέφτη ἀπὸ πάνω του. Διπλώθηκαν τὰ πόδια του καὶ δὲν μποροῦσε νὰ τὰ ἰσιώση. Ἐγὼ ξέχασα ὅτι εἶχα κήλη, ξέχασα ὅτι δυσκολευόμουν ἀκόμη καὶ νὰ περπατήσω. Τρέχω, πετάω τὰ ξύλα.Πάω νὰ σηκώσω τὸ σαμάρι, δὲν μποροῦσα. Δίνω μιά, τραβάω τὰ σχοινιὰ καὶ ἐλευθέρωσα τὸ ζῶο. Ὁπότε ἕνας Πατέρας ποὺ ἦταν ἐκεῖ κοντὰ φώναξε:«Πρόσεχε,ἔχεις κήλη, θὰ πάθης καμμιὰ ζημιά». Τότε θυμήθηκα ὅτι εἶχα κήλη.«Καλά, τοῦ λέω,ἐγὼ ἔχω κήλη· ἐσὺ ποὺ δὲν ἔχεις κήλη, γιατί δὲν ἔτρεξες;».«Φοβήθηκα μήπως μὲ κλωτσήση», μοῦ λέει.«Εὐλογημένε, τοῦ λέω, τὸ ζῶο, καὶ λύκος νὰ εἶναι, ὅταν τὸ καημένο βρίσκεται σὲ ἀνάγκη, ζητάει βοήθεια καὶ δὲν κάνει κακὸ στὸν ἄνθρωπο».Ἀλλὰ κι ἂν πεινοῦν κι ἂν διψοῦν τὰ ζῶα, στὸν ἄνθρωπο καταφεύγουν, γιατὶ ὁ ἄνθρωπος εἶναι τὸ ἀφεντικό τους. Θυμᾶμαι, στὸ Καλύβι τοῦ Τιμίου Σταυροῦ7, ἕνα καλοκαίρι, μιὰ ὀχιὰ κατέβηκε ἀπὸ τὴν λαμαρίνα τῆς σκεπῆς καὶ κουλουριάστηκε μπροστά μου. Σήκωνε τὸ κεφάλι της ψηλά, ἔβγαζε τὴν γλῶσσα της καὶ σφύριζε.Διψοῦσε πολὺ – εἶχε καῆ ἀπὸ τὸν πολὺ καύσωνα – καὶ μὲ ἀπειλοῦσε. Ζητοῦσε νερό,ἀλλὰ μὲ ἐπιτακτικὸ τρόπο, λὲς καὶ ἤμουν ὑποχρεωμένος νὰ πάω νὰ τῆς φέρω νερό.«Βρέ, τῆς λέω, ἐσύ, ἔτσι ποὺ κάνεις, δὲν συγκινεῖς τὸν ἄλλον!». Τῆς ἔβαλα μετὰ νεράκι καὶ ἤπιε. Ἐνῶ τὰ τσακάλια πολὺ μὲ συγκινοῦν, γιατί, ὅταν πεινοῦν, κλαῖνε σὰν μωρὰ παιδιά. Νὰ δῆτε τί ἔχω πάθει καὶ μὲ τὰ γατάκια τώρα στὸ Καλύβι8. Πρόσεξαν πώς,κάθε φορὰ ποὺ χτυποῦσε τὸ καμπανάκι, ἔβγαινα ἔξω, καὶ πότε‐πότε τοὺς ἔρριχνα κάτι νὰ φᾶνε. Ὅταν λοιπὸν πεινοῦν, τραβοῦν τὸ σχοινὶ καὶ χτυπάει τὸ καμπανάκι.Βγαίνω καὶ βλέπω νὰ χτυποῦν αὐτὰ τὸ καμπανάκι καὶ τὰ ταΐζω. Πῶς τὰ ἔχει κάνει ὅλα ὁ Θεός!– Ἔρχονται, Γέροντα, ζῶα στὸ Καλύβι σας;– Πῶς δὲν ἔρχονται! Ἔρχονται τσακάλια, ἀγριόχοιροι... Ἔρχεται ποῦ καὶ ποῦ καὶ μιὰ μικρὴ ἀλεποῦ. Ὅταν φεύγουν οἱ γάτες, ἔρχεται ἡ ἀλεπουδίτσα. Οἱ ἀγριόχοιροι, τὸ καλοκαίρι, δὲν ἐμφανίζονται, ἐπειδὴ φοβοῦνται τοὺς κυνηγούς· τότε μόνο φίδια ἐμφανίζονται, γιατὶ τὰ φοβοῦνται οἱ ἄνθρωποι.Ἔρχονται καὶ πουλιά, κοπάδια, μικρὰ‐μεγάλα. Τοὺς βάζω βρεγμένο παξιμάδι καὶ τρῶνε. Τὸ ἰνδοκάρυδο ἀπὸ τὰ λουκούμια τὸ κρατῶ ξεχωριστὰ γιὰ κάτι πουλιὰ ποὺ φέρνουν τὴν ἄνοιξη. Τὰ καημένα κελαηδοῦν ἀνοιξιάτικα ἀκόμη ἀπὸ τὸν χειμώνα μὲ τὰ χιόνια. Φέρνουν παρηγοριὰ δηλαδή. Αὐτὰ πεθαίνουν γιὰ τὸ ἰνδοκάρυδο!– Γέροντα, στὸ Σινᾶ, ἐκεῖ ποὺ μένατε, εἶχε ζῶα;– Στὸ Σινᾶ, ἐπειδὴ ἦταν ἔρημος, πλησίαζαν πιὸ πολὺ τὰ ἄγρια ζῶα, καθὼς καὶ τὰ πουλιά. Εἶχε καὶ πέρδικες, εἶχε καὶ ὀρτύκια, σὰν αὐτὰ ποὺ ἔτρωγαν οἱ Ἑβραῖοι στὴν ἔρημο9. Εἶχε καὶ κάτι ὄμορφα ποντίκια, σὰν χελωνάκια, χωρὶς οὐρά, ποὺ εἶχαν ἐπάνω στὴν ράχη τους ἕνα τρίχωμα σὰν βούρτσα! Τὰ τάιζα ὅλα, τὶς πέρδικες, τὰ ὀρτύκια, τὰ ποντίκια! Ἔβαζα ὅ,τι εἶχα ξεχωριστὰ πάνω στὶς πλάκες, γιατὶ μάλωναν! Πήγαινε τὸ πουλάκι νὰ φάη, πήγαινε καὶ τὸ ποντίκι, ὁπότε σηκωνόταν τὸ πουλάκι νὰ φύγη.Τὰ πουλιά, ὅπου πήγαινα, μὲ ἀκολουθοῦσαν. Ὅταν ἀνέβαινα πάνω στὰ βράχια καὶ ἄρχιζα νὰ ψάλλω, μαζεύονταν ἐκεῖ καὶ στὸ τέλος τοὺς ἔρριχνα λίγο ρύζι.Ἅμα ἤθελα ἡσυχία, δὲν ἔπρεπε νὰ ψάλω καθόλου, γιατὶ μαζεύονταν ὅλα γύρω μου!Θυμᾶμαι μιὰ φορὰ ποὺ πιάστηκε ἡ μέση μου καὶ ἔμεινα μερικὲς μέρες ξαπλωμένος,ἕνα πουλάκι, τὸ καημένο, μπῆκε μέσα στὸ κελλί μου καὶ ἦρθε πάνω στὸ στῆθος μου.Στάθηκε ἐκεῖ, μὲ κοιτοῦσε στὸ πρόσωπο καὶ κελαηδοῦσε, ὧρες, πολὺ γλυκά. Μοῦ ἔκανε ἐντύπωση!

Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’«Πάθη καὶ Ἀρετὲς» ‐ 123

5 Ὁ βίος τοῦ Ὁσίου Γερασίμου τοῦ Ἰορδανίτου εἶναι συνδεδεμένος μὲ ἕνα λιοντάρι ποὺ παρουσιάσθηκε μπροστά του στὴν ὄχθη τοῦ Ἰορδάνου καὶ ὠρυόταν ἀπὸ τὸν πόνο, γιατὶ εἶχε μπῆ στὸ πόδι του ἕνα μυτερὸ καλάμι. Ὁ Ὅσιος συμπόνεσε τὸ ζῶο καὶ τοῦ ἔβγαλε τὸ καλάμι.Ἀπὸ τότε τὸ λιοντάρι ἀκολουθοῦσε τὸν Ὅσιο «ὡς γνήσιος μαθητής» του.(Βλ. Ἰωάννου Μόσχου,Πνευματικὸς Λειμών, Φιλοκαλία τῶν Νηπτικῶν καὶ Ἀσκητικῶν, τόμος 2, ἐκδ.«Τὸ Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1987, σ.204‐207).6 Τὸ 1987.

 
 
 

Ἡ ἀγάπη πληροφορεῖ
– Γέροντα, πῶς θὰ δείξω ἀγάπη;
– Νὰ δείξω ἀγάπη; Δὲν τὸ καταλαβαίνω. Αὐτὸ εἶναι κάτι ψεύτικο, ὑποκριτικό.Νὰ ὑπάρχη ἡ ἀγάπη μέσα μας καὶ νὰ μᾶς προδώση, ναί. Ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη πληροφορεῖ τὸν ἄλλον χωρὶς ἐξωτερικὲς ἐκδηλώσεις. Ἀγάπη εἶναι νὰ ἀκούσης μὲ πόνο τὴν στενοχώρια τοῦ ἄλλου. Ἀγάπη εἶναι κι ἕνα βλέμμα πονεμένο κι ἕνας λόγος ποὺ θὰ πῆς μὲ πόνο στὸν ἄλλον, ὅταν ἀντιμετωπίζη κάποια δυσκολία. Ἀγάπη εἶναι νὰ συμμερισθῆς τὴν λύπη του, νὰ τὸν ἀναπαύσης στὴν δυ...

Συνεχίστε την ανάγνωση

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου