Γέροντα, γιατί, ἐνῶ ζητῶ κάτι μὲ πίστη, δὲν τὸ δίνει ὁ Θεός;
–Πιστεύεις,
ζητᾶς, ἀλλά, ἂν δὲν ἔχης ταπείνωση ἢ ἔχης προδιάθεση ὑπερηφανείας, δὲν δίνει ὁ Θεός. Μπορεῖ νὰ ἔχη κανεὶς πίστη ὄχι μόνο σὰν ἕναν «κόκκον σινάπεως»ἀλλὰ καὶ σὰν ἕνα κιλὸ σινάπι. Ἐὰν ὅμως δὲν ἔχη καὶ ἀνάλογη ταπείνωση, δὲν ἐνεργεῖ ὁ Θεός, γιατὶ δὲν θὰ τὸν ὠφελήση. Ὅταν ὑπάρχη ὑπερηφάνεια, δὲν ἐνεργεῖ ἡπίστη.Ὅταν κανεὶς πορεύεται στὴν ζωή του μὲ πίστη, χωρὶς ἀμφιβολία, καὶ ζητάη τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, θὰ ἔχη σιγὰ-σιγὰ στὴν ἀρχὴ γεγονότα μικρὰ καὶ ὕστερα μεγαλύτερα, καὶ θὰ γίνη πιὸ πιστός. Ζώντας τὰ θεῖα μυστήρια ἀπὸ κοντά, γίνεται θεολόγος, διότι δὲν τὰ πιάνει μὲ τὸ μυαλό, ἀλλὰ τὰ ζῆ στὴν πραγματικότητα. Ἡ πίστη του συνέχεια αὐξάνει, γιατὶ κινεῖται σὲ ἄλλο χῶρο, μὲ θεῖα γεγονότα. Γιὰ νὰ ζήση ὅμως κανεὶς τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ, πρέπει νὰ ἀπεκδυθῆ τὸν παλαιό του ἄνθρωπο, νὰ ἐπανέλθη κατὰ κάποιον τρόπο στὴν κατάσταση πρὸ τῆς πτώσεως. Νὰ ἔχη ἀθωότητα καὶ ἁπλότητα, γιὰ νὰ εἶναι ἡπίστη του ἀκλόνητη καὶ νὰ πιστεύη ἀπόλυτα ὅτι δὲν ὑπάρχει τίποτε ποὺ νὰ μὴν μπορῆ νὰ τὸ κάνη ὁ Θεός. Τότε, ὅταν ἀκούη γιὰ ἕναν ἄνθρωπο ποὺδὲν πιστεύει ἢ ἀμφιβάλλει γιὰ μερικὰ πράγματα ποὺ ἔχουν σχέση μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ξέρετε πόσο ὑποφέρει;
Γέροντα, ὅταν πιστεύη κανείς, μπορεῖ μὲ τὴν προσευχή του νὰ ἀλλάξη τὴν πορεία μιᾶς καταστάσεως;
–Ἂν ἔχη μεγάλη πίστη, πολλὰ πράγματα μπορεῖ νὰ ἀλλάξη. Ἀκόμη καὶ μέσα σὲ χείμαρρο ἂν ἔχη χτίσει τὸ σπίτι του καὶ ὁ χείμαρρος κατεβάση πολὺνερό, ἂν πιστεύη πολὺκαὶ παρακαλέση μὲ θέρμη τὸν Θεό, ὁ χείμαρρος θὰ γυρίση ἀνάποδα.
Πρέπει ὅμως νὰ ἔχη τέτοια πίστη πού, ἂν ἀκούση, ἂς ὑποθέσουμε, ὅτι ἔγινε θαῦμα, ἄδειασε ἡθάλασσα καὶ τὴν ὀργώνουν μὲ τρακτὲρ καὶ κουβαλοῦν τὰ ψάρια μὲ φορτηγά, νὰ τὸ πιστέψη.
Οὔτε κἂν θὰ πάη νὰ δῆ.
Ἀκόμη καὶ σὲ ἑκατὸ μέτρα ἀπόσταση νὰ μένη ἀπὸ τὴν θάλασσα καὶ νὰ μὴν τὴν βλέπη ἀπὸ ̓κεῖ ποὺβρίσκεται, δὲν πάει νὰ διαπιστώση ἂν εἶναι ἀλήθεια, γιατὶ δὲν ἀμφιβάλλει. Ξέρει ὅτι ὅλα εἶναι δυνατὰ γιὰ τὸν Θεό, ὅτι ἡ θεία δύναμη δὲν περιορίζεται, καὶ γι ̓ αὐτὸ δὲν ἐνδιαφέρεται παραπάνω. Τόση πίστη ἔχει. Μόνον ὁ ἀληθινὰ πιστὸς ζῆ ἀληθινὰ καὶ εἶναι πραγματικὰ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ.
–Πιστεύεις,
ζητᾶς, ἀλλά, ἂν δὲν ἔχης ταπείνωση ἢ ἔχης προδιάθεση ὑπερηφανείας, δὲν δίνει ὁ Θεός. Μπορεῖ νὰ ἔχη κανεὶς πίστη ὄχι μόνο σὰν ἕναν «κόκκον σινάπεως»ἀλλὰ καὶ σὰν ἕνα κιλὸ σινάπι. Ἐὰν ὅμως δὲν ἔχη καὶ ἀνάλογη ταπείνωση, δὲν ἐνεργεῖ ὁ Θεός, γιατὶ δὲν θὰ τὸν ὠφελήση. Ὅταν ὑπάρχη ὑπερηφάνεια, δὲν ἐνεργεῖ ἡπίστη.Ὅταν κανεὶς πορεύεται στὴν ζωή του μὲ πίστη, χωρὶς ἀμφιβολία, καὶ ζητάη τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, θὰ ἔχη σιγὰ-σιγὰ στὴν ἀρχὴ γεγονότα μικρὰ καὶ ὕστερα μεγαλύτερα, καὶ θὰ γίνη πιὸ πιστός. Ζώντας τὰ θεῖα μυστήρια ἀπὸ κοντά, γίνεται θεολόγος, διότι δὲν τὰ πιάνει μὲ τὸ μυαλό, ἀλλὰ τὰ ζῆ στὴν πραγματικότητα. Ἡ πίστη του συνέχεια αὐξάνει, γιατὶ κινεῖται σὲ ἄλλο χῶρο, μὲ θεῖα γεγονότα. Γιὰ νὰ ζήση ὅμως κανεὶς τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ, πρέπει νὰ ἀπεκδυθῆ τὸν παλαιό του ἄνθρωπο, νὰ ἐπανέλθη κατὰ κάποιον τρόπο στὴν κατάσταση πρὸ τῆς πτώσεως. Νὰ ἔχη ἀθωότητα καὶ ἁπλότητα, γιὰ νὰ εἶναι ἡπίστη του ἀκλόνητη καὶ νὰ πιστεύη ἀπόλυτα ὅτι δὲν ὑπάρχει τίποτε ποὺ νὰ μὴν μπορῆ νὰ τὸ κάνη ὁ Θεός. Τότε, ὅταν ἀκούη γιὰ ἕναν ἄνθρωπο ποὺδὲν πιστεύει ἢ ἀμφιβάλλει γιὰ μερικὰ πράγματα ποὺ ἔχουν σχέση μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ξέρετε πόσο ὑποφέρει;
Γέροντα, ὅταν πιστεύη κανείς, μπορεῖ μὲ τὴν προσευχή του νὰ ἀλλάξη τὴν πορεία μιᾶς καταστάσεως;
–Ἂν ἔχη μεγάλη πίστη, πολλὰ πράγματα μπορεῖ νὰ ἀλλάξη. Ἀκόμη καὶ μέσα σὲ χείμαρρο ἂν ἔχη χτίσει τὸ σπίτι του καὶ ὁ χείμαρρος κατεβάση πολὺνερό, ἂν πιστεύη πολὺκαὶ παρακαλέση μὲ θέρμη τὸν Θεό, ὁ χείμαρρος θὰ γυρίση ἀνάποδα.
Πρέπει ὅμως νὰ ἔχη τέτοια πίστη πού, ἂν ἀκούση, ἂς ὑποθέσουμε, ὅτι ἔγινε θαῦμα, ἄδειασε ἡθάλασσα καὶ τὴν ὀργώνουν μὲ τρακτὲρ καὶ κουβαλοῦν τὰ ψάρια μὲ φορτηγά, νὰ τὸ πιστέψη.
Οὔτε κἂν θὰ πάη νὰ δῆ.
Ἀκόμη καὶ σὲ ἑκατὸ μέτρα ἀπόσταση νὰ μένη ἀπὸ τὴν θάλασσα καὶ νὰ μὴν τὴν βλέπη ἀπὸ ̓κεῖ ποὺβρίσκεται, δὲν πάει νὰ διαπιστώση ἂν εἶναι ἀλήθεια, γιατὶ δὲν ἀμφιβάλλει. Ξέρει ὅτι ὅλα εἶναι δυνατὰ γιὰ τὸν Θεό, ὅτι ἡ θεία δύναμη δὲν περιορίζεται, καὶ γι ̓ αὐτὸ δὲν ἐνδιαφέρεται παραπάνω. Τόση πίστη ἔχει. Μόνον ὁ ἀληθινὰ πιστὸς ζῆ ἀληθινὰ καὶ εἶναι πραγματικὰ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Β’ «Πνευματικὴ Ἀφύπνιση» -151-
–Νὰ κάνης τὸν σταυρό σου,
καλό μου παιδί, καὶ νὰ τὸ κάνης αὐτὸ ποὺ σοῦ λένε.
Ἂν πῆς «Δι ̓ εὐχῶν τῶν Ἁγίων Πατέρων ἡμῶν», τόσοι Ἅγιοι εἶναι, ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς δὲν θὰ σὲ βοηθήση;
Νὰ μὴ χάνης ποτὲ τὴν ἐμπιστοσύνη σου στὸν Θεό. Μὴ σφίγγεσαι μὲ τὴν στενή σου ἀνθρώπινη λογικὴ καὶ βασανίζεσαι καὶ ἐμποδίζεις τὴν θεία βοηθεια.
καλό μου παιδί, καὶ νὰ τὸ κάνης αὐτὸ ποὺ σοῦ λένε.
Ἂν πῆς «Δι ̓ εὐχῶν τῶν Ἁγίων Πατέρων ἡμῶν», τόσοι Ἅγιοι εἶναι, ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς δὲν θὰ σὲ βοηθήση;
Νὰ μὴ χάνης ποτὲ τὴν ἐμπιστοσύνη σου στὸν Θεό. Μὴ σφίγγεσαι μὲ τὴν στενή σου ἀνθρώπινη λογικὴ καὶ βασανίζεσαι καὶ ἐμποδίζεις τὴν θεία βοηθεια.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Β’ «Πνευματικὴ Ἀφύπνιση» -152-
Γέροντα, νιώθω μιὰ ἀνασφάλεια, ἔχω ἄγχος.
–Ἀσφαλίσου, βρὲ παιδάκι μου, στὸν Θεό.
Μόνον τὴν ἀσφάλεια τοῦ αὐτοκινήτου ξέρεις; Τὴν ἀσφάλεια τοῦ Θεοῦ δὲν τὴν ξέρεις; Κάνε τὸν σταυρό σου καί, πρὶν κάνης ὁτιδήποτε, πές: «Χριστέ μου, Παναγία μου, βοήθησέ με». Ὑπάρχει μεγαλύτερη ἀσφάλεια ἀπὸ τὴν ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό; Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐμπιστεύεται τὸν ἑαυτό του στὸν Θεό, δέχεται συνέχεια ἀπὸ τὸν Θεὸ βενζίνη «σοῦπερ» καὶ τὸ πνευματικό του ὄχημα δὲν σταματάει ποτέ· τρέχει συνέχεια. Ὅσο μπορεῖς, νὰ προσέχης, νὰ προσεύχεσαι καὶ νὰ ἐμπιστεύεσαι στὸν Θεό, καὶ Ἐκεῖνος θὰ σὲ βοηθήση σὲ κάθε σου δυσκολία. Ἁπλοποίησε τὴν ζωή σου μὲ τὴν ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό, γιὰ νὰ ἐλευθερωθῆς ἀπὸ τὸ ἄγχος καὶ τὴν ἀγωνία.
–Γέροντα, ὅταν μοῦ λένε νὰ κάνω κάτι, ξεκινῶ πάντα μὲ ἕναν φόβο καὶ ἕναν δισταγμό, καὶ τελικὰ μπορεῖ ἀπὸ τὸν φόβο μου νὰ μὴν τὸ κάνω ὅπως πρέπει.
–Νὰ κάνης τὸν σταυρό σου, καλό μου παιδί, καὶ νὰ τὸ κάνης αὐτὸ ποὺ σοῦ λένε. Ἂν πῆς «Δι ̓ εὐχῶν τῶν Ἁγίων Πατέρων ἡμῶν», τόσοι Ἅγιοι εἶναι, ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς δὲν θὰ σὲ βοηθήση; Νὰ μὴ χάνης ποτὲ τὴν ἐμπιστοσύνη σου στὸν Θεό. Μὴ σφίγγεσαι μὲ τὴν στενή σου ἀνθρώπινη λογικὴ καὶ βασανίζεσαι καὶἐμποδίζεις τὴν θεία βοήθεια.
Ἡ ἐμπιστοσύνη τοῦ ἑαυτοῦ σου καὶ τῆς ἐργασίας σου στὸν Θεό, μετὰ ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη συνετὴ ἐνέργειά σου, πολὺθὰ σὲ βοηθήση, ἀλλὰ θὰ βοηθήση καὶ τοὺς ἄλλους. Εἶναι μεγάλο πράγμα ἡἐμπιστοσύνη στὸν Θεό. Μιὰ φορὰ ἦταν νὰ μοῦ πάρουν αἷμα. Ἦταν τέσσερις γιατρέσσες. Ἔρχεται ἡ πρώτη, μὲ παίδεψε· δὲν μπόρεσε νὰ βρῆ φλέβα. Ἔρχεται ἡ δεύτερη, τὰ ἴδια. Ἔρχεται ἡτρίτη, ποὺἦταν καὶ εἰδικευμένη σὲ αὐτό, τίποτε. Ἐκείνη τὴν ὥρα περνοῦσε καὶ ἡτέταρτη γιατρέσσα. Εἶδε ποὺμὲ παίδευαν καὶ ἦρθε νὰ δοκιμάση καὶ αὐτή. Ἔκανε πρῶτα τὸν σταυρό της καὶ ἀμέσως βρῆκε φλέβα, γιατὶ ζήτησε τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἄλλες κατὰ κάποιον τρόπο εἶχαν ἐμπιστοσύνη μόνο στὸν ἑαυτό τους.
–Ἀσφαλίσου, βρὲ παιδάκι μου, στὸν Θεό.
Μόνον τὴν ἀσφάλεια τοῦ αὐτοκινήτου ξέρεις; Τὴν ἀσφάλεια τοῦ Θεοῦ δὲν τὴν ξέρεις; Κάνε τὸν σταυρό σου καί, πρὶν κάνης ὁτιδήποτε, πές: «Χριστέ μου, Παναγία μου, βοήθησέ με». Ὑπάρχει μεγαλύτερη ἀσφάλεια ἀπὸ τὴν ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό; Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἐμπιστεύεται τὸν ἑαυτό του στὸν Θεό, δέχεται συνέχεια ἀπὸ τὸν Θεὸ βενζίνη «σοῦπερ» καὶ τὸ πνευματικό του ὄχημα δὲν σταματάει ποτέ· τρέχει συνέχεια. Ὅσο μπορεῖς, νὰ προσέχης, νὰ προσεύχεσαι καὶ νὰ ἐμπιστεύεσαι στὸν Θεό, καὶ Ἐκεῖνος θὰ σὲ βοηθήση σὲ κάθε σου δυσκολία. Ἁπλοποίησε τὴν ζωή σου μὲ τὴν ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό, γιὰ νὰ ἐλευθερωθῆς ἀπὸ τὸ ἄγχος καὶ τὴν ἀγωνία.
–Γέροντα, ὅταν μοῦ λένε νὰ κάνω κάτι, ξεκινῶ πάντα μὲ ἕναν φόβο καὶ ἕναν δισταγμό, καὶ τελικὰ μπορεῖ ἀπὸ τὸν φόβο μου νὰ μὴν τὸ κάνω ὅπως πρέπει.
–Νὰ κάνης τὸν σταυρό σου, καλό μου παιδί, καὶ νὰ τὸ κάνης αὐτὸ ποὺ σοῦ λένε. Ἂν πῆς «Δι ̓ εὐχῶν τῶν Ἁγίων Πατέρων ἡμῶν», τόσοι Ἅγιοι εἶναι, ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς δὲν θὰ σὲ βοηθήση; Νὰ μὴ χάνης ποτὲ τὴν ἐμπιστοσύνη σου στὸν Θεό. Μὴ σφίγγεσαι μὲ τὴν στενή σου ἀνθρώπινη λογικὴ καὶ βασανίζεσαι καὶἐμποδίζεις τὴν θεία βοήθεια.
Ἡ ἐμπιστοσύνη τοῦ ἑαυτοῦ σου καὶ τῆς ἐργασίας σου στὸν Θεό, μετὰ ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη συνετὴ ἐνέργειά σου, πολὺθὰ σὲ βοηθήση, ἀλλὰ θὰ βοηθήση καὶ τοὺς ἄλλους. Εἶναι μεγάλο πράγμα ἡἐμπιστοσύνη στὸν Θεό. Μιὰ φορὰ ἦταν νὰ μοῦ πάρουν αἷμα. Ἦταν τέσσερις γιατρέσσες. Ἔρχεται ἡ πρώτη, μὲ παίδεψε· δὲν μπόρεσε νὰ βρῆ φλέβα. Ἔρχεται ἡ δεύτερη, τὰ ἴδια. Ἔρχεται ἡτρίτη, ποὺἦταν καὶ εἰδικευμένη σὲ αὐτό, τίποτε. Ἐκείνη τὴν ὥρα περνοῦσε καὶ ἡτέταρτη γιατρέσσα. Εἶδε ποὺμὲ παίδευαν καὶ ἦρθε νὰ δοκιμάση καὶ αὐτή. Ἔκανε πρῶτα τὸν σταυρό της καὶ ἀμέσως βρῆκε φλέβα, γιατὶ ζήτησε τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἄλλες κατὰ κάποιον τρόπο εἶχαν ἐμπιστοσύνη μόνο στὸν ἑαυτό τους.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Β’ «Πνευματικὴ Ἀφύπνιση» -152-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου