Εἶναι σωστό, Γέροντα, ποῦ βάζουν μερικοί στὶς μπλοῦζες στὰμπα μὲ Ἁγίους;
–Ἄν εἶναι σὲ μπλοῦζες ἤ σὲ σακκάκια, καλά, δὲν πειράζει. Ἐκεῖ ποὺ νὰ βάζουν ἕναν διάβολο, καλύτερα αὐτά. Ἀλλά, ἄν εἶναι σὲ παντελόνια, δὲν ταιριάζει· εἶναι ἀνευλάβεια. Εἶναι μερικοί εὐλαβεῖς ποὺ βάζουν διάφορα τέτοια. Νά, ὅταν εἶχε πάει ὁ Πατριάρχης Δημήτριος στὴν Ἀμερική, εἶχαν κάνει κάτι μπλοῦζες μὲ στὰμπα τὸν Πατριάρχη καὶ τὴν Ἅγια-Σοφιά.
–Ἀπὸ εὐλάβεια τὸ ἔκαναν;
–Ἔμ, δὲν τὸ ἔκαναν Ἑβραῖοι, Χριστιανοί τὸ ἔκαναν. Ὑπάρχουν καὶ μερικοί ποὺ κάνουν καλά πράγματα, ὅπως ὑπάρχουν καλοί γιατροί, ὑπάρχουν καὶ κομπογιαννίτες!
–Γέροντα, ὅλη αὐτή ἡ ἀταξία εἶναι καὶ ἀπὸ τὴν ἐπίδραση τῶν ξένων;
–Ἔμ, ἀπὸ ποῦ εἶναι; Γι’ αὐτὸ λέγανε στὰ χρόνιά μου: «Οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τὴν Σμύρνη εἶναι...»Ἦταν παραθαλάσσιο μέρος καὶ πήγαιναν πολλοί ξένοι.
Ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος ἦταν πολύ αὐστηρός σ ́ αὐτά. Ἦταν ἐκεῖ στὰ Φάρασα μία νεόνυμφη καὶ φοροῦσε μία μανδήλα παρδαλή, σμυρνιώτικη. Ὁ Ἅγιος ἐπανειλημμένως τῆς ἔκανε παρατηρήσεις, γιὰ νὰ τὴν πετάξη καὶ νὰ ντύνεται σεμνά ὅπως ὅλες οἱ Φαρασιώτισσες. Ἐκείνη δὲν ἄκουγε. Μία μέρα ποὺ τὴν εἶδε ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος νὰ φοράη πάλι τὴν παρδαλή μανδήλα, τῆς εἶπε αὐστηρά: «Φράγκικες ἀρρώστιες στὰ Φάρασα δὲν θέλω.
Ἄν δὲν συμμορφωθῆς, νὰ τὸ ξέρης, τὰ παιδιά ποὺ θὰ γεννᾶς, ἀφοῦ θὰ βαπτίζωνται, θὰ φεύγουν ἀγγελούδια καὶ σύ δὲν θὰ χαρῆς κανένα». Καὶ ἐπειδή οὔτε τότε συμμορφώθηκε, τῆς πέθαναν δυὸ ἀγγελούδια.
Τότε μόνο συνῆλθε, πέταξε τὴν παρδαλή μανδήλα καὶ πῆγε στὸν Ἅγιο Ἀρσένιο καὶ ζήτησε συγχώρεση.
–Γέροντα, τὰ σκούρα ροῦχα βοηθοῦν στὴν πνευματική ζωή ἕναν ποῦ θέλει νὰ γίνη μοναχός;
–Ναί, τὰ σκούρα ροῦχα πολύ βοηθοῦν. Φεύγει ἔτσι κανεὶς ἀπὸ τὸν κόσμο, ἐνῶ μὲ τὰ χρωματιστὰ μένει γαντζωμένος στὸν κόσμο. Καὶ αὐτός ποὺ λέει: «Θὰ πάω στὸ Μοναστήρι καὶ ἐκεῖ θὰ φορέσω μαῦρα. Θὰ πάω στὸ Μοναστήρι καὶ ἐκεῖ θὰ κάνω κανόνα», μαῦρα πράγματα θὰ κάνη καὶ ἐκεῖ, ὅταν πάη. Ὅταν εἶναι στὸν κ ́σομο καὶ κάνη μὲ χαρὰ αὐτὸ ποὺ κάνουν οἱ μοναχοί καὶ τὸ λαχταρά, αὐτός καὶ στὸν κόσμο χραίρεται πνευματικά καὶ στὴν καλογερική μετά θὰ ἀνεβαίνη δυὸ-δυὸ καὶ τρία-τρία τὰ σκαλιά.
Μερικές φορές, Γέροντα, παιδιά ποὺ θρησκεύουν καὶ ντύνονται σεμνά ἔχουν πολύ πόλεμο ἀπὸ τούς μεγάλους.
–Ἄν τὸ πιστεύουν καὶ τὸ κάνουν αὐτὸ μὲ τὴν καρδιά τους, βάζουν καὶ τούς μεγάλους στὴν θέση τους. Εἶχα γνωρίσει μία κοπέλα ποὺ φοροῦσε μαῦρα καὶ μανίκια μέχρι κάτω. Εἶχε μία εὐλάβεια!
Τῆς λέει μία φορά μία μοντέρνα γριά: «Δὲν ντρέπεσαι, κοπέλα ἐσύ, νὰ φορᾶς μαῦρα καὶ μανίκια μακριά;». «Ἀφοῦ δὲν βλέπουμε παραδείγματα ἀπὸ σας, τῆς ἀπάντησε ἐκείνη, τουλάχιστον νὰ φορέσουμε ἐμεῖς μαῦρα»καὶ τὴν ἔβαλε στὴν θέση της.Βλέπεις, ἡ ἄλλη, μόλις χήρεψε, καὶ φοράει παρδαλά. Ἀλλά τί νὰ πῆς;
Ἐμένα ἡ ἀδελφή μου εἴκοσι τριῶν χρονῶν ἔμεινε χήρα καὶ, μέχρι ποὺ πέθανε, τὰ μαῦρα δὲν τὰ ἔβγαλε. Γιὰ μένα εἶναι μακάριες οἱ χῆρες ποὺ φορέσανε τὰ μαῦρα σ ́ αὐτήν τὴν ζωή, ἔστω καὶ ἀκούσια, καὶ ζοῦν ἄσπρη πνευματική ζωή καὶ δοξολογοῦν τὸν Θεό, χωρίς νὰ γογγύζουν, παρά οἱ δυστυχισμένες ποὺ φοροῦν παρδαλά καὶ ζοῦν παρδαλή ζωή.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Α’ «Μὲ Πόνο καὶἈγάπη»-150-
–Ἄν εἶναι σὲ μπλοῦζες ἤ σὲ σακκάκια, καλά, δὲν πειράζει. Ἐκεῖ ποὺ νὰ βάζουν ἕναν διάβολο, καλύτερα αὐτά. Ἀλλά, ἄν εἶναι σὲ παντελόνια, δὲν ταιριάζει· εἶναι ἀνευλάβεια. Εἶναι μερικοί εὐλαβεῖς ποὺ βάζουν διάφορα τέτοια. Νά, ὅταν εἶχε πάει ὁ Πατριάρχης Δημήτριος στὴν Ἀμερική, εἶχαν κάνει κάτι μπλοῦζες μὲ στὰμπα τὸν Πατριάρχη καὶ τὴν Ἅγια-Σοφιά.
–Ἀπὸ εὐλάβεια τὸ ἔκαναν;
–Ἔμ, δὲν τὸ ἔκαναν Ἑβραῖοι, Χριστιανοί τὸ ἔκαναν. Ὑπάρχουν καὶ μερικοί ποὺ κάνουν καλά πράγματα, ὅπως ὑπάρχουν καλοί γιατροί, ὑπάρχουν καὶ κομπογιαννίτες!
–Γέροντα, ὅλη αὐτή ἡ ἀταξία εἶναι καὶ ἀπὸ τὴν ἐπίδραση τῶν ξένων;
–Ἔμ, ἀπὸ ποῦ εἶναι; Γι’ αὐτὸ λέγανε στὰ χρόνιά μου: «Οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τὴν Σμύρνη εἶναι...»Ἦταν παραθαλάσσιο μέρος καὶ πήγαιναν πολλοί ξένοι.
Ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος ἦταν πολύ αὐστηρός σ ́ αὐτά. Ἦταν ἐκεῖ στὰ Φάρασα μία νεόνυμφη καὶ φοροῦσε μία μανδήλα παρδαλή, σμυρνιώτικη. Ὁ Ἅγιος ἐπανειλημμένως τῆς ἔκανε παρατηρήσεις, γιὰ νὰ τὴν πετάξη καὶ νὰ ντύνεται σεμνά ὅπως ὅλες οἱ Φαρασιώτισσες. Ἐκείνη δὲν ἄκουγε. Μία μέρα ποὺ τὴν εἶδε ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος νὰ φοράη πάλι τὴν παρδαλή μανδήλα, τῆς εἶπε αὐστηρά: «Φράγκικες ἀρρώστιες στὰ Φάρασα δὲν θέλω.
Ἄν δὲν συμμορφωθῆς, νὰ τὸ ξέρης, τὰ παιδιά ποὺ θὰ γεννᾶς, ἀφοῦ θὰ βαπτίζωνται, θὰ φεύγουν ἀγγελούδια καὶ σύ δὲν θὰ χαρῆς κανένα». Καὶ ἐπειδή οὔτε τότε συμμορφώθηκε, τῆς πέθαναν δυὸ ἀγγελούδια.
Τότε μόνο συνῆλθε, πέταξε τὴν παρδαλή μανδήλα καὶ πῆγε στὸν Ἅγιο Ἀρσένιο καὶ ζήτησε συγχώρεση.
–Γέροντα, τὰ σκούρα ροῦχα βοηθοῦν στὴν πνευματική ζωή ἕναν ποῦ θέλει νὰ γίνη μοναχός;
–Ναί, τὰ σκούρα ροῦχα πολύ βοηθοῦν. Φεύγει ἔτσι κανεὶς ἀπὸ τὸν κόσμο, ἐνῶ μὲ τὰ χρωματιστὰ μένει γαντζωμένος στὸν κόσμο. Καὶ αὐτός ποὺ λέει: «Θὰ πάω στὸ Μοναστήρι καὶ ἐκεῖ θὰ φορέσω μαῦρα. Θὰ πάω στὸ Μοναστήρι καὶ ἐκεῖ θὰ κάνω κανόνα», μαῦρα πράγματα θὰ κάνη καὶ ἐκεῖ, ὅταν πάη. Ὅταν εἶναι στὸν κ ́σομο καὶ κάνη μὲ χαρὰ αὐτὸ ποὺ κάνουν οἱ μοναχοί καὶ τὸ λαχταρά, αὐτός καὶ στὸν κόσμο χραίρεται πνευματικά καὶ στὴν καλογερική μετά θὰ ἀνεβαίνη δυὸ-δυὸ καὶ τρία-τρία τὰ σκαλιά.
Μερικές φορές, Γέροντα, παιδιά ποὺ θρησκεύουν καὶ ντύνονται σεμνά ἔχουν πολύ πόλεμο ἀπὸ τούς μεγάλους.
–Ἄν τὸ πιστεύουν καὶ τὸ κάνουν αὐτὸ μὲ τὴν καρδιά τους, βάζουν καὶ τούς μεγάλους στὴν θέση τους. Εἶχα γνωρίσει μία κοπέλα ποὺ φοροῦσε μαῦρα καὶ μανίκια μέχρι κάτω. Εἶχε μία εὐλάβεια!
Τῆς λέει μία φορά μία μοντέρνα γριά: «Δὲν ντρέπεσαι, κοπέλα ἐσύ, νὰ φορᾶς μαῦρα καὶ μανίκια μακριά;». «Ἀφοῦ δὲν βλέπουμε παραδείγματα ἀπὸ σας, τῆς ἀπάντησε ἐκείνη, τουλάχιστον νὰ φορέσουμε ἐμεῖς μαῦρα»καὶ τὴν ἔβαλε στὴν θέση της.Βλέπεις, ἡ ἄλλη, μόλις χήρεψε, καὶ φοράει παρδαλά. Ἀλλά τί νὰ πῆς;
Ἐμένα ἡ ἀδελφή μου εἴκοσι τριῶν χρονῶν ἔμεινε χήρα καὶ, μέχρι ποὺ πέθανε, τὰ μαῦρα δὲν τὰ ἔβγαλε. Γιὰ μένα εἶναι μακάριες οἱ χῆρες ποὺ φορέσανε τὰ μαῦρα σ ́ αὐτήν τὴν ζωή, ἔστω καὶ ἀκούσια, καὶ ζοῦν ἄσπρη πνευματική ζωή καὶ δοξολογοῦν τὸν Θεό, χωρίς νὰ γογγύζουν, παρά οἱ δυστυχισμένες ποὺ φοροῦν παρδαλά καὶ ζοῦν παρδαλή ζωή.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Α’ «Μὲ Πόνο καὶἈγάπη»-150-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου