Η εικόνα που αγιογραφείται με ευλάβεια ρουφάει από τον ευλαβή αγιογράφο την Χάρη του Θεού και μεταδίδει στους ανθρώπους παρηγοριά αιώνια.
Ο αγιογράφος ζωγραφίζεται, μεταφράζεται στην εικόνα που φτιάχνει· γι᾿ αυτό παίζει μεγάλο ρόλο η ψυχική του κατάσταση.
Μου έλεγε ο Παπα‐Τύχων14:
«Εγώ, παιντί μου, όταν ζωγραφίζω επιτάφια, ψάλλω ʺΟ ευσχήμων Ιωσήφ, από του ξύλου καφελών...ʺ».
Έψαλλε και έκλαιγε συνέχεια και τα δάκρυά του έπεφταν πάνω στην εικόνα. Μια τέτοια εικόνα κάνει ένα αιώνιο κήρυγμα στον κόσμο. Οι εικόνες αιώνες κηρύττουν–κηρύττουν.
Ρίχνει λ.χ. ένας πονεμένος ένα βλέμμα στην εικόνα του Χριστού ή της Παναγίας και παίρνει παρηγοριά.
Όλη η βάση είναι η ευλάβεια. Βλέπεις, άλλος ακουμπά στον τοίχο που ακούμπησε η εικόνα και παίρνει Χάρη, και άλλος μπορεί να έχη την καλύτερη εικόνα,
Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου
14 Βλ. Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα, Σουρωτή Θεσσαλονίκης 1993, σ. 15‐40.
14 Βλ. Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα, Σουρωτή Θεσσαλονίκης 1993, σ. 15‐40.
Γέροντα, συνήθως κινούμαι από φόβο να μη στενοχωρήσω τους άλλους ή να μην ξεπέσω στα μάτια τους· δεν σκέφτομαι να μη στενοχωρήσω τον Θεό.
Πώς θα αυξηθή ο φόβος του Θεού;
– Εγρήγορση χρειάζεται.
Ό,τι κάνει ο άνθρωπος, να το κάνη για τον Θεό. Ξεχνάμε τον Θεό και μπαίνει μετά ο λογισμός ότι κάνουμε κάτι σπουδαίο, μπαίνει και η ανθρωπαρέσκεια και κοιτάμε να μην ξεπέσουμε στα μάτια των ανθρώπων.
Ενώ, αν ενεργή κανείς με την σκέψη ότι ο Θεός τον βλέπει, τον παρακολουθεί, τότε ό,τι κάνει είναι σίγουρο· αλλιώς, αν κάνη κάτι, για να φανή καλός στους ανθρώπους, όλα τα χάνει, όλα χαραμίζονται. Για κάθε ενέργειά του ο άνθρωπος πρέπει να ρωτάη τον εαυτό του: «Καλά, εμένα αυτό που κάνω με αναπαύει· τον Θεό Τον αναπαύει;» και να εξετάζη αν είναι ευάρεστο στον Θεό.
Αν ξεχνάη να το κάνη αυτό, ξεχνάει και τον Θεό μετά. Γιʹ αυτό παλιά έλεγαν «πρός Θεού» ή «τόν αθεόφοβο, δεν φοβάται τον Θεό;».
Ή έλεγαν: «Αν θέλη ο Θεός, αν επιτρέψη ο Θεός». Ένιωθαν την παρουσία του Θεού παντού, είχαν συνέχεια μπροστά τους τον Θεό και πρόσεχαν. Ζούσαν αυτό που λέει ο Ψαλμός, «Προωρώμην τον Κύριον ενώπιόν μου διαπαντός, ίνα μη σαλευθώ»3 και δεν σαλεύονταν.
Τώρα, βλέπεις, μπαίνει σιγά‐σιγά το ευρωπαϊκό τυπικό και πολλοί δεν κάνουν το στραβό από ευγένεια κοσμική. Ό,τι κάνει κανείς, να το κάνη καθαρό για τον Χριστό, να έχη τον νού του ότι ο Χριστός τον βλέπει, τον παρακολουθεί· σε κάθε του κίνηση κέντρο να είναι ο Χριστός.
Να μην έχη το ανθρώπινο στοιχείο μέσα του. Αν κινούμαστε με σκοπό να αρέσουμε στους ανθρώπους, αυτό δεν μας ωφελεί σε τίποτε. Χρειάζεται πολλή προσοχή.
Πάντοτε να εξετάζω τα ελατήρια από τα οποία κινούμαι καί, μόλις αντιληφθώ ότι κινούμαι από ανθρωπαρέσκεια, να την χτυπώ αμέσως.
Γιατί, όταν πάω να κάνω ένα καλό και μπαίνη στην μέση η ανθρωπαρέσκεια, έ, τότε βγάζω νερό από το πηγάδι με τρύπιο κουβά.
Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου.
3 Βλ. Ψαλμ. 15, 8.
ηλιας Στεφανου χαιντουτη
–Μερικοί, Γέροντα, ἀμφισβητοῦν ὅλη τὴν θεία Οἰκονομία.
–Μὰ πῶς μπορεῖ νὰ θεωρηθῆ παραμύθι ὅλη αὐτὴ ἡ ἱστορία μὲ τὸν Χριστό;
Τόσα ποὺ διαβάζουμε στοὺς Προφῆτες ποὺἔζησαν ἑπτακόσια χρόνια πρὸ Χριστοῦ καὶ μιλοῦν μὲ τόσες λεπτομέρειες γιὰ τὸν Χριστό, αὐτὸ δὲν τοὺς προβληματίζει; Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη ἀναφέρει ἀκριβῶς ἀκόμη καὶ γιὰ πόσα χρήματα θὰ προδώσουν τὸν Χριστό.
Ὕστερα λέει ὅτι τὰ χρήματα αὐτὰ δὲν θὰ τὰ βάλουν οἱ Ἑβραῖοι στὸ ταμεῖο τοῦ Ναοῦ, γιατὶ θὰ εἶναι ἀντίτιμο αἵματος, ἀλλὰ θὰ ἀγοράσουν ἕνα χωράφι, γιὰ νὰ θάβουν τοὺς ξένους4. Ἐκπληρώθηκε ἡπροφητεία τοῦ Προφήτη Ζαχαρία κ.ἄ. Τόσο ξεκάθαρα πράγματα! Μέχρι τέτοιο σημεῖο λεπτομέρειες! Ἀκόμη καὶ γιὰ τὰ ἱμάτιά Του ἀναφέρει τί θὰ γίνουν
! Καὶ ὅλα αὐτὰ λέχθηκαν τόσα χρόνια πρὶν ἀπὸ τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ. Πῶς λοιπὸν ἐγὼ νὰ φέρω λογισμὸ ἀπιστίας;
Βλέπουμε ὕστερα τὸν Ἀπόστολο Παῦλο!
Διώκτης ἦταν. Πήγαινε στὴν Δαμασκὸ γιὰ ἄλλον σκοπό. Τοῦ παρουσιάζεται ὁ Χριστὸς καὶ τοῦ λέει: «Σαούλ, Σαούλ, τί με διώκεις;».
«Ποιός εἶσαι, κύριε;», ρωτάει ἐκεῖνος. «Ἐγὼ εἶμαι ὁ Χριστός, ποὺ ἐσὺ καταδιώκεις».
Καὶ μετὰ πληροφορεῖ τὸν Ἀνανία ὁ Χριστὸς καὶ τὸν βαπτίζει6! Καὶ στὴν συνέχεια πόσο ταλαιπωρήθηκε, πόσο ἀγωνίσθηκε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, γιὰ νὰ κηρύξη σὲ ὅλα τὰ ἔθνη!
Ὕστερα πόσοι Μάρτυρες! Ἕντεκα ἑκατομμύρια Μάρτυρες! Αὐτοὶ ὅλοι χαμένο τὸ εἶχαν; Πῶς νὰ τὰ ξεχάση κανεὶς ὅλα αὐτά; Ἂν διαβάση λίγο τὸ Εὐαγγέλιο, μπορεῖ νὰ μὴν πιστέψη; Καὶ ἂν ὑπῆρχαν μερικὲς λεπτομέρειες ἀκόμη, αὐτὸ πολὺθὰ βοηθοῦσε νὰ πιστέψουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Ἀλλὰ ὁ Θεὸς σκόπιμα δὲν τὸ ἐπέτρεψε, γιὰ νὰ κοσκινισθοῦν οἱ ἄνθρωποι, γιὰ νὰ δῆ πόσοι Τὸν ἀγαποῦν, πόσοι θυσιάζονται γι ̓ Αὐτόν, χωρὶς νὰ περιμένουν θαύματα κ.λπ. Ἕναν φιλότιμο ἄνθρωπο, νομίζω, δὲν τὸν ἀγγίζουν, δὲν τὸν ἐπηρεάζουν ὅσα βλάσφημα καὶ ἂν ἀκούση.Πρέπει νὰ πιστέψη κανεὶς στὸν Θεὸ φιλότιμα, ὄχι νὰ θέλη θαῦμα, γιὰ νὰ πιστέψη. Ὅταν βλέπω μεγάλους νὰ μοῦ ζητοῦν νὰ δοῦν κανένα θαῦμα, γιὰ νὰ
πιστέψουν, ξέρεις πῶς γίνομαι;
Νὰ ἦταν μικροί, θὰ εἶχαν κάποια δικαιολογία λόγῳτῆς ἡλικίας· ἀλλὰ αὐτοὶ νὰ μὴν ἔχουν κάνει τίποτε γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ λένε «νὰ δοῦμε κάτι, γιὰ νὰπιστέψουμε», αὐτὸ εἶναι πολὺφθηνὸ πράγμα. Μήπως, καὶ θαῦμα νὰ δοῦν, θὰ βοηθηθοῦν; Θὰ ποῦν ὅτι εἶναι μαγεία κ.λπ
–Μὰ πῶς μπορεῖ νὰ θεωρηθῆ παραμύθι ὅλη αὐτὴ ἡ ἱστορία μὲ τὸν Χριστό;
Τόσα ποὺ διαβάζουμε στοὺς Προφῆτες ποὺἔζησαν ἑπτακόσια χρόνια πρὸ Χριστοῦ καὶ μιλοῦν μὲ τόσες λεπτομέρειες γιὰ τὸν Χριστό, αὐτὸ δὲν τοὺς προβληματίζει; Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη ἀναφέρει ἀκριβῶς ἀκόμη καὶ γιὰ πόσα χρήματα θὰ προδώσουν τὸν Χριστό.
Ὕστερα λέει ὅτι τὰ χρήματα αὐτὰ δὲν θὰ τὰ βάλουν οἱ Ἑβραῖοι στὸ ταμεῖο τοῦ Ναοῦ, γιατὶ θὰ εἶναι ἀντίτιμο αἵματος, ἀλλὰ θὰ ἀγοράσουν ἕνα χωράφι, γιὰ νὰ θάβουν τοὺς ξένους4. Ἐκπληρώθηκε ἡπροφητεία τοῦ Προφήτη Ζαχαρία κ.ἄ. Τόσο ξεκάθαρα πράγματα! Μέχρι τέτοιο σημεῖο λεπτομέρειες! Ἀκόμη καὶ γιὰ τὰ ἱμάτιά Του ἀναφέρει τί θὰ γίνουν
! Καὶ ὅλα αὐτὰ λέχθηκαν τόσα χρόνια πρὶν ἀπὸ τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ. Πῶς λοιπὸν ἐγὼ νὰ φέρω λογισμὸ ἀπιστίας;
Βλέπουμε ὕστερα τὸν Ἀπόστολο Παῦλο!
Διώκτης ἦταν. Πήγαινε στὴν Δαμασκὸ γιὰ ἄλλον σκοπό. Τοῦ παρουσιάζεται ὁ Χριστὸς καὶ τοῦ λέει: «Σαούλ, Σαούλ, τί με διώκεις;».
«Ποιός εἶσαι, κύριε;», ρωτάει ἐκεῖνος. «Ἐγὼ εἶμαι ὁ Χριστός, ποὺ ἐσὺ καταδιώκεις».
Καὶ μετὰ πληροφορεῖ τὸν Ἀνανία ὁ Χριστὸς καὶ τὸν βαπτίζει6! Καὶ στὴν συνέχεια πόσο ταλαιπωρήθηκε, πόσο ἀγωνίσθηκε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, γιὰ νὰ κηρύξη σὲ ὅλα τὰ ἔθνη!
Ὕστερα πόσοι Μάρτυρες! Ἕντεκα ἑκατομμύρια Μάρτυρες! Αὐτοὶ ὅλοι χαμένο τὸ εἶχαν; Πῶς νὰ τὰ ξεχάση κανεὶς ὅλα αὐτά; Ἂν διαβάση λίγο τὸ Εὐαγγέλιο, μπορεῖ νὰ μὴν πιστέψη; Καὶ ἂν ὑπῆρχαν μερικὲς λεπτομέρειες ἀκόμη, αὐτὸ πολὺθὰ βοηθοῦσε νὰ πιστέψουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Ἀλλὰ ὁ Θεὸς σκόπιμα δὲν τὸ ἐπέτρεψε, γιὰ νὰ κοσκινισθοῦν οἱ ἄνθρωποι, γιὰ νὰ δῆ πόσοι Τὸν ἀγαποῦν, πόσοι θυσιάζονται γι ̓ Αὐτόν, χωρὶς νὰ περιμένουν θαύματα κ.λπ. Ἕναν φιλότιμο ἄνθρωπο, νομίζω, δὲν τὸν ἀγγίζουν, δὲν τὸν ἐπηρεάζουν ὅσα βλάσφημα καὶ ἂν ἀκούση.Πρέπει νὰ πιστέψη κανεὶς στὸν Θεὸ φιλότιμα, ὄχι νὰ θέλη θαῦμα, γιὰ νὰ πιστέψη. Ὅταν βλέπω μεγάλους νὰ μοῦ ζητοῦν νὰ δοῦν κανένα θαῦμα, γιὰ νὰ
πιστέψουν, ξέρεις πῶς γίνομαι;
Νὰ ἦταν μικροί, θὰ εἶχαν κάποια δικαιολογία λόγῳτῆς ἡλικίας· ἀλλὰ αὐτοὶ νὰ μὴν ἔχουν κάνει τίποτε γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ λένε «νὰ δοῦμε κάτι, γιὰ νὰπιστέψουμε», αὐτὸ εἶναι πολὺφθηνὸ πράγμα. Μήπως, καὶ θαῦμα νὰ δοῦν, θὰ βοηθηθοῦν; Θὰ ποῦν ὅτι εἶναι μαγεία κ.λπ
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Β’ «Πνευματικὴ Ἀφύπνιση» -148
Γέροντα, οἱ πνευματικοὶ νόμοι λειτουργοῦν πάντοτε ἀμέσως;
–Ἀναλόγως.
Πολλὲς φορὲς ἀπορεῖ κανείς! Ἐνῶ λίγο ὑπερηφανεύθηκε, ἀμέσως ἔσπασε τὰ μοῦτρα του· λειτούργησαν οἱ πνευματικοὶ νόμοι ἀστραπιαίως. Π.χ. καθαρίζει μία ἀδελφὴ τὰ τζάμια καὶ τῆς ἔρχεται ἕνας ὑπερήφανος λογισμὸς ὅτι τὰ καθαρίζει καλύτερα ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὁπότε κάτι συμβαίνει καί, τσάκ, σπάζει τὸ τζάμι. Ἄλλες φορὲς λειτουργοῦν ἀργότερα.
–Ὅταν, Γέροντα, οἱ πνευματικοὶ νόμοι λειτουργοῦν ἀμέσως, αὐτὸ τί σημαίνει;
–Αὐτὸ εἶναι καλό. Τότε πρέπει νὰ καταλάβη ὁ ἄνθρωπος ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τὸν προστατεύει, γιατὶ ξοφλάει καὶ δὲν θὰ τὰ πληρώση ὅλα μαζεμένα. Ὅταν ὅμως δὲν λειτουργοῦν οἱ πνευματικοὶ νόμοι σὲ ἕναν ἄνθρωπο, εἶναι ἐπικίνδυνο, γιατὶ δείχνει ὅτι εἶναι ἀπομακρυσμένο παιδὶ τοῦ Θεοῦ· δὲν εἶναι στὸ σπίτι Του. Ὑπάρχουν μερικοὶ ποὺ ἐνεργοῦνσυνέχεια μὲ ὑπερηφάνεια καὶ δὲν παθαίνουν τίποτε. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ ὑπερηφάνειά τους ξεπέρασε τὴν ἀνθρώπινη καὶ ἔφθασε στὸν ἀνώτατο βαθμό της, στὴν δαιμονικὴ ὑπερηφάνεια, στὴν ἔπαρση. Ἡ πτώση τότε γίνεται ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ τῆς κορυφῆς, ὁπότε πέφτει κατ ̓ εὐθεῖαν στὴν κόλαση. Εἶναι ἑωσφορικὴ πτώση καὶ δὲν τὴν βλέπουν ὅσοι βρίσκονται ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ τῆς κορυφῆς. Αὐτοὺς δηλαδὴ δὲν τοὺς πιάνει ὁ πνευματικὸς νόμος σὲ τούτη τὴν ζωή, ἀλλὰ ἰσχύει γι ̓ αὐτοὺς τὸ Ἀποστολικό: «Πονηροὶ ἄνθρωποι καὶ γόητες προκόψουσιν ἐπὶ τὸ χεῖρον, πλανῶντες καὶ πλανώμενοι»6.–Μπορεῖ, Γέροντα, νὰ θαυμάση κανεὶς ἕνα ἔργο ποὺ ἔκανε καὶ νὰ γίνη κάποια ζημιά;–Ναί, γιατὶ λειτουργοῦν οἱ πνευματικοὶ νόμοι. Παίρνει τὴν Χάρη Του ὁ Θεὸς ἀπὸ κάποιον καὶ κάνει τὴν ζημιά, γιὰ νὰ συνετισθῆ ὁ ἄλλος ποὺ ὑπερηφανεύτηκε γιὰ τὸ ἔργο του.–Δηλαδή, Γέροντα, ὅταν γίνεται ζημιά, σημαίνει ὅτι ἔχουν λειτουργήσει οἱ πνευματικοὶ νόμοι;–Φυσικά.–Ἀποκλείεται νὰ εἶναι κανεὶς ἀδέξιος καὶ νὰ κάνη ζημιές; –Σπάνιες εἶναι αὐτὲς οἱ περιπτώσεις. Γι ̓ αὐτό, ὅσο μπορεῖτε, νὰ ζῆτε ταπεινά. Νὰ σκέφτεσθε ὅτι δὲν ἔχουμε τίποτε δικό μας. Ὅλα ὁ Θεὸς μᾶς τὰ ἔχει δώσει. ὅσα ἔχουμε εἶναι τοῦ Θεοῦ. Μόνον οἱ ἁμαρτίες εἶναι δικές μας.
Ἂν δὲν ταπεινωνώμαστε, θὰ λειτουργοῦν σ ̓ ἐμᾶς συνεχῶς οἱ πνευματικοὶ νόμοι, μέχρις ὅτου καμφθῆ ὁ ἐγωισμός μας. Ὁ Θεὸς νὰ δώση νὰ γίνη αὐτό, πρὶν μᾶς βρῆ ὁ θάνατος.
–Μπορεῖ, Γέροντα, ὁ ἄνθρωπος νὰ μὴν καταλάβη ὅτι ἔχουν λειτουργήσει οἱ πνευματικοὶ νόμοι;
–Ἂν δὲν παρακολουθῆ κανεὶς τὸν ἑαυτό του, τίποτε δὲν καταλαβαίνει καὶ ἀπὸ τίποτε δὲν βοηθιέται, οὔτε ὠφελεῖται.
–Δηλαδή, Γέροντα, οἱ πνευματικοὶ νόμοι παύουν νὰ λειτουργοῦν, μόνον ὅταν ταπεινωθῆ ὁ ἄνθρωπος;
–Ναί, κυρίως μὲ τὴν ταπείνωση ἤ, ὅταν ἔχη κανεὶς τὸ ἀκαταλόγιστο. Νὰ σοῦ πῶ ἕνα παράδειγμα: Μιὰ γυναίκα ἔδερνε συνέχεια τὸν ἄνδρα τηςκαὶ αὐτὸς δὲν μιλοῦσε, γιὰ νὰ μὴ χάση τὴν ἀξιοπρέπειά του, γιατὶ ἦταν καὶ δάσκαλος. Λειτουργοῦσαν ὅμως σ ̓ αὐτὸν οἱ πνευματικοὶ νόμοι. Εἶχε ὀρφανέψει μικρὸς ἀπὸ πατέρα καὶ ἡ χήρα μάνα του μὲ μιὰ σύνταξη προσπαθοῦσε νὰ τὸν σπουδάση, νὰ τὸν κάνη δάσκαλο, καὶαὐτὸς τὴν ἔδερνε! Τί εἶχε τραβήξει ἡ φουκαριάρα ἡ μάνα του! Ὁπότε ἐπέτρεψε ὁ Θεὸς νὰ τὸν δέρνη ἡ γυναίκα του, γιὰ νὰ ἐξοφλήση. Ὕστερα τί γίνεται; Πεθαίνει αὐτός, καὶ ὁ γιός του ἔδερνε τὴν μάνα του. Ξόφλησε ἔτσι καὶ αὐτή. Παντρεύεται ὁ γιὸς καὶ παίρνει μιὰἐλαφρούτσικη, ποὺ τὸν ἔδερνε καὶ ἔψελνε τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη»! Πῶς οἰκονόμησε ὁ Θεός, γιὰ νὰ ἐξοφλήση καὶ αὐτός! Ἐδῶ ὅμως σταμάτησαν νὰ λειτουργοῦν οἱ πνευματικοὶ νόμοι, γιατὶ αὐτὴ εἶχε τὸ ἀκαταλόγιστο.
–Ὅταν, Γέροντα, κάποιος ἔχη μιὰ πτώση καὶ λυπᾶται, ἔτσι ξεπληρώνει;
–Αἰσθάνεται ὅτι χρωστάει ἢ λυπᾶται ἐγωιστικά; Ἂν αἰσθάνεται ὅτι χρωστάει, δὲν θὰ πληρώση. Ὅταν ὅμως δὲν αἰσθάνεται τὸ χρέος του, ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς νὰ πληρώση. Ὁ Χριστιανὸς λ.χ. πρέπει νὰ κάνη ἐλεημοσύνες. Ἂν κάποιος εἶναι σκληρὸς καὶ δὲν δίνη, ἀλλὰ μαζεύη τὰ χρήματα, θὰ πᾶνε οἱ κλέφτες, θὰ τὸν δείρουν, θὰ τοῦ πάρουν καὶ τὰ χρήματα, καὶ ἔτσι θὰ ξοφλήση. Ὅταν ἔχουμε χρέη καὶ δὲν ξοφλοῦμε σ ̓ αὐτὴν τὴν ζωή, αὐτὸ εἶναι πολὺ κακὸ σημάδι, εἶναι ἐγκατάλειψη ἀπὸ τὸν Θεό. Ὅταν πάλι κάποιος δὲν τρώη σκαμπίλια καὶ δέχεται εὐλογίες, τότε φαίνεται ὅτι ἔκανε κάτι καλὸ καὶ ἀνταμείβεται ἐδῶ γι ̓ αὐτὸ ἀπὸ τὸν Χριστὸ διπλὰ καὶ τριπλά. Δὲν ξοφλάει ὅμως γιὰ τὰ σφάλματά του. Καὶ αὐτὸ πάλι εἶναι κακό. Ἂς ποῦμε ὅτι ἔκανα δέκα τοῖς ἑκατὸ καλωσύνες καὶ ὁ Χριστὸς μὲ ἀνταμείβει γιὰ εἴκοσι τοῖς ἑκατὸ καὶ δὲν ἔχω οὔτε θλίψεις οὔτε στενοχώρια· τότε ὅμως δὲν ξοφλῶ ἁμαρτίες. Ἡ ταλαιπωρία σ ̓ αὐτὴν τὴν ζωὴ τρώει τὴν κόλαση, λέει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ. Δηλαδή, ὅταν λειτουργοῦν σὲ κάποιον οἱ πνευματικοὶ νόμοι, ἀφαιρεῖται ἕνα μέρος ἀπὸ τὰβάσανα τῆς κολάσεως
–Ἀναλόγως.
Πολλὲς φορὲς ἀπορεῖ κανείς! Ἐνῶ λίγο ὑπερηφανεύθηκε, ἀμέσως ἔσπασε τὰ μοῦτρα του· λειτούργησαν οἱ πνευματικοὶ νόμοι ἀστραπιαίως. Π.χ. καθαρίζει μία ἀδελφὴ τὰ τζάμια καὶ τῆς ἔρχεται ἕνας ὑπερήφανος λογισμὸς ὅτι τὰ καθαρίζει καλύτερα ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὁπότε κάτι συμβαίνει καί, τσάκ, σπάζει τὸ τζάμι. Ἄλλες φορὲς λειτουργοῦν ἀργότερα.
–Ὅταν, Γέροντα, οἱ πνευματικοὶ νόμοι λειτουργοῦν ἀμέσως, αὐτὸ τί σημαίνει;
–Αὐτὸ εἶναι καλό. Τότε πρέπει νὰ καταλάβη ὁ ἄνθρωπος ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τὸν προστατεύει, γιατὶ ξοφλάει καὶ δὲν θὰ τὰ πληρώση ὅλα μαζεμένα. Ὅταν ὅμως δὲν λειτουργοῦν οἱ πνευματικοὶ νόμοι σὲ ἕναν ἄνθρωπο, εἶναι ἐπικίνδυνο, γιατὶ δείχνει ὅτι εἶναι ἀπομακρυσμένο παιδὶ τοῦ Θεοῦ· δὲν εἶναι στὸ σπίτι Του. Ὑπάρχουν μερικοὶ ποὺ ἐνεργοῦνσυνέχεια μὲ ὑπερηφάνεια καὶ δὲν παθαίνουν τίποτε. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ ὑπερηφάνειά τους ξεπέρασε τὴν ἀνθρώπινη καὶ ἔφθασε στὸν ἀνώτατο βαθμό της, στὴν δαιμονικὴ ὑπερηφάνεια, στὴν ἔπαρση. Ἡ πτώση τότε γίνεται ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ τῆς κορυφῆς, ὁπότε πέφτει κατ ̓ εὐθεῖαν στὴν κόλαση. Εἶναι ἑωσφορικὴ πτώση καὶ δὲν τὴν βλέπουν ὅσοι βρίσκονται ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ τῆς κορυφῆς. Αὐτοὺς δηλαδὴ δὲν τοὺς πιάνει ὁ πνευματικὸς νόμος σὲ τούτη τὴν ζωή, ἀλλὰ ἰσχύει γι ̓ αὐτοὺς τὸ Ἀποστολικό: «Πονηροὶ ἄνθρωποι καὶ γόητες προκόψουσιν ἐπὶ τὸ χεῖρον, πλανῶντες καὶ πλανώμενοι»6.–Μπορεῖ, Γέροντα, νὰ θαυμάση κανεὶς ἕνα ἔργο ποὺ ἔκανε καὶ νὰ γίνη κάποια ζημιά;–Ναί, γιατὶ λειτουργοῦν οἱ πνευματικοὶ νόμοι. Παίρνει τὴν Χάρη Του ὁ Θεὸς ἀπὸ κάποιον καὶ κάνει τὴν ζημιά, γιὰ νὰ συνετισθῆ ὁ ἄλλος ποὺ ὑπερηφανεύτηκε γιὰ τὸ ἔργο του.–Δηλαδή, Γέροντα, ὅταν γίνεται ζημιά, σημαίνει ὅτι ἔχουν λειτουργήσει οἱ πνευματικοὶ νόμοι;–Φυσικά.–Ἀποκλείεται νὰ εἶναι κανεὶς ἀδέξιος καὶ νὰ κάνη ζημιές; –Σπάνιες εἶναι αὐτὲς οἱ περιπτώσεις. Γι ̓ αὐτό, ὅσο μπορεῖτε, νὰ ζῆτε ταπεινά. Νὰ σκέφτεσθε ὅτι δὲν ἔχουμε τίποτε δικό μας. Ὅλα ὁ Θεὸς μᾶς τὰ ἔχει δώσει. ὅσα ἔχουμε εἶναι τοῦ Θεοῦ. Μόνον οἱ ἁμαρτίες εἶναι δικές μας.
Ἂν δὲν ταπεινωνώμαστε, θὰ λειτουργοῦν σ ̓ ἐμᾶς συνεχῶς οἱ πνευματικοὶ νόμοι, μέχρις ὅτου καμφθῆ ὁ ἐγωισμός μας. Ὁ Θεὸς νὰ δώση νὰ γίνη αὐτό, πρὶν μᾶς βρῆ ὁ θάνατος.
–Μπορεῖ, Γέροντα, ὁ ἄνθρωπος νὰ μὴν καταλάβη ὅτι ἔχουν λειτουργήσει οἱ πνευματικοὶ νόμοι;
–Ἂν δὲν παρακολουθῆ κανεὶς τὸν ἑαυτό του, τίποτε δὲν καταλαβαίνει καὶ ἀπὸ τίποτε δὲν βοηθιέται, οὔτε ὠφελεῖται.
–Δηλαδή, Γέροντα, οἱ πνευματικοὶ νόμοι παύουν νὰ λειτουργοῦν, μόνον ὅταν ταπεινωθῆ ὁ ἄνθρωπος;
–Ναί, κυρίως μὲ τὴν ταπείνωση ἤ, ὅταν ἔχη κανεὶς τὸ ἀκαταλόγιστο. Νὰ σοῦ πῶ ἕνα παράδειγμα: Μιὰ γυναίκα ἔδερνε συνέχεια τὸν ἄνδρα τηςκαὶ αὐτὸς δὲν μιλοῦσε, γιὰ νὰ μὴ χάση τὴν ἀξιοπρέπειά του, γιατὶ ἦταν καὶ δάσκαλος. Λειτουργοῦσαν ὅμως σ ̓ αὐτὸν οἱ πνευματικοὶ νόμοι. Εἶχε ὀρφανέψει μικρὸς ἀπὸ πατέρα καὶ ἡ χήρα μάνα του μὲ μιὰ σύνταξη προσπαθοῦσε νὰ τὸν σπουδάση, νὰ τὸν κάνη δάσκαλο, καὶαὐτὸς τὴν ἔδερνε! Τί εἶχε τραβήξει ἡ φουκαριάρα ἡ μάνα του! Ὁπότε ἐπέτρεψε ὁ Θεὸς νὰ τὸν δέρνη ἡ γυναίκα του, γιὰ νὰ ἐξοφλήση. Ὕστερα τί γίνεται; Πεθαίνει αὐτός, καὶ ὁ γιός του ἔδερνε τὴν μάνα του. Ξόφλησε ἔτσι καὶ αὐτή. Παντρεύεται ὁ γιὸς καὶ παίρνει μιὰἐλαφρούτσικη, ποὺ τὸν ἔδερνε καὶ ἔψελνε τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη»! Πῶς οἰκονόμησε ὁ Θεός, γιὰ νὰ ἐξοφλήση καὶ αὐτός! Ἐδῶ ὅμως σταμάτησαν νὰ λειτουργοῦν οἱ πνευματικοὶ νόμοι, γιατὶ αὐτὴ εἶχε τὸ ἀκαταλόγιστο.
–Ὅταν, Γέροντα, κάποιος ἔχη μιὰ πτώση καὶ λυπᾶται, ἔτσι ξεπληρώνει;
–Αἰσθάνεται ὅτι χρωστάει ἢ λυπᾶται ἐγωιστικά; Ἂν αἰσθάνεται ὅτι χρωστάει, δὲν θὰ πληρώση. Ὅταν ὅμως δὲν αἰσθάνεται τὸ χρέος του, ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς νὰ πληρώση. Ὁ Χριστιανὸς λ.χ. πρέπει νὰ κάνη ἐλεημοσύνες. Ἂν κάποιος εἶναι σκληρὸς καὶ δὲν δίνη, ἀλλὰ μαζεύη τὰ χρήματα, θὰ πᾶνε οἱ κλέφτες, θὰ τὸν δείρουν, θὰ τοῦ πάρουν καὶ τὰ χρήματα, καὶ ἔτσι θὰ ξοφλήση. Ὅταν ἔχουμε χρέη καὶ δὲν ξοφλοῦμε σ ̓ αὐτὴν τὴν ζωή, αὐτὸ εἶναι πολὺ κακὸ σημάδι, εἶναι ἐγκατάλειψη ἀπὸ τὸν Θεό. Ὅταν πάλι κάποιος δὲν τρώη σκαμπίλια καὶ δέχεται εὐλογίες, τότε φαίνεται ὅτι ἔκανε κάτι καλὸ καὶ ἀνταμείβεται ἐδῶ γι ̓ αὐτὸ ἀπὸ τὸν Χριστὸ διπλὰ καὶ τριπλά. Δὲν ξοφλάει ὅμως γιὰ τὰ σφάλματά του. Καὶ αὐτὸ πάλι εἶναι κακό. Ἂς ποῦμε ὅτι ἔκανα δέκα τοῖς ἑκατὸ καλωσύνες καὶ ὁ Χριστὸς μὲ ἀνταμείβει γιὰ εἴκοσι τοῖς ἑκατὸ καὶ δὲν ἔχω οὔτε θλίψεις οὔτε στενοχώρια· τότε ὅμως δὲν ξοφλῶ ἁμαρτίες. Ἡ ταλαιπωρία σ ̓ αὐτὴν τὴν ζωὴ τρώει τὴν κόλαση, λέει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ. Δηλαδή, ὅταν λειτουργοῦν σὲ κάποιον οἱ πνευματικοὶ νόμοι, ἀφαιρεῖται ἕνα μέρος ἀπὸ τὰβάσανα τῆς κολάσεως
6Β´ Τιμ. 3, 13.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Δ’ «Οἰκογενειακή Ζωή» -133-
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Δ’ «Οἰκογενειακή Ζωή» -133-
Νὰ εἶσαι μέσα στὴν μάχη, καὶ νὰ πολεμᾶς σωστὰ .
Γέροντα, μοῦ λέει ὁ λογισμὸς ὅτι, ἂν ἀλλάξω διακόνημα καὶ σταματήσω νὰ ψάλλω καὶ νὰ ἁγιογραφῶ, θὰ σταματήσω νὰ ὑπερηφανεύωμαι καὶ νὰ πέφτω συνέχεια σὲ πειρασμούς.
–Καὶ νὰ φύγης ἀπὸ τὴν ψαλτικὴ ἢ τὴν ἁγιογραφία, ἐὰν δὲν σιχαθῆς τὴν κενοδοξία, θὰ κάνης περισσότερες γκάφες. Ἀλλὰ καὶ ἡ φυγὴ αὐτὴ πάλι ἔχει μέσα ὑπερηφάνεια, καὶ μάλιστα περισσότερη, γιατὶ στὴν πραγματικότητα θέλεις νὰ φύγης ἀπὸ τὰ διακονήματα αὐτά, γιὰ νὰ μὴ θίγεται ὁ ἐγωισμός σου.
–Ὅταν, Γέροντα, κάνω μιὰ δουλειὰ καὶ δῶ ὅτι ὑπερηφανεύομαι, μήπως εἶναι καλύτερα νὰ μὴν τὴν κάνω;
–Ἂν σοῦ ποῦν νὰ πᾶς νὰ κάνης μιὰ δουλειά, νὰ πᾶς, ἀλλὰ νὰ προσέχης νὰ μὴν πέσης· καὶ ἂν γλιστρήσης καὶ πέσης, νὰ σηκωθῆς. Νὰ καταλάβης ὅτι γλίστρησες, ἐπειδὴ δὲν πρόσεξες, καὶ ἄλλη φορά, ἂν σοῦ ποῦν νὰ ξαναπᾶς, νὰ προσέχης νὰ μὴν ξαναγλιστρήσης. Ὄχι νὰ μὴν ξαναπᾶς, ἐπειδὴ τὴν προηγούμενη φορὰ ἔπεσες! Ἄλλο ἂν σοῦ ποῦν: «Μὴν πηγαίνης, ἀφοῦ τὴν προηγούμενη φορὰ ἔπεσες». Τότε δὲν θὰ ξαναπᾶς. Κατάλαβες; Ἅμα σοῦ λένε νὰ κάνης μιὰ δουλειά, νὰ τὴν κάνης, ἀλλὰ νὰ προσπαθῆς νὰ τὴν κάνης σωστὰ καὶ ταπεινά. Τὸ νὰ μὴνκάνης τίποτε, γιὰ νὰ μὴν ὑπερηφανευθῆς, αὐτὸ εἶναι χειρότερο. Εἶναι σὰν νὰ μένης ἔξω ἀπὸ τὴν μάχη, νὰ μὴν πολεμᾶς, γιὰ νὰ μὴν πληγωθῆς. Σκοπὸς εἶναι νὰ εἶσαι μέσα στὴν μάχη, ἀλλὰ νὰ προσέχης νὰ πολεμᾶς σωστά· διαφορετικὰ θὰ εἶσαι ἕνα ἄχρηστο πράγμα.
Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ ΣΤ’ «Περί Προσευχής» -97-
Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ συμμαζεύει τὸν νοῦ στὴν καρδιὰ.
–Γέροντα, καμμιὰ φορά, ὅταν λέω τὴν εὐχή, γιὰ νὰ μὴ φεύγη ὁ νοῦς μου, λέω: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, σὲ ἀγαπῶ».–Πῶς γίνεται νὰ ἀγαπᾶς τὸν Χριστὸ καὶ νὰ φεύγη ὁ νοῦς σου, ὅταν λὲς τὴν εὐχή;
Ἂν τὸ πῆς καμμιὰ φορά, δὲν πειράζει. Ἀλλά, ἂν τὸ λὲς συνέχεια, αὐτὸ εἶναι ψέμα. Νὰ μὴν ἔχουμε ἄλλα στὴν καρδιά μας, ἄλλα στὸν νοῦ μας καὶ ἄλλα νὰ λένε τὰ χείλη μας. Τότε ἰσχύει τὸ «Ὁ λαὸς οὗτος τοῖς χείλεσί με τιμᾷ, ἡ δὲ καρδία αὐτῶν πόῤῥω ἀπέχει ἀπ’ ἐμοῦ».
–Γέροντα, γιατί λέω τὴν εὐχὴ χωρὶς θέρμη;
–Ἐπειδὴ σκορπίζεσαι στὰ ἔξω, ἡ καρδιά σου εἶναι ἀλλοῦ· λείπει τὸ σκίρτημα, ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν Θεό, ὁπότε καὶ ἡ εὐχὴ βγαίνει ἀποδυναμωμένη.Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ συμμαζεύει τὸν νοῦ στὴν καρδιὰ καὶ μετὰ παλαβώνει ὁ ἄνθρωπος.
–Γέροντα, πῶς κατορθώνει κανεὶς νὰ ἔχη διαρκῆ πόθο πρὸς τὸν Θεὸ καὶ νὰ λέη τὴν εὐχὴ καρδιακά;
–Ἂν ἔχη συνεχῶς στὸν νοῦ του τὶς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δική του ἀχαριστία, κεντιέται καὶ παίρνει μπρὸς ἡ καρδιά. Πιέζεται ἀπὸ μόνη της φιλότιμα ἡ καρδιὰ καὶ τὸν κυνηγάει μετὰ ἡ εὐχή. Γι’ αὐτὸ νὰ ἔχης πάντοτε φιλότιμους καὶ ταπεινοὺς λογισμούς. Ἔτσι θὰ ἔρθη μέσα σου ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, γιατὶ ὁ Κύριος στὴν καρδιὰ τῶν ταπεινῶν κατοικεῖ, καὶ τότε γλυκαίνεται ἡ καρδιά, καὶ ἡ εὐχὴ γίνεται καρδιακή.
–Τότε, Γέροντα, μπορεῖ νὰ ἔρθη κακὸς λογισμός;
–Ὄχι, δὲν μπορεῖ. Γιὰ νὰ ἔρθη κακὸς λογισμός, πρέπει νὰ σταματήσης τὴν εὐχή. Ἀλλά, καὶ νὰ σταματήσης νὰ λὲς τὴν εὐχὴ μὲ τὸν νοῦ, ἂν τὴν λέη ἡ καρδιά, πάλι δὲν μπορεῖ νὰ ἔρθη, γιατὶ τὴν λέει ἡ καρδιά.
–Γέροντα, δῶστε μου μιὰ εὐχή, γιὰ νὰ συμμαζέψω τὸν νοῦ μου.
–Εὔχομαι νὰ μαζευθῆ ὁ νοῦς σου στὴν καρδιά.
Τί ἐννοοῦμε, ὅταν λέμε «καρδιά»; Ἡ καρδιὰ δὲν εἶναι στάμνα, ποὺ μέσα της θὰ βάλουμε τὸν νοῦ· ἡ καρδιὰ εἶναι αὐτὸ ποὺ νιώθουμε. Ἑπομένως, ὅταν λέμε «νὰ συμμαζευθῆ ὁ νοῦς μέσα στὴν καρδιά», ἐννοοῦμε νὰ συμμαζευθῆ στὴν ἀγάπη, στὴν καλωσύνη, στὴν λαχτάρα, σὲ αὐτὸ τὸ σκίρτημα, σὲ αὐτὸ τὸ γλυκὸ πράγμα... Ἀφοῦ ὁ Θεὸς
εἶναι Ἀγάπη καὶ ἡ καρδιὰ ἔχει ἀγάπη, ἂν ἡ καρδιὰ εἶναι ἐξαγνισμένη, τότε ὁ ἄνθρωπος ἔχει μέσα του τὸν Θεό. «Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου...»
Νὰ Τὸν ἀγαπήσης μὲ ὅλο σου τὸ εἶναι.
Ἂν ὁ νοῦς γλυκαθῆ ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν καλωσύνη τῆς καρδιᾶς, ὅταν θὰ λέη τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», θὰ συγκλονίζεται ὁλόκληρος.Ὅλη ἡ βάση τῆς πνευματικῆς ζωῆς εἶναι νὰ καθαρίση ὁ ἄνθρωπος τὴν καρδιά, ὥστε νὰ δεχθῆ τὸν Χριστό, καὶ νὰ χαλιναγωγήση τὸν νοῦ, νὰ τὸν γλυκάνημέσα στὴν καρδιά. Ἂν ὁ νοῦς γλυκαθῆ μέσα στὴν καρδιά, δὲν τοῦ κάνει καρδιὰ νὰ φύγη, ὅπως τὸ παιδάκι, ὅταν τὸ ἀφήσης ἐλεύθερο μέσα σ’ ἕνα ζαχαροπλαστεῖο, δὲν θέλει νὰ φύγη ἀπὸ ἐκεῖ.
–Γέροντα, καμμιὰ φορά, ὅταν λέω τὴν εὐχή, γιὰ νὰ μὴ φεύγη ὁ νοῦς μου, λέω: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, σὲ ἀγαπῶ».–Πῶς γίνεται νὰ ἀγαπᾶς τὸν Χριστὸ καὶ νὰ φεύγη ὁ νοῦς σου, ὅταν λὲς τὴν εὐχή;
Ἂν τὸ πῆς καμμιὰ φορά, δὲν πειράζει. Ἀλλά, ἂν τὸ λὲς συνέχεια, αὐτὸ εἶναι ψέμα. Νὰ μὴν ἔχουμε ἄλλα στὴν καρδιά μας, ἄλλα στὸν νοῦ μας καὶ ἄλλα νὰ λένε τὰ χείλη μας. Τότε ἰσχύει τὸ «Ὁ λαὸς οὗτος τοῖς χείλεσί με τιμᾷ, ἡ δὲ καρδία αὐτῶν πόῤῥω ἀπέχει ἀπ’ ἐμοῦ».
–Γέροντα, γιατί λέω τὴν εὐχὴ χωρὶς θέρμη;
–Ἐπειδὴ σκορπίζεσαι στὰ ἔξω, ἡ καρδιά σου εἶναι ἀλλοῦ· λείπει τὸ σκίρτημα, ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν Θεό, ὁπότε καὶ ἡ εὐχὴ βγαίνει ἀποδυναμωμένη.Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ συμμαζεύει τὸν νοῦ στὴν καρδιὰ καὶ μετὰ παλαβώνει ὁ ἄνθρωπος.
–Γέροντα, πῶς κατορθώνει κανεὶς νὰ ἔχη διαρκῆ πόθο πρὸς τὸν Θεὸ καὶ νὰ λέη τὴν εὐχὴ καρδιακά;
–Ἂν ἔχη συνεχῶς στὸν νοῦ του τὶς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δική του ἀχαριστία, κεντιέται καὶ παίρνει μπρὸς ἡ καρδιά. Πιέζεται ἀπὸ μόνη της φιλότιμα ἡ καρδιὰ καὶ τὸν κυνηγάει μετὰ ἡ εὐχή. Γι’ αὐτὸ νὰ ἔχης πάντοτε φιλότιμους καὶ ταπεινοὺς λογισμούς. Ἔτσι θὰ ἔρθη μέσα σου ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, γιατὶ ὁ Κύριος στὴν καρδιὰ τῶν ταπεινῶν κατοικεῖ, καὶ τότε γλυκαίνεται ἡ καρδιά, καὶ ἡ εὐχὴ γίνεται καρδιακή.
–Τότε, Γέροντα, μπορεῖ νὰ ἔρθη κακὸς λογισμός;
–Ὄχι, δὲν μπορεῖ. Γιὰ νὰ ἔρθη κακὸς λογισμός, πρέπει νὰ σταματήσης τὴν εὐχή. Ἀλλά, καὶ νὰ σταματήσης νὰ λὲς τὴν εὐχὴ μὲ τὸν νοῦ, ἂν τὴν λέη ἡ καρδιά, πάλι δὲν μπορεῖ νὰ ἔρθη, γιατὶ τὴν λέει ἡ καρδιά.
–Γέροντα, δῶστε μου μιὰ εὐχή, γιὰ νὰ συμμαζέψω τὸν νοῦ μου.
–Εὔχομαι νὰ μαζευθῆ ὁ νοῦς σου στὴν καρδιά.
Τί ἐννοοῦμε, ὅταν λέμε «καρδιά»; Ἡ καρδιὰ δὲν εἶναι στάμνα, ποὺ μέσα της θὰ βάλουμε τὸν νοῦ· ἡ καρδιὰ εἶναι αὐτὸ ποὺ νιώθουμε. Ἑπομένως, ὅταν λέμε «νὰ συμμαζευθῆ ὁ νοῦς μέσα στὴν καρδιά», ἐννοοῦμε νὰ συμμαζευθῆ στὴν ἀγάπη, στὴν καλωσύνη, στὴν λαχτάρα, σὲ αὐτὸ τὸ σκίρτημα, σὲ αὐτὸ τὸ γλυκὸ πράγμα... Ἀφοῦ ὁ Θεὸς
εἶναι Ἀγάπη καὶ ἡ καρδιὰ ἔχει ἀγάπη, ἂν ἡ καρδιὰ εἶναι ἐξαγνισμένη, τότε ὁ ἄνθρωπος ἔχει μέσα του τὸν Θεό. «Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ σου καὶ ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ σου...»
Νὰ Τὸν ἀγαπήσης μὲ ὅλο σου τὸ εἶναι.
Ἂν ὁ νοῦς γλυκαθῆ ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν καλωσύνη τῆς καρδιᾶς, ὅταν θὰ λέη τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», θὰ συγκλονίζεται ὁλόκληρος.Ὅλη ἡ βάση τῆς πνευματικῆς ζωῆς εἶναι νὰ καθαρίση ὁ ἄνθρωπος τὴν καρδιά, ὥστε νὰ δεχθῆ τὸν Χριστό, καὶ νὰ χαλιναγωγήση τὸν νοῦ, νὰ τὸν γλυκάνημέσα στὴν καρδιά. Ἂν ὁ νοῦς γλυκαθῆ μέσα στὴν καρδιά, δὲν τοῦ κάνει καρδιὰ νὰ φύγη, ὅπως τὸ παιδάκι, ὅταν τὸ ἀφήσης ἐλεύθερο μέσα σ’ ἕνα ζαχαροπλαστεῖο, δὲν θέλει νὰ φύγη ἀπὸ ἐκεῖ.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ ΣΤ’ «Περί Προσευχής» -97-
Του.Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου .
Πῶς γίνεται, Γέροντα, ἡ σωστὴ πνευματικὴ ἐργασία στὸν ἑαυτό μας;
–Μυστικὰ καὶ σιωπηλά. Ἡ πνευματικὴ ἐργασία εἶναι πολὺ λεπτὴ καὶ χρειάζεται πολλὴ προσοχὴ στὴν κάθε μας ἐνέργεια. Ἡ πνευματικὴ ζωὴ εἶναι «ἐπιστήμη ἐπιστημῶν»3, λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Τί ἐγρήγορση χρειάζεται! Τὸ ἀνέβασμα στὴν πνευματικὴ ζωὴ εἶναι σὰν τὸ ἀνέβασμα σὲ μιὰ κυκλικὴ σκάλα ποὺ δὲν ἔχει κάγκελα. Ἂν ἀνεβαίνη κανεὶς χωρὶς νὰ βλέπη ποῦ πατοῦν τὰ πόδια του καὶ λέη: «ὤ, πόσο ψηλὰ ἀνέβηκα! καὶ ποῦ θὰ φθάσω ἀκόμη!», παραπατάει καὶ πέφτει κάτω.
–Γιατί, Γέροντα, δὲν ἔχει κάγκελα ἡ σκάλα;
–Γιατὶ εἶναι ἐλεύθερος ὁ ἄνθρωπος καὶ πρέπει νὰ χρησιμοποιῆ τὸ μυαλὸ ποὺ τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός. Ἂν δὲν τὸ χρησιμοποιῆ σωστά, τί νὰ τὸν κάνη ὁ Θεός;
–Γέροντα, μπορεῖ μιὰ κατάσταση πνευματικῆς ξηρασίας νὰ ἔχη αἰτία τὴν ὑπερηφάνεια;
–Ναί, ἂν ὑπάρχη ὑπερηφάνεια, ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει νὰ μένη ὁ ἄνθρωπος σὲ μιὰ κατάσταση ὀκνηρίας, ἀκηδίας καὶ ψυχρότητος, γιατί, ἂν τὸν βοηθήση καὶ γευθῆ κάτι οὐράνιο, τότε ἕνα κι ἕνα θὰ τὸ πάρη ἐπάνω του, θὰ νομίζη ὅτι αὐτὸ ὀφείλεται στὸν ἀγώνα ποὺ ἔκανε καὶ θὰ ὑπερηφανεύεται: «Ἀγωνισθῆτε! θὰ λέη μετὰ καὶ στοὺς ἄλλους.
Ἐγὼ ἀγωνίσθηκα καὶ τί ἀξιώθηκα νὰ ζήσω!», καὶ ἔτσι θὰ πληγώνη ψυχές. Γι ̓ αὐτὸ ὁ Θεὸς τὸν ἀφήνει νὰ χτυπηθῆ, ὅσο χρειάζεται, γιὰ νὰ πεθάνη ἡ ἰδέα ποὺ ἔχει γιὰ τὸν ἑαυτό του, νὰ ἀπελπισθῆ μὲ τὴν καλὴ ἔννοια ἀπὸ τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ νιώση τὸ «χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν»4.
–Μυστικὰ καὶ σιωπηλά. Ἡ πνευματικὴ ἐργασία εἶναι πολὺ λεπτὴ καὶ χρειάζεται πολλὴ προσοχὴ στὴν κάθε μας ἐνέργεια. Ἡ πνευματικὴ ζωὴ εἶναι «ἐπιστήμη ἐπιστημῶν»3, λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Τί ἐγρήγορση χρειάζεται! Τὸ ἀνέβασμα στὴν πνευματικὴ ζωὴ εἶναι σὰν τὸ ἀνέβασμα σὲ μιὰ κυκλικὴ σκάλα ποὺ δὲν ἔχει κάγκελα. Ἂν ἀνεβαίνη κανεὶς χωρὶς νὰ βλέπη ποῦ πατοῦν τὰ πόδια του καὶ λέη: «ὤ, πόσο ψηλὰ ἀνέβηκα! καὶ ποῦ θὰ φθάσω ἀκόμη!», παραπατάει καὶ πέφτει κάτω.
–Γιατί, Γέροντα, δὲν ἔχει κάγκελα ἡ σκάλα;
–Γιατὶ εἶναι ἐλεύθερος ὁ ἄνθρωπος καὶ πρέπει νὰ χρησιμοποιῆ τὸ μυαλὸ ποὺ τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός. Ἂν δὲν τὸ χρησιμοποιῆ σωστά, τί νὰ τὸν κάνη ὁ Θεός;
–Γέροντα, μπορεῖ μιὰ κατάσταση πνευματικῆς ξηρασίας νὰ ἔχη αἰτία τὴν ὑπερηφάνεια;
–Ναί, ἂν ὑπάρχη ὑπερηφάνεια, ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει νὰ μένη ὁ ἄνθρωπος σὲ μιὰ κατάσταση ὀκνηρίας, ἀκηδίας καὶ ψυχρότητος, γιατί, ἂν τὸν βοηθήση καὶ γευθῆ κάτι οὐράνιο, τότε ἕνα κι ἕνα θὰ τὸ πάρη ἐπάνω του, θὰ νομίζη ὅτι αὐτὸ ὀφείλεται στὸν ἀγώνα ποὺ ἔκανε καὶ θὰ ὑπερηφανεύεται: «Ἀγωνισθῆτε! θὰ λέη μετὰ καὶ στοὺς ἄλλους.
Ἐγὼ ἀγωνίσθηκα καὶ τί ἀξιώθηκα νὰ ζήσω!», καὶ ἔτσι θὰ πληγώνη ψυχές. Γι ̓ αὐτὸ ὁ Θεὸς τὸν ἀφήνει νὰ χτυπηθῆ, ὅσο χρειάζεται, γιὰ νὰ πεθάνη ἡ ἰδέα ποὺ ἔχει γιὰ τὸν ἑαυτό του, νὰ ἀπελπισθῆ μὲ τὴν καλὴ ἔννοια ἀπὸ τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ νιώση τὸ «χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν»4.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -45-
3Βλ. Ἡσυχίου Πρεσβυτέρου, Πρὸς Θεόδουλον Λόγος ψυχωφελὴς καὶ σωτήριος περὶ νήψεως καὶ ἀρετῆς κεφαλαιώδης, ρκα’, Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν, ἐκδ. «Ἀστήρ», Ἀθῆναι 1974, τόμος Α’, σ. 159.
4Ἰω. 15, 5.
3Βλ. Ἡσυχίου Πρεσβυτέρου, Πρὸς Θεόδουλον Λόγος ψυχωφελὴς καὶ σωτήριος περὶ νήψεως καὶ ἀρετῆς κεφαλαιώδης, ρκα’, Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν, ἐκδ. «Ἀστήρ», Ἀθῆναι 1974, τόμος Α’, σ. 159.
4Ἰω. 15, 5.
ηλιας Στεφανου χαιντουτη
Γέροντα, αν είναι ευλογημένο, να μας λέγατε μερικά θέματα, για τα οποία ιδιαίτερα πρέπει να προσευχόμαστε.
Να παρακαλούμε κατ’ αρχάς η προσευχή μας να έχει ως αποτέλεσμα να έρθουν σε θεοσέβεια όσοι ζουν και όσοι θα ζήσουν. Εγώ στην προσευχή μου λέω «Παρατεινον το ελεος Σου τοις γινοσκουσι Σε» και προσθέτω «και τοις μη γινωσκουσι Σε».
Ακόμα λέω «Κύριε, σωσον τους ασεβείς». (Βέβαια η Εκκλησία καλά κανόνισε να λέει «Κύριε, σωσον τους ευσεβείς…», γιατί μπορεί να βρίζουν οι ασεβείς, επειδή προσεύχονται γι’ αυτούς).
Όταν πάλι ο ιερέας λέει «Υπέρ των εντειλαμενων ημιν τοις αναξιοις ευχεσθαι υπέρ αυτων», προσθέτω και «υπέρ των μη εντειλαμενων». Γιατί πρέπει να προσευχόμαστε και γι’ αυτούς που μας ζήτησαν να προσευχηθούμε, αλλά και γι’ αυτούς που δεν μας ζήτησαν, και για τους γνωστούς και για τους αγνώστους.
Τόσες χιλιάδες άνθρωποι υπάρχουν που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη και σοβαρότερα προβλήματα από αυτούς που μας ζήτησαν να προσευχηθούμε.
Να κάνουμε προσευχή και για όσους έχουν αδικηθεί, να φανεί το δίκαιο· να δοθεί χάρη στους φυλακισμένους, να πιάσει τόπο η ταλαιπωρία που πέρασαν και να βοηθηθούν.
Όταν βάζω ξύλα στη φωτιά, δοξολογώ τον Θεό και λέω: «Ζέστανε, Θεέ μου, όσους δεν έχουν ζεστασιά».
Όταν πάλι καίω τα γράμματα που μου στέλνουν
– τα διαβάζω και μετά τα καίω, γιατί έχουν και θέματα και απόρρητα και εξομολογήσεις -, λέω:
«Να τους κάψει ο Θεός όλα τα κουσούρια. Να τους βοηθάει ο Θεός να ζουν πνευματικά και να τους αγιάζει».
Ακόμη συνηθίζω να ζητώ από τους Αγίους να προστατεύουν τους ανθρώπους που φέρουν το όνομά τους και από τους Αγίους Πάντες να προστατεύουν αυτούς που δεν έχουν προστάτη Άγιο.
Να παρακαλούμε κατ’ αρχάς η προσευχή μας να έχει ως αποτέλεσμα να έρθουν σε θεοσέβεια όσοι ζουν και όσοι θα ζήσουν. Εγώ στην προσευχή μου λέω «Παρατεινον το ελεος Σου τοις γινοσκουσι Σε» και προσθέτω «και τοις μη γινωσκουσι Σε».
Ακόμα λέω «Κύριε, σωσον τους ασεβείς». (Βέβαια η Εκκλησία καλά κανόνισε να λέει «Κύριε, σωσον τους ευσεβείς…», γιατί μπορεί να βρίζουν οι ασεβείς, επειδή προσεύχονται γι’ αυτούς).
Όταν πάλι ο ιερέας λέει «Υπέρ των εντειλαμενων ημιν τοις αναξιοις ευχεσθαι υπέρ αυτων», προσθέτω και «υπέρ των μη εντειλαμενων». Γιατί πρέπει να προσευχόμαστε και γι’ αυτούς που μας ζήτησαν να προσευχηθούμε, αλλά και γι’ αυτούς που δεν μας ζήτησαν, και για τους γνωστούς και για τους αγνώστους.
Τόσες χιλιάδες άνθρωποι υπάρχουν που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη και σοβαρότερα προβλήματα από αυτούς που μας ζήτησαν να προσευχηθούμε.
Να κάνουμε προσευχή και για όσους έχουν αδικηθεί, να φανεί το δίκαιο· να δοθεί χάρη στους φυλακισμένους, να πιάσει τόπο η ταλαιπωρία που πέρασαν και να βοηθηθούν.
Όταν βάζω ξύλα στη φωτιά, δοξολογώ τον Θεό και λέω: «Ζέστανε, Θεέ μου, όσους δεν έχουν ζεστασιά».
Όταν πάλι καίω τα γράμματα που μου στέλνουν
– τα διαβάζω και μετά τα καίω, γιατί έχουν και θέματα και απόρρητα και εξομολογήσεις -, λέω:
«Να τους κάψει ο Θεός όλα τα κουσούρια. Να τους βοηθάει ο Θεός να ζουν πνευματικά και να τους αγιάζει».
Ακόμη συνηθίζω να ζητώ από τους Αγίους να προστατεύουν τους ανθρώπους που φέρουν το όνομά τους και από τους Αγίους Πάντες να προστατεύουν αυτούς που δεν έχουν προστάτη Άγιο.
Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου.!!!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου