Ἡ συγχωρητικὴ εὐχὴ.
Μερικοὶ πνευματικοὶ ἔχουν ἕνα τυπικό:
Ὅταν δὲν ἐπιτρέπεται ὁ ἐξομολογούμενος νὰ κοινωνήση, δὲν τοῦ διαβάζουν συγχωρητικὴ εὐχή.
Ὑπάρχουν καὶ ἄλλοι ποὺ λένε: «Εἶναι ἡ γραμμή μας νὰ μὴ διαβάζουμε πάντοτε συγχωρητικὴ εὐχή». Αὐτὸ εἶναι κάτι σὰν προτεσταντικό...
Ἦρθε ἕνα παιδὶ στὸ Καλύβι ποὺ εἶχε μερικὲς πτώσεις. Πῆγε, ἐξομολογήθηκε, ἀλλὰ δὲν τοῦ διάβασε συγχωρητικὴ εὐχὴ ὁ πνευματικός. Τὸ καημένο, τὸ ἔπιασε ἀπελπισία. «Γιὰ νὰ μὴ μοῦ διαβάση εὐχὴ ὁ πνευματικός, ἄ...
Δείτε περισσότεραΜερικοὶ πνευματικοὶ ἔχουν ἕνα τυπικό:
Ὅταν δὲν ἐπιτρέπεται ὁ ἐξομολογούμενος νὰ κοινωνήση, δὲν τοῦ διαβάζουν συγχωρητικὴ εὐχή.
Ὑπάρχουν καὶ ἄλλοι ποὺ λένε: «Εἶναι ἡ γραμμή μας νὰ μὴ διαβάζουμε πάντοτε συγχωρητικὴ εὐχή». Αὐτὸ εἶναι κάτι σὰν προτεσταντικό...
Ἦρθε ἕνα παιδὶ στὸ Καλύβι ποὺ εἶχε μερικὲς πτώσεις. Πῆγε, ἐξομολογήθηκε, ἀλλὰ δὲν τοῦ διάβασε συγχωρητικὴ εὐχὴ ὁ πνευματικός. Τὸ καημένο, τὸ ἔπιασε ἀπελπισία. «Γιὰ νὰ μὴ μοῦ διαβάση εὐχὴ ὁ πνευματικός, ἄ...
Γέροντα, γιατί μᾶς ἀγαπάει τόσο πολὺ ὁ Θεός;
–Γιατὶ μᾶς ἔχει παιδιά Του· περισσότερα δὲν μπορῶ νὰ σᾶς πῶ!–Γέροντα, ἐὰν κανείς, παρόλο ποὺ ἀγωνίζεται, ἔχη συνεχῶς τὶς ἴδιες πτώσεις, δὲν δυσαρεστεῖ τὸν Θεό, δὲν Τὸν ἀπογοητεύει;
–Μήπως ὁ Θεὸς περιμένει προκοπὴ ἀπὸ μᾶς;
Ὄχι.
Εἴμαστε ὅμως παιδιά Του καὶ μᾶς ἀγαπάει ὅλους τὸ ἴδιο. Εἶδα μιὰ φορὰ κάποιον πατέρα, ποὺ εἶχε κι ἕνα χαζούλικο παιδάκι ποὺ ἔτρεχαν οἱ μύξες του καὶ τὶς σκούπιζε μὲ τὰ μανίκια του, ἀλλὰ τὸ ἔσφιγγε καὶ αὐτὸ στὴν ἀγκαλιά του καὶ τὸ φιλοῦσε καὶ τὸ χάιδευε ὅπως καὶ τὰ ἄλλα. Ἔτσι καὶ ὁ Θεὸς σὰν Καλὸς Πατέρας δὲν ἀγαπάει μόνον τὰ χαριτωμένα παιδιά Του, ἀλλὰ καὶ τὰ πνευματικὰ ἀδύνατα, γιὰ τὰ ὁποῖα μάλιστα πονάει καὶ ἐνδιαφέρεται περισσότερο.Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ συλλάβη πόσο ἀγαπάει ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπο! Ἡἀγάπη Του δὲν συγκρίνεται μὲ τίποτε!
Δὲν ἔχει ὅρια!
Εἶναι τόσο μεγάλη πού, κάτι ἐλάχιστο ἂν αἰσθανθῆ ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν ἀγάπη αὐτήν, ἡ πήλινη καρδιά του δὲν μπορεῖ νὰ τὴν ἀντέξη· διαλύεται, γιατὶ εἶναι πηλός. Ὁ Θεὸς πολλὲς φορὲς ἐπιτρέπει νὰ πέση ἄφθονη ἡ ἀγάπη Του στὰ πλάσματά Του καὶ τότε ἡ ψυχή μας θερμαίνεται καὶ βλέπουμε ὅτι εἶναι τόσο γλυκειὰ ἡ θεία ἀγάπη, τόσο μεγάλη, ποὺ δὲν τὴν ἀντέχουμε καὶ φθάνουμε στὸ σημεῖο νὰ ποῦμε: «Θεέ μου, φθάνει! Ἐλάττωσε λίγο τὴν ἀγάπη Σου, γιατὶ δὲν τὴν ἀντέχω».
Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ὁ Θεὸς θέλει νὰ μᾶς δείξη ὅτι ἀπὸ μέρους Του ὑπάρχει ὅλη ἡ διάθεση νὰ μᾶς δώση ἄφθονη τὴν ἀγάπη Του, ἀλλὰ δὲν τὸ κάνει, γιατὶ ἡ μπαταρία μας εἶναι μικρή. Χρειάζεται νὰ τὴν μεγαλώσουμε, ὥστε νὰ χωράη περισσότερη θεία ἀγάπη, γιατὶ τὸ θεῖο ρεῦμα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ ἔρχεται σ ̓ ἐμᾶς ἀνάλογα μὲ τὴν χωρητικότητά μας.
–Γιατὶ μᾶς ἔχει παιδιά Του· περισσότερα δὲν μπορῶ νὰ σᾶς πῶ!–Γέροντα, ἐὰν κανείς, παρόλο ποὺ ἀγωνίζεται, ἔχη συνεχῶς τὶς ἴδιες πτώσεις, δὲν δυσαρεστεῖ τὸν Θεό, δὲν Τὸν ἀπογοητεύει;
–Μήπως ὁ Θεὸς περιμένει προκοπὴ ἀπὸ μᾶς;
Ὄχι.
Εἴμαστε ὅμως παιδιά Του καὶ μᾶς ἀγαπάει ὅλους τὸ ἴδιο. Εἶδα μιὰ φορὰ κάποιον πατέρα, ποὺ εἶχε κι ἕνα χαζούλικο παιδάκι ποὺ ἔτρεχαν οἱ μύξες του καὶ τὶς σκούπιζε μὲ τὰ μανίκια του, ἀλλὰ τὸ ἔσφιγγε καὶ αὐτὸ στὴν ἀγκαλιά του καὶ τὸ φιλοῦσε καὶ τὸ χάιδευε ὅπως καὶ τὰ ἄλλα. Ἔτσι καὶ ὁ Θεὸς σὰν Καλὸς Πατέρας δὲν ἀγαπάει μόνον τὰ χαριτωμένα παιδιά Του, ἀλλὰ καὶ τὰ πνευματικὰ ἀδύνατα, γιὰ τὰ ὁποῖα μάλιστα πονάει καὶ ἐνδιαφέρεται περισσότερο.Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ συλλάβη πόσο ἀγαπάει ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπο! Ἡἀγάπη Του δὲν συγκρίνεται μὲ τίποτε!
Δὲν ἔχει ὅρια!
Εἶναι τόσο μεγάλη πού, κάτι ἐλάχιστο ἂν αἰσθανθῆ ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν ἀγάπη αὐτήν, ἡ πήλινη καρδιά του δὲν μπορεῖ νὰ τὴν ἀντέξη· διαλύεται, γιατὶ εἶναι πηλός. Ὁ Θεὸς πολλὲς φορὲς ἐπιτρέπει νὰ πέση ἄφθονη ἡ ἀγάπη Του στὰ πλάσματά Του καὶ τότε ἡ ψυχή μας θερμαίνεται καὶ βλέπουμε ὅτι εἶναι τόσο γλυκειὰ ἡ θεία ἀγάπη, τόσο μεγάλη, ποὺ δὲν τὴν ἀντέχουμε καὶ φθάνουμε στὸ σημεῖο νὰ ποῦμε: «Θεέ μου, φθάνει! Ἐλάττωσε λίγο τὴν ἀγάπη Σου, γιατὶ δὲν τὴν ἀντέχω».
Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ὁ Θεὸς θέλει νὰ μᾶς δείξη ὅτι ἀπὸ μέρους Του ὑπάρχει ὅλη ἡ διάθεση νὰ μᾶς δώση ἄφθονη τὴν ἀγάπη Του, ἀλλὰ δὲν τὸ κάνει, γιατὶ ἡ μπαταρία μας εἶναι μικρή. Χρειάζεται νὰ τὴν μεγαλώσουμε, ὥστε νὰ χωράη περισσότερη θεία ἀγάπη, γιατὶ τὸ θεῖο ρεῦμα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ ἔρχεται σ ̓ ἐμᾶς ἀνάλογα μὲ τὴν χωρητικότητά μας.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς»
Γέροντα, πῶς φθάνει ὁ ἄνθρωπος στὸν Θεό;
–Δύο περιπτώσεις ὑπάρχουν γιὰ νὰ μπορέση νὰ ἀνεβῆ κανεὶς ἐκεῖ ψηλὰ στὸν Θεὸ καὶ νὰ Τὸν «κάμψη» νὰ κατεβῆ καὶ νὰ μένη μαζί του.
Ἡ πρώτη περίπτωση εἶναι ἡ εἰλικρινὴς μετάνοια καὶ ἀφορᾶ τοὺς πολὺἁμαρτωλούς. Ὅταν συναισθάνωνται τὶς μεγάλες τους πτώσεις καὶ ταπεινώνωνται πολύ, ὁ Θεὸς γιὰ τὴν μεγάλη τους αὐτὴ ταπείνωση τοὺς ἀγαπάει πολὺ καὶ τοὺς ὑψώνει μέχρι τοὺς Οὐρανούς. «Μεγάλη χαρὰ γίνεται στοὺς Οὐρανοὺς γιὰ ἕναν ἄνθρωπο ποὺ μετανοεῖ»2, λέει τὸ Εὐαγγέλιο.
Τότε φυσικὰ καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ ἀγαποῦν τὸν Θεὸ πολύ, διότι πολὺ χρέος τοὺς χάρισε. Ἡ δεύτερη περίπτωση εἶναι ἡ ἑξῆς: Ὅταν ὁ ἄνθρωπος φυλαχθῆ καθαρὸς ἀπὸ θανάσιμες ἁμαρτίες, πρέπει νὰ εὐχαριστῆ τὸν Καλὸ Θεὸ ποὺ τὸν φύλαξε ἀπὸ μικρὸ παιδάκι καὶ δὲν λερώθηκε τὸ ἔνδυμα τῆς ψυχῆς του. Κι ἐσύ, ἂν δὲν σὲ ἐφύλαγε ἀπὸ μικρὴ ὁ Χριστὸς σὰν τὸ κλωσσοπούλι κάτω ἀπὸ τὰ φτερά Του, ἴσως νὰ ἤσουν σήμερα ἡ πιὸ ἁμαρτωλὴ τοῦ κόσμου. Γι ̓ αὐτὸ νὰ δοξολογῆς μέρα-νύχτα τὸν Καλὸ Θεὸ γιὰ τὴν μεγάλη Του αὐτὴ δωρεὰ καὶ νὰ ξεσπᾶς σὲ δάκρυα χαρᾶς καὶ εὐγνωμοσύνης πρὸς Αὐτόν.
Αὐτὰ τὰ δάκρυα ἔχουν τὴν ἴδια δύναμη –ἢ καὶ μεγαλύτερη –μὲ τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας καὶ τότε ὑψώνεται ὁ ἄνθρωπος στοὺς Οὐρανούς, φθάνει στὸν Θεὸ καὶ Τὸν δοξολογεῖ συνέχεια ὅπως οἱ Ἄγγελοι.
Κι ἐνῶ ζῆ στὴν γῆ, εἶναι σὰν νὰ ζῆ στὸν Οὐρανό. Ὅλη ἡ ζωή του τότε εἶναι μία δοξολογία καὶ τὸν θάνατο τὸν περιμένει μὲ δοξολογία, γιατὶ σκέφτεται ὅτι θὰ πάη πιὰ κοντὰ στὸν Θεὸ μονίμως, ποὺ εἶναι ὁ προορισμός του. Τότε ξεσπάει στὴν πιὸ μεγάλη δοξολογία «Δόξα σοι τῷ δείξαντιτὸ φῶς...».
Ἡ πρώτη περίπτωση εἶναι ἡ εἰλικρινὴς μετάνοια καὶ ἀφορᾶ τοὺς πολὺἁμαρτωλούς. Ὅταν συναισθάνωνται τὶς μεγάλες τους πτώσεις καὶ ταπεινώνωνται πολύ, ὁ Θεὸς γιὰ τὴν μεγάλη τους αὐτὴ ταπείνωση τοὺς ἀγαπάει πολὺ καὶ τοὺς ὑψώνει μέχρι τοὺς Οὐρανούς. «Μεγάλη χαρὰ γίνεται στοὺς Οὐρανοὺς γιὰ ἕναν ἄνθρωπο ποὺ μετανοεῖ»2, λέει τὸ Εὐαγγέλιο.
Τότε φυσικὰ καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ ἀγαποῦν τὸν Θεὸ πολύ, διότι πολὺ χρέος τοὺς χάρισε. Ἡ δεύτερη περίπτωση εἶναι ἡ ἑξῆς: Ὅταν ὁ ἄνθρωπος φυλαχθῆ καθαρὸς ἀπὸ θανάσιμες ἁμαρτίες, πρέπει νὰ εὐχαριστῆ τὸν Καλὸ Θεὸ ποὺ τὸν φύλαξε ἀπὸ μικρὸ παιδάκι καὶ δὲν λερώθηκε τὸ ἔνδυμα τῆς ψυχῆς του. Κι ἐσύ, ἂν δὲν σὲ ἐφύλαγε ἀπὸ μικρὴ ὁ Χριστὸς σὰν τὸ κλωσσοπούλι κάτω ἀπὸ τὰ φτερά Του, ἴσως νὰ ἤσουν σήμερα ἡ πιὸ ἁμαρτωλὴ τοῦ κόσμου. Γι ̓ αὐτὸ νὰ δοξολογῆς μέρα-νύχτα τὸν Καλὸ Θεὸ γιὰ τὴν μεγάλη Του αὐτὴ δωρεὰ καὶ νὰ ξεσπᾶς σὲ δάκρυα χαρᾶς καὶ εὐγνωμοσύνης πρὸς Αὐτόν.
Αὐτὰ τὰ δάκρυα ἔχουν τὴν ἴδια δύναμη –ἢ καὶ μεγαλύτερη –μὲ τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας καὶ τότε ὑψώνεται ὁ ἄνθρωπος στοὺς Οὐρανούς, φθάνει στὸν Θεὸ καὶ Τὸν δοξολογεῖ συνέχεια ὅπως οἱ Ἄγγελοι.
Κι ἐνῶ ζῆ στὴν γῆ, εἶναι σὰν νὰ ζῆ στὸν Οὐρανό. Ὅλη ἡ ζωή του τότε εἶναι μία δοξολογία καὶ τὸν θάνατο τὸν περιμένει μὲ δοξολογία, γιατὶ σκέφτεται ὅτι θὰ πάη πιὰ κοντὰ στὸν Θεὸ μονίμως, ποὺ εἶναι ὁ προορισμός του. Τότε ξεσπάει στὴν πιὸ μεγάλη δοξολογία «Δόξα σοι τῷ δείξαντιτὸ φῶς...».
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -104-
2Βλ. Λουκ. 15, 7.
2Βλ. Λουκ. 15, 7.
Γέροντα, πῶς πρέπει νὰ ἐργασθῶ, γιὰ νὰ ἀγαπήσω τὸν Θεό;
–Γιὰ νὰ ἀγαπήσης τὸν Θεό,
πρέπει νὰ ξεκινήσης ἀπὸ τὴν θυσία. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δὲν ὑπολογίζη τὸν ἑαυτό του καὶ θυσιάζεται, τότε τὰ πράγματα πᾶνε κανονικά: ἀγαπάει τὸν πλησίον του, ἀγαπάει τὸν Θεό.
Ὅσοι λένε ὅτι ἀγαποῦν τὸν Θεό, ἀλλὰ δὲν κάνουν μιὰ θυσία γιὰ τὸν πλησίον τους, «ἠγάπησαν τὸν Θεὸν ἐν τῷ στόματι αὐτῶν καὶ τῇ γλώσσῃ αὐτῶν ἐψεύσαντο Αὐτῷ».
–Γέροντα, πῶς αὐξάνεται ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό;
–Νὰ ἔχετε τὸν νοῦ σας συνέχεια στὸν Θεό, νὰ σκέφτεσθε τὸν Θεό.
Νὰ λέτε τὴν εὐχή, νὰ μιλᾶτε μὲ τὸν Θεό. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος κάνη αὐτὴν τὴν ἐργασία, κατ ̓ ἀρχὰς νιώθει λίγο τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ ἀργότερα, ὅσο προχωράει, τὴν νιώθει ὅλο καὶ πιὸ πολύ. Ὁ νοῦς του βρίσκεται μόνιμα πλέον στὸν Θεό, καὶ δὲν τὸν συγκινεῖ τίποτε τὸ γήινο καὶ μάταιο. Στὴν καρδιά του φουντώνει ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό, γεμίζει καὶ δὲν θέλει πιὰ νὰ σκέφτεται τίποτε ἄλλο ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Θεό. Ἀδιαφορεῖ γιὰ ὅλα τὰ τοῦ κόσμου καὶ σκέφτεται συνέχεια τὸν Οὐράνιο Πατέρα. Βλέπεις, ὅσοι ἀσχολοῦνται μὲ ἐφευρέσεις, ἀπορροφοῦνται ἀπὸ τὴν ἐπιστήμη.
Ποῦ εἶναι ὅμως ἡ δική μας ἀπορρόφηση ἀπὸ τὸν Χριστό;
Τί μᾶς λείπει,
Γέροντα, καὶ δὲν ἀναζητοῦμε μὲ τέτοιο ζῆλο τὸν Χριστό;
–Τίποτε δὲν μᾶς λείπει. Μυαλὸ ἔχουμε, ἡλικία ἔχουμε. Ὁ ἑαυτός μας εἶναι τὸ ἐμπόδιο.Ἂν δὲν πετάξουμε τὸν ἑαυτό μας, πῶς θὰ μπῆ μέσα μας ὁ Χριστός; Ἂν πετάξουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ φύγη ὁ κακὸς ἐνοικιαστής, ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος, θὰ κατοικήση στὸ κενὸ τῆς καρδιᾶς ὁ καινὸς ἄνθρωπος τῆς Καινῆς Διαθήκης καὶ θὰ γεμίση ὁ ναός μας, ὅλη ἡ ὕπαρξή μας, ἀπὸ ἀγάπη, γιατὶ θὰ φιλοξενῆται μέσα μας ἡ Ἀγάπη, ὁ Χριστός. Τότε πιὰ ἡ καρδιὰ γίνεται καμπάνα καὶ χτυπάει συνέχεια χαρμόσυνα καὶ τόσο δυνατά, ποὺ κοντεύουν νὰ σπάσουν οἱ τσατμάδες –τὰ κόκκαλα τῶν πλευρῶν –, οἱ ὁποῖοι εἶναι σουβαντισμένοι μὲ πηλό, ποὺ ἔγινε σάρκα μὲ τὴν διαταγὴ τοῦ Θεοῦ. Κι ἂν βρεθῆς στὴν ἔρημο καὶ δὲν ὑπάρχη ναός, τότε ναὸς εἶναι τὸ σῶμα σου καὶ καμπάνα ἡ καρδιά σου.
–Γιὰ νὰ ἀγαπήσης τὸν Θεό,
πρέπει νὰ ξεκινήσης ἀπὸ τὴν θυσία. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δὲν ὑπολογίζη τὸν ἑαυτό του καὶ θυσιάζεται, τότε τὰ πράγματα πᾶνε κανονικά: ἀγαπάει τὸν πλησίον του, ἀγαπάει τὸν Θεό.
Ὅσοι λένε ὅτι ἀγαποῦν τὸν Θεό, ἀλλὰ δὲν κάνουν μιὰ θυσία γιὰ τὸν πλησίον τους, «ἠγάπησαν τὸν Θεὸν ἐν τῷ στόματι αὐτῶν καὶ τῇ γλώσσῃ αὐτῶν ἐψεύσαντο Αὐτῷ».
–Γέροντα, πῶς αὐξάνεται ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό;
–Νὰ ἔχετε τὸν νοῦ σας συνέχεια στὸν Θεό, νὰ σκέφτεσθε τὸν Θεό.
Νὰ λέτε τὴν εὐχή, νὰ μιλᾶτε μὲ τὸν Θεό. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος κάνη αὐτὴν τὴν ἐργασία, κατ ̓ ἀρχὰς νιώθει λίγο τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ ἀργότερα, ὅσο προχωράει, τὴν νιώθει ὅλο καὶ πιὸ πολύ. Ὁ νοῦς του βρίσκεται μόνιμα πλέον στὸν Θεό, καὶ δὲν τὸν συγκινεῖ τίποτε τὸ γήινο καὶ μάταιο. Στὴν καρδιά του φουντώνει ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό, γεμίζει καὶ δὲν θέλει πιὰ νὰ σκέφτεται τίποτε ἄλλο ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Θεό. Ἀδιαφορεῖ γιὰ ὅλα τὰ τοῦ κόσμου καὶ σκέφτεται συνέχεια τὸν Οὐράνιο Πατέρα. Βλέπεις, ὅσοι ἀσχολοῦνται μὲ ἐφευρέσεις, ἀπορροφοῦνται ἀπὸ τὴν ἐπιστήμη.
Ποῦ εἶναι ὅμως ἡ δική μας ἀπορρόφηση ἀπὸ τὸν Χριστό;
Τί μᾶς λείπει,
Γέροντα, καὶ δὲν ἀναζητοῦμε μὲ τέτοιο ζῆλο τὸν Χριστό;
–Τίποτε δὲν μᾶς λείπει. Μυαλὸ ἔχουμε, ἡλικία ἔχουμε. Ὁ ἑαυτός μας εἶναι τὸ ἐμπόδιο.Ἂν δὲν πετάξουμε τὸν ἑαυτό μας, πῶς θὰ μπῆ μέσα μας ὁ Χριστός; Ἂν πετάξουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ φύγη ὁ κακὸς ἐνοικιαστής, ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος, θὰ κατοικήση στὸ κενὸ τῆς καρδιᾶς ὁ καινὸς ἄνθρωπος τῆς Καινῆς Διαθήκης καὶ θὰ γεμίση ὁ ναός μας, ὅλη ἡ ὕπαρξή μας, ἀπὸ ἀγάπη, γιατὶ θὰ φιλοξενῆται μέσα μας ἡ Ἀγάπη, ὁ Χριστός. Τότε πιὰ ἡ καρδιὰ γίνεται καμπάνα καὶ χτυπάει συνέχεια χαρμόσυνα καὶ τόσο δυνατά, ποὺ κοντεύουν νὰ σπάσουν οἱ τσατμάδες –τὰ κόκκαλα τῶν πλευρῶν –, οἱ ὁποῖοι εἶναι σουβαντισμένοι μὲ πηλό, ποὺ ἔγινε σάρκα μὲ τὴν διαταγὴ τοῦ Θεοῦ. Κι ἂν βρεθῆς στὴν ἔρημο καὶ δὲν ὑπάρχη ναός, τότε ναὸς εἶναι τὸ σῶμα σου καὶ καμπάνα ἡ καρδιά σου.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -105-
Γέροντα, φοβᾶμαι μήπως δὲν σωθῶ.
–Μὴ φοβᾶσαι· μαζὶ θὰ πᾶμε ἐπάνω.
Μόνο νὰ πῆς στὴν Γερόντισσα νὰ μᾶς δώση δύο μεγάλα μπουκάλια γιὰ τὸν δρόμο
–πρόσεξε νὰ εἶναι πλαστικά, ὄχι γυάλινα, γιὰ νὰ μὴ σπάσουν στὸ ταξίδι!... Θὰ τὰ γεμίσουμε νερὸ καί, μέχρι νὰ ἀνεβοῦμε στὸν Οὐρανό, ἀπὸ τὴν κούραση θὰ τὸ πιοῦμε! Μόνον τρία δάκτυλα θὰ ἀφήσουμε καὶ θὰπαρακαλέσουμε τὸν Χριστὸ νὰ τὸ εὐλογήση, νὰ τὸ κάνη κρασὶ καὶ μετὰ θὰ τὸ πιοῦμε καὶ θὰ μεθύσουμε πνευματικὰ κοντὰ στὸν Χριστό.
–Γέροντα, ποιό εἶναι αὐτὸ τὸ νερό;
–Εἶναι ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς ἀδελφούς. –Καὶ ἡ μέθη;
–Εἶναι ἡ μέθη ἀπὸ τὸ ἍγιοΠνεῦμα. Αὐτοὶ ποὺ μεθοῦν ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀγάλλονται συνέχεια ἀπὸ τὴν στοργὴ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Πατέρα τους.
Ἂν μεθύση ὁ ἄνθρωπος πνευματικὰ μὲ τὸ οὐράνιο κρασί, ἡ ζωή του ἐδῶ στὴν γῆ γίνεται μαρτυρική, μὲ τὴν καλὴ ὅμως ἔννοια. Ἀχρηστεύεται γιὰ τὸν κόσμο, ἀδιαφορεῖ γιὰ καθετὶ γήινο καὶ ὅλα τὰ «θεωρεῖ σκύβαλα»6.
Βλέπεις, ὅσοι πίνουν πολὺ καὶ μεθοῦν, μετὰ δὲν νοιάζονται γιὰ τίποτε. «Μπαρμπα-Θανάση, τὸ καλύβι σου καίγεται», φώναζαν σὲ κάποιο γεροντάκι ποὺ τὸ καλύβι του εἶχε πάρει φωτιά. «Ἄσ ̓ το νὰ καῆ», ἔλεγε αὐτός, γιατὶ εἶχε πιεῖ καὶ ἦταν μεθυσμένος!...
Ἡ ἄλλη μέθη, ἡ οὐράνια, εἶναι καλή, ἀλλὰ πρέπει νὰ εἶναι κανεὶς συνέχεια ἐκεῖ, στὸ ἀτέλειωτο βαρέλι, τὸ οὐράνιο. Εὔχομαι νὰ βρῆτε τὴν παραδεισένια θεία κάνουλα καὶ νὰ πίνετε καὶ νὰ μεθᾶτε συνέχεια ἀπὸ τὸ παραδεισένιο κρασί.
Ἀμήν!
–Μὴ φοβᾶσαι· μαζὶ θὰ πᾶμε ἐπάνω.
Μόνο νὰ πῆς στὴν Γερόντισσα νὰ μᾶς δώση δύο μεγάλα μπουκάλια γιὰ τὸν δρόμο
–πρόσεξε νὰ εἶναι πλαστικά, ὄχι γυάλινα, γιὰ νὰ μὴ σπάσουν στὸ ταξίδι!... Θὰ τὰ γεμίσουμε νερὸ καί, μέχρι νὰ ἀνεβοῦμε στὸν Οὐρανό, ἀπὸ τὴν κούραση θὰ τὸ πιοῦμε! Μόνον τρία δάκτυλα θὰ ἀφήσουμε καὶ θὰπαρακαλέσουμε τὸν Χριστὸ νὰ τὸ εὐλογήση, νὰ τὸ κάνη κρασὶ καὶ μετὰ θὰ τὸ πιοῦμε καὶ θὰ μεθύσουμε πνευματικὰ κοντὰ στὸν Χριστό.
–Γέροντα, ποιό εἶναι αὐτὸ τὸ νερό;
–Εἶναι ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς ἀδελφούς. –Καὶ ἡ μέθη;
–Εἶναι ἡ μέθη ἀπὸ τὸ ἍγιοΠνεῦμα. Αὐτοὶ ποὺ μεθοῦν ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἀγάλλονται συνέχεια ἀπὸ τὴν στοργὴ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Πατέρα τους.
Ἂν μεθύση ὁ ἄνθρωπος πνευματικὰ μὲ τὸ οὐράνιο κρασί, ἡ ζωή του ἐδῶ στὴν γῆ γίνεται μαρτυρική, μὲ τὴν καλὴ ὅμως ἔννοια. Ἀχρηστεύεται γιὰ τὸν κόσμο, ἀδιαφορεῖ γιὰ καθετὶ γήινο καὶ ὅλα τὰ «θεωρεῖ σκύβαλα»6.
Βλέπεις, ὅσοι πίνουν πολὺ καὶ μεθοῦν, μετὰ δὲν νοιάζονται γιὰ τίποτε. «Μπαρμπα-Θανάση, τὸ καλύβι σου καίγεται», φώναζαν σὲ κάποιο γεροντάκι ποὺ τὸ καλύβι του εἶχε πάρει φωτιά. «Ἄσ ̓ το νὰ καῆ», ἔλεγε αὐτός, γιατὶ εἶχε πιεῖ καὶ ἦταν μεθυσμένος!...
Ἡ ἄλλη μέθη, ἡ οὐράνια, εἶναι καλή, ἀλλὰ πρέπει νὰ εἶναι κανεὶς συνέχεια ἐκεῖ, στὸ ἀτέλειωτο βαρέλι, τὸ οὐράνιο. Εὔχομαι νὰ βρῆτε τὴν παραδεισένια θεία κάνουλα καὶ νὰ πίνετε καὶ νὰ μεθᾶτε συνέχεια ἀπὸ τὸ παραδεισένιο κρασί.
Ἀμήν!
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -109-
6Βλ. Φιλιπ. 3, 8
–Γέροντα, ἕνας ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἐξομολογεῖται μπορεῖ νὰ εἶναι ἐσωτερικὰ ἀναπαυμένος;
–Πῶς νὰ εἶναι ἀναπαυμένος; Γιὰ νὰ νιώση κανεὶς ἀνάπαυση, πρέπει νὰ πετάξη τὰ μπάζα ἀπὸ μέσα του. Αὐτὸ θὰ γίνη μὲ τὴν ἐξομολόγηση. Ἀνοίγοντας ὁ ἄνθρωπος τὴν καρδιά του στὸν πνευματικὸ καὶ λέγοντας τὰ σφάλματά του, ταπεινώνεται, καὶ ἔτσι ἀνοίγει τὴν πύλη τοῦ Οὐρανοῦ, ἔρχεται πλούσια ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ ἐλευθερώνεται.Πρὶν ἀπὸ τὴν ἐξομολόγηση στὴν κορυφή του ὑπάρχει ὁμίχλη, βλέπει θαμπὰ καὶ δικαιολογεῖ τὰ σφάλματά του. Γιατί, ὅταν ὁ νοῦς του εἶναι σκοτισμένος ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες, δὲν βλέπει καθαρά.
Μὲ τὴν ἐξομολόγηση κάνει μιὰ «φούουου», φεύγει ἡ ὁμίχλη καὶ καθαρίζει ὁ ὁρίζοντας. Γι ̓ αὐτό, ὅσους ἔρχονται νὰσυζητήσουμε ἕνα θέμα ἢ νὰ μοῦ ζητήσουν μιὰ συμβουλὴ κ.λπ., ἂν δὲν ἔχουν ἐξομολογηθῆ ποτέ, τοὺς στέλνω πρῶτα νὰ ἐξομολογηθοῦν καὶ μετὰ νὰ ἔρθουν νὰ μιλήσουμε. Μερικοὶ μοῦ λένε: «Γέροντα, ἀφοῦ ἐσὺ μπορεῖς νὰ καταλάβης τί πρέπει νὰ κάνω γι ̓ αὐτὸ τὸ θέμα, πέςμου». «Καὶ νὰ καταλάβω ἐγὼ τί πρέπει νὰ κάνης, τοὺς λέω, δὲν θὰ καταλάβης ἐσὺ τί θὰ σοῦ πῶ.
Γι ̓ αὐτὸ πήγαινε πρῶτα νὰ ἐξομολογηθῆς καὶ ὕστερα ἔλα νὰ συζητήσουμε». Γιατί, πῶς νὰ ἐπικοινωνήσης καὶ νὰ συνεννοηθῆς μὲ ἕναν ἄνθρωπο, ὅταν βρίσκεται σὲ ἄλλη συχνότητα;Μὲ τὴν ἐξομολόγηση πετάει ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ μέσα του ὅ,τι ἄχρηστο ἔχει καὶ καρποφορεῖ πνευματικά. Μιὰ μέρα ἔσκαβα τὸν κῆπο μου, γιὰ νὰ φυτέψω λίγες ντοματιές. Ἐκείνη τὴν ὥρα ἦρθε κάποιος καὶ μοῦ λέει: «Τί κάνεις, Γέροντα;». «Τί νὰ κάνω; τοῦ λέω, ἐξομολογῶ τὸν κῆπο μου». «Καλά, Γέροντα, μοῦ λέει, χρειάζεται καὶ ὁ κῆπος ἐξομολόγηση;». «Ἀσφαλῶς χρειάζεται. Ἔχω διαπιστώσει πώς, ὅταν τὸν ἐξομολογῶ, βγάζω δηλαδὴ ἔξω πέτρες, ἀγριάδες, ἀγκάθια κ.λπ., τότε βγάζει ἐπίσημα κηπευτικά, ἀλλιῶς οἱ ντομάτες γίνονται κιτρινιάρικες, καχεκτικές!»...
–Πῶς νὰ εἶναι ἀναπαυμένος; Γιὰ νὰ νιώση κανεὶς ἀνάπαυση, πρέπει νὰ πετάξη τὰ μπάζα ἀπὸ μέσα του. Αὐτὸ θὰ γίνη μὲ τὴν ἐξομολόγηση. Ἀνοίγοντας ὁ ἄνθρωπος τὴν καρδιά του στὸν πνευματικὸ καὶ λέγοντας τὰ σφάλματά του, ταπεινώνεται, καὶ ἔτσι ἀνοίγει τὴν πύλη τοῦ Οὐρανοῦ, ἔρχεται πλούσια ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ ἐλευθερώνεται.Πρὶν ἀπὸ τὴν ἐξομολόγηση στὴν κορυφή του ὑπάρχει ὁμίχλη, βλέπει θαμπὰ καὶ δικαιολογεῖ τὰ σφάλματά του. Γιατί, ὅταν ὁ νοῦς του εἶναι σκοτισμένος ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες, δὲν βλέπει καθαρά.
Μὲ τὴν ἐξομολόγηση κάνει μιὰ «φούουου», φεύγει ἡ ὁμίχλη καὶ καθαρίζει ὁ ὁρίζοντας. Γι ̓ αὐτό, ὅσους ἔρχονται νὰσυζητήσουμε ἕνα θέμα ἢ νὰ μοῦ ζητήσουν μιὰ συμβουλὴ κ.λπ., ἂν δὲν ἔχουν ἐξομολογηθῆ ποτέ, τοὺς στέλνω πρῶτα νὰ ἐξομολογηθοῦν καὶ μετὰ νὰ ἔρθουν νὰ μιλήσουμε. Μερικοὶ μοῦ λένε: «Γέροντα, ἀφοῦ ἐσὺ μπορεῖς νὰ καταλάβης τί πρέπει νὰ κάνω γι ̓ αὐτὸ τὸ θέμα, πέςμου». «Καὶ νὰ καταλάβω ἐγὼ τί πρέπει νὰ κάνης, τοὺς λέω, δὲν θὰ καταλάβης ἐσὺ τί θὰ σοῦ πῶ.
Γι ̓ αὐτὸ πήγαινε πρῶτα νὰ ἐξομολογηθῆς καὶ ὕστερα ἔλα νὰ συζητήσουμε». Γιατί, πῶς νὰ ἐπικοινωνήσης καὶ νὰ συνεννοηθῆς μὲ ἕναν ἄνθρωπο, ὅταν βρίσκεται σὲ ἄλλη συχνότητα;Μὲ τὴν ἐξομολόγηση πετάει ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ μέσα του ὅ,τι ἄχρηστο ἔχει καὶ καρποφορεῖ πνευματικά. Μιὰ μέρα ἔσκαβα τὸν κῆπο μου, γιὰ νὰ φυτέψω λίγες ντοματιές. Ἐκείνη τὴν ὥρα ἦρθε κάποιος καὶ μοῦ λέει: «Τί κάνεις, Γέροντα;». «Τί νὰ κάνω; τοῦ λέω, ἐξομολογῶ τὸν κῆπο μου». «Καλά, Γέροντα, μοῦ λέει, χρειάζεται καὶ ὁ κῆπος ἐξομολόγηση;». «Ἀσφαλῶς χρειάζεται. Ἔχω διαπιστώσει πώς, ὅταν τὸν ἐξομολογῶ, βγάζω δηλαδὴ ἔξω πέτρες, ἀγριάδες, ἀγκάθια κ.λπ., τότε βγάζει ἐπίσημα κηπευτικά, ἀλλιῶς οἱ ντομάτες γίνονται κιτρινιάρικες, καχεκτικές!»...
γ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Γ’ «Πνευματικὸς Ἀγώνας»-140-
Μὲ τὴν ἐξομολόγησηὁ ἄνθρωπος λυτρώνεται.
Γέροντα, στὰ πρῶτα χρόνια τοῦ Χριστιανισμοῦ οἱ Χριστιανοὶ ἔκαναν δημόσια ἐξομολόγηση. Βοηθάει αὐτό;
–Ἄλλα τὰ πρῶτα χρόνια τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ ἄλλα τώρα. Σήμερα αὐτὸ δὲν βοηθάει.
–Γιατί, Γέροντα; Τότε εἶχαν πιὸ πολὺ ζῆλο;
–Καὶ πιὸ πολὺ ζῆλο εἶχαν καὶ δὲν εἶχαν αὐτὰ ποὺ ἔχουν σήμερα οἱ ἄνθρωποι. Τώρα, βλέπεις, τὰ ἀνδρόγυνα χωρίζουν στὰ καλὰ καθούμενα, δὲν εἶναι ὅπως παλιά.Ἔχουνἀπομακρυνθῆ οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως, ...
Συνεχίστε την ανάγνωσηΓέροντα, στὰ πρῶτα χρόνια τοῦ Χριστιανισμοῦ οἱ Χριστιανοὶ ἔκαναν δημόσια ἐξομολόγηση. Βοηθάει αὐτό;
–Ἄλλα τὰ πρῶτα χρόνια τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ ἄλλα τώρα. Σήμερα αὐτὸ δὲν βοηθάει.
–Γιατί, Γέροντα; Τότε εἶχαν πιὸ πολὺ ζῆλο;
–Καὶ πιὸ πολὺ ζῆλο εἶχαν καὶ δὲν εἶχαν αὐτὰ ποὺ ἔχουν σήμερα οἱ ἄνθρωποι. Τώρα, βλέπεις, τὰ ἀνδρόγυνα χωρίζουν στὰ καλὰ καθούμενα, δὲν εἶναι ὅπως παλιά.Ἔχουνἀπομακρυνθῆ οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως, ...
Ἔχει κάνει μεγάλη ζημιὰ ὁ Ἰνδουϊσμὸς.
Οἱ Ἰνδοί, ἐνῶ εἶναι ἔξυπνος λαός, ἐνῶ ἔχουν μεταφυσικὲς ἀνησυχίες καὶ πολλὴ καρδιά, ἀσχολοῦνται μὲ τὴν δῆθεν φιλοσοφία, μὲ πλάνες καὶ μὲ μαγεῖες. Τοὺς Εὐρωπαίους τοὺς ἁλωνίζουν μὲ τὶς θεωρίες τους. Καὶ βλέπεις, οἱ ἀρχηγοί τους εἶναι σὰν ταῦροι καὶ οἱ ἄλλοι ἐκεῖ στὶς Ἰνδίες πεθαίνουν ἀπὸ τὴν πεῖνα! Ἔρχονται κι ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα καὶ ξεγελοῦν τὸν κόσμο μὲ τὴν νιρβάνα, τὴν τεμπελιά, τὶς
μετεμψυχώσεις...Χρησιμοποιοῦν ἐν τῷ μεταξὺ στὰ βιβλία τους...
Συνεχίστε την ανάγνωσηΟἱ Ἰνδοί, ἐνῶ εἶναι ἔξυπνος λαός, ἐνῶ ἔχουν μεταφυσικὲς ἀνησυχίες καὶ πολλὴ καρδιά, ἀσχολοῦνται μὲ τὴν δῆθεν φιλοσοφία, μὲ πλάνες καὶ μὲ μαγεῖες. Τοὺς Εὐρωπαίους τοὺς ἁλωνίζουν μὲ τὶς θεωρίες τους. Καὶ βλέπεις, οἱ ἀρχηγοί τους εἶναι σὰν ταῦροι καὶ οἱ ἄλλοι ἐκεῖ στὶς Ἰνδίες πεθαίνουν ἀπὸ τὴν πεῖνα! Ἔρχονται κι ἐδῶ στὴν Ἑλλάδα καὶ ξεγελοῦν τὸν κόσμο μὲ τὴν νιρβάνα, τὴν τεμπελιά, τὶς
μετεμψυχώσεις...Χρησιμοποιοῦν ἐν τῷ μεταξὺ στὰ βιβλία τους...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου