Λένε μερικοί, να κοινωνούμε μόνο μια φορά τον μήνα, για να μη μας γίνεται συνήθεια”, είπα στον Γέροντα.
Και εκείνος μου απάντησε: “Δεν είναι σωστό αυτό, διότι και μία φορά τον χρόνο να κοινωνή κανείς, μπορεί να το πάρη σαν συνήθεια , ότι δικαιούμαι να κοινωνώ.
Είχε έλθη ένα ιερέας , ο οπoίος μου είπε ότι αποφεύγει να λειτουργή συχνά, για να μη του γίνη συνήθεια. Τότε στενοχωρήθηκα πολύ, διότι όσο πιο τακτικά λειτουργή κανείς τόσο πιο περισσότερο πρέπει να διαλύεται συναισθανόμενος το μυστήριον, που επιτελεί.
Πρέπει τακτικά να εξομολογούμεθα και με την ευλογία του πνευματικού μας να κοινωνούμε.
Όταν ένας άνθρωπος αρρωστήση, παίρνει δύναμη με την μετάγγιση αίματος.
Πόσον μεγαλύτερη δύναμη παίρνει ο άνθρωπος , όταν μεταγγίζεται μέσα του το θείον αίμα του Χριστού. Καμμιά φορά παρατηρήται αλλοίωσις στο πρόσωπο εκείνου, που κοινωνεί. Ακόμη συμβαίνει μερικές φορές, ο άνθρωπος να νοιώθη μεγαλύτερη χαρά, όταν δεν είναι πολύ καλά προετοιμασμένος για να κοινωνήση, διότι είναι πιο ταπεινός από άλλες φορές ,που έχει προετοιμασθή καλα.
Αγίου Παΐσιου Αγιορείτου.
Του.Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου
Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης ‘’…η ημέρα μου φαινόταν σαν νύχτα!’’
Έλεγε ο γέροντας:
«Όταν ήμουν στα Κατουνάκια, στο Κελλί του Υπατίου, ένα απόγευμα… Έλεγα συνέχεια την ευχή. Γύρω στις έντεκα την νύχτα γέμισε ξαφνικά το κελλί με ένα φως γλυκό, ουράνιο. Ήταν πολύ δυνατό, αλλά δεν σε θάμπωνε. Κατάλαβα όμως ότι και τα μάτια μου «δυνάμωσαν», για να μπορώ να αντέξω αυτήν την λάμψη. Όσο ήμουν σε αυτήν την κατάσταση, μέσα στο θείο εκείνο φως, ήμουν σ’ έναν άλλον κόσμο, πνευματικό. Αισθανόμουν μια ανέκφραστη αγαλλίαση, και τα σώμα μου ανάλαφρο: είχε χαθεί το βάρος του σώματος. Ένιωθα την Χάρη του Θεού, τον θείο φωτισμό. Θεία νοήματα περνούσαν γρήγορα από το νου μου σαν ερωταποκρίσεις. Δεν είχα προβλήματα, ούτε θέματα να ρωτήσω, όμως ρωτούσα και είχα συγχρόνως και την απάντηση. Ήταν ανθρώπινα λόγια οι απαντήσεις, είχαν όμως και θεολογία, αφού ήταν θείες. Και τόσο πολλά όλα αυτά, ώστε, αν τα έγραφε κανείς, θα γραφόταν άλλος ένας Ευεργετινός. Αυτό κράτησε όλη την νύχτα, μέχρι τις εννέα τα πρωί. Όταν πια χάθηκε εκείνο τα φώς, όλα μου φαίνονταν σκοτεινά. Βγήκα έξω και ήταν σαν νύχτα. «Τί ώρα είναι; Δεν έφεξε ακόμη»; ρώτησα έναν μοναχό που περνούσε από εκεί. Εκείνος με κοίταξε και μου απάντησε με απορία: «Τι είπες, πάτερ Παΐσιε»; «Τι είπα»; αναρωτήθηκα και μπήκα μέσα. Κοιτάζω τα ρολόι και τότε συνειδητοποίησα τι είχε συμβεί, Η ώρα ήταν εννιά το πρωί, ο ήλιος ψηλά, κι εμένα η ημέρα μου φαινόταν σαν νύχτα! Ο ήλιος δηλαδή μου φαινόταν ότι ίσα-ίσα φώτιζε: σαν να είχε γίνει έκλειψη ηλίου. Ήμουν σαν έναν που πετιέται απότομα από το δυνατό φως στα σκοτάδι. Τόσο μεγάλη η διαφορά!»…
Όποιος νομίζει ότι μπορεί να γνωρίσει τα μυστήρια του Θεού, με την εξωτερική επιστημονική θεωρία, μοιάζει με τον άνθρωπο που θέλει να δει τον παράδεισο με το τηλεσκόπιο.
Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι ς΄ – Περί προσευχής – Σουρωτή Θεσσαλονίκης 2012).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου