Μὲ τὴν ἀρχοντιὰ ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἐπαφὴ μὲ τὸν Θεὸ.
–Πῶς συγγενεύει, Γέροντα, ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸν Θεό;
–Ὅλη ἡ βάση εἶναι νὰ ἀποκτήση ὁ ἄνθρωπος τὴν πνευματικὴ ἀρχοντιά. Τότε συγγενεύει μὲ τὸν Θεό.
–Γέροντα, μπορεῖ μιὰ ἀδελφὴ νὰ κάνη στὸ κελλί της πνευματικὰ καὶ ὕστερα νὰ μὴν ἔχη κουράγιο νὰ βοηθήση σὲ μιὰ κοινὴ ἐργασία;
–Τί πνευματικά; εἰς βάρος τῶν ἄλλων; Δηλαδὴ νὰ κοπιάζη ὁ ἄλλος κι ἐγὼ
νὰ κάνω πνευματικά; Μὰ αὐτὸ δὲν εἶναι πνευματικό, ἰδίως γιὰ ἕναν νέο. Ὁ
νέος πρέπει νὰ κοιτάξη πῶς νὰ βοηθήση ἕναν ἡλικιωμένο. Ἄντε τώρα, ὁ νέος
νὰ κάνη δῆθεν πνευματικὰ καὶ ἕνας γέρος νὰ ζορίζεται νὰ βγάλη πέρα τὴν
δουλειά! Ἔχει θυσία αὐτό; Ἔχει ἀρχοντιά; Νὰ μελετήσω, νὰ κάνω πνευματικὰ
καὶ νὰ ἀφήσω γιὰ τοὺς ἄλλους τὶς δουλειές; Αὐτὰ εἶναι κούφια πράγματα!
Πολλὲς ψυχὲς δὲν ἔχουν ἀκόμη συλλάβει τὸ νόημα τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Τὴν
ἀλλοίωση τὴν ἀρχοντικὴ δὲν τὴν ἔχουν γευθῆ· σκέφτονται τὸν ἑαυτό
τους.Στὴν δυσκολία δίνει ἐξετάσεις ὁ ἄνθρωπος. Θυμᾶμαι, μιὰ φορὰ στὸ
Κοινόβιο8μοῦ εἶχαν πεῖ νὰ μείνω στὸ κελλὶ καὶ νὰ εἶμαι σὲ τελεία
ἀκινησία, γιατὶ ἔβγαζα συνέχεια αἷμα. Κάποια στιγμὴ βλέπω ἀπὸ τὸ
παράθυρο ἕνα γεροντάκι, τὸν πορτάρη, νὰ παιδεύεταινὰ σχίση μὲ τὸ
τσεκούρι ἕνα κούτσουρο, γιὰ νὰ τὸ βάλη στὸ τζάκι. Αὐτὸ τὸ γεροντάκι εἶχε
πρόβλημα μὲ τὰ ἔντερα καὶ εἶχε, τὸ καημένο, συνέχεια αἱμορραγίες· εἶχε
τελείως ἐξαντληθῆ. Νὰ σκεφθῆτε κοιμόταν μὲ τὰ παπούτσια, γιατὶ δὲν εἶχε
κουράγιο νὰ τὰ λύνη καὶ νὰ τὰ δένη. Πετάγομαι, πιάνω τὸ τσεκούρι, χτυπῶ
μιὰ-δυὸ τὸ κούτσουρο, τὸ σχίζω, καὶ νά, μετὰ βγῆκε τὸ αἷμα ἀπὸ τὸ στόμα
μου. Κατάλαβες; Οὔτε κἂν σκέφθηκα τὴν κατάστασή μου· δὲν ὑπολόγισα
καθόλου τὸν ἑαυτό μου. Ἀρχοντιὰ πνευματική! Τίποτε ἄλλο δὲν συγκινεῖτὸν
Θεὸ ὅσο ἡ ἀρχοντιά! Εἶναι ὁ δέκτης τῆς θείας Χάριτος.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -132-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου