Η καρδιά δεν γερνάει ποτέ
-Γέροντα, ο Αββάς Παμβώ λέει: «Ει έχεις καρδίαν, δύνασαι σωθήναι». Τι εννοεί με το «ει έχεις καρδίαν»;
-Πολλά μπορεί να εννοή. Πρώτον αν έχης καρδιά, ίσον αν αγαπάς τον Θεό. Δεύτερον αν έχης καρδιά, ίσον αν έχης ευαισθησία και δεν είσαι αναίσθητος. Τρίτον αν έχης καρδιά, ίσον αν έχης καλωσύνη. Τέταρτον αν έχης καρδιά ίσον αν έχης ανεκτικότητα. Πέμπτον αν έχης καρδιά, ίσον αν έχης παλληκαριά. Όταν λέμε «καρδιά» δεν εννοούμε ένα κομμάτι σάρκα, αλλά την διάθεση για θυσία, την αρχοντική αγάπη.
Μεγάλο πράγμα η δύναμη της καρδιάς! Η καρδιά είναι σαν μια μπαταρία που συνέχεια φορτίζεται. Ούτε κουράζεται, ούτε γερνάει η δύναμή της δεν εξαντλείται ποτέ. Αλλά πρέπει να δουλεύουμε την καρδιά. Γιατί κι εγώ έχω καρδιά κι εσύ έχεις καρδιά, αλλά τί το θέλεις ,αν δεν την δουλεύουμε; Αν δεν δουλεύη κανείς την καρδιά, μπορεί να είναι γίγαντας και να μην έχη κουράγιο να κάνη τίποτε.
-Πολλά μπορεί να εννοή. Πρώτον αν έχης καρδιά, ίσον αν αγαπάς τον Θεό. Δεύτερον αν έχης καρδιά, ίσον αν έχης ευαισθησία και δεν είσαι αναίσθητος. Τρίτον αν έχης καρδιά, ίσον αν έχης καλωσύνη. Τέταρτον αν έχης καρδιά ίσον αν έχης ανεκτικότητα. Πέμπτον αν έχης καρδιά, ίσον αν έχης παλληκαριά. Όταν λέμε «καρδιά» δεν εννοούμε ένα κομμάτι σάρκα, αλλά την διάθεση για θυσία, την αρχοντική αγάπη.
Μεγάλο πράγμα η δύναμη της καρδιάς! Η καρδιά είναι σαν μια μπαταρία που συνέχεια φορτίζεται. Ούτε κουράζεται, ούτε γερνάει η δύναμή της δεν εξαντλείται ποτέ. Αλλά πρέπει να δουλεύουμε την καρδιά. Γιατί κι εγώ έχω καρδιά κι εσύ έχεις καρδιά, αλλά τί το θέλεις ,αν δεν την δουλεύουμε; Αν δεν δουλεύη κανείς την καρδιά, μπορεί να είναι γίγαντας και να μην έχη κουράγιο να κάνη τίποτε.
Και
άλλος μπορεί να είναι τόσος δα, αλλά επειδή ό,τι κάνει το κάνει με την
καρδιά του, δεν κουράζεται καθόλου. Να, βλέπω κι εδώ μια αδελφή που δεν
έχει αντοχή, αλλά, επειδή βάζει καρδιά σε ό,τι κάνει, δεν νιώθει
κούραση. Δεν κοιτάζει να ξεφύγη την δουλειά κοιτάζει πώς θα αναπαύση τον
άλλον. Το καθετί το κάνει με αγάπη, γιατί το πονάει και όχι για να την
δουν οι άλλοι και να της πουν «μπράβο». Δεν έχει φιλαυτία,
ανθρωπαρέσκεια, κινείται στην αφάνεια, οπότε δέχεται την θεία Χάρη και
βοηθιέται από τον Θεό.
Όταν ένας άνθρωπος είναι ασθενικός ή έχη γεράσει και το σώμα του δεν μπορεί να κοπιάση, αν έχη μάθει να δουλεύη την καρδιά, η καρδιά ζορίζει το σώμα, για να δουλεύη. Είναι σαν ένα παλιό αυτοκίνητο με ρόδες ξεφουσκωμένες, με άξονες χαλασμένους, που η μηχανή του όμως είναι γερή και το σπρώχνει και τρέχει.
Όταν ένας άνθρωπος είναι ασθενικός ή έχη γεράσει και το σώμα του δεν μπορεί να κοπιάση, αν έχη μάθει να δουλεύη την καρδιά, η καρδιά ζορίζει το σώμα, για να δουλεύη. Είναι σαν ένα παλιό αυτοκίνητο με ρόδες ξεφουσκωμένες, με άξονες χαλασμένους, που η μηχανή του όμως είναι γερή και το σπρώχνει και τρέχει.
Ενώ
ένας άνθρωπος νέος και γερός, αν δεν δουλεύη την καρδιά, είναι σαν ένα
καινούριο αυτοκίνητο που δεν έχει γερή μηχανή και δεν μπορεί να
προχωρήση. Του φαίνεται βουνό να κάνη και τον πιο μικρό κόπο.
Καμμιά
φορά στο Καλύβι τυχαίνει να ξεχάση κανένα γεροντάκι την ομπρέλα του ή
μια τσάντα και λέω σε κανένα νέο παιδί: «Άντε, παλληκάρι, τρέχα λιγάκι
να προλάβης το γεροντάκι». Μόλις τ' ακούη, αναστενάζει. «Δεν θα γυρίσει
πίσω, Πάτερ;», λέει. «Άντε, βρε παλληκάρι, ξαναλέω, κάνε αγάπη». Πάλι
αναστενάζει. Ε, αυτός μόνον που άκουσε: «τρέχα λιγάκι», κουράστηκε, πόσο
μάλλον να πήγαινε!
Αν ο άνθρωπος δεν δουλεύη την καρδιά, δεν είναι ούτε σαν ζώο άγαλμα γίνεται. Είναι άχρηστη η καρδιά του.
Από το βιβλίο: «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Ε΄ ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ»
Αν ο άνθρωπος δεν δουλεύη την καρδιά, δεν είναι ούτε σαν ζώο άγαλμα γίνεται. Είναι άχρηστη η καρδιά του.
Από το βιβλίο: «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Ε΄ ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ»
Ο άθεος φοιτητής
Πριν
από αρκετά χρόνια με πλησίασε κάποιος νεαρός φοιτητής. Με πολλή
διστακτικότητα, αλλά και με την ένταση του απαιτητικού αναζητητή , μου
δήλωσε ότι είναι άθεος, που όμως θα ήθελε πολύ να πιστέψει, αλλά δεν
μπορούσε. Χρόνια προσπαθούσε και αναζητούσε, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Συνομίλησε με καθηγητές και μορφωμένους, αλλά δεν ικανοποιήθηκε η δίψα
του για κάτι σοβαρό. Άκουσε για μένα και αποφάσισε να μοιρασθεί μαζί μου
την υπαρξιακή ανάγκη του.
Μου ζήτησε μια επιστημονική απόδειξη περί υπάρξεως Θεού.
«Ξέρεις ολοκληρώματα ή διαφορικές εξισώσεις;» τον ρώτησα.
«Δυστυχώς όχι», μου απαντά, «είμαι της Φιλοσοφικής».
«Κρίμα, διότι ήξερα μια τέτοια απόδειξη», είπα εμφανώς αστειευόμενος.
Ένιωσε αμήχανα και κάπως σιώπησε για λίγο.
«Κοίταξε»,του λέω, «συγνώμη
που σε πείραξα λιγάκι. Αλλά ο Θεός δεν είναι εξίσωση ούτε μαθηματική
απόδειξη. Αν ήταν κάτι τέτοιο, τότε όλοι οι μορφωμένοι θα Τον πίστευαν.
Να ξέρεις, αλλιώς προσεγγίζεται ο Θεός. Έχεις πάει ποτέ στο Άγιον Όρος;
Έχεις ποτέ συναντήσει κανένα ασκητή;»
«Όχι
πάτερ, αλλά σκέπτομαι να πάω, έχω ακούσει τόσα πολλά! Αν μου πείτε,
μπορώ να πάω και αύριο. Ξέρετε κανένα μορφωμένο να πάω να τον
συναντήσω;»
«Τί προτιμάς; Μορφωμένο που μπορεί να σε ζαλίσει ή άγιο που μπορεί να σε ξυπνήσει;»
«Προτιμώ τον μορφωμένο. Τους φοβάμαι τους αγίους».
«Η πίστη είναι υπόθεση της καρδιάς. Για δοκίμασε με κανέναν άγιο. Πώς σε λένε ;»,ρωτώ.
«Γαβριήλ», μου απαντά.
Τον έστειλα σε έναν ασκητή. Του περιέγραψα τον τρόπο πρόσβασης και του έδωσα τις δέουσες οδηγίες. Κάναμε κι ένα σχεδιάγραμμα.
«Θα πας»,του είπα,«και θα ρωτήσεις το ίδιο πράγμα: Είμαι άθεος, θα του πεις, και θέλω να πιστέψω. Θέλω μια απόδειξη περί υπάρξεως Θεού»
«Φοβάμαι, ντρέπομαι» μου απαντά.
«Γιατί ντρέπεσαι και φοβάσαι τον άγιο και δεν ντρέπεσαι και φοβάσαι έμενα;», ρωτώ. «Πήγαινε απλά και ζήτα το ίδιο πράγμα»
Σε
λίγες μέρες, πήγε και βρήκε τον ασκητή να συζητάει με κάποιο νέο στην
αυλή του. Στην απέναντι μεριά περίμεναν άλλοι τέσσερις καθισμένοι σε
κάτι κούτσουρα. Ανάμεσα σε αυτούς και ο Γαβριήλ βρήκε δειλά τη θέση του.
Δεν πέρασαν περισσότερα από δέκα λεπτά και η συνομιλία του γέροντα με
τον νεαρό τελείωσε.
«Τί γίνεστε παιδιά;», ρωτάει. «Έχετε πάρει κανένα λουκουμάκι; Έχετε πιει λίγο νεράκι;»
«Ευχαριστούμε, γέροντα», απάντησαν με συμβατική κοσμική ευγένεια.
«Έλα εδώ», λέγει απευθυνόμενος στον Γαβριήλ και ξεχωρίζοντάς τον από τους υπόλοιπους. «Θα
φέρω εγώ το νερό, πάρε εσύ το κουτί αυτό με τα λουκούμια, και έλα πιο
κοντά να σου πω ένα μυστικό: Καλά να είναι κανείς άθεος, αλλά να έχει
όνομα αγγέλου και να είναι άθεος; Αυτό πρώτη φορά μού συμβαίνει».
Ο
φίλος μας κόντεψε να πάθει έμφραγμα από τον αποκαλυπτικό αιφνιδιασμό.
Πού γνώρισε το όνομά του; Ποιός του αποκάλυψε το πρόβλημά του; Τί τελικά
ήθελε να του πει ο γέροντας;
«Πάτερ, μπορώ να σας μιλήσω λίγο;», μόλις που μπόρεσε να ψελλίσει.
«Κοίταξε, τώρα σουρουπώνει· πάρε το λουκούμι, πιες και λίγο νεράκι και πήγαινε στο πιο κοντινό μοναστήρι να διανυκτερεύσεις»
«Πάτερ μου, θέλω να μιλήσουμε, δεν γίνεται;»
«Τί να πούμε, ρε παλικάρι; Για ποιόν λόγο ήλθες;»
«Στο
ερώτημα αυτό ένιωσα αμέσως να ανοίγει η αναπνοή μου», αφηγείται, «η
καρδιά μου να πλημμυρίζει από πίστη, ο μέσα μου κόσμος να θερμαίνεται·
οι απορίες να λύνονται χωρίς κανένα λογικό επιχείρημα, δίχως καμία
συζήτηση, χωρίς την ύπαρξη μιας ξεκάθαρης απάντησης. Γκρεμίσθηκαν μέσα
μου αυτομάτως όλα τα αν, τα γιατί, τα μήπως και έμεινε μόνο το πώς και
το τί από δω κι εμπρός».
Ό,τι
δεν του έδωσε η σκέψη των μορφωμένων, του το χάρισε ο ευγενικός
υπαινιγμός ενός αγίου, αποφοίτου μόλις της τέταρτης τάξης του δημοτικού.
Οι άγιοι είναι πολύ διακριτικοί. Σου κάνουν την εγχείρηση χωρίς
αναισθησία και δεν πονάς. Σου κάνουν τη μεταμόσχευση χωρίς να σου
ανοίξουν την κοιλιά. Σε ανεβάζουν σε δυσπρόσιτες κορυφές δίχως τις
σκάλες της κοσμικής λογικής. Σου φυτεύουν την πίστη στη καρδιά, χωρίς να
σου κουράσουν το μυαλό.
-Γέρων Παϊσιος (π.Νικολάου, Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής, «Φωνή αύρας λεπτής», εκδ. Εν πλω)
Και αμέσως έφτασαν ο Αβεσσαλώμ, η Μάρθα, κι ο Αρμαγεδδών...
Την τροφήν αυτών
στον γέροντα Παΐσιο
Μέρα γεμάτη γλυκασμό αγιορείτικο
κι αδρή αφή σε κομποσχοίνι μάλλινο
Όλ΄η πλαγιά ησύχαζε κάτω απ ΄τον ήλιο.
Μπορούσες να διακρίνεις με κλειστά μάτια
ακόμη κι ένα φύλλο τής λεφτοκαρυάς αν έπεφτε,
ή του φιδιού το πέρασμα επάνω στη φρυγμένη
πέτρα ή ανάμεσα στα κίτρινα χορτάρια.
Ο Γέροντας μάς είδε πριν να φτάσουμε
κ΄είπε τα ονόματα μας δίχως να μάς ξέρει.
Καθήσαμε στον ήσκιο ενός δέντρου
και θαμπωμένοι τον κοιτούσαμε.
Μιλούσε ήρεμα κι απλά.Η αγιότητα
γλύκαινε κάθε λόγο του πριν έρθει
να κατοικήσει μέσα μας. Και όταν
άρχισαν να έρχονται στα πόδια και στα χέρια του
ζητώντας του τροφή ένας αητός, μια γάτα , ένα φίδι,
τούς είπε ήσυχα: «πηγαίνετε Αβεσσαλώμ και Μάρθα,
κι εσύ Αρμαγεδδών τώρα έχουμε φίλους.
Σε λίγο , σαν τελειώσουμε, θα σάς φωνάξω».
Όταν ο υποτακτικός μάς έφερε το κέρασμα
κ ΄είπε πως θα ΄ναι ώρα εσπερινού σε λίγο,
ο γέροντας πήρε να ψάλλει: «πάντα
προς σε προσδοκώσι δούναι
την τροφήν αυτών, δόντος σου αυτοίς συλλέξουσι».
Και αμέσως έφτασαν
ο Αβεσσαλώμ, η Μάρθα, κι ο Αρμαγεδδών
να εκζητήσουν απ ΄το άγιο χέρι την τροφή τους,
ενώ εμείς ετοιμαζόμασταν να ψάλουμε
τ΄Ανοιξαντάρια και το Κύριε εκέκραξα...
(Π.Πάσχος-Πικρό Ψαλτήρι, εκδ.Ακρίτας , Αθήνα 1983,)
Γέροντας Παΐσιος:«Σε μια εποχή που ο Σατανάς οργιάζει, οι Έλληνες βρίσκονται σε νάρκη»
Ο Γέροντας Παΐσιος στα θέματα της Πατρίδος
δεν ήθελε οι Χριστιανοὶ να είναι αδιάφοροι. Πολὺλυπόταν που έβλεπε
πνευματικοὺς ἀνθρώπους νὰ επιζητούν να βολευθούν οι ίδιοι και να
μηνενδιαφέρωνται για την Πατρίδα.
Έλεγε:«Σε
μια εποχή που ο Σατανάς οργιάζει και οι άνθρωποί του οργανώνονται, οι
Έλληνες βρίσκονται σε νάρκη. Τον εαυτό του μόνο κοιτάει να βολέψη ο
καθένας και τίποτε περισσότερο. Και ό,τι να τους κάνεις, όσο κι αν τους
κουνήσης, με τίποτε δεν ξυπνούν».
Ο καημός του και η απορία του ήταν πως οι
υπεύθυνοι δεν αντιλαμβάνονται που ὁδηγούμαστε. Ο ίδιος από παλαιά
διέβλεπε την σημερινή κατάσταση και ανησυχούσε, αλλά δεν διέσπειρε τις
ανησυχίες του στον κόσμο. Έδινε ελπίδα και αισιοδοξία. Έλεγε: «Απὸ το
κακό που επικρατεί σήμερα θὰ βγει μεγάλο καλό. Βλέπω μια ελιά. Το ένα
της κλωνάρι έχει ξεραθεί, το άλλο το τρώγει η κάμπια και θα ξεραθή και
αυτό. Αλλά πετιέται ένα άλλο βλαστάρι από κάτω που έχει πολύ θυμό
(δύναμη) και αναπτύσσεται γρήγορα»...
Πονούσε για την πνευματική κατάπτωση των πολιτών. Έλεγε: «Η
Ελλάδα έχασε τον δρόμο της. Η αμαρτία και η ασωτία βασιλεύουν στους
ανθρώπους, αλλά μας αγαπά ο Θεός και περιμένει την μετάνοιά μας». Μιλούσε αυστηρά για αυτούς που ψήφιζαν αντιχριστιανικούς νόμους…
Κάποιος
Πρωθυπουργός, του οποίου κατεδίκαζε δημοσίως ενέργειες επιζήμιες για το
Έθνος και την Εκκλησία, ζήτησε να τον συναντήση στην Σουρωτή. Ο
Γέροντας απάντησε: « Ας έρθη, θα του τα ψάλω και μπροστά του». Είχε το ψυχικό σθένος αυτός ο πτωχός καλυβίτης να υψώνη την φωνή του άφοβα μπροστά στους ισχυρούς της ημέρας.
Ιερομονάχου Ισαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου, εκδ. Στ΄, Άγιον Όρος 2008,
Πνευματική υγεία
Γέροντα, ποια είναι τά χαρακτηριστικά τού αδύνατου λογισμού;
- Τί εννοείς; Πρώτη φορά το ακούω αυτό.
- Είχατε πει, το να βάλη κανείς αριστερό λογισμό, να παρεξήγηση μια συμπεριφορά...
- Καί το είπα αδύνατο λογισμό αυτό;
- Θυμήθηκα εκείνον πού ήθελε να μείνη κοντά σας ως υποτακτικός καί τοϋ είπατε: ¨Δέν
σέ κρατώ, γιατί έχεις αδύνατο λογισμό³.
- Όχι, δέν το είπα έτσι. ¨Δέν σέ παίρνω, τοϋ είπα, για υποτακτικό, γιατί δέν έχεις υγεία
πνευματική³. ¨Τί θά πή υγεία πνευματική;³, μέ ρωτάει. ¨Δέν έχεις καλούς λογισμούς, τοϋ λέω.
Σάν άνθρωπος θά έχω τά κουσούρια μου, καί σάν καλόγερος τόσα χρόνια θά έχω καί
μερικές αρετές. Αν δέν έχης καλό λογισμό, θά βλάπτεσαι καί από τά κουσούρια μου καί από τις
αρετές μου³. Γιά ένα μικρό παιδί μπορεί νά πή κανείς ότι έχει αδύνατο λογισμό, γιατί είναι
ακόμη ανώριμο, όχι όμως γιά έναν μεγάλο.
- Όλοι οί μεγάλοι, Γέροντα, είναι ώριμοι;
- Μερικοί άπό το κεφάλι τους δέν ωριμάζουν. Άλλο, αν δέν τους κόβη. Όταν κάποιος δέν
κινήται απλά, ό λογισμός του πηγαίνει στο κακό καί όλα τά παίρνει στραβά. Αυτός δέν έχει
υγεία πνευματική καί δέν βοηθιέται ούτε άπό το καλό. Βασανίζεται καί μέ το καλό.
Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου,Λόγοι Γ', Πνευματικός Αγώνας
Η χρήση των επιτιμίων
Γέροντα, η ακριβής τήρηση των εντολών βοηθάει να έχουμε την αίσθηση του Θεού;
-Ποιων εντολών; του Μωσαϊκού Νόμου;
- Όχι, του Ευαγγελίου.
- Η τήρηση των εντολών βοηθάει, αλλά η
σωστή τήρηση, γιατί μπορεί κανείς να τηρή τις εντολές και λανθασμένα.
Στην πνευματική ζωή χρειάζεται η θεία δικαιοσύνη και όχι η ξερή εφαρμογή
του νόμου. Βλέπουμε και οι Άγιοι Πατέρες με πόση διάκριση έλεγαν να
εφαρμόζωνται οι ιεροί κανόνες! Ο Μέγας Βασίλειος, ο πιο αυστηρός Πατέρας
της Εκκλησίας, που έχει γράψει τους πιο αυστηρούς κανόνες, αναφέρει τον
κανόνα που ισχύει για μια αμαρτία, αλλά μετά ο ίδιος προσθέτει: «Μην
εξετάζης χρόνο αλλά τρόπο μετανοίας»[11].
Δηλαδή, αν δύο άνθρωποι κάνουν την ίδια αμαρτία, ο πνευματικός, ανάλογα
με την μετάνοια του καθενός, μπορεί στον έναν να βάλη κανόνα να μην
κοινωνήση δύο χρόνια και στον άλλον δύο μήνες. Τόση διαφορά δηλαδή!
- Γέροντα, το επιτίμιο βοηθάει να κοπή ένα πάθος;
- Πρέπει να καταλάβη ότι το επιτίμιο θα
τον βοηθήση. Αλλιώς, τι να πη κανείς; Αν προσπαθής να διορθώσης έναν
άνθρωπο με το ξύλο, δεν κάνεις τίποτε. Την ημέρα της Κρίσεως ο Χριστός
σ’ εσένα, που πήγες να τον διορθώσης δια της βίας, θα πη: «Διοκλητιανός
ήσουν;» και σ’ εκείνον θα πη: «Ό,τι έκανες, το έκανες δια της βίας». Δεν
θα τον πνίξουμε τον άλλο, για να τον στείλουμε στον Παράδεισο, αλλά θα
τον βοηθήσουμε να ζητήση μόνος του να κάνη κάποια άσκηση. Να φθάση να
χαίρεται γιατί ζη, να χαίρεται γιατί πεθαίνει.
Τα επιτίμια είναι στην διάκριση του
πνευματικού. Στους εν ψυχρώ αμαρτάνοντας ο πνευματικός πρέπει να είναι
ανυποχώρητα αυστηρός. Αυτόν που νικιέται, αλλά μετανοεί, ταπεινώνεται,
ζητάει με συστολή συγχώρεση, θα τον βοηθάη με διάκριση να πλησιάση πάλι
στον Θεό. Έτσι έκαναν και τόσοι Άγιοι. Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης
λ.χ. ως πνευματικός συνήθως δεν έβαζε κανόνα στους ανθρώπους.
Προσπαθούσε να τους φέρη σε συναίσθηση, ώστε από φιλότιμο να ζητήσουν
μόνοι τους να κάνουν άσκηση ή ελεημοσύνες ή άλλου είδους καλωσύνες. Όταν
έβλεπε κανένα παιδάκι δαιμονισμένο ή παράλυτο και καταλάβαινε ότι οι
γονείς ήταν αιτία που ταλαιπωρείται το καημένο, θεράπευε πρώτα το παιδί
και έδινε κανόνα στους γονείς, για να προσέχουν στην συνέχεια.
Μερικοί λένε: «Α, ο τάδε πνευματικός είναι πολύ πατερικός. Πολύ αυστηρός! Είναι έξυπνος, έχει μνήμη, ξέρει το Πηδάλιο[12]απ’
έξω». Ένας πνευματικός όμως που εφαρμόζει κατά γράμμα τους κανόνες που
αναφέρει το Πηδάλιο μπορεί να κάνη κακό στην Εκκλησία. Δεν βοηθάει να
πάρη ο πνευματικός το Πηδάλιο και να αρχίση: «Τι αμαρτία έκανες εσύ;
Αυτή. Τι γράφει εδώ γι’ αυτήν την περίπτωση; Τόσα χρόνια αποχή από την
θεία Κοινωνία! Εσύ τι έκανες; Αυτό. Τι γράφει εδώ; Αυτόν τον κανόνα!».
- Πρέπει, Γέροντα, κανείς να λαμβάνη υπ’ όψιν του δεκάδες πράγματα.
- Ναι, ιδίως στην σημερινή εποχή δεν είναι
να πάη κανείς να εφαρμόση όλον τον νόμο της Εκκλησίας με μια αδιάκριτη
αυστηρότητα, αλλά πρέπει να καλλιεργήση το φιλότιμο στους ανθρώπους. Να
κάνη πρώτα δουλειά στον εαυτό του, για να μπορή να βοηθάη τις ψυχές,
αλλιώς θα σπάζη κεφάλια.
Το Πηδάλιο λέγεται πηδάλιο, γιατί οδηγεί
προς την σωτηρία τον άνθρωπο πότε με τον έναν τρόπο και πότε με τον
άλλον, όπως ο καραβοκύρης πάει το πηδάλιο πότε αριστερά και πότε δεξιά,
για να βγάλη το καράβι στην ακτή. Αν το πάη ολόισια, χωρίς να στρίψη
όπου χρειάζεται, θα ρίξη το καράβι πάνω στα βράχια, θα το βουλιάξη και
θα πνιγούν οι άνθρωποι. Αν ο πνευματικός χρησιμοποιή τους κανόνες σαν…
κανόνια, και όχι με διάκριση, ανάλογα με τον άνθρωπο, με την μετάνοια
που έχει κ.λπ., αντί να θεραπεύη ψυχές, θα εγκληματή.
Παραπομπές
[11] Βλ. Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου, Επιστολή 217, παρ. 84, PG 32, 808B: «Ου γαρ πάντως τω χρόνω κρίνομεν τα τοιαύτα, αλλά τω τρόπω της μετανοίας προσέχομεν».
[12] Συλλογή
Κανόνων της Ορθόδοξης Εκκλησίας, η οποία περιέχει τους Ιερούς Κανόνες
των Οικουμενικών Συνόδων, τους Αποστολικούς Κανόνες, καθώς και τους
Κανόνες των Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας, με σύντομη ερμηνεία. Την
συνέταξαν κατά το 1793 ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης και ο μοναχός
Αγάπιος.
Σύγχυση μεγάλη ὑπάρχει. Μύλος γίνεται· εἶναι ζαλισμένοι οἱ ἄνθρωποι. - Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου
Σύγχυση μεγάλη ὑπάρχει. Μύλος γίνεται·
εἶναι ζαλισμένοι οἱ ἄνθρωποι. Ὁ κόσμος εἶναι ὅπως οἱ μέλισσες. Ἂν
χτυπήσεις τὴν κυψέλη, οἱ μέλισσες βγαίνουν ἔξω καὶ ἀρχίζουν «βούου...»
καὶ γυρίζουν γύρω ἀπὸ τὴν κυψέλη ἀναστατωμένες. Ὕστερα ἡ κατεύθυνσή τους
θὰ ἐξαρτηθεῖ ἀπὸ τὸν ἄνεμο ποὺ θὰ φυσήξει. Ἂν φυσήξει βοριάς, θὰ πᾶνε
μέσα. Ἂν φυσήξει νοτιάς, θὰ φύγουν. Ἔτσι καὶ τὸν κόσμο τὸν φυσάει...
«Ἐθνικὸς Βοριάς», «Ἐθνικὸς Νοτιάς», καὶ εἶναι ὁ καημένος ζαλισμένος.
Ὅμως, ἂν καὶ γίνεται τέτοιο βράσιμο, νιώθω μέσα μου μία παρηγοριά, μία
σιγουριά. Μπορεῖ νὰ ξεράθηκε ἡ ἐλιά, ἀλλὰ θὰ πετάξει νέα βλαστάρια.
Ὑπάρχει μιὰ μερίδα Χριστιανῶν, στοὺς
ὁποίους ἀναπαύεται ὁ Θεός. Ὑπάρχουν ἀκόμη οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, οἱ
ἄνθρωποι τῆς προσευχῆς, καὶ ὁ Καλὸς Θεός μας ἀνέχεται, καὶ πάλι θὰ
οἰκονομήση τὰ πράγματα. Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι τῆς προσευχῆς μᾶς δίνουν
ἐλπίδα. Μὴ φοβάσθε. Περάσαμε σὰν ἔθνος τόσες μπόρες καὶ δὲν χαθήκαμε,
καὶ θὰ φοβηθοῦμε τὴν θύελλα ποῦ πάει νὰ ξεσπάση; Οὔτε τώρα θὰ χαθοῦμε. Ὁ
Θεός μᾶς ἀγαπᾶ. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει μέσα του κρυμμένη δύναμη γιὰ ὤρα
ἀνάγκης. Θὰ εἶναι λίγα τὰ δύσκολα χρόνια. Μιὰ μπόρα θὰ εἶναι.
Δὲν σᾶς τὰ λέω αὐτά, γιὰ νὰ φοβηθῆτε, ἀλλὰ
γιὰ νὰ ξέρετε ποὺ βρισκόμαστε. Γιὰ μᾶς εἶναι μιὰ μεγάλη εὐκαιρία, εἶναι
πανηγύρι οἱ δυσκολίες, τὸ μαρτύριο. Νὰ εἶστε μὲ τὸν Χριστό, νὰ ζῆτε
σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολές Του καὶ νὰ προσεύχεσθε, γιὰ νὰ ἔχετε θεῖες
δυνάμεις καὶ νὰ μπορέσετε νὰ ἀντιμετωπίσετε τὶς δυσκολίες. Νὰ ἀφήσετε τὰ
πάθη, γιὰ νὰ ἔρθη ἡ θεία Χάρις. Αὐτὸ ποὺ θὰ βοηθήση πολὺ εἶναι νὰ μπῆ
μέσα μας ἡ καλὴ ἀνησυχία: ποὺ βρισκόμαστε, τί θὰ συναντήσουμε, γιὰ νὰ
λάβουμε τὰ μέτρα μας καὶ νὰ ἑτοιμασθοῦμε. Ἡ ζωή μας νὰ εἶναι πιὸ
μετρημένη. Νὰ ζοῦμε πιὸ πνευματικά. Νὰ εἴμαστε πιὸ ἀγαπημένοι. Νὰ
βοηθοῦμε τοὺς πονεμένους, τοὺς φτωχοὺς μὲ ἀγάπη, μὲ πόνο, μὲ καλωσύνη.
Νὰ προσευχώμαστε νὰ βγοῦν καλοὶ ἄνθρωποι.
Ὁ Θεὸς θὰ δώση τὴ λύση
Ὁ Καλὸς Θεὸς ὅλα θὰ τὰ οἰκονομήση μὲ τὸν
καλύτερο τρόπο, ἀλλὰ χρειάζεται πολλὴ ὑπομονὴ καὶ προσοχή, γιατί πολλὲς
φορές, μὲ τὸ νὰ βιάζωνται οἱ ἄνθρωποι νὰ ξεμπλέξουν τὰ κουβάρια, τὰ
μπλέκουν περισσότερο. Ὁ Θεὸς μὲ ὑπομονὴ τὰ ξεμπλέκει. Δὲν θὰ πάη πολὺ
αὐτὴ ἡ κατάσταση. Θὰ πάρη σκούπα ὁ Θεός!
Πηγή: Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου, Λόγοι, τ. Β' ἔκδ. Ἱ. Ἠσυχ. «Εὐαγγ. Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Σουρωτὴ Θεσσαλονίκης
«Ενέργειες με σύνεση και αγάπη»
«Εργασία στον εαυτό µας»
Εάν
θέλης να βοηθήσης την Εκκλησία, είναι καλύτερα να κοιτάξης να διόρθωσης
τον εαυτό σου, παρά να κοιτάς να διόρθωσης τους άλλους.
Αν
διόρθωσης τον εαυτό σου, αµέσως διορθώνεται ενα κοµµατάκι της
Εκκλησίας. Εάν φυσικά αυτό το έκαναν όλοι, η Εκκλησία θα ήταν
διορθωµένη. Άλλα σήµερα οι άνθρωποι ασχολούνται µε όλα τα άλλα θέµατα
εκτός από τον εαυτό τους. Γιατί το να ασχολήσαι µε τον εαυτό σου έχει
κόπο, ενώ το να ασχολήσαι µε τους άλλους είναι εύκολο.
Εάν
ασχοληθούµε µέ την διόρθωση του εαυτού µας και στραφούµε πιο πολύ στην
«εσωτερική» δράση παρά στην εξωτερική, δίνοντας τα πρωτεία στην θεία
βοήθεια, θα βοηθήσουµε τους άλλους περισσότερο και θετικώτερα. Επιπλέον
θα έχουµε και την εσωτερική µας γαλήνη, η οποία θα βοηθάη αθόρυβα τις
ψυχές που θα συναντάµε, γιατί η εσωτερική πνευµατική κατάσταση προδίδει
την αρετή της ψυχής και αλλοιώνει ψυχές.
Όταν
επιδίδεται κανείς στην εξωτερική δράση, πριν φθάση στην λαµπικαρισµένη
εσωτερική πνευµατική κατάσταση, µπορεί να κάνη κάποιον πνευµατικό αγώνα,
άλλα έχει στενοχώρια, άγχος, έλλειψη εµπιστοσύνης στον Θεό, και συχνά
χάνει την ηρεµία του.
Εάν
δεν κάνη καλό τον εαυτό του, δεν µπορεί να πη ότι το ενδιαφέρον του για
το κοινό καλό είναι καθαρό. Όταν ελευθερωθή από τον παλαιό του άνθρωπο
και από καθετί κοσµικό, έχει πλέον την θεία Χάρη, οπότε και ό ίδιος
αναπαύεται, αλλά και κάθε είδους άνθρωπο αναπαύει.
Αν
όµως δεν έχη Χάρη Θεού, δεν µπορεί ούτε στον εαυτό του να έπιβληθή ούτε
τους άλλους να βοηθήση, για να φέρη θείο αποτέλεσµα. Πρέπει να βουτηχθή
στην Χάρη και ύστερα να χρησιµοποιηθούν οι αγιασµένες πλέον δυνάµεις του για την σωτηρία των άλλων.
«Το καλό να γίνεται µε καλό τρόπο»
- Γέροντα, πως σκέφτεσθε, όταν έχετε να αντιµετωπίσετε ένα πρόβληµα;
- Σκέφτοµαι τι γίνεται, τι δεν γίνεται ανθρωπίνως. Το εξετάζω άπό όλες τις πλευρές. «Θα κάνω αυτό- τι αντίκτυπο θα έχη εκεί, εκεί;... Τι κακό µπορεί να κάνη η σε τι µπορεί να ώφελήση;».
- Γέροντα, πως σκέφτεσθε, όταν έχετε να αντιµετωπίσετε ένα πρόβληµα;
- Σκέφτοµαι τι γίνεται, τι δεν γίνεται ανθρωπίνως. Το εξετάζω άπό όλες τις πλευρές. «Θα κάνω αυτό- τι αντίκτυπο θα έχη εκεί, εκεί;... Τι κακό µπορεί να κάνη η σε τι µπορεί να ώφελήση;».
Έγώ
πάντα ένα πρόβληµα προσπαθώ να το δώ άπό πολλές πλευρές, ώστε η λύση
που θα δώσω να είναι, όσο γίνεται, πιο σωστή. Γιατί µπορεί να γίνουν
πολλά λάθη, αν δεν προσέξη κανείς.
Αν καταλάβη εκ των ύστερων τι έπρεπε να κάνη, δεν ωφελεί, γιατί πάει, πέταξε, όπως λένε, το πουλί! Ας πούµε, δεν πρόσεξε κάποιος και έκαψε ένα σπίτι. Καλά, εντάξει, δεν τον κρεµάει κανείς, άλλα το κακό έγινε.
Αν καταλάβη εκ των ύστερων τι έπρεπε να κάνη, δεν ωφελεί, γιατί πάει, πέταξε, όπως λένε, το πουλί! Ας πούµε, δεν πρόσεξε κάποιος και έκαψε ένα σπίτι. Καλά, εντάξει, δεν τον κρεµάει κανείς, άλλα το κακό έγινε.
Κάπου
είχαν ένα πρόβληµα. Ήρθε ό υπεύθυνος και µού λέει: «Έ, τώρα
τακτοποιήθηκε το θέµα. Πήγα, βρήκα τον τάδε, τον τάδε, τους είπα αυτό
και αυτό και τακτοποιήθηκε η υπόθεση!».
«Τώρα
άρχισε το πρόβληµα, του λέω. Εκείνο που υπήρχε, δεν ήταν πρόβληµα. Τώρα
άναψε η φωτιά. Πρώτα δυο καρβουνάκια ήταν, και αυτά θα έσβηναν µόνα
τους».
Αυτός
νόµιζε ότι µε τις ενέργειες του είχε τακτοποιήσει την υπόθεση και ήθελε
να τον επαινέσουµε κιόλας. Ένώ, µε αυτό που έκανε, δηµιούργησε µεγάλη
φασαρία και µεγάλωσε το πρόβληµα.
Χρειάζεται
πολλή προσοχή, σύνεση και διάκριση, για να γίνεται το καλό µέ καλό
τρόπο και να ωφελή, γιατί αλλιώς, αντί να ωφελή, δαιµονίζει τον άλλον.
Ύστερα,
κάτι που σκέφτεται κανείς να κάνη, καλύτερα να το άφήνη να ωριµάση,
γιατί, αν το αγουροκόψη, αποφασίση δηλαδή βεβιασµένα, ίσως να έχη
προβλήµατα αργότερα και να βασανίζεται. Τα σοβαρά πράγµατα, όταν
καθυστερούν λίγο, προχωρούν µετά γρήγορα και σωστά. Μπορεί κάποιος να
έχη εξυπνάδα, άλλα να έχη και κενοδοξία και εγωισµό, και να
προπορεύωνται αυτά στις ενέργειες του και να µην προσεχή.
Ένα
σκυλί π.χ. στο κυνήγι, όταν προχωράη προσεκτικά, και Από ράτσα να µην
είναι, βρίσκει τα ίχνη του λαγού. Ενώ άλλο που είναι από πολύ καλή ράτσα
και έχει όλα τα προσόντα, όταν βιάζεται, τρέχει δεξιά και αριστερά
χωρίς αποτέλεσµα. Ενέργεια πριν από σκέψη έχει υπερηφάνεια. Γι' αυτό να
µη βιάζεται κανείς να ενεργήση, αλλά να σκέφτεται και να προσεύχεται
προηγουµένως. Όταν προπορεύεται η προσευχή, δεν ενεργεί ο αφρός του
µυαλού, η ελαφρότητα, άλλα το αγιασµένο µυαλό.
Οι
πνευµατικοί άνθρωποι µερικές φορές κάνουµε σαν να µήν ύπάρχη Θεός, δεν
αφήνουµε τον Θεό να ένεργήση. Ο Θεός ξέρει πως δουλεύει. Ενώ υπάρχουν
δηλαδή πνευµατικά µέσα, για να τακτοποιούνται οι δύσκολες καταστάσεις µέ
πνευµατικό τρόπο, εµείς πάµε να ενεργήσουµε κοσµικά. Όταν ήµουν στο
Σινά, ένας Χότζας πήγαινε κάθε Παρασκευή µέσα στο µοναστήρι, ανέβαινε
στον µιναρέ ενός τζαµιού που ήταν εκεί και φώναζε! Και είχε µιά φωνή!...
µέχρι επάνω στο ασκητήριο της Αγίας Επιστήµης ακουγόταν. Ύστερα το
µοναστήρι βρήκε σαν λύση να κλείνουν την πόρτα την Παρασκευή που πήγαινε
ο Χότζας, για να µην µπαίνη µέσα - εγώ δεν το ήξερα.
Μια
µέρα που κατέβηκα κάτω, βλέπω τον Χότζα οργισµένο. «Τώρα θα τους δείξω
εγώ, µου λέει, που µου 'κλεισαν την πόρτα, για να µήν µπαίνω µέσα...».
«Την έκλεισαν, του λέω, για να µήν µπουν οι γκαµήλες. ∆εν πιστεύω ότι
την έκλεισαν, για να µην µπης εσύ!». Μετά είπα κάτι γι' αυτό στους
Πατέρες. Λέει ένας γραµµατεύς: «Θα του δείξω εγώ του Χότζα! Θα του βάλω
µια φλούδα. Θα γράψω στην Κυβέρνηση ότι ο Χότζας µας πιέζει». «Κοίταξε,
του λέω, η Ορθοδοξία δεν είναι φλούδα. Να κάνουµε µια αγρυπνία, να
ψάλουµε την Ακολουθία των Σιναϊτών Πατέρων, της Αγίας Αικατερίνης, και
να αφήσουµε να µιλήση ό Θεός. Θα πάω και εγώ επάνω να προσευχηθώ».
Είπα
και σε µερικούς Πατέρες να προσευχηθούν, και έτσι του ήρθε ένα σκαµπίλι
του Χότζα, σηκώθηκε, έφυγε, εξαφανίσθηκε! Γιατί και την πόρτα να
έκλειναν, µετά η Κυβέρνηση θα εξακρίβωνε ότι δεν είναι αλήθεια πως τους
πίεζε ό Χότζας και θα είχαν φασαρίες. Θα έλεγε ο Χότζας ότι έκλεισαν την
πόρτα, επειδή πήγαινε κάθε Παρασκευή, και θα έκανε κακό στο µοναστήρι.
Ένας άλλος παλιότερα είδε το βουνό και θέλησε να κάνη εξοχικό πάνω στην
κορυφή της Αγίας Αικατερίνης!... Έπαθε µιά αρρώστια, πάει, πέθανε.
Ήρθε
τελευταία και άλλος να φτιάξη κάτι εκεί, πάει, πέθανε και αυτός. Γι'
αυτό καλύτερα είναι να µή στηριζώµαστε µόνο στις δικές µας ανθρώπινες
προσπάθειες, άλλα να προσευχώµαστε και να αφήνουµε τον Θεό να ενεργή.
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Β΄
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΛΟΓΟΙ Β΄
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
Η δικαιολογία εμποδίζει την πνευματική πρόοδο
Γέροντα, όταν λένε ότι η δικαιολογία δεν υπάρχει στην Αγία Γραφή, τι εννοούν;
- Ότι δεν δικαιολογείται κατά κάποιον τρόπο η δικαιολογία.
- Όταν, Γέροντα, δικαιολογούμαι, εκ των υστέρων σκέφτομαι ότι η δικαιολογία δεν είναι ίδιον του μοναχού.
- Όχι απλώς δεν είναι ίδιον του μοναχού η δικαιολογία αλλά δεν έχει καμμιά σχέση με την πνευματική ζωή. Πρέπει να καταλάβω ότι, όταν δικαιολογούμαι, βρίσκομαι σε λανθασμένη κατάσταση. Κόβω την επικοινωνία με τον Θεό και στερούμαι την θεία Χάρη, γιατί η Θεία Χάρις δεν έρχεται σε λανθασμένη κατάσταση. Από την στιγμή που ο άνθρωπος δικαιολογεί τα αδικαιολόγητα, απομονώνεται από τον Θεό. Μπαίνει μόνωση, … καουτσούκ, ανάμεσα στον άνθρωπο και στον Θεό. Μπορεί να περάση το ρεύμα μέσα από το καουτσούκ; Όχι. Απομονώνεται. Ισχυρότερο μονωτικό από την δικαιολογία δεν υπάρχει για την θεία Χάρη! Είναι σαν να χτίζης έναν τοίχο και να χωρίζης τον εαυτό σου από τον Θεό, οπότε κόβεις κάθε σχέση μαζί Του.
- Γέροντα, συχνά λέτε: «Να προσπαθήσουμε να πιάσουμε τουλάχιστον την πνευματική βάση» .Ποιά είναι η πνευματική βάση;
- Η ταπεινή αναγνώριση του σφάλματος και να μη δικαιολογήται εν γνώσει του τουλάχιστον ο άνθρωπος, όταν φταίη και του κάνουν παρατήρηση. Το να μη δικαιολογήται, όταν δεν φταίη και τον κατηγορούν, αυτό είναι το άριστα. Όποιος δικαιολογεί τον εαυτό του, και προκοπή δεν κάνει, αλλά και εσωτερικά δεν αναπαύεται. Δεν θα μας κρεμάση ο Θεός για ένα σφάλμα που κάναμε, αλλά να μη δικαιολογούμε τον εαυτό μας για το σφάλμα και το θεωρούμε φυσικό.
- Αν μου πουν ότι έσφαλα σε κάτι, αλλά δεν μπορώ να καταλάβω πόσο έσφαλα, να ρωτήσω, ώστε άλλη φορά να προσέξω, ή να σιωπήσω;
- Αν πιάσης ότι έσφαλες είκοσι πέντε τοις εκατό, ενώ έσφαλες πέντε, δεν έχεις κέρδος; Βάλε περισσότερο, για να είσαι μέσα. Αυτή είναι η πνευματική εργασία που πρέπει να κάνης: Να βρίσκης το σφάλμα σου, να πιάνης τον εαυτό σου. Αλλιώς πιάνεσαι από τον εαυτό σου, δικαιώνεις τον εαυτό σου, αλλά ανάπαυση δεν έχεις.
- Όταν, Γέροντα, κάποιος έχη την συνήθεια να δικαιολογήται, αλλά μετά αναγνωρίζη το λάθος του και ελεεινολογή τον εαυτό του, αυτό τον ωφελεί;
- Τουλάχιστον του μένει η πείρα και, αν την αξιοποιήση, θα ωφεληθή. Και αν πη ο Θεός : «αφού το κατάλαβε και μετάνοιωσε, ας του δώσω κάτι», τότε θα πάρη και κάτι από άλλο ταμείο, από το ταμείο της μετανοίας.
- Ότι δεν δικαιολογείται κατά κάποιον τρόπο η δικαιολογία.
- Όταν, Γέροντα, δικαιολογούμαι, εκ των υστέρων σκέφτομαι ότι η δικαιολογία δεν είναι ίδιον του μοναχού.
- Όχι απλώς δεν είναι ίδιον του μοναχού η δικαιολογία αλλά δεν έχει καμμιά σχέση με την πνευματική ζωή. Πρέπει να καταλάβω ότι, όταν δικαιολογούμαι, βρίσκομαι σε λανθασμένη κατάσταση. Κόβω την επικοινωνία με τον Θεό και στερούμαι την θεία Χάρη, γιατί η Θεία Χάρις δεν έρχεται σε λανθασμένη κατάσταση. Από την στιγμή που ο άνθρωπος δικαιολογεί τα αδικαιολόγητα, απομονώνεται από τον Θεό. Μπαίνει μόνωση, … καουτσούκ, ανάμεσα στον άνθρωπο και στον Θεό. Μπορεί να περάση το ρεύμα μέσα από το καουτσούκ; Όχι. Απομονώνεται. Ισχυρότερο μονωτικό από την δικαιολογία δεν υπάρχει για την θεία Χάρη! Είναι σαν να χτίζης έναν τοίχο και να χωρίζης τον εαυτό σου από τον Θεό, οπότε κόβεις κάθε σχέση μαζί Του.
- Γέροντα, συχνά λέτε: «Να προσπαθήσουμε να πιάσουμε τουλάχιστον την πνευματική βάση» .Ποιά είναι η πνευματική βάση;
- Η ταπεινή αναγνώριση του σφάλματος και να μη δικαιολογήται εν γνώσει του τουλάχιστον ο άνθρωπος, όταν φταίη και του κάνουν παρατήρηση. Το να μη δικαιολογήται, όταν δεν φταίη και τον κατηγορούν, αυτό είναι το άριστα. Όποιος δικαιολογεί τον εαυτό του, και προκοπή δεν κάνει, αλλά και εσωτερικά δεν αναπαύεται. Δεν θα μας κρεμάση ο Θεός για ένα σφάλμα που κάναμε, αλλά να μη δικαιολογούμε τον εαυτό μας για το σφάλμα και το θεωρούμε φυσικό.
- Αν μου πουν ότι έσφαλα σε κάτι, αλλά δεν μπορώ να καταλάβω πόσο έσφαλα, να ρωτήσω, ώστε άλλη φορά να προσέξω, ή να σιωπήσω;
- Αν πιάσης ότι έσφαλες είκοσι πέντε τοις εκατό, ενώ έσφαλες πέντε, δεν έχεις κέρδος; Βάλε περισσότερο, για να είσαι μέσα. Αυτή είναι η πνευματική εργασία που πρέπει να κάνης: Να βρίσκης το σφάλμα σου, να πιάνης τον εαυτό σου. Αλλιώς πιάνεσαι από τον εαυτό σου, δικαιώνεις τον εαυτό σου, αλλά ανάπαυση δεν έχεις.
- Όταν, Γέροντα, κάποιος έχη την συνήθεια να δικαιολογήται, αλλά μετά αναγνωρίζη το λάθος του και ελεεινολογή τον εαυτό του, αυτό τον ωφελεί;
- Τουλάχιστον του μένει η πείρα και, αν την αξιοποιήση, θα ωφεληθή. Και αν πη ο Θεός : «αφού το κατάλαβε και μετάνοιωσε, ας του δώσω κάτι», τότε θα πάρη και κάτι από άλλο ταμείο, από το ταμείο της μετανοίας.
Οικουμενισμός - Συγκρητισμός Σχέδια διαβόλων Του Γέροντος Παΐσίου του Αγιορείτου
Οικουμενισμός,
και κοινή αγορά, ένα κράτος μεγάλο, μια θρησκεία στα μέτρα τους. Αυτά
είναι σχέδια διαβόλων. Οι Σιωνιστές ετοιμάζουν κάποιον για Μεσσία. Γι'
αυτούς ο Μεσσίας είναι βασιλιάς, δηλαδή θα κυβερνήση εδώ στην γη. Οι
Ιεχωβάδες και αυτοί αποβλέπουν σε έναν βασιλιά επίγειο. Θα παρουσιάσουν
οι Σιωνιστές έναν, και οι Ιεχωβάδες θα τον δεχθούν. Θα πουν «αυτός
είναι». Θα γίνη μεγάλη σύγχυση. Μέσα στην σύγχυση αυτή όλοι θα ζητούν
έναν Μεσσία, για να τους σώση. Και τότε θα παρουσιάσουν κάποιον που θα
πη: «Εγώ είμαι ο Ιμάμης, εγώ είμαι ο πέμπτος Βούδας, εγώ είμαι ο Χριστός
που περιμένουν οι Χριστιανοί, εγώ είμαι αυτός που περιμένουν οι
Ιεχωβάδες, εγώ είμαι ο Μεσσίας των Εβραίων». Πέντε «εγώ» θα έχη!...
(Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι, τ. Β'- Πνευματική αφύπνιση, Ι.
Ησυχαστήριον «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θες/νίκης
1999,σ.176)
Όλα από ‘κει ξεκινούν
Μου
έκανε εντύπωση αυτό που μου είπε ένας επίσκοπος από το Πατριαρχείο. Του
είχα πεί: « Μα τι κατάσταση είναι αυτή; Από την μια ο Οικουμενισμός,
από την άλλη ο Σιωνισμός, ο σατανισμός!...Σε λίγο θα προσκυνούμε τον
διάβολο με τα δυό κέρατα αντί για τον δικέφαλο αετό». «Σήμερα, μου λέει,
δύσκολα βρίσκεις επισκόπους σαν τον επίσκοπο Καισαρείας Παΐσιο τον Β'».
Ο Παΐσιος ο Β' τι έκανε; Πήγαινε στον Σουλτάνο για τα αιτήματά του με
ένα σχοινί δεμένο στην μέση, αποφασισμένος δηλαδή να τον κρεμάσουν οι
Τούρκοι. Σαν να έλεγε στον Σουλτάνο: «Μην ψάχνης σχοινί και χασομεράς ˙
άμα θέλης να με κρεμάσης, έτοιμο το έχω το σχοινί»...Βλέπετε πως τους
έφερνε σβούρα; Κι αυτό, γιατί είχε αποφασίσει τον θάνατο. Αν δεν
αποφασίση κανείς τον θάνατο, τίποτε δεν γίνεται. Όλα από ‘κεί ξεκινούν.
(Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, έ.ά., σ.230-232)
Γίνεται ειρήνη με αμαρτωλό συνεταιρισμό;
Τα
βιβλία των Μακκαβαίων να τα διαβάσετε όλα. Είναι πολύ δυνατά. Τι
διαταγή είχε δώσει ο Βασιλιάς! Να καταπατήσουν οι ελέφαντες τους
Ισραηλίτες! Πήγαν οι άλλοι, ετοίμασαν την τελετή, πότισαν πεντακόσιους
ελέφαντες με δυνατό κρασί και λιβανωτό, για να τους εξαγριώσουν, και
περίμεναν τον Βασιλιά να παρουσιασθή, για να αρχίσουν την τελετή. Αλλά ο
βασιλιάς είχε ξεχάσει την διαταγή που έδωσε. Πηγαίνει ο ελεφαντάρχης να
ειδοποιήση τον βασιλιά, γιατί δεν είχε παρουσιασθή ακόμη. «Βασιλιά, του
λέει, σε περιμένουμε. Όλα τα έχουμε έτοιμα ˙ τους ελέφαντες, τους
Ιουδαίους, οι προσκαλεσμένοι περιμένουν». «Ποιος σας είπε να κάνετε
τέτοιο πράγμα;», του λέει! Φωνές, απειλές... Και αυτό δεν έγινε μια φορά
αλλά τρείς (*). Μικρό πράγμα ήταν να ξεχάση ο βασιλιάς την εντολή που
είχε δώσει ο ίδιος; Και όχι μόνον αυτό αλλά τελικά άλλαξε όλη την στάση
του προς τους Ιουδαίους. Όλη η βάση εκεί είναι: Να μετανοήση ο κόσμος.
-Γέροντα οι σύλλογοι ειρήνης που ιδρύονται από διάφορα κράτη βοηθούν για
την ειρήνη στον κόσμο; -Εξαρτάται. Είναι και μερικοί που ξεκινούν με
καλή διάθεση. Αλλά, όταν μαζεύωνται τι μάγοι, τι πυρολάτρες, τι
Προτεστάντες, ένα σωρό - άκρη δεν βρίσκεις -, για να φέρουν την ειρήνη
στον κόσμο, πώς να βοηθήσουν; Ο Θεός να με συγχωρέση, αυτά είμαι
κουρελούδες του διαβόλου. Γίνεται ειρήνη με αμαρτωλό συνεταιρισμό; Πως
μπορεί να έρθη η ειρήνη, όταν οι άνθρωποι δεν συμφιλιωθή με τον Θεό;
Μόνον όταν συμφιλιωθή ο άνθρωπος με τον Θεό, έρχεται και η εσωτερική
ειρήνη και η εξωτερική. Για να συμφιλιωθή όμως ο άνθρωπος με τον Θεό,
πρέπει να έρθη σε συναίσθηση, να μετανοήση, να ζη σύμφωνα με τις εντολές
του Θεού, και τότε έρχεται η Χάρις και η ειρήνη του Θεού μέσα του,
οπότε μπορεί να βοηθήση και για την ειρήνη γύρω του. (Γέροντος Παϊσίου
Αγιορείτου, έ.ά., σ. 355-356)
Διακοπή μνημοσύνου του πατριάρχου
Ιδιαιτέρως
σεβόταν τον Οικουμενικό θρόνο. Αναγνώριζε την πανορθόδοξη αποστολή του
και κατανοούσε την δύσκολη θέση που βρίσκεται. Προσευχόταν πολύ και τον
υπερασπίστηκε δημόσια σε πολλές περιπτώσεις. Από το Στόμιο είδαμε τον
Γέροντα σφοδρό πολέμιο των αιρέσεων. Στα θέματα της πίστεως ήταν ακριβής
και ασυγκατάβατος. Είχε μεγάλη ορθόδοξη ευαισθησία, γι' αυτό δεν
δεχόταν συμπροσευχές και κοινωνία με πρόσωπα μη ορθόδοξα. Τόνιζε: «Για
να συμπροσευχηθούμε με κάποιον, πρέπει να συμφωνούμε στην πίστη».
Διέκοπτε τις σχέσεις του ή απέφευγε να δη κληρικούς που συμμετείχαν σε
κοινές προσευχές με ετεροδόξους. Τα «μυστήρια» των ετεροδόξων δεν τα
αναγνώριζε και συμβούλευε οι προσερχόμενοι στην Ορθόδοξη Εκκλησία, να
κατηχούνται καλά πριν βαπτισθούν. Καταπολέμησε τον οικουμενισμό και
μιλούσε για το μεγαλείο και την μοναδικότητα της Ορθοδοξίας, την
πληροφορία του αρυόμενος από την εν καρδία του θεία χάρι. Ο βίος του
αποδείκνυε την υπεροχή της Ορθοδοξίας. Για ένα διάστημα είχε διακόψει,
μαζί με όλο σχεδόν το υπόλοιπο Άγιον Όρος, το μνημόσυνο του πατριάρχου
Αθηναγόρα για τα επικίνδυνα ανοίγματά του προς τους Ρωμαιοκαθολικούς.
Αλλά το έκανε με πόνο: «Κάνω προσευχή», είπε σε κάποιον, «για να κόβη ο
Θεός μέρες από μένα και να τις δίνη στον πατριάρχη Αθηναγόρα, για να
ολοκληρώση την μετάνοιά του». Για τους Αντιχαλκηδονίους (μονοφυσίτες)
είπε: «Αυτοί δεν λένε ότι δεν κατάλαβαν τους αγίους Πατέρες, αλλ' ότι οι
άγιοι Πατέρες δεν τους κατάλαβαν. Δηλαδή σαν να έχουν αυτοί δίκαιο και
τους παρεξηγήσανε».Χαρακτήρισε ως βλασφημία κατά των αγίων Πατέρων την
προτεινόμενη κάθαρση των Λειτουργικών βιβλίων από τον χαρακτηρισμό του
αιρετικού για τον Διόσκορο και Σεβήρο. Είπε: «Τόσοι άγιοι Πατέρες που
είχαν θείο φωτισμό και ήταν σύγχρονοι δεν τους κατάλαβαν και τους
παρεξήγησαν, και ερχόμαστε εμείς μετά από τόσους αιώνες να διορθώσουμε
τους αγίους Πατέρες; Αλλά και το θαύμα της αγίας Ευφημίας δεν το
υπολογίζουν; Και αυτή παρεξήγησε τον τόμο των αιρετικών;». Χωρίς να
επιδιώκη να φαίνεται ομολογητής, με τον τρόπο του, αντιδρούσε, μιλούσε
και έγραφε σε εκκλησιαστικά πρόσωπα. «Η Εκκλησία», έλεγε, «δεν είναι
καράβι του κάθε επισκόπου να κάνει ότι θέλει». Οι αντιδράσεις του αυτές
συνωδεύονταν από πολλή προσευχή και αγάπη για την Εκκλησία, αλλά και
για τους παρεκτρεπομένους, και προϋπέθεταν απάθεια, διάκριση και άνωθεν
φωτισμό. († Ιερομονάχου Ισαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου,
Άγιον Όρος 2004, σ.690-691)
Τα τρία πλοκάμια του διάβολου
Ο
διάβολος έχει τρία πλοκάμια. Για τους φτωχούς τον κουμμουνισμό, για
τους πιστούς τον οικουμενισμό και για τους πλουσίους την μασσωνία.
(† Μακαρίου Ιερομονάχου, Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου Λόγοι σοφίας και χάριτος, Άγιον Όρος, σελ. 73)
Εκ του περιοδικού "ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΠΙΘΑ" Αριθ. Φύλ. 634 Νοέμβριος 2005
Η ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΟΝ ΖΩΗ Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου
Οι υπόδικοι νεκροί
-Γέροντα, όταν πεθάνη ο άνθρωπος, συναισθάνεται αμέσως σε τι κατάσταση βρίσκεται;
Ναι,
συνέρχεται και λέει «τι έκανα;», αλλα «φαϊντά γιόκ[1]», δηλαδή δεν
οφελεί αυτό. Όπως ένας μεθυσμένος, αν σκοτώση λ.χ. την μάνα του, γελάει,
τραγουδάει, επειδή δεν καταλαβαίνει τι έκανε, και, όταν ξεμεθύση,
κλαίει και οδύρεται και λέει «τι έκανα;», έτσι και όσοι σ' αυτήν την ζωή
κάνουν αταξίες είναι σαν μεθυσμένοι. Δεν καταλαβαίνουν τι κάνουν, δεν
αισθάνονται την ενοχή τους. Όταν όμως πεθάνουν, τότε φεύγει αυτή η μέθη
και συνέρχονται. Ανοίγουν τα μάτια της ψυχής τους και συ- ναισθάνονται
την ενοχή τους, γιατί η ψυχή, όταν βγη από το σώμα, κινείται, βλέπει,
αντιλαμβάνεται με μια ασύλληπτη ταχύτητα.
Μερικοί
ρωτούν πότε θα γίνη η Δευτέρα Παρουσία. Για τον άνθρωπο όμως που
πεθαίνει γίνεται κατά κάποιον τρόπο η Δευτέρα Παρουσία, γιατί κρίνεται
ανάλογα με την κατάσταση στην οποία τον βρίσκει ο θάνατος.
- Γέροντα, πως είναι οι κολασμένοι;
- Είναι
υπόδικοι, φυλακισμένοι, που βασανίζονται ανάλογα με τις αμαρτίες που
έκαναν και περιμένουν να γίνη η τελική δίκη, η μέλλουσα κρίση. Υπάρχουν
βαρυποινίτες, υπάρχουν και υπόδικοι με ελαφρότερες ποινές.
- Και οι Άγιοι και ο ληστής[2];
- Οι Άγιοι
και ο ληστής είναι στον Παράδεισο, άλλα δεν έχουν λάβει την τέλεια δόξα,
όπως και οι υπόδικοι είναι στην κόλαση, άλλα δεν έχουν λάβει την τέλεια
καταδίκη. Ο Θεός, ενώ έχει πει εδώ και τόσους αιώνες το «μετανοείτε
ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών[3]», παρατείνει-παρατείνει τον χρόνο,
επειδή περιμένει εμάς[4] να διορθωθούμε. Αλλά εμείς παραμένοντας στις
κακομοιριές μας αδικούμε τους Αγίους, γιατί δεν μπορούν να λάβουν την
τέλεια δόξα, την οποία θα λάβουν μετά την μέλλουσα Κρίση.
Η προσευχή και τα μνημόσυνα για τους κεκοιμημένους[5]
- Γέροντα, οι υπόδικοι νεκροί μπορούν να προσεύχονται;
- Έρχονται
σε συναίσθηση και ζητούν βοήθεια, αλλά δεν μπορούν να βοηθήσουν τον
εαυτό τους. Όσοι βρίσκονται στον Άδη μόνον ένα πράγμα θα ήθελαν από τον
Χριστό: να ζήσουν πέντε λεπτά, για να μετανοήσουν. Εμείς που ζούμε,
έχουμε περιθώρια μετανοίας, ενώ οι καημένοι οι κεκοιμημένοι δεν μπορούν
πια μόνοι τους να καλυτερεύσουν την θέση τους, αλλά περιμένουν από μας
βοήθεια. Γι' αυτό έχουμε χρέος να τους βοηθούμε με την προσευχή μας.
Μου λέει ο λογισμός ότι μόνον το δέκα τοις εκατό από τους υπόδικους νεκρούς βρίσκονται σε δαιμονική κατάσταση και, εκεί που είναι, βρίζουν τον Θεό, όπως οι δαίμονες. Δεν ζητούν βοήθεια, αλλά και δεν δέχονται βοήθεια. Γιατί, τί να τους κάνη ο Θεός; Σαν ένα παιδί που απομακρύνεται από τον πατέρα του, σπαταλάει όλη την περιουσία του και από πάνω βρίζει τον πατέρα του. Ε, τι να το κάνη αυτό ο πατέρας του; Οι άλλοι όμως υπόδικοι, που έχουν λίγο φιλότιμο, αισθάνονται την ενοχή τους, μετανοούν και υποφέρουν για τις αμαρτίες τους. Ζητούν να βοηθηθούν και βοηθιούνται θετικά με τις προσευχές των πιστών. Τους δίνει δηλαδή ο Θεός μια ευκαιρία, τώρα που είναι υπόδικοι, να βοηθηθούν μέχρι να γίνη η Δευτέρα Παρουσία. Και όπως σ' αυτήν την ζωή, αν κάποιος είναι φίλος με τον βασιλιά, μπορεί να μεσολαβήση και να βοηθήση έναν υπόδικο, έτσι και αν είναι κανείς «φίλος» με τον Θεό, μπορεί να μεσολαβήση στον Θεό με την προσευχή του και να μεταφέρη τους υπόδικους νεκρούς από την μια «φυλακή» σε άλλη καλύτερη, από το ένα «κρατητήριο» σε ένα άλλο καλύτερο. Η ακόμη μπορεί να τους μεταφέρη και σε «δωμάτιο» η σε «διαμέρισμα».
Μου λέει ο λογισμός ότι μόνον το δέκα τοις εκατό από τους υπόδικους νεκρούς βρίσκονται σε δαιμονική κατάσταση και, εκεί που είναι, βρίζουν τον Θεό, όπως οι δαίμονες. Δεν ζητούν βοήθεια, αλλά και δεν δέχονται βοήθεια. Γιατί, τί να τους κάνη ο Θεός; Σαν ένα παιδί που απομακρύνεται από τον πατέρα του, σπαταλάει όλη την περιουσία του και από πάνω βρίζει τον πατέρα του. Ε, τι να το κάνη αυτό ο πατέρας του; Οι άλλοι όμως υπόδικοι, που έχουν λίγο φιλότιμο, αισθάνονται την ενοχή τους, μετανοούν και υποφέρουν για τις αμαρτίες τους. Ζητούν να βοηθηθούν και βοηθιούνται θετικά με τις προσευχές των πιστών. Τους δίνει δηλαδή ο Θεός μια ευκαιρία, τώρα που είναι υπόδικοι, να βοηθηθούν μέχρι να γίνη η Δευτέρα Παρουσία. Και όπως σ' αυτήν την ζωή, αν κάποιος είναι φίλος με τον βασιλιά, μπορεί να μεσολαβήση και να βοηθήση έναν υπόδικο, έτσι και αν είναι κανείς «φίλος» με τον Θεό, μπορεί να μεσολαβήση στον Θεό με την προσευχή του και να μεταφέρη τους υπόδικους νεκρούς από την μια «φυλακή» σε άλλη καλύτερη, από το ένα «κρατητήριο» σε ένα άλλο καλύτερο. Η ακόμη μπορεί να τους μεταφέρη και σε «δωμάτιο» η σε «διαμέρισμα».
Όπως
ανακουφίζουμε τους φυλακισμένους με αναψυκτικά κ.λπ. που τους
πηγαίνουμε, έτσι και τους νεκρούς τους ανακουφίζουμε με τις προσευχές
και τις ελεημοσύνες που κάνουμε για την ψυχή τους. Οι προσευχές των
ζώντων για τους κεκοιμημένους και τα μνημόσυνα είναι η τελευταία
ευκαιρία που δίνει ο Θεός στους κεκοιμημένους να βοηθηθούν, μέχρι να
γίνη η τελική Κρίση. Μετά την δίκη δεν θα υπάρχη πλέον δυνατότητα να
βοηθηθούν.
Ο Θεός
θέλει να βοηθήση τους κεκοιμημένους, γιατί πονάει για την σωτηρία τους,
αλλά δεν το κάνει, γιατί έχει αρχοντιά. Δεν θέλει να δώση δικαίωμα στον
διάβολο να πη: «Πως τον σώζεις αυτόν, ενώ δεν κοπίασε;». Όταν όμως
εμείς προσευχώμαστε για τους κεκοιμημένους, Του δίνουμε το δικαίωμα να
επεμβαίνη. Περισσότερο μάλιστα συγκινείται ο Θεός, όταν κάνουμε
προσευχή για τους κεκοιμημένους παρά για τους ζώντες.
Γι' αυτό και η Εκκλησία μας έχει τα κόλλυβα, τα μνημόσυνα. Τα μνημόσυνα είναι ο καλύτερος δικηγόρος για τις ψυχές των κεκοιμημένων. Έχουν την δυνατότητα και από την κόλαση να βγάλουν την ψυχή. Κι εσείς σε κάθε Θεία Λειτουργία να διαβάζετε κόλλυβο για τους κεκοιμημένους. Έχει νόημα το σιτάρι. «Σπεί- ρεται εν φθορά, εγείρεται εν αφθαρσία»[6], λέει η Γραφή. Στον κόσμο μερικοί βαριούνται να βράσουν λίγο σιτάρι και πηγαίνουν στην εκκλησία σταφίδες, κουραμπιέδες, κουλουράκια, για να τα διαβάσουν οι ιερείς. Και βλέπεις, εκεί στο Άγιον Όρος κάτι γεροντάκια τα καημένα σε κάθε Θεία Λειτουργία κάνουν κόλλυβο και για τους κεκοιμημένους και για τον Άγιο που γιορτάζει, για να έχουν την ευλογία του.
Γι' αυτό και η Εκκλησία μας έχει τα κόλλυβα, τα μνημόσυνα. Τα μνημόσυνα είναι ο καλύτερος δικηγόρος για τις ψυχές των κεκοιμημένων. Έχουν την δυνατότητα και από την κόλαση να βγάλουν την ψυχή. Κι εσείς σε κάθε Θεία Λειτουργία να διαβάζετε κόλλυβο για τους κεκοιμημένους. Έχει νόημα το σιτάρι. «Σπεί- ρεται εν φθορά, εγείρεται εν αφθαρσία»[6], λέει η Γραφή. Στον κόσμο μερικοί βαριούνται να βράσουν λίγο σιτάρι και πηγαίνουν στην εκκλησία σταφίδες, κουραμπιέδες, κουλουράκια, για να τα διαβάσουν οι ιερείς. Και βλέπεις, εκεί στο Άγιον Όρος κάτι γεροντάκια τα καημένα σε κάθε Θεία Λειτουργία κάνουν κόλλυβο και για τους κεκοιμημένους και για τον Άγιο που γιορτάζει, για να έχουν την ευλογία του.
- Γέροντα, αυτοί που έχουν πεθάνει πρόσφατα έχουν μεγαλύτερη ανάγκη από προσευχή;
- Εμ, όταν
μπαίνη καποιος στην φυλακή, στην αρχή δεν δυσκολεύεται πιο πολύ; Να
κάνουμε προσευχή για τους κεκοιμημένους που δεν ευαρέστησαν στον Θεό,
για να κάνη κάτι και γι' αυτούς ο Θεός. Ιδίως, όταν ξέρουμε ότι κάποιος
ήταν σκληρός -θέλω να πω, ότι φαινόταν σκληρός, γιατί μπορεί να
νομίζουμε ότι ήταν σκληρός, αλλά στην πραγματικότητα να μην ήταν- και
είχε και αμαρτωλή ζωή, τότε να κάνουμε πολλή προσευχή, Θείες
Λειτουργίες, Σαρανταλείτουργα για την ψυχή του και να δίνουμε
ελεημοσύνη[7] σε φτωχούς για την σωτηρία της ψυχής του, για να ευχηθούν
οι φτωχοί «ν' αγιάσουν τα κόκκαλά του», ώστε να καμφθή ο Θεός και να τον
ελεήση. Έτσι, ο,τι δεν έκανε εκείνος, το κάνουμε εμείς γι' αυτόν. Ενώ
ένας άνθρωπος που είχε καλωσύνη, ακόμη και αν η ζωή του δεν ήταν καλή,
επειδή είχε καλή διάθεση, με λίγη προσευχή πολύ βοηθιέται.
Έχω υπ'
όψιν μου γεγονότα που μαρτυρούν πόσο οι κεκοιμημένοι βοηθιούνται με την
προσευχή πνευματικών ανθρώπων. Κάποιος ήρθε στο Καλύβι και μου είπε με
κλάματα: «Γέροντα, δεν έκανα προσευχή για κάποιον γνωστό μου κεκοιμημένο
και μου παρουσιάσθηκε στον ύπνο μου. «Είκοσι μέρες, μου είπε, έχεις να
με βοηθήσης με ξέχασες και υποφέρω». Πράγματι, μου λέει, εδώ και είκοσι
μέρες είχα ξεχασθή με διάφορες μέριμνες και ούτε για τον εαυτό μου δεν
προσευχόμουν».
- Όταν,
Γέροντα, πεθάνη κάποιος και μας ζητήσουν να προσευχηθούμε γι' αυτόν,
είναι καλό να κάνουμε κάθε μέρα ένα κομποσχοίνι μέχρι τα σαράντα;
- Άμα κάνης
κομποσχοίνι γι' αυτόν, βάλε και άλλους κεκοιμημένους. Γιατί να πάη μια
αμαξοστοιχία στον προορισμό της με έναν μόνον επιβάτη, ενώ χωράει και
άλλους; Πόσοι κεκοιμημένοι έχουν άνάγκη οι καημένοι και ζητούν βοήθεια
και δεν έχουν κανέναν να προσευχηθή γι' αυτούς!
Μερικοί
κάθε τόσο κάνουν μνημόσυνο μόνο για κάποιον δικό τους. Με αυτόν τον
τρόπο δεν βοηθιέται ούτε ο δικός τους, γιατί η προσευχή τους δεν είναι
τόσο ευάρεστη στον Θεό. Αφού τόσα μνημόσυνα έκαναν γι' αυτόν, ας κάνουν
συγχρόνως και για τους ξένους.
- Γέροντα, με απασχολεί μερικές φορές η σωτηρία του πατέρα μου, γιατί δεν είχε καμμιά σχέση με την Εκκλησία.
- Δεν ξέρεις την κρίση του Θεού την τελευταία στιγμή. Πότε σε απασχολεί; Κάθε Σάββατο;
- Δεν έχω παρακολουθήσει, αλλά γιατί το Σάββατο;
- Γιατί αυτήν την ημέρα την δικαιούνται οι κεκοιμημένοι.
- Γέροντα,
οι νεκροί που δεν έχουν ανθρώπους να προσεύχωνται γι' αυτούς βοηθιούνται
από τις προσευχές εκείνων που προσεύχονται γενικά για τους
κεκοιμημένους;
- Και
βέβαια βοηθιούνται. Εγώ, όταν προσεύχομαι για όλους τους κεκοιμημένους,
βλέπω στον ύπνο μου τους γονείς μου, γιατί αναπαύονται από την προσευχή
που κάνω. Κάθε φορά που έχω Θεία Λειτουργία, κάνω και γενικό μνημόσυνο
για όλους τους κεκοιμημένους και εύχομαι για τους βασιλείς, για τους
αρχιερείς κ.λπ. και στο τέλος λέω «και υπέρ ων τα ονόματα ουκ
εμνημονεύθησαν». Αν καμμιά φορά δεν κάνω ευχή για τους κεκοιμημένους,
παρουσιάζονται γνωστοί κεκοιμημένοι μπροστά μου. Έναν συγγενή μου, που
είχε σκοτωθή στον πόλεμο, τον είδα ολόκληρο μπροστά μου μετά την Θεία
Λειτουργία, την ώρα του μνημοσύνου, γιατί αυτόν δεν τον είχα ολόκληρο
γραμμένο με τα ονόματα των κεκοιμημένων, επειδή μνημονευόταν στην
Προσκομιδή με τους ηρωικώς πεσόντες. Κι εσείς στην Αγία Πρόθεση να μη
δίνετε να μνημονευθούν μόνον ονόματα ασθενών, αλλά και ονόματα
κεκοιμημένων, γιατί μεγαλύτερη ανάγκη έχουν οι κεκοιμημένοι.
Το καλύτερο μνημόσυνο για τους κεκοιμημένους
Το καλύτερο από όλα τα μνημόσυνα που μπορούμε να κάνουμε για τους κεκοιμημένους είναι η προσεκτική ζωή μας, ο αγώνας που θα κάνουμε, για να κόψουμε τα ελαττώματά μας και να λαμπικάρουμε την ψυχή μας. Γιατί η δική μας ελευθερία από τα υλικά πράγματα και από τα ψυχικά πάθη, έκτος από την δική μας ανακούφιση, έχει ως αποτέλεσμα και την ανακούφιση των κεκοιμημένων προπάππων όλης της γενιάς μας. Οι κεκοιμημένοι νιώθουν χαρά, όταν ένας απόγονός τους είναι κοντά στον Θεό. Αν εμείς δεν είμαστε σε καλή πνευματική κατάσταση, τότε υποφέρουν οι κεκοιμημένοι γονείς μας, ο πάππους μας, ο προπάππος μας, όλες οι γενεές. «Δες τι απογόνους κάναμε!», λένε και στενοχωριούνται. Αν όμως είμαστε σε καλή πνευματική κατάσταση, ευφραίνονται, γιατί και αυτοί έγιναν συνεργοί να γεννηθούμε και ο Θεός κατά κάποιον τρόπο υποχρεώνεται να τους βοηθήση. Αυτό δηλαδή που θα δώση χαρά στους κεκοιμημένους είναι να αγωνισθούμε να ευαρεστήσουμε στον Θεό με την ζωή μας, ώστε να τους συναντήσουμε στον Παράδεισο και να ζήσουμε όλοι μαζί στην αιώνια ζωή.
Το καλύτερο από όλα τα μνημόσυνα που μπορούμε να κάνουμε για τους κεκοιμημένους είναι η προσεκτική ζωή μας, ο αγώνας που θα κάνουμε, για να κόψουμε τα ελαττώματά μας και να λαμπικάρουμε την ψυχή μας. Γιατί η δική μας ελευθερία από τα υλικά πράγματα και από τα ψυχικά πάθη, έκτος από την δική μας ανακούφιση, έχει ως αποτέλεσμα και την ανακούφιση των κεκοιμημένων προπάππων όλης της γενιάς μας. Οι κεκοιμημένοι νιώθουν χαρά, όταν ένας απόγονός τους είναι κοντά στον Θεό. Αν εμείς δεν είμαστε σε καλή πνευματική κατάσταση, τότε υποφέρουν οι κεκοιμημένοι γονείς μας, ο πάππους μας, ο προπάππος μας, όλες οι γενεές. «Δες τι απογόνους κάναμε!», λένε και στενοχωριούνται. Αν όμως είμαστε σε καλή πνευματική κατάσταση, ευφραίνονται, γιατί και αυτοί έγιναν συνεργοί να γεννηθούμε και ο Θεός κατά κάποιον τρόπο υποχρεώνεται να τους βοηθήση. Αυτό δηλαδή που θα δώση χαρά στους κεκοιμημένους είναι να αγωνισθούμε να ευαρεστήσουμε στον Θεό με την ζωή μας, ώστε να τους συναντήσουμε στον Παράδεισο και να ζήσουμε όλοι μαζί στην αιώνια ζωή.
Επομένως,
αξίζει τον κόπο να χτυπήσουμε τον παλαιό μας άνθρωπο, για να γίνη
καινός και να μη βλάπτη πια ούτε τον εαυτό του ούτε άλλους ανθρώπους,
αλλά να βοηθάη και τον εαυτό του και τους άλλους, είτε ζώντες είναι είτε
κεκοιμημένοι.
Η παρρησία των δικαίων προς τον Θεό
- Γέροντα,
στην προς Αρχαρίους Επιστολή σας γράφετε: «Παρόλο που καταλαβαίνουν οι
αληθινοί μοναχοί ότι αυτό που απολαμβάνουν σ' αυτήν την ζωή είναι μέρος
της χαράς του Παραδείσου και ότι στον Παράδεισο θα είναι περισσότερη,
εν τούτοις από πολλή αγάπη προς τον πλησίον τους θέλουν να ζήσουν επί
της γης, για να βοηθούν τους ανθρώπους με την προσευχή, να επεμβαίνη ο
Θεός και να βοηθιέται ο κόσμος»[8].
- Γράψε: «Θέλουν να ζήσουν επί της γης, για να συμπάσχουν με τους ανθρώπους και να τους βοηθούν με την προσευχή».
- Στην άλλη ζωή, Γέροντα, ένας σωστός μοναχός πάλι δεν θα βοηθάη με την προσευχή του τους ανθρώπους;
- Και στην
άλλη ζωή θα βοηθάη με την προσευχή του, αλλά δεν θα υποφέρη, ενώ τώρα
συμπάσχει δεν περνάει χαρούμενα εδώ, «με χαρούμενη την όψη και με βλέμμα
λαμπερό»! Όσο όμως υποφέρει για τον πλησίον του, τόσο ανταμείβεται με
θεία παρηγοριά, και αυτό είναι κατά κάποιον τρόπο και η πληροφορία ότι
βοηθιέται ο άλλος. Αύτη η παραδεισένια χαρά είναι η θεία ανταμοιβή για
τον πόνο που νιώθει για τον αδελφό του.
- Δηλαδή, Γέροντα, οι Άγιοι που επικαλούμαστε να μας βοηθήσουν δεν συμπάσχουν μαζί μας;
- Εκεί δεν έχει πόνο, βρε παιδάκι μου! Στον Παράδεισο υποφέρουν; «Ένθα ουκ έστι πόνος ου λύπη ου στεναγμός»[9] δεν λέει;
Ύστερα οι Άγιοι έχουν υπ όψιν τους την θεία ανταμοιβή που θα λάβουν όσοι άνθρωποι βασανίζονται σ' αυτήν την ζωή και αυτό τους κάνει να χαίρωνται. Μα και ο Ίδιος ο Θεός που έχει τόση αγάπη, τόση ευσπλαχνία, πως αντέχει αυτόν τον μεγάλο πόνο των ανθρώπων; Αντέχει, γιατί έχει υπ' όψιν Του την θεία ανταμοιβή που τους περιμένει. Όσο δηλαδή βασανίζονται εδώ οι άνθρωποι, τόσο τους αποταμιεύει εκεί ουράνιο μισθό. Ενώ εμείς αυτά δεν τα βλέπουμε και συμπάσχουμε με όσους υποφέρουν. Γι' αυτό, όταν κάποιος τα βλέπη λίγο αυτά και έχη υπ' όψιν του την ανταμοιβή που θα λάβουν, δεν υποφέρει τόσο πολύ.
Ύστερα οι Άγιοι έχουν υπ όψιν τους την θεία ανταμοιβή που θα λάβουν όσοι άνθρωποι βασανίζονται σ' αυτήν την ζωή και αυτό τους κάνει να χαίρωνται. Μα και ο Ίδιος ο Θεός που έχει τόση αγάπη, τόση ευσπλαχνία, πως αντέχει αυτόν τον μεγάλο πόνο των ανθρώπων; Αντέχει, γιατί έχει υπ' όψιν Του την θεία ανταμοιβή που τους περιμένει. Όσο δηλαδή βασανίζονται εδώ οι άνθρωποι, τόσο τους αποταμιεύει εκεί ουράνιο μισθό. Ενώ εμείς αυτά δεν τα βλέπουμε και συμπάσχουμε με όσους υποφέρουν. Γι' αυτό, όταν κάποιος τα βλέπη λίγο αυτά και έχη υπ' όψιν του την ανταμοιβή που θα λάβουν, δεν υποφέρει τόσο πολύ.
- Όταν, Γέροντα, παρακαλούμε τον Θεό να βοηθήση κάποιον κεκοιμημένο που δεν έχει ανάγκη, πάει χαμένη αυτή η προσευχή;
- Πως να
πάη χαμένη; Όταν λέμε «ανάπαυσον τον τάδε» και αυτός είναι σε καλή θέση
στην άλλη ζωή, δεν παρεξηγείται ίσα- ίσα συγκινείται. «Για δες, λέει,
εγώ είμαι σε καλή θέση και εκείνοι αγωνιούν», οπότε φιλοτιμείται και μας
βοηθάει πιο πολύ, πρεσβεύοντας στον Θεό για μας. Άλλα που να ξέρης σε
τι κατάσταση βρίσκεται ο άλλος; Φυσιολογικά κάνεις ευχή πρώτα γι' αυτούς
που γνωρίζεις ότι με την ζωή τους λύπησαν τον Θεό και εύχεσαι και για
άλλες ανάλογες περιπτώσεις και ύστερα εύχεσαι και για όλους τους
κεκοιμημένους.
Η μέλλουσα Κρίση
- Γέροντα, πως εξαγνίζεται η ψυχή;
- Όταν ο
άνθρωπος εργασθή τις εντολές του Θεού, κάνη δουλειά στον εαυτό του και
καθαρισθή από τα πάθη, τότε ο νους φωτίζεται, φθάνει σε ύψος θεωρίας,
και η ψυχή λαμπρύνεται και γίνεται όπως ήταν πρίν από την πτώση των
Πρωτοπλάστων. Σε τέτοια κατάσταση θα βρίσκεται μετά την ανάσταση των
νεκρών. Μπορεί όμως ο άνθρωπος να δη την ανάσταση της ψυχής του πριν από
την κοινή ανάσταση, αν καθαρισθή τελείως από τα πάθη. Το σώμα του τότε
θα είναι αγγελικό, άυλο, και δεν θα νοιάζεται για τροφή υλική.
- Γέροντα, πως θα γίνη η μέλλουσα Κρίση;
- Στην
μέλλουσα Κρίση θα αποκαλυφθή σε μια στιγμή η κατάσταση του κάθε
ανθρώπου και μόνος του καθένας θα τραβήξη για 'κει που είναι. Καθένας θα
βλέπη[10] σαν σε τηλεόραση τα δικά του χάλια και την πνευματική
κατάσταση του άλλου. Θα καθρεφτίζη τον εαυτό του στον άλλον και θα σκύβη
το κεφάλι και θα πηγαίνη στην θέση του. Δεν θα μπορή λ.χ. να πη μια
νύφη που καθόταν μπροστά στην πεθερά της σταυρο- πόδι και η πεθερά της
με σπασμένο πόδι φρόντιζε το εγγονάκι: «γιατί, Χριστέ μου, βάζεις την
πεθερά μου στον Παράδεισο κι εμένα δεν με βάζεις;», επειδή θα έρχεται
μπροστά της εκείνη η σκηνή. Θα θυμάται την πεθερά της που στεκόταν όρθια
με σπασμένο πόδι και φρόντιζε το εγγονάκι της και δεν θα έχη μούτρα να
πάη στον Παράδεισο, αλλά ούτε και θα χωράη στον Παράδεισο. Ή οι μοναχοί
θα βλέπουν τι δυσκολίες, τι δοκιμασίες είχαν οι κοσμικοί και πως τις
αντιμετώπισαν και, αν δεν έχουν ζήσει σωστά, θα σκύψουν το κεφάλι και θα
τραβήξουν μόνοι τους για εκεί που θα είναι.
Θα δουν
εκεί οι μοναχές, που δεν ευαρέστησαν στον Θεό, ηρωίδες μάνες, που ούτε
υποσχέσεις έδωσαν, ούτε τις ευλογίες και τις ευκαιρίες τις δικές τους
είχαν, πως αγωνίσθηκαν και σε τι κατάσταση πνευματική έφθασαν, και
εκείνες, καλόγριες, με τι μικροπρέπειες ασχολούνταν και βασανίζονταν,
και θα ντρέπονται! Έτσι μου λέει ο λογισμός ότι θα γίνη η Κρίση. Δεν θα
πη δηλαδή ο Χριστός: «έλα εδώ εσύ, τι έκανες;» η «εσύ θα πας στην
κόλαση, εσύ στον Παράδεισο», αλλά ο καθένας θα συγκρίνη τον εαυτό του με
τον άλλον και θα τραβήξη για εκεί που θα είναι[11].
Η μέλλουσα ζωή
- Γέροντα, έφερα γλυκά να κεράσετε.
- Δες πως
χαίρονται! Στην άλλη ζωή θα λέμε: «Με τι χαζά χαιρόμασταν! Τι μας
συγκινούσαν τότε!». Ενώ τώρα σκιρτάει η καρδιά γι' αυτά.
- Γέροντα, πως θα το καταλάβουμε αυτό από τώρα;
- Άμα το
καταλάβετε αυτό από τώρα, δεν θα το πήτε μεθαύριο στην άλλη ζωή. Πάντως,
όσοι βρίσκονται εκεί επάνω, καλά περνούν. Ξέρεις τι εργόχειρο κάνουν
εκεί στον Ουρανό; Συνέχεια δοξολογούν τον Θεό.
- Γέροντα, γιατί το σώμα Του νεκρού λέγεται «λείψανο»;
- Γιατί
είναι ό,τι μένει εδώ στην γη από τον άνθρωπο μετά τον θάνατο. Ο κυρίως
άνθρωπος, που είναι η ψυχή, φεύγει στον Ουρανό. Στην μέλλουσα Κρίση θα
αναστήση ο Θεός και το σώμα, για να κριθή με αυτό ο άνθρωπος, γιατί με
αυτό έζησε και αμάρτησε. Στην άλλη ζωή όλοι θα έχουν το ίδιο σώμα -
πνευματικό σώμα-, το ίδιο ανάστημα, και οι κοντοί και οι ψηλοί, την
ίδια ηλικία, και οι νέοι και οι γέροι και τα μωρά, αφού η ψυχή είναι
ίδια. Θα υπάρχη δηλαδή μια αγγελική ηλικία.
- Γέροντα, στην άλλη ζωή όσοι θα είναι στην Κόλαση θα βλέπουν αυτούς που θα είναι στον Παράδεισο;
- Κοίταξε,
όπως αυτοί που είναι την νύχτα έξω στο σκοτάδι βλέπουν όσους είναι μέσα
σε ένα δωμάτιο φωτισμένο, έτσι και όσοι θα βρίσκονται στην κόλαση θα
βλέπουν όσους θα είναι στον Παράδεισο. Και αυτό θα είναι μεγαλύτερη
κόλαση. Όπως πάλι όσοι την νύχτα είναι στο φως, δεν βλέπουν αυτούς που
είναι έξω στο σκοτάδι, έτσι και αυτοί που θα βρίσκονται στον Παράδεισο
δεν θα βλέπουν αυτούς που θα είναι στην κόλαση. Γιατί, αν έβλεπαν τους
κολασμένους, θα πονούσαν, θα θλίβονταν για την ταλαιπωρία τους, και δεν
θα απολάμβαναν τον Παράδεισο, αλλά εκεί «ουκ εστί πόνος...»[12]. Και όχι
μόνο δεν θα τους βλέπουν, αλλά ούτε θα θυμούνται αν είχαν αδελφό η
πατέρα η μητέρα, αν δεν είναι και εκείνοι στον Παράδεισο. «Εν εκείνη τη
ημέρα απολούνται πάντες οι διαλογισμοί αυτού»[13]λέει ο Ψαλμωδός. Γιατί,
άμα τους θυμούνται, πως θα είναι Παράδεισος; Αύτος μάλιστα που θα είναι
στον Παράδεισο, θα νομίζουν ότι δεν θα υπάρχουν άλλοι άνθρωποι, ούτε θα
θυμούνται τις αμαρτίες που είχαν κάνει. Γιατί, αν θυμούνται τις
αμαρτίες τους, δεν θα αντέχουν από φιλότιμο στην σκέψη ότι λύπησαν τον
Θεό.
Η ποσότητα
πάλι της χαράς του καθενός στον Παράδεισο θα είναι διαφορετική. Άλλος
θα έχη μια δαχτυλήθρα χαρά, άλλος ένα ποτήρι, άλλος μια ολόκληρη
δεξαμενή. Όλοι όμως θα αισθάνονται πλήρεις και κανένας δεν θα ξέρη το
μέγεθος της χαράς, της αγαλλιάσεως, του άλλου. Τα κανόνισε έτσι ο Καλός
Θεός, γιατί, αν γνώριζε ο ένας ότι ο άλλος έχει περισσότερη χαρά, δεν θα
ήταν τότε Παράδεισος, επειδή θα υπήρχε το «γιατί εκείνος να έχη
περισσότερη χαρά και εγώ λιγότερη; ». Δηλαδή καθένας θα βλέπη στον
Παράδεισο την δόξα του Θεού ανάλογα με την καθαρότητα των οφθαλμών της
ψυχής του. Η ορατότητα όμως δεν θα καθορισθή από τον Θεό, άλλα θα
εξαρτηθή από την δική του καθαρότητα.
- Γέροντα, μερικοί δεν πιστεύουν ότι υπάρχει κόλαση και Παράδεισος.
- Δεν
πιστεύουν ότι υπάρχει κόλαση και Παράδεισος; Πως είναι δυνατόν οι
νεκροί να μείνουν στην ανυπαρξία, αφού είναι ψυχές; Ο Θεός είναι
αθάνατος και ο άνθρωπος είναι κατά χάριν αθάνατος. Επομένως αθάνατος θα
είναι και στην κόλαση. Ύστερα τον Παράδεισο και την κόλαση τα ζη η ψυχή
μας σε έναν βαθμό και από αυτήν την ζωή, ανάλογα με την κατάσταση στην
οποία βρίσκεται. Όταν κάποιος έχη τύψεις συνειδήσεως και νιώθη φόβο,
ταραχή, άγχος, απελπισία, η είναι κυριευμένος από μίσος, από φθόνο
κ.λπ., τότε ζη την κόλαση. Ενώ, όταν μέσα του υπάρχη αγάπη, χαρά,
ειρήνη, πραότητα, καλοσύνη κ.λπ., τότε ζη τον Παράδεισο. Όλη η βάση
είναι η ψυχή, γιατί αυτή είναι που αισθάνεται και την χαρά και τον πόνο.
Να, πήγαινε σε έναν πεθαμένο και πες του τα πιο ευχάριστα πράγματα,
λ.χ. «ήρθε ο αδελφός σου από την Αμερική» κ.λπ., δεν θα καταλάβη τίποτε.
Αν Του σπάσης τα χέρια, τα πόδια, πάλι δεν θα καταλάβη. Επομένως η ψυχή
είναι που αισθάνεται. Αυτά όλα δεν τους προβληματίζουν; Η, ας
υποθέσουμε, βλέπεις ένα ωραίο, ένα ευχάριστο όνειρο, χαίρεσαι, χτυπάει
γλυκά η καρδιά σου και, δεν θέλεις να τελείωση. Ξυπνάς και
στενοχωριέσαι, γιατί ξύπνησες. Η βλέπεις ένα άσχημο όνειρο, ότι έπεσες
λ.χ. και έσπασες τα πόδια σου, και υποφέρεις, κλαις. Από την αγωνία σου
ξυπνάς με δάκρυα στα μάτια, βλέπεις ότι δεν έπαθες τίποτε και λες:
«Ευτυχώς όνειρο ήταν!». Δηλαδή συμμετέχει η ψυχή. Από ένα άσχημο όνειρο
υποφέρει κανείς περισσότερο από ό,τι στην πραγματικότητα, όπως και ο
άρρωστος υποφέρει πιο πολύ την νύχτα απ' ό,τι την ημέρα. Έτσι και όταν
πεθάνη ο άνθρωπος, αν πάη στην κόλαση, θα είναι πιο οδυνηρό. Σκεφθήτε να
ζη κανείς ένα αιώνιο εφιαλτικό όνειρο και να βασανίζεται αιώνια! 'Εδώ
δεν μπορείς να αντέξης για λίγα λεπτά ένα άσχημο όνειρο, άντε τώρα
αιώνια -Θεός φυλάξοι- να είσαι μέσα στην θλίψη. Γι' αυτό καλύτερα να
μην πάμε στην κόλαση. 'Εσείς τι λέτε;
- Τόσον καιρό, Γέροντα, κάνουμε αγώνα να μην πάμε στην κόλαση λέτε, εκεί να καταλήξουμε;
- Αν δεν
έχουμε μυαλό, εκεί θα πάμε. Εγώ εύχομαι η όλοι στον Παράδεισο η κανένας
στην κόλαση... Καλά δεν λέω; Είναι πολύ βαρύ, μετά από όσα έκανε ο Θεός
για μας τους ανθρώπους, να πάμε στην κόλαση και να Τον λυπήσουμε. Ο
Θεός να φυλάξη, όχι μόνον άνθρωπος, αλλά ούτε πουλί να μην πάη στην
κόλαση.
Ο Καλός
Θεός ας μας δώση καλή μετάνοια, για να μας βρη ο θάνατος σε καλή
πνευματική κατάσταση και, να απόκατασταθούμε στην Ουράνια Βασιλεία Του.
Αμήν.
Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου
Η μετά θάνατον ζωή
Η μετά θάνατον ζωή
Λόγοι
Δ'
Οικογενειακή ζωή
Δ'
Οικογενειακή ζωή
Από έντυπο που διανέμεται από την Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, Σοχού Θεσσαλονίκης
[1] Έκφραση της τουρκικής γλωςσας που σημαινει «δεν υπάρχει οφελος, δεν υπάρχει χαΐρι».
[2] Λουκ. 23, 32-33 και 39-43
[3] Ματθ. 3,2 και 4, 17· βλ. και Ματθ. 10, 7· Μάρκ. 1,15-
[4] Με το «εμάς» ο Γέροντας εννοεί την σύνολη ανθρωπότητα.
[5]
Ο Άγιος Νεκτάριος στο έργο του «Μελέτη περί της αθανασίας της ψυχής κει
περί των ιερών μνημοσύνων», εκδ. Βασ. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1973,
σ.202, γράφει ως συμπέρασμα των όσων ανέπτυξε βάσει των σχετικών
μαρτυριών των Αγίων Πατέρων:«Εξ όλων δη τούτων δήλον γίνεται, ότι η ψνχή
μετά θάνατον αδυνατεί να κάμη τι έργον σωτηριώδες και να απαλλαγή των
τον Άδου αλύτων δεσμών, και οτι μόνον αι θείαι λειτουργίαι, αι προσευχαί
των οικείων, των δικαίων, αι υπέρ αυτών γινόμενοι και αι ελεημοσύναι
γίνονται πρόξενοι σωτηρίας κει ελευθερίας από των δεσμών του Άδου».17 Α.
Κορ. 15.42
[7]
Πρβλ. Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, Περί των εν πίστει κεκοιμημένων,
όπως αι περί αυτών γινόμεναι λειτουργίαι και ευποιίαι τούτους ονίνησιν,
PG 95, 248.
[8]
Γέροντος Παϊσίου Άγιορείτου, Επιστολές, Ιερόν Ησυχαστήριον
«Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», εκδ. 6η, Σουρωτή Θεσσαλονίκης 2002,
σ. 49.
[9] Βλ. Ευχολόγιον το Μεγα, Ακολουθία Νεκρώσιμος, σ. 411.
[10]
Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός γράφει: «Μη γαρ οίεσθω τις, οτι ουκ
άναγνωρισμος εκάστου προς έκαστον επί τής φοβέρας εκείνης συναγωγής
γενήσεται. Ναι, όντως έκαστος άναγνωριεί τον πλησίον αυτού, ου τω του
σώματος σχήματι, αλλά τω διορατικώ της ψυχής όμματι». PG 95, 276Α.
[11]
Ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος γράφει: «Και απλώς πας άνθρωπος
αμαρτωλός εν τη φοβερά ημέρα της κρίσεως απεναντίας αυτού εις την
αιωνίαν ζωήν και εις το ανεκλάλητον εκείνο φως όψεται τον όμοιον αυτού
και κριθήσεται παρ' αυτου», Περί μετανοίας, Λογος Ε', Sources
Chretiennes 96, 434.
[12] Βλ. Ευχολόγιον το Μέγα, Ακολουθία Νεκρώσιμος, σ. 411.
[13] Ψαλμ. 145, 4.
http://agiosmgefiras.blogspot.gr
http://agiosmgefiras.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου