•Η
γυναίκα όταν είναι έγκυος πρέπει να είναι ήρεμη, να διαβάζει το
Ευαγγέλιο, να προσεύχεται, να λέει την ευχή. Έτσι αγιάζεται και το
παιδί. Από τώρα αρχίζει η ανατροφή του παιδιού. Εσύ ο άνδρας να
προσέχεις, να μην στεναχωρείς την έγκυο γυναίκα σου για κανένα λόγο..
•Όταν
μείνει έγκυος η γυναίκα, τότε το άριστο είναι να σταματήσουν τις
σαρκικές σχέσεις αμέσως το ανδρόγυνο ή αν δεν μπορούν, να τις
περιορίσουν πολύ.
Αλλά
από τον έκτο μήνα και μετά τουλάχιστον, πρέπει να σταματήσουν να έχουν
επαφές, γιατί εκτός από τον κίνδυνο να πάθει ζημιά το παιδί (π.χ.
αποβολή κ.ά), γίνεται και πνευματική ζημιά.
Βλέπεις
το έμβρυο αναγκαστικά συμμετέχει και αυτό στην ηδονή που νοιώθει η μάνα
του και από την κοιλιά ακόμη αποκτά πάθος. Υπάρχουν βρέφη που βυζαίνουν
και πυρώνονται σαρκικά!
•Οι
μητέρες, όταν γεννηθεί το παιδί, πρέπει να το θηλάσει, όσο πιο πολύ
μπορεί, αφού το μητρικό γάλα, δίνει υγεία στα παιδιά. Όταν όμως οι
μητέρες δεν θηλάζουν τα παιδιά, δημιουργούνται ανωμαλίες στον οργανισμό
τους, που μπορεί να οδηγήσουν σε μαστεκτομές.
Η μάνα που τεμπελιάζει και δεν θηλάζει το παιδί, μεταδίδει τεμπελιά και στο παιδί της.
Δεν
θηλάζουν οι μάνες τα παιδιά, οπότε τα παιδιά μεγαλώνουν απαρηγόρητα,
διότι θηλάζοντας το παιδί, θηλάζει αγάπη, στοργή, παρηγοριά, ασφάλεια
και αποκτά έτσι δυνατό χαρακτήρα.
Διαφορετικά ποιός θα τους δώσει στοργή και αγάπη; Το κουτί με το γάλα της αγελάδας;
Θηλάζουν από το «παγωμένο» μπουκάλι και παγώνει η καρδιά τους.
Ύστερα, όταν μεγαλώσουν, ζητούν παρηγοριά στο μπουκάλι, στις ταβέρνες.
Πίνουν, για να ξεχάσουν το άγχος, και γίνονται αλκοολικοί.
Αν δεν πάρουν στοργή τα παιδιά, δεν θα έχουν να δώσουν στοργή και πάει σχοινί-κορδόνι.
Τουλάχιστον μέχρι το 2ο έτος της ηλικίας του πρέπει να θηλάζει το παιδί.
Άγιος Παϊσιος ο Αγιορείτης
ΑΓΙΟΥ ΠΑΪΣΊΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ: "ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΔΕΛΦΟΣΥΝΗ ΣΤΟΥΣ ΔΥΣΚΟΛΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ".
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Β’ «Πνευματικὴ Ἀφύπνιση» – 69 –
+ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΔΕΛΦΟΣΥΝΗ ΣΤΟΥΣ ΔΥΣΚΟΛΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ+
–
Στὶς μέρες μας καὶ νὰ μὴ θέλουν νὰ δεθοῦν οἱ πνευματικοὶ ἄνθρωποι, θὰ
τοὺς ἀναγκάση ὁ διάβολος νὰ δεθοῦν. Ὁ διάβολος μὲ τὴν πολλή του κακία
κάνει τὸ μεγαλύτερο καλὸ σήμερα στὸν κόσμο. Γιατί, ἂς ποῦμε, ἕνας
πατέρας ποὺ εἶναι πιστὸς καὶ θέλει λ.χ. νὰ κάνη φροντιστήριο στὰ παιδιά
του, θὰ εἶναι ἀναγκασμένος νὰ βρῆ ἕναν καλὸ καὶ πιστὸ δάσκαλο, γιὰ νὰ
βάλη στὸ σπίτι του. Ἕνας δάσκαλος πάλι ποὺ εἶναι πιστὸς καὶ θέλει νὰ
κάνη φροντιστήριο σὲ παιδιά, γιατὶ δὲν διορίσθηκε ἀκόμη, θὰ ζητᾶ νὰ βρῆ
μιὰ οἰκογένεια καλή, γιὰ νὰ νιώθη ἀσφάλεια. Ἢ ἕνας τεχνίτης ποὺ ζῆ
πνευματικά, εἴτε ἐλαιοχρωματιστὴς εἶναι εἴτε ἠλεκτρολόγος κ.λπ., θὰ
ψάχνη νὰ βρῆ νὰ δουλέψη σὲ μιὰ καλὴ οἰκογένεια, ὥστε νὰ νιώθη ἄνετα,
γιατὶ σ᾿ ἕνα κοσμικὸ σπίτι θὰ βρίσκη τὸν μπελᾶ του. Ἕνας χριστιανὸς
νοικοκύρης πάλι θὰ ψάχνη νὰ βάλη στὸ σπίτι του ἕναν καλὸ τεχνίτη, ποὺ νὰ
εἶναι καὶ πιστὸς ἄνθρωπος. Ἔτσι θὰ ψάχνη καὶ ὁ ἕνας καὶ ὁ ἄλλος νὰ βρῆ
ἕναν πνευματικὸ ἄνθρωπο, γιὰ νὰ μπορῆ νὰ συνεργασθῆ.
Σιγὰ-σιγὰ
λοιπὸν θὰ γνωρισθοῦν μεταξύ τους οἱ πνευματικοὶ ἄνθρωποι ἀπὸ ὅλα τὰ
ἐπαγγέλματα καὶ ἀπὸ ὅλες τὶς ἐπιστῆμες. Τελικὰ ὁ διάβολος μὲ τὴν κακία
του, χωρὶς νὰ τὸ θέλη, κάνει καλό: χωρίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τὰ γίδια. Θὰ
χωρίσουν λοιπὸν τὰ πρόβατα ἀπὸ τὰ γίδια καὶ θὰ ζοῦν ὡς «μία ποίμνη, εἷς
ποιμήν» [1]. Καὶ βλέπεις, ἄλλοτε στὰ χωριὰ εἶχαν τσομπάνο καὶ ὁ κάθε
χωρικὸς ἔδινε τὰ πρόβατα ἢ τὰ γίδια ποὺ εἶχε, ἄλλος πέντε, ἄλλος δέκα,
καὶ βοσκοῦσαν πρόβατα καὶ γίδια μαζί, γιατὶ τὰ γίδια τότε ἦταν φρόνιμα
καὶ δὲν χτυποῦσαν μὲ τὰ κέρατα τὰ πρόβατα. Τώρα τὰ γίδια ἀγρίεψαν καὶ
χτυποῦν ἄσχημα τὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ. Τὰ πρόβατα πάλι ψάχνουν καλὸ
βοσκὸ καὶ κοπάδι μόνον ἀπὸ πρόβατα. Γιατὶ ἔτσι ποὺ ἔγινε ὁ κόσμος, εἶναι
μόνο γιὰ ὅσους ζοῦν στὴν ἁμαρτία.
Γι᾿
αὐτὸ θὰ χωρίζωνται οἱ ἄνθρωποι καὶ θὰ ξεχωρίσουν τὰ πρόβατα ἀπὸ τὰ
ἐρίφια. Ὅσοι θὰ θέλουν νὰ ζήσουν πνευματικὴ ζωή, σιγὰ-σιγὰ δὲν θὰ
μποροῦν νὰ ζήσουν μέσα σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο· θὰ ψάχνουν νὰ βροῦν τοὺς
ὁμοίους τους, ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ, νὰ βροῦν Πνευματικό, καὶ θὰ
ἀπομακρυνθοῦν ἀκόμη περισσότερο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Καὶ αὐτὸ τὸ καλὸ τὸ
κάνει τώρα ὁ διάβολος μὲ τὴν κακία του, χωρὶς νὰ τὸ θέλη. Ἔτσι βλέπουμε,
ὄχι μόνο στὶς πόλεις ἀλλὰ καὶ στὰ χωριά, ἄλλους νὰ τρέχουν στὰ
νταούλια, στὰ μπουζούκια κ.λπ., νὰ ζοῦν ἀδιάφορα, καὶ ἄλλους νὰ τρέχουν
στὶς ἀγρυπνίες, στὶς παρακλήσεις, στὶς πνευματικὲς συγκεντρώσεις, καὶ οἱ
ἄνθρωποι αὐτοὶ νὰ εἶναι δεμένοι μεταξύ τους. Στὰ δύσκολα χρόνια
δημιουργεῖται μιὰ ἀδελφοσύνη πολὺ δυνατή. Στὸν πόλεμο δυὸ χρόνια ζήσαμε
μαζὶ οἱ στρατιῶτες στὴν διλοχία καὶ ἤμασταν περισσότερο δεμένοι καὶ ἀπὸ
ἀδέλφια, ἐπειδὴ ζήσαμε ὅλοι μαζὶ τὶς δυσκολίες, τοὺς κινδύνους. Ἤμασταν
τόσο συνδεδεμένοι, ποὺ ἔλεγε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον «ἀδελφό».Ἦταν κοσμικοὶ
ἄνθρωποι, μὲ κοσμικὰ φρονήματα, καὶ ὅμως δὲν ἤθελε νὰ χωρισθῆ ὁ ἕνας ἀπὸ
τὸν ἄλλον. Οὔτε Εὐαγγέλιο εἶχαν διαβάσει οὔτε πνευματικὰ βιβλία. Εἶχαν
τὴν ἁπλὴ κοσμικὴ μόρφωση, μὲ τὴν καλὴ ἔννοια, ἀλλὰ εἶχαν τὸ μεγαλύτερο
ἀπὸ ὅλα, τὴν ἀγάπη, τὴν ἀδελφοσύνη. Τώρα τελευταῖα πέθανε ἕνας
συστρατιώτης μας καὶ μαζεύτηκαν στὴν κηδεία του οἱ ἄλλοι ἀπὸ ὅλα τὰ
μέρη. Ἦρθε καὶ ἐδῶ πρὸ ἡμερῶν ἕνας συστρατιώτης μου νὰ μὲ δῆ. Πῶς μὲ
ἀγκάλιασε! Δὲν μποροῦσα νὰ βγῶ ἀπὸ τὰ χέρια του.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Β’ «Πνευματικὴ Ἀφύπνιση» – 70 –
Τώρα
πολεμᾶμε μὲ τὸν διάβολο. Γι᾿ αὐτὸ κοιτάξτε νὰ ἀδελφωθῆτε πιὸ πολύ. Ἔτσι
θὰ συμβαδίσουμε ὅλοι μαζὶ στὸν δρόμο ποὺ χαράξαμε, στὸ ἀπότομο μονοπάτι
τῆς ἀνηφόρας γιὰ τὸν γλυκὺ Γολγοθᾶ.
Ἡ πνευματικὴ συγγένεια
–
Γέροντα, χθὲς μᾶς εἴπατε ὅτι ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ εἴδατε αὐτὲς τὶς
μέρες τοὺς νιώσατε ἀδέλφια· πῶς εἶναι ἡ πνευματικὴ συγγένεια;
–
Μὲ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους εἴμαστε κατὰ σάρκα ἀδέλφια. Ὅλοι εἴμαστε
ἀδέλφια καὶ ὅλοι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ καὶ οἱ πιστοὶ εἴμαστε ἐπιπλέον κατὰ
Χάριν παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, ἐξαγορασμένοι μὲ τὸ θεϊκὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας.
Στὴν πνευματικὴ ζωὴ κατὰ σάρκα συγγενεύουμε ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ καὶ κατὰ πνεῦμα
ἀπὸ τὸν Χριστό. Ὅσοι ζοῦν πνευματικὰ νιώθουν μεταξύ τους αὐτὴν τὴν
πνευματικὴ συγγένεια. Σκέφτονται τὸ ἴδιο, ἐπιδιώκουν τὸ ἴδιο, ἔχουν τὸν
ἴδιο σκοπό. Ἂν εἶχες λ.χ. μιὰ κατὰ σάρκα ἀδελφὴ ποὺ εἶχε τὸ πρόγραμμά
της, ζοῦσε κοσμικὰ κ.λπ., δὲν θὰ ἔνιωθες καμμιὰ πνευματικὴ συγγένεια μὲ
αὐτήν.
– Διαλύεται ποτὲ ἡ πνευματικὴ συγγένεια;
–
Ὅταν πάψη ὁ ἕνας νὰ ζῆ πνευματικά, παύει νὰ συγγενεύη μὲ τὸν ἄλλον ποὺ
ζῆ πνευματικά. Μόνος του ἀποχωρίζεται· δὲν τὸν ἀπομακρύνει ὁ ἄλλος. Ὅπως
καὶ ὅσο ζῆ κανεὶς κατὰ Θεόν, τόσο πλησιάζει στὸν Θεό· ὅσο ἀπομακρύνεται
ἀπὸ τὴν κατὰ Θεὸν ζωή, τόσο φεύγει μακριά Του. Δὲν τὸν διώχνει ὁ Θεός· ὁ
ἄνθρωπος φεύγει μόνος του μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό. Καὶ ὅπως ἡ θεία Χάρις
εἶναι μία δύναμη ποὺ ἐνεργεῖ ἀπὸ μακριὰ καὶ μεταδίδεται στοὺς ἀνθρώπους,
ἔτσι καὶ ἡ πονηρὴ ἐνέργεια τοῦ διαβόλου εἶναι καὶ αὐτὴ μία δύναμη ποὺ
ἐνεργεῖ ἀπὸ μακριὰ καὶ μεταδίδεται. Δύο ψυχὲς λ.χ. ἂν εἶναι σὲ
πνευματικὴ κατάσταση καὶ σκέφτεται ἡ μία τὴν ἄλλη, ὑπάρχει μεταξύ τους
μιὰ ἐπαφὴ πνευματικὴ καὶ μεταφέρει ἡ μία στὴν ἄλλη μιὰ δύναμη θεϊκή. Καὶ
δύο ψυχές, ἂν ζοῦν ἁμαρτωλὰ καὶ ἔχουν κάποια ἐπικοινωνία μεταξύ τους,
δέχεται ἀπὸ μακριὰ ἡ μία ἀπὸ τὴν ἄλλη μιὰ δαιμονικὴ ἐπίδραση· πάει
τηλεγράφημα ἀπὸ τὴν μία στὴν ἄλλη.
– Γέροντα, ὅταν ὑπάρχη τέτοια δαιμονικὴ ἐπικοινωνία σὲ δύο ἀνθρώπους, ἂν ἀλλάξη ὁ ἕνας πρὸς τὸ καλό, βοηθιέται ὁ ἄλλος;
–
Ναί, δὲν βρίσκει ἀνταπόκριση, γιατὶ δὲν σηκώνει ὁ ἄλλος τό… ἀκουστικό.
Κόβεται ἡ γραμμὴ καὶ δὲν ἔχει πιὰ ἐπικοινωνία. Ἔτσι ἴσως προβληματισθῆ
καί, ἂν θέλη, μπορεῖ νὰ βοηθηθῆ.
– Ὅταν συναναστρεφώμαστε ἕναν ἄνθρωπο ποὺ ἔχει πάθη, καὶ δὲν ἐπηρεαζώμαστε ἀπὸ τὰ πάθη του, ἐμεῖς ἐπιδροῦμε στὸν χαρακτήρα του;
–
Ἐὰν ἔχουμε πνευματικὴ κατάσταση, ἁγιότητα, πολὺ ἐπιδροῦμε, γιατὶ ἐπιδρᾶ
ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ βοηθιέται ὁ συνάνθρωπός μας. Ὅταν ἀνεχώμαστε τὸν
ἀδελφό μας ἀπὸ ἀγάπη, ἐκεῖνος τὸ καταλαβαίνει. Ὅπως καὶ ὅταν ὑπάρχη μέσα
μας κακία, χωρὶς νὰ ἐκδηλώνεται, πάλι ἐκεῖνος τὴν καταλαβαίνει. Ὅ,τι
ἔχει μιὰ ψυχή, αὐτὸ καὶ μεταδίδει. Τὸ πάθος μεταδίδει πάθος, ὁ θυμὸς
θυμό, ἡ ὀργὴ ὀργή. Ἐνῶ, ὅταν στὴν ψυχὴ ὑπάρχουν χαρίσματα, τὸ χάρισμα θὰ
μεταδώση χάρισμα.
ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ: "ΝΑ ΓΝΩΡΙΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΡΡΩΣΤΙΑ ΜΑΣ".
ΛΟΓΟΙ ΟΣΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗ
-Γέροντα, συχνά βλέπω τα ελαττώματα των άλλων και τους κρίνω.
-Την αρρώστια την δική σου την ξέρεις;
-Γι’
αυτό ξέρεις την αρρώστια των άλλων. Αν ήξερες την δική σου αρρώστια
,δεν θα ήξερες την αρρώστια των άλλων. Δεν λέω να μη συμμετέχης στον
πόνο τους , αλλά να μην ασχολήσαι με τα σφάλματά τους.
Αν
ο άνθρωπος δεν ασχολήται με τον εαυτό του, ο πειρασμός θα του ανοίξη
δουλειά να ασχολήται με τους άλλους. Αν όμως κάνη δουλειά στον εαυτό
του, τότες γνωρίζει τον εαυτό του, γνωρίζει και τον άλλον.
Διαφορετικά, με τα λανθασμένα συμπεράσματα που βγάζει από τον εαυτό του κρίνει λανθασμένα και τους άλλους.
-Γέροντα, τί βοηθάη περισσότερο να διορθωθή κανείς;
-Κατ’
αρχάς η θέληση. Η θέληση είναι κατά κάποιον τρόπο το καλό ξεκίνημα.
Ύστερα, πρέπει να καταλάβη κανείς ότι είναι άρρωστος και να αρχίση η
ανάλογη αντιβίωση. Γιατί, αν είναι άρρωστος και κρύβη την αρρώστια του,
κάποτε θα σωριασθή κάτω απότομα, χωρίς να το καταλάβη, και δεν θα μπορή
να βοηθηθή ιατρικά.
Π.χ.
κάποιος ξέρει ότι είναι προφυματικός ,γι’ αυτό έχει ανορεξία. Του λένε:
«γιατί δεν τρως;». «Ε, λέει, δεν μ’ αρέσει αυτό το φαγητό»! Μετά έχει
κομμάρες και δεν μπορεί να περπατήση καλά. «Γιατί περπατάς έτσι;», τον
ρωτάνε. «Α, μ’ αρέσει ,λέει, να πηγαίνω σιγά-σιγά∙ τί; Να τρέχω σαν
παλαβός;».
Δεν
λέει ότι έχει κομμάρες και δεν μπορεί να περπατήση. Μετά έχει βήχα.
«Γιατί βήχεις;», του λένε. «Ε, από αλλεργία», λέει! Δεν λέει ότι οι
πνεύμονες μέσα είναι χάλια. Εν τω μεταξύ βγάζει και κανένα πύελο
αιματηρό. «Τί είναι αυτό;», τον ρωτάνε. «Ε, λέει, ερεθίστηκε ο
λάρυγγας»!
-Και όλα αυτά, Γέροντα, επειδή δεν θέλει να φανερώσει την φυματίωση;
-Ναι,
επειδή την καλύπτει-την καλύπτει και μετά παθαίνει καλπάζουσα
φυματίωση. Σπάζει ο πνεύμονας, γεμίζουν οι λεκάνες αίμα, πέφτει κάτω,
και τελικά αποκαλύπτεται η αρρώστια του, αλλά και δύσκολα βοηθιέται.
Ενώ,
αν παραδεχθή ότι τα δέκατα που παρουσιάζει είναι από την φυματίωση και
δεχθή την ανάλογη θεραπεία, γίνεται πιο υγιής από τον υγιή. Θέλω να πω,
και στην πνευματική ζωή, όποιος δικαιολογεί τα πάθη του, δέχεται τελικά
δαιμονική επίδραση και δεν μπορεί να κρυφτή.
Ξέρεις
τί είναι να δεχθή ο άνθρωπος δαιμονική επίδραση; Αγριεύει, γίνεται
θηρίο, αντιδρά, μιλά άσχημα, με αναίδεια και δεν δέχεται από κανέναν
βοήθεια.
Γι’
αυτό όλη η βάση είναι να γνωρίση πρώτα κανείς την πάθηση που έχει και
να χαίρεται που την γνώρισε. Από ‘κει και πέρα πρέπει να δεχθή την
θεραπεία, τα ανάλογα φάρμακα , και να αισθάνεται και ευγνωμοσύνη προς
τον γιατρό – τον Πνευματικό ή τον Γέροντά του- όχι να αντιδράη.
Να,
ο άλλος κρεμά το χέρι του , για να του κάνουν μετάγγιση ∙ τον τρυπούν,
πονάει, αλλά το δέχεται, γιατί αυτό θα τον βοηθήση. Ή μια εγχείριση πόση
ταλαιπωρία έχει! Αλλά δέχεται ο άνθρωπος να την κάνη, για να γίνη καλά.
-Όταν, Γέροντα, ξέρω λ.χ. ότι μια αυστηρή παρατήρηση θα με βοηθήση, γιατί δεν την δέχομαι ευχάριστα;
-Κοίταξε, μπορεί να μην την δέχεσαι ευχάριστα, αλλά τουλάχιστον καταλαβαίνεις ότι αυτό δεν είναι σωστό;
-Ναι, το καταλαβαίνω.
-Ε,
αν το καταλαβαίνης κάτι είναι κι αυτό. Βλέπεις, ο άρρωστος παίρνει ένα
χάπι που είναι φαρμάκι πικρό, αλλά το δέχεται καλύτερα από την καραμέλα,
γιατί καταλαβαίνει ότι θα τον ωφελήση. Αν δεν δέχεται το πικρό φάρμακο,
δεν θεραπεύεται. Πρέπει να γνωρίση κανείς την αδυναμία του , να δεχθή
τα φάρμακα, για να τον δυναμώση ο Θεός.
Από το βιβλίο: «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ – ΛΟΓΟΙ Γ΄ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ»
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ – 2007
Askitikon.eu
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου