Γιατί, Γέροντα, νιώθω μέσα μου ἕνα κενό;
– Ἀπὸ τὴν κενοδοξία εἶναι.
Ὅταν ἐπιδιώκουμε νὰ ἀνεβαίνουμε στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων, νιώθουμε μέσα μας κενὸ – τὸν καρπὸ τῆς κενοδοξίας –, γιατὶ ὁ Χριστὸς δὲν ἔρχεται στὸ κενό, ἀλλὰ στὴν καρδιὰ τοῦ καινοῦ ἀνθρώπου.
Δυστυχῶς, πολλὲς φορὲς οἱ πνευματικοὶ ἄνθρωποι θέλουν τὴν ἀρετή, ἀλλὰ θέλουν καὶ κάτι ποὺ νὰ τρέφη τὴν ὑπερηφάνειά τους, δηλαδὴ ἀναγνώριση, πρωτεῖα κ.λπ., κι ἔτσι μένουν μὲ ἕνα κενὸ στὴν ψυχή τους, τὸ κενὸ τῆς κενοδοξίας· δὲν ὑπάρχει τὸ πλήρωμα, τὸ φτερούγισμα τῆς καρδιᾶς. Καὶ ὅσο μεγαλώνει ἡ κενοδοξία τους, τόσο μεγαλώνει καὶ τὸ κενὸ μέσα τους καὶ τόσο περισσότερο ὑποφέρουν.
– Γέροντα, ἀπὸ ποῦ προέρχεται τὸ ζόρισμα ποὺ νιώθω στὸν ἀγώνα μου; –
Δὲν ἀγωνίζεσαι ταπεινά. Ὅποιος ἀγωνίζεται ταπεινά, δὲν συναντᾶ δυσκολία στὸν ἀγώνα του.
Ὅταν ὅμως ὑπάρχουν πνευματικὲς ἐπιδιώξεις ποτισμένες μὲ κενοδοξία, τότε ἡ ψυχὴ ζορίζεται. Τὰ ἄλλα πάθη δὲν μᾶς δυσκολεύουν τόσο πολὺ στὸ πνευματικὸ ἀνέβασμα, ὅταν ἐπικαλούμαστε ταπεινὰ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Ὅταν ὅμως μᾶς κλέβη τὸ ταγκαλάκι μὲ τὴν κενοδοξία, μᾶς δένει τὰ μάτια καὶ μᾶς ὁδηγεῖ ἀπὸ τὸ δικό του δύσβατο μονοπάτι καὶ τότε ζοριζόμαστε, γιατὶ βρισκόμαστε σὲ ταγκαλίστικο χῶρο.
– Ἀπὸ τὴν κενοδοξία εἶναι.
Ὅταν ἐπιδιώκουμε νὰ ἀνεβαίνουμε στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων, νιώθουμε μέσα μας κενὸ – τὸν καρπὸ τῆς κενοδοξίας –, γιατὶ ὁ Χριστὸς δὲν ἔρχεται στὸ κενό, ἀλλὰ στὴν καρδιὰ τοῦ καινοῦ ἀνθρώπου.
Δυστυχῶς, πολλὲς φορὲς οἱ πνευματικοὶ ἄνθρωποι θέλουν τὴν ἀρετή, ἀλλὰ θέλουν καὶ κάτι ποὺ νὰ τρέφη τὴν ὑπερηφάνειά τους, δηλαδὴ ἀναγνώριση, πρωτεῖα κ.λπ., κι ἔτσι μένουν μὲ ἕνα κενὸ στὴν ψυχή τους, τὸ κενὸ τῆς κενοδοξίας· δὲν ὑπάρχει τὸ πλήρωμα, τὸ φτερούγισμα τῆς καρδιᾶς. Καὶ ὅσο μεγαλώνει ἡ κενοδοξία τους, τόσο μεγαλώνει καὶ τὸ κενὸ μέσα τους καὶ τόσο περισσότερο ὑποφέρουν.
– Γέροντα, ἀπὸ ποῦ προέρχεται τὸ ζόρισμα ποὺ νιώθω στὸν ἀγώνα μου; –
Δὲν ἀγωνίζεσαι ταπεινά. Ὅποιος ἀγωνίζεται ταπεινά, δὲν συναντᾶ δυσκολία στὸν ἀγώνα του.
Ὅταν ὅμως ὑπάρχουν πνευματικὲς ἐπιδιώξεις ποτισμένες μὲ κενοδοξία, τότε ἡ ψυχὴ ζορίζεται. Τὰ ἄλλα πάθη δὲν μᾶς δυσκολεύουν τόσο πολὺ στὸ πνευματικὸ ἀνέβασμα, ὅταν ἐπικαλούμαστε ταπεινὰ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Ὅταν ὅμως μᾶς κλέβη τὸ ταγκαλάκι μὲ τὴν κενοδοξία, μᾶς δένει τὰ μάτια καὶ μᾶς ὁδηγεῖ ἀπὸ τὸ δικό του δύσβατο μονοπάτι καὶ τότε ζοριζόμαστε, γιατὶ βρισκόμαστε σὲ ταγκαλίστικο χῶρο.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» - 41 -
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου