Ηλιας Στεφανου Χαιντουτη
–Γέροντα, πῶς θὰ ἀποκτήσω εὐλάβεια;
–Οἱ Πατέρες λένε ὅτι, γιὰ νὰ ἀποκτήσης εὐλάβεια, πρέπει νὰ ζῆς ἢ νὰ συναναστρέφεσαι μὲ ἀνθρώπους ποὺ ἔχουν εὐλάβεια καὶ νὰ παρατηρῆς πῶς συμπεριφέρονται. Ὁ Μέγας Παΐσιος, ὅταν τὸν ρώτησε κάποιος «πῶςμπορῶ νὰ ἀποκτήσω φόβο Θεοῦ», τοῦ ἀπάντησε: «Νὰ συναναστρέφεσαι μὲ ἀνθρώπους ποὺ ἀγαποῦν τὸν Θεὸ καὶ ἔχουν φόβο Θεοῦ, γιὰ νὰ ἀποκτήσης καὶ ἐσὺ θεῖο φόβο»3. Αὐτὸ βέβαια δὲν σημαίνει ὅτι θὰ κάνης ἐξωτερικὰ ὅ,τι βλέπεις νὰ κάνουν ἐκεῖνοι, χωρὶς νὰ τὸ νιώθης ἐσὺ ἐσωτερικά, γιατὶ αὐτὸ δὲν εἶναι εὐλάβεια ἀλλὰ ψευτοευλάβεια. Τὸ ψεύτικο εἶναι ἀποκρουστικό. Ἡεὐλάβεια εἶναι Χάρις ἀπὸ τὸν Θεὸ μέσα στὸν ἄνθρωπο. Ὅ,τι κάνει ὁ εὐλαβὴς τὸ κάνει, γιατὶ ἔτσι τὸ νιώθει μέσα του. Βέβαια μέσα μας ὑπάρχει φυσικὴ ἡεὐλάβεια, ἀλλά, ἂν ὁ ἄνθρωπος δὲν τὴν καλλιεργήση, τὸ ταγκαλάκι τὸν ρίχνει μὲ τὴν λήθη στὴν ἀναισθησία καὶ στὴν ἀνευλάβεια. Μὲ τὴν συμπεριφορὰ ὅμως τοῦ εὐλαβοῦς, ξυπνᾶ πάλι μέσα του ἡεὐλάβεια.–Γιατί, Γέροντα, οἱ Πατέρες μόνο γιὰ τὴν εὐλάβεια λένε πώς, ἂν θέλης νὰτὴν ἀποκτήσης, νὰ συναναστραφῆς μὲ εὐλαβῆ; Γιατί δὲν λένε τὸ ἴδιο καὶ γιὰ ἄλλη ἀρετή;–Γιατὶ ἡεὐλάβεια μεταδίδεται. Οἱ κινήσεις, ἡσυμπεριφορὰ τοῦ εὐλαβοῦς, μεταδίδονται σὰν τὸ ἄρωμα, ὅταν φυσικὰ ὑπάρχη στὸν ἄλλον καλὴ διάθεση καὶ ταπείνωση. Καὶ νὰ σοῦπῶ, ἂν κανεὶς δὲν ἔχη εὐλάβεια, δὲν ἔχει τίποτε. Ὁ εὐλαβὴς ὅ,τι εἶναι ἱερὸ τὸ βλέπει καθαρά, ὅπως εἶναι στὴν πραγματικότητα, ἔστω καὶ ἂν δὲν εἶναι μορφωμένος. Δὲν θὰ κάνη λ.χ. λάθος γιὰ ὁτιδήποτε ἔχει σχέση μὲ τὰ θεῖα νοήματα. Εἶναι ὅπως τὸ παιδάκι ποὺ δὲν βάζει κακὸ λογισμὸ γιὰ τὸν πατέρα του καὶ τὴν μητέρα του, γιατὶ τοὺς ἀγαπάει καὶ τοὺς σέβεται, καὶ βλέπει καλὰ καὶ καθαρὰ ὅλα ὅσα κάνουν οἱ γονεῖς του. Πόσο μᾶλλον ἐδῶ ποὺ πρόκειται γιὰ τὸν Θεό, ὁ Ὁποῖος μὲ τίποτε δὲν συγκρίνεται καὶ σὲ ὅλα εἶναι τέλειος! Ὅποιος δὲν ἔχει εὐλάβεια πέφτει σὲ λάθη, σὲ πλάνες ὡς πρὸς τὸ δόγμα. Βλέπω τί λάθη κάνουν ὅσοι δὲν ἔχουν εὐλάβεια καὶ γράφουν ἑρμηνεῖες ἢ σχόλια σὲ ἱερὰ κείμενα κ.λπ. Ὅλα τὰ πνευματικὰ πράγματα χρειάζονται εὐλάβεια καὶ καρδιά. Ὅταν ὅλα ξεκινοῦν ἀπὸ εὐλάβεια, ὅλα εἶναι ἁγιασμένα. Εἰδικά, γιὰ νὰ γράψη κανεὶς Ἀκολουθία σὲ Ἅγιο, πρέπει νὰ ἀγαπάη τὸν Ἅγιο, νὰ τὸν εὐλαβῆται, ὁπότε αὐτὸ ποὺ θὰ γράψη, θὰ βγαίνη ἀπὸ τὴν καρδιά του καὶ θὰ ἀποπνέη εὐλάβεια. Ὅταν κανεὶς φθάση σὲ κατάσταση θείου ἔρωτος, θείας τρέλλας, βγαίνουν μόνοι τους οἱ στίχοι ἀπὸ μέσα του.
–Οἱ Πατέρες λένε ὅτι, γιὰ νὰ ἀποκτήσης εὐλάβεια, πρέπει νὰ ζῆς ἢ νὰ συναναστρέφεσαι μὲ ἀνθρώπους ποὺ ἔχουν εὐλάβεια καὶ νὰ παρατηρῆς πῶς συμπεριφέρονται. Ὁ Μέγας Παΐσιος, ὅταν τὸν ρώτησε κάποιος «πῶςμπορῶ νὰ ἀποκτήσω φόβο Θεοῦ», τοῦ ἀπάντησε: «Νὰ συναναστρέφεσαι μὲ ἀνθρώπους ποὺ ἀγαποῦν τὸν Θεὸ καὶ ἔχουν φόβο Θεοῦ, γιὰ νὰ ἀποκτήσης καὶ ἐσὺ θεῖο φόβο»3. Αὐτὸ βέβαια δὲν σημαίνει ὅτι θὰ κάνης ἐξωτερικὰ ὅ,τι βλέπεις νὰ κάνουν ἐκεῖνοι, χωρὶς νὰ τὸ νιώθης ἐσὺ ἐσωτερικά, γιατὶ αὐτὸ δὲν εἶναι εὐλάβεια ἀλλὰ ψευτοευλάβεια. Τὸ ψεύτικο εἶναι ἀποκρουστικό. Ἡεὐλάβεια εἶναι Χάρις ἀπὸ τὸν Θεὸ μέσα στὸν ἄνθρωπο. Ὅ,τι κάνει ὁ εὐλαβὴς τὸ κάνει, γιατὶ ἔτσι τὸ νιώθει μέσα του. Βέβαια μέσα μας ὑπάρχει φυσικὴ ἡεὐλάβεια, ἀλλά, ἂν ὁ ἄνθρωπος δὲν τὴν καλλιεργήση, τὸ ταγκαλάκι τὸν ρίχνει μὲ τὴν λήθη στὴν ἀναισθησία καὶ στὴν ἀνευλάβεια. Μὲ τὴν συμπεριφορὰ ὅμως τοῦ εὐλαβοῦς, ξυπνᾶ πάλι μέσα του ἡεὐλάβεια.–Γιατί, Γέροντα, οἱ Πατέρες μόνο γιὰ τὴν εὐλάβεια λένε πώς, ἂν θέλης νὰτὴν ἀποκτήσης, νὰ συναναστραφῆς μὲ εὐλαβῆ; Γιατί δὲν λένε τὸ ἴδιο καὶ γιὰ ἄλλη ἀρετή;–Γιατὶ ἡεὐλάβεια μεταδίδεται. Οἱ κινήσεις, ἡσυμπεριφορὰ τοῦ εὐλαβοῦς, μεταδίδονται σὰν τὸ ἄρωμα, ὅταν φυσικὰ ὑπάρχη στὸν ἄλλον καλὴ διάθεση καὶ ταπείνωση. Καὶ νὰ σοῦπῶ, ἂν κανεὶς δὲν ἔχη εὐλάβεια, δὲν ἔχει τίποτε. Ὁ εὐλαβὴς ὅ,τι εἶναι ἱερὸ τὸ βλέπει καθαρά, ὅπως εἶναι στὴν πραγματικότητα, ἔστω καὶ ἂν δὲν εἶναι μορφωμένος. Δὲν θὰ κάνη λ.χ. λάθος γιὰ ὁτιδήποτε ἔχει σχέση μὲ τὰ θεῖα νοήματα. Εἶναι ὅπως τὸ παιδάκι ποὺ δὲν βάζει κακὸ λογισμὸ γιὰ τὸν πατέρα του καὶ τὴν μητέρα του, γιατὶ τοὺς ἀγαπάει καὶ τοὺς σέβεται, καὶ βλέπει καλὰ καὶ καθαρὰ ὅλα ὅσα κάνουν οἱ γονεῖς του. Πόσο μᾶλλον ἐδῶ ποὺ πρόκειται γιὰ τὸν Θεό, ὁ Ὁποῖος μὲ τίποτε δὲν συγκρίνεται καὶ σὲ ὅλα εἶναι τέλειος! Ὅποιος δὲν ἔχει εὐλάβεια πέφτει σὲ λάθη, σὲ πλάνες ὡς πρὸς τὸ δόγμα. Βλέπω τί λάθη κάνουν ὅσοι δὲν ἔχουν εὐλάβεια καὶ γράφουν ἑρμηνεῖες ἢ σχόλια σὲ ἱερὰ κείμενα κ.λπ. Ὅλα τὰ πνευματικὰ πράγματα χρειάζονται εὐλάβεια καὶ καρδιά. Ὅταν ὅλα ξεκινοῦν ἀπὸ εὐλάβεια, ὅλα εἶναι ἁγιασμένα. Εἰδικά, γιὰ νὰ γράψη κανεὶς Ἀκολουθία σὲ Ἅγιο, πρέπει νὰ ἀγαπάη τὸν Ἅγιο, νὰ τὸν εὐλαβῆται, ὁπότε αὐτὸ ποὺ θὰ γράψη, θὰ βγαίνη ἀπὸ τὴν καρδιά του καὶ θὰ ἀποπνέη εὐλάβεια. Ὅταν κανεὶς φθάση σὲ κατάσταση θείου ἔρωτος, θείας τρέλλας, βγαίνουν μόνοι τους οἱ στίχοι ἀπὸ μέσα του.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Β’ «Πνευματικὴ Ἀφύπνιση»
3Βλ. Τὸ Γεροντικόν, Ἀββᾶς Ποιμὴν ξε´, σ. 91.
3Βλ. Τὸ Γεροντικόν, Ἀββᾶς Ποιμὴν ξε´, σ. 91.
Ηλιας Στεφανου Χαιντουτη
Ἡ εὐλάβεια συγκινεῖτὸν Θεὸ
Τί εἶναι εὐλάβειαΓέροντα, τί εἶναι εὐλάβεια;
–Εὐλάβεια εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, ἡσυστολή, ἡπνευματικὴ εὐαισθησία.
Ὁ εὐλαβὴς μπορεῖ νὰ σφίγγεται, ἀλλὰ αὐτὸ τὸ σφίξιμο στάζει μέλι στὴν καρδιά του· δὲν τοῦ κάνει μαρτυρικὴ τὴν ζωή, ἀλλὰ τὸν εὐχαριστεῖ. Οἱ κινήσεις του εἶναι λεπτές, προσεγμένες. Αἰσθάνεται ἔντονα τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ, τῶν Ἀγγέλων, τῶν Ἁγίων. Νιώθει δίπλα του τὸν Φύλακα Ἄγγελο νὰ τὸν παρακολουθῆ. Ἔχει συνέχεια στὸν νοῦ του ὅτι τὸ σῶμα του εἶναι Ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ζῆ ἁπλά, ἁγνὰ καὶ ἁγιασμένα. Παντοῦ συμπεριφέρεται μὲ προσοχὴ καὶ συστολὴ καὶ νιώθει ζωντανὰ ὅλα τὰ ἱερά. Προσέχει λ.χ. νὰ μὴν εἶναι πίσω ἀπὸ τὴν πλάτη του οἱ εἰκόνες. Δὲν βάζει ἐκεῖ ποὺ κάθεται, στὸν καναπὲ ἢ στὴν καρέκλα, τὸ Εὐαγγέλιο ἢ ἕνα πνευματικὸ βιβλίο κ.λπ. Ἂν δῆ μιὰ εἰκόνα, σκιρτᾶ ἡκαρδιά του, βουρκώνουν τὰ μάτια του. Ἀλλὰ καὶ μόνον τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ νὰ δῆ κάπου γραμμένο, τὸ ἀσπάζεται καὶ αὐτὸ μὲ εὐλάβεια καὶ γλυκαίνεται ἐσωτερικὰ ἡψυχή του. Ἀκόμη καὶ ἕνα κομματάκι ἀπὸ ἐφημερίδα ἂν βρῆ κάτω πεταμένο ποὺ νὰ γράφη λ.χ. τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἢ μόνον «Ἱερὸς Ναὸς Ἁγίας Τριάδος», σκύβει, τὸ μαζεύει, τὸ ἀσπάζεται μὲ εὐλάβεια καὶ στενοχωριέται ποὺ ἦταν πεταμένο.
–Γέροντα, ἄλλο εἶναι ἡεὐσέβεια καὶ ἄλλο ἡεὐλάβεια;
–Ἡεὐσέβεια εἶναι κολώνια, ἐνῶ ἡεὐλάβεια εἶναι θυμίαμα. Ἡεὐλάβεια εἶναι ἡμεγαλύτερη ἀρετὴ γιὰ μένα, γιατὶ ὁ εὐλαβὴς προσελκύει τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, γίνεται δέκτης τῆς Χάριτος, καὶ φυσιολογικὰ παραμένει ἡΧάρις τοῦ Θεοῦ μαζί του. Τὸν προδίδει μετὰ ἡθεία Χάρις, καὶ ὅλοι τὸν εὐλαβοῦνται, τὸν συμπαθοῦν, ἐνῶ τὸν ἀναιδῆ τὸν ἀπεχθάνονται μικροὶ–μεγάλοι.Ἐσεῖς οἱ γυναῖκες πρέπει νὰ ἔχετε περισσότερη εὐλάβεια ἀπὸ τοὺς ἄνδρες. Ἡγυναίκα ἀπὸ τὴν φύση της ἐπιβάλλεται νὰ ἔχη εὐλάβεια. Οἱ ἄνδρες, ὅταν δὲν ἔχουν εὐλάβεια, ἔχουν ἁπλῶς μιὰ ἀδιαφορία. Οἱ γυναῖκες ὅμως, ἅμα χάσουν τὴν εὐλάβεια, κάνουν χονδρὰ πράγματα. Μοῦ ἔλεγε ἕνας: «Ὅταν πῆγα προσκύνημα μὲ τὴν γυναίκα μου στοὺς Ἁγίους Τόπους, πῆγα καὶ στὸν Ἰορδάνη νὰ βαπτισθῶ, καὶ αὐτὴ καθόταν καὶ ἔπλενε τὰ πόδια της! "Βρέ, τί κάνεις αὐτοῦ; τῆς εἶπα, γιὰ νὰ πλύνης τὰ πόδια σου ἦρθες στὸν Ἰορδάνη ποταμό;". Νευρίασα, τὴν ἔβρισα!». Ἐκείνη φαίνεται ἦταν τελείως ἀδιάφορη, δὲν καταλάβαινε, ἐνῶ αὐτὸς ὁ καημένος εἶχε πολλὴ εὐλάβεια.
Τί εἶναι εὐλάβειαΓέροντα, τί εἶναι εὐλάβεια;
–Εὐλάβεια εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, ἡσυστολή, ἡπνευματικὴ εὐαισθησία.
Ὁ εὐλαβὴς μπορεῖ νὰ σφίγγεται, ἀλλὰ αὐτὸ τὸ σφίξιμο στάζει μέλι στὴν καρδιά του· δὲν τοῦ κάνει μαρτυρικὴ τὴν ζωή, ἀλλὰ τὸν εὐχαριστεῖ. Οἱ κινήσεις του εἶναι λεπτές, προσεγμένες. Αἰσθάνεται ἔντονα τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ, τῶν Ἀγγέλων, τῶν Ἁγίων. Νιώθει δίπλα του τὸν Φύλακα Ἄγγελο νὰ τὸν παρακολουθῆ. Ἔχει συνέχεια στὸν νοῦ του ὅτι τὸ σῶμα του εἶναι Ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ζῆ ἁπλά, ἁγνὰ καὶ ἁγιασμένα. Παντοῦ συμπεριφέρεται μὲ προσοχὴ καὶ συστολὴ καὶ νιώθει ζωντανὰ ὅλα τὰ ἱερά. Προσέχει λ.χ. νὰ μὴν εἶναι πίσω ἀπὸ τὴν πλάτη του οἱ εἰκόνες. Δὲν βάζει ἐκεῖ ποὺ κάθεται, στὸν καναπὲ ἢ στὴν καρέκλα, τὸ Εὐαγγέλιο ἢ ἕνα πνευματικὸ βιβλίο κ.λπ. Ἂν δῆ μιὰ εἰκόνα, σκιρτᾶ ἡκαρδιά του, βουρκώνουν τὰ μάτια του. Ἀλλὰ καὶ μόνον τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ νὰ δῆ κάπου γραμμένο, τὸ ἀσπάζεται καὶ αὐτὸ μὲ εὐλάβεια καὶ γλυκαίνεται ἐσωτερικὰ ἡψυχή του. Ἀκόμη καὶ ἕνα κομματάκι ἀπὸ ἐφημερίδα ἂν βρῆ κάτω πεταμένο ποὺ νὰ γράφη λ.χ. τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ ἢ μόνον «Ἱερὸς Ναὸς Ἁγίας Τριάδος», σκύβει, τὸ μαζεύει, τὸ ἀσπάζεται μὲ εὐλάβεια καὶ στενοχωριέται ποὺ ἦταν πεταμένο.
–Γέροντα, ἄλλο εἶναι ἡεὐσέβεια καὶ ἄλλο ἡεὐλάβεια;
–Ἡεὐσέβεια εἶναι κολώνια, ἐνῶ ἡεὐλάβεια εἶναι θυμίαμα. Ἡεὐλάβεια εἶναι ἡμεγαλύτερη ἀρετὴ γιὰ μένα, γιατὶ ὁ εὐλαβὴς προσελκύει τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, γίνεται δέκτης τῆς Χάριτος, καὶ φυσιολογικὰ παραμένει ἡΧάρις τοῦ Θεοῦ μαζί του. Τὸν προδίδει μετὰ ἡθεία Χάρις, καὶ ὅλοι τὸν εὐλαβοῦνται, τὸν συμπαθοῦν, ἐνῶ τὸν ἀναιδῆ τὸν ἀπεχθάνονται μικροὶ–μεγάλοι.Ἐσεῖς οἱ γυναῖκες πρέπει νὰ ἔχετε περισσότερη εὐλάβεια ἀπὸ τοὺς ἄνδρες. Ἡγυναίκα ἀπὸ τὴν φύση της ἐπιβάλλεται νὰ ἔχη εὐλάβεια. Οἱ ἄνδρες, ὅταν δὲν ἔχουν εὐλάβεια, ἔχουν ἁπλῶς μιὰ ἀδιαφορία. Οἱ γυναῖκες ὅμως, ἅμα χάσουν τὴν εὐλάβεια, κάνουν χονδρὰ πράγματα. Μοῦ ἔλεγε ἕνας: «Ὅταν πῆγα προσκύνημα μὲ τὴν γυναίκα μου στοὺς Ἁγίους Τόπους, πῆγα καὶ στὸν Ἰορδάνη νὰ βαπτισθῶ, καὶ αὐτὴ καθόταν καὶ ἔπλενε τὰ πόδια της! "Βρέ, τί κάνεις αὐτοῦ; τῆς εἶπα, γιὰ νὰ πλύνης τὰ πόδια σου ἦρθες στὸν Ἰορδάνη ποταμό;". Νευρίασα, τὴν ἔβρισα!». Ἐκείνη φαίνεται ἦταν τελείως ἀδιάφορη, δὲν καταλάβαινε, ἐνῶ αὐτὸς ὁ καημένος εἶχε πολλὴ εὐλάβεια.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Β’ «Πνευματικὴ Ἀφύπνιση» -77-
Ηλιας Στεφανου Χαιντουτη
Γέροντα,
ὅταν κάποιος ἔχη ἕνα πρόβλημα καὶ ἔρχεται καὶ τὸ λέη καὶ τὸ ξαναλέη,
τὴν στιγμὴ μάλιστα ποὺ τὸ πρόβλημα ἔχει κάπως τακτοποιηθῆ, τί πρέπει νὰ
κάνης;
–Τὴν πρώτη φορὰ δικαιολογεῖται νὰπῆ–νὰ πῆ, νὰ καθήση ὧρες. Τότε πρέπει νὰ τὸν ἀκούσης.
Ἂν δὲν τὸν ἀκούσης, θὰ νομίζη ὅτι τὸν βαριέσαι ἢ ὅτι δὲν τὸν καταλαβαίνεις. Μετὰ ὅμως, ἂν συνεχίζη νὰ λέη τὰ ἴδια καὶ τὰ ἴδια, θὰ τοῦ πῆς: «Ὄχι ὅτι δὲν μπορῶ νὰ σὲ ἀκούσω, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν σὲ βοηθάει ἐσένα. Ἐσὺ καὶ τὸ καλοκαίρι τὸ κάνεις χειμώνα. Τώρα εἶσαι καλύτερα· εἶναι ἄνοιξη. Σὲ λίγο θὰ εἶναι καλοκαίρι. Ἐσὺ τὸ καλοκαίρι σκέφτεσαι τὰ κρύα τοῦ χειμώνα καὶ πουντιάζεις». Μερικὲς φορὲς ὅμως παρατηρεῖται τὸ ἑξῆς, ἀκόμη καὶ στὶς σχέσεις τῶν πνευματικῶν ἀνθρώπων.
Πάει νὰ πῆ ἕνας τὸν πόνο του σὲ κάποιον, καὶ αὐτὸς δὲν θέλει νὰ τὸν ἀκούση, γιὰ νὰ μὴ στερηθῆ τὴν χαρά του. Μπορεῖ νὰ προσποιηθῆ ὅτι εἶναι βιαστικὸς ἢ νὰ ἀλλάξη κουβέντα, γιὰ νὰ ἔχη τὴν ἡσυχία του. Αὐτὸ εἶναι τελείως σατανικό. Σὰν νὰ πεθαίνη ὁ ἄλλος δίπλα μου καὶ ἐγὼ νὰ πηγαίνω πιὸ πέρα καὶ νὰ τραγουδῶ.
Ποῦ εἶναι τὸ «κλαίειν μετὰ κλαιόντων»5;
Καὶ μάλιστα, ὅταν πρόκειται γιὰ θέματα σοβαρὰ ἐκκλησιαστικὰ καὶ ὡς Χριστιανὸς δὲν συμμερίζεται τὴν ἀνησυχία τοῦ ἄλλου, τότε αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος δὲν συμμετέχει στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.
–Ὅταν δὲν δικαιολογῶ τοὺς ἄλλους γιὰ μιὰ πράξη τους, αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἔχω σκληρὴ καρδιά;
–Δὲν δικαιολογεῖς τοὺς ἄλλους καὶ δικαιολογεῖς τὸν ἑαυτό σου; Τότε μεθαύριο κι ἐσένα ὁ Χριστὸς δὲν θὰ σὲ δικαιολογήση. Μπορεῖ σὲ μιὰ στιγμὴ ἡκαρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου νὰ γίνη σκληρὴ σὰν τὴν πέτρα, ἂν δὲν προσέξη, καὶ σὲ μιὰ στιγμὴ νὰ γίνη τρυφερή.
Νὰ ἀποκτήσης μητρικὴ καρδιά.
Εἶδες, ἡ μάνα ὅλα τὰ συγχωρεῖ καὶ καμμιὰ φορὰ κάνει πὼς δὲν βλέπει μερικὲς ἀταξίες. Νὰ κάνης ὑπομονὴ καὶ νὰ δικαιολογῆς, νὰ ἀνέχεσαι τοὺς ἄλλους, γιὰ νὰ σὲ ἀνέχεται καὶ σένα ὁ Χριστός.
–Τὴν πρώτη φορὰ δικαιολογεῖται νὰπῆ–νὰ πῆ, νὰ καθήση ὧρες. Τότε πρέπει νὰ τὸν ἀκούσης.
Ἂν δὲν τὸν ἀκούσης, θὰ νομίζη ὅτι τὸν βαριέσαι ἢ ὅτι δὲν τὸν καταλαβαίνεις. Μετὰ ὅμως, ἂν συνεχίζη νὰ λέη τὰ ἴδια καὶ τὰ ἴδια, θὰ τοῦ πῆς: «Ὄχι ὅτι δὲν μπορῶ νὰ σὲ ἀκούσω, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν σὲ βοηθάει ἐσένα. Ἐσὺ καὶ τὸ καλοκαίρι τὸ κάνεις χειμώνα. Τώρα εἶσαι καλύτερα· εἶναι ἄνοιξη. Σὲ λίγο θὰ εἶναι καλοκαίρι. Ἐσὺ τὸ καλοκαίρι σκέφτεσαι τὰ κρύα τοῦ χειμώνα καὶ πουντιάζεις». Μερικὲς φορὲς ὅμως παρατηρεῖται τὸ ἑξῆς, ἀκόμη καὶ στὶς σχέσεις τῶν πνευματικῶν ἀνθρώπων.
Πάει νὰ πῆ ἕνας τὸν πόνο του σὲ κάποιον, καὶ αὐτὸς δὲν θέλει νὰ τὸν ἀκούση, γιὰ νὰ μὴ στερηθῆ τὴν χαρά του. Μπορεῖ νὰ προσποιηθῆ ὅτι εἶναι βιαστικὸς ἢ νὰ ἀλλάξη κουβέντα, γιὰ νὰ ἔχη τὴν ἡσυχία του. Αὐτὸ εἶναι τελείως σατανικό. Σὰν νὰ πεθαίνη ὁ ἄλλος δίπλα μου καὶ ἐγὼ νὰ πηγαίνω πιὸ πέρα καὶ νὰ τραγουδῶ.
Ποῦ εἶναι τὸ «κλαίειν μετὰ κλαιόντων»5;
Καὶ μάλιστα, ὅταν πρόκειται γιὰ θέματα σοβαρὰ ἐκκλησιαστικὰ καὶ ὡς Χριστιανὸς δὲν συμμερίζεται τὴν ἀνησυχία τοῦ ἄλλου, τότε αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος δὲν συμμετέχει στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.
–Ὅταν δὲν δικαιολογῶ τοὺς ἄλλους γιὰ μιὰ πράξη τους, αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἔχω σκληρὴ καρδιά;
–Δὲν δικαιολογεῖς τοὺς ἄλλους καὶ δικαιολογεῖς τὸν ἑαυτό σου; Τότε μεθαύριο κι ἐσένα ὁ Χριστὸς δὲν θὰ σὲ δικαιολογήση. Μπορεῖ σὲ μιὰ στιγμὴ ἡκαρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου νὰ γίνη σκληρὴ σὰν τὴν πέτρα, ἂν δὲν προσέξη, καὶ σὲ μιὰ στιγμὴ νὰ γίνη τρυφερή.
Νὰ ἀποκτήσης μητρικὴ καρδιά.
Εἶδες, ἡ μάνα ὅλα τὰ συγχωρεῖ καὶ καμμιὰ φορὰ κάνει πὼς δὲν βλέπει μερικὲς ἀταξίες. Νὰ κάνης ὑπομονὴ καὶ νὰ δικαιολογῆς, νὰ ἀνέχεσαι τοὺς ἄλλους, γιὰ νὰ σὲ ἀνέχεται καὶ σένα ὁ Χριστός.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Β’ «Πνευματικὴ Ἀφύπνιση» -74-
5 Ρωμ. 12, 15.
5 Ρωμ. 12, 15.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου