Γέροντας Παΐσιος: «Ο διάβολος δεν απογοητεύεται εύκολα!»
-Γέροντα,δεν μας λές κάτι για το διάβολο, ο οποίος τόσο μας ταλαιπωρεί και μας απομακρύνει απ’το Θεό;
-Για το διάβολο να μιλήσουμε ή για τους αγγέλους; Εγώ βέβαια, δεν ξέρω για τους αγγέλους. Για το διάβολο όμως μπορώ να σας πώ δυό ιστορίες.
Ο Γέροντας περίμενε λίγο να πιούν το νερό και οι άλλοι και άρχισε:
-Όταν ήμουν στο μοναστήρι του Στομίου στην Κόνιτσα, ο διάβολος προσπαθούσε να με παρασύρει χρησιμοποιώντας διάφορους τρόπους.
Ένα βράδυ, μετά το απόδειπνο, έλεγα την ευχή στο κελί καθισμένος σ’ένα σκαμνί.
Είχα μια καλή κατάσταση. Ξαφνικά ακούω διάφορα όργανα, κλαρίνα και νταούλια. Παραξενεύτηκα. «Τι είναι τούτα πάλι», είπα. «Το πανηγύρι πέρασε.
Ποιοί παίζουν τώρα όργανα εκεί στον ξενώνα;»
Σηκώθηκα άπ΄το σκαμνί και κοίταξα απ’το παράθυρο έξω. Ήταν παντού ησυχία. Τότε κατάλαβα ότι ο διάβολος ήθελε να διακόψω την προσευχή.
-Ακούγονταν καθαρά τα όργανα, Γέροντα; ρώτησε ένας απ’την παρέα. Μήπως νομίσατε ότι ακούγονταν;
-Τι λές βρε παλικάρι; Άκουγα τα όργανα, όπως ακούγονται και στο πανηγύρι στις 8 Σεπτεμβρίου. Είχαν όρεξη οι οργανοπαίχτες του διαβόλου. Αντηχούσαν οι ρεματιές.
-Μετά,Γέροντα,ησύχασες; Σταμάτησαν οι πειρασμοί;
-Όχι. Ο διάβολος δεν απογοητεύεται εύκολα. Εγώ ξανακάθισα στο σκαμνί για να συνεχίσω την ευχή. Προσπάθησα να συγκεντρωθώ, αλλά δεν με άφησε. Μετά απο λίγη ώρα γέμισε το κελί μου με δυνατό φως. Ξαφνιάστηκα πάλι. Είδα ακόμα την οροφή να εξαφανίζεται και να μπαίνει στο κελί μιά φωτεινή στήλη, που ξεκινούσε απ’το ύψος του ουρανού. Στην κορυφή αυτής της στήλης υπήρχε ένας ξανθός νέος, που έμοιαζε με το Χριστό. Δέν έβλεπα όμως ολόκληρο το πρόσωπό του.
Σηκώθηκα απ’το σκαμνί για να δώ καλύτερα. Εκείνη τη στιγμή μιά εσωτερική φωνή με διαβεβαίωνε ότι είδα το Χριστό. Εγώ αντέδρασα αμέσως. Έκανα το σταυρό μου και μονολόγησα: «Ποιός είμαι εγώ που αξιώθηκα να δω το Χριστό; Εγώ είμαι ανάξιος». Αυτό ήταν. Το φώς και ο δήθεν Χριστός χάθηκαν. Η οροφή ήταν στη θέση της.
-Αυτές οι καταστάσεις δεν προκαλούν φόβο ,Γέροντα; Νομίζω οτι εγώ προσωπικά δεν θ’άντεχα, είπε ένας άλλος.
-Τι να έκανα; Μπορούσα να τον αποφύγω το διάβολο; Όμως πρέπει να ξέρετε ότι χρειάζεται θάρρος και προσευχή. Μη νομίζετε ότι ο διάβολος είναι πολύ δυνατός. Δειλός και φοβητσιάρης είναι. Δεν πρέπει να τον πιστεύουμε. Τι να σας πω!
Κάποτε προθυμοποιήθηκε να μ’ εξυπηρετήσει.
Θυμάμαι, που, όταν έφυγα απ’το Στόμιο και πήγα στο Σινά, στο ασκητήριο της Αγίας Επιστήμης, ο διάβολος συχνά μ’ ενοχλούσε. Εκεί το κελάκι είχε τρία τέσσερα σκαλάκια και πιό πέρα υπήρχαν διάφορες σπηλιές. Όταν είχε αστροφεγγιά, μου άρεσε να βγαίνω έξω και να τρυπώνω σε κάποια σπηλιά για να κάνω την προσευχή μου πιό έντονη.
Μιά φορά λοιπόν φόρεσα την κάπα μου και βγήκα έξω. Δέν είχε πολύ φώς. Είχα ένα τσακμάκι και το αναβόσβηνα, για να βλέπω τα σκαλοπάτια και τα βράχια. Κάποια στιγμή το τσακμάκι δεν άναβε.Τότε ένα δυνατό φώς, σαν να ήταν απο προβολέα, ήρθε απ’τον απέναντι βράχο και φώτισε τα πάντα γύρω.
Εγώ αγρίεψα λίγο και ψιθύρισα: «Να μου λείψουν τέτοια φώτα». Και αμέσως ξαναμπήκα στο κελί. Ευθύς το φως χάθηκε. Είδατε το διάβολο, μου αχρήστεψε το τσακμάκι και θέλησε να μ’ εξυπηρετήσει. Σκέφτηκε: «Κρίμα δεν είναι αυτός ο καλός καλόγερος να παιδεύεται; Ας του δώσω εγώ φώς!» Είδατε καλοσύνη! Ήθελε να με φωτίσει!
-Γέροντα, μετά απο μιά παρουσία του διαβόλου, τι νιώθει κανείς; Αισθάνεται δυνατός ή τον μαραζώνει ο φόβος;
-Είναι φοβερό να βλέπεις το διάβολο δίπλα σου. Όμως εμείς έχουμε το Χριστό μέσα μας και μπορούμε ν’αντιμετωπίζουμε το διάβολο χωρίς πανικό. Είναι μεγάλο κατόρθωμα να τον διώχνεις απο κοντά σου με την προσευχή.
-Γέροντα,σ’ευχαριστούμε για τις εμπειρίες που μας διηγήθηκες, είπαν όλοι με μιά φωνή.
-Το Χριστό και την Παναγία να ευχαριστείτε, είπε ο Γέροντας κι άρχισε να τους αποχαιρετάει.
Από το βιβλίο: Διηγήσεις για τον Γέροντα Παΐσιο
Το κακό είναι πρόβλημα, το οποίο η θρησκεία μας το εξηγεί μ’ ένα θαυμάσιο τρόπο, που καλύτερος δεν υπάρχει.
Η εξήγηση που του δίνει είναι η εξής: Το κακό υπάρχει και προέρχεται απ’ τον διάβολο. Μέσα μας έχομε και το κακό πνεύμα και το αγαθό πνεύμα και μάχονται αλλήλους. «Ή γαρ τον ένα μισήσει και τον έτερον αγαπήσει ή ενός ανθέξεται και του ετέρου καταφρονήσει• ου δύνασθε Θεώ δουλεύειν και μαμωνά». Μέσα μας δηλαδή γίνεται πάλη μεταξύ καλού και κακού. Σ’ αυτήν όμως την πάλη ο άνθρωπος είναι ελεύθερος ν’ αποφασίσει τι θα διαλέξει. Άρα δεν είναι ο Θεός που προορίζει κι αποφασίζει αλλά η ελεύθερη βούληση του ανθρώπου.
Ο Θεός εν τη παντογνωσία Του γνωρίζει μ’ όλη την ακρίβεια όχι απλώς από πριν αλλά προ καταβολής κόσμου ότι ο τάδε θα κάνει, παραδείγματος χάριν, φόνο, όταν γίνει τριάντα τριών ετών. Αλλά ο άνθρωπος εν τη ελευθερία της βουλήσεώς του – δώρο που του έδωσε ο Θεός και το διαστρέβλωσε – ενεργεί αυτοβούλως. Δεν είναι ο Θεός ο αίτιος, ούτε μας προορίζει γι’ αυτό το σκοπό. Η παγνωσία Του δεν μας υποχρεώνει. Σέβεται την ελευθερία μας, δεν την καταργεί. Μας αγαπάει, δεν μας κάνει δούλους, μας δίνει αξία. Ο Θεός δεν επεμβαίνει στην ελευθερία μας, τη σέβεται, μας δίνει το ελεύθερο. Άρα είμαστε υπεύθυνοι, διότι κάνομε αυτό που θέλομε εμείς. Δεν μας αναγκάζει ο Θεός..
Αγιος Πορφύριος !
Γιατί, Γέροντα, στὴν Παλαιά Διαθήκη ἡ τιμωρία τοῦ Θεοῦ ἦταν τόσο ἄμεση;
– Στὴν Παλαιά Διαθήκη ἐκείνη τὴν γλώσσα, ἐκεῖνον τὸν νόμο καταλάβαιναν. Ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἦταν καὶ τότε, ἀλλὰ ἐκεῖνος ὁ νόμος ἦταν γιὰ ἐκείνους τούς ἀνθρώπους ποὺ δὲν καταλάβαιναν ἀλλιῶς. Μή σᾶς φαίνεται ἐκεῖνος ὁ νόμος σκληρός καὶ τὸ Εὐαγγέλιο διαφορετικό.
Ἦταν ὁ νόμος ποὺ θὰ ὠφελοῦσε ἐκείνη τὴν ἐποχή. Δὲν ἦταν ὁ νόμος ἐκεῖνος βάρβαρος, ἀλλὰ ἡ γενιά ἐκείνη ἦταν βάρβαρη. Οἱ σημερινοί ἄνθρωποι μπορεῖ νὰ κάνουν μεγαλύτερες βαρβαρότητες, ἀλλὰ τουλάχιστον μποροῦν νὰ καταλάβουν. Τώρα ἕνα κανδήλι κουνιέται καὶ πόσο οἱ ἄνθρωποι συγκλονίζονται!
Ἐνῶ, βλέπεις, τότε πόσα ἔκανε ὁ Θεός! Ἔδωσε δέκα μάστιγες στὸν Φαραώ, γιὰ νὰ βγάλη τούς Ἰσραηλίτες ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο. Κάνει ξηρά τὴν Ἐρυθρά θάλασσα, γιὰ νὰ περάσουν. Τούς δίνει νεφέλη τὴν ἡμέρα, γιὰ νὰ μήν τούς καίη ὁ ἥλιος, στήλη φωτεινή τὴν νύχτα, γιὰ νὰ τούς ὁδηγῆ. Καὶ μετά ἀπὸ τόσα γεγονότα ἔφθασαν στὸ σημεῖο νὰ ζητήσουν γιὰ Θεό ἕνα χρυσό μοσχάρι (Ἐξ. 32, 1‐6)! Σήμερα οἱ ἄνθρωποι δὲν θὰ ἔλεγαν ποτέ ὅτι ἕνα μοσχάρι θὰ τούς ὁδηγήση στὴν Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας.
Ἁγίου Παϊσίου Ἁγιορείτου, Λόγοι Α’
«Μὲ πόνο καὶ ἀγάπη γιὰ τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο»
σελ. 62-63
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου