Οι πολλές ευκολίες της σύγχρονης ζωής έκαναν δύσκολη τη ζωή του ανθρώπου.
Τὰ τελευταῖα δεκατέσσερα χρόνια τῆς ζωῆς του ὁ Γέροντας Παΐσιος ἔμεινε στὸ Κελλὶ «Παναγούδα». Ἐκεῖ ὕστερα ἀπὸ θεία πληροφορία, ἀφιερώθηκε πλέον στὴν διακονία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Εἶχε ξεχειλίσει τὸ πνευματικὸ μέλι τῶν χαρισμάτων ποὺ τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός, καὶ ἐκεῖνος, ὡς καλὸς οἰκονόμος, τὸ πρόσφερε πλούσια σὲ ὅποιον τὸν πλησίαζε. Τὴν νύκτα τὴν ἀφιέρωνε στὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἡμέρα δεχόταν ὅσους κατέφευγαν στὸ Καλύβι του. Γινόταν «τὰ πάντα τοῖς πᾶσι», γιὰ νὰ ὁδηγήση ψυχὲς στὴν σωτηρία. Ἔγραφε σὲ ἐπιστολή του: «Κόσμος πολύς, κουρασμένος, βασανισμένος· ψυχὲς τραυματισμένες. Ἄνθρωποι μὲ σοβαρὰ θέματα ποὺ ἔχουν πραγματικὴ ἀνάγκη καὶ ἀγαθὴ διάθεση... Πολλοὶ ἄνθρωποι, πολὺς κόπος, ἀλλὰ ὁ Χριστὸς καὶ ἡ Παναγία μὲ τοὺς Ἁγίους μὲ κρατᾶνε στὸ πόδι. Πρέπει νὰ μπορῶ πάντα. Μπορῶ δὲν μπορῶ, πρέπει νὰ μπορῶ». Βοηθοῦσε μεγάλους καὶ μικρούς, κληρικοὺς καὶ λαϊκούς. Μὲ τὸ διορατικό του χάρισμα ἔβλεπε καρδιὲς ἀνθρώπων, μὲ τὸν θεῖο φωτισμὸ καθοδηγοῦσε, μὲ τὴν ἁγία του ἁπλότητα ξεκούραζε, μὲ τὴν πατρικὴ στοργή του παρηγοροῦσε, μὲ τὸ ἰαματικό του χάρισμα θεράπευε σωματικὲς καὶ ψυχικὲς ἀσθένειες. Ξεχείλιζε ἀπὸ θεϊκὴ ἀγάπη καὶ θὰ ἤθελε, ἂν ἦταν δυνατόν, νὰ μοιράση σὲ ὅλον τὸν κόσμο τὴν «καιομένην ὑπὲρ ἁπάσης τῆς κτίσεως» καρδιά του.
Τὸ διάστημα αὐτό, καθὼς ἔβλεπε νὰ λιγοστεύη ὅλο καὶ περισσότερο τὸ ἀγωνιστικὸ καὶ ἀσκητικὸ πνεῦμα, θέλησε ἀπὸ ἀγάπη γιὰ τοὺς μοναχοὺς ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλους τοὺς πιστούς, νὰ διασώση βίους παλαιῶν Ἁγιορειτῶν Πατέρων ἀγωνιστῶν, τοὺς ὁποίους πρῶτα ὁ ἴδιος εἶχε μιμηθῆ. Ἔτσι ἔγραψε τὴν βιογραφία τοῦ Γέροντος ΧατζηΓεώργη καὶ τὸ βιβλίο «Ἁγιορεῖται Πατέρες καὶ Ἁγιορείτικα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου