– Γέροντα, ἕνα τροπάριο λέει: «Χαῖρε ἡ τῆς Εὔας χαρά· ἡ γὰρ ἐκείνης λύπη διὰ τοῦ τόκου σου πέπαυται, Ἁγνή» .
– Ὅ,τι καλὸ κι ἂν βρῆ ὁ ἄνθρωπος νὰ πῆ γιὰ τὴν Παναγία, δὲν θὰ μπορέση νὰ ἐκφράση τὸ μεγαλεῖο Της. Ἡ Παναγία μὲ τὴν ὑπακοή Της ἄνοιξε πάλι γιὰ μᾶς τὸν Παράδεισο, ποὺ τὸν εἶχε κλείσει ἡ παρακοὴ τῆς Εὔας. Ἡ Εὔα ἔσπασε τὸν κρίκο ποὺ μᾶς ἕνωνε μὲ τὸν Θεὸ καὶ ἔφερε στὸν κόσμο λύπη καὶ πόνο · ἡ Παναγία ἕνωσε πάλι τὸν κρίκο καὶ ἔφερε στὸν κόσμο τὴν παραδεισένια χαρά. Μᾶς συνέδεσε μὲ τὸν Θεό, ἀφοῦ ὁ Χριστὸς εἶναι Θεάνθρωπος.
– Γέροντα, διάβασα σὲ σχόλια κάποιου πατερικοῦ βιβλίου ὅτι ὁ ἄνθρωπος, ὅταν κάνη κάποια ἁμαρτία, πρέπει νὰ τιμωρηθῆ, γιὰ νὰ πληρώση γιὰ τὸ κακὸ ποὺ ἔκανε.
– Ὄχι, δὲν εἶναι ἔτσι. Ὁ ἄνθρωπος, ἂν μετανοιώση, δὲν τιμωρεῖται· τὸν ἐλεεῖ ὁ Χριστός. Χρειάζεται πολλὴ προσοχὴ στὰ σχόλια, γιατὶ μπορεῖ ἕνας σχολιαστὴς νὰ εἶναι ἀρκετὰ καλός, ἀλλὰ καμμιὰ φορὰ νὰ κάνη λανθασμένες ἑρμηνεῖες. Ἂν κανεὶς δὲν εἶναι σίγουρος ὅτι ὁ σχολιαστὴς εἶναι καλός, καλύτερα ἂς διαβάση μόνον τὸ κείμενο.
– Γέροντα, τί θὰ πῆ: «Θεὸς θεῶν» ;
– «Θεοί ἐστε καὶ υἱοὶ Ὑψίστου πάντες» , δὲν λέει ὁ Δαβίδ; Ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος «κατ᾿ εἰκόνα» Θεοῦ, ἄρα ὁ Θεὸς εἶναι Θεὸς τῶν θεῶν, δηλαδὴ τῶν ἀνθρώπων. Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ θεωθῆ. «Κατ᾿ εἰκόνα» Θεοῦ εἴμαστε ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ἀλλὰ πόσοι βρισκόμαστε στὸν δρόμο πρὸς τὸ «καθ᾿ ὁμοίωσιν»; Ὅσο ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ τὸν Θεό, τόσο δὲν μοιάζουμε μὲ τὸν Θεό, τόσο δηλαδὴ ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ τὸ «καθ᾿ ὁμοίωσιν».
Γιὰ νὰ ὁμοιάση ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸν Θεό, πρέπει νὰ ζῆ σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ κάνοντας δουλειὰ στὸν ἑαυτό του. Ἔτσι καθαρίζεται ἀπὸ τὰ πάθη καὶ ἀποκτάει ἀρετές, καὶ τότε δὲν εἶναι μόνον «κατ᾿ εἰκόνα» Θεοῦ, ἀλλὰ περνᾶ στὸ «καθ᾿ ὁμοίωσιν», γιατὶ ἐνεργεῖ μέσα του ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ.
– Τί εἶναι, Γέροντα, τὸ φιλότιμο;
– Τί λέει τὸ λεξικό; Ἡ λέξη «φιλότιμο» δὲν ὑπάρχει σὲ καμμιὰ ἄλλη γλῶσσα. Βλέπεις, οἱ Ἕλληνες μπορεῖ νὰ ἔχουν μερικὰ κουσούρια, ἀλλὰ ἔχουν καὶ δύο δῶρα ἀπὸ τὸν Θεό: τὸ φιλότιμο καὶ τὴν λεβεντιά· ὅλα τὰ πανηγυρίζουν.
Νὰ σᾶς πῶ λοιπὸν τί λέει τὸ δικό μου λεξικό: Φιλότιμο εἶναι τὸ εὐλαβικὸ ἀπόσταγμα τῆς καλωσύνης· ἡ πολὺ-πολὺ εὐγνώμων ἀγάπη ποὺ εἶναι ὅλο καλωσύνη καὶ ταπείνωση. Εἶναι ἡ λαμπικαρισμένη ἀγάπη τοῦ ταπεινοῦ ἀνθρώπου ποὺ δὲν βάζει καθόλου τὸν ἑαυτό του σὲ ὅ,τι κάνει καὶ ἡ καρδιά του εἶναι γεμάτη πνευματικὴ λεπτότητα, εὐαισθησία καὶ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ πρὸς τὶς εἰκόνες τοῦ Θεοῦ, τοὺς συνανθρώπους του.
Οἱ φιλότιμοι λειώνουν ἐσωτερικὰ ἀπὸ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Θεό, τὴν ὁποία ἐκδηλώνουν μὲ κάθε πνευματικὸ τρόπο, σὰν παιδιὰ τοῦ Θεοῦ. Ἐπειδὴ κινοῦνται στὸν οὐράνιο χῶρο τῆς δοξολογίας, δέχονται μὲ χαρὰ καὶ τὶς δοκιμασίες. Δοξάζουν τὸν Θεὸ γι' αὐτές, ὅπως καὶ γιὰ τὶς εὐλογίες, καὶ δέχονται συνέχεια τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ.
Οἱ φιλότιμοι εἶναι ἀρχοντικὲς ψυχές. Ὑποφέρουν καὶ ἀπὸ τὴν παραμικρὴ καλωσύνη ποὺ τοὺς κάνουν οἱ ἄλλοι καὶ προσπαθοῦν νὰ τὴν ἀνταποδώσουν, ἀλλά, ὅ,τι κι ἂν κάνουν, ποτὲ δὲν αἰσθάνονται ὅτι μπόρεσαν νὰ τὴν ἀνταποδώσουν καὶ ποτὲ δὲν τὴν ξεχνοῦν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου