Τὸ ἀντίδοτο τῆς λύπηςεἶναι ἡ δοξολογία στὸν Θεὸ
.–Ὅταν, Γέροντα, βλέπω μέσα μου ὑπολείμματα ἀπὸ ἕνα πάθος, στενοχωριέμαι.
–Πές: «Δόξα σοι ὁ Θεός, ποὺ ἔφυγαν τὰ πολλά!».
Ἂν ἤμουν ἐγὼ στὴν θέση σου, θὰ ἔβλεπα τὶς ὁλοφάνερες μεγάλες δωρεὲς τοῦ
Θεοῦ καὶ «ἀπὸ φυλακῆς πρωΐας μέχρι νυκτὸς»6θὰ ἔλεγα τὸ «δόξα σοι ὁ
Θεός». Ἂν θέλης νὰ ζῆς παραδεισένια ἀπὸ αὐτὴν τὴν ζωή, δὲς κι ἐσὺ τὶς
εὐεργεσίες καὶ τὶς πλούσιες δωρεὲς ποὺ σοῦ δίνει ὁ Θεὸς καὶ ἄρχισε τὸ
«δόξα σοι ὁ Θεός».
Νὰ δοξάζετε τὸν Θεό, γιατὶ σᾶς βοήθησε καὶ προοδεύσατε ἔστω καὶ λίγο, εἴτε ἐπειδὴ ἐσεῖς κοπιάσατε, εἴτε ἐπειδὴ σᾶς βοήθησαν οἱ ἄλλοι. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος λέη «δόξα σοι ὁ Θεός», βοηθάει ὁ Θεός, γιατὶ ἡ εὐγνωμοσύνη μὲ τὸ ταπεινὸ φρόνημα καὶ μὲ τὸν φιλότιμο ἀγώνα τραβάει συνέχεια οὐράνιες δυνάμεις καὶ εὐλογίες θεϊκές.–Καὶὅταν, Γέροντα, ξέρω ὅτι θὰ ξαναπέσω;–Δὲν ξέρεις· ἀπὸ φοβία σκέφτεσαι ἔτσι. Μὴν ἔχετε φοβία μήπως ξανακάνετε τὸ ἴδιο σφάλμα, γιατὶ ἔτσι κλονίζεται ἡ πίστη σας στὸν Θεό. Μὴν τὰ σκαλίζετε τόσο πολύ. Ὅταν σᾶς λέη ὁ λογισμὸς ὅτι δὲν πρόκειται νὰ διορθωθῆτε καὶ διαλύεσθε ἀπὸ τὴν λύπη, χρειάζεται νὰ δώσετε ἕνα ψεύτικο κουράγιο στὸν ἑαυτό σας. «Δόξα σοι ὁ Θεός, νὰ πῆτε, σήμερα εἶμαι καλύτερα ἀπὸ χθές. Δόξα σοι ὁ Θεὸς χίλιες φορές...». Ἂν καὶ φαίνεται ψεύτικο αὐτὸ τὸ κουράγιο, μέσα του ὅμως κρύβει μιὰ μεγάλη δύναμη, τὴν ἐλπίδα στὸν Θεό. Ἡ ἐλπίδα στὸν Θεὸ εἶναι ὁ μοχλὸς ποὺ ἀναποδογυρίζει τὴν ἀπελπισία, ἐλευθερώνει τὴν ψυχὴ ἀπὸ τὴν λύπη καὶ τὸ ἄγχος καὶ τονώνει σιγὰ-σιγὰ τὶς πνευματικὲς δυνάμεις μὲ τὴν θεία ζωντάνια ποὺ δίνει.–Γέροντα, στενοχωριέμαι γιατὶ ἔχω πολλὰ προβλήματα ὑγείας.–Ὅλα νὰ τὰ δέχεσαι σὰν μεγάλα δῶρα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι ἄδικος. Στὸν Οὐρανὸ θὰ ἔχης πολλὰ νὰ ἀπολαύσης· θὰ ἔχης σύνταξη μεγάλη, ἐὰν δὲν τὴν μειώσης μόνη σου μὲ τὸν γογγυσμό.–Πῶς, Γέροντα, ἀφοῦ τώρα δὲν νιώθω μέσα μου τὸν Οὐρανό;–Δὲν νιώθεις τὸν Οὐρανό, γιατὶ δὲν δοξολογεῖς τὸν Θεό. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος κινῆται στὸν χῶρο τῆς δοξολογίας, χαίρεται μὲ ὅλα. Ὑπάρχουν κοσμικοὶ ἄνθρωποι ποὺ θὰ μᾶς κρίνουν ἐμᾶς τοὺς μοναχούς. Νὰ δῆτε οἱ Βεδουΐνοι τί ταλαιπωρία περνοῦν, ἀλλὰ εὐχαριστοῦν τὸν Θεὸ καὶ εἶναι χαρούμενοι7. Τὸ σιτάρι δὲν τὸ καθαρίζουν, γιὰ νὰ βγάλουν τὴν πέτρα, ἀλλὰ τὸ ἀλέθουν ὅπως εἶναι, καὶ τὸ ψωμί τους εἶναι ὅλο πέτρα! Καὶ οἱ τροφές τους, φαίνεται, δὲν ἔχουν τὰ ἀπαραίτητα συστατικά, ἀσβέστιο κ.λπ., ὁπότε τὰ δόντια τους καταστρέφονται τελείως. Καὶ βλέπεις Βεδουΐνους νὰ ἔχουν μόνον ἕνα δόντι καὶ νὰ χαίρωνται σὰν νὰ εἶναι τὸ δόντι μαργαριταρένιο. Καὶ ἄλλος τοῦ λείπει ἕνα δόντι καὶ αἰσθάνεται μειονεκτικά. Μὲ ὅλα αὐτὰ ποὺ ἀκοῦτε, νὰ κινῆσθε συνέχεια στὴν δοξολογία· νὰ δοξάζετε μέρα–νύχτα τὸν Θεὸ γιὰ τὶς εὐεργεσίες Του. Μοῦ ἔλεγε κάποιος ἐπίσκοπος ὅτι σὲ ἕναν ναό, τὴν ὥρα ποὺ ὁ διάκος διάβαζε τὸ Εὐαγγέλιο τῆς θεραπείας τῶν δαιμονισμένων τῶν Γεργεσηνῶν8, ἕνας ἄνθρωπος πολὺ ἁπλὸς στεκόταν πίσω ἀπὸ τὸ δεσποτικὸ καὶ ἔλεγε συνέχεια «δόξα σοι ὁ Θεός». Ἀρχίζει ὁ διάκος: «Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ ἐλθόντι τῷ Ἰησοῦ εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν», «δόξα σοι ὁ Θεός», λέει ἐκεῖνος, «ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι», «δόξα σοι ὁ Θεός»· «χαλεποὶ λίαν», «δόξα σοι ὁ Θεός»· «καὶ ἰδοὺ ὥρμησε πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων... εἰς τὴν θάλασσαν», «δόξα σοι ὁ Θεός». «Κατάλαβα, μοῦ εἶπε ὕστερα ὁ ἐπίσκοπος, ὅτι εἶχε δίκαιο αὐτὸς ὁ ἁπλὸς ἄνθρωπος ποὺ ἔλεγε "δόξα σοι ὁ Θεός", γιατὶ τὸ "δόξα σοι ὁ Θεὸς" ρίχνει τοὺς δαίμονες στὴν θάλασσα». Κι ἐσεῖς πάντα νὰ λέτε «δόξα σοι ὁ Θεός,δόξα σοι ὁ Θεός», μέχρι νὰ ὁρμήση ἡ ἀγέλη στὴν θάλασσα...Ἡ δοξολογία ἁγιάζει τὰ πάντα. Μὲ τὴν δοξολογία διαλύεται ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ εὐγνωμοσύνη, παλαβώνει μὲ τὴν καλὴ ἔννοια, πανηγυρίζει τὰ πάντα. Καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος εὐχαριστῆ τὸν Θεὸ ἀκόμη καὶ γιὰ τὰ λίγα,ἔρχεται μετὰ τόσο πλούσια ἡ μὲ τὸ ταπεινὸ φρόνημα καὶ μὲ τὸν φιλότιμο ἀγώνα τραβάει συνέχεια οὐράνιες δυνάμεις καὶ εὐλογίες θεϊκές.–Καὶὅταν, Γέροντα, ξέρω ὅτι θὰ ξαναπέσω;
–Δὲν ξέρεις· ἀπὸ φοβία σκέφτεσαι ἔτσι. Μὴν ἔχετε φοβία μήπως ξανακάνετε τὸ ἴδιο σφάλμα, γιατὶ ἔτσι κλονίζεται ἡ πίστη σας στὸν Θεό. Μὴν τὰ σκαλίζετε τόσο πολύ. Ὅταν σᾶς λέη ὁ λογισμὸς ὅτι δὲν πρόκειται νὰ διορθωθῆτε καὶ διαλύεσθε ἀπὸ τὴν λύπη, χρειάζεται νὰ δώσετε ἕνα ψεύτικο κουράγιο στὸν ἑαυτό σας. «Δόξα σοι ὁ Θεός, νὰ πῆτε, σήμερα εἶμαι καλύτερα ἀπὸ χθές. Δόξα σοι ὁ Θεὸς χίλιες φορές...». Ἂν καὶ φαίνεται ψεύτικο αὐτὸ τὸ κουράγιο, μέσα του ὅμως κρύβει μιὰ μεγάλη δύναμη, τὴν ἐλπίδα στὸν Θεό. Ἡ ἐλπίδα στὸν Θεὸ εἶναι ὁ μοχλὸς ποὺ ἀναποδογυρίζει τὴν ἀπελπισία, ἐλευθερώνει τὴν ψυχὴ ἀπὸ τὴν λύπη καὶ τὸ ἄγχος καὶ τονώνει σιγὰ-σιγὰ τὶς πνευματικὲς δυνάμεις μὲ τὴν θεία ζωντάνια ποὺ δίνει.
–Γέροντα, στενοχωριέμαι γιατὶ ἔχω πολλὰ προβλήματα ὑγείας.–Ὅλα νὰ τὰ δέχεσαι σὰν μεγάλα δῶρα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι ἄδικος. Στὸν Οὐρανὸ θὰ ἔχης πολλὰ νὰ ἀπολαύσης· θὰ ἔχης σύνταξη μεγάλη, ἐὰν δὲν τὴν μειώσης μόνη σου μὲ τὸν γογγυσμό.
–Πῶς, Γέροντα, ἀφοῦ τώρα δὲν νιώθω μέσα μου τὸν Οὐρανό;–Δὲν νιώθεις τὸν Οὐρανό, γιατὶ δὲν δοξολογεῖς τὸν Θεό. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος κινῆται στὸν χῶρο τῆς δοξολογίας, χαίρεται μὲ ὅλα. Ὑπάρχουν κοσμικοὶ ἄνθρωποι ποὺ θὰ μᾶς κρίνουν ἐμᾶς τοὺς μοναχούς. Νὰ δῆτε οἱ Βεδουΐνοι τί ταλαιπωρία περνοῦν, ἀλλὰ εὐχαριστοῦν τὸν Θεὸ καὶ εἶναι χαρούμενοι7. Τὸ σιτάρι δὲν τὸ καθαρίζουν, γιὰ νὰ βγάλουν τὴν πέτρα, ἀλλὰ τὸ ἀλέθουν ὅπως εἶναι, καὶ τὸ ψωμί τους εἶναι ὅλο πέτρα! Καὶ οἱ τροφές τους, φαίνεται, δὲν ἔχουν τὰ ἀπαραίτητα συστατικά, ἀσβέστιο κ.λπ., ὁπότε τὰ δόντια τους καταστρέφονται τελείως. Καὶ βλέπεις Βεδουΐνους νὰ ἔχουν μόνον ἕνα δόντι καὶ νὰ χαίρωνται σὰν νὰ εἶναι τὸ δόντι μαργαριταρένιο. Καὶ ἄλλος τοῦ λείπει ἕνα δόντι καὶ αἰσθάνεται μειονεκτικά. Μὲ ὅλα αὐτὰ ποὺ ἀκοῦτε, νὰ κινῆσθε συνέχεια στὴν δοξολογία· νὰ δοξάζετε μέρα–νύχτα τὸν Θεὸ γιὰ τὶς εὐεργεσίες Του. Μοῦ ἔλεγε κάποιος ἐπίσκοπος ὅτι σὲ ἕναν ναό, τὴν ὥρα ποὺ ὁ διάκος διάβαζε τὸ Εὐαγγέλιο τῆς θεραπείας τῶν δαιμονισμένων τῶν Γεργεσηνῶν, ἕνας ἄνθρωπος πολὺ ἁπλὸς στεκόταν πίσω ἀπὸ τὸ δεσποτικὸ καὶ ἔλεγε συνέχεια «δόξα σοι ὁ Θεός». Ἀρχίζει ὁ διάκος: «Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ ἐλθόντι τῷ Ἰησοῦ εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν», «δόξα σοι ὁ Θεός», λέει ἐκεῖνος, «ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι», «δόξα σοι ὁ Θεός»· «χαλεποὶ λίαν», «δόξα σοι ὁ Θεός»· «καὶ ἰδοὺ ὥρμησε πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων... εἰς τὴν θάλασσαν», «δόξα σοι ὁ Θεός». «Κατάλαβα, μοῦ εἶπε ὕστερα ὁ ἐπίσκοπος, ὅτι εἶχε δίκαιο αὐτὸς ὁ ἁπλὸς ἄνθρωπος ποὺ ἔλεγε "δόξα σοι ὁ Θεός", γιατὶ τὸ "δόξα σοι ὁ Θεὸς" ρίχνει τοὺς δαίμονες στὴν θάλασσα». Κι ἐσεῖς πάντα νὰ λέτε «δόξα σοι ὁ Θεός,δόξα σοι ὁ Θεός», μέχρι νὰ ὁρμήση ἡ ἀγέλη στὴν θάλασσα...Ἡ δοξολογία ἁγιάζει τὰ πάντα. Μὲ τὴν δοξολογία διαλύεται ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ εὐγνωμοσύνη, παλαβώνει μὲ τὴν καλὴ ἔννοια, πανηγυρίζει τὰ πάντα. Καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος εὐχαριστῆ τὸν Θεὸ ἀκόμη καὶ γιὰ τὰ λίγα,ἔρχεται μετὰ τόσο πλούσια ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ τὴν ἀντέξη· καὶ τότε ὁ διάβολος δὲν μπορεῖ πιὰ νὰ σταθῆ καὶ φεύγει.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -78
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου