Η
χάρη του θεού δεν υπάρχει στους σημερινούς ανθρώπους, γιατί πετάνε και
την λίγη που είχανε. Κι' όταν φύγει η χάρη, ορμούν όλοι οι δαίμονες μέσα
στον άνθρωπο.
Γέροντα,
με ρώτησε μια μικρή αδελφή: «Ο Γέροντας, όταν ήταν αρχάριος μοναχός,
δεν είχε πτώσεις στον αγώνα του; Δεν του περνούσε κανένας αριστερός
λογισμός; Δεν έπεφτε στην κατάκριση;».
– Εγώ, όταν συνέβαινε κάτι στον αγώνα μου ή μου έλεγαν μια κουβέντα, δεν τα περνούσα «αφορολόγητα».
– Τί σημαίνει, Γέροντα, «αφορολόγητα»;
– Το να περνάη κανείς τα σφάλματά του με αδιαφορία. Να μην τον αγγίζουν· να περνάνε απ᾿ έξω. Όπως η γή, όταν σκληρυνθή, όση βροχή και να πέση, δεν ρουφάει νερό μέσα της, ένα τέτοιο πράγμα συμβαίνει και σ᾿ αυτήν την περίπτωση· σκληρύνεται το χωράφι της καρδιάς από την αδιαφορία καί, ό,τι κι αν του πούν, ό,τι κι αν συμβή, δεν τον αγγίζει, για να αισθανθή την ενοχή του και να μετανοήση. Εγώ, αν έλεγε λ.χ. κάποιος ότι είμαι υποκριτής, δεν έλεγα: «κακό χρόνο νάχη αυτός που το είπε», αλλά έψαχνα να βρώ τί ήταν αυτό που τον ανάγκασε να πη αυτήν την κουβέντα. «Κάτι συμβαίνει, έλεγα.
Δεν φταίει ο άλλος. Κάτι δεν πρόσεξα, κάποια αφορμή έδωσα και παρεξήγησε την συμπεριφορά μου. Δεν μπορεί στα καλά καθούμενα να το είπε αυτό. Αν πρόσεχα και είχα κινηθή με σύνεση, δεν θα με παρεξηγούσε. Τον έβλαψα τον άλλον και θα δώσω λόγο στον Θεό», και προσπαθούσα
αμέσως να βρώ το σφάλμα μου και να το διορθώσω.
Δεν εξέταζα δηλαδή πώς το είπε ο άλλος· αν το είπε από ζήλεια, από φθόνο ή αν το άκουσε από άλλον και το κατάλαβε αλλιώς. Δεν με απασχολούσε αυτό. Και τώρα, σε όλες τις περιπτώσεις, έτσι κάνω. Αν μου πη λ.χ. κάποιος μια κουβέντα, ούτε κοιμάμαι.
Και αν είναι έτσι όπως τα λέει εκείνος, θα στενοχωρηθώ και θα κοιτάξω να διορθωθώ. Και αν δεν είναι έτσι, πάλι θα στενοχωρηθώ, γιατί σκέφτομαι ότι εγώ έφταιξα σε κάτι· κάπου δεν πρόσεξα και τον σκανδάλισα. Δεν ρίχνω το βάρος στον άλλον· εξετάζω πώς θα κρίνη ο Θεός αυτό που έκανα, όχι πώς θα με δούν οι άνθρωποι. Αν δεν εξετάζη ο άνθρωπος έτσι τα πράγματα, δεν ωφελείται από τιποτε.
– Εγώ, όταν συνέβαινε κάτι στον αγώνα μου ή μου έλεγαν μια κουβέντα, δεν τα περνούσα «αφορολόγητα».
– Τί σημαίνει, Γέροντα, «αφορολόγητα»;
– Το να περνάη κανείς τα σφάλματά του με αδιαφορία. Να μην τον αγγίζουν· να περνάνε απ᾿ έξω. Όπως η γή, όταν σκληρυνθή, όση βροχή και να πέση, δεν ρουφάει νερό μέσα της, ένα τέτοιο πράγμα συμβαίνει και σ᾿ αυτήν την περίπτωση· σκληρύνεται το χωράφι της καρδιάς από την αδιαφορία καί, ό,τι κι αν του πούν, ό,τι κι αν συμβή, δεν τον αγγίζει, για να αισθανθή την ενοχή του και να μετανοήση. Εγώ, αν έλεγε λ.χ. κάποιος ότι είμαι υποκριτής, δεν έλεγα: «κακό χρόνο νάχη αυτός που το είπε», αλλά έψαχνα να βρώ τί ήταν αυτό που τον ανάγκασε να πη αυτήν την κουβέντα. «Κάτι συμβαίνει, έλεγα.
Δεν φταίει ο άλλος. Κάτι δεν πρόσεξα, κάποια αφορμή έδωσα και παρεξήγησε την συμπεριφορά μου. Δεν μπορεί στα καλά καθούμενα να το είπε αυτό. Αν πρόσεχα και είχα κινηθή με σύνεση, δεν θα με παρεξηγούσε. Τον έβλαψα τον άλλον και θα δώσω λόγο στον Θεό», και προσπαθούσα
αμέσως να βρώ το σφάλμα μου και να το διορθώσω.
Δεν εξέταζα δηλαδή πώς το είπε ο άλλος· αν το είπε από ζήλεια, από φθόνο ή αν το άκουσε από άλλον και το κατάλαβε αλλιώς. Δεν με απασχολούσε αυτό. Και τώρα, σε όλες τις περιπτώσεις, έτσι κάνω. Αν μου πη λ.χ. κάποιος μια κουβέντα, ούτε κοιμάμαι.
Και αν είναι έτσι όπως τα λέει εκείνος, θα στενοχωρηθώ και θα κοιτάξω να διορθωθώ. Και αν δεν είναι έτσι, πάλι θα στενοχωρηθώ, γιατί σκέφτομαι ότι εγώ έφταιξα σε κάτι· κάπου δεν πρόσεξα και τον σκανδάλισα. Δεν ρίχνω το βάρος στον άλλον· εξετάζω πώς θα κρίνη ο Θεός αυτό που έκανα, όχι πώς θα με δούν οι άνθρωποι. Αν δεν εξετάζη ο άνθρωπος έτσι τα πράγματα, δεν ωφελείται από τιποτε.
Αγ. Παϊσίου Αγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Γ’ «Πνευματικός Αγώνας» ‐ 81
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου