'Aγιος Πα'ί'σιος Αγιορείτης
Ηλιας Στεφανου Χαιντουτη
Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου. Λόγοι Δ΄. Νηστεία μὲ φιλότιμο
Ἡ ἐγκράτεια στὴν καθημερινὴ ζωὴ
Νηστεία μὲ φιλότιμο
Ἡ ἐγκράτεια στὴν καθημερινὴ ζωὴ
Νηστεία μὲ φιλότιμο
Μὲ τὴν νηστεία ὁ ἄνθρωπος δείχνει τὴν προαίρεσή του. Κάνει ἀπὸ φιλότιμο
μιὰ ἄσκηση καὶ ὁ Θεὸς βοηθάει. Ἄν ὅμως ζορίζη τὸν ἑαυτό του καὶ πῆ «τί
νὰ κάνω; εἶναι Παρασκευή, πρέπει νὰ νηστέψω», θὰ βασανίζεται.
Ἐνῶ, ἄν μπῆ στὸ νόημα καὶ νηστέψη ἀπὸ ἀγάπη γιὰ τὸν Χριστό, θὰ χαίρεται. «Αὐτὴν τὴν ἡμέρα, νὰ σκεφθῆ, ὁ Χριστὸς σταυρώθηκε· οὔτε νερὸ δὲν Τοῦ ἔδωσαν νὰ πιῆ· ξίδι Τοῦ ἔδωσαν[14]. Κι ἐγὼ δὲν θὰ πιῶ νερὸ ὅλη τὴν ἡμέρα». Ἄν τὸ κάνη αὐτὸ, τότε θὰ νιώθη ἀνώτερη χαρὰ μέσα του ἀπὸ αὐτὸν ποὺ πίνει τὰ καλύτερα ἀναψυκτικά!
Καὶ βλέπεις, πολλοὶ κοσμικοὶ μιὰ Μεγάλη Παρασκευὴ δὲν μποροῦν νὰ νηστέψουν, ἀλλὰ ἔξω ἀπὸ τὸ Ὑπουργεῖο μποροῦν νὰ κάθωνται καὶ νὰ κάνουν ἀπεργία πείνας γιὰ ἕνα πεῖσμα, γιὰ νὰ πετύχουν κάτι. Ἐκεῖ ὁ διάβολος τούς δίνει κουράγιο.
Αὐτοκτονία εἶναι αὐτὸ ποὺ κάνουν. Ἄλλοι πάλι, ὅταν ἔρχεται τὸ Πάσχα, ψάλλουν τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη» μὲ χαρὰ καὶ μὲ ὅλη τους τὴν δύναμη, γιατὶ θὰ φᾶνε καλά. Μοιάζουν μὲ τοὺς Ἰουδαίους ποὺ ἤθελαν νὰ κάνουν βασιλιὰ τὸν Χριστό, ἐπειδὴ τοὺς τάισε στὴν ἔρημο[15].
Θυμᾶστε τί λέει καὶ ὁ Προφήτης; «Ἐπικατάρατος ὁποιῶν τὰ ἔργα κυρίου ἀμελῶς»[16].
Ἄλλο εἶναι, ὅταν κανεὶς ἔχη καλὴ διάθεση νὰ νηστέψη, ἀλλὰ δὲν μπορῆ, γιατὶ, ἄν δὲν φάη, τρέμουν τὰ πόδια του, πέφτει κάτω –δὲν τὸν βοηθάει δηλαδὴ ἡ ἀντοχή του, ἡ ὑγεία του κ.λ.π.- καὶ ἄλλο νὰ ἔχη δυνάμεις καὶ νὰ νηστεύη.
Ποῦ εἶναι ἡ καλὴ διάθεση τότε; Καὶ ἡ στενοχώρια αὐτοῦ ποὺ θέλει νὰ κάνη ἕναν ἀγώνα καὶ δὲν μπορεῖ, ἀναπληρώνει πολλὴ ἄσκηση, καὶ αὐτὸς ἔχει πιὸ πολὺ μισθὸ ἀπὸ τὸν ἄλλο ποὺ ἔχει κουράγιο καὶ κάνει ἕναν ἀγώνα, γιατὶ ἐκεῖνος νιώθει καὶ μιὰ εὐχαρίστηση. Ἦρθε σήμερα μιὰ φουκαριάρα, πενῆντα πέντε χρονῶν περίπου, καὶ ἔκλαιγε, γιατὶ δὲν μπορεῖ νὰ νηστέψη. Τὴν ἔχει χωρίσει ὁ ἄνδρας της.
Ἕνα παιδὶ, τὸ ἔχασε καὶ αὐτὸ σὲ κάποιο δυστύχημα καὶ ἔμεινε μόνη της. Ἡ μάνα της πέθανε, δὲν ἔχει οὔτε σπίτι οὔτε φαγητὸ, καὶ τὴν παίρνειπότε ἡ μιὰ καὶ πότε ἡ ἄλλη στὸ σπίτι της καὶ κάνει καμμιὰ δουλειὰ ἐκεῖ. «Ἔχω βάρος μεγάλο στὴν συνείδησή μου, Πάτερ, μοῦ εἶπε ἡ καημένη, γιατί δὲν κάνω τίποτε· καὶ τὸ χειρότερο ἀπὸ ὅλα εἶναι, ποὺ δὲν μπορῶ νὰ κάνω νηστεῖες. Ὅ,τι μοῦ δίνουν τρώω. Μερικὲς φορὲς Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ μοῦ δίνουν νηστήσιμα, ἀλλὰ συχνὰ μοῦ δίνουν ἄρτυμένα καὶ ἀναγκάζομαι νὰ τὰ τρώω, γιατὶ ἐξαντλοῦμαι καὶ δὲν μπορῶ νὰ σταθῶ στὰ πόδια μου».
«Φάε, τῆς λέω, ἀφοῦ δὲν ἔχεις κουράγιο». Πρέπει νὰ παρακολουθῆ κανεὶς τὸν ἑαυτό του. Ἄν δῆ ὅτι δὲν ἀντέχει, θὰ φάη λίγο παραπάνω. «Μέτρησον τὸν ἑαυτὸ σου»[17], λέει ὁ Ὅσιος Νεῖλος.
-Γέροντα, παλιά, πῶς μερικὲς γυναῖκες στὰ χωρὰ δὲν ἔτρωγαν τίποτε ἀπὸ τὴν Καθαρὰ Δευτέρα μέχρι τό Σάββατο τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου; Μὲ ἕνα σωρὸ δουλειές, σπίτι, παιδιά, ζῶα, χωράφια, πῶς ἄντεχαν;
-Μὲ τὸν λογισμό τους ἔλεγαν: «Κανονικὰ πρέπει νὰ φᾶμε τὸ Μέγα Σάββατο». Ὁπότε, σοῦ λέει, αὐτὸ τὸ Σάββατο εἶναι κοντά. Ἤ μπορεῖ νὰ ἔλεγαν: «Ὁ Χριστὸς σαράντα μέρες νήστεψε[18], ἐγὼ τί εἶναι νὰ νηστέψω μιὰ ἑβδομάδα;». Ὕστερα εἶχαν ἁπλότητα, γι’ αὐτὸ ἄντεχαν. Ἄν ἔχη κανεὶς ἁπλότητα, ταπείνωση, δέχεται τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, νηστεύει ταπεινὰ καὶ τρέφεται θεϊκά.
Τότε ἔχει θεϊκὴ δύναμη καὶ πολλὴ ἀντοχὴ σὲ μεγάλες νηστεῖες. Στὴν Αὐστραλία ἕνας νέος περίπου εἴκοσι ἑπτὰ χρονῶν ἔφθασε σὲ σημεῖο νὰ μὴ φάη τίποτε γιὰ εἴκοσι ὀκτὼ ἡμέρες. Τὸν εἶχε στείλει ὁ Πνευματικὸς του νὰ μοῦ τὸ πῆ. Ἦταν πολὺ εὐλαβὴς καὶ εἶχε πολὺ ἀγωνιστικὸ πνεῦμα. Ἐξομολοτεῖτο, ἐκκλησιαζόταν, μελετοῦσε πατερικὰ βιβλία, καὶ κυρίως τὴν Καινὴ Διαθήκη.
Μιὰ μέρα ἐκεῖ ποὺ διάβαζε στὸ Εὐαγγέλιο ὅτι ὁ Χριστὸς νήστεψε σαράντα μέρες συγκινήθηκε πολὺ καὶ σκέφτηκε: «Ἄν ὁ Κύριος ποὺ ἦταν Θεὸς καὶ ὡς ἄνθρωπος ἀναμάρτητος νήστεψε σαράντα μέρες[19], ἐγὼ σὰν ἄνθρωπος πολὺ ἁμαρτωλός, τί πρέπει νὰ κάνω;».
Γι’ αὐτὸ ζήτησε εὐλογία ἀπὸ τὸν Πνευματικό του νὰ νηστέψεη καὶ αὐτὸς, ἀλλὰ δὲν σκέφτηκε νὰ τοῦ πῆ τὸν λογισμό του ὅτι ἤθελε νὰ μὴ φάη τίποτε σαράντα μέρες. Ἄρχισε λοιπὸν τὴν νηστεία του ἀπὸ τὴν Καθαρὰ Δευτέρα, πέρασε καὶ τὴν Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, χωρὶς νὰ πιῆ οὔτε νερό, ἐνῶ ἐργαζόταν σὲ ἐργοστάσιο καὶ ἔκανε μάλιστα βαρειὰ δουλειὰ -στοίβαζε κιβώτια.
Ὅταν ἔφθασε ἡ εἰκοστὴ ὀγδόη ἡμέρα, αἰσθάνθηκε μιὰ μικρὴ ζάλη τὴν ὥρα ποὺ δούλευε, γι’ αὐτὸ κάθησε λίγο. Ὕστερα ἤπιε ἕνα τσάι καὶ ἔφαγε λίγο παξιμάδι, γιατὶ σκέφτηκε πώς, ἄν πέση κάτω καὶ τὸν μεταφέρουν σὲ νοσοκομεῖο, θὰ διαπιστώσουν ὅτι τὸ ἔπαθε ἀπὸ νηστεία καὶ θὰ ποῦν: «Γιὰ δές, οἱ Χριστιανοὶ πεθαίνουν ἀπὸ τὴν νηστεία».
«Γέροντα, μοῦ εἶπε, μετὰ ἀπὸ τὴν νηστεία τόσων ἡμερῶν, ἀπεχθανόμουν τὶς τροφὲς, ἀλλὰ πίεζα τὸν ἑαυτό μου κάτι νὰ τρώω, γιὰ νὰ μπορῶ νὰ ἐργάζωμαι». Τὸν πείραζε ὅμως ὁ λογισμὸς του ποὺ δὲν συμπλήρωσε τὶς σαράντα μέρες καὶ τὸ εἶπε στὸν Πνευματικό του. Ἐκεῖνος τοῦ εἶπε μὲ διάκριση: «Καὶ αὐτὲς οἱ ἡμέρες ποὺ νήστεψες ἦταν ἀρκετὲς· μὴν ἔχης λογισμούς».
Στὴν συνέχεια τὸν ἔστειλε σ’ ἐμένα, γιὰ νὰ μὴν τοῦ μείνη κανένας λογισμὸς καὶ βασανίζεται. Γιὰ νὰ εἶμαι σίγουρος ὅτι τὰ κίνητρά του ἦταν ἁγνά, τὸν ρώτησα: «Ἔκανες ὅρκο νὰ νηστέψης σαράντα μέρες;». «Ὄχι», μοῦ λέει. «Ὅταν πῆρες εὐλογία ἀπὸ τὸν Πνευματικὸ σου νὰ νηστέψης, δὲν σκέφθηκες ἐκείνη τὴν ὥρα νὰ πῆς τὸν λογισμό σου, ὅτι δηλαδὴ ἤθελες νὰ μὴ φᾶς τίποτε σαράντα μέρες ἤ ἔκρυψες τὸν δῆθεν καλὸ λογισμό σου, γιὰ νὰ νηστέψης μὲ τὸ θέλημά σου σαράντα μέρες;» «Ὄχι, Πάτερ», μοῦ εἶπε.
Τότε τοῦ εἶπα: «Αὐτὸ φυσικά τὸ ἤξερα· ἁπλῶς σὲ ρώτησα, γιὰ νὰ καταλάβης μόνος σου ὅτι ἔχεις μισθὸ οὐράνιο γιὰ τὶς ἡμέρες ποὺ νήστεψες, οἱ ὁποῖες ἦταν ἀρκετές, καὶ νὰ μὴν ἀνησυχῆς ποὺ δὲν μπόρεσες νὰ κρατήσης σαράντα μέρες. Ἄλλη φορὰ ὅμως νὰ λὲς στὸν Πνευματικό σου καὶ τοὺς καλοὺς λογισμοὺς ποὺ ἔχεις καὶ ὅ,τι καλὸ κρύβεις στὴν καρδιὰ σου, καὶ ὁ Πνευματικός σου θὰ κρίνη, ἄν πρέπη νὰ κάνης μιὰ ἄσκηση κ.λπ.
Ἐπειδὴ εἶχε πολλὴ ταπείνωση, χάρη στοὺς ταπεινοὺς λογισμοὺς ποὺ καλλιεργοῦσε, καὶ ἔκανε τὴν νηστεία αὐτὴ ἀπὸ πολὺ φιλότιμο γιὰ τὸν Χριστὸ, ἑπόμενο ἦταν νὰ τὸν ἐνισχύη ὁ Χριστὸς μὲ τὴν θεία Του Χάρη. Ἄν πάη καὶ κάποιος ἄλλος νὰ κάνη μιὰ τέτοια νηστεία καὶ πῆ ἐγωιστικὰ «γιατί νὰ μὴν τὸ κάνω καὶ ἐγώ, ἀφοῦ τὸ ἔκανε αὐτος;» μιά-δυὸ μέρες μόνο θὰ νηστέψη καὶ θὰ σωριαστῆ κάτω. Θὰ σκοτιστῆ καὶ τὸ μυαλὸ του, γιατὶ θὰ τὸν ἐγκαταλείψει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ θὰ λυπηθῆ ἀκόμη καὶ τὸν κόπο ποὺ ἔκανε. Μπορεῖ νὰ φθάση νὰ πῆ: «Καὶ τί βγῆκε μ’ αὐτό;».
Ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν νηστεία γίνεται ἀρνί. Ὅταν γίνεται θηρίο, σημαίνει ὅτι ἡ ἄσκηση ποὺ κάνει ἤ εἶναι πάνω ἀπὸ τὶς δυνάμεις του ἤ τὴν κάνει ἀπὸ ἐγωσιμό, γι’ αὐτὸ δὲν δέχεται θεία βοήθεια. Ἀλλὰ καὶ τὰ ἄγρια ζῶα, τὰ θηρία, μερικὲς φορὲς τὰ ἡμερεύει, τὰ ταπεινώνεται ἡ νηστεία. Βλέπεις, ὅταν πεῖνουν, πλησιάζουν τὸν ἄθρωπο. Ἀπὸ ἔνστικο νιώθουν ὅτι ἀπὸ τὴν πεῖνα θὰ ψοφήσουν, ἐνῶ, ἄν πλησιάσουν τὸν ἄνθρωπο, γιὰ νὰ βροῦν τροφή, μπορεῖ νὰ μὴν πάθουν τίποτε.
Ἐγὼ εἶδα λύκο ποὺ ἦταν σὰν ἀρνάκι, γιατὶ ἦταν νηστικὸς. Εἶχε κατεβῆ στὴν αὐλή μας μιὰ φορὰ τὸν χειμώνα μὲ χιόνια πολλά. Εἴχαμε βγῆ μὲ τὸν ἀδελφό μου νὰ ταΐσουμε τὰ ζῶα καὶ ἐγὼ κρατοῦσα τὸ λυχνάρι. Πῆρε ὁ ἀδελφός μου τὸ φουρνόξυλο καὶ τὸν χτυποῦσε καὶ δὲν ἀντιδροῦσε καθόλου.
Ἄν δὲν φθάση κανείς, ὅ,τι κάνει, νὰ τὸ κάνη ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ πρὸς τὸν συνάνθρωπο του, κάνει σπατάλη. Ἄν νηστεύη καὶ ἔχη ὑπερήφανο λογισμὸ ὅτι κάτι κάνει, πάει χαμένη ἡ νηστεία του. Εἶναι μετὰ σὰν ἕνα τρύπιο ντεπόζιτο ποὺ δὲν κρατάει τίποτε. Ρίξε νερὸ μέσα σὲ ἕνα τρύπιο ντεπόζιτο σιγὰ-σιγὰ φεύγει ὅλο.
14.Βλ. Ματθ. 27,34· Μάρκ.15, 36· Λουκ.23,36 καὶ Ἰω.19,29.
15.Βλ. Ἰω.6,5-15.
16.Ἱερ.31,10.
17.Βλ. Ὁσίου Νείλου, Περὶ τῶν ὀκτῶ πνευμάτων τῆς πονηρίας,PG79,1160C.
18.Βλ. Ματθ.4,2 καὶ Λουκ. 4,2.
19.Ὅ.π.
Ἐνῶ, ἄν μπῆ στὸ νόημα καὶ νηστέψη ἀπὸ ἀγάπη γιὰ τὸν Χριστό, θὰ χαίρεται. «Αὐτὴν τὴν ἡμέρα, νὰ σκεφθῆ, ὁ Χριστὸς σταυρώθηκε· οὔτε νερὸ δὲν Τοῦ ἔδωσαν νὰ πιῆ· ξίδι Τοῦ ἔδωσαν[14]. Κι ἐγὼ δὲν θὰ πιῶ νερὸ ὅλη τὴν ἡμέρα». Ἄν τὸ κάνη αὐτὸ, τότε θὰ νιώθη ἀνώτερη χαρὰ μέσα του ἀπὸ αὐτὸν ποὺ πίνει τὰ καλύτερα ἀναψυκτικά!
Καὶ βλέπεις, πολλοὶ κοσμικοὶ μιὰ Μεγάλη Παρασκευὴ δὲν μποροῦν νὰ νηστέψουν, ἀλλὰ ἔξω ἀπὸ τὸ Ὑπουργεῖο μποροῦν νὰ κάθωνται καὶ νὰ κάνουν ἀπεργία πείνας γιὰ ἕνα πεῖσμα, γιὰ νὰ πετύχουν κάτι. Ἐκεῖ ὁ διάβολος τούς δίνει κουράγιο.
Αὐτοκτονία εἶναι αὐτὸ ποὺ κάνουν. Ἄλλοι πάλι, ὅταν ἔρχεται τὸ Πάσχα, ψάλλουν τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη» μὲ χαρὰ καὶ μὲ ὅλη τους τὴν δύναμη, γιατὶ θὰ φᾶνε καλά. Μοιάζουν μὲ τοὺς Ἰουδαίους ποὺ ἤθελαν νὰ κάνουν βασιλιὰ τὸν Χριστό, ἐπειδὴ τοὺς τάισε στὴν ἔρημο[15].
Θυμᾶστε τί λέει καὶ ὁ Προφήτης; «Ἐπικατάρατος ὁποιῶν τὰ ἔργα κυρίου ἀμελῶς»[16].
Ἄλλο εἶναι, ὅταν κανεὶς ἔχη καλὴ διάθεση νὰ νηστέψη, ἀλλὰ δὲν μπορῆ, γιατὶ, ἄν δὲν φάη, τρέμουν τὰ πόδια του, πέφτει κάτω –δὲν τὸν βοηθάει δηλαδὴ ἡ ἀντοχή του, ἡ ὑγεία του κ.λ.π.- καὶ ἄλλο νὰ ἔχη δυνάμεις καὶ νὰ νηστεύη.
Ποῦ εἶναι ἡ καλὴ διάθεση τότε; Καὶ ἡ στενοχώρια αὐτοῦ ποὺ θέλει νὰ κάνη ἕναν ἀγώνα καὶ δὲν μπορεῖ, ἀναπληρώνει πολλὴ ἄσκηση, καὶ αὐτὸς ἔχει πιὸ πολὺ μισθὸ ἀπὸ τὸν ἄλλο ποὺ ἔχει κουράγιο καὶ κάνει ἕναν ἀγώνα, γιατὶ ἐκεῖνος νιώθει καὶ μιὰ εὐχαρίστηση. Ἦρθε σήμερα μιὰ φουκαριάρα, πενῆντα πέντε χρονῶν περίπου, καὶ ἔκλαιγε, γιατὶ δὲν μπορεῖ νὰ νηστέψη. Τὴν ἔχει χωρίσει ὁ ἄνδρας της.
Ἕνα παιδὶ, τὸ ἔχασε καὶ αὐτὸ σὲ κάποιο δυστύχημα καὶ ἔμεινε μόνη της. Ἡ μάνα της πέθανε, δὲν ἔχει οὔτε σπίτι οὔτε φαγητὸ, καὶ τὴν παίρνειπότε ἡ μιὰ καὶ πότε ἡ ἄλλη στὸ σπίτι της καὶ κάνει καμμιὰ δουλειὰ ἐκεῖ. «Ἔχω βάρος μεγάλο στὴν συνείδησή μου, Πάτερ, μοῦ εἶπε ἡ καημένη, γιατί δὲν κάνω τίποτε· καὶ τὸ χειρότερο ἀπὸ ὅλα εἶναι, ποὺ δὲν μπορῶ νὰ κάνω νηστεῖες. Ὅ,τι μοῦ δίνουν τρώω. Μερικὲς φορὲς Τετάρτη καὶ Παρασκευὴ μοῦ δίνουν νηστήσιμα, ἀλλὰ συχνὰ μοῦ δίνουν ἄρτυμένα καὶ ἀναγκάζομαι νὰ τὰ τρώω, γιατὶ ἐξαντλοῦμαι καὶ δὲν μπορῶ νὰ σταθῶ στὰ πόδια μου».
«Φάε, τῆς λέω, ἀφοῦ δὲν ἔχεις κουράγιο». Πρέπει νὰ παρακολουθῆ κανεὶς τὸν ἑαυτό του. Ἄν δῆ ὅτι δὲν ἀντέχει, θὰ φάη λίγο παραπάνω. «Μέτρησον τὸν ἑαυτὸ σου»[17], λέει ὁ Ὅσιος Νεῖλος.
-Γέροντα, παλιά, πῶς μερικὲς γυναῖκες στὰ χωρὰ δὲν ἔτρωγαν τίποτε ἀπὸ τὴν Καθαρὰ Δευτέρα μέχρι τό Σάββατο τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου; Μὲ ἕνα σωρὸ δουλειές, σπίτι, παιδιά, ζῶα, χωράφια, πῶς ἄντεχαν;
-Μὲ τὸν λογισμό τους ἔλεγαν: «Κανονικὰ πρέπει νὰ φᾶμε τὸ Μέγα Σάββατο». Ὁπότε, σοῦ λέει, αὐτὸ τὸ Σάββατο εἶναι κοντά. Ἤ μπορεῖ νὰ ἔλεγαν: «Ὁ Χριστὸς σαράντα μέρες νήστεψε[18], ἐγὼ τί εἶναι νὰ νηστέψω μιὰ ἑβδομάδα;». Ὕστερα εἶχαν ἁπλότητα, γι’ αὐτὸ ἄντεχαν. Ἄν ἔχη κανεὶς ἁπλότητα, ταπείνωση, δέχεται τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, νηστεύει ταπεινὰ καὶ τρέφεται θεϊκά.
Τότε ἔχει θεϊκὴ δύναμη καὶ πολλὴ ἀντοχὴ σὲ μεγάλες νηστεῖες. Στὴν Αὐστραλία ἕνας νέος περίπου εἴκοσι ἑπτὰ χρονῶν ἔφθασε σὲ σημεῖο νὰ μὴ φάη τίποτε γιὰ εἴκοσι ὀκτὼ ἡμέρες. Τὸν εἶχε στείλει ὁ Πνευματικὸς του νὰ μοῦ τὸ πῆ. Ἦταν πολὺ εὐλαβὴς καὶ εἶχε πολὺ ἀγωνιστικὸ πνεῦμα. Ἐξομολοτεῖτο, ἐκκλησιαζόταν, μελετοῦσε πατερικὰ βιβλία, καὶ κυρίως τὴν Καινὴ Διαθήκη.
Μιὰ μέρα ἐκεῖ ποὺ διάβαζε στὸ Εὐαγγέλιο ὅτι ὁ Χριστὸς νήστεψε σαράντα μέρες συγκινήθηκε πολὺ καὶ σκέφτηκε: «Ἄν ὁ Κύριος ποὺ ἦταν Θεὸς καὶ ὡς ἄνθρωπος ἀναμάρτητος νήστεψε σαράντα μέρες[19], ἐγὼ σὰν ἄνθρωπος πολὺ ἁμαρτωλός, τί πρέπει νὰ κάνω;».
Γι’ αὐτὸ ζήτησε εὐλογία ἀπὸ τὸν Πνευματικό του νὰ νηστέψεη καὶ αὐτὸς, ἀλλὰ δὲν σκέφτηκε νὰ τοῦ πῆ τὸν λογισμό του ὅτι ἤθελε νὰ μὴ φάη τίποτε σαράντα μέρες. Ἄρχισε λοιπὸν τὴν νηστεία του ἀπὸ τὴν Καθαρὰ Δευτέρα, πέρασε καὶ τὴν Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, χωρὶς νὰ πιῆ οὔτε νερό, ἐνῶ ἐργαζόταν σὲ ἐργοστάσιο καὶ ἔκανε μάλιστα βαρειὰ δουλειὰ -στοίβαζε κιβώτια.
Ὅταν ἔφθασε ἡ εἰκοστὴ ὀγδόη ἡμέρα, αἰσθάνθηκε μιὰ μικρὴ ζάλη τὴν ὥρα ποὺ δούλευε, γι’ αὐτὸ κάθησε λίγο. Ὕστερα ἤπιε ἕνα τσάι καὶ ἔφαγε λίγο παξιμάδι, γιατὶ σκέφτηκε πώς, ἄν πέση κάτω καὶ τὸν μεταφέρουν σὲ νοσοκομεῖο, θὰ διαπιστώσουν ὅτι τὸ ἔπαθε ἀπὸ νηστεία καὶ θὰ ποῦν: «Γιὰ δές, οἱ Χριστιανοὶ πεθαίνουν ἀπὸ τὴν νηστεία».
«Γέροντα, μοῦ εἶπε, μετὰ ἀπὸ τὴν νηστεία τόσων ἡμερῶν, ἀπεχθανόμουν τὶς τροφὲς, ἀλλὰ πίεζα τὸν ἑαυτό μου κάτι νὰ τρώω, γιὰ νὰ μπορῶ νὰ ἐργάζωμαι». Τὸν πείραζε ὅμως ὁ λογισμὸς του ποὺ δὲν συμπλήρωσε τὶς σαράντα μέρες καὶ τὸ εἶπε στὸν Πνευματικό του. Ἐκεῖνος τοῦ εἶπε μὲ διάκριση: «Καὶ αὐτὲς οἱ ἡμέρες ποὺ νήστεψες ἦταν ἀρκετὲς· μὴν ἔχης λογισμούς».
Στὴν συνέχεια τὸν ἔστειλε σ’ ἐμένα, γιὰ νὰ μὴν τοῦ μείνη κανένας λογισμὸς καὶ βασανίζεται. Γιὰ νὰ εἶμαι σίγουρος ὅτι τὰ κίνητρά του ἦταν ἁγνά, τὸν ρώτησα: «Ἔκανες ὅρκο νὰ νηστέψης σαράντα μέρες;». «Ὄχι», μοῦ λέει. «Ὅταν πῆρες εὐλογία ἀπὸ τὸν Πνευματικὸ σου νὰ νηστέψης, δὲν σκέφθηκες ἐκείνη τὴν ὥρα νὰ πῆς τὸν λογισμό σου, ὅτι δηλαδὴ ἤθελες νὰ μὴ φᾶς τίποτε σαράντα μέρες ἤ ἔκρυψες τὸν δῆθεν καλὸ λογισμό σου, γιὰ νὰ νηστέψης μὲ τὸ θέλημά σου σαράντα μέρες;» «Ὄχι, Πάτερ», μοῦ εἶπε.
Τότε τοῦ εἶπα: «Αὐτὸ φυσικά τὸ ἤξερα· ἁπλῶς σὲ ρώτησα, γιὰ νὰ καταλάβης μόνος σου ὅτι ἔχεις μισθὸ οὐράνιο γιὰ τὶς ἡμέρες ποὺ νήστεψες, οἱ ὁποῖες ἦταν ἀρκετές, καὶ νὰ μὴν ἀνησυχῆς ποὺ δὲν μπόρεσες νὰ κρατήσης σαράντα μέρες. Ἄλλη φορὰ ὅμως νὰ λὲς στὸν Πνευματικό σου καὶ τοὺς καλοὺς λογισμοὺς ποὺ ἔχεις καὶ ὅ,τι καλὸ κρύβεις στὴν καρδιὰ σου, καὶ ὁ Πνευματικός σου θὰ κρίνη, ἄν πρέπη νὰ κάνης μιὰ ἄσκηση κ.λπ.
Ἐπειδὴ εἶχε πολλὴ ταπείνωση, χάρη στοὺς ταπεινοὺς λογισμοὺς ποὺ καλλιεργοῦσε, καὶ ἔκανε τὴν νηστεία αὐτὴ ἀπὸ πολὺ φιλότιμο γιὰ τὸν Χριστὸ, ἑπόμενο ἦταν νὰ τὸν ἐνισχύη ὁ Χριστὸς μὲ τὴν θεία Του Χάρη. Ἄν πάη καὶ κάποιος ἄλλος νὰ κάνη μιὰ τέτοια νηστεία καὶ πῆ ἐγωιστικὰ «γιατί νὰ μὴν τὸ κάνω καὶ ἐγώ, ἀφοῦ τὸ ἔκανε αὐτος;» μιά-δυὸ μέρες μόνο θὰ νηστέψη καὶ θὰ σωριαστῆ κάτω. Θὰ σκοτιστῆ καὶ τὸ μυαλὸ του, γιατὶ θὰ τὸν ἐγκαταλείψει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ θὰ λυπηθῆ ἀκόμη καὶ τὸν κόπο ποὺ ἔκανε. Μπορεῖ νὰ φθάση νὰ πῆ: «Καὶ τί βγῆκε μ’ αὐτό;».
Ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν νηστεία γίνεται ἀρνί. Ὅταν γίνεται θηρίο, σημαίνει ὅτι ἡ ἄσκηση ποὺ κάνει ἤ εἶναι πάνω ἀπὸ τὶς δυνάμεις του ἤ τὴν κάνει ἀπὸ ἐγωσιμό, γι’ αὐτὸ δὲν δέχεται θεία βοήθεια. Ἀλλὰ καὶ τὰ ἄγρια ζῶα, τὰ θηρία, μερικὲς φορὲς τὰ ἡμερεύει, τὰ ταπεινώνεται ἡ νηστεία. Βλέπεις, ὅταν πεῖνουν, πλησιάζουν τὸν ἄθρωπο. Ἀπὸ ἔνστικο νιώθουν ὅτι ἀπὸ τὴν πεῖνα θὰ ψοφήσουν, ἐνῶ, ἄν πλησιάσουν τὸν ἄνθρωπο, γιὰ νὰ βροῦν τροφή, μπορεῖ νὰ μὴν πάθουν τίποτε.
Ἐγὼ εἶδα λύκο ποὺ ἦταν σὰν ἀρνάκι, γιατὶ ἦταν νηστικὸς. Εἶχε κατεβῆ στὴν αὐλή μας μιὰ φορὰ τὸν χειμώνα μὲ χιόνια πολλά. Εἴχαμε βγῆ μὲ τὸν ἀδελφό μου νὰ ταΐσουμε τὰ ζῶα καὶ ἐγὼ κρατοῦσα τὸ λυχνάρι. Πῆρε ὁ ἀδελφός μου τὸ φουρνόξυλο καὶ τὸν χτυποῦσε καὶ δὲν ἀντιδροῦσε καθόλου.
Ἄν δὲν φθάση κανείς, ὅ,τι κάνει, νὰ τὸ κάνη ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ πρὸς τὸν συνάνθρωπο του, κάνει σπατάλη. Ἄν νηστεύη καὶ ἔχη ὑπερήφανο λογισμὸ ὅτι κάτι κάνει, πάει χαμένη ἡ νηστεία του. Εἶναι μετὰ σὰν ἕνα τρύπιο ντεπόζιτο ποὺ δὲν κρατάει τίποτε. Ρίξε νερὸ μέσα σὲ ἕνα τρύπιο ντεπόζιτο σιγὰ-σιγὰ φεύγει ὅλο.
14.Βλ. Ματθ. 27,34· Μάρκ.15, 36· Λουκ.23,36 καὶ Ἰω.19,29.
15.Βλ. Ἰω.6,5-15.
16.Ἱερ.31,10.
17.Βλ. Ὁσίου Νείλου, Περὶ τῶν ὀκτῶ πνευμάτων τῆς πονηρίας,PG79,1160C.
18.Βλ. Ματθ.4,2 καὶ Λουκ. 4,2.
19.Ὅ.π.
Ο ηλιας Στεφανου χαιντουτη πρόσθεσε 3 νέες φωτογραφίες.
Όλα να τ’ αντιμετωπίζετε με αγάπη, με καλοσύνη, με πραότητα, με υπομονή και με ταπείνωση.
Να είστε βράχοι.
Όλα να ξεσπάνε πάνω σας και σαν τα κύματα να γυρίζουν πίσω. Εσείς να είστε ατάραχοι. Αλλά θα πείτε: «Έ, γίνετε αυτό;». Ναι, με την χάρι του Θεού γίνεται πάντοτε. Αν τα παίρνομε ανθρώπινα, δεν γίνεται … γυμναστική είναι για μας όλες οι αντιδράσεις του περιβάλλοντος και οι δυσκολίες γύρω μας. Γυμνάζομε τον εαυτό μας πάνω στην υπομονή, στην καρτερία.
Αγίου Παΐσιου Αγιορείτου.
Να είστε βράχοι.
Όλα να ξεσπάνε πάνω σας και σαν τα κύματα να γυρίζουν πίσω. Εσείς να είστε ατάραχοι. Αλλά θα πείτε: «Έ, γίνετε αυτό;». Ναι, με την χάρι του Θεού γίνεται πάντοτε. Αν τα παίρνομε ανθρώπινα, δεν γίνεται … γυμναστική είναι για μας όλες οι αντιδράσεις του περιβάλλοντος και οι δυσκολίες γύρω μας. Γυμνάζομε τον εαυτό μας πάνω στην υπομονή, στην καρτερία.
Αγίου Παΐσιου Αγιορείτου.
ηλιας Στεφανου χαιντουτη
Γέροντα, οι δοκιμασίες πάντοτε ωφελούν τους ανθρώπους;
- Εξαρτάται από το πως αντιμετωπίζει κανείς τις δοκιμασίες.
Όσοι δεν έχουν καλή διάθεση, βρίζουν τον Θεό, όταν τους βρίσκουν διάφορες δοκιμασίες. «Γιατί να το πάθω εγώ αυτό; Λένε. Να, ο άλλος έχει τόσα καλά! Θεός είναι αυτός;»
Δεν λένε «ήμαρτον», αλλά βασανίζονται. Ενώ οι φιλότιμοι λένε: «Δόξα τω Θεώ! Αυτή η δοκιμασία με έφερε κοντά στον Θεό. Ο Θεός για το καλό μου το έκανε». Και ενώ μπορεί πρώτα να μην πατούσαν καθόλου στην εκκλησία, μετά αρχίζουν να εκκλησιάζωνται, να εξομολογούνται, να κοινωνούν.
Πολλές φορές μάλιστα ο Θεός τους πολύ σκληρούς τους φέρνει κάποια στιγμή με μια δοκιμασία σε τέτοιο φιλότιμο, που μόνοι τους παίρνουν μεγάλη στροφή και εξιλεώνονται με τον πόνο που νιώθουν για όσα έκαναν.
Αγίου Παΐσιου Αγιορείτου.
- Εξαρτάται από το πως αντιμετωπίζει κανείς τις δοκιμασίες.
Όσοι δεν έχουν καλή διάθεση, βρίζουν τον Θεό, όταν τους βρίσκουν διάφορες δοκιμασίες. «Γιατί να το πάθω εγώ αυτό; Λένε. Να, ο άλλος έχει τόσα καλά! Θεός είναι αυτός;»
Δεν λένε «ήμαρτον», αλλά βασανίζονται. Ενώ οι φιλότιμοι λένε: «Δόξα τω Θεώ! Αυτή η δοκιμασία με έφερε κοντά στον Θεό. Ο Θεός για το καλό μου το έκανε». Και ενώ μπορεί πρώτα να μην πατούσαν καθόλου στην εκκλησία, μετά αρχίζουν να εκκλησιάζωνται, να εξομολογούνται, να κοινωνούν.
Πολλές φορές μάλιστα ο Θεός τους πολύ σκληρούς τους φέρνει κάποια στιγμή με μια δοκιμασία σε τέτοιο φιλότιμο, που μόνοι τους παίρνουν μεγάλη στροφή και εξιλεώνονται με τον πόνο που νιώθουν για όσα έκαναν.
Αγίου Παΐσιου Αγιορείτου.
ηλιας Στεφανου χαιντουτη
Γέροντα, τι θέλει από εμάς ο Θεός;
- Ο Θεός από εμάς θέλει την προαίρεσή μας, την αγαθή μας διάθεση , που θα την εκδηλώνουμε με τον έστω και λίγο φιλότιμο αγώνα μας , και την συναίσθηση της αμαρτωλότητός μας.
Όλα τα άλλα τα δίνει Εκείνος.
Δεν χρειάζονται μπράτσα στην πνευματική ζωή. Να αγωνιζώμαστε ταπεινά, να ζητούμε το έλεος του Θεού και να Τον ευγνωμονούμε για όλα. Αυτός που εγκαταλείπεται στα χέρια του Θεού, χωρίς κανένα δικό του σχέδιο, περνά στο σχέδιο του Θεού. Όσο ο άνθρωπος είναι γαντζωμένος στον εαυτό του, μένει πίσω. Δεν προχωράει πνευματικά , γιατί εμποδίζει το έλεος του Θεού. Για να προκόψη, χρειάζεται πολλή εμπιστοσύνη στον Θεό.
Αγίου Παΐσιου Αγιορείτου.
- Ο Θεός από εμάς θέλει την προαίρεσή μας, την αγαθή μας διάθεση , που θα την εκδηλώνουμε με τον έστω και λίγο φιλότιμο αγώνα μας , και την συναίσθηση της αμαρτωλότητός μας.
Όλα τα άλλα τα δίνει Εκείνος.
Δεν χρειάζονται μπράτσα στην πνευματική ζωή. Να αγωνιζώμαστε ταπεινά, να ζητούμε το έλεος του Θεού και να Τον ευγνωμονούμε για όλα. Αυτός που εγκαταλείπεται στα χέρια του Θεού, χωρίς κανένα δικό του σχέδιο, περνά στο σχέδιο του Θεού. Όσο ο άνθρωπος είναι γαντζωμένος στον εαυτό του, μένει πίσω. Δεν προχωράει πνευματικά , γιατί εμποδίζει το έλεος του Θεού. Για να προκόψη, χρειάζεται πολλή εμπιστοσύνη στον Θεό.
Αγίου Παΐσιου Αγιορείτου.
Σοφία Κανλή
Αν στραφούμε στον εαυτό μας, δε θα κατακρίνουμε.
- Γέροντα, όταν βλέπω κάποια αταξία στο διακόνημα, κατακρίνω μέσα μου.
- Εσύ, να κοιτάς την ευταξία τη δική σου και όχι τις αταξίες των άλλων. Να είσαι αυστηρή με τον εαυτό σου και όχι με τους άλλους. Τι δουλειά έκανες σήμερα;
- Ξεσκόνιζα.
- Ξεσκόνιζες τους άλλους ή τον εαυτό σου;
- Δυστυχώς τους άλλους.
- Κοίταξε, θα αρχίσεις να κάνεις δουλειά στον εαυτό σου, όταν πάψεις να ασχολείσαι με το τι κάνουν οι άλλοι γύρω σου.
Αν ασχολείσαι με τον εαυτό σου και πάψεις να ασχολείσαι με τους άλλους, θα βλέπεις μόνο α δικά σου σφάλματα και στους άλλους δε θα βρίσκεις κανένα σφάλμα. Τότε θα απελπισθείς με την καλή έννοια από τον εαυτό σου και θα κατακρίνεις μόνο τον εαυτό σου.
Θα αισθάνεσαι την αμαρτωλότητά σου και θα αγωνίζεσαι να απαλλαγείς από τις αδυναμίες σου. Ύστερα, όταν θα βλέπεις στους άλλους κάποια αδυναμία, θα λες: «Μήπως εγώ ξεπέρασα τις αδυναμίες μου; Πώς λοιπόν έχω τέτοια απαίτηση από τους άλλους;».
Γι' αυτό να μελετάς και να παρακολουθείς συνέχεια τον εαυτό σου, για να αποφεύγεις την κρυφή υπερηφάνεια, και να έχεις αυτομεμψία με διάκριση, για να αποφεύγεις την εσωτερική κατάκριση " έτσι θα διορθωθείς.
- Γέροντα, ο Αββάς Ισαάκ γράφει: «Εάν αγαπάς την καθαρότητα, εισελθών έργασαι εν τη αμπέλω της καρδίας σου, εκρίζωσον εκ της ψυχής σου τα πάθη, έργασαι μη γνώναι κακίαν ανθρώπου». Τι εννοεί;
- Εννοεί να στραφείς στον εαυτό σου και να κάνεις δουλειά στον εαυτό σου. Οι Άγιοι πώς αγίασαν; Είχαν στραφεί στον εαυτό τους και έβλεπαν μόνο τα δικά τους πάθη. Με την αυτοκριτική και την αυτομεμψία που είχαν, έπεσαν τα λέπια από τα μάτια της ψυχής τους και έφτασαν να βλέπουν καθαρά και βαθιά.
Έβλεπαν τον εαυτό τους κάτω από όλους τους ανθρώπους και όλους τους θεωρούσαν καλύτερους από τον εαυτό τους. Τα δικά τους σφάλματα τα έβλεπαν μεγάλα και τα σφάλματα των άλλων πολύ μικρά, γιατί έβλεπαν με τα μάτια της ψυχής τους και όχι με τα γήινα μάτια.
Έτσι εξηγείται όταν έλεγαν: «Εγώ είμαι χειρότερος από όλους τους ανθρώπους». Τα μάτια της ψυχής τους είχαν καθαρίσει και είχαν γίνει διόπτρες, γι' αυτό και έβλεπαν τα μικρά τους σφάλματα - τα ξυλαράκια - σαν δοκάρια.
Εμείς όμως, ενώ τα σφάλματά μας είναι δοκάρια, δεν τα βλέπουμε ή τα βλέπουμε σαν ξυλαράκια. Κοιτάμε τους άλλους με το μικροσκόπιο και βλέπουμε τα δικά τους αμαρτήματα μεγάλα, ενώ τα δικά μας δεν τα βλέπουμε, γιατί δεν καθάρισαν τα μάτια της ψυχής μας.
Η βάση είναι να καθαρίσουν τα μάτια της ψυχής. Όταν ο Χριστός ρώτησε τον τυφλό: «πώς βλέπεις τώρα τους ανθρώπους;», εκείνος Του απάντησε: «σαν δέντρα», γιατί δεν είχε αποκατασταθεί όλο το φως του.
Όταν αποκαταστάθηκε όλο το φως του, τότε έβλεπε καθαρά. Θέλω να πω ότι ο άνθρωπος, όταν φτάσει σε καλή πνευματική κατάσταση, όλα τα βλέπει καθαρά, όλα τα σφάλματα των άλλων τα δικαιολογεί, με την καλή έννοια, γιατί τα βλέπει με το θεϊκό μάτι και όχι με το ανθρώπινο.
- Γέροντα, όταν βλέπω κάποια αταξία στο διακόνημα, κατακρίνω μέσα μου.
- Εσύ, να κοιτάς την ευταξία τη δική σου και όχι τις αταξίες των άλλων. Να είσαι αυστηρή με τον εαυτό σου και όχι με τους άλλους. Τι δουλειά έκανες σήμερα;
- Ξεσκόνιζα.
- Ξεσκόνιζες τους άλλους ή τον εαυτό σου;
- Δυστυχώς τους άλλους.
- Κοίταξε, θα αρχίσεις να κάνεις δουλειά στον εαυτό σου, όταν πάψεις να ασχολείσαι με το τι κάνουν οι άλλοι γύρω σου.
Αν ασχολείσαι με τον εαυτό σου και πάψεις να ασχολείσαι με τους άλλους, θα βλέπεις μόνο α δικά σου σφάλματα και στους άλλους δε θα βρίσκεις κανένα σφάλμα. Τότε θα απελπισθείς με την καλή έννοια από τον εαυτό σου και θα κατακρίνεις μόνο τον εαυτό σου.
Θα αισθάνεσαι την αμαρτωλότητά σου και θα αγωνίζεσαι να απαλλαγείς από τις αδυναμίες σου. Ύστερα, όταν θα βλέπεις στους άλλους κάποια αδυναμία, θα λες: «Μήπως εγώ ξεπέρασα τις αδυναμίες μου; Πώς λοιπόν έχω τέτοια απαίτηση από τους άλλους;».
Γι' αυτό να μελετάς και να παρακολουθείς συνέχεια τον εαυτό σου, για να αποφεύγεις την κρυφή υπερηφάνεια, και να έχεις αυτομεμψία με διάκριση, για να αποφεύγεις την εσωτερική κατάκριση " έτσι θα διορθωθείς.
- Γέροντα, ο Αββάς Ισαάκ γράφει: «Εάν αγαπάς την καθαρότητα, εισελθών έργασαι εν τη αμπέλω της καρδίας σου, εκρίζωσον εκ της ψυχής σου τα πάθη, έργασαι μη γνώναι κακίαν ανθρώπου». Τι εννοεί;
- Εννοεί να στραφείς στον εαυτό σου και να κάνεις δουλειά στον εαυτό σου. Οι Άγιοι πώς αγίασαν; Είχαν στραφεί στον εαυτό τους και έβλεπαν μόνο τα δικά τους πάθη. Με την αυτοκριτική και την αυτομεμψία που είχαν, έπεσαν τα λέπια από τα μάτια της ψυχής τους και έφτασαν να βλέπουν καθαρά και βαθιά.
Έβλεπαν τον εαυτό τους κάτω από όλους τους ανθρώπους και όλους τους θεωρούσαν καλύτερους από τον εαυτό τους. Τα δικά τους σφάλματα τα έβλεπαν μεγάλα και τα σφάλματα των άλλων πολύ μικρά, γιατί έβλεπαν με τα μάτια της ψυχής τους και όχι με τα γήινα μάτια.
Έτσι εξηγείται όταν έλεγαν: «Εγώ είμαι χειρότερος από όλους τους ανθρώπους». Τα μάτια της ψυχής τους είχαν καθαρίσει και είχαν γίνει διόπτρες, γι' αυτό και έβλεπαν τα μικρά τους σφάλματα - τα ξυλαράκια - σαν δοκάρια.
Εμείς όμως, ενώ τα σφάλματά μας είναι δοκάρια, δεν τα βλέπουμε ή τα βλέπουμε σαν ξυλαράκια. Κοιτάμε τους άλλους με το μικροσκόπιο και βλέπουμε τα δικά τους αμαρτήματα μεγάλα, ενώ τα δικά μας δεν τα βλέπουμε, γιατί δεν καθάρισαν τα μάτια της ψυχής μας.
Η βάση είναι να καθαρίσουν τα μάτια της ψυχής. Όταν ο Χριστός ρώτησε τον τυφλό: «πώς βλέπεις τώρα τους ανθρώπους;», εκείνος Του απάντησε: «σαν δέντρα», γιατί δεν είχε αποκατασταθεί όλο το φως του.
Όταν αποκαταστάθηκε όλο το φως του, τότε έβλεπε καθαρά. Θέλω να πω ότι ο άνθρωπος, όταν φτάσει σε καλή πνευματική κατάσταση, όλα τα βλέπει καθαρά, όλα τα σφάλματα των άλλων τα δικαιολογεί, με την καλή έννοια, γιατί τα βλέπει με το θεϊκό μάτι και όχι με το ανθρώπινο.
Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου