Παρασκευή 1 Μαΐου 2015

Η ευλογία και το χρέος να είσαι Αγιορείτης


 Θυμάμαι έναν επισκέπτη που είχε πει κάποτε: «Μα τι κάνετε τόση ώρα μέσα στην εκκλησία; Δεν μπορώ να καταλάβω πως περνάτε τόσες ώρες, κοιμάστε; Εγώ δεν μπορώ να καθήσω άπραγος. Θέλω κάτι να κάνω, αλλοιώς θα με πιάσουν τα νεύρα μου». Κι έτσι που τα έλεγε ο άνθρωπος αυτός, τον δικαιολογούσα. Δεν είχα όμως εκείνη τη στιγμή να του πώ κάτι. Μετά από λίγες μέρες μπαίνοντας στην εκκλησία ένοιωσα την απάντηση: Λέω, οι αγιορείτες μπαίνουν μέσα στην εκκλησία. Κάνουν το σταυρό τους. Προσκυνούν τις εικόνες. Κάθονται στο στασίδι. Και απλώς μένουν μέσα στην εκκλησία. Σάματι τι κάνει το μωρό που είναι μέσα στη μήτρα της μάνας του; Δεν κάνει απολύτως τίποτα, αλλά απλώς μένει μέσα στη μήτρα της μάνας του, και συνέχεια αυξάνει. Κι εμείς είμαστε μέσα στη μήτρα της μάνας μας. Και βλέπομε ότι οι σχέσεις που έχομε με την Εκκλησία είναι σχέσεις οργανικές. Και μπορεί να κάθεται κανείς μουγκός. Να φαίνεται ότι δεν κάνει τίποτα. Ή να φαίνεται ότι λέει συνέχεια τα ίδια πράγματα. «Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον…» Ή να φαίνεται ότι με τα τεριρέμ κάποιον νανουρίζει. Ή ότι απλώς αναβοσβήνει τα καντήλια. Και όμως ουσιαστικά γίνεται με όλ’ αυτά κάτι πάρα πολύ μεγάλο και πάρα πολύ γερό.


Έτσι καταλαβαίνομε, γινόμενοι Αγιορείτες, την παραβολή που είπε ο Κύριος: «Εγώ ειμί η άμπελος, υμείς τα κλήματα». Νοιώθει κανείς ότι, ζώντας μέσα στο Άγιον Όρος, μπαίνοντας μέσα σε μια ακολουθία αγιορείτικη, γίνεται ένα κλήμα της αμπέλου της ζωής. Νοιώθει αθόρυβα και διαρκώς, να έρχωνται ζωοπάροχοι χυμοί στο κλήμα αυτό από βαθειές ρίζες. Και τούτο είναι το μεγάλο που έχομε εδώ: οι βαθειές ρίζες, η Παράδοση.

Όταν ένας ψάλτης Αγιορείτης ψάλλει, κάνει κάτι πολύ σπουδαίο. Και δεν εκτιμά κανείς αυτόν που ψάλλει καλά, αλλά αυτόν που είναι Αγιορείτης. Μακάρι να κραυγάζει, να κάνει παραφωνίες. Είναι καλλίτερες αυτές οι αγιορείτικες παραφωνίες από τις κοσμικές αρμονίες. Γιατί όταν ψάλλει ένας Αγιορείτης ψάλτης, δεν ψάλλει αυτός μόνος. Δεν διατυπώνει μια άποψη δική του με μουσικούς φθόγγους. Φτάνει δι’ αυτού η φωνή μιας παραδόσεως μακράς, και η ελευθερία που του χάρισε η υπακοή στην παράδοση αυτή.

Και δεν είναι μόνο οι ψάλτες που ψάλλουν «ξένως». Ψάλλουν και οι Άγιοι που δεν μιλούν και είναι παρόντες μαζί μας. Ψάλλουν και τα γεροντάκια τα οποία βρίσκονται εδώ. Ο γέροντας μοναχός που σιγά-σιγά έσυρε τα βήματά του για να ασπαστεί το άγιο λείψανο της αγίας Αναστασίας.

Έτσι λοιπόν νοιώθομε, όπως είπε ο Γέροντάς σας, αυτή τη μεγάλη ευλογία που έχομε να βρισκόμαστε στο Άγιον Όρος. Να βρισκόμαστε μέσα στην άγια μήτρα της μητέρας μας της Εκκλησίας. Τί μεγάλο πράγμα είναι αυτό!

Και όταν καθόμαστε στην αγρυπνία και αγρυπνούμε και μας δίδει τη χάρη ο Θεός, εκείνη την ώρα η ανάσα η βαθειά που παίρνομε, φέρνει παράκληση που φθάνει «εις πάντας αρμούς, εις νεφρούς, εις καρδίαν». Αυτή η ίδια παράκληση και η αγαλλίαση ουσιαστικά φθάνει και εις πάντας τους αδελφούς μας τους ταλαιπωρημένους, τους δυσκολεμένους, τους βασανισμένους, που ζούν μέσα στον κόσμο. Οπότε ζώντας εμείς σωστά μέσα εδώ και ευγνωμονώντας τον Κύριο, αληθινά κηρύττομε και βοηθούμε όλους τους άλλους. «Έν σώμα εσμέν οι πολλοί».



π. Βασίλειος Γοντικάκης

πηγή:εδώ







Ο 'Oσιoς Παϊσιος για τον  Μοναχισμό


 1. Να σεβαστούμε την Έρημο
(Πηγή: Γέροντος Παϊσίου «Επιστολές», εκδόσεις «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», σελ. 44-46).
Θα πρέπει λοιπόν όλοι οι Μοναχοί να αποφεύγουμε, όσο μπορούμε, τα σύγχρονα μέσα για την λειτουργία της Μονής και να σεβαστούμε την έρημο με το να προσαρμόζουμε τον εαυτό μας με αυτή, για να μας χαρίσει τότε και η έρημος την αγία της ηρεμία, και να βοηθηθούμε στην ερήμωση της ψυχής μας από τα πάθη μας. Δεν είναι, σωστό να θέλουμε να προσαρμόσουμε την έρημο με τον κοσμικό μας εαυτό, διότι είναι αμαρτία να ατιμάζουμε την έρημο.
Οποίος θέλει από τους μοντέρνους Μοναχούς, μπορεί να κτίση μια Μονή πάνω σε μια πολυκατοικία, για να έχει όλες τις ευκολίες του κόσμου που θέλει, και να απολαμβάνει τα φώτα ή να ανεβαίνει στον τρίτο ουρανό με το ασανσέρ, και ας αφήσει την έρημο ήσυχη.
Δυστυχώς, μερικοί τέτοιοι Μοναχοί με όλο αυτό το κοσμικό τους φρόνημα μεταφέρουν και όλο το κοσμικό τους πνεύμα στην έρημο, με όλα τα κοσμικά μέσα, και συνέχεια ασχολούνται με αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, με εξωραϊσμούς εξωτερικούς, με τούβλα και γλάστρες ένα σωρό, και κομποσκοίνι τι θα πει δεν ξέρουν, παρά μέριμνα, φαΐ καλό και τούβλα. Όλο αυτό φανερώνει τους ανθρώπους: τους σαρκικούς, που είναι τούβλα-πηλός και όχι πνεύμα Θεού. (Δεν εννοώ τα νεόκτιστα Μοναστήρια που αγωνίζονται για να στεγασθούν).
Όταν λοιπόν ο Μοναχός δεν βρει την πνευματική εργασία, δεν βοηθηθεί και από τον Γέροντα και ασχολήται όλο με εξωτερικά, ασφαλώς αγριεύει πνευματικά και στο κελί του ούτε δεμένος δεν μπορεί να καθίσει. Πάντοτε θα του αρέσουν οι επαφές με τους ανθρώπους, να κάνη ξεναγήσεις, να λέει για τους θόλους και τις αρχαιολογίες, να τους δείχνει τις γλάστρες με τα διάφορα λουλούδια, να τους κάνη ένα πλούσιο κοσμικό γεύμα και να αναπαύει εξωτερικούς μόνον ανθρώπους. Εάν εξετάσει κανείς και τι είδους ανάπαυση είναι, θα ιδεί ότι δεν είναι αυτό ανάπαυση, αλλά απλώς με την απασχόληση αυτή ξεχνούν τις στενοχώριες τους λίγο οι άνθρωποι και πάλι επανέρχονται στο άγχος, διότι το κοσμικό φρόνημα είναι σαν το σαράκι που δουλεύει.
Ο σκοπός επομένως των Μονών είναι πνευματικός, και δεν θα πρέπει να υπάρχει το κοσμικό στοιχείο αλλά το ουράνιο, για να πλημμυρίζουν στις ψυχές οι παραδεισένιες γλυκύτητες. Στα κοσμικά δεν μπορούμε να συναγωνιστούμε τους κοσμικούς, διότι, όσο να ’ναι, οι κοσμικοί έχουν περισσότερα μέσα. Επομένως; Οι καημένοι οι κοσμικοί θέλουν από εμάς τους Μοναχούς κάτι το ανώτερο, και, για να πετύχουμε το ανώτερο, θα πρέπει να αποφύγουμε κάθε ανθρώπινη παρηγοριά.
Διότι αδύνατο είναι, να νιώσουμε την θεία παρηγοριά (την παραδεισένια γλυκύτητα), εάν δεν αποφύγουμε την κοσμική και εάν δεν πεθάνει τελείως το κοσμικό μας φρόνημα. Θα πρέπει το κοσμικό φρόνημα, αφού πεθάνει, να γίνει φυτόχωμα, για να αναπτυχθεί μέσα μας το θείο φρόνημα, διότι οι θείες ηδονές δεν γεννιούνται από τις σωματικές ηδονές αλλά από τις σωματικές ωδίνες, που γίνονται στους αγώνες με επίγνωση και διάκριση για την αγάπη του Χριστού από τα φιλότιμα παιδιά Του, για να απεκδυθούν τον παλαιό τους άνθρωπο (τον κοσμικό). Ο Καλός Πατέρας τρέφει μετά τα παιδιά Του, από την γη ακόμη που βρίσκονται, με παραδεισένιες τροφές, και σκιρτάνε αγαλλόμενα -αναστάσεως ημέρα…, αφού φυσικά περάσανε την Μεγάλη Τεσσαρακοστή με αγώνες, την Μεγάλη Παρασκευή στον Σταυρό και, αναστηθήκανε Πνευματικά και ζουν πια την Διακαινήσιμο συνέχεια. Δηλαδή δεν εορτάζουν μια φορά τον χρόνο Ανάσταση, αλλά συνέχεια Πάσχα, Κυρίου Πάσχα.
Ο Καλός μας ο Θεός την ζωή του ανθρώπου την έκανε πολύ γλυκιά, με την καλή της έννοια, την πνευματική, αλλά μερικοί από μας την κάνουμε κόλαση με τις κακομοιριές μας, που δεν πετάμε από πάνω μας το κοσμικό φρόνημα, για να τα αντιμετωπίσουμε τα πράγματα πνευματικά. Και τότε την κάνουμε την ζωή μας γλυκιά, με την κακή της έννοια, και δεν θέλουμε να πεθάνουμε ποτέ και όσο περνάνε τα χρόνια μας αυξάνει και το «αχ» της αγωνίας, και γεμίζει η ψυχή μας από άγχος.
Φθάνουμε δηλαδή πολλές φορές, μερικοί ταλαίπωροι άνθρωποι, σε τέτοιο σημείο που θέλουμε να κρατήσουμε την ψυχή μας μέσα στην εκατόχρονη εξαντλημένη μας σάρκα με ορό και να λέμε «είναι γλυκιά η ζωή» και να τρέμουμε μην πεθάνουμε ενώ για έναν πεθαμένο κοσμικά και αναστημένο πνευματικά δεν υπάρχει, καθόλου αγωνία, φόβος και άγχος ποτέ, διότι και τον θάνατο τον περιμένει με χαρά, επειδή θα πάει κοντά στον Χριστό και θα αγάλλεται, και για το ότι ζει πάλι χαίρεται, διότι ζη πάλι κοντά στον Χριστό και νιώθει ένα μέρος της χαράς του Παραδείσου επί της γης και διερωτάται εάν υπάρχει ανώτερη στον Παράδεισο από αυτήν που νιώθει στην γη.
Αυτή λοιπόν είναι η γλυκιά ζωή, με την πραγματική της και καλή της έννοια. Παρόλο που καταλαβαίνουν οι αληθινοί Μοναχοί ότι αυτό που απολαμβάνουν σ’ αυτήν την ζωή είναι μέρος της χαράς του Παραδείσου και ότι στον Παράδεισο θα είναι περισσότερη, εν τούτοις από πολλή αγάπη προς τον πλησίον τους θέλουν να ζήσουν επί της γης, για να βοηθούν τους ανθρώπους με την προσευχή, να επεμβαίνει ο Θεός, και να βοηθιέται ο κόσμος. Μακάριοι αυτοί οι Μοναχοί, και δι’ ευχών τους ας ελεήσει κι έμενα ο Θεός, τον ταλαίπωρο δυστυχώς ακόμη. Πολύ ήθελα να αξίωνε ο Καλός Θεός όλους τους Μοναχούς που ακολουθήσαμε την Αγγελική ζωή, να φθάσουμε στα μέτρα αυτών των Μοναχών και να λέμε συνέχεια μέρα-νύχτα: «Δόξα τω Θεώ, γιατί ζω, δόξα τω Θεώ, γιατί θα πεθάνω!».
Αυτή είναι η Αγγελική ζωή, την οποία αρχίζουν από την γη ακόμη να την ζουν οι Μοναχοί, ενδυόμενοι το ένα Αγγελικό Σχήμα (είτε νέος είναι είτε νέα), το οποίο Αγγελικό Σχήμα μετατρέπει τα δύο φύλα σε δύο Αγγελικά φτερά και ανεβάζει τις ψυχές πολύ ψηλά με την αγνή αγάπη, και δεν υπάρχει πια σαρκική διάκριση, ουκ ένι άρσεν ή θήλυ (Γαλ. 3, 28).
Αυτή λοιπόν την ζωή που ζούνε από εδώ οι Μοναχοί, θα ζήσουν και όλοι όσοι θα αξιωθούν τον Παράδεισο, διότι στον Παράδεισο δεν θα παντρεύωνται, αλλά θα είναι όπως οι άγγελοι· έτσι είπε ο Χριστός μας στους Σαδουκαίους (Βλέπε Ματθαίος 22, 30). Γι’ αυτό εμείς οι Μοναχοί θα πρέπει μέρα-νύχτα να ευχαριστούμε και να δοξολογούμε τον Θεό για την μεγάλη αυτή τιμή που μας έκανε, να μας καλέση στο Αγγελικό Του Τάγμα, και μας δίδονται όλες οι πνευματικές δυνατότητες, για να αγγελοποιηθούμε από την γη.

Έχε τα όλα αυτά υπόψη σου, αδελφέ μου αρχάριε, και προσπάθησε να πετύχης το ποθούμενο
· μια που ξεκίνησες καλά, πρόσεξέ τα όλα όσα ανέφερα, για να καταλήξης και καλά.
 
 
2. Μοναχισμός, επιδόματα και συντάξεις
(Πηγή: Γέροντος Παϊσίου «Λόγοι» τ. Β΄)
Εδώ ο Χριστός σταυρώθηκε, για να αναστηθούμε εμείς, και εμείς να αδιαφορούμε! Αν η Εκκλησία δεν μιλάει, για να μην έρθει σε ρήξη µε το κράτος, αν οι μητροπολίτες δεν μιλούν, για να τα έχουν καλά µε όλους, γιατί τους βοηθάνε στα ιδρύματα κ. λπ., οι Αγιορείτες πάλι αν δεν μιλούν, για να μην τους κόψουν τα επιδόματα, τότε ποιος θα μιλήσει; Είπα σε κάποιον ηγούμενο: «Αν σας πουν ότι θα σάς κόψουν τα επιδόματα, να πείτε: "Θα κόψουμε και εμείς την φιλοξενία", για να προβληματισθούν». Οι καθηγητές της Θεολογίας κ. λπ. δεν φωνάζουν, γιατί λένε: «Είμαστε υπάλληλοι· θα χάσουμε τον μισθό µας, και μετά πώς θα ζήσουμε;». Τα μοναστήρια εν τω μεταξύ τα έπιασαν µε τις συντάξεις. Γιατί εγώ δεν θέλω να πάρω ούτε αυτήν την ταπεινή σύνταξη του Ο. Γ. Α. ; Ακόµη και ασφαλισµένο σε µια ασφάλεια του Ο. Γ. Α. να τον έχουν τον μοναχό, και αυτό δεν είναι τίμιο. Να τον έχουν ασφαλισμένο ως άπορο, ναι· αυτό τον τιμά. Αλλά να Τον έχουν ασφαλισµένο στον Ο. Γ. Α. , γιατί; Ο µοναχός άφησε µεγάλες συντάξεις, έφυγε από τον κόσμο και ήρθε στο µοναστήρι, και να πάρει πάλι σύνταξη! Και να φθάνουµε για την σύνταξη να προδώσουµε τον Χριστό!
 
 ∆εν εννοείτε, Γέροντα, αν λ. χ. µια μοναχή δούλεψε ως δασκάλα μερικά χρόνια και δικαιούται κάποια σύνταξη;
 
 Καλά, αυτή τέλος πάντων. Τώρα όμως να σου πω, αν και αυτήν την σύνταξη την διάθεση κάπου, θα πάρει µία γερή σύνταξη από τον Χριστό. Βλέπω τι µας περιµένει, γι’ αυτό πονάω.
 
 
3. Το κοσμικό πνεύμα στον Μοναχισμό
(Πηγή: Γέροντος Παϊσίου Λόγοι τ. Α’, εκδόσεις «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος»)
Γέροντα, πολλοί μας λένε: “Ζήτε στον Παράδεισο”.

Να κάνετε ευχή να μην χάσετε τον άλλο Παράδεισο. Εγώ θα αναπαυόμουν να εντυπωσιάζονταν οι κοσμικοί από την πνευματική σας εξέλιξη, χωρίς να το καταλαβαίνατε εσείς -εξ αιτίας της πνευματικής σας εξελίξεως- και χωρίς να το επιδιώκατε εσείς, αλλά να γινότανε μόνο του αυτό, εσωτερικά και φυσιολογικά. Προσπαθήστε να μη χάνεσθε με χαμένα πράγματα, για να μη χάσετε τον Χριστό. Όσο μπορείτε, προσπαθήστε να αποκτάτε συνείδηση μοναχική. Ζήστε πνευματικά σαν μοναχές, μην ξεχνάτε τον Χριστό, για να σας θυμάται και Εκείνος. Σκοπό δεν έχω να σας στενοχωρώ, αλλά να σας βοηθώ, να σας στηρίζω. Προσπαθήστε να διακρίνετε το κοσμικό πνεύμα που, όταν μπαίνη στο Μοναχισμό, στενοχωρεί τον ίδιο τον Χριστό, και να το αποβάλλετε σαν ξένο πνεύμα.

Δυστυχώς το κοσμικό πνεύμα από τον κόσμο έχει μπη και σε πολλά Μοναστήρια, γιατί μερικοί Πατέρες της εποχής μας διοχετεύουν τον Μοναχισμό από το κοσμικό κανάλι και δεν οδηγούνται οι ψυχές στο πατερικό πνεύμα της Χάριτος. Βλέπω ένα πνεύμα που επικρατεί σήμερα στα Μοναστήρια αντίπατερικό,
να μη δέχωνται το καλό, το πατερικό, να μη ζουν δηλαδή πατερικά και να ισοπεδώνουν τα πνευματικά υψώματα εν ονόματι της υπακοής, της κοπής του θελήματος, και να κάνουν τα κοσμικά τους ανάλογα θελήματα. Έτσι δεν κάνουν προκοπή, γιατί έχουν κοινοβιασμένο και τον πειρασμό, το κοσμικό πνεύμα. Τις εντολές του Θεού δεν έχουμε δικαίωμα να τις ερμηνεύουμε όπως μας συμφέρει, ούτε και τον Μοναχισμό έχουμε δικαίωμα να τον παρουσιάζουμε όπως θέλουμε. Άλλο είναι το να αναγνωρίζουμε τις αδυναμίες μας και να ζητούμε ταπεινά το έλεος του Θεού. Το μεγαλύτερο κακό για μένα είναι το ότι μερικοί θεωρούν πρόοδο το κοσμικό αυτό πνεύμα. Ενώ θα έπρεπε να το αισθανθούν ως πτώση και να το εμέσουν, για να καθαρισθούν πνευματικά και να έρθη αμέσως το Άγιο Πνεύμα. Το Άγιο Πνεύμα είναι που αγιάζει, πληροφορεί και στηρίζει τις ψυχές.

Είναι και μερικοί που λένε: “Πρέπει να παρουσιάσουμε τον πολιτισμό μας”. Ποιόν πολιτισμό να παρουσιάσουμε; τον κοσμικό πολιτισμό; Εμείς κανονικά, σαν μοναχοί, πρέπει να παρουσιάσουμε τον πνευματικό πολιτισμό μας, την πνευματική εξέλιξη. Που είναι η πνευματική εξέλιξη; Να μην πάμε να ξεπεράσουμε τους κοσμικούς στην κοσμική εξέλιξη. Τους κοσμικούς τους βασανίζει αυτή η εξέλιξη η κοσμική, πόσο μάλλον τον μοναχό! Εμείς έπρεπε να τρέχουμε τόσο πολύ πνευματικά, για να κάνουν κάτι και οι κοσμικοί. Αν κάνουμε εμείς ό,τι κάνει ένας πολύ πνευματικός λαϊκός, και αυτό πάλι δεν τους βοηθάει, γιατί αυτοί έχουν παράδειγμα έναν λαϊκό πολύ πνευματικό. Πρέπει να τους ξεπεράσουμε εμείς. Ο
μοναχός δεν πρέπει να έχει σαν σκοπό να παρουσιάση μια εξέλιξη κοσμική. Αυτό είναι βρισιά για τον Μοναχισμό. Ο μοναχός που σκέφτεται κοσμικά, φαίνεται ότι λάθεψε τον δρόμο του, ενώ ξεκίνησε για τον Χριστό, η ψυχή του πάει στον κόσμο. Με την κοσμική εξέλιξη, η οποία θεωρείται πρόοδος, οδηγείται σε αποσύνθεση πνευματική ο Μοναχισμός.

Πόσα πράγματα χάνονται και στον Μοναχισμό, όπως στον κόσμο χάνονται η τιμή, ο σεβασμός, και τα λένε κατεστημένα! γι’ αυτό πονάω και πάω να σκάσω. Μου έρχεται να πάρω τα βουνά. Ένας που δεν έχει ζήσει κάτι το ανώτερο, δεν στενοχωριέται και τόσο πολύ για την πνευματική ζωή που ζει με τον δικό του τρόπο. Για τον άλλον όμως που αναγκάζεται να ζη με αυτόν τον τρόπο, ξέρετε τι βάσανο είναι; Αν με αξίωνε ο Χριστός να ζούσα όπως ήθελα μοναχικά και να πέθαινα παλληκαρίσια, θα το θεωρούσα σαν να πέθαινα στην πρώτη γραμμή. Αξίζει τώρα να πεθάνη κανείς, να δώση μια ομολογία, να κάνη μια θυσία, μόνο για να μη βρίζονται οι Άγιοι Πατέρες.

Δεν σκεφτόμαστε λίγο τους Οσίους Πατέρες, τους οποίους διαβάζουμε συνέχεια, που ζούσαν και πως ζούσαν; Ο Κύριος είπε: “Αι αλώπεκες φωλεούς έχουσιν, ο δε Υιός του ανθρώπου ουκ έχει που την κεφαλήν κλίνη” (7). Φοβερό! Και βλέπεις πως προσπαθούσαν να μιμηθούν τον Χριστό μέσα στις σπηλιές! Ένιωθαν την χαρά του Χριστού, γιατί μιμούνταν τον Χριστό σε όλα. Όλο το ενδιαφέρον τους ήταν εκεί.
Οι Άγιοι Πατέρες έκαναν την έρημο πνευματική πολιτεία και σήμερα την κάνουμε κοσμική πολιτεία. Η Εκκλησία του Χριστού φεύγει στην έρημο να σωθεί, και εμείς την έρημο την κάνουμε κοσμική πολιτεία, για να σκανδαλισθούν οι άνθρωποι και να μη βοηθηθούν, και μετά να μην έχουν από που να πιασθούν. Αυτόν τον μεγάλο κίνδυνο βλέπω αυτά τα δύσκολα χρόνια που περνούμε. Ενώ πρέπει για έναν λόγο παραπάνω σήμερα να ζούμε πιο μοναχικά, για να έχουμε θεϊκές δυνάμεις, δυστυχώς αλλοιωνόμαστε από το κοσμικό πνεύμα και αποδυναμωνόμαστε. Δηλαδή διώχνουμε το πνεύμα μας, και μένει το πτώμα μας.

Σήμερα υπάρχουν μοναχοί που ζουν εξωτερικά τον Μοναχισμό. Δεν καπνίζουν, ζουν αγνά, διαβάζουν Φιλοκαλία, μιλούν όλο από τους Πατέρες. Όπως δηλαδή στον κόσμο, όσοι δεν έλεγαν ψέματα, έκαναν τον σταυρό τους, πήγαιναν στην Εκκλησία και, όταν μεγάλωσαν, πρόσεχαν λίγο το θέμα της ηθικής, νόμιζαν ότι αυτό ήταν όλο, έτσι γίνεται και σε μερικά Μοναστήρια και οι λαϊκοί έλκονται. Αλλά, όταν τους γνωρίσουν, βλέπουν ότι δεν διαφέρουν από τους κοσμικούς, γιατί διατηρούν όλο το κοσμικό πνεύμα. Αν κάπνιζαν, διάβαζαν εφημερίδες, μιλούσαν για πολιτικά, θα τους απέφευγαν σαν κοσμικούς και δεν θα βλαπτόταν ο Μοναχισμός.

Όταν ο μοναχός αποδυναμώνεται πνευματικά, με τι θα συγκινήση τον κοσμικό; Το οινόπνευμα, αν το αφήσουμε ανοιχτό το μπουκάλι, χάνει όλη την σπιρτάδα. Ούτε τα μικρόβια σκοτώνει ούτε φλόγα μπορεί να βγάλει, αν το ανάψεις. Και αν το βάλεις στο καμινέτο, θα χαλάσει και το φιτίλι. Έτσι και ο μοναχός, αν δεν προσέξη, διώχνει την θεία Χάρη και μετά έχει μόνο το σχήμα. Είναι σαν το οινόπνευμα που έχασε την σπιρτάδα του. Δεν μπορεί να καυτήριάσει τον διάβολο. “Φως μοναχοίς άγγελοι, φως κοσμικοίς μοναχοί” (8)! Ούτε φως είναι μετά. Το κοσμικό φρόνημα ξέρετε πόσο καταστρέφει; Αν φύγει αυτό το πνευματικό από τον Μοναχισμό, δεν μένει τίποτε. Γιατί “αν το άλας μωρανθή” (9), δεν κάνει ούτε για κοπριά. Ενώ τα σκουπίδια γίνονται κοπριά, το αλάτι δεν γίνεται κοπριά. Αν το βάλεις στο φυτό, θα το κάψει. Σήμερα είναι μια εποχή που πρέπει να λάμπη ο Μοναχισμός. Σ’ αυτήν την σαπίλα είναι που χρειάζεται το “αλάτι”. Αν τα Μοναστήρια δεν έχουν κοσμικό φρόνημα και έχουν πνευματική κατάσταση, αυτό θα είναι η μεγαλύτερη προσφορά τους στην κοινωνία. Δεν θα χρειάζεται ούτε να μιλούν ούτε να κάνουν τίποτε άλλο, γιατί θα μιλούν με την ζωή τους. Από αυτό έχει ανάγκη σήμερα ο κόσμος.

Είδατε και οι Καθολικοί που έφθασαν; Θυμάμαι πριν από χρόνια, όταν ήμουν στην Μονή Στομίου, στην Κόνιτσα, μου έφερε κάποιος ένα απόκομμα από μια εφημερίδα που έγραφε: “Τριακόσιες καλογριές διαμαρτυρήθηκαν, γιατί να μην παρακολουθήσουν ένα κινηματογραφικό έργο, γιατί τα φορέματά τους να είναι μέχρι κάτω και όχι μέχρι το γόνατο”. Τόσο αγανάκτησα, όταν το διάβασα, που είπα: “Μα, γιατί να γίνετε καλόγριες τέλος πάντων;” Και τελικά έγραφε ότι τα πέταξαν τα ράσα. Αν και έτσι που σκέφτονταν, πεταμένα τα είχαν και από πριν. Μια φορά πάλι είδα μια καθολική καλόγρια που δεν διέφερε καθόλου από μια κοσμικιά. Έκανε δήθεν έργο ιεραποστολικό και ήταν τελείως… , όπως μερικές πολύ κοσμικές κοπέλες. Να μην επιτρέψουμε να μπει και σ' εμάς αυτό το πνεύμα το ευρωπαϊκό, να μη φθάσουμε και εμείς εκεί.

 Γέροντα, μου φαίνεται δύσκολο να πετάξω το κοσμικό φρόνημα.

Δεν είναι δύσκολο, εγρήγορση χρειάζεται. Να σκέφτεσαι συνέχεια αυτό που έλεγε ο Μέγας Αρσένιος: “Δι’ ό εξήλθες;… ” (10) Εμείς ξεχνούμε γιατί ήρθαμε στο Μοναστήρι. Λίγο-πολύ όλοι καλά ξεκινάνε, αλλά καλά δεν καταλήγουν, επειδή ξεχνούν γιατί πήγαν στο Μοναστήρι.

 Είπατε, Γέροντα, ότι το κοσμικό πνεύμα μπαίνει στον Μοναχισμό και χάνεται η πνευματική αντιμετώπιση. Θα διασωθή το σωστό πνεύμα του Μοναχισμού;

 Μια μπόρα είναι, δεν θα αφήσει ο Θεός.

 Γέροντα, μου πέρασε ο λογισμός: “Υπάρχουν ακόμη συνοδείες που πορεύονται πνευματικά;”

Αυτό έλειπε ακόμα, να μην υπάρχουν. Τότε θα μας πήγαινε η Παναγία συνοδεία στην φυλακή… Υπάρχουν μοναχοί που ζουν πολύ πνευματικά, αθόρυβα. Υπάρχουν ψυχές σε κάθε Μοναστήρι, σε κάθε Μητρόπολη κ. λπ. Οι μεμονωμένες ψυχές, αυτές είναι που συγκινούν τον Θεό και μας ανέχεται.
 
 
4. Ο μοναχός και τα σύγχρονα μέσα
(Πηγή: Γέροντος Παϊσίου Λόγοι τ. Α’, εκδόσεις «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος»)
Γέροντα, πώς πρέπει να χρησιμοποιεί ο μοναχός τα σύγχρονα μέσα;

Να κοιτάξει να έχη πάντα λίγο κατώτερο από αυτό που χρησιμοποιεί ο κόσμος. Εμένα με αναπαύει να χρησιμοποιώ τα ξύλα για ζέστη, για μαγείρεμα και για εργόχειρο. Όταν όμως έτσι που πάνε με το εμπόριο των δασών μας εξαφανίσουν τα ξύλα και θα είναι δυσεύρετα, τότε θα χρησιμοποιήσω το κατώτερο που θα χρησιμοποιεί ο κόσμος, σόμπα πετρελαίου ή δεν ξέρω τι άλλο θα είναι φθηνό και ταπεινό για θέρμανση, γκαζιέρα για το εργόχειρο κ. λπ.

Πώς μπορεί να διακρίνει κανείς μέχρι ποιο σημείο είναι κάτι απαραίτητο σ' ένα Κοινόβιο;

Αν σκέφτεται κανείς μοναχικά, μπορεί να το βρει. Αν δεν σκέφτεται μοναχικά, όλα απαραίτητα είναι και μετά γίνεται κοσμικός και χειρότερος από κοσμικός. Σαν μοναχοί θα πρέπει να ζήσουμε τουλάχιστον λίγο κατώτερα απ' ότι στον κόσμο ή τουλάχιστον όπως ζούσαμε στον κόσμο. Όχι να έχω καλύτερα πράγματα από αυτά που είχα στο σπίτι μου. Το Μοναστήρι κανονικά πρέπει να είναι πιο φτωχό από το σπίτι μου. Αυτό βοηθάει εσωτερικά τον μοναχό και βοηθάει και τον κόσμο. Τα έχει κανονίσει έτσι ο Θεός, να μη βρίσκουν ανάπαυση σ' αυτά τα πράγματα οι άνθρωποι. Αν τους λαϊκούς τους βασανίζει αυτή η εξέλιξη η κοσμική, πόσο μάλλον τον μοναχό! Αν βρισκόμουν σ' ένα πλούσιο σπίτι και μου έλεγε ο νοικοκύρης, “πού θέλεις να σε φιλοξενήσω, για να ευχαριστηθείς, στο σαλόνι με τα επίσημα έπιπλα ή σ' έναν στάβλο που έχω με κανα-δυο κατσίκες;” ειλικρινά σας λέω, εκεί στον στάβλο με τα κατσίκια θα ένιωθα μεγαλύτερη ανάπαυση. Γιατί, όταν ξεκίνησα για καλόγερος, δεν έφυγα από τον κόσμο, για να βρω καλύτερο σπίτι, να βρω παλάτι. Ξεκίνησα για κάτι χειρότερο από αυτό που είχα. Αλλιώς δεν κάνω τίποτε για τον Χριστό. Αλλά η σημερινή λογική είναι αυτή: “Καλά, θα μου πουν, αν μείνεις σε ένα παλάτι, σε τι θα βλάψει την ψυχή σου; Εκεί στον στάβλο θα μυρίζει άσχημα, ενώ στο παλάτι θα έχει και μια ευωδία, θα μπορείς να κάνης και καμιά μετάνοια”. Πρέπει να υπάρχει αισθητήριο πνευματικό. Βλέπεις, στην πυξίδα έχει και το ένα βέλος μαγνήτη και το άλλο μαγνήτη και γυρίζει. Ο Χριστός έχει μαγνήτη, αλλά πρέπει κι εμείς να πάρουμε λίγο μαγνήτη, για να γυρίζουμε προς τον Χριστό.

Παλιά τι δυσκολίες υπήρχαν στα Κοινόβια! Θυμάμαι, στην κουζίνα είχαν ένα καζάνι μεγάλο και είχαν την μανέλλα, για να το σηκώνουν. Με τα ξύλα άναβαν φωτιά, για να μαγειρέψουν. Πότε δυνατή φωτιά, πότε σιγανή, κολλούσαν τα φαγητά. Όταν κολλούσαν τα ψάρια, είχαν μια ατσαλόσκουπα, για να τα ξεκολλούν. Άντε να μαζεύουμε μετά την στάχτη από την φωτιά, να την βάζουμε σ' ένα πιθάρι που είχε μια τρύπα από κάτω, να ρίχνουμε νερό να κατασταλάξει η αλισίβα, για να πλύνουμε τα πιάτα. Τα χέρια γίνονταν χάλια. Και το νερό το ανεβάζαμε με το μαγγάνι στο αρχονταρίκι. Μερικά πράγματα που γίνονται σήμερα στα Μοναστήρια, δεν δικαιολογούνται. Είδα σ' ένα Μοναστήρι να κόβουν το ψωμί με μηχανή. Δεν ταιριάζει! Να είναι ένας άρρωστος η φιλάσθενος, που δεν μπορεί να κόψη το ψωμί με το μαχαίρι, και είναι ανάγκη να το κόψη, γιατί δεν υπάρχει άλλος, τότε εκείνος, τέλος πάντων, δικαιολογείται. Αλλά να βλέπεις τώρα έναν γεροδεμένο να κόβη το ψωμί με την ρόδα! Αυτός μπορεί να δουλέψει κομπρεσέρ και παίρνει την ρόδα, για να κόψη το ψωμί, και το θεωρεί κατόρθωμα!

Κοιτάξτε στα πνευματικά να προπορεύεσθε. Μη χαίρεσθε μ' αυτά τα πράγματα, μηχανές, ευκολίες κ. λπ. Αν φύγη από τον Μοναχισμό το πνεύμα της ασκήσεως, δεν έχει νόημα μετά η μοναχική ζωή. Αν βάζουμε την ευκολία πάνω από την καλογερική, δεν θα κάνουμε προκοπή. Ο μοναχός αποφεύγει τις ευκολίες, γιατί δεν τον βοηθάνε πνευματικά. Στην κοσμική ζωή δυσκολεύονται οι άνθρωποι από τις ευκολίες τις πολλές. Στον μοναχό, ακόμη και αν έβρισκε σ' αυτά ανάπαυση, δεν ταιριάζει η ευκολία. Να μη ζητούμε ανέσεις. Την εποχή που έζησε ο Μέγας Αρσένιος δεν υπήρχαν ούτε λουξ ούτε τίποτε άλλο, υπήρχαν επίσημοι φανοί στα ανάκτορα με λάδι πολύ λεπτό. Δεν μπορούσε να φέρη έναν τέτοιο φανό στην έρημο; Αλλά δεν το έκανε. Είχε ένα φιτίλι ή βαμβάκι και λάδι απ' αυτά τα σπορέλαια, ό,τι είχαν τότε, και αυτό χρησιμοποιούσε.

Στο διακόνημα πολλές φορές δικαιολογούμε τον εαυτό μας να έχουμε μηχανές ή διάφορες άλλες ευκολίες, για να γίνη γρήγορα η δουλειά και να αξιοποιηθή δήθεν ο χρόνος μας στα πνευματικά, και τελικά ζούμε πολυμέριμνη ζωή, με άγχος, σαν κοσμικοί και όχι σαν καλόγεροι. Όταν πήγαν σ' ένα Μοναστήρι μερικοί νέοι μοναχοί, το πρώτο πράγμα που έκαναν, ήταν να πάρουν ταχυβραστήρες, για να έχουν χρόνο να κάνουν πνευματικά, και μετά κάθονταν με τις ώρες και κουβέντιαζαν. Δεν είναι δηλαδή ότι τις ευκολίες θα τις χρησιμοποιήσουν, για να κερδίσουν χρόνο και να τον αξιοποιήσουν στα πνευματικά. Σήμερα με τις ευκολίες κερδίζουν χρόνο, και χρόνο για προσευχή δεν έχουν.

Γέροντα, άκουσα να λένε ότι και ο άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης ήταν προοδευτικός!

Ναι, ήταν προοδευτικός! Τέτοιου είδους προοδευτικότητα είχε σαν την σημερινή! [*] Ας διαβάσουν τον βίο του Αγίου Αθανασίου. Αχ, είχαν φθάσει τους οκτακόσιους, τους χίλιους οι μοναχοί, και πόσος κόσμος πήγαινε για βοήθεια! Πόσοι φτωχοί, νηστικοί πήγαιναν να φάνε ψωμί, να φιλοξενηθούν στην Λαύρα! Για να τα βγάλη πέρα ο άγιος είχε πάρει δυο βόδια για τον μύλο ας πάρουν και αυτοί σήμερα βόδια! Αναγκάσθηκε να κάνη φούρνο, σύγχρονο για την εποχή του, για να δίνη ψωμί στους ανθρώπους. Οι βυζαντινοί αυτοκράτορες τα Μοναστήρια τα είχαν προικίσει με περιουσίες, γιατί ήταν σαν Φιλανθρωπικά Ιδρύματα. Τα Μοναστήρια τα έφτιαχναν, για να βοηθιέται πνευματικά και υλικά ο κόσμος. Γι’ αυτό έδιναν δωρεές οι αυτοκράτορες.

Πρέπει να καταλάβουμε ότι όλα θα χαθούν και θα παρουσιασθούμε μπροστά στον Θεό χρεωμένοι,
εμείς κανονικά οι μοναχοί έπρεπε να έχουμε όχι αυτά που πετάνε οι σημερινοί άνθρωποι, αλλά εκείνα τα άχρηστα που πετούσαν την παλιά εποχή οι πλούσιοι στους λάκκους.

* Σημ. ΟΟΔΕ: εδώ ο Γέροντας μιλάει ειρωνικά…
 
 
5. Ο σκοπός των Μονών είναι Πνευματικός
(Πηγή: Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου «Λόγοι» τόμος Β΄)
Ο μοναχός ενδιαφέρεται για την σωτηρία την δική του και για την σωτηρία όλων των ζώντων και όλων των κεκοιμημένων. Για τον μοναχό η πραγματική, η θεϊκή αγάπη βρίσκεται μέσα στον πόνο για την σωτηρία της ψυχής του και στον πόνο για την σωτηρία όλου του κόσμου. Η αφιερωμένη ψυχή του μονάχου συντελεί να σωθούν όχι μόνον οι οικείοι του, άλλα ακόμη και οι συγχωριανοί του. Γι’ αυτό υπήρχε μία καλή παράδοση στην Μικρά Ασία, να υπάρχει έστω και ένας μοναχός από κάθε συγγένεια, για να πρεσβεύει για όλους. Στα Φάρασα, όταν γινόταν κανείς μοναχός, πανηγύριζε όλο το χωριό, «θα βοηθήσει, έλεγαν, και το χωριό ακόμη».
Ο μοναχός βέβαια δεν λέει ποτέ «να σώσω τον κόσμο», αλλά προσεύχεται για την σωτηρία όλου του κόσμου, παράλληλα με την δική του. Και όταν ο Καλός Θεός ακούση την προσευχή του και βοηθήση τον κόσμο, πάλι ο μοναχός δεν λέει «εγώ έσωσα τον κόσμο», αλλά «ο Θεός έσωσε τον κόσμο». Ο μοναχός πρέπει να φθάσει σε τέτοια κατάσταση που να πη: «Θεέ μου, μη με κοιτάς, μη με ελεής εμένα, αλλά τον κόσμο». Όχι γιατί δεν έχει ανάγκη ο ίδιος του ελέους του Θεού, αλλά γιατί έχει πολλή αγάπη για τον κόσμο.
   Γέροντα, μέχρι ποιο σημείο πρέπει ένας μοναχός να αφήνει τον εαυτό του, για να βοηθήσει τον κόσμο;
Μέχρι εκεί που βλέπει ότι βοηθιούνται οι άνθρωποι. Αν αφήσω τον εαυτό μου τελείως στα χέρια των κοσμικών, θα γίνω και εγώ κοσμικός. Όταν ένας μοναχός, δήθεν για να βοηθήση τους κοσμικούς, κάνη πράγματα που δεν ταιριάζουν στον Μοναχισμό, τότε δεν βοηθιούνται οι κοσμικοί. Ένας καλόγερος μπορεί π. χ. Να κάνη άριστα τον ταξιτζή. Δεν θα παίρνει χρήματα, θα λέει και πνευματικά στον κόσμο, άλλα αυτό δεν είναι μοναχικό. Βρίσκεις μερικές φορές μοναχούς να έχουν κοσμικό πνεύμα και κοσμικούς να έχουν μοναχικό πνεύμα. Γι’ αυτό ο Χριστός στην άλλη ζωή θα πει: «Βγάλε το σχήμα εσύ και παρ’ το εσύ… ». Ο κοσμικός, όταν επιθυμήσει την ζωή του μονάχου, αγιάζεται· ενώ ο μοναχός, όταν επιθυμήσει την κοσμική ζωή, κολάζεται.
Καταλαβαίνει κανείς αν δεν έχει σωστή τοποθέτηση; Και να μην καταλαβαίνει, αν είναι κάτι λανθασμένο, δεν θα έχει την πλήρη ειρήνη, την ανάπαυση μέσα του. Σε ό,τι δεν ταιριάζει στον Μοναχισμό, δεν θα βρη ανάπαυση και η ψυχή του. Και από την στιγμή που δεν νιώθει ανάπαυση η ψυχή του, πρέπει να ψάξει να βρει τι φταίει.
Πήγε ένας γνωστός μου σε ένα μοναστήρι και μετά μου είπε: «Εκεί βιοτεχνία είναι· η δε ηγουμένη καλή είναι, για να πάη στο Μοναστηράκι, στην Αθήνα, και να πουλάη κουμπιά· γι’ αυτήν την δουλειά είναι ό,τι πρέπει!». Δηλαδή το μοναστήρι είναι βιοτεχνία· μετά γίνεται μονάδα, μετά σούπερ-μάρκετ και μετά Μάκρο! Οι καημένοι οι κοσμικοί θέλουν από εμάς τους μοναχούς κάτι το ανώτερο και, για να πετύχουμε το ανώτερο, πρέπει να αποφύγουμε κάθε ανθρώπινη παρηγοριά.
Ο σκοπός των μονών είναι πνευματικός και δεν πρέπει να υπάρχει το κοσμικό στοιχείο αλλά το ουράνιο, για να πλημμυρίζουν οι ψυχές από παραδεισένιες γλυκύτητες. Στα κοσμικά δεν μπορούμε να συναγωνισθούμε τους κοσμικούς, διότι, όσο να ‘ναι, οι κοσμικοί έχουν περισσότερα μέσα. Ένα μοναστήρι, όταν ζη πνευματικά, ξέρετε πώς προβληματίζει τον κόσμο; Όταν υπάρχn ευλάβεια, φόβος Θεού, και δεν υπάρχη ούτε κοσμική λογική ούτε εμπορικό πνεύμα, αυτό είναι που συγκινεί τους λαϊκούς. Αλλά δυστυχώς το εμπορικό πνεύμα μπαίνει σιγά – σιγά στο μεδούλι του Μοναχισμού. Είχε έρθει ένας καλόγερος στο Καλύβι και έπλεκα κομποσχοίνι. «Εσύ, μου λέει, τα κομποσχοίνια τα δίνεις ευλογία. Εγώ αυτό το τριαντατριάρι κομποσχοίνι μπορώ να το πουλήσω και πεντακόσιες δραχμές. Και δεν το φτιάχνω όπως εσύ. Εγώ μόλις τελειώσω τους κόμπους, το κόβω και το ράβω λίγο, για να μη χάσω το νήμα. Χρησιμοποιώ και την κλωστή που κόβω από τον σταυρό, την ενώνω, δεν βάζω και χάνδρες και κερδίζω πιο πολλά». «Βρε, δεν ντρέπεσαι, του λέω. Δεν καταλαβαίνεις ότι έχεις εμπορικό πνεύμα; από το 1950 είμαι καλόγερος και πρώτη φορά είδα τέτοια αντιμετώπιση!».
Γέροντα, λίγοι άνθρωποι υπάρχουν που είναι ώριμοι πνευματικά, για να μπορούν να βοηθήσουν τον κόσμο!
Ναι, δυστυχώς λίγοι υπάρχουν! Τι να κάνη και ο κόσμος μετά; Ξέρεις πόσο παρακαλώ να παρουσίαση ο Θεός ανθρώπους σωστούς, που να μπορούν να βοηθούν τον κόσμο; Οι καημένοι οι άνθρωποι αρκεί λίγο να τους πονάς και να μην τους εκμεταλλεύεσαι· τίποτε άλλο δεν θέλουν. Στον κόσμο βρίσκονται σε συνεχή πόλεμο και νιώθουν ανασφάλεια. Όταν πηγαίνουν σε ένα μοναστήρι που ζη σωστά, βοηθιούνται, γιατί νιώθουν ασφάλεια και αυτό τους δίνει κουράγιο, για να συνεχίσουν τον αγώνα τους.
Αυτά τα δύσκολα χρόνια οι άνθρωποι δεν έχουν τόσο ανάγκη από υλική τροφή, όσο από πνευματική. Δεν έχει ανάγκη δηλαδή ο κόσμος από ψωμί αν και αυτό δυστυχώς σε λίγο δεν θα υπάρχει δυνατότητα να το προσφέρουν αλλά από πνευματική βοήθεια. Να κοιτάξουμε να βοηθήσουμε με την προσευχή όλο τον κόσμο. Να βοηθήσουμε μια οικογένεια λ. χ. να μη διαλυθεί, μια μάνα να μεγαλώσει σωστά τα καημένα τα παιδιά της. Να συγκρατήσουμε λίγο αυτούς που έχουν ευλάβεια.
 
6. Η εκκοσμίκευση στο Άγ. Όρος και η παιδαγωγική “τιμωρία” της Θεοτόκου
(πηγή: “Ο Πατήρ Παϊσιος μου είπε“, Αθανάσιου Ρακοβαλή)
Μετά τη μεγάλη φωτιά του καλοκαιριού στο άγιον Όρος, είχα πάει να δω το γέροντα. Ήταν «θυμωμένος» και φώναζε.
«Σκαμπίλι από την Παναγία ήταν. Άρχισε την πρώτη μέρα της νηστείας και τελείωσε την τελευταία (με το παλιό εορτολόγιο που γιορτάζει το Όρος). Λέγανε ότι θα σβήσει πιο μπροστά, γιατί δε φυσούσε και όμως έσβησε την τελευταία μέρα κι ας είχε αέρα. Λες και την οδηγούσε ένα χέρι, πήγαινε γύρω - γύρω από ‘κει που δεν την περιμένανε και παρέκαμπτε τις ζώνες ασφαλείας.
Κάηκαν τα δάση! Κάηκε το κοσμικό φρόνημα;
— ένα μοναστήρι ζητούσε ενίσχυση.
— Αυτοί πάλι δεν κατάλαβαν τίποτα πνευματικό. Μια κοσμική εξυπνάδα έχουν. (Θύμωσε). Γίνονται αιτία να βλασφημείται το όνομα του Θεού. Παντού έβρεχε, σ’ όλη την Ελλάδα!! Μόνο στο άγιον Όρος δεν έβρεχε!! Για να λέει ο κόσμος που είναι η Παναγία τους; Γιατί δεν τους βοηθάει; Που να γνωρίζει ο κόσμος ότι αυτό είναι χαστούκι της Παναγίας; Είναι μερικοί άνθρωποι που συμφωνούν με την οργή του Θεού και δεν κάνουν ούτε ένα κομποσχοίνι για τη φωτιά (εννοούσε τον εαυτό του).
Γέροντα, φοβάμαι, πώς τα λέτε έτσι!
Τι, θα μου κάνουν πόλεμο και οι καλόγεροι;
Ναι, γέροντα!
Εμ, ας μου κάνουν… Εγώ από αγάπη τα λέω. Ξέρεις τι είπε ο π. Ηρωδίωνας, όταν του είπαν να κάνει προσευχή για τη φωτιά;
— Τι είπε;
— Όχι προσευχή για τη φωτιά. Πολύ πράσινο, πολύ καλαμπαλίκι οι καλόγεροι. Λίγο πράσινο, όχι καλαμπαλίκι (= αργολογία).
Αυτοί τόχουν σχέδιο να κάνουν δρόμους, νάρχονται τουρίστες, θα κουράζονται οι καλόγεροι απ’ τη φιλοξενία, μετά θα πουν «Να σας κάνουμε κανένα ξενοδοχείο, για να μην κουράζεστε και σεις». «Ναι, θα πουν, σωστά». Μετά θα δώσουν χρήμα για συντήρηση των ναών. Μετά θα πουν «Κοίτα δεν κάνει να καις κεριά και λιβάνι· τόσα χρήματα δώσαμε για συντήρηση. Διάλεξε που θες στην περιοχή του μοναστηριού να σας κτίσουμε μια Εκκλησία». Μετά θα βάλουν κανένα φύλακα με γένια και ράσα νάχει τη γυναίκα του στην Ουρανούπολη… θα μας κάνουν Μουσείο…
Δε λέω ότι θα το επιτρέψει αυτό η Παναγία, αλλά αυτό είναι το σχέδιό τους. Και είναι και μερικοί που το θέλουν κιόλας… καλόγεροι, ακούς!… τον τελευταίο λόγο τον έχει η Παναγία. Αν δε συνέλθουν, θα φάνε κι άλλο χαστούκι.

7. Παράρτημα: Ανακοίνωση της Ι. Μονής Κουτλουμουσίου Αγίου Όρους
H Ιερά Μονή μας, ανταποκρινομένη στο επίμονο αίτημα πολλών προσκυνητών και αναλογιζόμενη την πονηρία των καιρών, λύει προς στιγμήν τη σιωπή της και προβαίνει στις ακόλουθες γενικές εκτιμήσεις, με αφορμή τον σκανδαλισμό Που για πολύ καιρό ταλανίζει τις συνειδήσεις του κόσμου εξαιτίας του θορύβου Που δημιουργήθηκε στα ΜΜΕ για δραστηριότητες μοναχών Αγιορείτικου καθιδρύματος. Σήμερα που η καπηλεία θεσμών, αρχών και αξιών αποτελεί προϋπόθεση κοινωνικής ανόδου και καταξίωσης, με θλίψη συνειδητοποιούμε ότι πρέπει να μιλάμε για όσα κάποτε ήταν αυτονόητα.

1. Μοναχισμός είναι αποταγή του κόσμου και των πραγμάτων του κόσμου, γι’ αυτό και μία από τις μοναστικές υποσχέσεις είναι η ακτημοσύνη. Όπου και να βρίσκεται ο μοναχός, οφείλει να καλλιεργεί μέσα του τη συνείδηση ότι δεν κατέχει τίποτε, ότι δεν κατέχεται από τίποτε, και ότι κάθε ατομική ιδιοκτησία αποτελεί σοβαρό παράπτωμα. Κοινοβιάτης μοναχός και ατομικός τραπεζικός λογαριασμός προς ιδίαν χρήση αποτελεί αντίφαση στους όρους και στην ουσία.

2. Μοναστήρι είναι ένα μικρό ή μεγάλο ίδρυμα, που φιλοξενεί ισοβίως ακτήμονες μοναχούς και συνάμα προσκυνητές. Σ’ αυτούς προσφέρει στέγη, τροφή, ένδυμα, σκεπάσματα, περίθαλψη. Έτσι, είναι ταυτόχρονα μία οργανωμένη, αυτόνομη παραγωγική και οικονομική μονάδα, της οποίας αντικειμενικός στόχος δεν είναι βέβαια η μεγιστοποίηση ενός οικονομικού αγαθού, αλλά η τελειοποίηση των μελών της στην παραγωγικότητα και προσφορά της αγάπης. Η οικονομική βάση της εξασφαλίζει τη συνέχεια στον χρόνο, όπως άλλωστε και η Πρώτη Αποστολική κοινότητα των Ιεροσολύμων συντηρείτο από ένα κοινό ταμείο. Ατομικά ο μοναχός μπορεί να παραμείνει μοναχός και να διανύσει τον παρόντα βίο οπουδήποτε, στα βουνά, στις πόλεις, ως επαίτης ή φιλοξενούμενος ή σπηλαιώτης. Το μοναστήρι, όμως, χωρίς σταθερή οικονομική βάση και αυτοδυναμία καταδικάζεται σε θάνατο, αφού κάποια στιγμή θα πάψει να συντηρεί μοναχούς, θα μεταβληθεί σε μουσείο, αλλά και μέχρι τότε θα είναι εκτεθειμένο σε εξαρτήσεις. Το γνώριζαν καλά τούτο οι αυτοκράτορες, γι’ αυτό και προίκισαν τα μοναστήρια με γη, κειμήλια και χρυσόβουλα επικυρωτικά γράμματα. Είναι λάθος να θέλουμε να επιβάλουμε σε ένα μοναστήρι την πτωχεία, που αποτελεί προσωπική αρετή του καθενός μοναχού. Η Μονή μας έχει μέχρι και σήμερα πικρή την πείρα της ανέχειας, στην οποία οδήγησαν ληστρικές ενέργειες σε βάρος της, ανέχεια που έθεσε σε κίνδυνο την λειτουργία και συνέχειά της.

3. Η συντήρηση και αξιοποίηση της περιουσίας μίας μονής είναι ευθύνη κάθε αδελφότητας. Αυτή η αξιοποίηση δεν επιτρέπει βέβαια επιχειρηματικές δραστηριότητες που ωθούν σε ψυχωσική κατάσταση συνεχούς συσσώρευσης και επένδυσης πλούτου, πράγμα ασύμβατο προς την μοναστική φιλοσοφία. Και πάντοτε κινδυνεύει ο επιφορτισμένος με την διοίκηση μοναχός να διολισθήσει σε τέτοιο πάθος, διότι η πνευματική ζωή, και μάλιστα η οριακή μοναστική ζωή, κρέμεται από μεταξωτά νήματα. Η ύπαρξη του μαμμωνά της αδικίας -του χρήματος- δικαιώνεται μόνο εφόσον χρησιμοποιείται για τις ανάγκες των δεομένων.

4. Η όποιας μορφής ηθική παρέκκλιση ενός ή περισσοτέρων μοναχών σήμερα προσφέρεται ως εφαλτήριο προώθησης των σχεδίων της ανερχόμενης νέας τάξης. Όλα φαίνονται να εντάσσονται σε ένα στημένο και βίαιο παιχνίδι, όπου επιστρατεύεται κάθε πονηρό σύστημα προαποφασισμένων συμπερασμάτων, κάθε έξυπνη στρεψοδικία. Η νέα τάξη, που επιδιώκει να διαμορφώσει μία Παγκόσμια κοινότητα τρομοκρατημένων, επιχειρεί καταρχήν να υπονομεύσει τους θεσμούς και τις αξίες που αποτελούν το πνευματικό θεμέλιο ενός λαού και τον παράγοντα της πολιτισμικής του ενότητας. Το άγιον Όρος, ως αυτοδιοίκητη μοναστική πολιτεία που επαγγέλλεται την ελευθερία του πνεύματος -αξονικού σημείου της Ορθοδοξίας- δεν μπορεί παρά να είναι ανεπιθύμητη παραφωνία σε μία ομογενοποιημένη και κατευθυνόμενη κοινωνία, που θα βρίσκεται στην απόλυτη διάθεση ελάχιστων ισχυρών, όσων σήμερα συγκεντρώνουν στα χέρια τους το κεφάλαιο και κάθε άλλη μορφή εξουσίας. Στην πορεία αυτή το Άγιον Όρος Πρέπει να αποδυναμωθεί, να αλωθεί, έσωθεν και έξωθεν, με τη συνδρομή πολλών φθοροποιών δυνάμεων. Ότι δεν κατορθώσει το χρήμα, θα το κατορθώσει η παρερμηνεία της Ιστορίας, η απόκρυψη της αλήθειας, η καπηλεία, κι όλα όσα καθαγιάζει η λαϊκίστικη προπαγάνδα.

5. Η εκκλησιά, και ένα μοναστήρι, που αποτελεί σμικρογραφία της, πορεύεται δραματικά μέσα στην Ιστορία. Τούτο σημαίνει ότι έχει τις πτώσεις και τις ανορθώσεις, τις διολισθήσεις και τις πτήσεις την πρόγευση του παραδείσου και τους κλυδωνισμούς του διαβόλου. Όμως, όλα τα πλήγματα της Ιστορίας αφορούν στο κέλυφος της Εκκλησίας και όχι στην ουσία της. Και ουσία της είναι η χαρισματική παρουσία του Αγίου Πνεύματος που ζωογονεί τα μέλη και τους Ιστούς του Σώματος του Χριστού και παράγει καρπούς αγιότητας. Και η αγιότητα δεν χάνεται ούτε από το άγιον Όρος, ούτε από τον κόσμο. Κάθε κρίση, κάθε Ιστορική δοκιμασία, δίνει σε όλους την ευκαιρία της αυτοκριτικής και ανασυγκρότησης, της επώδυνης κάθαρσης και επιστροφής στα ουσιώδη και αληθινά. Το άγιον Όρος δεν ανήκει σε κανέναν. Ακριβέστερα, δεν ανήκει σε κανέναν ασεβή, είτε μοναχό είτε κοσμικό. Είναι αιωνόβιος καρπός της συνέργειας του Θεού και των Αγίων του. Ανήκει στην Μητέρα του Θεού και σε εκείνους που το αγίασαν μία για πάντα με τη ζωή τους πάλαι και επ’ εσχάτων. Το αληθινό άγιον Όρος είναι το αφανές πεντόσταγμα της αγιότητας που βιώνεται και σήμερα υπέρ της ζωής του κόσμου. Αν λοιπόν κάποιοι το θέλουμε ζωντανό και δραστικό, πρέπει να το προστατεύσουμε, όπως προστατεύουμε ένα θερμοκήπιο. Κι αν ακόμη οι σημερινοί μοναχοί είναι ανάξιοι της Ιστορίας του, πρέπει να το προστατεύσουμε για τους επιγενεστέρους.
Ι. Μ. Κουτλουμουσίου
Άγιον Όρος, 2009.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου