- Γέροντα, πως μπορείς να αντιμετωπίσεις τον άλλον, όταν είναι νευριασμένος;
- Με την υπομονή!
- Και αν δεν έχεις;
- Να πας να αγοράσεις! Πουλάνε στα
σούπερ-μάρκετ!… Κοίταξε, όταν ο άλλος είναι μπουρινιασμένος, ό,τι και να
του πεις, δεν γίνεται τίποτε. Καλύτερα εκείνη την στιγμή να σιωπήσεις
και να λες την ευχή. Με την ευχή θα καλμάρει ο άλλος, θα ηρεμήσει και θα
μπορέσεις μετά να συνεννοηθείς μαζί του. Βλέπεις, και οι ψαράδες δεν
πάνε να ψαρέψουν, αν δεν έχει μπουνάτσα· κάνουν υπομονή, ώσπου να
καλωσυνέψει ο καιρός.
- Που οφείλεται, Γέροντα, η ανυπομονησία των ανθρώπων;
- Στην πολλή… εσωτερική τους ειρήνη! Ο
Θεός την σωτηρία των ανθρώπων την κρέμασε στην υπομονή. «Ο υπομείνας εις
τέλος, σωθήσεται», λέει το Ευαγγέλιο. ΓΙ’ αυτό δίνει δυσκολίες,
διάφορες δοκιμασίες, για να ασκηθούν στην υπομονή οι άνθρωποι.
Η υπομονή ξεκινά από την αγάπη. Για να
υπομείνεις τον άλλον, πρέπει να τον πονέσεις. Και βλέπω πως με την
υπομονή σώζεται η οικογένεια. Είδα θηρία να γίνονται αρνιά. Με την
εμπιστοσύνη στον Θεό τα πράγματα εξελίσσονται ομαλά και πνευματικά. Μια
φορά, όταν ήμουν στην Μονή Στομίου, είχα δει στην Κόνιτσα μια γυναίκα
που έλαμπε το πρόσωπό της. Ήταν μητέρα πέντε παιδιών. Μετά θυμήθηκα ποια
ήταν. Ο άνδρας της ήταν μαραγκός και έπαιρνε πολλές φορές δουλειές μαζί
με τον μάστορά μου. Μια κουβέντα του έλεγαν οι νοικοκυραίοι, λ.χ.
«μαστρο-Γιάννη, μήπως αυτό να το κάνουμε έτσι;», γινόταν θηρίο. «Εμένα
θα μου κάνεις τον δάσκαλο;», τους έλεγε. Έσπαζε τα εργαλεία του, τα
πετούσε και έφευγε. Αφού παρατούσε την δουλειά του και τα έσπαζε όλα σε
ξένα σπίτια, καταλαβαίνεις στο σπίτι του τι έκανε! Αυτή λοιπόν ήταν του
μαστρο-Γιάννη γυναίκα. Με αυτόν τον άνθρωπο δεν μπορούσες μια μέρα να
καθίσεις, και αυτή χρόνια ζούσε μαζί του. Κάθε μέρα περνούσε μαρτύριο,
και όμως όλα τα αντιμετώπιζε με πολλή καλοσύνη και έκανε υπομονή. Επειδή
ήξερα την κατάσταση στο σπίτι, όταν την συναντούσα, την ρωτούσα: «Τι
κάνει ο κυρ-Γιάννης; Δουλεύει;». «Ε, πότε δουλεύει, πότε κάθεται
λιγάκι!». «Πως τα περνάτε;». «Πολύ καλά, Πάτερ!», μου έλεγε. Και το
έλεγε με την καρδιά της. Δεν υπολόγιζε που έσπαζε τα εργαλεία του -και
αξίας εργαλεία- ούτε που αναγκαζόταν η καημένη να ξενοδουλεύει, για να
τα βγάλουν πέρα. Βλέπετε με πόση υπομονή, με πόση καλοσύνη και με πόση
αρχοντιά τα αντιμετώπιζε όλα! Ούτε τον κατηγορούσε καθόλου! Γι’ αυτό ο
Θεός την χαρίτωσε και έλαμπε το πρόσωπό της. Μεγάλωσε και τα πέντε
παιδιά της και έγιναν πολύ καλά παιδιά. Μπόρεσε και κράτησε και τα
παιδιά της.
- Γέροντα, πως μπορούσε να δικαιολογεί τον άνδρα της;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου