Τετάρτη 17 Ιουλίου 2019

Του.Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου .
Θρησκευτική οργάνωση
Του.Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου . Γέροντα, εἴπατε ὅτι ὁ Καλὸς Θεὸς δὲν θὰ μᾶς ἀφήση..
 

.–Ναί, ὁ Θεὸς ποτὲ δὲν μᾶς ἀφήνει· ἐμεῖς Τὸν ἀφήνουμε. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δὲν ζῆ πνευματικά, δὲν δικαιοῦται τὴν θεία βοήθεια. Ὅταν ὅμως ζῆ πνευματικὰ καὶ εἶναι κοντὰ στὸν Θεό, τὴν δικαιοῦται.
Τότε, ἂν συμβῆ κάτι καὶ πεθάνη, εἶναι ἕτοιμος γιὰ τὴν ἄλλη ζωή, ὁπότε εἶναι κερδισμένος καὶ σ' αὐτὴν τὴν ζωὴ καὶ στὴν ἄλλη.Ἡβοήθεια τοῦ Θεοῦ δὲν ἐμποδίζεται οὔτε ἀπὸ ἀνθρώπους οὔτε ἀπὸ δαίμονες. Δὲν εἶναι τίποτε δύσκολο γιὰ τὸν Θεὸ οὔτε γιὰ ἕναν Ἅγιο. Τὸ ἐμπόδιο σ ̓ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους εἶναι ἡὀλιγοπιστία, μὲ τὴν ὁποία ἐμποδίζουμε τὶς μεγάλες θεῖες δυνάμεις νὰ μᾶς πλησιάσουν. Καὶ ἐνῶ ὑπάρχει τόσο μεγάλη δύναμη δίπλα μας, ἐμεῖς, ἐπειδὴ ὑπάρχει μέσα μας σὲ μεγάλο βαθμὸ τὸ ἀνθρώπινο στοιχεῖο, δὲν μποροῦμε νὰ καταλάβουμε τὸ θεῖο, ποὺ ξεπερνάει ὅλου τοῦ κόσμου τὶς ἀνθρώπινες δυνάμεις, γιατὶ οἱ θεῖες δυνάμεις εἶναι παντοδύναμες.Καθόμαστε πολλὲς φορὲς ἄδικα, ὧρες ὁλόκληρες, γιὰ νὰ βροῦμε μόνοι μας λύση σὲ ἕνα θέμα, χρησιμοποιώντας ὅλη τὴν ἀπειρία μας. Τὸ κεφάλι μας γίνεται κουδούνι, τὰ μάτια μας τσούζουν, ὁ ὕπνος δὲν μᾶς πιάνει, γιατὶ μᾶς ἔχει πιάσει τὸ ταγκαλάκι μὲ ἐπίμονες σκέψεις. Τελικὰ βρίσκουμε μία λύση, ἀλλὰ μετὰ ὁ Θεὸς μᾶς βρίσκει ἄλλη, καλύτερη λύση, ποὺδὲν τὴν εἴχαμε σκεφθῆ ἐμεῖς, καὶ μᾶς μένουν ὁ πονοκέφαλος καὶ τὰξενύχτια. Ὅσο καὶ ἂν εἶναι σωστὴ ἡδική μας σκέψη, ὅταν δὲν εἶναι ὁ Θεὸς μπροστά, τὸ κεφάλι κουράζεται καὶ ἔρχεται πονοκέφαλος, ἐνῶ ἡ προσευχὴ μὲ τὴν ἐμπιστοσύνη στὸν Θεὸ ξεκουράζει.
Γι' αὐτὸ ἂς ἀφήνουμε μὲ ἐμπιστοσύνη στὸν Θεὸ τὰ δυσκολοκατόρθωτα ἀνθρωπίνως καὶ νὰ μὴ στηριζώμαστε στὶς δικές μας ἀνθρώπινες προσπάθειες, καὶ Ἐκεῖνος θὰ κάνη ὅ,τι εἶναι καλύτερο.Καὶ πάντα γιὰ καθετὶ ποὺσκέφτεσθε νὰ κάνετε, νὰ λέτε «ἂν θέλη ὁ Θεός», μὴν πάθετε καὶ ἐσεῖς ὅ,τι ἔπαθε κάποιος μιὰ φορά.
Εἶχε ἀποφασίσει νὰ πάη στὸ ἀμπέλι του γιὰ δουλειά. «Αὔριο πρωὶ-πρωί, λέει στὴν γυναίκα του, θὰ πάω στὸ ἀμπέλι». «Ἂν θέλη ὁ Θεός, θὰ πᾶς», τοῦ λέει ἐκείνη. «Θέλει-δὲν θέλει ὁ Θεός, λέει ἐκεῖνος, ἐγὼ θὰ πάω».
Τὴν ἄλλη μέρα ξεκίνησε νύχτα. Στὸν δρόμο ἐν τῷ μετα ξὺπιάνει τέτοιος κατακλυσμός, ποὺ ἀναγκάσθηκε νὰ γυρίση πίσω.
Δὲν εἶχε φέξει ἀκόμη. Χτυπάει τὴν πόρτα. «Ποιός εἶναι;», ρωτάει ἡγυναίκα του. «Ἂν θέλη ὁ Θεός, λέει ἐκεῖνος, ὁ ἄνδρας σου εἶμαι»!...

γ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Β’ «Πνευματικὴ Ἀφύπνιση» -165

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου