Τετάρτη 29 Αυγούστου 2018

Η εικόνα ίσως περιέχει: 2 άτομα, κείμενο




Τι έχει πει ο Άγιος Παϊσιος για τον Όσιο Μωυσή τον Αιθίοπα
Α) και για το νόημα της ζωής
- Γέροντα, ἕνας νέος ἐξαφανίσθηκε, ἀφοῦ ἄφησε σημείωμα στούς γονεῖς του ὅτι θά αὐτοκτονήση, γιατί δέν εἶναι ὄμορφος καί ὅτι γι ̓ αὐτό φταῖνε ἐκεῖνοι.
- Δὲν ἔχουν συλλάβει τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς οἱ ἄνθρωποι. Δὲν πιστεύουν στὴν ἄλλη ζωή. Ὅλο τὸ βάσανο ἀπὸ ἐκεῖ ξεκινάει. «Εἶμαι ἀδικημένος, σοῦ λέει· οἱ ἄλλοι χαίρονται, ἐγὼ δὲν χαίρομαι». Δὲν εἶναι εὐχαριστημένοι μὲ ὅ,τι ἔχουν, μπαίνει καὶ ὁ ἐγωισμός, καὶ βασανίζονται. Ὁ Θεὸς ὅλο τὸν κόσμο τὸν ἀγαπάει. Στὸν κάθε ἄνθρωπο ἔδωσε αὐτὰ ποὺ τὸν ὠφελοῦν, εἴτε τὸ μπόι εἴτε τὴν λεβεντιὰ εἴτε τὴν ὀμορφιὰ κ.λπ., ὅ,τι θὰ τὸν βοηθήση, ἂν τὸ ἀξιοποιήση, νὰ σωθῆ. Ἀλλὰ ὁ κόσμος βασανίζεται. «Γιατί ἐγὼ νὰ εἶμαι ἔτσι, ἐνῶ ἐκεῖνος ἔτσι;». Μὰ ἐσὺ ἔχεις αὐτά, ἐκεῖνος ἔχει ἄλλα. Ἕνας διὰ Χριστὸν σαλὸς Ρουμάνος ποὺ ἀσκητεύει στὸ Ἅγιον Ὄρος εἶπε σὲ κάποιον ποὺ εἶχε τέτοιους λογισμούς: «Ἕνας βάτραχος εἶδε τὸ βουβάλι καὶ εἶπε: "Θέλω νὰ γίνω καὶ ἐγὼ βουβάλι". Φούσκωσε, φούσκωσε ὁ βάτραχος, καὶ τελικὰ ἔσκασε. Ὁ Θεὸς αὐτὸν τὸν ἔκανε βάτραχο, ἐκεῖνο βουβάλι. Πῆγε ὁ βάτραχος νὰ γίνη βουβάλι καὶ ἔσκασε!». Ὁ καθένας νὰ χαίρεται, ὅπως ὁ Δημιουργὸς τὸν ἔφτιαξε.

Ὅταν ὁ ἄνθρωπος βοηθηθῆ νὰ πιστέψη στὸν Θεὸ καὶ στὴν μέλλουσα ζωή, τὴν αἰώνια, – συλλάβη δηλαδὴ τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς – καὶ μετανοήση, ἀλλάξη ζωή, ἔρχεται ἀμέσως ἡ θεία παρηγοριὰ μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία τὸν ἀλλοιώνει, διώχνοντας καὶ ὅλα τὰ κληρονομικά του ἐλαττώματα. Πολλοὶ ἄνθρωποι ποὺ μετανόησαν, ἀγωνίσθηκαν μὲ φιλότιμο ταπεινά, χαριτώθηκαν, ἔγιναν καὶ Ἅγιοι, καὶ τοὺς προσκυνᾶμε τώρα μὲ εὐλάβεια καὶ ζητᾶμε καὶ τὶς πρεσβεῖες τους, ἐνῶ προηγουμένως εἶχαν πολλὰ πάθη καὶ κληρονομικά. Ὁ Ὅσιος Μωυσῆς ὁ Αἰθίοψ λ.χ., ἐνῶ ἦταν ὁ πιὸ αἱμοβόρος ληστής, μὲ κληρονομικὴ κακία, μόλις πίστεψε στὸν Θεό, μετανόησε, ἀσκήθηκε, ἔφυγαν ὅλα τὰ πάθη, τὸν ἐπισκέφθηκε ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, καὶ ἀξιώθηκε νὰ λάβη καὶ τὸ προφητικὸ χάρισμα. Πέρασε στὴν εὐαισθησία ἀκόμη καὶ τὸν Μέγα Ἀρσένιο (1), ὁ ὁποῖος ἦταν ἀπὸ τὴν μεγαλύτερη ἀρχοντικὴ οἰκογένεια τῆς Ρώμης, μὲ κληρονομικὲς ἀρετὲς καὶ μὲ μεγάλη ἐπιστημονικὴ μόρφωση.
-Γέροντα, δηλαδή ποιό είναι ακριβώς το νόημα αυτής της ζωής;
-Ποιό είναι; Νὰ ἑτοιμασθοῦμε γιὰ τὴν Πατρίδα μας, τὸν Οὐρανό, τὸν Παράδεισο. Τὸ πᾶν εἶναι νὰ συλλάβη ὁ ἄνθρωπος αὐτὸ τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς, ποὺ εἶναι ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος πιστεύη στὸν Θεὸ καὶ στὴν μέλλουσα ζωή, τότε καταλαβαίνει ὅτι αὐτὴ ἡ ζωὴ εἶναι μάταιη καὶ ἑτοιμάζει τὸ διαβατήριό του γιὰ τὴν ἄλλη ζωή. Ξεχνοῦμε ὅτι ὅλοι θὰ φύγουμε. Δὲν θὰ βγάλουμε ρίζες ἐδῶ. Αὐτὴ ἡ ζωὴ δὲν εἶναι γιὰ νὰ καλοπεράσουμε. Εἶναι νὰ δίνουμε ἐξετάσεις, γιὰ νὰ περάσουμε στὴν ἄλλη ζωή. Γι' αὐτὸ ὁ σκοπός μας πρέπει νὰ εἶναι νὰ ἑτοιμασθοῦμε, ὥστε νὰ φύγουμε μὲ ἀναπαυμένη συνείδηση, ὅταν μᾶς καλέση ὁ Θεός, καὶ νὰ πετάξουμε κοντά Του. Ὅταν ὁ Χριστὸς εὐλόγησε τοὺς πέντε ἄρτους καὶ χόρτασε τόσες χιλιάδες ἀνθρώπους, ὁ κόσμος ἕνα κι ἕνα εἶπε: «Εἶναι ὅ,τι πρέπει γιὰ βασιλιάς!». Ἔφαγαν τοὺς πέντε ἄρτους καὶ τὰ δυὸ ψάρια καὶ ἐνθουσιάσθηκαν. Ὁ Χριστὸς ὅμως τοὺς εἶπε νὰ μὴν ἐνδιαφέρωνται γι᾿ αὐτὴν τὴν τροφή, γιατὶ δὲν θὰ μείνουμε ἐδῶ. Σ᾿ αὐτὴν τὴν ζωὴ δοκιμάζεται ὁ καθένας, ἂν ἀνταποκρίνεται σὲ ὅσα ζητάει ὁ Θεός.
- Γέροντα, τι πρέπει να έχη κανείς πάντα στον νού του, για να κάνη το θέλημα του Θεού;
- Νὰ ἔχη τὸν νοῦ του στὸν Θεό. Νὰ σκέφτεται γιατί ἤρθαμε σ᾿ αὐτὴν τὴν ζωή. Ἐδῶ δὲν ἤρθαμε γιὰ νὰ κάνουμε τὰ πάντα καὶ νὰ βολευτοῦμε. Ἤρθαμε γιὰ νὰ ἑτοιμασθοῦμε γιὰ τὴν ἄλλη ζωή. Ὁ νοῦς μας λοιπὸν πρέπει νὰ εἶναι διαρκῶς ἐκεῖ καὶ σὲ ὅ,τι θὰ μᾶς βοηθήση νὰ πᾶμε ἐκεῖ. Μὲ τὴν φιλότιμη ἀντιμετώπιση, μὲ τὸν ταπεινὸ καὶ φιλότιμο ἀγώνα καταλαβαίνει κανεὶς τὸ νόημα τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ἡ πνευματικὴ ζωὴ εἶναι λεβεντιά, γλέντι πνευματικό. Ξέρετε τί θὰ πῆ γλέντι! Νὰ πιάσετε τὸ βαθύτερο νόημα τοῦ Μοναχισμοῦ, τὴν πνευματικὴ ἀρχοντιά, τὴν εὐαισθησία τὴν πατερική. Τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς – ὄχι τοῦ Μοναχισμοῦ ἀλλὰ τῆς ζωῆς – ἔχουν ὑποχρέωση ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νὰ τὸ συλλάβουν. Ἂν τὸ ἔκαναν αὐτό, δὲν θὰ εἶχαν καθόλου μικροπρέπειες, γκρίνιες κ.λπ. Ἀφοῦ ὑπάρχει θεία ἀνταπόδοση, νὰ κοιτάξουμε πῶς θὰ βγάλουμε κανένα φράγκο γιὰ ᾿κεῖ, καὶ ὄχι πῶς θὰ ἔχουμε ἐδῶ τὴν ἀξιοπρέπειά μας καὶ πῶς θὰ ἀπολαμβάνουμε ἀνθρώπινες τιμές.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος τοποθετῆ τὸν ἑαυτό του στὴν πραγματικὴ ζωή, ὅλα τὰ χαίρεται. Χαίρεται ποὺ ζῆ, χαίρεται ποὺ θὰ πεθάνη. Ὄχι γιατὶ βαρέθηκε τὴν ζωή του, ἀλλὰ χαίρεται ποὺ θὰ πεθάνη καὶ θὰ πάη κοντὰ στὸν Χριστό.
Χαίρεται, γιατὶ βλέπει ὅτι αὐτὴ ἡ ζωὴ εἶναι πρόσκαιρη, ἐνῶ ἡ ἄλλη αἰώνια. Δὲν βαρέθηκε τὴν ζωή, ἀλλὰ σκέφτεται «τί θὰ κάνουμε, δὲν θὰ φύγουμε;» καὶ ἑτοιμάζεται γιὰ ᾿κεῖ, γιατὶ καταλαβαίνει ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ προορισμός του, τὸ νόημα τῆς ζωῆς.
Νά, οἱ κοινωνικοὶ λειτουργοὶ ἔχουν καλωσύνη, οἱ καημένες, τρέχουν, σκοτώνονται γιὰ τοὺς ἄλλους. Σπουδάζουν ψυχολογία, ἀλλὰ μὲ τὸν τρόπο ποὺ πηγαίνουν νὰ βοηθήσουν, σὲ κάποιες περιπτώσεις σταματοῦν. Πάει λ.χ. μία νὰ παρηγορήση ἕναν ποὺ ἔχει ἕνα πόδι καὶ αὐτὸς τῆς λέει: «Ἐσὺ μοῦ λὲς "καλημέρα" μὲ δυὸ πόδια, ἀλλὰ ἐγὼ μὲ ἕνα». Τί νὰ τοῦ ἀπαντήση; Πῶς νὰ τὸν βοηθήση μὲ τὴν ψυχολογία; Ἂν δὲν βοηθηθῆ αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος νὰ συλλάβη τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς, δὲν μπορεῖ νὰ βοηθηθῆ μὲ τίποτε. Νὰ καταλάβη ὅτι γι' αὐτὴν τὴν ἀναπηρία ποὺ ἐπέτρεψε ὁ Θεός, ἂν δὲν γογγύζη, θὰ ἔχη νὰ λάβη στὴν ἄλλη ζωὴ ἀποταμιευμένο οὐράνιο μισθὸ καὶ νὰ χαίρεται. Καὶ ἂν ἀκόμη οἱ ἄλλοι περπατοῦσαν μὲ τέσσερα πόδια, νὰ ἔλεγε: «Σὲ εὐχαριστῶ, Θεέ μου, ποὺ περπατῶ μὲ ἕνα πόδι». Ἀλλὰ ὅσες δὲν ἔχουν τὴν πνευματικὴ ἀντιμετώπιση, πᾶνε νὰ παρηγορήσουν τοὺς ἀρρώστους καὶ δὲν ξέρουν τί νὰ τοὺς ποῦν. Πάει ἡ κοινωνικὴ λειτουργὸς νὰ παρηγορήση λ.χ. μιὰ γυναίκα τριάντα πέντε χρονῶν μὲ καρκίνο, ποὺ ἔχει καὶ τρία παιδάκια. Τί νὰ τῆς πῆ; Ἂν δὲν βοηθηθῆ αὐτὴ ἡ μητέρα νὰ συλλάβη τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς, ἀπελπίζεται, γιατὶ σκέφτεται τί θὰ γίνουν τὰ παιδιά. Τὴν ἴδια ἀπελπισία ποὺ ἔχει ἡ μητέρα ἔχει καὶ ἡ κοινωνικὴ λειτουργός, ἂν δὲν ἔχη καταλάβει κάτι τὸ ἀνώτερο, τὸ βαθύτερα πνευματικό. Ἂν δὲν ὑπάρχη κατ' ἀρχὰς βαθύτερη τοποθέτηση στὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό της, δὲν μπορεῖ νὰ βοηθήση σωστά, γιὰ νὰ ἔρθη ἡ θεία παρηγοριὰ στὸν ἄλλον. Ἔτσι οἱ καημένες κουράζονται καὶ σωματικά, ἀλλὰ καὶ στενοχωροῦνται, γιατὶ δὲν μποροῦν νὰ βοηθήσουν θετικά. Κουράζονται δηλαδὴ διπλά.


1) Ὁ Ἀββᾶς Ἀρσένιος ὁ Μέγας (354-447) καταγόταν ἀπὸ τὴν Ρώμη. Ἦταν μέγας κατὰ τὴν σοφία καὶ τὴν ἀρετή. Ὀνομαζόταν «πατὴρ Βασιλέων», γιατὶ ὁ αὐτοκράτορας Θεοδόσιος τοῦ ἀνέθεσε τὴν μόρφωση τῶν δύο παιδιῶν του. Τὸ 394 μετὰ ἀπὸ θεία πληροφορία ἀναχωρεῖ γιὰ τὴν ἔρημο τῆς Αἰγύπτου. Ἂν καὶ εἶχε ζήσει στὰ ἀνάκτορα, διακρίθηκε ὡς μοναχὸς γιὰ τὴν μεγάλη αὐστηρότητα καὶ τὴν σκληραγωγία του.

2) Βλ. Ἰω. 6, 5
Απο το βιβλίο:"Πνευματική Αφύπνιση"
Ακούστε το κείμενο:https://www.youtube.com/watch?time_continue=18&v=ZeBwxu_UxB4
------------------------------------------------
Β) και για την έμπρακτη ταπείνωση
- Γέροντα, αν κανείς ταπεινώνεται μόνος του κατηγορώντας τον εαυτό του: «είμαι λειψός, χαμένος, κ.λπ.». αυτό τον βοηθάει να αποκτήση ταπείνωση;
- Μόνος του εύκολα κατηγορεί κανείς τον εαυτό του, αλλά δύσκολα δέχεται την κατηγορία των άλλων. Μόνος το μπορεί να λέη: «είμαι ελεεινός, ο πιο αμαρτωλός, ο χειρότερος απ’ όλους», αλλά έναν λόγο του άλλου να μην τον σηκώνη. Βλέπεις, όταν κάποιος πέφτη μόνος του και χτυπάη, μπορεί να πονέση, αλλά δεν δίνει και πολλή σημασία. Ή όταν τον χτυπήση ένας που τον αγαπάει, λέει: «Ε, δεν πειράζει». Αν όμως λίγο τον γραντζουνίση ή τον σπρώξει κάποιος που δεν τον συμπαθεί, ω, τότε να δης! Θα βάλη τις φωνές, θα κάνη πως πονάει, πως δεν μπορεί να περπατήση!
Όταν ήμουν παιδί στο Σινά, ήταν εκεί κι ένας λαϊκός – Στρατή τον έλεγαν- που αν τον φώναζες: «κύριε Στρατή», σου έλεγε: «Αμαρτωλό Στρατή, να λες, αμαρτωλό Στρατή». Όλοι έλεγαν: «Τι ταπεινός που είναι!», Ένα πρωί τον πήρε ο ύπνος και δεν κατέβηκε στην εκκλησία. Πήγε λοιπόν κάποιος να τον ξυπνήση. «Στρατή, του λέει, ακόμη κοιμάσαι; Τελείωσε κι ο Εξάψαλμος∙ δεν θα ‘ρθης στην εκκλησία;». Οπότε εκείνος βάζει κάτι φωνές: «Εγώ έχω περισσότερη ευλάβεια από σένα και ήρθες εσύ να μου πης να κατέβω στην εκκλησία;». Έκανε σαν τρελλός… Μέχρι που πήρε το κλειδί από την πόρτα- ήταν από εκείνα τα κλειδιά τα μεγάλα-, για να τον χτυπήση, γιατί θίχτηκε. Τα έχασαν οι άλλοι που τον άκουσαν ,γιατί τον είχαν για υπόδειγμα, για πολύ ταπεινό. Έγινε ρεζίλι . Βλέπεις τι γίνεται; Μόνος του έλεγε ότι είναι αμαρτωλός αλλά, μόλις θίχτηκε ο εγωισμός του, έγινε θηρίο!
Ένας άλλος στην Ήπειρο είχε επιδιορθώσει μια εκκλησία. Μόνος του έλεγε ότι δεν έκανε τίποτε παρά μια ψευτιά. Όταν όμως του είπα: «όχι μια ψευτιά, κάτι έκανες», ω, πώς θύμωσε! «Εσύ θα την διόρθωνες καλύτερα την εκκλησία; μου είπε. Εγώ ξέρω από οικοδομές∙ δεν είμαι μαραγκός σαν εσένα. Ο πατέρας μου ήταν εργολάβος»! Θέλω να πω, μόνος του εύκολα ταπεινώνεται κανείς, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι έχει πραγματική ταπείνωση.
- Γέροντα, ποια είναι η γνήσια, η πραγματική ταπείνωση;
- Όταν σε ταπεινώνει ο άλλος και το δέχεσαι, τότε έχεις πραγματική ταπείνωση, γιατί πραγματική ταπείνωση είναι η ταπείνωση στην πράξη, όχι στα λόγια. Μια φορά ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός ρώτησε τους ανθρώπους που είχαν συγκεντρωθή γύρω του: «Ποιός από εσάς δεν έχει υπερηφάνεια;». «Εγώ, είπε κάποιος. «Έλα εδώ εσύ που δεν έχεις υπερηφάνεια, του λέει. Κόψε το μισό μουστάκι και πήγαινε στην πλατεία». «Α, αυτό δεν μπορώ να το κάνω», του απαντά. «Ε, τότε δεν έχεις ταπείνωση», του λέει. ‘Ήθελε να πη ο Άγιος ότι χρειάζεται έμπρακτη ταπείνωση.
- Γέροντα, εγώ, όταν με πειράζουν, αντιδρώ.
- Δεν έχεις ταπείνωση, γι’ αυτό αντιδράς. Είδες ο Αββάς Μωυσής τι ταπείνωση είχε; Όταν τον έκαναν ιερέα, θέλησε ο αρχιεπίσκοπος να τον δοκιμάση και είπε στους κληρικούς: «Όταν μπη στο Ιερό ο Αββάς Μωυσής , να τον διώξετε και μετά να πάτε από πίσω του να ακούσετε τι θα πη». Μόλις λοιπόν μπήκε ο Αββάς Μωυσής στο Ιερό, τον έδιωξαν. «Βρε κατάμαυρε του είπαν, τι ζητάς εδώ;». «Έχουν δίκαιο, είπε εκείνος∙ τι δουλειά έχω εδώ μέσα εγώ ο κατάμαυρος; Αυτοί είναι άγγελοι!». Δεν πειράχθηκε , δεν θύμωσε.
- Γέροντα, μπορεί κάποιος να είναι πράος και να μην αντιδρά, όταν τον βρίζουν, αλλά να μην έχει ταπείνωση;
- Ο ταπεινός άνθρωπος είναι και πράος. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι όσοι είναι πράοι είναι και ταπεινοί. Στην πραότητα πρέπει να υπάρχη και η ταπείνωση, γιατί, αν δεν υπάρχη, μπορεί να φαίνεται κανείς εξωτερικά πράος, αλλά μέσα του να είναι γεμάτος από υπερηφάνεια και να λέη: «Αυτοί είναι βλαμμένοι, άσ’ τους να λένε!». Σαν εκείνον τον μοναχό που τον έβλεπαν οι Πατέρες να μην αντιδρά καθόλου, όταν του έκαναν παρατηρήσεις ή τον μάλωναν, αλλά όλη η ζωή του δεν τους πληροφορούσε. Γι’ αυτό μια φορά τον ρώτησαν: «Καλά, όταν σε μαλώνουμε, τι λογισμό έχεις και δεν μιλάς; ». Και εκείνος τους απάντησε: «Λέω από μέσα μου: “Άσ’ τους, ξόανα είναι”»! Τους περιφρονούσε δηλαδή.
Απο το βιβλίο:"Πάθοι και Αρετές"
-------------------------------------------
Γ) και για τους ανθρώπους με ευαισθησίες
– Γέροντα, ό ευαίσθητος είναι ψυχικά αδύνατος, είναι άρρωστος;
– Όχι, τό φιλότιμο καί ή ευαισθησία είναι φυσικά χαρίσματα, άλλα κατορθώνει δυστυχώς ό διάβολος νά τά εκμεταλλεύεται. Έναν ευαίσθητο άνθρωπο τον κάνει συχνά νά μεγαλοποιή τά πράγματα, γιά νά μήν μπορή νά σηκώση κάποια δυσκολία ή νά τήν σηκώνη γιά λίγο καί μετά νά κάμπτεται, νά απογοητεύεται, νά ταλαιπωρήται, καί τελικά νά σακατεύεται. Άν αξιοποίηση τήν κληρονομική ευαισθησία, θά γίνη ουράνια. Άν άφήση νά τήν έκμεταλλευθή ό διάβολος, θά πάη χαμένη. Γιατί, άν δέν άξιοποιή ό άνθρωπος τά χαρίσματα του, τά εκμεταλλεύεται ό διάβολος. Έτσι πετάει τά δώρα του Θεού. Αντί νά ευγνωμονή τόν Θεό, τά παίρνει όλα ανάποδα. Ό ευαίσθητος, όταν πιστεύη στον λογισμό του, μπορεί νά κατάληξη ακόμη καί στο ψυχιατρείο, ενώ ό αδιάφορος μέ τό δέν βαριέσαι δέν πάει βέβαια καλά, άλλα τουλάχιστον δέν καταλήγει καί στο ψυχιατρείο. Γι’ αυτό τό ταγκαλάκι κυνηγάει τους ευαίσθητους ανθρώπους.
Άλλοι πάλι βάζουν έναν λογισμό, ή μάλλον τό ταγκαλάκι τους φέρνει έναν λογισμό, ότι έχουν κληρονομική επιβάρυνση, και προσπαθεί νά τους πείση νά πιστέψουν ότι κάτι
έχουν. Τους φοβίζει, γιά νά τους ζαλίση και νά τους άχρηστέψη στά καλά καθούμενα. Άλλα και κάτι κληρονομικό άν ύπάρχη, μπροστά στην Χάρη του Θεού τίποτε δεν μπορεί νά σταθή.
Θυμάστε τον Άγιο Κυπριανό πού άπό μάγος έγινε Ιεράρχης της Εκκλησίας και Μάρτυς Χριστού; Ό Μωυσής πάλι ό Αιθίοπας άπό ληστής έγινε πιο ευαίσθητος άπό πολλούς
μεγάλους Πατέρες. Σε τί κατάσταση έφθασε! Όταν πήγε νά τον δη ό Άγιος Μακάριος, τόν ρώτησε: Τί νά κάνω; με ενοχλεί ό κόσμος και δέν μπορώ νά βρω ησυχία. Και εκείνος του είπε:
Μωυσή, Μωυσή, είσαι πολύ ευαίσθητος. Νά πάς στην Πετραία Αραβία, γιατί δέν μπορείς εσύ νά δίωξης τόν κόσμο! Πέρασε στην ευαισθησία και τόν Μέγα Αρσένιο πού ήταν άπό
αρχοντική οικογένεια, μορφωμένος, καλλιεργημένος άνθρωπος, ενώ εκείνος ήταν ένας ληστής. Νά, βλέπεις ή Χάρις τού Θεού τί κάνει! Άλλα είχε πολλή ταπείνωση.

Από το βιβλίο:"Πνευματικός Αγώνας"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου