Τετάρτη 8 Απριλίου 2015




Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος: Ο πράος άνθρωπος είναι ο άνθρωπος του Θεού

  • Από  perivolipanagias
Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος: Ο πράος άνθρωπος είναι ο άνθρωπος του Θεού




Τίποτε δεν αναπαύει τόσο πολύ τήν ψυχή όσο η πραότητα. Ούτε να εξαγριωνόμαστε για τις εναντίον μας ύβρεις, και αν ακόμη είναι κατώτεροι αυτοί που διαπληκτίζονται με μας, αλλά με την επιείκεια και την πραότητα να καταστέλλουμε το θυμό.
Γιατί τίποτε δεν υπάρχει πιο ισχυρό και τίποτε πιο δυνατό από την πραότητα. Αυτή εξασφαλίζει διαρκή γαλήνη στην ψυχή μας και την προετοιμάζει, σαν να πρόκειται να προσορμισθεί στο λιμάνι, και γίνεται αιτία για κάθε ανάπαυσή μας.
Γι' αυτό και ο Χριστός διδάσκοντας εκείνη τη θεία διδασκαλία, έλεγε: «Μάθετε από μένα, ότι είμαι πράος και ταπεινός κατά την καρδιά, και θα βρείτε ανάπαυση στις ψυχές σας». Γιατί τίποτε δεν αναπαύει τόσο πολύ την ψυχή και δεν την κάνει να ησυχάζει, όσο η πραότητα και η ταπεινοφροσύνη. Αυτές οι αρετές θα μπορούσαν να γίνουν γι' αυτόν που τις έχει αποκτήσει, πολυτιμότερες από κάθε στέμμα και ωφελιμότερες από κάθε λαμπρότητα και δόξα. (Ματθ. 11,29).
Ο πράος λοιπόν άνθρωπος είναι αγαπητός σ' όσους τον βλέπουν, αγαπητός και σ' εκείνους που τον γνωρίζουν μόνον εξ ακοής. Και δεν υπάρχει κανείς που, όταν ακούσει να επαινείται ένας ήμερος άνθρωπος, δεν θα επιθυμούσε να τον δει και να τον χαιρετίσει και να τον έχει συνεχώς μπροστά στα μάτια του, γιατί θεωρεί κέρδος τη φιλία ενός τέτοιου ανθρώπου.
Κι' αν ακόμη μερικοί διαπληκτισθούν μεταξύ τους για χρηματικές διαφορές, πηγαίνουν γρήγορα στον καλοκάγαθο και πράο, γιατί πιστεύουν, ότι κάθε διαφορά και φιλονικία θα βρει γρήγορα τη λύση της από την καλοσύνη εκείνου. Κι' αν συμβεί ο ένας να αισθάνεται έχθρα προς τον άλλο, η ημερότητα του δικαστή τους αναγκάζει να γίνουν πράοι, αυτοί που εύκολα ξεσπούν σε οργή και θυμό ...
Όπως η ακτίνα του ήλιου μόλις φανεί, διώχνει αμέσως το σκοτάδι, έτσι και ο καλοκάγαθος και πράος μεταβάλλει γρήγορα την ταραχή και τη διαμάχη σε ειρήνη και ησυχία.
Μην υπερηφανευόμαστε για κείνα που φοβίζουν τους ανθρώπους ... Ώστε λοιπόν συμπεραίνουμε, ότι έναν άνθρωπο ήμερο, πράο και καλόψυχο κανένας δεν θα ήταν δυνατόν να τον φοβηθεί, αλλά όλοι τον σεβόμαστε, τον τιμούμε και τον ντρεπόμαστε. Δεν βλέπετε, πώς ένας άνθρωπος που προκαλεί φόβο, είναι μισητός και ανεπιθύμητος από όλους;
Ας μη θεωρούμε λοιπόν σπουδαίο πράγμα, αν μας φοβούνται οι άνθρωποι. Ο πράος και καλοσυνάτος άνθρωπος είναι πατέρας των ορφανών, προστάτης των χηρών, κηδεμόνας της φτώχειας, βοηθός των αδικούμενων και σ' όλες τις περιπτώσεις επιβάλλει τη δύναμη της δικαιοσύνης.
Ο πράος πατέρας είναι σεβαστός στο παιδί και το πράο παιδί σεβαστό στον πατέρα και ο δούλος στον κύριό του και τον κύριο τίποτε δεν τον κάνει τόσο συμπαθή στους υπηρέτες, όσο η πραότητα. Γιατί, όταν τον δουν να διακρίνεται για την επιείκειά του και να συμπεριφέρεται σε όλους με πραότητα, πολύ τον εκτιμούν και τον θαυμάζουν και τον θεωρούν πιο πολύ πατέρα παρά αφέντη.





  'Οσιος Παΐσιος: «Ο πνευματικός άνθρωπος δεν έχει θλίψεις»

  • Από  inpantanassis.blogspot.gr
Γέρων Παΐσιος: «Ο πνευματικός άνθρωπος δεν έχει θλίψεις»



Στην πνευματική ζωή είναι ανάποδα τα πράγματα. Άμα κρατάς εσύ το άσχημο, τότε νιώθεις όμορφα.
Άμα το δίνεις στον άλλον, τότε νιώθεις άσχημα. Όταν δέχεσαι την αδικία και δικαιολογείς τον πλησίον σου, δέχεσαι τον πολυαδικημένο Χριστό στη καρδιά σου.
Τότε ο Χριστός μένει με το ενοικιοστάσιο μέσα σου και σε γεμίζει με ειρήνη και αγαλλίαση. Για δοκιμάστε, βρε παιδιά, να ζήσετε αυτήν τη χαρά! Να μάθετε να χαίρεστε με αυτήν την πνευματική χαρά, όχι με την κοσμική. Πάσχα θα έχετε τότε κάθε μέρα.
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη χαρά από τη χαρά που νιώθεις, όταν δέχεσαι την αδικία. Μακάρι να με αδικούσαν όλοι οι άνθρωποι! Ειλικρινά σας λέω, τη γλυκύτερη πνευματική χαρά την ένιωσα μέσα στην αδικία. Ξέρετε πόσο χαίρομαι, όταν κάποιος με πει πλανεμένο; «Δόξα Σοι ο Θεός, λέω, από αυτό έχω μισθό, ενώ, αν με πουν άγιο, χρωστάω». Γλυκύτερο πράγμα από την αδικία δεν υπάρχει!
Ένα πρωί στο Καλύβι χτύπησε κάποιος το σιδεράκι στη πόρτα. Κοίταξα από το παράθυρο να δω ποιός είναι, γιατί δεν ήταν ακόμη η ώρα να ανοίξω. Είδα έναν νέο με φωτεινό πρόσωπο και κατάλαβα ότι είχε βιώματα πνευματικά, αφού τον πρόδιδε η Χάρις του Θεού. Γι’ αυτό, αν και ήμουν απασχολημένος, διέκοψα αυτό που έκανα, άνοιξα τη πόρτα, τον πήρα μέσα, του πρόσφερα ένα νερό και με τρόπο άρχισα να τον ρωτάω για τη ζωή του, γιατί έβλεπα ότι είχε πνευματικό περιεχόμενο. «Τί δουλειά κάνεις, παλληκάρι;», τον ρώτησα. «Τί δουλειά, πάτερ; μου λέει. Εγώ στη φυλακή μεγάλωσα. Τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου εκεί τα πέρασα. Τώρα είμαι είκοσι έξι χρόνων». «Καλά, βρω παλληκάρι, τί έκανες, και σε έκλειναν φυλακή;», τον ρώτησα. Κι εκείνος μου άνοιξε τη καρδιά του: «Από μικρός, μου είπε, πονούσα πολύ, όταν έβλεπα δυστυχισμένους ανθρώπους.
Ήξερα όλους τους πονεμένους, όχι μόνον από την ενορία μου, άλλα και από άλλες ενορίες. Επειδή ο παπάς της ενορίας μας με τους επιτρόπους μάζευαν συνέχεια χρήματα και έφτιαχναν κτίρια, αίθουσες κ.λπ. ή έκαναν διάφορους εξωραϊσμούς, είχαν παραμεληθεί τελείως οι φτωχές οικογένειες. Εγώ δεν κρίνω εάν ήταν απαραίτητα αυτά που έφτιαχναν, αλλά έβλεπα να υπάρχουν πολλοί δυστυχισμένοι άνθρωποι. Πήγαινα λοιπόν κρυφά και έκλεβα από τα χρήματα που μάζευαν από τους εράνους. Έπαιρνα αρκετά· δεν τα έπαιρνα όλα. Ύστερα αγόραζα τρόφιμα, διάφορα πράγματα, τα άφηνα κρυφά έξω από τα σπίτια των φτωχών και αμέσως, για να μην πιάσουν άλλον άδικα, πήγαινα στην αστυνομία και έλεγα: «εγώ έκλεψα τα χρήματα από την εκκλησία και τα ξόδεψα», χωρίς να πω τίποτε άλλο. Με άρχιζαν στο ξύλο και στο βρισίδι, «αλήτη, κλέφτη»· εγώ σιωπούσα.
Με έκλειναν μετά στη φυλακή. Αυτή η δουλειά γινόταν για χρόνια. Όλη η πόλη όπου έμενα - τριάντα χιλιάδες κάτοικοι - και άλλες πόλεις με είχαν μάθει, και «αλήτη» με ανέβαζαν, «κλέφτη» με κατέβαζαν. Εγώ σιωπούσα και ένιωθα χαρά. Κάποτε μάλιστα με είχαν κλείσει στη φυλακή τρία ολόκληρα χρόνια. Μερικές φορές με έκλειναν άδικα στη φυλακή και, όταν έπιαναν τον ένοχο, με άφηναν. Αν δεν τον έπιαναν, καθόμουν μέσα, όσο έπρεπε να καθίσει εκείνος. Γι’ αυτό σου είπα, πάτερ μου, ότι τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου τα πέρασα στις φυλακές». Αφού τον άκουσα με προσοχή, του είπα: «Βρε παλληκάρι, όσο καλό και αν φαίνεται αυτό, δεν είναι καλό και να μην το ξανακάνεις.
Άκου τί θα σου πω. Θα με ακούσεις;». «Θα σε ακούσω, πάτερ», μου λέει. «Να απομακρυνθείς από αυτήν την πόλη, του λέω, να πας σε άγνωστο περιβάλλον, στην τάδε πόλη, και εγώ θα φροντίσω να συνδεθείς με καλούς ανθρώπους. Να εργάζεσαι και να βοηθάς, όσο μπορείς, τους πονεμένους από το υστέρημά σου, επειδή αυτό έχει μεγαλύτερη αξία. Αλλά, και όταν κανείς δεν έχει τίποτε να δώσει σε ένα φτωχό και πονάει η καρδιά του, τότε κάνει ανώτερη ελεημοσύνη, διότι κάνει ελεημοσύνη με το αίμα της καρδιάς του. Γιατί, εάν είχε κάτι και το έδινε, θα αισθανόταν και χαρά, ενώ, όταν δεν έχει να δώσει, αισθάνεται πόνο στη καρδιά». Μου υποσχέθηκε ότι θα ακούσει τη συμβουλή μου και έφυγε χαρούμενος.
Έπειτα από επτά μήνες παίρνω ένα γράμμα του από τις φυλακές του Κορυδαλλού, στο οποίο έγραφε τα έξης: «Ασφαλώς, πάτερ μου, θα απορήσεις, που σου γράφω πάλι από τη φυλακή μετά από τόσες συμβουλές που μου έδωσες και μετά τις υποσχέσεις που σου έδωσα. Μάθε ότι αυτή τη φορά υπηρετώ μια φυλάκιση την οποία είχα υπηρετήσει· κάποιο λάθος έγινε. Ευτυχώς που δεν υπάρχει ανθρώπινη δικαιοσύνη, γιατί θα αδικούνταν οι πνευματικοί άνθρωποι, επειδή θα έχαναν τον ουράνιο μισθό». Όταν διάβασα αυτά τα τελευταία λόγια, θαύμασα αυτόν τον νέο, που είχε πάρει τόσο ζεστά τη πνευματική ζωή και είχε συλλάβει τόσο βαθιά το βαθύτερο νόημα της ζωής! Διά Χριστόν κλέφτης! Μέσα του είχε Χριστό. Δεν μπορούσε να φρενάρει τον εαυτό του από τη χαρά που ένιωθε. Θεία παλαβομάρα, πανηγύρι είχε!
- Γέροντα, από το ρεζίλι ερχόταν η χαρά;
- Από την αδικία ερχόταν η χαρά. Κοσμικός άνθρωπος ήταν, ούτε Συναξάρια ούτε Πατερικά είχε διαβάσει και, ενώ έτρωγε άδικα ξύλο, τον έκλειναν στη φυλακή, τον είχαν μέσα στη πόλη για αλήτη, για παλιόπαιδο, για κλέφτη, γινόταν ρεζίλι, αυτός δεν μιλούσε και τα αντιμετώπιζε όλα τόσο πνευματικά! Νέος άνθρωπος, και δεν φρόντιζε να αποκατασταθεί, αλλά πώς να βοηθήσει τους άλλους! Τους μεγάλους κλέφτες πολλές φορές δεν τους κλείνουν ούτε μια φορά στη φυλακή, ενώ αυτόν τον δόλιο τον φυλάκισαν για την ίδια κλοπή δυο φορές και για άλλες κλοπές τον φυλάκισαν άδικα, μέχρι να βρουν τον πραγματικό κλέφτη! Τη χαρά όμως που είχε αυτός δεν την είχαν όλοι οι κάτοικοι της πόλης. Τριάντα χιλιάδες χαρές δεν συμπλήρωναν τη δική του χαρά.
Γι’ αυτό λέω ότι ένας πνευματικός άνθρωπος δεν έχει θλίψεις. Όταν η αγάπη αυξηθεί και καεί η καρδιά από τον θείο έρωτα, δεν μπορεί να σταθεί πλέον θλίψη. Η μεγάλη αγάπη προς το Χριστό υπερνικά τους πόνους και τις ταλαιπωρίες που του προξενούν οι άνθρωποι.
Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου
«Πνευματική Αγφύπνιση» Λόγοι Γ΄



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου