Δευτέρα 20 Απριλίου 2020

ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΩΝ






Κιοσκερίδου Κυριακή, Πτολεμαΐδα

 



Πρίν 35 έτη περίπου πήγα στο Ιερό Ησυχαστήριο «Άγιος Ιωάννης ο Θε­ολόγος» στην Σουρωτή Θεσσαλονίκης.

Εκείνη την χρονιά η κόρη μου φορούσε παντελόνι και δεν το ήθελα κα­θόλου. Όταν φθάσαμε στην Σουρωτή, είχε πάρα πολύ κόσμο και πριν από εμένα ήταν μία μάνα με το κοριτσάκι της ,η οποία ήταν μάλιστα και έγκυος.

Το κοριτσάκι κρατούσε ένα λουλούδι και το έδωσε στον γέροντα λέγοντας: Παππούλη αυτό το λουλούδι το έφερε για σένα ,για να κάνεις προσευχή να γεννήσει η μανούλα μου καλά.

Τότε ο γέροντας Παΐσιος ρωτάει την μάνα...αν βλέπει τηλεόραση και αυτή του απάντησε καταφατικά.

Οπότε ο παππούλης της είπε: αυτό που έχεις στην κοιλιά σου θα γίνει διαβολάκι και μάλιστα το επανέλαβε και δεύτερη φορά.

Έπειτα ήρθε και η δική μου σειρά και αφού πήρα την ευχή του γέροντα, του είπα: πάτερ Παΐσιε, επιτρέπεται η γυναίκα να φορά αντρικά; Ο γέροντας απάντησε: να πας και να βάλεις και στα αγόρια σου φούστες, έχοντας ‘’δει’’ ότι έχω και αγόρια.

Φεύγοντας μου έδωσε ένα χειροποίητο Σταυρουδάκι που είχε φτιάξει ο ίδιος.





Κατσαρός Γεώργιος- Γυμναστής, Θεσσαλονίκη



Το 1984 επισκέφτηκα τον Γέροντα Παΐσιο στην Παναγούδα. Ήμουν δευ­τεροετής φοιτητής στο Τμήμα Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού Θεσσα­λονίκης. Σε ερώτησή μου: αν κάποιος γίνει μοναχός ή παντρευτεί «κατά λάθος» τι γίνεται; Μου απάντησε: Παιδάκι μου, όταν κάνεις υπακοή είτε μέσα στον γάμο είτε μέσα στον Μοναχισμό, δεν υπάρχει περίπτωση να μην γίνεις προκομμένος.

Σε άλλη ερώτησή μου γιατί έχουμε τόσο άγχος, μου απάντησε: Αν έχεις τον Χριστό μέσα σου, δεν υπάρχει περίπτωση να έχεις άγχος. Άγχος έχουν αυτοί που δεν έχουν τον Χριστό μέσα τους.

Του ανέφερα, επίσης, τον λογισμό μου να πάω να υπηρετήσω στις Ειδι­κές Δυνάμεις. Ο Γέροντας με ευλόγησε και με τα δύο του χέρια.

Όταν τον ρώτησα πότε σε πείραξε ο δαίμονας, μου απάντησε: Όταν καλ­λιεργείς την καρδιακή προσευχή και δουλεύεις το κομποσχοίνι και ακο­λουθείς τα πρέποντα, είσαι σαν πυρωμένο σίδερο. Όταν θα χαλαρώσεις πνευματικά, τότε επιτίθεται.

Μου είπε, επίσης, ότι θα παντρευτείς την ανηψιά του Πατρός Γρηγορίου (με την οποία απέκτησαν 6 παιδιά).




Κατσιαμάνης Σπυρίδων, Καλαμπάκα



Το καλοκαίρι του 1992 επισκεφθήκαμε τον Γέροντα Παΐσιο στην Πανα­γούδα μαζί με τον πατέρα Χαρίτωνα, από τα Τρίκαλα και μια παρέα φί­λων. Η ασκητική ζωή του Γέροντα ήταν αποτυπωμένη στο πρόσωπό του. Είχε πολλούς προσκυνητές καθήμενους στα κούτσουρα.

Κάποιον που είχε πονοκεφάλους, του έπιασε το κεφάλι και έγινε καλά, ενώ έναν υποψήφιο για την Ιατρική, ο οποίος είχε δώσει εξετάσεις και δεν πέρασε του είπε «ξαναδώσε» και πέρασε στην Ιατρική.

Ακούσαμε τον Γέροντα να μας λέει:

-       Θα κλονισθούν τα έθνη.

-       Δεν θα τα βρουν οι μεγάλοι.

-       Θα υπάρξει ακαταστασία και σπατάλη στην Ελλάδα.

-       Να έχετε πάντα αναμμένη την Ελλάδα.

-       Θα γίνουν επιθέσεις λαών και μεταναστεύσεις.



Γρηγοριάδης Αναστάσιος- Υπάλληλος ΔΕΗ, Μαυροδένδρι Κοζάνης



Το 1991 επισκέφθηκα τον π. Παΐσιο με μία παρέα φίλων. Καθίσαμε στα κούτσουρα, γύρω από τον Γέροντα που έπλεκε κομποσχοίνι και μας μιλούσε για διάφορα θέματα. Μεταξύ άλλων, θυμάμαι χαρακτηριστικά πόσο έντονα είχε μιλήσει για τον σκοτεινό ρόλο των μουφτήδων της Θράκης στα εθνικά ζητήματα. Θυμάμαι, επίσης, την απάντησή του, όταν τον ρωτήσαμε σχετικά με τα Σκόπια: «Ευτυχώς, παιδί μου, η Ελλάδα δεν είναι στα χέρια των πολιτικών μας!» εννοώντας, προφανώς, ότι είναι στα χέρια του Θεού και ότι οι πολιτικοί μας μόνο εξωτερική πολιτική δεν κάνουν.

Και συνέχισε: «Όταν η Τουρκία νομίσει πως απέκτησε δύναμη στην περιοχή, θα ‘’ξυθεί στην γκλίτσα του τσοπάνη". Τότε θα γίνει κάτι, και, με μία ευκαιρία που θα δοθεί, θα μας πάρουν ξαφνικά και γρήγορα δύο νησιά. Τότε οι Ρώσοι θα βρουν την αφορμή τάχα να βοηθήσουν, αν και στην πραγματικότητα θα κινηθούν για δικό τους συμφέρον. Ωστόσο, θα χτυπήσουν πράγματι την Τουρκία. Θα εμπλακούν μάλιστα και επτά δυτικά κράτη και θα χυθεί πολύ αίμα. Στα ανοιχτά της Μυτιλήνης θα μαζευτεί τεράστιος στόλος. Η Ελλάδα, όμως, δεν θα συμμετάσχει σ’ αυτόν τον πόλεμο. Η Τουρκία θα χάσει το ένα τρίτο του πληθυσμού της, το άλλο θα πάει πέρα από την Άγκυρα και το τελευταίο τρίτο θα βαπτισθούν Χριστιανοί. Κι έτσι θα πάρουμε την Πόλη.». μας είπε πως αυτά θα γίνουν πολύ σύντομα. «Εσείς θα τα ζήσετε», είπε.

Απ’ όλα όσα άκουσα, αυτό που μου έμεινε ήταν η γαλήνη στην ψυχή μου. Έφευγα «άλλος άνθρωπος», με ένα ζωντανό προβληματισμό μέσα μου, και πάντα θα τον ευχαριστώ για όσα μου προσέφερε, όποτε μπορώ, πηγαίνω και στον τάφο του στην Σουρωτή, για ένα κεράκι στην μνήμη του, και φεύγω ψυχικά ωφελημένος.



Βόζινου Αλεξάνδρα- Νηπιαγωγός, Φλώρινα



Τον Γέροντα Παΐσιο δυστυχώς δεν τον συνάντησα όσο ζούσε. Τον γνώ­ρισα, όμως, αργότερα, μέσα από ένα βιβλίο με τίτλο «Λόγοι Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου.»

Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο», την χρονιά που ήμουν αναπληρώτρια νηπιαγωγός στην Μήλο.

Στην καθιερωμένη σχολική γιορτή που κάνω πάντοτε πριν από τα Χρι­στούγεννα, στις 20/12/2000, μία από τις μητέρες μου χάρισε το βιβλίο αυτό. Ήταν η πρώτη φορά που μου χάριζαν κάτι τέτοιο. Ως τότε δεν γνώριζα τίποτε από πνευματική ζωή και, πολύ περισσότερο, για τον Άγιο Γέροντά μας. Φεύγοντας από το νησί για τις διακοπές των Χριστουγέν­νων, δεν ξέρω πως, πήρα μαζί μου και το βιβλίο αυτό. Τις πρώτες μέρες το είχα παρατήσει σε μιαν άκρη, χωρίς διάθεση να το διαβάσω. Κάποια στιγμή ξεκίνησα να το διαβάζω από περιέργεια και ήδη από τις πρώτες σελίδες του με συνεπήρε. Ξαφνικά, σαν κάτι να άρχιζε να αλλάζει μέσα μου. Ο σύζυγός μου, βλέποντάς με, με ρωτούσε ειρωνικά: «Από πότε άρ­χισες να διαβάζεις τέτοια βιβλία;». εγώ, όμως, δεν πτοήθηκα, συνέχισα να το διαβάζω καθημερινά, μέχρι που πλέον το έκανα κτήμα μου. Πάνε πια έξι χρόνια από τότε που το βιβλίο αυτό άλλαξε ριζικά την ζωή μου. Δύο μήνες μετά την απόκτηση του βιβλίου, αρρώστησε ο σύζυγός μου από κακοήθη όγκο στην παρεγκεφαλίδα. Εισήχθη στο Ιπποκράτειο Νο­σοκομείο της Θεσσαλονίκης., καθώς έπρεπε να χειρουργηθεί άμεσα. Τον ένα μήνα της παραμονής μας εκεί, η ταλαιπωρία, οι δυσκολίες και η αγωνία μας ήταν πολύ μεγάλες. Στην συνέχεια, ο γιατρός μας έδωσε εντολή για μεταφορά του συζύγου μου στο Θεαγένειο, προκειμένου να υποβληθεί σε ακτινοβολίες. Καθ’ οδόν προς το Θεαγένειο, ο σύζυγός μου, με παρακάλεσε να του διαβάσω από το βιβλίο του παππούλη, το οποίο λίγο καιρό πριν ειρωνευόταν. Άρχισα να του διαβάζω και από εκείνη την στιγμή αγάπησε τόσο πολύ τον παππούλη, που ζητούσε να του διαβάζω καθημερινά, αφού ο ίδιος αδυνατούσε. Κι όταν του το διά­βαζα, το πρόσωπό του έλαμπε. Είχε γίνει άλλος άνθρωπος.

Ξυπνώντας στο Νοσοκομείο ένα πρωινό του Μαρτίου του 2001 (γύρω στις 06:00), είδα έκπληκτη τον σύζυγό μου να έχει κάνει μπάνιο, να έχει ξυριστεί και να έχει αλλάξει πιτζάμα, ενώ το δωμάτιο μοσχοβολούσε (κολώνια, νόμισα τότε). Ξέροντας, ωστόσο, πως ήταν αδύνατο να έχουν γίνει αυτά χωρίς την βοήθεια τρίτου, αναρωτήθηκα ποιος τον είχε βοη­θήσει, αλλά και πως εγώ δεν είχα καταλάβει τίποτα. Έτσι τον ρώτησα: «Παύλε, ποιος σε βοήθησε να ντυθείς, αλλά και προς τι τόση κολώνια; Γιορτάζουμε σήμερα κάτι και δεν το ξέρω;» «Με βοήθησε ο παππούλης να ντυθώ», απάντησε. «Και δεν είναι κολώνια αυτό που μυρίζεις. Για μύρισε καλύτερα. Ήρθε πολύ πρωί ο παππούλης!». Τότε συνειδητοποίη­σα πως η διάχυτη εκείνη ευωδία δεν έμοιαζε τελικά με κολώνια. Ωστόσο, ως άλλος «άπιστος Θωμάς», πήγα και ρώτησα το νοσηλευτικό προσω­πικό αν τον είχαν βοηθήσει εκείνοι ή αν γνώριζαν κάτι σχετικά. Φυσικά, κανείς δεν γνώριζε τίποτα.

Από τότε ο Παύλος συνομιλούσε καθημερινά με τον Γέροντα Παΐσιο, ενώ, μάλιστα, κατέγραφε και κάποια πράγματα, τα οποία έχω κρατήσει. Καθημερινά γνώριζε τα αποτελέσματα των εξετάσεων. «Ο παππούλης με ενημερώνει!», έλεγε, όταν τον ρωτούσε σχετικά.

Ήρθε η Μεγάλη Εβδομάδα. Όλος ο κόσμος θα έκανε Πάσχα με τους δι­κούς του, κι εμείς στο Θεαγένειο... Νωρίς το πρωί της Μεγάλης Τρίτης, ο σύζυγός μου μού είπε πως στις 11:00, μετά την επίσκεψη των γιατρών, θα φεύγαμε για Φλώρινα και πως θα κάναμε Πάσχα στο σπίτι μας! Φυ­σικά, εγώ για μιαν ακόμη φορά ήμουν δύσπιστη. Σκεφτόμουν πως έχει παραισθήσεις από το πρόβλημα στο κεφάλι. Αλλά όντως: στις 11:00 η κ. Δεστούνη, Διευθύντρια του Ακτινοθεραπευτικού, του είπε: «Παύλε, σήμερα δεν θα σου κάνουνε ακτινοβολίες, γιατί θα φύγεις και θα γιορ­τάσεις το Πάσχα στο χωριό με την οικογένειά σου».

Πράγματι, το Πάσχα το γιορτάσαμε οικογενειακώς στο χωριό. Περάσαμε πολύ όμορφα. Μετά από τόσα χρόνια, αρχίσαμε και πάλι να πηγαίνουμε εκκλησία την Μεγάλη Εβδομάδα, ενώ ο σύζυγός μου δεν παρέλειπε να μιλά για τον Γέροντα, με κάθε ευκαιρία. Φίλοι και γνωστοί απορούσαν, αλλά και χαίρονταν για την αλλαγή του.

Μετά το Πάσχα φύγαμε από το χωριό για το Θεαγένειο, προκειμένου ο Παύλος να συνεχίσει τις ακτινοβολίες στην σπονδυλική στήλη, καθώς ο καρκίνος είχε προχωρήσει πλέον στα οστά

Σε όλο αυτό το διάστημα, βίωνα θαυμαστά γεγονότα. Κάποια νύχτα θέλησα να παραφυλάξω, για να δω και μόνη μου αν όντως συνομιλούσε με τον Γέροντα, όπως έλεγε. Όταν εκείνος αποκοιμήθηκε, εγώ συνέχισα να πιέζω τον εαυτό μου μέχρι τις 03:00 να μείνω ξύπνια. Ωστόσο δεν τα κατάφερα. Όταν ξύπνησα κατά τις 06:00, μου είπε: «Πονηρούλα, ήθελες να δεις και ν’ ακούσεις, αν πράγματι μιλάω με τον Γέροντα! Δεν με πιστεύεις. Ο παππούλης, όμως, μου είπε πως αυτά που συζητάμε δεν πρέπει να τα’ ακούς. Γι’ αυτό εσύ να πέφτεις και να κοιμάσαι». Πως το γνώριζε; Πως ήξερε τι σκεφτόμουν και τι ήθελα να κάνω;

Μετά από δύο μέρες, ο Παύλος μου ζήτησε να τον πάω στην Σουρωτή, στο Ησυχαστήριο του Αγ. Ιωάννου του Θεολόγου, για να προσκυνήσει στον τάφο του παππούλη. Αντέδρασα αρνητικά, θυμάμαι, γιατί κάτι τέ­τοιο ήταν αδύνατο, κυρίως λόγω της κατάστασή του, αλλά και γιατί δεν γνώριζα καν που βρισκόταν το μοναστήρι. Κι ακόμα, πως θα τον έβγαζα από το Νοσοκομείο χωρία άδεια;... Ο παππούλης, όμως, τα είχε κανονί­σει όλα. Αποβραδίς, ήρθε να μας επισκεφθεί η κα Ουρανία, την οποία εί­χαμε γνωρίσει στο Νοσοκομείο. Μόλις εξέφρασα την επιθυμία του Παύ­λου, λύθηκαν όλα. Την επόμενη μέρα έστειλα τον γιο και τον γαμπρό της να μας πάνε στο Μοναστήρι με το αυτοκίνητό του. Το απόγευμα, χωρίς κανείς στο Νοσοκομείο να το γνωρίζει, φύγαμε για την Σουρωτή. Εκείνη την ημέρα έκανε πολύ κρύο, φυσούσε και έβρεχε. Εγώ, βλέποντας τον άσχημο αυτό καιρό, φοβήθηκα τυχόν επιπλοκές στην υγεία του Παύλου. Ο ίδιος, ωστόσο, με καθησύχασε γι’ ακόμη μια φορά, λέγοντας ότι όλα θα πάνε καλά.

Φτάνοντας στην Σουρωτή, ο σύζυγός μου βγήκε από το αυτοκίνητο και κατέβηκε τα σκαλοπάτια προς τον τάφο του παππούλη, χωρίς καμία βοήθεια. Εκεί ήταν το αποκορύφωμα. Έπεσε στα γόνατα, αγκάλιασε τον τάφο κι έκλεγε γι’ αρκετή ώρα, κάνοντας δημόσια εξομολόγηση, όχι μόνο μπροστά μας αλλά και σε πολλούς άλλους προσκυνητές. Δεν μπορούσα να τον σταματήσω. Μόνο μετά από πολλή ώρα κατάφερα να το πείσω να σηκωθεί, όταν του πρότεινα να πάμε στον Ναό, να προσκυνήσουμε την κάρα του Αγίου Αρσενίου. Το ίδιο έγινε κι εκεί. Φιλούσε την κάρα και έκλεγε και δεν εννοούσε να φύγει. Η κα Ουρανία ρώτησε τις μο­ναχές αν ήταν δυνατό να μια Παράκληση υπέρ υγεία του συζύγου μου. Πραγματικά, η Παράκληση έγινε και μάλιστα με μία κατάνυξη μοναδι­κή. Σε όλη την διάρκειά της, ενώ εγώ καθόμουν στο στασίδι, ο σύζυγός μου ήταν όρθιος και έκλεγε συνεχώς. Τελειώνοντας, τον ρώτησα γιατί έκλεγε. Μου απάντησε: «Αλέκα, πρώτη μου φορά βλέπω τόσο όμορφο τον Χριστό!», δείχνοντάς μου την εικόνα του Χριστού μπροστά μας. Μου είπε, μάλιστα, πως θα ήθελε μία ίδια εικόνα για το σπίτι μας, να την βλέπει κάθε μέρα και να παίρνει δύναμη. Εκ των υστέρων μάθαμε πως η εικόνα αυτή είχε αγιογραφηθεί σύμφωνα με τις υποδείξεις του ίδιου του παππούλη. Την ώρα που συνέβαιναν αυτά, ήρθε μία μοναχή και έδωσε στον Παύλο, όχι μόνο το βιβλίο του Αγίου Αρσενίου του Καππαδόκη (με την προτροπή να το διαβάσει οπωσδήποτε, γιατί ήταν γραμμένο από τον παππούλη), αλλά και ένα μεγάλο χάρτινο ρολό, που ξετυλίγοντάς το είδαμε με έκπληξη πως ήταν μία φωτογραφία της εικόνας του Χρι­στού, για την οποία έγινε λόγος πριν λίγο. Ο σύζυγός μου αγκάλιασε την εικόνα με το πρόσωπό του φωτισμένο κλαίγοντας από χαρά. Η εικόνα αυτή βρίσκεται στο σπίτι μου σε κεντρικό σημείο-κατά την επιθυμία του συζύγου μου-ώστε να την βλέπουν όλοι.

Δύο μέρες αργότερα, ήρθε στον θάλαμό μας, η οποία είχε λείψει με άδεια. Μεταξύ άλλων, μας είπε πως ο σύζυγός μου είχε μεγάλη ευλογία, γιατί στο ίδιο κρεβάτι είχε νοσηλευτεί ο παππούλης γι’ αρκετό διάστη­μα, όταν ήταν στο Θεαγένειο και πως το συγκεκριμένο δωμάτιο είχε γίνει τότε τόπος προσκυνήματος...

Ο καρκίνος δεν νικήθηκε, τελικά. Έτσι ήθελε ο Θεός. Όμως, ξέρω βαθιά μέσα μου, πως η ψυχή του Παύλου βρίσκεται τώρα κοντά στον Γέροντα, τον οποίο αγάπησε τόσο πολύ. Ακόμη προσπαθώ να συλλάβω την αγάπη που μας έδειξε ο Θεός και επέτρεψε να συμβούν όλα αυτά. Τον Δοξάζω καθημερινά, που με αξίωσε, μέσα από όλα όσα συνέβησαν, να Τον γνω­ρίσω και να Τον αγαπήσω.



Ιωάννης Βλάχος, Δικηγόρος, Θεσσαλονίκη.



Γύρω στα 1975 επισκέφθηκα τον Γέροντα Παΐσιο.

Τον βρήκα στην Μονή Σταυρονικήτα στο Άγιο Όρος και μεταξύ άλλων μου είπε ότι: οι Σέρβοι μια μέρα θα βουτηχτούν στο αίμα τους.

Λίγο καιρό πριν την κοίμηση του Γέροντος Παϊσίου, δύο φίλοι μου διοι­κητικοί υπάλληλοι στις Καρυές του Αγίου Όρους, πήγαν στην Σουρωτή να επισκεφθούν τον Γέροντα.

Τα άτομα που περίμεναν να επισκεφθούν τον Γέροντα Παΐσιο ήταν γύρω στα 100 και τους πλησίασε μια γερόντισσα, η οποία μετέφερε την επι­θυμία του Γέροντα να τους δει άμεσα.

Όταν τους συνάντησε, τους νουθέτησε για την διοίκηση του Αγίου Όρους.



Μαρτυρία π. Φωτίου



Το έτος 1964 ευρισκόμουν στο ίδρυμα «Απόστολος Παύλος», όπου και εργαζόμουν συντηρητής κτιρίου. Συγχρόνως ήμουν και διδάσκαλος βυ­ζαντινής μουσικής. Μία ημέρα καθώς ερχόντουσαν και άλλοι φοιτητές από όλη την Θεσσαλονίκη, ήρθαν και φοιτητές που ήταν ακόλουθοι του Πατρός Κυπριανού στο Παλαιό ημερολόγιο. Το γκρουπ των φοιτητών μου είπαν αυστηρά ότι το κτίριο που έχτισες θα πέσει και θα σε πλακώ­σει, γιατί είναι Προτεσταντικό ακούς;

Στεναχωρήθηκα για τα λόγια τους αλλά γνώριζα ότι είχε έρθει και ο γέρων Παΐσιος καθώς είχα πάρει την ευχή του πριν.

Πήγα στον επάνω όροφο, λοιπόν, που ήταν και ο Γέροντας και του είπα: Πάτερ από και αυτό μου συνέβη πριν και αυτό και αυτό συμβαίνει τα­κτικά, τι να κάνω μ’ αυτούς τους φοιτητές;

Μου λέει ο Γέροντας: Να καθίσεις εδώ και να προσφέρεις τις υπηρεσίες σου, γιατί βλέπεις ότι του Παλαιού Ημερολογίου δεν τα έχουν καλά με­ταξύ τους: Σε ποια παράταξη να πάς από αυτές (ήταν 7 τότε).

Κάθισε εδώ καλά είσαι (στο Νέο ημερολόγιο).

Πήρα την ευχή του κι έφυγα ικανοποιημένος.



Αρχιμανδρίτης  π. Ιγνάτιος



Ι. Μ. Αγ. Παρασκευής, Πτολεμαΐδα

Στις αρχές του 2007 σκεφτήκαμε να πραγματοποιήσουμε στην Πτολεμα­ΐδα μία εκδήλωση για τον Γέροντα Παΐσιο. Κρίναμε, λοιπόν, απαραίτητο να πάμε νωρίτερα στην Σουρωτή, ώστε να πάρουμε και την σχετική ευλογία.

Ξεκινήσαμε από την Πτολεμαΐδα μια παρέα: ο Κωνσταντίνος Μανώλας (υπάλληλος Δ.Ε.Η.), ο Κωνσταντίνος Κοροσίδης (Καθηγητής Φυσικής Αγωγής), ο Παύλος Σισμανίδης (Καθηγητής Φυσικής Αγωγής) κι εγώ. Φτάνοντας, προσκυνήσαμε στον ναό και στον τάφο του Γέροντα. Κατό­πιν, στο αρχονταρίκι όπου πήραμε κέρασμα, πιάσαμε κουβέντα για τον Γέροντα με την αδελφή Π.. «Άγιοι σαν τον π. Παΐσιο εμφανίζονται κάθε χίλια χρόνια», δήλωσε χαρακτηριστικά. Μας είπε επίσης πως ο ίδιος είχε διαισθανθεί την επικείμενη κοίμησή του και είχε διευθετήσει εγκαίρως τα πάντα, μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια, ενώ παράλληλα ζήτησε να μην κοινοποιηθεί το γεγονός πριν περάσουν τρεις μέρες.

Τις τελευταίες μέρες κοίταζε διαρκώς στον ουρανό. Όταν ρωτήθηκε τι κοίταζε, απάντησε: «αεροπλάνα! - αεροπλάνα!» Και διευκρίνισε αμέ­σως: «Όταν θα γίνουν τα γεγονότα με την Τουρκία, το Αιγαίο θα γεμίσει αεροπλάνα.»



Κοροσίδης Κωνσταντίνος- Εκπαιδευτικός

 Πτολεμαΐδα



Το Καλοκαίρι του 2008 πήγαμε με τη σύζυγό μου και δύο ακόμη σχο­λικές οικογένειες στο Μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης να προσκυνήσουμε το λείψανο του Αγίου Αρσε­νίου και τον τάφο του Γέροντος Παϊσίου.

Όταν φτάσαμε στον τάφο του γέροντα, οι φίλοι με τις οικογένειές τους και η σύζυγός μου, προσκυνούσαν τον Γέροντα Παΐσιο και εγώ ακριβώς απέναντι τους έβγαζα φωτογραφίες.

Σκεφτόμουν εκείνη την ώρα, ότι ο Γέροντας δεν ήθελε κάτι τέτοιο. Πέ­ρασε αστραπιαία μέσα μου ο λογισμός, ότι «εγώ θα βγάλω φωτογραφίες τώρα και ας μην τα ήθελε αυτά ο Γέροντας Παΐσιος».

Την αμέσως επόμενη στιγμή η φωτογραφική μηχανή σταμάτησε να βγά­ζει φωτογραφίες. Εγώ τα έχασα και γυρνούσα τη μηχανή δεξιά-αριστερά, βγάζοντας φωτογραφίες σ’ οτιδήποτε άλλο εκτός από τον τάφο του γέροντα.

Παρακάλεσα τότε τον Γέροντα Παΐσιο να μου επιτρέψει να βγάζω φωτο­γραφίες στον τάφο του, γιατί είχε μείνει ένας φίλος-συνάδελφος, ο οποί­ος ευλαβείται πολύ τον γέροντα Παΐσιο και ήθελε να βγει φωτογραφία στον τάφο του.

Ο Γέροντας μας επέτρεψε και συνεχίσαμε για λίγο ακόμη.

Α.Κ. Ιερέας, Πτολεμαΐδα

Το Καλοκαίρι του 1992, μαθητής του Εκκλησιαστικού Λυκείου, επισκεφθήκαμε με την τάξη μου τον Γέροντα Παΐσιο στο κελί του στο Άγιο Όρος. Μαζί μας ήταν ο σημερινός Μητροπολίτης Φλωρίνης , Πρεσπών και Εορδαίας.

Αφού καθίσαμε στην αυλή και πέρασε λίγη ώρα μας είπε συγκεκριμένα: Η δική σας η γενιά θα δει την Κωνσταντινούπολη ελεύθερη.

Εύλογη ήταν η απορία μας, πως θα γίνει αυτό το γεγονός και ο παππού­λης μας απάντησε: Ένα κράτος μεγάλο θα χτυπήσει τους Τούρκους και μετά η Τουρκία θα διαλυθεί ολοκληρωτικά και η Κωνσταντινούπολη θα παραχωρηθεί στα Ελληνικά χέρια, όχι γιατί μας συμπαθούν, αλλά γιατί θα συμπλέει η απόφαση αυτή με τα συμφέροντά τους.

Όταν ρωτήσαμε τον παππούλη ποιο θα είναι αυτό το κράτος, που θα χτυπήσει και θα καταστρέψει την Τουρκία, μας είπε θα τα δείτε. Κατόπιν μας είπε να έχουμε Πνευματικό για να μην δίνουμε δικαιώματα στον πονηρό.



Κ.Κ. Πτολεμαΐδα



Το 1982 είχαμε πάει με έναν φίλο Α.Δ. στο Άγιον Όρος. Ο φίλος είχε ανησυχίες όχι θεολογικές, αλλά μεταφυσικές και είχε αρκετό εγωισμό, λόγος για τον οποίο πιστεύω σήμερα ότι δεν μπορούσαμε να γνωρίσουμε τον γέροντα Παΐσιο, πήγαμε συγκεκριμένα στο κελί ενός Σέρβου μονα­χού στις Καρυές σε μία σκήτη Σέρβικη, κάτω από την Αθωνιάδα Σχολή. Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι ο Σέρβος γέροντας που μας φιλοξενού­σε ήταν πνευματικός με προορατικό χάρισμα. Όταν μας ρώτησε εάν θα διανυκτερεύσουμε στο κελί του, απαντήσαμε ότι αν συναντούσαμε τον γέροντα Παΐσιο δεν θα έρθουμε, σε αντίθετη περίπτωση θα μέναμε εκεί το βράδυ.

Ο γέροντας μας είπε ότι θα τον συναντούσαμε.

Ξεκινήσαμε για το κελί του γέροντα Παΐσιου και ο φίλος μου ήταν μπροστά μου περίπου 25 μ., ενώ εγώ μόλις πέρασα έναν κορμό από το ρυάκι αντικρίζουμε έναν μοναχό στο ύψωμα πάνω από το λιβάδι πριν φθάσουμε στο καλύβι του γέροντα Παΐσιου.

Μας ρωτάει ο μοναχός:

-       Ποιόν ψάχνετε;

-       Τον γέροντα Παΐσιο του απαντώ.

-       Τι να τον κάνεις αυτόν;

-       Θέλω να τον συναντήσω, για να πάρω την ευχή του, ότι πήρα του πάτερ Πορφυρίου και να του πω κάποια πράγματα.

-       Αφού πήρες του πάτερ Πορφυρίου τι θέλεις να πάρεις την ευχή του γέροντα Παΐσιου, αφού μπροστά του δεν αξίζει τίποτα;

-       Δεν πειράζει του λέω, εγώ θέλω να τον δω, και να πάρω και την δική του ευχή και να του πω και ορισμένα πράγματα.

-       Θέλεις να τα πεις σε ‘μένα, μου λέει, και να τα μεταφέρω, γιατί τον συναντάω;

-       Ευχαρίστως του λέω.

Πότε βρέθηκε πάνω από το ύψωμα των 7-8 μ. και από απόσταση 15-20 μ. δίπλα μου δεν το καταλάβαμε.

Αφού του είπα αυτά που ήθελα να του πω, μου είπε τα ίδια πράγματα που μου είπε και η μητέρα μου στον ύπνο μου, η οποία θα πρέπει να αναφέρω ότι είχε κοιμηθεί και επιπλέον ορισμένα πνευματικά.

Μου είπε για τα βιβλία που διάβαζα και ότι πρέπει να βρω έναν Πνευ­ματικό.

Μετά ασπάσθηκα το χέρι του και αισθάνθηκα ένα χτύπημα στο κεφάλι (ευλογία).

Κατόπιν ξαφνικά χάθηκε μέσα στο δάσος.

Φεύγοντας συναντήσαμε έναν κύριο που ήταν πνευματικό παιδί του γέ­ροντα Παΐσιου στον δρόμο που κουβαλούσε κάποια πράγματα για τον γέροντα.

Του είπα να μην πάει στο καλύβι του γέροντα, γιατί συναντήσαμε έναν μοναχό που μας είπε ότι λείπει. Ο κύριος μας ρώτησε πως ήταν ο μο­ναχός και όταν τον περιέγραψα, μου είπε ότι αυτός ήταν ο γέροντας Παΐσιος.

Το ίδιο μου είπε αργότερα και ο πατήρ Νικόλαος στο Κουτλουμούσι. Όταν, βέβαια, αργότερα είδα την φωτογραφία του γέροντα Παΐσιου δεν μου έμεινε καμία αμφιβολία, ότι ο μοναχός που συνάντησα ήταν ο γέ­ροντας Παΐσιος.


Φωτιάδης Αναστάσιος- Αγιογράφος



Το 1990 επισκέφθηκα τον πάτερ Παΐσιο με μια παρέα από την Πτολεμαΐδα. Στα διάφορα θέματα που συζητήσαμε τον ρώτησα πως θα επιβιώσουμε στα χρόνια του Aντιχρίστου ,εμείς που δεν θέλουμε να σφραγιστούμε. Μου είπε μην στεναχωριέστε, με λίγο ψωμί και λίγο παξιμάδι, όπως την εποχή του 1940, επιβίωσαν οι πρόγονοι μας, έτσι θα επιβιώσουμε και εμείς ,άλλωστε θα περνάει τόσο γρήγορα ο καιρός που δεν θα το καταλάβετε πως θα περάσει.

Η πρώτη φορά που πήγα στο Άγιον Όρος ήταν το 1987. Ήμασταν παρέα τότε 3 νεαροί, καθίσαμε, όμως, μόνο ένα βράδυ κι έτσι δεν μπορέσαμε να επισκεφτούμε το Γέροντα Παΐσιο. Την δεύτερη φορά που επιθύμησα να πάω στο Όρος ήμουν στην Αθήνα. Δούλευα σε μία εταιρεία συστημά­των ασφαλείας. Ο διευθυντής μου μιλούσε συνεχώς για την μετεμψύχω­ση και μάλιστα επέμενε ότι, όχι μόνον υπάρχει, αλλά και ότι ο πατέρας του, λίγο πριν πεθάνει, είχε ζήσει μιαν ανάλογη κατάσταση. Εγώ επέμε­να ότι βρισκόταν σε απόλυτη πλάνη και ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι ξεκάθαρη σ’ αυτό το θέμα, μας το λέει καθαρά. Εκείνος, όμως, επέμενε. Τελικά, τον Σεπτέμβριο 1988 του είπα: «Θα πάω στο Άγιον Όρος και θα μιλήσω με έναν Άγιο Γέροντα. Θα δεχτείς ό,τι μου πει;». «Φυσικά», μου απάντησε, «αφού σίγουρα θα σου πει ότι μετεμψύχωση υπάρχει».

Πήγα, λοιπόν στο Άγιον Όρος. Κατά το απόγευμα φτάσαμε στις Καρυές και την ώρα που έπεφτε ο ήλιος ήμασταν στην Παναγούδα. Χτυπήσαμε, ξαναχτυπήσαμε το κουδουνάκι στην αυλόπορτα, φωνάξαμε ξανά και ξανά, αλλά απάντηση καμία. Ήξερα από έναν χωριανό μου, ότι εάν επέμενες, μπορεί να σου άνοιγε, και φώναξα: «Μόνο την ευχή σου να πάρουμε, Πατέρα, και θα φύγουμε». Σε λίγο άνοιξε η πόρτα και βγήκε ο παππούλης. Ένας απλός και απέριττος γεροντάκος μας πλησίασε χαμο­γελώντας. «Τι φωνάζετε ρε παιδιά; Δεν βλέπετε ότι είναι περασμένη η ώρα; Έχουμε κι εμείς οι καλόγεροι το τυπικό μας». «Αργήσαμε, πάτερ», του είπαμε, «γιατί ερχόμαστε από την Δάφνη με τα πόδια». Ο Γέροντας απάντησε: «Πάρτε κέρασμα, και αφού κάνατε τόσο κόπο, πείτε, έτσι όπως είστε με την σειρά το όνομά του ο καθένας και για ποιο πράγμα θέλει να προσευχηθώ». Έτσι ξεκίνησε ο καθένας με την σειρά να λέει. Τελευταίος ήμουν εγώ. Λίγο από το άγχος αν θα μας δεχόταν, λίγο που φώναξα πιο πολύ και τον βγάλαμε έξω, μόλις με ρώτησε: «πως σε λένε και τι ζητάς από τον Θεό να τον παρακαλέσω για σένα;» ξεχάστηκα. Είπα μόνο το όνομά μου. Με ρώτησε: «Θέλεις κάτι;» «Όχι» απάντησα. «Την ευχή σου και να προσευχηθείς για την σωτηρία της ψυχής μου. Αυτό μου ήρθε έτσι αναπάντεχα στο στόμα. Είχα ξεχάσει τις επίμονες και διαρκείς διαμάχες με τον διευθυντή μου περί μετεμψύχωσης. Είχα ξεχάσει ότι του είχα υποσχεθεί πως οπωσδήποτε θα συζητούσα το θέμα με τον Γέροντα Παΐσιο. Τότε ο Γέροντας μου είπε: «Και για το σώμα; Μόνο για την ψυχή να ζητάμε να σωθεί; Με το σώμα αυτό είναι δεμένη η ψυχή. Μ’ αυτό αμαρτάνει, μ’ αυτό κάνει και το καλό. Στην Δευτέρα Παρουσία αυτό το σώμα θα ενδυθεί ξανά η ψυχή, μόνο που πλέον θα είναι άφθαρτο. Με το ίδιο είτε θα σωθεί είτε θα καταδικαστεί. Πρέπει να κρατάμε και το σώμα καθαρό, όπως και την ψυχή».

Πήραμε την ευλογία του και πήγαμε στο Κονάκι της Διονυσίου για διανυκτέρευση. Εκεί, αφού ηρεμήσαμε λίγο, θυμήθηκα τι ήθελα αρχικά να ρωτήσω τον Γέροντα. «Ωχ!» είπα. «Ξέχασα την μετεμψύχωση!». Αφού πέρασε λίγη ώρα, άρχισα να σκέφτομαι τι του ζήτησα και τι μου είπε, ενώ είχα τόσα άλλα να ρωτήσω το διορατικό και άγιο αυτόν Γέροντα. Ξαφνικά, όμως, αντιλήφθηκα ότι το ερώτημά μου είπε απαντηθεί, έστω και με πλάγιο τρόπο. «Με το σώμα αυτό» θα βρεθούμε στην Δευτέρα Παρουσία! Όχι με άλλο. Άρα, μόνο ένα σώμα και μόνο μία ψυχή μας αναλογούν. Άρα, δεν υπάρχει μετεμψύχωση. Όταν γύρισα στην Αθήνα, με ρώτησε ο διευθυντής μου σχετικά και του είπα ό,τι μου είπε ο π. Παΐσιος. Δεν το δέχτηκε, δεν πείστηκε. Εύχομαι να έχει αλλάξει και να έχει βρει μέχρι τώρα την αλήθεια.

Την τρίτη φορά που επισκέφθηκα τον Γέροντα, βρέθηκα σε μία πολυ­πληθή σύναξη. Όταν ήρθε η σειρά μου, τον ρώτησα για τον Αντίχριστο. «Πως θα ζήσουν εκείνοι που δεν θα δεχθούν το σφράγισμα; Τι θα τρώ­νε;» «Όπως στα χρόνια της Κατοχής και του Εμφυλίου», είπε, «που με λίγες ελιές και λίγο παξιμάδι πέρασαν οι δύσκολες ημέρες, έτσι και τότε. Θα τρώμε λίγο, ό,τι βρίσκουμε-και ούτε θα καταλάβουμε πως θα περάσει ο καιρός».

Σ’ εκείνη την ίδια συζήτηση μας είπε πως γνώρισε ένα Ελληνόπουλο που δούλευε στο Βέλγιο, στους υπολογιστές, που του είχε πει ότι μπορούν να μας παρακολουθούν από τους δορυφόρους ακόμη και μέσα στην θάλασσα. Και ακόμη πως οι τηλεοράσεις θα παίζουν διπλό ρόλο. Θα παρέχουν, βέβαια, εικόνα και ήχο, αλλά θα μπορούν ταυτόχρονα και να λαμβάνουν εικόνες και ήχους από τον χώρο που βρίσκεται η συσκευή και να τα μεταφέρουν σε όσους θέλουν να παρακολουθούν την ζωή μας μέσα στο σπίτι.

Τελευταία φορά πήγα με τον κουνιάδο μου τον Δεκέμβριο του 1992. Στον δρόμο βρήκαμε και ένα γιατρό. Όταν φτάσαμε έξω από το καλύβι του Γέροντα, ήταν μόνος του στην αυλή. Του είπαμε τότε: «Για την ζήλεια την γυναικεία, τι έχετε να πείτε;». «Ακούστε», μας είπε. «Η γυναίκα είναι από φυσικού της ζηλιάρα. Εάν της δώσεις και λίγο δικαίωμα, είναι ακόμα χειρότερα. Εάν βλέπετε ότι η γυναίκα εξαγριώνεται, εσείς να είστε ήρεμοι, να την καταπραΰνετε. Εάν και εσείς φωνάζετε, θα γίνει με­γάλη φασαρία. Πες ο ένας, πες ο άλλος, διαλύεται το ζευγάρι. Είναι σαν τις σκληρές πέτρες. Δύο σκληρές πέτρες όταν τις χτυπάς, βγάζουν σπίθα. Σπίθα-σπίθα, παίρνει φωτιά. Εάν, όμως, η μία πέτρα είναι μαλακή, τότε, όσο και να χτυπάει η σκληρή πέτρα, σπίθα δεν βγαίνει. Άλλωστε, με ένα χάδι, με λίγα γλυκά λόγια, μπορεί να καλμάρει η γυναίκα. Και μόλις ηρεμήσει, θα καταλάβει το σφάλμα της και θα ξεχαστούν όλα».

Στην συνέχεια, ρώτησε τον γιατρό τι ειδικότητα είχε. Εκείνος απάντη­σε ότι δεν είχε ξεκινήσει ακόμα, αλλά πως του άρεσε η προοπτική της γυναικολογίας. «Να προτιμήσεις άλλη ειδικότητα», του συνέστησε ο Γέ­ροντας. «Καλό θα ήταν γυναικολόγοι να γίνονται οι γυναίκες γιατροί». Το καλοκαίρι του 1977 ανέβηκα στο Άγιον Όρος για προσκύνημα, με τρείς φίλους μου δασκάλους από την Κόρινθο. Ο Γέροντας Παΐσιος έμε­νε τότε στο κελί του Τιμίου Σταυρού, στην Καψάλα. Μας υποδέχτη­κε και καθίσαμε στις γνωστές «πολυθρόνες» από κούτσουρα. Δίπλα ακριβώς ήταν ο τάφος του Γέροντά του π. Τύχωνα, με κρεμασμένο στο σταυρό ένα τεράστιο κομποσχοίνι. Αφού μας κέρασε το παραδοσιακό αγιορείτικο λουκούμι και νεράκι, συμβούλεψε τους δασκάλους φίλους μου πώς να φέρονται στα παιδιά στο σχολείο. «Πρέπει να καταλάβει το παιδί», έλεγε, «ότι το αγαπάτε. Αν το καταλάβει αυτό, θα έχει μεγάλη επιτυχία το έργο σας. Μετά το διδακτικό έργο, συμβουλεύετε τα παιδιά να εκκλησιάζονται, να εξομολογούνται από μικρά, αλλά με την θέλησή τους και όχι καταναγκαστικά».

Το 1979 ανέβηκα και πάλι στο Όρος με τον γιό μου Άγγελο. Συναντήσα­με τον Γέροντα στην ρεματιά που ανεβαίνει από την Μονή Ιβήρων και φτάνει στην Παναγούδα. Του έκανα παράπονα για τον γιό μου, ότι είναι «ζωηρός και λίγο ανυπάκουος» (ο Άγγελος ήταν τότε 18 ετών). Εκείνος τον κοίταξε βαθιά στα μάτια και είπε: «Ο Άγγελος είναι πολύ καλό παι­δί. Θα προκόψει στην ζωή, αρκεί να μείνει μακριά από την σάρκα και να κρατηθεί καθαρός και αμόλυντος. Εσείς δεν πρέπει να του φέρεστε από­τομα, όταν παρακούει. Με καλοσύνη και αγάπη μόνο». Στην συνέχεις, απευθυνόμενος στον ίδιο, είπε: «Κι εσύ, παιδί μου, έχεις υποχρέωση να ακούς τον πατέρα σου. Ακούγοντας τον πατέρα σου, ευαρεστείς τον Θεό και όλα θα σου έρθουν ευνοϊκά». «Κι εσείς, όπως είπαμε, στο παιδί μα­λακά να φέρεστε, με αγάπη και καλοσύνη, γιατί αυτά που κάνει τώρα ο Άγγελος, τα κάνατε κι εσείς όταν ήσασταν νέος». Το παιδί γέλασε εκείνη την ώρα όταν τα άκουσε αυτά. Πήρε θάρρος και τον ρώτησε: «Γέροντα, να δώσω εξετάσεις στην Σχολή Ικάρων;» ο Γέροντας τον ξανακοίταξε και του απάντησε: «Αφού σ’ αρέσει τόσο πολύ, να δώσεις εξετάσεις. Μόνο γράψε μου τις ημερομηνίες, να προσευχηθώ κι εγώ από ‘δω, για να τα πας καλά». Φεύγοντας του είπε: «Άντε, στην ευχή του Θεού, παιδί μου.

Οι γυναίκες είναι, ας πούμε, λίγο κουτές. Μία γυναίκα που θα πάει στην αγορά να αγοράσει-ας υποθέσουμε-πιάτα θα δει εδώ, θα ψάξει από εκεί, μέχρις ότου βρει πιάτα με λουλουδάκια. Όμως, λίγο εδώ προσκολλάται, λίγο εκεί προσκολλάται, με αποτέλεσμα η καρδιά της να δίνεται στα μάταια ή στον πειρασμό και στο τέλος δεν μένει τίποτα για τον Χριστό. Μήπως, αν φας το φαγητό σε πιάτα με λουλουδάκια, θα είναι πιο νόστιμο;

-     Εσείς που ζείτε στον κόσμο, για να αγαπήσετε τον Χριστό, θα πρέπει πρώτα να αγαπήσετε τους ανθρώπους.

-     Φροντίστε να βρείτε ή να φτιάξετε σπίτι έξω από το τρελάδικο των πόλεων. Κάποτε ο πόλεμος έδιωχνε τους ανθρώπους από τις πολυκατοι­κίες. Σήμερα τους διώχνει ο πολιτισμός, που είναι χειρότερος πόλεμος.

-     Το ζωηρό, ανήσυχο παιδί, αν μπλέξει με ήρωες, θα γίνει ήρωας, αν μπλέξει με φονιάδες, θα γίνει φονιάς, αν μπλέξει με αγίους, θα γίνει άγιος. Ενώ το ήσυχο, το φρόνιμο παιδάκι, γενικά έχει σταθερή πορεία στην ζωή του, δηλαδή δύσκολα θα παρασυρθεί.

Οι γυναίκες μιλούν με την καρδιά. Στην δική σου γυναίκα χρησιμοποίησε και λίγη καρδιά. Μην μιλάς μόνο με την λογική.

-     Τα μικρά παιδιά έχουν την χάρη του Αγίου Βαπτίσματος. Αν προσπα­θήσουν, αν αγωνιστούν, τότε αποκτούν και το διορατικό χάρισμα (την «πνευματική τηλεόραση»), όπως και οι πρωτόπλαστοι, που συν τοις άλλοις ,είχαν και αυτό το χάρισμα.

-     Ο Θεός με τον σεισμό κουνάει την γη. Αν υποθέσουν ότι είχε στα χέρια του μία συσκευή και σιγά-σιγά αύξανε τα ρίχτερ γυρνώντας ένα δια­κόπτη, θα ταρακουνιόταν όλο και περισσότερο η γη. Τότε, αν μία φωνή εξ ουρανού φώναζε για μετάνοια των ανθρώπων, όσοι μετανοούσαν μ’ αυτόν τον αναγκαστικό τρόπο, θα δημιουργούσαν προβλήματα στον Πα­ράδεισο. Γι’ αυτό, πρώτα δίνουμε εξετάσεις για τον Παράδεισο-κι αυτό γίνεται σ’ αυτήν την ζωή-και μετά πηγαίνουμε εκεί, εφόσον πετύχουμε στις εξετάσεις.

Μόνο να περιμένεις με υπομονή να ωριμάσει ο καρπός και να πέσει. Γι’ αυτό οι γονείς εμπιστευτείτε τα παιδιά σας στον Θεό. Όταν τα παιδιά δεν ακούν μία-δύο-τρεις, εμπιστευτείτε τα στον Θεό. Γιατί εσείς δημι­ουργήσατε την σάρκα τους, αλλά ο Θεός την ψυχή τους. Επομένως, ο Θεός είναι υποχρεωμένος να νοιαστεί γι’ αυτά.

-     Για να κάνουμε καρδιακή προσευχή, πρέπει να κάνουμε δικό μας τον πόνο του άλλου.

-     Πολλοί άγιοι θα ήθελαν να ζήσουν στην εποχή μας και να κάνουν τον αγώνα μας.

-     Ήρθε η εποχή που θα χωρίσουν τα πρόβατα από τα κατσίκια. Άλλοτε, αν σε μία υπηρεσία βρίσκονταν δέκα άτομα, οι μισοί ήταν άνθρωποι πιστοί, οι τρεις αδιάφοροι και οι δύο άπιστοι. Ωστόσο, οι αδιάφοροι έλεγαν στους πιστούς: “Πάρτε δύο δραχμές κι ανάψτε μας ένα κερί την Κυριακή που θα πάτε στην Εκκλησία”. Σήμερα, από εκείνους τους δέκα, μόνον ένας είναι πια πιστός. Κι αυτός, για να βρει κι άλλον, θα πρέπει να ψάξει μακριά. Από την μια θα έχουμε ακολουθίες και αγρυπνίες και από την άλλη γλέντια και διασκεδάσεις.

-     Η αληθινή Ένωση (των Εκκλησιών) θα γίνει από ανθρώπους που είναι πραγματικά ενωμένοι με τον Θεό. Δεν θα γίνει με χαρτιά και συμφωνη­τικά!



Κ.Χ., Πτολεμαΐδα



Καλοκαίρι του 2010 ήμουν στο Νοσοκομείο για δυόμισι μήνες. Νοσηλεύ­τηκα για ένα σπάνιο αυτοάνοσο νόσημα. Οι γιατροί είπαν στους δικούς μου πως μόνον ο Θεός θα μπορούσε να με βοηθήσει ουσιαστικά.

Η κατάστασή μου ήταν τραγική. Το σώμα μου ήταν γεμάτο ανοιχτές πληγές, το ίδιο το στόμα και τα μάτια μου. Ήμουν κατάκοιτη με το ανοσοποιητικό μου σχεδόν να μην λειτουργεί. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, μία λοίμωξη επιβάρυνε την ήδη δύσκολη κατάσταση. Τίποτα δεν έφερνε αποτέλεσμα: ούτε οι οροί, ούτε οι αντιβιώσεις, ούτε τα ισχυρά αναλγητικά, ούτε ακόμη και το αίμα που μου μετάγγιζαν.

Μια μέρα, ένας ξάδερφός μου που με επισκέφθηκε μου έφερε μία εικόνα του π. Παϊσίου και ένα σταυρουδάκι και τα έβαλε στο προσκεφάλι μου. Δεν ήξερα πολλά για τον Γέροντα μέχρι τότε. Είχα, όμως, ακούσει για τα θαύματα που είχε κάνει.

Νύχτωσε και όπως κάθε βράδυ έκανα προσπάθεια να κοιμηθώ., καθώς μου ήταν δύσκολο από τους πόνους. Γύρω στα μεσάνυχτα ένοιωσα κά­ποιον να μου ψιθυρίζει στο αυτί: “Θα γίνει καλά, δεν έχεις τίποτα. Σύ­ντομα θα φύγεις από ‘δω. Είσαι καλά...”.

Ένοιωσα, τότε μια γαλήνη, μιαν ανέλπιστη δύναμη. Να με διακατέχει και άρχισα ήδη να αισθάνομαι καλύτερα. Αμέσως το μυαλό μου πήγε στον Γέροντα και σκέφτηκα ότι ήταν εκείνος που μου μίλησε, μεταδίδοντάς μου αυτήν την δύναμη. Από εκείνη την ημέρα η κατάστασή μου άρχισε να βελτιώνεται αισθητά, κάτι που επιβεβαίωναν και οι εξετάσεις μου. Άρχισα να τρώω και να περπατάω. Αισθανόμουν ότι είχα επιστρέ­ψει στην ζωή. Οι γιατροί στις καθημερινές τους επισκέψεις δεν πίστευ­αν στα μάτια τους. “Έγινε θαύμα”, μου έλεγαν. “Δεν είναι δυνατόν. Μας διέψευσες.”. Πήρα εξιτήριο στις 5 Αυγούστου, ύστερα από δυόμιση μήνες νοσηλείας.

Τον π. Παΐσιο τον έχω σε ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου. Διαβάζω γι’ αυτόν και προσεύχομαι, γνωρίζοντας πως σήμερα ζω από θαύμα που το οφείλω σ’ εκείνον. Τον θεωρώ προστάτη μου και πιστεύω, ότι βρίσκεται πάντα δίπλα μου, όπως και δίπλα σε όποιον άλλο ζητήσει την συνδρομή του.



Α.Μ. Εκπαιδευτικός, Κοζάνη



Επισκέφτηκα τον τάφο του Αγίου Παϊσίου τον Μάϊο του 2015. Στο δρόμο της επιστροφής από τη Σουρωτή ένοιωσα έντονη κόπωση και υπνηλία λόγω και του βεβαρημένου προγράμματος των προηγούμενων ημερών. Αφού φθάσαμε έξω από τη Βέροια έκανα την προσευχή μου δοξάζοντας την Παναγία και ευχαριστώντας τον Γέροντα που κατάφερε να μας οδηγήσει μέχρι εκεί και παρακάλεσα και για το υπόλοιπο της διαδρομής . Στα τούνελ της Καστανιάς αποκοιμήθηκα στο τιμόνι και ξύπνησα από τα χτυπήματα του αυτοκινήτου στο δεξί κράσπεδο. Ξυ­πνώντας επικαλέστηκα το όνομα του Αγίου Παΐσιου «Γέροντα Παΐσιε σώσε μας» φώναξα και έστριψα το τιμόνι του αυτοκινήτου αλλάζοντας κατεύθυνση. Χτύπησα τότε το αριστερό κράσπεδο. Ευτυχώς δεν υπήρχε αυτοκίνητο ούτε αριστερά αλλά δεν ακολουθούσε και κάποιο όχημα. Η συνοδηγός επικαλέστηκε και αυτή το γέροντα με το όνομά του « Πάτερ Παΐσιε βοήθησέ μας». Προσπαθώντας να επαναφέρω το αυτο­κίνητο στη δεξιά λωρίδα του τούνελ χτυπάμε στο δεξί κράσπεδο. Το αυτοκίνητο χτυπά ξανά αριστερά στο απέναντι κράσπεδο και μετά πάλι δεξιά. Μετά από τα αλλεπάλληλα χτυπήματα με τη βοήθεια του Αγίου καταφέρνω να σταματήσω το αμάξι. Στο πίσω κάθισμα του αυτοκινή­του καθόταν και τρίτος συνεπιβάτης χωρίς τη ζώνη ασφαλείας ο οποίος χάρη στη προστασία του Αγίου δεν έπαθε γρατσουνιά και αναφώνησε: « τώρα και αν ΠΙΣΤΕΥΩ »»! Κατεβαίνει η συνοδηγός να δει τι ζημιές υπέστη το αυτοκίνητο, διότι η σωματική ακεραιότητα όλων ήταν βέβαιη, και δεν υπήρχε ούτε γρατσουνιά στο αυτοκίνητο εκτός από ένα σκασμέ­νο λάστιχο. Περιμένοντας την οδική βοήθεια για να αλλάξει το λάστιχο στην Εγνατία οδό και λίγο έξω από το τούνελ διαπιστώνουμε ότι το τούνελ δεν είχε φως ούτε φωτεινές ενδείξεις και λίγο πριν το ατύχημα η συνοδηγός διέκρινε απόλυτο σκοτάδι . Θυμήθηκε μάλιστα ότι με άκουσε να φωνάζω δυνατά «τι σκοτάδια είναι αυτά». Το θαύμα του Αγίου έσωσε τρεις ζωές! Η επίσκεψη στο τάφο που προφανώς δεν ήθελε ο πονηρός έλαβε θαυμαστό τέλος!



Βασίλειος Καβουρίδης- Γυμναστής ,Κοζάνη


Ένας φίλος μου ,μου δώρισε στον γάμο μου το βιβλίο του Επισμηναγού Ε.Α. Νικολάου Α. Ζουρνατζόγλου «Μαρτυρίες Προσκυνητών-Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης 1924-1994», το οποίο κοσμούσε την βιβλιοθήκη μου.

Το 2010 ένα βράδυ στις 12 π.μ. το χέρι μου ψάχνοντας ένα βιβλίο να διαβάσει, πήγε λες και με μαγνήτη στο βιβλίο του Γέροντος Παϊσίου. Διάβασα από τις 12 π.μ.-4 π.μ. περίπου 250 σελίδες.

Στις 4 π.μ. μια ευωδία (μου θύμισε τα παιδικά μου χρόνια από το άρω­μα λεμονιού) πλημμύρισε τον χώρο γύρω μου.Ξύπνησα την γυναίκα μου και της ανέφερα το γεγονός.Μου είπε μπορεί να είναι κάτι άλλο.

Πήγα στο σαλόνι του σπιτιού μας και η η αναπνοή μου διακόπτονταν από λυγμούς, ενώ η μυρωδιά ήταν πιο έντονη και ένοιωθα μία έντονη ευφορία.

Για τους επόμενους μήνες πίστευα, ότι ο γέροντας ήταν κοντά μου και από τότε σ’ όλα τα προβλήματα που είχα, όταν επικαλούμουν τον γέρο­ντα, η απάντηση ερχόταν άμεσα.

Η τελευταία μετά από χρόνια απάντησή του, ήταν λίγες μέρες μετά την αγιοποίησή του στην Εκκλησία όταν άναψα ένα κερί για τον Άγιο και ένα για την οικογένειά μου.

Αυθόρμητα τον ρώτησα: «Καιρό έχω να σε νιώσω».

Η απάντηση που έλαβα ήταν: «Δεν με χρειάζεσαι πια».



Σακελλάκος  Σαράντης



 Συνάντηση με τον Πάτερ Παΐσιο

Ο Μοναχός Παΐσιος ήταν μία ασκητική παρουσία στο ‘’Περιβόλι της Πα­ναγιάς’’ που προσελκύει τους Προσκυνητές του Αγίου ΄Ορους.

Είχα πολλά ακούσει για τις συναντήσεις του, με όσους τον επισκέπτο­νταν          και υπήρχε βαθειά μέσα μου η επιθυμία να τον επισκεφθώ, να

σκύψω ευλαβικά να του φιλήσω το χέρι και να πάρω την ‘’ευλογία του’’. Βρισκόμασταν την δεκαετία του ‘’90’’στο Όρος. Με τον φίλο μου Ι.Α. , και αποφασίσαμε ένα πρω’ί’νό , να πάμε στο ‘’κελί’’ του.

Πιστεύαμε ότι τα πράγματα θα ήταν απλά…...όπως απλά,

 είναι ,όταν κάποιος επισκέπτετο τους Μοναχούς στα ‘’κελιά’’ τους που ήσαν εκατοντάδες στο Άγιο Όρος.. πάντα με ανοικτές τις πόρτες τους ,στους επισκέπτες.

Φθάσαμε μεσημέρι στην ’’ Παναγούδα ‘’στη περιοχή που ήταν το σπίτι, του Πάτερ  Παϊσίου.

Η σκήτη, ήταν στην κορυφή ενός μικρού λόφου, που ήταν περικυκλωμέ­νος με αρκετά υψηλό συρματένιο πλέγμα ,που δεν επέτρεπε την ελεύ­θερη είσοδο στην σκήτη. Έπρεπε να ανοίξουμε την πόρτα ,εμπρός στην οποία είχαμε φθάσει η οποία όμως ήταν κλειδωμένη.

Κοιτάζοντας ψηλά, στο σπιτάκι του Πάτερ Παΐσιου, ένα απλό και λιτό κατασκεύασμα, με ξύλα και λαμαρίνα, όπως θυμάμαι-είδαμε δύο φι­γούρες, που εκινούντο εκεί ψηλά ,προσεκτικά .Η απόσταση από χαμη­λά, από εμάς, ήταν περίπου σαράντα (40) μέτρα.

Φωνάζαμε δυνατά

-Πάτερ Παΐσιε , θέλουμε να σας δούμε. καμία απάντηση.

Οι φιγούρες που για λίγο είχαμε δει να κουνιούνται, εκεί ψηλά ,δεν ξα­ναφάνηκαν.

Εξακολουθούσαμε να φωνάζουμε. ότι επιθυμούσαμε να τον δούμε. Καμία απάντηση.

Πρέπει να μείναμε εκεί φωνάζοντας κατά διαστήματα. να μας δεχθεί, περισσότερο από μισή ώρα. επιπλέον φωνάζαμε, «δεν φεύγουμε αν δεν σας δούμε».

Κάποια στιγμή, η αδύνατη φιγούρα του Πάτερ Παΐσιου φάνηκε και μας είπε, με μία ήρεμη φωνή.

-Σας στέλνω το κλειδάκι για την πόρτα, είναι μέσα στο μπαλάκι. Παρα­καλώ κλειδώστε μπαίνοντας και φέρτε μου και κλειδί πάνω.

Είδαμε ένα μπαλάκι του τένις (ή κάτι τέτοιο) που έριξε από εκεί πάνω, έχοντας μία συρμάτινη θηλιά ,να γλιστράει και να έρχεται προς εμάς.

Η μία άκρη του σύρματος, που ήταν δεμένο επάνω, έφθανε έως κάτω, δεμένο, σα μία άκρη. πίσω από τη μεταλλική πόρτα που περιμέναμε. Όταν το μπαλάκι έφθασε σ'εμάς διαπιστώσαμε πως μέσα είχε μία μεγά­λη ξυραφιά και μέσα είχε το κλειδάκι.

Ανοίξαμε, κάνοντας ότι μας είπε και προχωρήσαμε προς τα επάνω.

Όταν βρεθήκαμε απέναντι του ,διαπίστωσα πως είχα απέναντι μου ένα νέο άνθρωπο ,μετρίου αναστήματος με ζωηρά μάτια. Μου φάνηκε, σαν ένας υγιής πενηντάρης μ’ ένα συμπαθέστατο πρόσωπο που είχε και ευγένεια, αλλά και πίκρα καθώς και μία ήρεμη διεισδυτική ματιά που όταν σε κοίταζε ένοιωθα να με διαβάζει.

-Πολύ νέος φαίνεστε και υγιής. Νόμιζα πως θα ήσασταν μεγαλύτερος του είπα

-Ευθύς αμέσως, ο Πάτερ Παΐσιος άνοιξε το ράσο μπρός στο στήθος του και μου έδειξε μία μεγάλη ουλή ,από ψηλά έως χαμηλά.

Έκανα μία μεγάλη χειρουργική επέμβαση μου είπε, (νομίζω πως ανα­φέρθηκε για επέμβαση... και πρόβλημα στους πνεύμονες)....πριν από κάποια χρόνια.

Είχαμε καθίσει, ο Πάτερ Παΐσιος, ο Ι.Α. και εγώ, εμπρός από το σπιτά­κι του , η ώρα ήταν περίπου 4μ.μ ... με ανάλαφρες και σίγουρες κινήσεις μας έφερε ένα ποτήρι νερό και μας κέρασε και ένα λουκούμι.

Ο ίδιος κατήυθηνε την συζήτηση, οι απόψεις του ήταν , πως η Ελλάδα θα περάσει δύσκολες ημέρες , αλλά θα ανασυνταχθεί δυναμικά.. και ναι μάλιστα , σε ζυμώσεις που θα έχουμε στην περιοχή μας , η Ελλάδα θα ξαναπάρει τα χαμένα εδάφη της, στις περιοχές της Μικράς Ασίας.

Μου φάνηκε πως όταν μιλούσε. κοίταζε μακριά και απροσδιόριστα. σα να αποκωδικοποιούσε τα μελλούμενα που θα συμβούν.

Εκείνες οι στιγμές που βρέθηκα , εγώ προσωπικά δίπλα στον Πάτερ Παΐσιο, της θεωρώ μαγικές γιατί ήσαν ήπιες ενώ ένιωθα έντονα από την πλευρά του Πάτερ Παϊσίου να βγαίνει αγάπη προς εμάς τους δύο.

Του μιλήσαμε και εμείς, οι δύο φίλοι, ο καθένας για τη ζωή του, και τα δικά του.

Η επίσκεψη στο κελί του Πάτερ Παϊσίου πρέπει να διήρκησε μία περί­που ώρα.

Όταν συνεννοηθήκαμε να φύγουμε, εγώ τον χαιρέτησα πρώτος.. όπου με αληθινό σεβασμό και αγάπη έσκυψα και τον φίλησα το χέρι. Κι ο Πάτερ Παΐσιος σκύβοντας μου φίλησε το κεφάλι , καθώς εγώ σκυμμένος του φιλούσα το χέρι,, και προχώρησα.

Ο φίλος μου τον χαιρέτησε επίσης. αλλά κατάλαβα πως.. κάνανε μία μικρή συζήτηση.

Όταν πήραμε τα μονοπάτια του Όρους , αμέσως μετά την επίσκεψη , ο φίλος μου μου λέει:

- Να σου πω κάτι... Ο πάτερ Παΐσιος, μου είπε να προσέχω αυτούς , που

μ’ αγαπάνε! Γιατί άραγε μου το είπε αυτό;

Εγώ προσωπικά ήξερα όλη τη ζωή του ΙΑ, και την προσωπική , όσο και την ευρύτερη οικογενειακή του ζωή, καθώς και τη συμπεριφορά του , αλλά και τις θέσεις του, σε πρόσωπο και πράγματα.

Επειδή με τον φίλο αυτό , πάντα όταν μιλάγαμε , λέγαμε αλήθειες, του ονομάτισα πολλά γεγονότα από τη ζωή του , κατόπιν του εξήγησα , τι εννοούσε ο Πάτερ

Τελειώνοντας αυτή μου την εμπειρία για τη συνάντηση μου , με τον εκλεκτό αυτόν, του Θεού άνθρωπο, .. νομίζω πως μέσα από αυτή τη μικρή πτυχή... είδα το μεγαλείο της απλότητας , της ταπεινότητας , της έμπνευσης , αλλά και της Αγιοσύνης του μεγάλου ασκητή Πάτερ  Παϊσίου.

Ας μας ευλογεί διαρκώς , από εκεί ψηλά που βρίσκεται!



Γιαρήμαγας Ιορδάνης –Δάσκαλος, Θεσσαλονίκη



Πήγαμε το1986 και γνωρίσαμε τον γέροντα Παΐσιο στην Σουρωτή και είχαμε μαζί ένα φίλο που ήταν και με κομμένο χέρι, αφού μετά τον πόλε­μο περιεργαζόταν μια χειροβομβίδα που έσκασε στα χέρια του.

Τότε στην Σουρωτή ήταν ένα μικρό εκκλησάκι.

Είμασταν περίπου 15 άτομα όταν συναντήσαμε τον χαριτωμένο γέροντα Παΐσιο.

Είχε ένα βλέμμα που εκτός από την αγιότητα του και τα μάτια του ήταν σπιθωτά, είχε ένα ιδιαίτερο βλέμμα και μας συγκίνησε η ηρεμία , η γαλήνη ,η απλότητα και η αγιότητα του.

Δεν ήθελε την κακομοιριά ,ήθελε την αρχοντιά.

Σε δάσκαλο είπε να μαθαίνετε όσο μπορείτε τα παιδιά γράμματα και να προσπαθείτε για το καλύτερο.

Σ' έναν Πατρινό που δούλευε στην Πειραϊκή-Πατραϊκή του είπε .πόσες ώρες δουλεύετε.

-Οχτώ απάντησε αυτός.

-Όχι είπε ο γέροντας να δουλεύετε παραπάνω για τις γυναίκες (εννοώ­ντας να ράβουν πιο μακριές φούστες).

Σε άλλο φίλο μου δάσκαλο που είχε ξεχάσει την τσάντα του στην δια­δρομή για το κελί του γέροντα του είπε....Νικολάκη ξέχασες την τσάντα σου και αυτός έτρεξε να την πάρει, στην διαδρομή βέβαια κατάλαβε πως ήξερε ο γέροντας το όνομα του και που είχε δει ότι ξέχασε την τσάντα του.

Κατόπιν αναφέρθηκε στη ανθρώπινη ύπαρξη.

Ο άνθρωπος δημιουργήθηκε από τον ΘΕΟ και σώμα και ψυχή και χρησι­μοποιούσε γι’ αυτό εικόνες από την καθημερινότητα ο γέροντας.

Μας είπε ,όταν αρρωσταίνει το σώμα δεν πάμε σε τυχαίο γιατρό ,γιατί υπάρχουν γιατροί που βλάπτουν, αλλά αντίθετα ρωτάμε και ψάχνουμε έναν καλό γιατρό, για να θεραπευθούμε.

Έτσι και η ψυχή αρρωσταίνει, είμαστε άνθρωποι και έχουμε όλοι αμαρ­τίες και όταν πέφτουμε σε αμαρτίες μας χρειάζεται θεραπεία, μ’ αυτόν τον τρόπο θεραπεύεται.

Θα πάμε για  εξομολόγηση, γιατί η φιλανθρωπία είναι η αγάπη, η οποία συγχωρεί όλες τις αμαρτίες ,αρκεί να μετανοήσουμε.

Τόνισε ο γέροντας το γεγονός να μην πάμε σε τυχαίο πνευματικό.

Θα βρείτε καλό πνευματικό, για να σε βοηθήσει και να σε αναπαύσει.

Εκεί σ’ αυτόν θα του εμπιστευτούμε και θα ανοίξουμε την καρδιά μας ,θα πούμε τις αμαρτίες μας και ότι άλλο μας προβληματίζει και τότε θα νοιώσουμε την ανάπαυση που είναι η θεραπεία.

Μ’ αυτόν τον τρόπο θεραπεύεται η ψυχή.

Να σας πω κάτι...σήμερα οι σύγχρονοι άνθρωποι όλοι βιάζονται.

Ενώ εγώ μεγάλωσα με κάρα, σήμερα οι άνθρωποι έχουν

τ’ αυτοκίνητα, που φθάνεις πιο γρήγορα.

Σήμερα όμως οι άνθρωποι είναι ανυπόμονοι και βιαστικοί, με αποτέλε­σμα να έχουμε άγχος και αγωνία, ενώ εμείς απλά βάζαμε τα πράγματα στο κάρο και ότι ώρα φθάσουμε (αυτό το ανέφερε για να μας δείξει την ανυπομονησία και την αγχώδη κατάσταση).

Να σας πω τώρα για την υπομονή μας είπε:

Παλιά κάθε εποχή περιμέναμε τα αντίστοιχα φρούτα, τον χειμώνα ,την άνοιξη ,τα ο καλοκαίρι ,το φθινόπωρο ,τα φρούτα της εποχής.

Σήμερα όμως οι άνθρωποι είναι αχόρταγοι π.χ. την ντομάτα την θέλουν όλες τις εποχές, με αποτέλεσμα να βλάπτει στην υγεία, γιατί για να γίνει η ντομάτα θέλει φάρμακο και όλα αυτά γιατί δεν έχουν υπομονή.

Αυτά τα είπε σε όλους.

Εκείνον τον καιρό εγώ ήμουν δόκιμος και δεν με απασχολούσε κάτι ιδι­αίτερο.

Μετά πήραμε την ευχή του, ενώ επίσης άλλες δύο φορές τον είδα και πήρα την ευχή του.

Με την γυναίκα μου εκείνον τον καιρό ήμασταν αρραβωνιασμένοι και μας είπε. να έχετε κοινό πνευματικό για να ισορροπήσει τα προβλήμα­τα της οικογένειας.

Σ’ έναν φίλο μου Στρατιωτικό (πρέπει να είναι τώρα ταγματάρχης) που ήταν τότε ανθυπολοχαγός του είπε:

Σ’ αυτήν την ζωή είμαστε προσωρι­νοί και δίνουμε εξετάσεις, θέλει λίγο φιλότιμο ν’ αγωνιστούμε (εννοούσε τον πνευματικό αγώνα) , να καθαριστούμε από τα πάθη και τις αμαρτίες μας μα την χάρη του Θεού να πιάσουμε την βάση, για να σωθούμε και να μπούμε στην Βασιλεία των Ουρανών.

Ο γέροντας Παΐσιος είχε πολύ και ωραίο χιούμορ, είχε το Πνεύμα το Άγιο γι’ αυτό και τα παραδείγματα του είχαν την φώτιση του Θεού.



Δημήτριος Μήτσου- Δάσκαλος, Πτολεμαΐδα.



Το 1993 ο καλύτερός μου φίλος, με τον οποίο είμαστε φίλοι από την πρώτη μέρα που ξεκινήσαμε το σχολείο, αντιμετώπισε ψυχολογικά προ­βλήματα.

Η αιτία ήταν μία συζήτηση, όπως ο ίδιος ισχυριζόταν, που είχε με κά­ποιους συμμαθητές μας σχετικά με δαιμόνια και βίαιες σκηνές έργων της τηλεόρασης. Το αποτέλεσμα, λοιπόν, ήταν από εκείνη την ημέρα ένα οκτάχρονο παιδί να εκδηλώνει φοβικά σύνδρομα, πανικό, έντονες συναι­σθηματικές εκρήξεις κ.α.

Οι γονείς του απευθύνθηκαν σε ειδικούς, παιδοψυχιάτρους χωρίς, όμως, κάποια σημαντική βελτίωση του παιδιού τους. Τέσσερεις μήνες σχεδόν έκανε ο μικρός να έρθει σχολείο και γενικά να βγει με την θέλησή του από το σπίτι.

Συγκεκριμένα, θυμάμαι όταν πήγαινα σπίτι του να παίξουμε, αρκετά συχνά, (για να «ξεχνιέται», όπως μου έλεγαν οι δικοί του) η μητέρα του με συμβούλευε από το πώς θα του συμπεριφέρομαι (όχι απότομα ή βίαιες κινήσεις), έως τι παιχνίδια θα παίξουμε και τι προγράμματα θα δούμε στην τηλεόραση. Ειδικά για το τελευταίο (την τηλεόραση), μας προέτρεψε να μην δούμε ένα παιδικό πρόγραμμα με δεινοσαύρους, που ήθελα να δω. Χρειαζόταν το παιδί όσο πιο γαλήνιο περιβάλλον γινόταν. Τα βράδια, απ’ ότι έλεγαν οι δικοί του στους γονείς μου, δεν κοιμόταν ήσυχα και ξαγρυπνούσαν όλοι μαζί. Ακόμη θυμάμαι το τρομοκρατημέ­νο βλέμμα του, που κοιτούσε γύρω του αγριεμένα, καχύποπτα, γεμάτο φόβο πως κάτι άσχημο, τρομερό θα συνέβαινε ξαφνικά!

Η κατάσταση του αδελφικού μου φίλου δεν βελτιωνόταν, έτσι οι γονείς του αποφάσισαν να επισκεφθούν τον Γέροντα Παΐσιο στο νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν το διάστημα εκείνο και ήταν σε θέση να δεχτεί κόσμο, για να δώσει την ευλογία του.

Ο φίλος μου ήταν από τα τελευταία παιδιά που είδε ο Γέροντας προ­τού κοιμηθεί. Το αποτέλεσμα της επίσκεψης αυτής ήταν από εκείνη την ημέρα το παιδί να «μεταμορφωθεί» και να επιστρέψει στην φυσιολογική ζωή, τόσο αυτός όσο και οι γονείς του, βέβαια, που για περίπου τέσσε­ρεις μήνες είχαν χάσει τον ύπνο τους, την γαλήνη τους και τους φυσιο­λογικούς ρυθμούς ζωής τους.

Το γεγονός αυτό δεν πρόκειται να το ξεχάσω, καθώς προείπα αφορά τον πραγματικά καλύτερό μου φίλο, αδελφικό μου φίλο, γείτονα και συμμα­θητή. Όταν καμιά φορά, ακόμη και σήμερα, τον ρωτάω τι έγινε τότε, μου απαντά πως κάθισαν μαζί, συζήτησαν για λίγα λεπτά, του διάβασε τότε ο Γέροντας μία προσευχή και απλά τον αποχαιρέτησε.




Μανώλας  Κωνσταντίνος-Υπάλληλος Δ.Ε.Η., Πτολεμαΐδα



Στις 23 Μαρτίου του 1993 επισκεφθήκαμε με τρείς Φλωρινιώτες τον Γέροντα Παΐσιο στην Παναγούδα, οι οποίοι σημειωτέον είχαν ξαναεπισκεφθεί τον γέροντα.

Ο καιρός ήταν συννεφιασμένος και είχε πολλή υγρασία. Όταν φθάσαμε στην Παναγούδα ,εκεί περίμεναν τον γέροντα γύρω στους εκατό προσκυ­νητές.

Αφού φάγαμε τα λουκουμάκια ,ήπιαμε και νερό, περιμέναμε γύρω στις δύο ώρες να βγει ο γέροντας από το κελί του.

Κάποια στιγμή άνοιξε η πόρτα από το καλύβι του γέροντα και σηκωθή­καμε ξαφνικά όλοι όρθιοι.

Εκείνη την στιγμή τον είδα από μακριά και μου έκανε μεγάλη εντύπωση που είχε ένα χαμόγελο, ενώ το σώμα του φαινόταν πολύ ταλαιπωρημένο. Νωρίτερα μιλούσα με κάποιον Γιώργο από την Ήπειρο, ο οποίος ερχόταν για τρίτη χρονιά στο Άγιο Όρος και περνούσε κάθε φορά να πάρει την ευχή του γέροντα.

Όταν περνούσαμε από τον γέροντα ,μπροστά μου ήταν ο Γιώργος ,στον οποίο είπε ο γέροντας....Γιωργάκη ήρθες πάλι στο Περιβόλι της Παναγιάς....με την ευχή της.

Έπειτα φιλάω το χέρι του γέροντα, τον κοιτάζω στο πρόσωπο και με χτυπάει στην πλάτη καθώς του λέω.... την ευχή σου γέροντα και μου απαντά          στην ευχή της Παναγιάς παιδί μου.

Στον δρόμο της επιστροφής για την μονή Ιβήρων ρωτάω τον Γιώργο... που σε ήξερε και μου απαντά....................... δεν ξέρω ,πρώτη φορά με αποκάλεσε με το όνομα μου.

Η χαρά μου ήταν πολύ μεγάλη και το προσκύνημα μου ήταν η αρχή μιας καινούργιας Χριστιανικής ζωής ,αφού η συνάντηση μου με τον γέροντα άλλαξε ριζικά την ζωή μου.



Α.Κ. Αμύνταιο



Μία ξαδέλφη μου είχε συναντήσει στην Σουρωτή τον γέροντα Παΐσιο και της μίλησε για την προσωπική της ζωή και τι θα της συμβεί στο μέλλον και της είπε: Τώρα αυτά που σου λέω θα τα ξεχάσεις αλλά όταν θα έρθει ο καιρός σιγά-σιγά θα τα θυμάσαι. Όπως και είπε ένα από αυτά ήταν ότι η Αγγελική είναι μακριά σου αλλά θα έρθει καιρός που θα είναι κοντά σου και θα γίνεται αιτία να μαθευτεί το όνομα μου στην Αυ­στραλία, γεγονός που και έγινε, αφού αγοράστηκαν τρία βιβλία «Σκεύος Εκλογής» από την Αγγελική χωρίς να γνωρίζει τίποτε και τα έστειλε στην Αυστραλία όπου και μαθεύτηκε το όνομα του γέροντος Παΐσίου από μία θεία μου δια μέσου του τοπικού τύπου, η οποία διάβασε το «Σκεύος Εκλογής» στην Αυστραλία και συγκλονίστηκε. Προσευχήθηκε στον Χριστό και τον ρωτούσε: γιατί Κύριε να μην γνωρίζω φημισμένους γέροντες εν ζωή αλλά μετά θάνατον; Και το βράδυ γύρω στις 10 μ.μ. ενώ ήταν μόνη στο δωμάτιο, εμφανίστηκε σε όραμα ένας γέροντας μ’ ένα νέο παιδί δίπλα και του είπε η θεία μου:

-      Τι θέλετε πάτερ;

-      Είμαι ο πάτερ Παΐσιος, δεν ζήτησες να με δεις;

-      Ναι πάτερ περιμένετε να σας δει και η ξαδέλφη μου.

-      Δεν μπορώ να καθίσω έχω δουλειά στην Αμερική, απάντησε ο πάτερ Παΐσιος.



Ασλανίδη Βασίλειος, Καθηγητής Φυσικής Αγωγής

Το 2011 σε μια παρέα φίλων στην Αθήνα, ένας εκ των παρευρισκομένων, που είχε πάει στον γέροντα Παΐσιο, μας είπε ότι του είχε πει ότι πριν από τα γεγονότα της Κωνσταντινούπολης θα προηγηθούν κάποιοι μικροσεισμοί, σαν προειδοποίηση από τον Θεό και μετά θα γίνει ένας μεγάλος σεισμός και η Ελλάδα θα μαυροφορεθεί. Αυτό θα αποτελέσει ευκαιρία για τους Τούρκους, οι οποίοι θα βρουν την χώρα μας σε στιγμή αδυναμίας και θα ακολουθήσει το χτύπημα.

 

 

 

Μαρτυρία του Αγίου Παϊσίου για τον π. Μάξιμο Καραβά! (Του Βασιλείου Π. Κερμενιώτη)

Ο γράφων και ο νυν Πρωτοσύγκελος της μητροπόλεως Φλωρίνης,  π. Νικηφόρος Μανάδης, έχουμε ένα κοινό φίλο που ονομάζεται Χαριζόπουλος Κωνσταντίνος του Δημητρίου και κατοικεί στο χωριό Δασύλλιο Γρεβενών. Ο  Κώστας είναι 52 ετών και έχει, μέχρι και σήμερα, στενή πνευματική αλλά και φιλική σχέση με τον π. Νικηφόρο.
Παλαιότερα, ο Κώστας διέμενε στην Πτολεμαΐδα. Είχε πάει κάποτε (το 1992) στο Άγιο Όρος συνοδεύοντας τον συγχωρεμένο τον πατέρα του, ο οποίος αντιμετώπιζε ένα πολύ σοβαρό οικογενειακό πρόβλημα. Ο κάθε πονεμένος άνθρωπος επισκέπτονταν τον σοφό Γέροντα Παΐσιο για τα σοβαρά ζητήματα που τον απασχολούσαν. Ο Άγιος Παΐσιος είχε επάνω του όλα τα υπερφυσικά Χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος (διορατικό, προορατικό, προφητικό, ιαματικό, κ.ά.).
Η μαρτυρία που θα αναφέρουμε, παρακάτω, θα συμπεριληφθεί στην νέα έκδοση του βιβλίου «μαρτυρίες προσκυνητών» του επισμηναγού ε.α. Νικόλαου Ζουρνατζόγλου.
Πράγματι, πατέρας και γιός συνάντησαν τον Πατέρα Παΐσιο στην καλύβα του, στην Παναγούδα και άδραξαν την ευκαιρία να τον συμβουλευτούν. Ο Άγιος συνέστησε στον πατέρα του Κώστα να πάει να εξομολογηθεί για να τον βοηθήσει ο Θεός στο σοβαρό πρόβλημα που αντιμετώπιζε. Εκείνος, υποσχέθηκε στον Άγιο ότι θα άκουγε τη συμβουλή του· μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν αρνητικός απέναντι στο μυστήριο της εξομολογήσεως. Τότε, πήρε το λόγο ο φίλος μου, ο Κώστας, και ρώτησε τον Άγιο Παΐσιο:
― «Γέροντα, να τον πάω στον πνευματικό μου, τον π. Νικηφόρο;».
«Όχι! Να τον πας στον Γέροντα Μάξιμο. Είναι πολύ καλός πνευματικός!» απάντησε με κοφτό και κατηγορηματικό τρόπο ο Πατήρ Παΐσιος και επανέλαβε με έμφαση: «Ο Γέροντας Μάξιμος είναι…» και έκανε μια χαρακτηριστική κίνηση με το χέρι του που έδειχνε μεγάλο σεβασμό και εκτίμηση!



    Bασιλική  Γαβριηλίδου, Θεσσαλονίκη 


Ο γέροντας Παΐσιος ήταν τις τελευταίες μέρες στο Θεαγένειο, λίγο πριν κοιμηθεί , πέθανε ένας από τους αδελφούς του.

  Το προσωπικό του Νοσοκομείου δεν ήθελε να του το πουν για να μην τον στενοχωρήσουν.

  Εκείνη την χρονική στιγμή ήταν ειδικευόμενοι στο Νοσοκομείο κάποιοι γνωστοί μου, οι οποίοι και μου είπαν ότι ο γέροντας Παΐσιος πληροφορήθηκε πνευματικά τον θάνατο του  αδελφού του , γεγονός που το είπε ο ίδιος στους γιατρούς.



Νουσηλάζου Ιωάννης - Γυμναστής, Νάουσα

Μία ξαδέλφη της γυναίκας μου πήγε στη Σουρωτή για να δει τον γέροντα Παϊσιο , γιατί δεν είχε αποκτήσει παιδιά. Είχε πολύ κόσμο στο μοναστήρι και οι μοναχές της είπαν: Δύσκολα να σας δει ο γέροντας.

  Όμως μετά την ειδοποίησαν να πάει στον γέροντα , ο οποίος την περίμενε. Με τόσο άγχος που να κάνεις παιδιά της είπε.

Εξομολογήθηκε και μετέλαβε και μετά από λίγο  καιρό έμεινε έγκυος.

Κατόπιν όταν γέννησε το πρώτο της παιδί , ο σύζυγος της επισκέφτηκε τον γέροντα Παΐσιο. Μόλις τον είδε ο γέροντας τον ρώτησε:-Τι κάνει ο λεβέντης ;


 Μαρτυρίες Τσιου Χρήστου  για την Κωνσταντινούπολη, Δάσκαλος
Κωνσταντινούπολη, Τουρκία, Βόσπορο, Θάλασσα, Θέα
Τον Σεπτέμβριο του 2009 ήμουν σε άσκηση στο Κλειδί Φλώρινας ως επίστρατος.
  Στην ίδια άσκηση συμμετείχε μόνιμος Υπολοχαγός από Αθήνα ηλικίας περίπου 27-28 χρονών που μόλις είχε πάρει το δεύτερο αστέρι.
  Με δική μου πρωτοβουλία αναφέρθηκα στο Άγιο Όρος και μου είπε ότι επισκέφτηκε η σειρά του στο τελευταίο έτος το ‘’Περιβόλι της Παναγίας’’ .
   Επίσης μου είπε ότι συνάντησαν και τον Γέροντα Παΐσιο.  Τον ρώτησα τι σας είπε και μου απάντησε: ‘’ ότι η σειρά σας  είναι η εκλεγμένη που  θα πάρουμε την Πόλη.’’   Θα είστε Λοχαγοί όταν θα γίνει αυτό.
  Δε θυμάμαι αν είπε : ‘’ έχετε πάρει την ευλογία για να μπείτε στην Πόλη ή είστε η ευλογημένη σειρά που θα μπείτε στην Πόλη.’’

                        Α.Φ. Γρεβενά
Ένας φίλος μου συνάντησε έναν απόστρατο αξιωματικό της Πολεμικής Αεροπορίας (Ι.Γ.) , ο οποίος του ανέφερε ό.τι σε επίσκεψη στο Άγιο Όρος Άγιο Όρος , ο γέροντας Παΐσιος του είπε ό,τι αυτός θα είναι ο Σημαιοφόρος που θα μπει στην Πόλη.
                      Κ.Λ. , Ιατρός
Ένας ξάδελφος μου ,που είναι παντρεμένος και ζει στο Αμύνταιο δεν είχαν αποκτήσει παιδιά  και επισκέφτηκαν τον γέροντα Παΐσιο,ο οποίος τους είπε:
-Θ’ αποκτήσετε δύο παιδιά.

  Μετά από λίγα χρόνια υιοθέτησαν δύο παιδιά , ένα αγόρι και ένα κορίτσι, τα οποία σήμερα είναι φοιτητές.



Λειψίστας Δημήτριος – Δάσκαλος, Πτολεμαίδα



Το 1990 μετά τον Δεκαπενταύγουστο πήγαμε στην Ουρανούπολη με μια παρέα φίλων με σκοπό να επισκεφθούμε το Άγιον Όρος , το οποίο καιγόταν και δεν επιτρεπόταν η είσοδος.

Κάποιος από εμάς έπρεπε να παραδώσει σε μια μία μονή ένα χρηματικό ποσό για ιεραποστολή . Σ’ αυτόν επιτράπηκε η είσοδος και κοντά σ’ αυτόν και σ’ εμάς.

Οι φωτιές στα μοναστήρια είχαν φθάσει μέχρι τα 20μ. Γυρίσαμε πολλές μονές και ακούσαμε για έναν φωτισμένο παππούλη, τον γέροντα Παΐσιο και αποφασίσαμε ένα απόγευμα να τον επισκεφθούμε στο καλύβι του στην <<Παναγούδα>>. Χτυπήσαμε το κουδούνι και έπειτα από μισή ώρα βγήκε ο γέροντας και μας κέρασε λουκούμια και μας πρόσφερε νερό. Ήταν και κάποιοι άλλοι κύριοι , εκτός από την δική μας παρέα και καθίσαμε στα παγκάκια και ανάμεσα μας σ’ ένα κούτσουρο ο γέροντας. Τότε κάποιος από τους παρευρισκομένους τον ρώτησε:

-                      Γιατί καίγεται το Άγιον Όρος;

-                      Και αυτός χαριτολογώντας του απάντησε:

-                      Γιατί πυροσβέστης είσαι;

Απάντηση με την οποία χαμογελάσαμε οι υπόλοιποι. Μετά ρωτήσαμε για την <<Πόλη>>: Αν αληθεύει ό,τι θα γίνει Ελληνική και μας είπε:

-                      Οι Τούρκοι θα φθάσουν μέχρι τα <<εξαμίλια>> και θα επέμβει ο <<κόκκινος στρατός>> και για να σταματήσουν οι εχθροπραξίες , θα επέμβουν οι μεγάλες δυνάμεις , οι οποίες θα δώσουν την Πόλη σε μας.

Τότε κάποιος είπε στον γέροντα:

-                      Άρα θα επαληθευθεί η ρήση <<Πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικά μας θα είναι>>.

θα έρθει ο καιρός για όλα αυτά μας είπε.

Κάποιος άλλος τον ρώτησε για τα χρόνια του Αντίχριστου και ο γέροντας Παϊσιος απάντησε:

-                      Οι Χριστιανοί θα βρουν τον τρόπο και ο Θεός δεν θα τους αφήσει αβοήθητους , όπως ο Αντίχριστος θα προσπαθήσει να επιβληθεί, έτσι και ο Θεός έχει το σχέδιο τους και μας συμβούλεψε ν’ ακούμε τους Πνευματικούς μας , για να καθοδηγούν.

Φεύγοντας απευθύνθηκε σ’ έναν νεαρό, τον οποίο προσφώνησε με το όνομά του <<Φώτη να μείνεις>>, καθώς επίσης και σ’ έναν φιλόλογο να μείνει και αυτός. Τον Φώτη τον συναντήσαμε 10 λεπτά αργότερα και μας εκμυστηρεύτηκε ό,τι είχε ένα πρόβλημα υγείας (Μεσογειακή αναιμία) και ο γέροντας του είπε ότι θα πάει καλά. Στο καράβι από τη Δάφνη συναντήσαμε και τον Φιλόλογο που κράτησε ο Γέροντας Παϊσιος όταν φεύγαμε από το κελί του και μας είπε ότι ο γέροντας του αποκάλυψε ένα προσωπικό γεγονός, που μόνο αυτός ήξερε και τον παρότρυνε να είναι κοντά στην Εκκλησία, που είχε 20 χρόνια απομακρυνθεί.





 Πατήρ Θεόφιλος Φραγκουλίδης

Πρωτοπρεσβύτερος Ι.Ν. Αγίας Σκέπης Πτολεμαΐδας



Τον πατήρ Παΐσιο τον γνώρισα σε ηλικία 18 ετών, μόλις είχα τελειώσει το Λύκειο. Ήταν 28 Ιουλίου 1987 ( την επομένη του Αγίου Παντελεήμονος), ξεκινήσαμε για το Άγιο Όρος, το οποίο τότε ήταν σχεδόν απάτητο. Ήμασταν 7 άτομα και φθάσαμε μεσημέρι στο «Άξιο Εστί» και κινήσαμε για τον γέροντα Παΐσιο, μέσα από τα μονοπάτια βλέποντας τα ταμπελάκια. Φθάσαμε στην Παναγούδα και ήταν αρκετά άτομα τα οποία αδημονούσαν να τον δουν και έφευγαν. Εμείς κάναμε τον λογισμό να τον περιμένουμε όσο θα χρειαστεί και χτυπούσαμε το καμπανάκι επίμονα εναλλάξ για να μην κουραζόμαστε.

Όταν χτύπησε ο έκτος, βγήκε και μας λέει είναι η σειρά του έβδομου, ενώ εμείς δεν φαινόμασταν πόσοι ήμασταν, αφού ήταν 28 Ιουλίου και η βλάστηση ήταν ψηλή. Μπήκαμε στο κελί και καθίσαμε στα κούτσουρα και μας κέρασε από ένα λουκούμι και από δεύτερο και μας ρώτησε τα ονόματά μας και από που είμαστε.

Όταν του είπαμε ότι είμαστε από Πτολεμαΐδα, μας είπε τα καλύτερα για τον Πάτερ Αυγουστίνο. Όταν ήρθε η σειρά μου με ρώτησε:

-Πώς σε λένε παιδί μου;

-Θεόφιλο, απάντησα.

Με χτυπάει στην πλάτη και μου λέει: Πάτερ Θεόφιλο.

Κρατούσε ένα κόκκαλο από ψάρι, που το χρησιμοποιούσαν οι μοναχοί στο πλέξιμο του κομποσχοινιού και το έδωσε στον σημερινό Πάτερ Κύριλλο, τον μοναδικό από την παρέα μας που ήξερε από κομποσχοίνι και του είπε: Αυτό είναι για σένα θα σου χρειαστεί.



Κ.Δ. Δάσκαλος

Μετά το 1990 επισκέφθηκα μία από τις πολλές φορές στο Άγιο Όρος τον γέροντα Παΐσιο στην Παναγούδα. Ο γέροντας μιλούσε για την Κωνσταντινούπολη και κάποια στιγμή γυρίζει σ’ έναν από τους παρευρισκόμενους και του λέει: Εσύ θα μπεις σημαιοφόρος στην πόλη. Και αυτός ήταν στρατιωτικός, υπηρετεί στο ναυτικό και σήμερα έχει τον βαθμό του σημαιοφόρου.

Μία άλλη φορά πήγα χειμώνα στο κελί του στην Παναγούδα. Καθώς έμπαινα μέσα στην αυλή παρατήρησα στην άκρη ένα κουτί με λουκούμια, τα οποία είχαν ινδική καρύδα και τα οποία μου αρέσουν πολύ.

Ο γέροντας αφού κέρασε λουκούμια όλους τους επισκέπτες, άφησε τελευταίο εμένα και μου έφερε το κουτί που είχα δει όταν μπήκα στην αυλή και μου είπε: Φάε όσο θες, αφού είχε καταλάβει τον λογισμό μου. Ένας γείτονάς μου, ο Κώστας στον οποίο είχα πάει πολλά βιβλία του γέροντα Παΐσιου, είχε καρκίνο και έκανε πολύ προσευχή στον γέροντα να του δώσει μερικά χρόνια ζωής ακόμη και ένα πρωί είδε στο κομποσχοίνι του να έχει σχηματιστεί ο αριθμός οχτώ.

Ο Κώστας πέθανε μετά από οχτώ βδομάδες.

Σε μία άλλη επίσκεψη στον γέροντα Παΐσιο μου είπε:

- Όπως ο Ουρανός έχει βασιλιά έτσι και η Γη πρέπει να έχει Βασιλιά, για να υπάρχει ισορροπία μεταξύ Ουρανού και Γης.


Σισμανίδης Παύλος- Εκπαιδευτικός, Πτολεμαΐδα

Μερικά χρόνια πριν από την κοίμηση του π. Δεσπότη Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας Αυγουστίνου Καντιώτη, συνάντησα έναν γνωστό μου και στην συνομιλία που είχαμε μου αποκάλυψε πως είχε επισκεφθεί τον γέροντα Παΐσιο στην Παναγούδα.

Όταν τον ρώτησε ο γέροντας από πού είναι του απάντησε από την Πτολεμαΐδα. Εκεί, του είπε ο γέροντας Παΐσιος, έχετε τον Άγιο Δέσποτα τον Αυγουστίνο Καντιώτη, αυτός θα πάει 103-103,5 ετών.

Στις 27 Αυγούστου 2010 άκουσα τις καμπάνες της Αγίας Τριάδας στην Πτολεμαΐδα, που είναι η ενορία μου, να χτυπούν πένθιμα και ρώτησα ποιος πέθανε. Μου είπαν ότι κοιμήθηκε ο Δέσποτας Αυγουστίνος Καντιώτης.

Έφυγα για το σπίτι και θυμήθηκα τα λόγια που είπε στον γνωστό μου ο γέροντας Παΐσιος, ότι δηλαδή ο Δέσποτας Αυγουστίνος Καντιώτης θα πάει 103-103,5. Ο Δέσποτας Αυγουστίνος Καντιώτης γεννήθηκε στις 20 Απριλίου 1907 και κοιμήθηκε στις 27 Αυγούστου 2010.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου