Ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας
– Γέροντα, ἄλλοι νιώθουν σιγουριὰ ὅτι θὰ σωθοῦν καὶ ἄλλοι ἀμφιβάλλουν.
Ποιά εἶναι πιὸ σωστὴ τοποθέτηση;
– Ὁ σκοπὸς εἶναι ὁ ἄνθρωπος νὰ τηρῆ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος πρέπει νὰ φθάση σὲ τέτοια κατάσταση, πού, καὶ ἂν ὁ Θεὸς δὲν τοῦ δώση τὸν Παράδεισο, νὰ μὴν τὸν πειράξη. Πρέπει νὰ καταλάβουμε καλὰ ὅτι σήμερα ζοῦμε,
αὔριο μπορεῖ νὰ φύγουμε, καὶ πρέπει νὰ κοιτάξουμε πῶς θὰ πᾶμε κοντὰ στὸν Χριστό.
Ὅσοι κατόρθωσαν μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ γνωρίσουν τὴν ματαιότητα αὐτῆς τῆς ζωῆς ἔλαβαν τὸ μεγαλύτερο χάρισμα καὶ δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀποκτήσουν τὸ διορατικὸ χάρισμα, γιὰ νὰ προβλέπουν τὰ μέλλοντα, διότι ἀρκετὸ εἶναι κανεὶς νὰ προβλέψη, νὰ μεριμνήση γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς του καὶ νὰ λάβη τὰ καλύτερα πνευματικὰ μέτρα, γιὰ νὰ σωθῆ. Νά, βλέπεις, ὁ Χριστὸς εἶπε: «Ὅσο ἀξίζει μιὰ ψυχή, δὲν ἀξίζει ὁ κόσμος ὅλος»10. Πόση ἀξία δηλαδὴ ἔχει μιὰ ψυχή! Γι ̓ αὐτὸ ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς εἶναι μεγάλο πράγμα!
– Δηλαδή, Γέροντα, δὲν πρέπει νὰ ἔχη κανεὶς τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας καὶ τὸν φόβο τῆς κολάσεως;
– Ἂν ἔχη τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας, δὲν θὰ ἔχη τὸν φόβο τῆς κολάσεως. Καὶ γιὰ νὰ ἔχη ὁ ἄνθρωπος τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας, θὰ εἶναι κάπως τακτοποιημένος. Τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἀγωνίζεται μὲ φιλότιμο, ὅσο μπορεῖ, καὶ δὲν ἔχει διάθεση νὰ κάνη
ἀταξίες, ἀλλὰ πάνω στὸν ἀγώνα του νικιέται–νικάει, νικιέται–νικάει, ὁ Θεὸς δὲν θὰ τὸν ἀφήση. Ἂν ἔχη λίγη διάθεση νὰ μὴ λυπήση τὸν Θεό, θὰ πάη στὸν Παράδεισο «μὲ τὰ παπούτσια». Ὁ φύσει Ἀγαθὸς Θεὸς θὰ τὸν σπρώξη στὸν Παράδεισο σκανδαλωδῶς.
Θὰ οἰκονομήση νὰ τὸν πάρη τὴν ὥρα ποὺ βρίσκεται σὲ μετάνοια. Μπορεῖ σὲ ὅλη του
τὴν ζωὴ νὰ παλεύη, ἀλλὰ ὁ Θεὸς δὲν θὰ τὸν ἀφήση· θὰ τὸν πάρη στὴν καλύτερη ὥρα.
Ὁ Θεὸς εἶναι καλός· θέλει ὅλοι νὰ σωθοῦμε. Ἂν ἦταν νὰ σωθοῦν μόνο λίγοι, τότε γιατί σταυρώθηκε ὁ Χριστός; Δὲν εἶναι στενὴ ἡ πύλη τοῦ Παραδείσου. Χωράει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ σκύβουν ταπεινὰ καὶ δὲν εἶναι φουσκωμένοι ἀπὸ
ὑπερηφάνεια, ἀρκεῖ νὰ μετανοήσουν, νὰ δώσουν δηλαδὴ τὸ φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν τους στὸν Χριστό, καὶ τότε χωροῦν νὰ περάσουν εὔκολα ἀπὸ τὴν πύλη. Ἔπειτα, ἔχουμε καὶ τὸ δικαιολογητικὸ ὅτι εἴμαστε χωματένιοι· δὲν εἴμαστε μόνον πνεῦμα
ὅπως οἱ Ἄγγελοι. Εἴμαστε ὅμως ἀδικαιολόγητοι, ὅταν δὲν μετανοοῦμε καὶ δὲν πλησιάζουμε τὸν Σωτήρα μας ταπεινά. Ὁ ληστὴς στὸν σταυρὸ ἕνα «εὐλόγησον» εἶπε καὶ σώθηκε11. Ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ δευτερόλεπτο, ὄχι ἀπὸ τὸ λεπτό. Ὁ ἄνθρωπος μὲ ἕναν ταπεινὸ λογισμὸ σώζεται, ἐνῶ, ἂν φέρη ἕναν ὑπερήφανο
λογισμό, τὰ χάνει ὅλα.
Ἀπὸ φιλότιμο καὶ μόνον πρέπει νὰ σωθοῦμε. Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερος πόνος γιὰ τὸν Θεὸ ἀπὸ τὸ νὰ δῆ τὸν ἄνθρωπο στὴν κόλαση. Νομίζω ὅτι καὶ μόνον ἡ εὐγνωμοσύνη στὸν Θεὸ γιὰ τὶς πολλές Του εὐλογίες καὶ ἡ ταπεινὴ συμπεριφορὰ μὲ
ἀγάπη πρὸς τὶς εἰκόνες Του, τοὺς συνανθρώπους μας, μὲ λίγο φιλότιμο ἀγώνα, εἶναι
ἀρκετά, γιὰ νὰ ἔχουμε ἀναπαυμένη τὴν ψυχή μας καὶ σ ̓ αὐτὴν τὴν ζωὴ καὶ στὴν ἄλλη12.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Β’ «Πνευματικὴ Ἀφύπνιση»
(Του.Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου )
11 Βλ. Λουκ. 23, 40‐ 43.
12 Ἐννοεῖται ὅτι ὁ Γέροντας ἀπευθύνεται σὲ Ὀρθοδόξους πιστοὺς ποὺ ἀγωνίζονται καὶ
μετέχουν στὴν μυστηριακὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.
– Γέροντα, ὅταν ἀνάβουμε ἕνα κεράκι, λέμε ὅτι εἶναι γι ̓ αὐτὸν τὸν σκοπό;
– Τὸ ἀνάβεις· ποῦ τὸ στέλνεις; Δὲν τὸ στέλνεις κάπου; Μὲ τὸ κεράκι ζητοῦμεκάτι ἀπὸ τὸν Θεό. Ὅταν τὸ ἀνάβης καὶ λὲς «γι ̓ αὐτοὺς ποὺ πάσχουν σωματικὰ καὶ ψυχικὰ καὶ γι ̓ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν τὴν πιὸ μεγάλη ἀνάγκη», μέσα σ ̓ αὐτοὺς εἶναι καὶ οἱ
ζῶντες καὶ οἱ κεκοιμημένοι. Ξέρεις πόση ἀνάπαυση νιώθουν οἱ κεκοιμημένοι, ὅταν ἀνάβουμε ἕνα κεράκι γι ̓ αὐτούς; Ἔτσι ἔχει κανεὶς πνευματικὴ ἐπικοινωνία καὶ μὲ τοὺς ζῶντας καὶ μὲ τοὺς κεκοιμημένους. Τὸ κεράκι μὲ λίγα λόγια εἶναι μιὰ κεραία ποὺ μᾶς φέρνει σὲ ἐπαφὴ μὲ τὸν Θεό, μὲ τοὺς ἀρρώστους, μὲ τοὺς κεκοιμημένους κ.λπ.
– Τὸ θυμίαμα, Γέροντα, γιατί τὸ καῖμε;
– Τὸ ἀνάβουμε γιὰ δοξολογία στὸν Θεό. Τὸν δοξολογοῦμε καὶ Τὸν εὐγνωμονοῦμε γιὰ τὶς μεγάλες εὐεργεσίες Του σὲ ὅλον τὸν κόσμο. Τὸ θυμίαμα εἶναι καὶ αὐτὸ μιὰ προσφορά. Καὶ ἀφοῦ τὸ προσφέρουμε στὸν Θεὸ καὶ στοὺς Ἁγίους
θυμιάζοντας τὶς εἰκόνες, θυμιάζουμε μετὰ καὶ τὶς ζωντανὲς εἰκόνες τοῦ Θεοῦ, τοὺς ἀνθρώπους.
Νὰ βάζετε καρδιὰ εἴτε πρόκειται γιὰ αἴτημα εἴτε γιὰ εὐχαριστία. Μὲ τὸ κεράκι λέω: «Θεέ μου, Σοῦ ζητάω μὲ ὅλη μου τὴν καρδιὰ νὰ μοῦ κάνης μιὰ χάρη». Καὶ μὲ τὸ θυμίαμα λέω: «Σὲ εὐχαριστῶ, Θεέ μου, μὲ ὅλη μου τὴν καρδιὰ γιὰ ὅλες τὶς δωρεές
Σου. Σ ̓ εὐχαριστῶ ποὺ συγχωρεῖς τὶς δικές μου τὶς πολλὲς ἁμαρτίες καὶ τὴν ἀχαριστία ὅλου τοῦ κόσμου καὶ τὴν δική μου τὴν ἀχαριστία τὴν πολλή»
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Β’ «Πνευματικὴ Ἀφύπνιση»
(Tου.Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου )
– Γέροντα, ὁ κόσμος δὲν καταλαβαίνει εὔκολα ὅτι εἶναι ἀνευλάβεια νὰ καῖμε
κεριὰ ἀπὸ παραφίνη.
– Νὰ πῆτε στὸν κόσμο: «Γιὰ τὴν ὑγεία σας δὲν κάνει νὰ καῖτε κεριὰ ἀπὸ παραφίνη στοὺς Ναούς». Ἔτσι θὰ τὸ σκεφθοῦν λιγάκι αὐτό. Ἂν εἶναι καὶ μικρὸς ὁ Ναός, τότε εἶναι ποὺ πάει νὰ σκάση κανείς. Καλύτερα νὰ ἀνάψουν ἕνα μικρὸ κεράκι
καὶ νὰ εἶναι γνήσιο παρὰ ὁλόκληρη λαμπάδα μὲ παραφίνη. Πολλοὶ στὶς Ἐκκλησίες γι ̓
αὐτὸ ζαλίζονται καὶ λιποθυμοῦν. Νὰ εἶναι μικρὸς ὁ Ναὸς καὶ νὰ καίγεται ὅλη αὐτὴ ἡ
παραφίνη!... Καὶ νὰ ἦταν μόνον αὐτό; Λάδια ποὺ δὲν τρώγονται θέλουν νὰ τὰ βάλουν
στὰ κανδήλια! Ποῦ φθάνουν οἱ ἄνθρωποι! Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἀναφέρεται ὅτι τὸ
λάδι ποὺ θὰ χρησιμοποιοῦσαν στὸν Ναὸ ἔπρεπε νὰ τὸ φτιάχνουν ἀπὸ ἐλιὲς μάζευαν πάνω ἀπὸ τὰ δένδρα καὶ ὄχι ἀπὸ αὐτὲς ποὺ ἔπεφταν κάτω. Μήπως ὁ Θεὸς
ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ αὐτὸ τὸ λάδι ἢ ἀπὸ τὸ θυμίαμα; Ὄχι, ἀλλὰ συγκινεῖται ὁ Θεός, γιατὶ
εἶναι μιὰ προσφορά, μὲ τὴν ὁποία ἐκφράζεται ἡ εὐγνωμοσύνη καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ
ἀνθρώπου πρὸς Αὐτόν. Στὸ Σινᾶ μοῦ εἶχε κάνει ἐντύπωση: Οἱ Βεδουΐνοι δὲν ἔχουν, οἱ
καημένοι, τίποτε νὰ προσφέρουν. Καὶ βλέπεις, μαζεύουν κανένα πετραδάκι ποὺ λίγο
διαφέρει ἀπὸ τὰ ἄλλα, τόοσο μικρούτσικο, ἤ, ἂν βροῦν σὲ καμμιὰ ρωγμὴ δυὸ–τρία
φυλλαράκια, τὰ παίρνουν, ἀνεβαίνουν ἐπάνω στὴν πέτρα ποὺ χτύπησε ὁ Μωυσῆς μὲ
τὸ ραβδί του καὶ βγῆκε τὸ νερὸ καὶ τὰ ἀφήνουν ἐκεῖ. Ἢ οἱ μητέρες ποὺ θηλάζουν πᾶνε
καὶ στάζουν λίγο γάλα ἐκεῖ, μὲ τὸν λογισμό: «Νὰ μοῦ δίνη γάλα ὁ Θεός, γιὰ νὰ
θηλάζω τὰ παιδιά μου»! Βλέπεις τί εὐγνωμοσύνη ἔχουν! Δὲν εἶναι μικρὸ πράγμα. Καὶ
ἐμεῖς τί κάνουμε! Θὰ μᾶς κρίνουν αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι. Ἀφήνουν ἐκεῖ πάνω ξυλαράκια,
φυλλαράκια, πετραδάκια... Ἔχει ὁ Θεὸς ἀνάγκη ἀπὸ αὐτά; Ὄχι, ἀλλὰ βοηθάει ὁ Θεός,
γιατὶ βλέπει τὴν ἀγαθὴ καρδιά, τὴν ἀγαθὴ διάθεση. Ἔτσι ἐκφράζεται ἡ ἀγαθὴ
προαίρεση.
– Γέροντα, ὅταν ἀνάβουμε ἕνα κεράκι, λέμε ὅτι εἶναι γι ̓ αὐτὸν τὸν σκοπό;
– Τὸ ἀνάβεις· ποῦ τὸ στέλνεις; Δὲν τὸ στέλνεις κάπου; Μὲ τὸ κεράκι ζητοῦμε
κάτι ἀπὸ τὸν Θεό. Ὅταν τὸ ἀνάβης καὶ λὲς «γι ̓ αὐτοὺς ποὺ πάσχουν σωματικὰ καὶ
ψυχικὰ καὶ γι ̓ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν τὴν πιὸ μεγάλη ἀνάγκη», μέσα σ ̓ αὐτοὺς εἶναι καὶ οἱ
ζῶντες καὶ οἱ κεκοιμημένοι. Ξέρεις πόση ἀνάπαυση νιώθουν οἱ κεκοιμημένοι, ὅταν
ἀνάβουμε ἕνα κεράκι γι ̓ αὐτούς; Ἔτσι ἔχει κανεὶς πνευματικὴ ἐπικοινωνία καὶ μὲ
τοὺς ζῶντας καὶ μὲ τοὺς κεκοιμημένους. Τὸ κεράκι μὲ λίγα λόγια εἶναι μιὰ κεραία ποὺ
μᾶς φέρνει σὲ ἐπαφὴ μὲ τὸν Θεό, μὲ τοὺς ἀρρώστους, μὲ τοὺς κεκοιμημένους κ.λπ.
– Τὸ θυμίαμα, Γέροντα, γιατί τὸ καῖμε;
– Τὸ ἀνάβουμε γιὰ δοξολογία στὸν Θεό. Τὸν δοξολογοῦμε καὶ Τὸν
εὐγνωμονοῦμε γιὰ τὶς μεγάλες εὐεργεσίες Του σὲ ὅλον τὸν κόσμο. Τὸ θυμίαμα εἶναι
καὶ αὐτὸ μιὰ προσφορά. Καὶ ἀφοῦ τὸ προσφέρουμε στὸν Θεὸ καὶ στοὺς Ἁγίους
θυμιάζοντας τὶς εἰκόνες, θυμιάζουμε μετὰ καὶ τὶς ζωντανὲς εἰκόνες τοῦ Θεοῦ, τοὺς
ἀνθρώπους.
Νὰ βάζετε καρδιὰ εἴτε πρόκειται γιὰ αἴτημα εἴτε γιὰ εὐχαριστία. Μὲ τὸ κεράκι λέω: «Θεέ μου, Σοῦ ζητάω μὲ ὅλη μου τὴν καρδιὰ νὰ μοῦ κάνης μιὰ χάρη». Καὶ μὲ τὸ θυμίαμα λέω: «Σὲ εὐχαριστῶ, Θεέ μου, μὲ ὅλη μου τὴν καρδιὰ γιὰ ὅλες τὶς δωρεές
Σου. Σ ̓ εὐχαριστῶ ποὺ συγχωρεῖς τὶς δικές μου τὶς πολλὲς ἁμαρτίες καὶ τὴν ἀχαριστία
ὅλου τοῦ κόσμου καὶ τὴν δική μου τὴν ἀχαριστία τὴν πολλή».
Ὅσο μπορεῖτε, νὰ καλλιεργῆτε τὴν εὐλάβεια, τὴν συστολή. Αὐτὸ θὰ βοηθήση νὰ δεχθῆτε τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Γιατί, ἅμα ἔχη κανεὶς εὐλάβεια καὶ συστολὴ πνευματική, καὶ εἶναι καὶ ταπεινός, δέχεται τὴν θεία Χάρη. Ἂν δὲν ἔχη εὐλάβεια καὶ
ταπείνωση, ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ δὲν τὸν πλησιάζει. Τί λέει ἡ Γραφή; «Ἐπὶ τίνα ἐπιβλέψω, ἀλλ ̓ ἢ ἐπὶ τὸν ταπεινὸν καὶ ἡσύχιον καὶ τρέμοντα τοὺς λόγους μου;».
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Β’ «Πνευματικὴ Ἀφύπνιση»
(Του.Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου )
Γέροντα, τί βοηθάει νὰ κινῆται κανεὶς μέσα στὸν Ναὸ μὲ εὐλάβεια;
– Ὅταν ξεκινᾶς γιὰ τὸν Ναό, νὰ λὲς μὲ τὸν λογισμό σου: «Ποῦ πηγαίνω; Τώρα
μπαίνω στὸν Οἶκο τοῦ Θεοῦ. Τί κάνω; Προσκυνῶ τὶς εἰκόνες, τὸν Θεό». Ἀπὸ τὸ κελλί
σου ἢ ἀπὸ τὸ διακόνημά σου πηγαίνεις στὸν Ναό. Ἀπὸ τὸν Ναὸ νὰ πᾶς στὸν Οὐρανὸ
καὶ πιὸ ἐκεῖ ἀκόμη, στὸν Θεό.
– Πῶς γίνεται αὐτό;
– Ὁ Ναὸς εἶναι τὸ «σπίτι» τοῦ Θεοῦ. Καὶ τὸ δικό μας πραγματικὸ σπίτι εἶναι στὸν Παράδεισο. Ἐδῶ ψάλλουν οἱ ἀδελφές. Ἐκεῖ οἱ Ἄγγελοι, οἱ Ἅγιοι... Ἄν, ὅταν πηγαίνουμε σὲ ἕνα κοσμικὸ σπίτι, χτυπᾶμε τὴν πόρτα, σκουπίζουμε τὰ πόδια,
καθώμαστε συνεσταλμένα, τότε μέσα στὸν Οἶκο τοῦ Θεοῦ, ὅπου θυσιάζεται ὁ
Χριστός, τί πρέπει νὰ κάνουμε; Μὲ μία σταγόνα θεϊκοῦ Αἵματος μᾶς ἐξαγόρασε ἀπὸ
τὴν ἁμαρτία καὶ στὴν συνέχεια μᾶς νοσηλεύει μὲ κιλὰ Αἵματος καὶ μᾶς τρέφει μὲ τὸ
πανάγιο Σῶμα Του. Ὅλα λοιπὸν αὐτὰ τὰ φρικτὰ καὶ θεῖα γεγονότα, ὅταν τὰ
φέρνουμε στὴν μνήμη μας, μᾶς βοηθοῦν νὰ κινούμαστε μὲ εὐλάβεια μέσα στὸν Ναό.
Ἀλλὰ βλέπω στὴν Θεία Λειτουργία, ἀκόμη καὶ ὅταν ὁ ἱερέας λέη «Ἄνω σχῶμεν τὰς
καρδίας» καὶ λέμε «Ἔχομεν πρὸς τὸν Κύριον», λίγοι εἶναι αὐτοὶ ποὺ ἔχουν τὸν νοῦ τους
πρὸς τὸν Κύριο! Γι ̓ αὐτὸ καλύτερα νὰ λέμε νοερῶς «νὰ ἔχουμε τὶς καρδιές μας πρὸς
τὸν Κύριον», γιατὶ ὁ νοῦς μας καὶ ἡ καρδιά μας εἶναι ὅλο πρὸς τὰ κάτω. Λέμε καὶ
ψέματα, γιατὶ λέμε «ἔχομεν», ἀλλὰ δὲν ἔχουμε ἐκεῖ τὸν νοῦ μας. Βέβαια, ἐὰν ἔχουμε
τὴν καρδιά μας πρὸς τὰ «ἄνω», ὅλα θὰ πᾶνε πρὸς τὰ «ἄνω».
– Γέροντα, τί βοηθάει νὰ ψάλλη κανεὶς κατανυκτικά;
– Νὰ ἔχη τὸν νοῦ του στὰ θεῖα νοήματα καὶ νὰ ἔχη εὐλάβεια· νὰ μὴν πιάνη τὰ θεῖα νοήματα λογοτεχνικά, ἀλλὰ μὲ τὴν καρδιά. Ἄλλο ἡ εὐλάβεια καὶ ἄλλο ἡ τέχνη, ἡ ἐπιστήμη τῆς ψαλτικῆς. Ἡ τέχνη χωρὶς εὐλάβεια εἶναι... μπογιές. Ὅταν ὁ ψάλτης ψάλλη μὲ εὐλάβεια, ξεχειλίζει ἀπὸ τὴν καρδιά του ἡ ψαλμωδία, καὶ ψάλλει
κατανυκτικά. Ὅταν ἐσωτερικὰ εἶναι σὲ καλὴ πνευματικὴ κατάσταση ὁ ἄνθρωπος,
ὅλα πᾶνε καλά. Γι ̓ αὐτὸ πρέπει νὰ εἶναι τακτοποιημένος κανεὶς ἐσωτερικὰ καὶ νὰ
ψάλλη μὲ τὴν καρδιά του, μὲ εὐλάβεια, γιὰ νὰ ψάλλη καὶ κατανυκτικά. Ἂν ἔχη
ἀριστεροὺς λογισμούς, τί ψαλτικὴ θὰ κάνη; Δὲν μπορεῖ νὰ ψάλη μὲ τὴν καρδιά. Γιατί
λέει ἡ Γραφὴ «Εὐθυμεῖ τις; ψαλλέτω»4; Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Κουκουζέλης, ὅταν μιὰ
φορὰ ἔψαλλε, ἐνῶ βοσκοῦσε τοὺς τράγους, οἱ τράγοι σηκώθηκαν καὶ στάθηκαν
ὄρθιοι. Ἀπὸ αὐτὸ κατάλαβαν ὅτι ἦταν ὁ Κουκουζέλης, ὁ ψάλτης τῆς αὐτοκρατορικῆς
αὐλῆς. Ὅ,τι κάνετε, νὰ τὸ κάνετε μὲ τὴν καρδιά σας, γιὰ τὸν Χριστό. Καὶ στὰ
κεντήματα ποὺ κάνετε, νὰ βάζετε εὐλάβεια, γιατὶ μπαίνουν πάνω στὰ ἅγια, ἀκόμη
καὶ αὐτὰ ποὺ κάνετε γιὰ τὸ κατζίο5. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος εἶναι εὐλαβής, ἡ ψυχική του
ὀμορφιὰ φαίνεται σὲ ὅ,τι κάνει· καὶ στὸ διάβασμα καὶ στὸ ψάλσιμο, καὶ στὰ λάθη
ἀκόμη.
– Στὰ λάθη;
Ναί, βλέπεις ὅτι καὶ τὰ λάθη ποὺ κάνει ἔχουν μιὰ εὐλάβεια, μιὰ συστολή.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Β’ «Πνευματικὴ Ἀφύπνιση» ‐
5 Μεγάλο θυμιατὸ μὲ τὸ ὁποῖο θυμιάζει ὁ ἐκκλησιαστικὸς – δηλαδὴ ὁ μοναχὸς ποὺ
διακονεῖ στὸν Ναὸ – σὲ ὁρισμένα σημεῖα τῶν Ἀκολουθιῶν ἔχοντας ριγμένο στὸν δεξιό του
ὦμο κεντημένο κάλυμμα. Πάνω ἀπὸ τὴν χειρολαβὴ ὑπάρχει τὸ κοίλωμα, ὅπου μπαίνει ἡ
καρβουνόσκονη καὶ τὸ θυμίαμα, καὶ στὸ ἄκρο τοῦ θυμιατοῦ κρέμονται οἱ κωδωνίσκοι ποὺ
ἠχοῦν ρυθμικὰ κατὰ τὴν θυμίαση.
Ὁ ταπεινὸς ἔχει ὅλες τὶς ἀρετὲς.
–Γέροντα, πέστε μας κάτι, πρὶν φύγετε2.
–Τί νὰ σᾶς πῶ; Τόσα σᾶς εἶπα!
–Πέστε μας κάτι, γιὰ νὰ τὸ δουλέψουμε, μέχρι νὰ ξαναρθῆτε.–Ἔ, ἀφοῦ ἐπιμένετε, νὰ σᾶς πῶ... Μία εἶναι ἡ ἀρετή, ἡ ταπείνωση· ἐπειδὴ ὅμως δὲν τὸ καταλαβαίνετε, ἄντε, νὰ σᾶς πῶ καὶ τὴν ἀγάπη. Ἀλλά, ὅποιος ἔχει ταπείνωση, δὲν ἔχει καὶ ἀγάπη;–Γέροντα, ὁ Ἀββᾶς Ἰσαὰκ λέει: «Ὅ,τι εἶναι τὸ ἁλάτι γιὰ τὸ φαγητό, εἶναι καὶ ἡ ταπείνωση γιὰ τὴν ἀρετή».
–Δηλαδὴ χωρὶς τὴν ταπείνωση δὲν ...τρώγονται οἱ ἀρετές! Θέλει νὰ πῆ ὁ Ἅγιος πόσο ἀπαραίτητη εἶναι ἡ ταπείνωση στὴν ἐργασία τῶν ἀρετῶν.
–Γέροντα, ἀλλοῦ ὁ Ἀββᾶς Ἰσαὰκ λέει ὅτι ἡ ταπείνωση ἔρχεται, ὅταν ἀποκτήση ὁ ἄνθρωπος ἀρετές.–Μήπως δὲν τὸ κατάλαβες καλά; Ἂν δὲν ἔχη ὁ ἄνθρωπος ταπείνωση, καμμιὰ ἀρετὴ δὲν μπορεῖ νὰ τὸν πλησιάση.
–Δηλαδή, Γέροντα, ὅποιος ἔχει ταπείνωση ἔχει ὅλες τὶς ἀρετές;–Ἒμ βέβαια. Ὁ ταπεινὸς ἔχει ὅλα τὰ πνευματικὰ ἀρώματα: ἁπλότητα, πραότητα, ἀγάπη χωρὶς ὅρια, καλωσύνη, ἀνεξικακία, θυσία, ὑπακοὴ κ.λπ. Ἐπειδὴ ἔχει τὴν πνευματικὴ φτώχεια6, ἔχει καὶ ὅλον τὸν πνευματικὸ πλοῦτο. Εἶναι ἐπίσης καὶ εὐλαβὴς καὶ σιωπηλός, γι' αὐτὸ συγγενεύει καὶ μὲ τὴν Κεχαριτωμένη Θεοτόκο Μαρία, ἡ ὁποία εἶχε μεγάλη ταπείνωση. Ἐνῶ εἶχε μέσα της ὁλόκληρο τὸν Θεὸ σαρκωμένο, δὲν μίλησε καθόλου, μέχρι ποὺ μίλησε ὁ Χριστὸς στὰ τριάντα Του χρόνια. Στὸν ἀσπασμὸ7τοῦ Ἀγγέλου εἶπε: «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμά σου»8. Δὲν εἶπε: «Ἐγὼ θὰ γίνω μητέρα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ».Ἡ Παναγία, γιὰ τὴν ταπείνωσή της, κατέχει τὰ δευτερεῖα τῆς Ἁγίας Τριάδος. «Χαίροις μετὰ Θεὸν ἡ Θεός, τὰ δευτερεῖα τῆς Τριάδος ἡ ἔχουσα», λέει ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης. Νὰ εἶναι δούλη, νὰ εἶναι καὶ Νύμφη τοῦ Θεοῦ! Νὰ εἶναι παρθένος, νὰ εἶναι καὶ μητέρα! Νὰ εἶναι πλάσμα τοῦ Θεοῦ, νὰ εἶναι καὶ Μητέρα τοῦ Πλάστου! Αὐτὰ εἶναι τὰ μεγάλα μυστήρια, τὰ παράξενα, ποὺ δὲν ἐξηγοῦνται, ἀλλὰ μόνο βιώνονται!
–Γέροντα, ποιά εἰκόνα τῆς Παναγίας σᾶς ἀρέσει περισσότερο;–Ἐμένα ὅλες οἱ εἰκόνες τῆς Παναγίας μοῦ ἀρέσουν. Καὶ μόνον τὸ ὄνομά Της νὰ βρῶ κάπου γραμμένο, τὸ ἀσπάζομαι πολλὲς φορὲς μὲ εὐλάβεια καὶ σκιρτάει ἡ καρδιά μου. Εἶναι φοβερό, ἂν τὸ σκεφθῆς! Μικρὸ κοριτσάκι ἦταν καὶ εἶπε τὸ «Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον, ὅτι ἐπέβλεψεν ἐπὶ τὴν ταπείνωσιν τῆς δούλης αὐτοῦ». Μέσα σὲ λίγες λέξεις τόσα νοήματα! Πολὺ θὰ βοηθηθῆς, ἐὰν ἐμβαθύνης στὰ λόγια αὐτά. Εἶναι λίγα καὶ δυνατά. Ἂν τὰ μελετᾶς, θὰ ἀγαπήσης τὴν ταπείνωση· κι ἂν ταπεινωθῆς, θὰ δῆς τὸν Θεὸ νὰ ἔρχεται μέσα σου καὶ νὰ κάνη τὴν καρδιά σου Φάτνη τῆς Βηθλεέμ.
Ἁγ. Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Ε’ «Πάθη καὶ Ἀρετὲς» -88
2Ἡ συζήτηση αὐτὴ ἔγινε στὸ Ἡσυχαστήριο τὸν Φεβρουάριο τοῦ 1968 μὲ τὶς πρῶτες ἀδελφές. Ὁ Γέροντας τὴν ἄλλη ἡμέρα θὰ ἔφευγε γιὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος, ἀφοῦ εἶχε μείνει στὸ Ἡσυχαστήριο δύο μῆνες, γιὰ νὰ βάλη τὰ θεμέλια τῆς πνευματικῆς καὶ κοινοβιακῆς ζωῆς.
facebook
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου